Αρχική Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξειςΆρθρο 49 Ρυθμίσεις για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσηςΣχόλιο του χρήστη ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ | 4 Μαΐου 2020, 22:12
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΣΧΟΛΙΟ: Σύμφωνα με τη σχετική αιτιολογική έκθεση το Υπουργείο Παιδείας επικαλείται για την προτεινόμενη αλλαγή μεταξύ άλλων ότι σχολικές μονάδες κατά το σχολικό έτος 2019-2020 λειτούργησαν “κατά περίπτωση...με τμήματα υπερβολικά μικρότερα απ’ όσο ορίζουν τα πορίσματα της παιδαγωγικής επιστήμης και οι βασικές παραδοχές της ορθολογικής κατανομής προσωπικού...”. Ως ΣΑΤΕΑ υποστηρίζουμε πως η αύξηση του αριθμού των μαθητών μόνο αρνητική μπορεί να χαρακτηριστεί τόσο για παιδαγωγικούς όσο και για επαγγελματικούς-εργασιακούς λόγους. Κατ’ αρχάς, αναφορικά με τους παιδαγωγικούς λόγους, η μεγαλύτερη αναλογία εκπαιδευτικού μαθητών ανά τμήμα -ιδίως στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση- αποβαίνει εις βάρος των μαθητών λόγω του ότι αναλογεί σε κάθε μαθητή μικρότερος χρόνος και αλληλεπίδραση με τον εκπαιδευτικό για αλληλεπίδραση και αποτελεσματική υποστήριξη σύμφωνα με τις εκάστοτε εκπαιδευτικές ανάγκες των πρώτων. Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη ανομοιογένεια στη σύνθεση των σημερινών τάξεων (λ.χ. διαφορετικό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, εθνικό υπόβαθρο, αλλόγλωσσοι μαθητές, πρόσφυγες, μαθητές με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες), ο εκπαιδευτικός καλείται να ανταποκριθεί σε ένα ευρύ φάσμα εκπαιδευτικών αναγκών, χωρίς την έγκαιρη και πλήρη αλλά απολύτως απαραίτητη πολλές φορές διεπιστημονική στήριξη από τις δομές εκπαίδευσης (ΚΕΣΥ, ΕΔΕΑΥ, Συντονιστή Εκπαίδευσης κ.ά.) και -δυστυχώς- πολύ συχνά δίχως πρόσβαση σε κατάλληλο υλικοτεχνικό εξοπλισμό ή και την ουσιαστική επιμόρφωση. Ένας άλλος παράγοντας που καλούμαστε να λάβουμε υπόψη είναι και η υποδομή των σχολικών κτιρίων, όπου δεν είναι σπάνιο φαινόμενο μαθητές να “στοιβάζονται” σε λίγα τετραγωνικά ή και σε ακατάλληλους χώρους για αίθουσες. Όπως προαναφέρθηκε, ο αρνητικός αντίκτυπος θα αφορά όλους τους μαθητές. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο κρίνουμε γόνιμο να κάνουμε ειδική αναφορά στους μαθητές με αναπηρία / και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (εεα) σε σχέση με τους ήδη γνωστούς περιορισμούς που τέθηκαν με τον νόμο 4452/2017 για τη μείωση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα λόγω συγκεκριμένου αριθμού και είδους διαγνώσεων (διάκριση ποσοτική και ποιοτική μεταξύ εεα και αναπηρίας). Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και την εικόνα από τους εργαζόμενους των ΚΕΣΥ -πλέον- οι διαγνώσεις έχουν αυξηθεί και η ειδική εκπαιδευτική στήριξη (κυρίως μέσω του θεσμού της Παράλληλης Στήριξης) μαρτυρά πως οι μαθητές που εμπίπτουν στον ειδικό μαθητικό πληθυσμό έχουν αυξηθεί. Επομένως, είναι πιθανό στο ίδιο τμήμα να φοιτούν περισσότεροι διαγνωσμένοι μαθητές λόγω αύξησης μαθητών ανά τμήμα. Διερωτόμαστε βάσει των παραπάνω πώς θα διαμορφωθεί το αντίστοιχο εδάφιο σε περίπτωση ισχύος του προτεινόμενου άρθρου του νομοσχεδίου. Αν τροποποιηθεί/ αντικατασταθεί κατ΄αναλογία του προτεινόμενου άρθρου, τότε διαφαίνεται ο κίνδυνος να πληγεί περισσότερο η ΕΑΕ που στελεχώνεται κατά συντριπτική πλειοψηφία εδώ και πολλά έτη από αναπληρωτές. Ως προς τους επαγγελματικούς-εργασιακούς λόγους, για μια ακόμα φορά γίνεται προσπάθεια να μειωθεί το εκπαιδευτικό προσωπικό στο σχολείο. Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί, όπως αποτυπώνεται σε παλαιότερο νόμο και επί τρίτου μνημονίου (4336/2015), ότι οι αρμόδιες αρχές δεσμεύονται «να ευθυγραμμίσουν τον αριθμό διδακτικών ωρών ανά μέλος του προσωπικού, καθώς και την αναλογία μαθητών ανά μέλος τάξη και ανά εκπαιδευτικό, με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018». Η σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ που ακολούθησε έχει κατακριθεί για μη έγκυρα αποτελέσματα (βλ. έρευνα του Γ. Βαρδαχαλάκη στο https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/205156_i-analogia-mathiton-pros-ekpaideytikoys-stin-ellada-kai-diethnos), τα στοιχεία της οποίας, όμως, χρησιμοποιήθηκαν για την εφαρμογή αντιεκπαιδευτικών πολιτικών εις βάρος μαθητών και εκπαιδευτικών. Ως ΣΑΤΕΑ θεωρούμε ότι η αύξηση του αριθμού των μαθητών σημαίνει ταυτόχρονα αρνητική εξέλιξη τόσο για τους μόνιμους (κινητικότητα-υπηρεσιακές μεταβολές σε άλλα σχολεία για συμπλήρωση ωραρίου) όσο και τους υποψήφιους αναπληρωτές συναδέλφους (μειωμένες προσλήψεις για τα επόμενα σχολικά έτη), κάτι που θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τον οικογενειακό και ατομικό προγραμματισμό πολλών ατόμων, λαμβάνοντας υπόψη κυρίως τον μεγάλο αριθμό των αναπληρωτών που στηρίζουν χρόνια τη δημόσια εκπαίδευση απουσία μόνιμων διορισμών.