Αρχική Η αναβάθμιση του ρόλου των Πρότυπων – Πειραματικών2) Διατυπώστε τις δικές προτάσεις για την αναβάθμιση των πειραματικών σχολείων και τη συμβολή τους στην αναβάθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματοςΣχόλιο του χρήστη ΒΑΡΒΑΚΕΙΟ-Θ.ΟΤΖΑΚΟΓΛΟΥ | 16 Ιανουαρίου 2011, 14:07
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ – ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΧΟΛΕΙΑ Μεταρρύθμιση, ανάταξη ή ανατροπή; ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ: Θέλουμε να ενισχυθεί ο δημόσιος, κοινωνικά δίκαιος, αλληλέγγυος, ανταποδοτικός και αποτελεσματικός στην λειτουργία χαρακτήρας του ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ; Θέλουμε η όποια “νέα” ρύθμιση σχετικά με το καθεστώς των Πειραματικών Σχολείων να είναι οργανικά ενταγμένη σε ένα γενικότερο πλαίσιο αλλαγών της 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης; Θέλουμε να αποτελεί τον βασικό μηχανισμό διάχυσης της εκπαιδευτικής πολιτικής καθώς και ανατροφοδότησης του συστήματος της Δημόσιας Παιδείας; Αν, ΝΑΙ, τότε προτείνω: Α. Πειραματικά Σχολεία ναι και για ποιόν; Εφόσον αναφερόμαστε σε πειραματική παιδαγωγική και στις συνιστώσες της (γνωστικά αντικείμενα και περιεχόμενο εκπαίδευσης, εκπαίδευση εκπαιδευτικών κλπ) και εφόσον φορέας υλοποίησης της έρευνας διεθνώς και στην Ελλάδα είναι το Πανεπιστήμιο, δεν μπορεί παρά το Πειραματικό σχολείο να είναι άμεσα συνδεδεμένο με αυτό. Από την άλλη, επειδή τελικός αποδέκτης (αλλά και “παραγγέλλων”) των κάθε είδους αποτελεσμάτων αλλά και χρηματοδότης τους (των Δημόσιων Πειραματικών Σχολείων) παραμένει η οργανωμένη Πολιτεία, δεν μπορεί παρά να εκφράζεται θεσμικά στην οργάνωση και τη λειτουργία τους και αυτή η διάσταση. Με άλλα λόγια, δεν μπορώ σήμερα (και στο εγγύς μέλλον) να δω τη σκοπιμότητα ύπαρξης Πειραματικών Σχολείων ασύνδετων από Πανεπιστημιακές Σχολές Εκπαίδευσης Εκπαιδευτικών, δηλαδή την ύπαρξη Πειραματικών Σχολείων, άλλων, εκτός των –σήμερα- αποκαλουμένων “των Πανεπιστημίων”. H άρση αυτών των στρεβλώσεων θα στηριχθεί σε μια σειρά αναγκαίες θεσμικές ρυθμίσεις όπως: • την επί θητεία υπηρεσία των εκπαιδευτικών στα Πειραματικά Σχολεία, • την αυστηρή και πλήρη κοινωνική αντιπροσώπευση στο επίπεδο των μαθητών που φοιτούν • και την εφαρμογή θεσμών κοινωνικής λογοδοσίας. Από την ίδια τη “φύση” τους τα νέα Πειραματικά σχολεία δεν μπορεί παρά να είναι “δύσκολα” σχολεία, που σκοπό θα έχουν να δοκιμάζουν “νέα πράγματα” και όχι σπάνια με αμφίβολο ή μη προβλέψιμο αποτέλεσμα και άρα δεν θα είναι εκ προοιμίου δεδομένη η “ελκυστικότητά” τους. Συνεπώς κάθε αντίληψη ότι θα πρόκειται για τα “καλά” δημόσια σχολεία, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα, είναι λανθασμένη, μια και αυτή θα αντιφάσκει με τον ίδιο τον σκοπό τους, όπως αυτός τουλάχιστον περιγράφηκε προηγούμενα. Αντίθετα μάλιστα ισχυρίζομαι ότι ειδικές πρόνοιες θα πρέπει να διασφαλίζουν ένα καθεστώς κινήτρων παρακολούθησής τους (για τους μαθητές) καθώς και προσέλκυσης του εκπαιδευτικού και υποστηρικτικού προσωπικού. Β. Τα “άλλα” σχολεία (Πρόθυμα ή Πρόσθετα) Στο ευρύτερο πλαίσιο αυτών των αλλαγών και στην κατεύθυνση που προαναφέρθηκε, θα υπάρχει η δυνατότητα (αυστηρά νομοθετικά προσδιορισμένη) ενός πρόσθετου “μηχανισμού ανατροφοδότησης” κεντρικά ελεγχόμενου αλλά πάντοτε υπό το πλαίσιο θεσμών κοινωνικής λογοδοσίας και στον οποίον θα μπορούν συστηματικά και σχεδιασμένα να συμμετέχουν τυχαία δείγματα σχολείων (άπαξ και για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο της τριετίας). Στον μηχανισμό αυτό θα “δοκιμάζεται” και θα “ελέγχεται” είτε από άλλους φορείς (Π.Ι ή Περιφερειακές και Νομαρχιακές Δ/νσεις) είτε και από τα ίδια τα Πανεπιστήμια και πριν από τη γενικευμένη κλίμακα εφαρμογής τους ή την πλέον ενδελεχή δοκιμασία τους, η αποτελεσματικότητα, η ποιότητα και το κοινωνικό ενδιαφέρον των διαφόρων “πολιτικών”. Ειδική συμφωνία-συμβόλαιο καθώς και κίνητρα θα διασφαλίζουν ότι θα υπάρχουν πάντοτε “πρόθυμα” σχολεία που θα συμμετέχουν. Γ. Ελεύθερα ή Αυτόνομα σχολεία Στο ίδιο αυτό πλαίσιο και με την προϋπόθεση ότι αδιαπραγμάτευτη και επιδιωκόμενη κοινωνική στόχευση θα είναι η καθολική ΠΟΙΟΤΗΤΑ στο σύστημα της δημόσιας εκπαίδευσης, μπορεί να έχει θέση και ένας ακόμη “μηχανισμός άμιλλας και κοινωνικής εγρήγορσης”, αυτός των ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ή ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ σχολείων. Τα δημόσια αυτά σχολεία θα έχουν τη δυνατότητα αυτοπροσδιορισμού των στόχων τους και της εκπαιδευτικής πολιτικής τους καθώς επίσης και τη δυνατότητα να επιλέγουν το μαθητικό και εκπαιδευτικό δυναμικό τους και να διαφοροποιούν τις πηγές οικονομικής υποστήριξης του εκπαιδευτικού τους έργου. Επειδή ακριβώς ο σκοπός της ύπαρξής τους μέσα στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης θα είναι να στηρίζουν και να διευρύνουν την κοινωνική άμιλλα και την επιδίωξη της αριστείας, όχι όμως προς όφελος συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων και συμφερόντων, θα υπόκεινται πρώτον, σε έναν διευρυμένο και θεσμικά αυστηρό κοινωνικό έλεγχο και αξιολόγηση (ει δυνατόν συνταγματικά κατοχυρωμένο) και δεύτερον, θα διασφαλιστεί ότι κανένας οικονομικός, φυλετικός, πολιτισμικός ή άλλος κοινωνικός προσδιορισμός δεν θα παρεμποδίζει την πρόσβαση των μαθητών και των εκπαιδευτικών σε αυτά. Εκπαιδευτικές πρακτικές καθώς και κάθε είδους εφαρμοσμένη και επιτυχημένη κοινωνικοπολιτιστική πολιτική σε αυτά τα σχολεία θα μπορεί να υιοθετείται και από τα υπόλοιπα σχολεία, μέσα από τους μηχανισμούς κοινωνικής λογοδοσίας και αξιολόγησης. Ο θεσμός των ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ή ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ σχολείων θα είναι ένας δυναμικός θεσμός. Ακριβώς δε για να μπορεί να λειτουργήσει ως “μηχανισμός άμιλλας και κοινωνικής εγρήγορσης” θα προβλέπεται η υποχρεωτική ανά εξαετία αξιολόγηση των σχολείων του θεσμού ώστε να συνεχίσουν να παραμένουν σε αυτόν καθώς και η “επιβράβευση” με την ένταξή σε αυτόν και άλλων σχολείων. Σε καμία όμως περίπτωση δεν θα μπορούν περισσότερα από ένα σχολεία της ίδιας διοικητικής περιφέρειας πχ ενός Δήμου να ανήκουν την ίδια χρονική περίοδο στο θεσμό, γεγονός που σημαίνει ότι πάντοτε θα γίνεται επιλογή και στο επίπεδο αυτό. Τα κριτήρια συμμετοχής θα είναι σταθερά, γνωστά και κοινωνικά ελεγχόμενα από έναν μηχανισμό στον οποίο κανένας συμμετέχων (Πολιτεία, πανεπιστήμια, κοινωνικοί φορείς κλπ) δεν θα έχει πρωτεύοντα λόγο. Θα έχει όμως δικαίωμα αρνησικηρίας. Επιδιωκόμενος σκοπός είναι να ενσωματώνεται μόνιμα στη λειτουργία του κάθε σχολείου η θετική εμπειρία από τη συμμετοχή στο θεσμό. Προφανώς κίνητρα που θα σχετίζονται με την οικονομική ανταμοιβή (ειδικό επίδομα) ή άλλες θεσμικές διευθετήσεις (ωράριο, εκπαιδευτικός ρόλος κλπ) θα λειτουργήσουν ως πρόσθετοι λόγοι επιδίωξης της ένταξης στο θεσμό. Θετικά δε θα σηματοδοτηθεί η λειτουργία του θεσμού, αν στην αρχική περίοδο εφαρμογής ενταχθούν σε αυτόν όλα τα γνωστά ιστορικά σχολεία. (Βαρβάκειο, Ιωννίδειος, Ευαγγελική, Ζάννειο κλπ). Αυτονόητο θεωρώ ότι η πρότασή αυτή έχει ταυτόσημη εφαρμογή και ισχύ και στην τεχνολογική εκπαίδευση, ενισχύοντας μάλιστα την τάση ενιαιοποίησης. Θοδωρής Οτζάκογλου Εκπαιδευτικός Βαρβακείου Σχολής