Αρχική Διαβούλευση επί του σχεδίου νόμου με τίτλο «Εκσυγχρονισμός της ιδιωτικής εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις»Άρθρο 10 Συμβάσεις εργασίας ιδιωτικών εκπαιδευτικώνΣχόλιο του χρήστη ΟΙΕΛΕ | 12 Ιουλίου 2020, 09:33
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Στο άρθρ. 10 ΣχΝ καταργείται πλήρως ΟΛΟ το προστατευτικό καθεστώς των συμβάσεων εργασίας των εκπαιδευτικών. Η σύμβαση εργασίας μετατρέπεται πλέον σε μια απλή σύμβαση του κοινού εργατικού δικαίου, στην οποία έχουν πλήρη εφαρμογή οι διατάξεις για την αναιτιώδη καταγγελία, την μισή αποζημίωση σε περίπτωση προειδοποίησης απόλυσης (τακτική καταγγελία), τη μη καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης εντός του πρώτου 12μηνου της απασχόλησης, τη μη καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση μήνυσης (ακόμα και προσχηματικής) του εργοδότη κατά του εργαζόμενου κλπ. Η κατάργηση της διετίας, παρόλο ότι στην Αιτιολογική Έκθεση παραπειστικά αναφέρεται ότι «επιδιώκει τη διατήρηση πιο μακροχρόνιων και σταθερών σχέσεων εργασίας, προς όφελος τόσο των ίδιων των εκπαιδευτικών και της οργάνωσης των ιδιωτικών σχολείων όσο και του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου», θα πολλαπλασιάσει τις απολύσεις αφού αυτές θα είναι αναιτιώδεις και, κυρίως, φθηνές! Κι αυτό γιατί η σύμβαση ορισμένου χρόνου (διετής) καταγγέλλεται πρόωρα μόνο με την ύπαρξη σπουδαίου λόγου (οπότε σε περίπτωση ανυπαρξίας αυτού, οφείλονται οι αποδοχές μέχρι τη λήξη της συμβατικής διάρκειας) ενώ η αποζημίωση απόλυσης εντός του πρώτου έτους απασχόλησης είναι μηδενική, στο δεύτερο δε έτος ανέρχεται σε μόλις 2 μισθούς! Απομένει μόνο ο έλεγχος της καταχρηστικότητας (και της νομιμότητας) της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από τα αρμόδια Δικαστήρια και μόνο, αφού καταργείται και αυτή ακόμα η Επιτροπή Δικαστών που εξέταζε και ζητήματα καταχρηστικότητας. Με την προτεινόμενη ρύθμιση και με την παραπειστική αναφορά στην Αιτιολογική Έκθεση ότι το σημερινό καθεστώς «θίγει στο βαθμό που δεν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας, τον πυρήνα της επιχειρηματικής δραστηριότητας των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων», προκύπτει ευθεία αντίθεση με τα όσα το Συμβούλιο της Επικρατείας στην υπ’αριθμ. 622/2010 απόφασή του έχει δεχθεί: «οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 30 του Ν. 682/1987, όπως ισχύουν, έχουν καταργήσει μεν το υφιστάμενο υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς δικαίωμα αναιτιώδους καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου των εκπαιδευτικών από τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, δεν αντίκεινται όμως, αλλά, αντιθέτως, βρίσκουν έρεισμα στις διατάξεις των παρ. 1 και 8 του άρθρου 16 του Συντάγματος, αφού : α) δεν αναιρούν ούτε περιορίζουν υπέρμετρα την συνταγματικώς προστατευόμενη ελευθερία των ιδιοκτητών των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων να επιλέγουν το διδακτικό προσωπικό τους, αφού, εκτός του ότι αφορούν μόνο τις συμβάσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών που έχουν μετατραπεί, μετά την πάροδο εξαετούς υπηρεσίας στο σχολείο, σε αορίστου χρόνου (εντός της εξαετίας οι συμβάσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών μπορεί να καταγγελθούν από τον ιδιοκτήτη του σχολείου χωρίς τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του άρθρου 30 παρ. 3 περ. α του Ν. 682/1977), ο προαναφερθείς λόγος καταγγελίας των συμβάσεων αορίστου χρόνου (διαταραχή του εκπαιδευτικού κλίματος στο σχολείο οφειλόμενη σε αδυναμία συνεργασίας του ιδιοκτήτη του σχολείου με συγκεκριμένο εκπαιδευτικό του οποίου καταγγέλλεται η σύμβαση) καλύπτει μια ευρεία ποικιλία καταστάσεων, οι οποίες, εύλογα, καθιστούν ασύμφορη και ατελέσφορη και για τα δύο μέρη της συμβάσεως, αλλά και ασύμφορη για τη λειτουργία του συγκεκριμένου ιδιωτικού σχολείου και την παρεχόμενη σε αυτό εκπαίδευση την συνέχιση του εργασιακού δεσμού και β) αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εκπαίδευσης και για το λόγο ότι εξασφαλίζουν στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς λειτουργούς σταθερές, κατά το δυνατόν, συνθήκες εργασίας, ώστε να μπορούν απερίσπαστοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του σκοπού της παιδείας, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, έχει αναχθεί σε συνταγματικό λόγο δημοσίου συμφέροντος. Εξάλλου, για τους παραπάνω λόγους οι επίμαχες ρυθμίσεις είναι σύμφωνες και με την αρχή της αναλογικότητας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 25 παρ. του Συντάγματος και δεν αντίκεινται ούτε στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, αφού, ενόψει όσων προεκτέθηκαν, δεν προσβάλλουν τον πυρήνα της οικονομικής ελευθερίας των ιδιοκτητών των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων..»