Εκφράζουμε τη διαφωνία μας στην απονομή (και) του χαρακτήρα Πρότυπου κι άρα στην αλλοίωση του διαχρονικού χαρακτήρα του Σχολείου ως Πειραματικό. Τόσο θεωρητικά όσο κι εμπειρικά έχει αποδειχθεί, ότι η λειτουργία του Πειραματικού Σχολείου συγχρόνως και ως Πρότυπο προκαλεί πολλαπλές δυσλειτουργίες στη σχολική μονάδα, είναι ασυνεπής νομικά/συνταγματικά και κατ’ ουσίαν αντιπαιδαγωγική. Η δ’ εισαγωγή εξετάσεων -στην πραγματικότητα πανελλαδικού διαγωνισμού- σε συνδυασμό με τη στρεβλή χρησιμοποίηση του επιχειρήματος περί «αριστείας», οπωσδήποτε επιδρά ανεπανόρθωτα αρνητικά στο ψυχισμό τόσο νεαρών παιδιών, γεγονός για το οποίο ουδέν δεδομένο παρέχεται (έρευνα, μέτρηση, στατιστική κοκ) κι ουδεμία πρόταση αντιμετώπισης.
Καταρχάς, εξ ορισμού οι έννοιες του «πειράματος» και της «αριστείας» (όπως αυτή εν προκειμένω διαστρεβλώνεται) είναι ασυμβίβαστες. Στο Ενιαίου χαρακτήρα Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΠΣΠΘ) η διαχρονική, βαριά ιστορική αποστολή είναι να δοκιμάζονται πιλοτικά («πειραματικά») νέες παιδαγωγικές μέθοδοι, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο. Κάθε πειραματική εφαρμογή προϋποθέτει απαρέγκλιτα -σύμφωνα με τους παραδεδεγμένους κανόνες της επιστήμης- αφενός τυχαίο/αντιπροσωπευτικό δείγμα κι αφετέρου αλλεπάλληλες αποτυχίες των πειραμάτων και παρατήρηση/καταγραφή των αποτυχιών. Στο Πειραματικό Σχολείο τα παραπάνω εξασφαλίζονται με την τυχαία κλήρωση των εισακτέων μαθητών. Έτσι, από την πειραματική εφαρμογή των νέων εκπαιδευτικών μεθόδων καταγράφονται εξίσου επιτυχίες κι αποτυχίες των πειραματικά εφαρμοζόμενων μεθόδων, ώστε να εξάγονται με τρόπο επιστημονικό αντικειμενικά συμπεράσματα, που ν’ αφορούν στο σύνολο της μαθητικής κοινότητας κι άρα να τύχουν γενικευμένης επιστημονικής αξιολογήσεως κι εν τέλει ευρείας εφαρμογής.
Η εισαγωγή πανελλαδικού διαγωνισμού (χαρακτήρας Προτύπου) θα προκαλέσει τη διάσπαση του διαχρονικού (και μοναδικού) ενιαίου χαρακτήρα του ΠΣΠΘ και θα οδηγήσει στην κακοήθη μετάλλαξή του σε Σχολείο των «αρίστων» νοθεύοντας το δείγμα μαθητών, αφού θα προηγείται διαλογή τους. Έτσι, όμως, θα υποτιμάται η επιστημονική αξία των «πειραματικών» δεδομένων και πορισμάτων επί των δοκιμαζόμενων παιδαγωγικών μεθόδων. Το δείγμα θα παύσει να είναι τυχαίο, οι παρατηρήσεις και τα εξαγόμενα συμπεράσματα δεν θα είναι πλέον αντιπροσωπευτικά ούτε αντικειμενικά κι άρα κατ’ επέκταση θ’ αδυνατούν να τύχουν εφαρμογής σε ευρεία κλίμακα.
Περαιτέρω, από τη (στρεβλά εννοούμενη) «αριστεία» εκπίπτει εννοιολογικά -αφού δεν είναι αποδεκτή/συμβατή - η έννοια της αποτυχίας, όπως αυτή αποτελεί αυτονόητο συστατικό του πειράματος, εξίσου χρήσιμο για τη μεθοδολογικά υπεύθυνη εξαγωγή πορισμάτων.
Κοντολογίς, η πειραματική εφαρμογή απεκδύεται κάθε εγκυρότητας, αξιοπιστίας κι επιστημονικότητας.
Ομοίως, εκ του αποτελέσματος, αναιρείται ο Πειραματικός χαρακτήρας του Σχολείου καθώς και η υψηλή αποστολή του, να λειτουργεί σαν μήτρα διάχυσης (δοκιμασμένα) καλών εκπαιδευτικών πρακτικών σε όλα τα Σχολεία της Επικράτειας.
Εξάλλου, η εμπειρία του όχι μακρινού παρελθόντος (όταν επ’ ολίγον μόνον το Πειραματικό Σχολείο λειτούργησε και ως Πρότυπο) έχει αποδείξει, ότι η εισαγωγή πανελλαδικού διαγωνισμού στο Δημοτικό Σχολείο, πέραν της εγκυρότητας της επιστημονικής έρευνας, υπονομεύει πολύπλευρα και την καθαυτή παιδαγωγική διαδικασία. Σταχυολογούμε ενδεικτικά και μόνον σχετικές παρατηρήσεις:
- Προκαλούνται τριβές εντός του Συλλόγου Διδασκόντων, ήδη προτού καν εκκινήσει το σχολικό έτος.
- Στον Εκπαιδευτικό που τελικώς αναλαμβάνει τη Στ’ τάξη, ασκείται εξ αρχής υπέρμετρη πίεση από γονείς και μαθητές για προετοιμασία για το διαγωνισμό, η οποία επισήμως μεν (νομοθετικά, θεσμικά) δεν προβλέπεται, είναι, όμως, θέσφατο ότι χωρίς συμφωνία και συνεργασία με τους γονείς της τάξης εκπαιδευτικό έργο δεν παράγεται
- Τελικώς, η ίδια η πράξη διαψεύδει την επίσημη οδηγία, αφού αποδεικνύεται ότι ο Εκπαιδευτικός είναι αδύνατο να μην υποκύψει στην πίεση για την προετοιμασία για το διαγωνισμό, η οποία, αρχής γενομένης από … τον Αγιασμό, διατρέχει όλο το σχολικό έτος σε εντατικούς ρυθμούς (δίχως ανάλογη ανταμοιβή του Εκπαιδευτικού, μισθολογική ή/και μοριοδοτική).
- Προκαλείται στους εντεκάχρονους μαθητές δυσανάλογο (για το νεαρό της ηλικίας, την τάξη, το διακύβευμα του διαγωνισμού κοκ) στρες. Όσο πλησιάζουν οι εξετάσεις, τόσο χάνουν τον αυθορμητισμό τους, το χαμόγελο, την ανεμελιά και γενικώς την παιδικότητά τους. Η διαδικασία της μάθησης για τα παιδιά δεν είναι παρά αλλεπάλληλα διαγωνίσματα και τεστ προετοιμασίας.
- Έτι πολλαπλάσιο άγχος καταλαμβάνει τους γονείς, κάτι που μεταφράζεται σε άσκηση υπερβολικών πιέσεων προς τους εκπαιδευτικούς, ανάρμοστες παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό έργο, αμφισβήτηση του παιδαγωγικού προγράμματος κλπ.
- Η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών παρακολουθεί ενισχυτικά μαθήματα, είτε κατ’ οίκον (ιδιαίτερα) είτε σε ιδιωτικά φροντιστήρια, ώστε να προετοιμαστούν για το διαγωνισμό. Έτσι, η «αριστεία» του Σχολείου καταλήγει αποτέλεσμα αθέμιτου «ντοπαρίσματος» (γεγονός που περαιτέρω υπονομεύει εκθετικά την εγκυρότητα των παρατηρήσεων των «πειραμάτων»).
- Υποβαθμίζονται κι υποτιμώνται τα μη εξεταζόμενα γνωστικά αντικείμενα καθώς και τα αντικείμενα των ειδικοτήτων (θρησκευτικά, ξένες γλώσσες, τέχνες, γεωγραφία κοκ).
- Όλα τ’ ανωτέρω ισχύουν και για τους μαθητές και γονείς των κατώτερων τάξεων, οι οποίοι παρατηρήθηκε χαρακτηριστικά, ότι ήδη από την αρχή της Γ΄ τάξης του Δημοτικού, ασκούν αγχωμένοι πιέσεις και προετοιμάζουν τα παιδιά τους ενόψει των εξετάσεων στο τέλος της Στ΄ τάξης (ήτοι 4 έτη μετά)!
Επαναλαμβάνεται, βεβαίως, ότι επισήμως, καμία οδηγία δεν όρισε το Δημοτικό του Πειραματικού Σχολείου να μετατραπεί σε «φροντιστήριο» προετοιμασίας για τον πανελλαδικό διαγωνισμό. Ωστόσο εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε, ότι, ατύπως κι ανεπισήμως, τίποτα λιγότερο δεν ήταν αποδεκτό, πέραν από μια εξοντωτική «προγύμναση ντοπαρισμένων πρωταθλητών» της Α΄ Γυμνασίου.
Τ’ ανωτέρω είχαν ως συνέπεια να χαθεί κάθε απόλαυση από την εκπαιδευτική διαδικασία (τόσο για το διδάσκοντα όσο -και πολύ περισσότερο- για το μαθητή), όπως αυτή αποτελεί ανέκαθεν το ζητούμενο: ο μαθητής ν’ αγαπά την εκμάθηση και να συμμετέχει με χαρά στη διαδικασία. Να μην ταυτίζει τη μάθηση με το μάθημα και να διψάει να μάθει.
Σε κάθε περίπτωση, οι συνεργασίες των εκπαιδευτικών (όλων των ειδικοτήτων), η εκπόνηση καινοτόμων δράσεων, η δια βίου επιμόρφωση σε συνδυασμό μ’ επιστημονική έρευνα πεδίου (ερωτηματολόγια, στατιστικές, συναντήσεις πέραν του υπαλληλικού ωραρίου, δημοσιεύσεις σ’ επιστημονικά περιοδικά, ανακοινώσεις και παρεμβάσεις σε συνέδρια κλπ), οι συμμετοχές σ’ ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα προγράμματα, οι συμμετοχές σε μαθητικά συνέδρια, οι εκπαιδευτικές εκδρομές και πάνω απ’ όλα η προθυμία και η καλή διάθεση, αυτά είναι τα πραγματικά, ουσιώδη συστατικά της αληθώς εννοούμενης Αριστείας, μια έννοια η οποία στρεβλά και μονοδιάστατα περιορίζεται στη θέσπιση εξετάσεων. Αυτές είναι οι δράσεις που προσθέτουν υπεραξία στην εκπαιδευτική διαδικασία. Και μόνον η επίμονη χρήση του ανακριβούς όρου «εξετάσεις», αντί του πραγματικού «πανελλαδικός διαγωνισμός» επιβεβαιώνει τη σημασιολογική παραμόρφωση.
Τελικώς, προκύπτει, ότι στο χαρακτήρα του Προτύπου θυσιάζεται η γνησίως εννοούμενη Αριστεία και μαζί της η εξ ορισμού διαχρονική ταυτότητα του Σχολείου ως Πειραματικό (κι άρα το ίδιο το «πείραμα») καθώς και ο ειδικός, μοναδικός, ιστορικός χαρακτήρας του ως Ενιαίο.
Τούτα, όμως, δεν είναι τα μόνα «θύματα». Διότι, εγείρονται βάσιμες ενστάσεις που αφορούν στις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της δημόσιας, δωρεάν παιδείας για όλους. Ειδικότερα, παραβιάζεται η ισότητα των μαθητών (μαθήματα, μαθητές, τάξεις και σχολεία πολλών/διαφορετικών ταχυτήτων, «αφαίμαξη» λοιπών Σχολείων από άριστους μαθητές και συγκέντρωσή τους σε λιγοστά Πρότυπα), η ισότητα των εκπαιδευτικών (πολλαπλάσιο φορτίο των διδασκόντων στα Πειραματικά Δημοτικά Σχολεία και δη των διδασκόντων τα εξεταζόμενα πανελλαδικώς γνωστικά αντικείμενα) και κατ’ επέκταση η ισότητα των επιστημονικών πορισμάτων, όπως αυτά θα εξάγονται από την εφαρμογή πειραματικών μεθόδων (νοθευμένο δείγμα, αδυναμία εξαγωγής γενικών κι έγκυρων συμπερασμάτων, αδυναμία γενικής/ισότιμης εφαρμογής). Ομοίως, παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας για μαθητές (δυσανάλογο για την ηλικία και το επίπεδο άγχος, πίεση κλπ) κι Εκπαιδευτικούς (στρες, όγκος εργασίας, παρεμβάσεις γονέων, υπέρμετρη εργασία πέραν του ωραρίου κοκ).
Τέλος, τίθεται σοβαρό ζήτημα ψυχολογίας των προέφηβων μαθητών, που υποβάλλονται στη ανοίκεια σκληρή δοκιμασία του πανελλαδικού διαγωνισμού. Η διαρκώς κλιμακούμενη πίεση, ήδη από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, και το άγχος σε συνδυασμό με την εντατική και επίπονη προετοιμασία για εξετάσεις, με βεβαιότητα επηρεάζουν δυσμενώς τον ψυχισμό των νεαρών μαθητών, με ανυπολόγιστες (μη μετρήσιμες) συνέπειες. Πολλώ δε μάλλον, δεν είναι γνωστά τα πιθανά τραύματα μιας ενδεχόμενης αποτυχίας στο διαγωνισμό. Πρόκειται για σοβαρή προσωπική αποτυχία, ωστόσο, το νεαρό της ηλικίας τους καθιστά το σχετικό βάρος υπέρμετρα δυσανάλογο και δυσχερώς διαχειρίσιμο. Όλ’ αυτά, ασφαλώς, παραμένουν στο επίπεδο της εμπειρικής παρατήρησης και της θεωρίας, αφού κανείς δεν έχει ασχοληθεί με το θέμα αυτό επισήμως, ούτε μας έχει παρασχεθεί σχετικά η πρόσβαση σε μια παιδαγωγικά εγκεκριμένη εργαλειοθήκη.
Όλα τα παραπάνω τα καταγράψαμε και τ’ αντιμετωπίσαμε από πρώτο χέρι οι Εκπαιδευτικοί που βιώσαμε στο πρόσφατο παρελθόν το (Πειραματικό και) συγχρόνως Πρότυπο Σχολείο, το οποίο δεν είχε συνδεθεί με καμία επιστημονικά υπεύθυνη στοχοθεσία (όπως ίσως θα ήταν εν προκειμένω η… «πειραματική εφαρμογή του»!). Και, ομοφώνως επαναλαμβάνουμε, αποκηρύξαμε το Πρότυπο Σχολείο ως αντιπαιδαγωγικό κι ασυμβίβαστο με τη πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Τα παιδιά αυτά έχουν πολύ δρόμο στη ζωή μπροστά τους (και τη σχολική) για να μάθουν με ηπιότερο και αναλογικότερο τρόπο τις ανταγωνιστικές απαιτήσεις της πραγματικής ζωής και την έννοια της άμιλλας, της επιτυχίας και της αποτυχίας καθώς και της «αριστείας».
Ο χρόνος γι’ αυτό δεν είναι το Δημοτικό Σχολείο κι ο τόπος δεν είναι το ΠΣΠΘ.
Η πλειοψηφία του Συλλόγου Διδασκόντων του ΠΣΠΘ - Δημοτικό
Εκφράζουμε τη διαφωνία μας στην απονομή (και) του χαρακτήρα Πρότυπου κι άρα στην αλλοίωση του διαχρονικού χαρακτήρα του Σχολείου ως Πειραματικό. Τόσο θεωρητικά όσο κι εμπειρικά έχει αποδειχθεί, ότι η λειτουργία του Πειραματικού Σχολείου συγχρόνως και ως Πρότυπο προκαλεί πολλαπλές δυσλειτουργίες στη σχολική μονάδα, είναι ασυνεπής νομικά/συνταγματικά και κατ’ ουσίαν αντιπαιδαγωγική. Η δ’ εισαγωγή εξετάσεων -στην πραγματικότητα πανελλαδικού διαγωνισμού- σε συνδυασμό με τη στρεβλή χρησιμοποίηση του επιχειρήματος περί «αριστείας», οπωσδήποτε επιδρά ανεπανόρθωτα αρνητικά στο ψυχισμό τόσο νεαρών παιδιών, γεγονός για το οποίο ουδέν δεδομένο παρέχεται (έρευνα, μέτρηση, στατιστική κοκ) κι ουδεμία πρόταση αντιμετώπισης. Καταρχάς, εξ ορισμού οι έννοιες του «πειράματος» και της «αριστείας» (όπως αυτή εν προκειμένω διαστρεβλώνεται) είναι ασυμβίβαστες. Στο Ενιαίου χαρακτήρα Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΠΣΠΘ) η διαχρονική, βαριά ιστορική αποστολή είναι να δοκιμάζονται πιλοτικά («πειραματικά») νέες παιδαγωγικές μέθοδοι, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο. Κάθε πειραματική εφαρμογή προϋποθέτει απαρέγκλιτα -σύμφωνα με τους παραδεδεγμένους κανόνες της επιστήμης- αφενός τυχαίο/αντιπροσωπευτικό δείγμα κι αφετέρου αλλεπάλληλες αποτυχίες των πειραμάτων και παρατήρηση/καταγραφή των αποτυχιών. Στο Πειραματικό Σχολείο τα παραπάνω εξασφαλίζονται με την τυχαία κλήρωση των εισακτέων μαθητών. Έτσι, από την πειραματική εφαρμογή των νέων εκπαιδευτικών μεθόδων καταγράφονται εξίσου επιτυχίες κι αποτυχίες των πειραματικά εφαρμοζόμενων μεθόδων, ώστε να εξάγονται με τρόπο επιστημονικό αντικειμενικά συμπεράσματα, που ν’ αφορούν στο σύνολο της μαθητικής κοινότητας κι άρα να τύχουν γενικευμένης επιστημονικής αξιολογήσεως κι εν τέλει ευρείας εφαρμογής. Η εισαγωγή πανελλαδικού διαγωνισμού (χαρακτήρας Προτύπου) θα προκαλέσει τη διάσπαση του διαχρονικού (και μοναδικού) ενιαίου χαρακτήρα του ΠΣΠΘ και θα οδηγήσει στην κακοήθη μετάλλαξή του σε Σχολείο των «αρίστων» νοθεύοντας το δείγμα μαθητών, αφού θα προηγείται διαλογή τους. Έτσι, όμως, θα υποτιμάται η επιστημονική αξία των «πειραματικών» δεδομένων και πορισμάτων επί των δοκιμαζόμενων παιδαγωγικών μεθόδων. Το δείγμα θα παύσει να είναι τυχαίο, οι παρατηρήσεις και τα εξαγόμενα συμπεράσματα δεν θα είναι πλέον αντιπροσωπευτικά ούτε αντικειμενικά κι άρα κατ’ επέκταση θ’ αδυνατούν να τύχουν εφαρμογής σε ευρεία κλίμακα. Περαιτέρω, από τη (στρεβλά εννοούμενη) «αριστεία» εκπίπτει εννοιολογικά -αφού δεν είναι αποδεκτή/συμβατή - η έννοια της αποτυχίας, όπως αυτή αποτελεί αυτονόητο συστατικό του πειράματος, εξίσου χρήσιμο για τη μεθοδολογικά υπεύθυνη εξαγωγή πορισμάτων. Κοντολογίς, η πειραματική εφαρμογή απεκδύεται κάθε εγκυρότητας, αξιοπιστίας κι επιστημονικότητας. Ομοίως, εκ του αποτελέσματος, αναιρείται ο Πειραματικός χαρακτήρας του Σχολείου καθώς και η υψηλή αποστολή του, να λειτουργεί σαν μήτρα διάχυσης (δοκιμασμένα) καλών εκπαιδευτικών πρακτικών σε όλα τα Σχολεία της Επικράτειας. Εξάλλου, η εμπειρία του όχι μακρινού παρελθόντος (όταν επ’ ολίγον μόνον το Πειραματικό Σχολείο λειτούργησε και ως Πρότυπο) έχει αποδείξει, ότι η εισαγωγή πανελλαδικού διαγωνισμού στο Δημοτικό Σχολείο, πέραν της εγκυρότητας της επιστημονικής έρευνας, υπονομεύει πολύπλευρα και την καθαυτή παιδαγωγική διαδικασία. Σταχυολογούμε ενδεικτικά και μόνον σχετικές παρατηρήσεις: - Προκαλούνται τριβές εντός του Συλλόγου Διδασκόντων, ήδη προτού καν εκκινήσει το σχολικό έτος. - Στον Εκπαιδευτικό που τελικώς αναλαμβάνει τη Στ’ τάξη, ασκείται εξ αρχής υπέρμετρη πίεση από γονείς και μαθητές για προετοιμασία για το διαγωνισμό, η οποία επισήμως μεν (νομοθετικά, θεσμικά) δεν προβλέπεται, είναι, όμως, θέσφατο ότι χωρίς συμφωνία και συνεργασία με τους γονείς της τάξης εκπαιδευτικό έργο δεν παράγεται - Τελικώς, η ίδια η πράξη διαψεύδει την επίσημη οδηγία, αφού αποδεικνύεται ότι ο Εκπαιδευτικός είναι αδύνατο να μην υποκύψει στην πίεση για την προετοιμασία για το διαγωνισμό, η οποία, αρχής γενομένης από … τον Αγιασμό, διατρέχει όλο το σχολικό έτος σε εντατικούς ρυθμούς (δίχως ανάλογη ανταμοιβή του Εκπαιδευτικού, μισθολογική ή/και μοριοδοτική). - Προκαλείται στους εντεκάχρονους μαθητές δυσανάλογο (για το νεαρό της ηλικίας, την τάξη, το διακύβευμα του διαγωνισμού κοκ) στρες. Όσο πλησιάζουν οι εξετάσεις, τόσο χάνουν τον αυθορμητισμό τους, το χαμόγελο, την ανεμελιά και γενικώς την παιδικότητά τους. Η διαδικασία της μάθησης για τα παιδιά δεν είναι παρά αλλεπάλληλα διαγωνίσματα και τεστ προετοιμασίας. - Έτι πολλαπλάσιο άγχος καταλαμβάνει τους γονείς, κάτι που μεταφράζεται σε άσκηση υπερβολικών πιέσεων προς τους εκπαιδευτικούς, ανάρμοστες παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό έργο, αμφισβήτηση του παιδαγωγικού προγράμματος κλπ. - Η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών παρακολουθεί ενισχυτικά μαθήματα, είτε κατ’ οίκον (ιδιαίτερα) είτε σε ιδιωτικά φροντιστήρια, ώστε να προετοιμαστούν για το διαγωνισμό. Έτσι, η «αριστεία» του Σχολείου καταλήγει αποτέλεσμα αθέμιτου «ντοπαρίσματος» (γεγονός που περαιτέρω υπονομεύει εκθετικά την εγκυρότητα των παρατηρήσεων των «πειραμάτων»). - Υποβαθμίζονται κι υποτιμώνται τα μη εξεταζόμενα γνωστικά αντικείμενα καθώς και τα αντικείμενα των ειδικοτήτων (θρησκευτικά, ξένες γλώσσες, τέχνες, γεωγραφία κοκ). - Όλα τ’ ανωτέρω ισχύουν και για τους μαθητές και γονείς των κατώτερων τάξεων, οι οποίοι παρατηρήθηκε χαρακτηριστικά, ότι ήδη από την αρχή της Γ΄ τάξης του Δημοτικού, ασκούν αγχωμένοι πιέσεις και προετοιμάζουν τα παιδιά τους ενόψει των εξετάσεων στο τέλος της Στ΄ τάξης (ήτοι 4 έτη μετά)! Επαναλαμβάνεται, βεβαίως, ότι επισήμως, καμία οδηγία δεν όρισε το Δημοτικό του Πειραματικού Σχολείου να μετατραπεί σε «φροντιστήριο» προετοιμασίας για τον πανελλαδικό διαγωνισμό. Ωστόσο εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε, ότι, ατύπως κι ανεπισήμως, τίποτα λιγότερο δεν ήταν αποδεκτό, πέραν από μια εξοντωτική «προγύμναση ντοπαρισμένων πρωταθλητών» της Α΄ Γυμνασίου. Τ’ ανωτέρω είχαν ως συνέπεια να χαθεί κάθε απόλαυση από την εκπαιδευτική διαδικασία (τόσο για το διδάσκοντα όσο -και πολύ περισσότερο- για το μαθητή), όπως αυτή αποτελεί ανέκαθεν το ζητούμενο: ο μαθητής ν’ αγαπά την εκμάθηση και να συμμετέχει με χαρά στη διαδικασία. Να μην ταυτίζει τη μάθηση με το μάθημα και να διψάει να μάθει. Σε κάθε περίπτωση, οι συνεργασίες των εκπαιδευτικών (όλων των ειδικοτήτων), η εκπόνηση καινοτόμων δράσεων, η δια βίου επιμόρφωση σε συνδυασμό μ’ επιστημονική έρευνα πεδίου (ερωτηματολόγια, στατιστικές, συναντήσεις πέραν του υπαλληλικού ωραρίου, δημοσιεύσεις σ’ επιστημονικά περιοδικά, ανακοινώσεις και παρεμβάσεις σε συνέδρια κλπ), οι συμμετοχές σ’ ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα προγράμματα, οι συμμετοχές σε μαθητικά συνέδρια, οι εκπαιδευτικές εκδρομές και πάνω απ’ όλα η προθυμία και η καλή διάθεση, αυτά είναι τα πραγματικά, ουσιώδη συστατικά της αληθώς εννοούμενης Αριστείας, μια έννοια η οποία στρεβλά και μονοδιάστατα περιορίζεται στη θέσπιση εξετάσεων. Αυτές είναι οι δράσεις που προσθέτουν υπεραξία στην εκπαιδευτική διαδικασία. Και μόνον η επίμονη χρήση του ανακριβούς όρου «εξετάσεις», αντί του πραγματικού «πανελλαδικός διαγωνισμός» επιβεβαιώνει τη σημασιολογική παραμόρφωση. Τελικώς, προκύπτει, ότι στο χαρακτήρα του Προτύπου θυσιάζεται η γνησίως εννοούμενη Αριστεία και μαζί της η εξ ορισμού διαχρονική ταυτότητα του Σχολείου ως Πειραματικό (κι άρα το ίδιο το «πείραμα») καθώς και ο ειδικός, μοναδικός, ιστορικός χαρακτήρας του ως Ενιαίο. Τούτα, όμως, δεν είναι τα μόνα «θύματα». Διότι, εγείρονται βάσιμες ενστάσεις που αφορούν στις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της δημόσιας, δωρεάν παιδείας για όλους. Ειδικότερα, παραβιάζεται η ισότητα των μαθητών (μαθήματα, μαθητές, τάξεις και σχολεία πολλών/διαφορετικών ταχυτήτων, «αφαίμαξη» λοιπών Σχολείων από άριστους μαθητές και συγκέντρωσή τους σε λιγοστά Πρότυπα), η ισότητα των εκπαιδευτικών (πολλαπλάσιο φορτίο των διδασκόντων στα Πειραματικά Δημοτικά Σχολεία και δη των διδασκόντων τα εξεταζόμενα πανελλαδικώς γνωστικά αντικείμενα) και κατ’ επέκταση η ισότητα των επιστημονικών πορισμάτων, όπως αυτά θα εξάγονται από την εφαρμογή πειραματικών μεθόδων (νοθευμένο δείγμα, αδυναμία εξαγωγής γενικών κι έγκυρων συμπερασμάτων, αδυναμία γενικής/ισότιμης εφαρμογής). Ομοίως, παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας για μαθητές (δυσανάλογο για την ηλικία και το επίπεδο άγχος, πίεση κλπ) κι Εκπαιδευτικούς (στρες, όγκος εργασίας, παρεμβάσεις γονέων, υπέρμετρη εργασία πέραν του ωραρίου κοκ). Τέλος, τίθεται σοβαρό ζήτημα ψυχολογίας των προέφηβων μαθητών, που υποβάλλονται στη ανοίκεια σκληρή δοκιμασία του πανελλαδικού διαγωνισμού. Η διαρκώς κλιμακούμενη πίεση, ήδη από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, και το άγχος σε συνδυασμό με την εντατική και επίπονη προετοιμασία για εξετάσεις, με βεβαιότητα επηρεάζουν δυσμενώς τον ψυχισμό των νεαρών μαθητών, με ανυπολόγιστες (μη μετρήσιμες) συνέπειες. Πολλώ δε μάλλον, δεν είναι γνωστά τα πιθανά τραύματα μιας ενδεχόμενης αποτυχίας στο διαγωνισμό. Πρόκειται για σοβαρή προσωπική αποτυχία, ωστόσο, το νεαρό της ηλικίας τους καθιστά το σχετικό βάρος υπέρμετρα δυσανάλογο και δυσχερώς διαχειρίσιμο. Όλ’ αυτά, ασφαλώς, παραμένουν στο επίπεδο της εμπειρικής παρατήρησης και της θεωρίας, αφού κανείς δεν έχει ασχοληθεί με το θέμα αυτό επισήμως, ούτε μας έχει παρασχεθεί σχετικά η πρόσβαση σε μια παιδαγωγικά εγκεκριμένη εργαλειοθήκη. Όλα τα παραπάνω τα καταγράψαμε και τ’ αντιμετωπίσαμε από πρώτο χέρι οι Εκπαιδευτικοί που βιώσαμε στο πρόσφατο παρελθόν το (Πειραματικό και) συγχρόνως Πρότυπο Σχολείο, το οποίο δεν είχε συνδεθεί με καμία επιστημονικά υπεύθυνη στοχοθεσία (όπως ίσως θα ήταν εν προκειμένω η… «πειραματική εφαρμογή του»!). Και, ομοφώνως επαναλαμβάνουμε, αποκηρύξαμε το Πρότυπο Σχολείο ως αντιπαιδαγωγικό κι ασυμβίβαστο με τη πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Τα παιδιά αυτά έχουν πολύ δρόμο στη ζωή μπροστά τους (και τη σχολική) για να μάθουν με ηπιότερο και αναλογικότερο τρόπο τις ανταγωνιστικές απαιτήσεις της πραγματικής ζωής και την έννοια της άμιλλας, της επιτυχίας και της αποτυχίας καθώς και της «αριστείας». Ο χρόνος γι’ αυτό δεν είναι το Δημοτικό Σχολείο κι ο τόπος δεν είναι το ΠΣΠΘ. Η πλειοψηφία του Συλλόγου Διδασκόντων του ΠΣΠΘ - Δημοτικό