Αρχική Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξειςΆρθρο 07 – Διάρθρωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων Γενικού Λυκείου και εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποφοίτων Γενικού ΛυκείουΣχόλιο του χρήστη Πάρης Κρυωνάς | 5 Μαΐου 2020, 14:49
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Για την υπεράσπιση της Κοινωνιολογίας Χρειάζεται υπεράσπιση μια μοντέρνα επιστήμη η οποία βρίσκεται σε όλα τα υψηλού κύρους εκπαιδευτικά ιδρύματα του κόσμου και η εισαγωγή της στις μικρότερες βαθμίδες της εκπαίδευσης υιοθετείται από όλο και περισσότερες χώρες στον κόσμο; Η Ελλάδα βρέθηκε στην πρωτοπορία της Ευρώπης (!) εισάγοντας από την δεκ. του ’80 το μάθημα της κοινωνιολογίας (1982) και μάλιστα πανελλαδικά εξεταζόμενο στην Γ Λυκείου όταν ακόμα ιδρυτικές χώρες της επιστήμης όπως η Γαλλία, η Γερμανία κ.α. δεν είχαν κάνει τέτοιες εκσυγχρονιστικές κινήσεις στην μέση εκπαίδευση τους. Σήμερα, βέβαια, στη Γαλλία στη μέση εκπαίδευση η μία από τις τρεις κατευθύνσεις του εθνικού απολυτηρίου είναι οι κοινωνικές επιστήμες, το ίδιο και στη Γερμανία για τη πρόσβαση στο πανεπιστήμιο εκτός από τη γλώσσα και τα μαθηματικά, την ερευνητική εργασία οι μαθητές επιλέγουν ένα μάθημα κοινωνικών επιστημών ή τα θρησκευτικά. Είναι τόσο μεγάλη η επιτυχία της διδασκαλίας των κοινωνικών επιστημών εκεί που τα τμήματα κοινωνιολογίας έχουν τόσο μεγάλη ζήτηση από τους μαθητές που πολλοί CEO πολυεθνικών κολοσσών αναγκάζονται να επιλέγουν τα στελέχη τους από τρίτες χώρες «γιατί το μαθητικό δυναμικό της Γερμανίας αντί να κατευθύνεται προς τη διοίκηση επιχειρήσεων και ένα εξασφαλισμένο μέλλον επιμένει ανεξήγητα (για τους CEO) να σπουδάζει κοινωνιολογία για την αξία της μόρφωσης μόνο και μόνο!» (βλ. ντοκιμαντέρ “Inside job” του Τ. Φέργκιουσον, 2008). Στην Ελλάδα της γκρίνιας και της μιζέριας ορισμένων, το 2013 επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας έγινε μια προσπάθεια οι κοινωνικές επιστήμες να γίνουν ο τρίτος πυλώνας της μέσης εκπαίδευσης και δεν ήταν καθυστερημένη σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρώπης, αλλά ούτε συνάντησε ιδιαίτερες αντιδράσεις από τους άλλους δύο βασικούς κλάδους της εκπαίδευσης (φιλόλογοι και θετικοί) προς τιμήν τους. Η σημαντική αυτή προσπάθεια ανακατεύτηκε με άλλες οπισθοδρομικές διατάξεις, παράξενες πολιτικές επιλογές (επιστράτευση εκπαιδευτικών) και πνίγηκε συνολικά χωρίς καν να δοκιμαστεί στη πράξη όπως συνολικά είχε σχεδιαστεί. Κάποια χρόνια αργότερα με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στη χώρα, επανέρχεται το ζήτημα των κοινωνικών επιστημών αλλά αντιμετωπίζεται αποσπασματικά και στο περιθώριο των εκπαιδευτικών συζητήσεων και εξελίξεων, πάντα τη τελευταία στιγμή, κάπως σαν ο φτωχός συγγενής, ο αδύναμος και κυνηγημένος, ο πιο αδικημένος που μπορεί μεν να ανταποκρίνονται στο συσχετισμό δυνάμεων μέσα στο Υπ. Παιδείας δεν αρμόζουν όμως στις επιστήμες που σπουδάσαμε και υπηρετούμε και δεν είχαν ποτέ αυτό το πρόσωπο στην ελληνική κοινωνία. Εννοώ, βεβαίως, ότι η εισαγωγή της κοινωνιολογίας την δεκ. του ’80 έγινε δεκτή στην ελληνική κοινωνία ως καινοτομία, ως αλλαγή, ως μορφωτική αξία του ανωτάτου επιπέδου και έβγαλε μια γενιά νέων κοινωνικών επιστημόνων στην Ελλάδα που θαύμασαν και αγάπησαν το αντικείμενο σαν μέρος του εαυτού τους και είναι όλοι αυτοί που αντιδρούν σήμερα, αυτή η γενιά πολεμάει σήμερα στην κυριολεξία για την επιβίωση της επιστήμης και για την επιβίωση της εργασιακής της απασχόλησης. Γιατί κάθε χτύπημα στην κοινωνιολογία είναι χτύπημα πρωτίστως στην ίδια μας την υπόσταση, στην ζωή μας. Γιατί κάθε τέτοιο χτύπημα που ακυρώνει ένα ολόκληρο εκπαιδευτικό κλάδο και στέλνει στο ναδίρ τη δημοτικότητα της επιστήμης και την επιλογή της από τους καλούς και άριστους μαθητές, υπονομεύει το μέλλον της και δημιουργεί μεγάλη απογοήτευση και απαισιοδοξία. Το μάθημα της κοινωνιολογίας πρέπει να παραμείνει πανελλαδικά εξεταζόμενο και μάθημα υψηλού κύρους και μορφωτικού επιπέδου συνεργαζόμενο με τα άλλα μαθήματα του προσανατολισμού σε μια προσπάθεια να ανατραπεί η παγκόσμια τάση οπισθοχώρησης των ανθρωπιστικών σπουδών και της μη προτίμησής τους από τους νέους απόφοιτους. Η κοινωνιολογία με τις άοκνες προσπάθειες των εκπαιδευτικών ΠΕ78 που πίστεψαν ότι η εισαγωγή του μαθήματος στον προσανατολισμό των ανθρωπιστικών ήρθε για να μείνει, έδωσαν φέτος τον καλύτερό τους εαυτό για να ανανεωθεί ένας τομέας του επιστητού των κλασικών σπουδών που τόσο το είχε ανάγκη. Κάθε σοβαρός φιλόλογος πέρα από συντεχνιακές σκοπιμότητες το αναγνωρίζει. Πρέπει να μας το αναγνωρίσει και η κ. Υπουργός Παιδείας. Χρόνος υπάρχει. Όπως υπάρχει χρόνος να καταργηθεί και η επίμαχη διάταξη του άρθρου 39 του ν. 3794/2009 (Α΄ 156), η οποία δίνει τη δυνατότητα σε απόφοιτους του Τμήματος Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας να ενταχθούν στον πίνακα ΠΕ78 των Κοινωνικών Επιστημόνων (ουσιαστικά τους «βαφτίζει» σε ΠΕ78), και οπωσδήποτε πριν την έκδοση των οριστικών πινάκων του ΑΣΕΠ για την ειδική Αγωγή. Ζητάμε προστασία των επαγγελματικών μας δικαιωμάτων, δικαιοσύνη και τίποτα άλλο, καμία χάρη, καμία διευκόλυνση, καμία συγκατάβαση. Ζητάμε συνθήκες ελευθερίας απαλλαγμένες από προκαταλήψεις και ιδεοληψίες για να μπορέσουμε να επιτελέσουμε το εκπαιδευτικό μας έργο, εμπλέκοντας τους μαθητές μας σε μαθησιακές διαδικασίες βασισμένες στον πολιτισμό της προφορικής και γραπτής ομιλίας. Σε διαδικασίες όπου οι μαθητές καλούνται να κάνουν ανάλυση, σύνθεση, παραγωγή ή εκφορά του λόγου, μιας ορολογίας ή μιας λογικής επιχειρηματολογίας. Καλούνται πρωτίστως να σχολιάσουν, να κρίνουν ή να συγκρίνουν. Καλούνται, με άλλα λόγια, να συμμετάσχουν ενεργά σε όλες αυτές τις διαδικασίες που μπορούν να τους οδηγήσουν στη γνώση και ειδικά στην κοινωνιολογική γνώση η οποία τους επιτρέπει να αναπτύξουν την «κοινωνιολογική φαντασία» τους. «Πολιτική σημαίνει έντονο, αργό τρύπημα σκληρών σανίδων με πάθος και μέτρο ταυτόχρονα. Είναι άλλωστε εντελώς σωστό, και κάθε ιστορική εμπειρία το βεβαιώνει, ότι δεν θα μπορούσε κανείς να επιτύχει το Δυνατό εάν επανειλημμένα δεν είχε γίνει απόπειρα στον κόσμο για το Αδύνατο.» (Μ. Βέμπερ, Η πολιτική ως επάγγελμα, 1919). Μετά τιμής Πάρης Κρυωνάς, αναπληρωτής εκπαιδευτικός κοινωνιολόγος, ΠΕ78.