Αρχική Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξειςΆρθρο 07 – Διάρθρωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων Γενικού Λυκείου και εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποφοίτων Γενικού ΛυκείουΣχόλιο του χρήστη Σύλλογος Ελλήνων Εγκληματολόγων Παντείου Πανεπιστημίου | 5 Μαΐου 2020, 10:29
Αξιότιμη κυρία Υπουργέ, με το πρόσχημα της αναβάθμισης του Σχολείου, τις τελευταίες δεκαετίες, όλες οι αλλαγές που έγιναν προς την κατεύθυνση αυτή, ήταν αποσπασματικές, ασυνεχείς, και δεν είχαν καθολική αποδοχή, μιας και το σχολείο αντιμετωπιζόταν ως ένας θεσμός σχεδόν ανεξάρτητος – αυτόνομος από την κοινωνία. Πώς άραγε προσμετρώνται τα θετικά της «αναβάθμισης» ενός θεσμού από τους μαθητές, δίχως αντίστοιχες δομικές μεταρρυθμίσεις στους υπόλοιπους θεσμούς; Ως σύλλογος αποφοίτων ανθρωπιστικών σπουδών (καθώς η εγκληματολογία μελετάει τις συμπεριφορές ανθρώπων στο πλαίσιο κοινωνικών δομών) αναρωτιόμαστε γιατί η κατάργηση της κοινωνιολογίας από τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα λογίζεται ως ένα εργαλείο «αναβάθμισης» του σχολείου που θα λειτουργήσει θετικά προς την κατεύθυνση που ευαγγελίζεται του υπουργείο. Με ποιόν τρόπο άραγε μπορεί να υπολογιστούν τα οφέλη από την κατάργηση ενός μαθήματος που επιστημονικά αποδεικνύεται πως αμβλύνει σημαντικά τις επιπτώσεις του λειτουργικού αναλφαβητισμού των μαθητών; Γιατί άραγε δεν πρέπει να είναι καταλυτική η ερμηνεία, η έρευνα και, συνακόλουθα, η γνώση των κοινωνικών φαινομένων με τα γενεσιουργά τους αίτια, καθώς και οι τρόποι αναπαραγωγής τους; Μήπως και η ίδια η διαδικασία της διαβούλευσης, με τον τρόπο που διεξάγεται και έχει θεσπιστεί είναι η παγίωση και, συνεπώς, το αποτέλεσμα των κοινωνικών σχέσεων όπως έχουν διαμορφωθεί στην κοινωνία που ζούμε; Με άλλα λόγια νοείται να ζει κανείς σε ένα κοινωνικό περιβάλλον με τόσα πολλά ερεθίσματα και να μην έχεις ένα βασικό εργαλείο αξιολόγησης το οποίο θα βασίζεται σε μια κοινή αποκωδικοποίηση της κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής αλλά και πολιτισμικής πραγματικότητας; Η Κοινωνιολογία λοιπόν αποτελεί εκείνο το επιστημονικό εργαλείο το οποίο παρέχει όλα τα βασικά εφόδια στους μαθητές για να αποκτήσουν μια αναστοχαστική ματιά επί του κοινωνικού γίγνεσθαι. Το σχολείο, αποτελεί μαζί με την ελληνική οικογένεια έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς κοινωνικοποίησης ο οποίος (οφείλει να)προετοιμάζει ανθρώπους με ελεύθερη σκέψη, νόηση και βούληση. Με άλλα λόγια, αποτελεί θεσμό, ο οποίος «αναγκάζει» τους μαθητές να στοχάζονται για τη ζωή τους, αλλά και για τις κοινωνικές τους σχέσεις, τους «άλλους». Οι «άλλοι» είναι οι σχέσεις και το κοινωνικό μας περιβάλλον. Αλλά και εμείς προσδιοριζόμαστε και υπάρχουμε μέσα από τις σχέσεις μας με τους «άλλους». Όταν δεν μαθαίνουμε να στοχαζόμαστε κριτικά, δεν στοχαζόμαστε ελεύθερα και όταν δεν στοχαζόμαστε ελεύθερα κυριαρχεί ο φόβος. Και, ως εγκληματολόγοι γνωρίζουμε ότι ο φόβος δεν μπορεί να είναι παρά κακός σύμβουλος, καθιστώντας τον πολίτη ανίκανο να λειτουργήσει ορθολογικά και να γίνει ισότιμα συμμέτοχος στο πολιτισμικό κεφάλαιο. Αντίθετα, η εμπιστοσύνη στους θεσμούς είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί. Πέρα λοιπόν από την αυταπόδεικτη χρησιμότητα της Κοινωνιολογίας στο Σχολείο, η οποία έχει αναλυθεί εκτενώς σε σχόλια δεκάδων φορέων (αρμοδιότερων εξ ημών) και επιστημόνων στην παρούσα διαβούλευση, εμείς, ως ΣΕΕΠΠ θεωρούμε πως τα κοινωνικά οφέλη θα είναι πολλαπλάσια. Εν όψει των ανωτέρω, και λόγω του ότι δεν υπάρχει σαφής και τεκμηριωμένη αιτιολόγηση για την εισαγωγή της προτεινόμενης διάταξης στην οικεία αιτιολογική έκθεση, σας καλούμε να παραμείνει η Κοινωνιολογία ως πανελλαδικώς εξεταζόμενο μάθημα.