Αρχική Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξειςΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 24 Ρυθμίσεις θεμάτων διάρκειας φοίτησηςΣχόλιο του χρήστη Ανδρέας Κομνηνός | 13 Ιανουαρίου 2021, 17:50
Εν γένει θεωρώ ότι το άρθρο αυτό δεν έχει καμία εκπαιδευτική ή διδακτική αξία και πιθανότατα θα παρατείνει ήδη υπάρχοντα προβλήματα. Η έκθεση αλλά και η διατύπωση είναι επιστημονικά ατεκμηρίωτη και αφήνει πολλά κενά στην κατανόηση της πραγματικής στόχευσης. Σχολιάζω τις παραγράφους καθώς απαριθμώνται στο άρθρο. 1. Διεθνείς μελέτες στο φαινόμενο της παράτασης του χρόνου σπουδών (π.χ. DOI: 10.1080/09645292.2011.585016, 10.1007/s10734-017-0170-9), καταδεικνύουν ότι αυτός επηρεάζεται σημαντικά από μια πληθώρα παραμέτρων οι οποίες είναι πέρα από τον έλεγχο του φοιτητή. Ενδεικτικά αναφέρουμε προσωπικές συνθήκες (όπως το φύλο του φοιτητή, το ακαδημαϊκό υπόβαθρο των γονέων του, η διαμονή του σε δωρεάν στέγη (οικία, φοιτητικές εστίες)), ιδρυματικές συνθήκες (εξοπλισμός και υποδομές ιδρύματος, αναλογία φοιτητών/καθηγητών), αλλά κυριότερα από όλα, κοινωνικοπολιτικές συνθήκες (προοπτικές εύρεσης εργασίας, οικονομική ευρωστία της χώρας και της περιφέρειας). Είναι άξιο απορίας λοιπόν με ποια επιστημονική τεκμηρίωση θεσπίζεται αυτό το όριο, το οποίο εφαρμόζεται οριζόντια σε όλους τους φοιτητές, ανεξάρτητα με το που σπουδάζουν, ποιο είναι το κοινωνικο-οικονομικό τους υπόβαθρο και την σημαντικότατη κατάσταση παρατεταμένης ύφεσης που αντιμετωπίζει η χώρα. Στην έκθεση επιπτώσεων αναφέρεται ότι στόχος είναι «η ουσιαστική αναβάθμιση τους [των σπουδών], την περαιτέρω ενίσχυση της αξίας των απονεμόμενων τίτλων και την ουσιαστικότερη αξιοποίηση του χρόνου φοίτησης». Όμως η αυθαίρετη επιβολή ενός ανώτατου ορίου φοίτησης (δηλαδή διατήρησης της φοιτητικής ιδιότητας) δεν αναβαθμίζει από μόνο του το επίπεδο σπουδών. Αντιθέτως, η ύπαρξη του ορίου, μπορεί να οδηγήσει σε πρόσθετες πιέσεις και εκπτώσεις στη διδακτική διαδικασία, που ίσως τελικά υποβαθμίσουν την ποιότητα. Στη συνέχεια, η ενίσχυση της αξίας των τίτλων και η αξιοποίηση του χρόνου σπουδών είναι αμφίβολο κατά πόσο ενισχύεται από μια τέτοια ρύθμιση, καθώς, α) στον ιδιωτικό τομέα η ηλικία του υποψηφίου και η εργασιακή του εμπειρία ήδη προσμετρώνται ιδιαίτερα σε σχέση με τον τίτλο σπουδών και β) στο δημόσιο τομέα το μεγαλύτερο μοριοδοτούμενο τεκμήριο είναι ο βαθμός πτυχίου και όχι ο χρόνος φοίτησης. Για την α) περίπτωση, το όριο στο χρόνο σπουδών αποστερεί από το φοιτητή τη δυνατότητα να θυσιάσει χρόνο σπουδών προκειμένου να εμπλακεί σε δραστηριότητες που θα εμπλουτίσουν την εμπειρία του (π.χ. συμμετοχή σε φοιτητικές ομάδες καινοτομίας, συμμετοχή σε διαγωνισμούς καινοτομίας, summer schools, εκπαιδευτικά σεμινάρια, εργασία σε startups ή προσπάθεια δημιουργίας μιας startup) κλπ. Για τη β) περίπτωση, το όριο αποστερεί τη δυνατότητα «ζυγίσματος» του χρόνου σπουδών για την επίτευξη ενός καλύτερου βαθμού πτυχίου. Σε κάθε περίπτωση, το όριο αυτό θέτει μια πλασματική διάκριση: Είναι πιο άξιος ο τίτλος σπουδών ενός φοιτητή που τελειώνει μια τετραετή σχολή στα 5.5 χρόνια με βαθμό πτυχίου 6, ή ενός που την τελειώνει στα 6.5 χρόνια με βαθμό 8; Μελέτες που αφορούν τα ελληνικά πανεπιστήμια δείχνουν ότι ο χρόνος περάτωσης σπουδών δεν είναι ενδεικτικός της ικανότητας του φοιτητή (doi: 10.1080/03043797.2010.539676). Αν έπρεπε να θεσπιστεί κάποιο τέτοιο όριο, τότε η οριζόντια εφαρμογή του χωρίς καμία πρόσθετη υποστηρικτική δράση, είναι αμφίβολης αξίας. Αντιθέτως, Έλληνες ερευνητές δείχνουν ότι είναι εφικτή η ταχεία αναγνώριση φοιτητών που είναι περισσότερο ευάλωτοι στην αδυναμία ολοκλήρωσης σπουδών εντός ενός ορισμένου χρόνου (doi: 10.1007/978-3-030-20954-4_42) και το υπουργείο θα έπρεπε, αν ενδιαφέρεται όντως για την αναβάθμιση των σπουδών, να επενδύσει περισσότερο σε υποδομές και προσωπικό, και να εφαρμόσει τεχνικές αναγνώρισης και υποστήριξης των ευάλωτων φοιτητών. 2. Η διατύπωση πάσχει. Αν κάποιος φοιτητής αιτηθεί την ένταξή του σε καθεστώς μερικής φοίτησης τον τελευταίο μήνα ενός εξαμήνου, τότε θα λογίζεται όλο το παρελθόν εξάμηνο ως «μισό»; Αν κάποιος αντίστοιχα δηλώσει στην αρχή ενός εξαμήνου, τότε η εφαρμογή εκκινεί από το επόμενο εξάμηνο; Σε κάθε περίπτωση τέτοιες περιπτώσεις δεν δύνανται να αντιμετωπιστούν από τον Οργανισμό, όταν ο νόμος θέτει ως ελάχιστη μονάδα μέτρησης το «εξάμηνο», ενώ θα μπορούσε π.χ. να λογίζεται ο «μήνας». Αν συνεχίσει αυτό το καθεστώς, θα δημιουργηθούν σαφείς αδικίες για πολλούς φοιτητές, ιδίως όσους εργάζονται εκ περιτροπής σε περιόδους διακοπών και υψηλής ζήτησης. 3. Το ανωτέρω δείχνει ότι ο συντάκτης του νομοσχεδίου δεν έχει ασχοληθεί και δεν έχει επίγνωση της πραγματικότητας στην αγορά εργασίας. Είναι πρακτικά ανεφάρμοστο για μεγάλο ποσοστό φοιτητών, οι οποίοι εργάζονται ευκαιριακά σε θέσεις χαμηλής ή μηδαμινής εξειδίκευσης κατά τη διάρκεια των σπουδών τους (π.χ. εστίαση, διανομή, τομείς εξυπηρέτησης) και με ωράριο το οποίο δεν είναι απαραίτητα σταθερό (π.χ. ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης). Δεν είναι δυνατό για μεγάλη μερίδα των φοιτητών αυτών να αποδείξουν εκ των προτέρων το ωράριο εργασίας τους, καθώς δεν είναι άγνωστο το φαινόμενο οι φοιτητές (αλλά και γενικότερα οι εργαζόμενοι) να εργάζονται πρόσθετα, περισσότερες ώρες από αυτές που αναφέρονται επίσημα στη σύμβασή τους. Πολλοί φοιτητές εργάζονται επίσης χωρίς ικανότητα απόδειξης των ωρών που αφιερώνουν (π.χ. συνεισφέροντας σε οικογενειακές επιχειρήσεις, ή για την επιμέλεια και φροντίδα μελών της οικογενείας τους που έχουν προβλήματα υγείας). Άλλες περιπτώσεις εργασίας έχουν δυσανάλογο αντίκτυπο στη δυνατότητα του φοιτητή να ανταπεξέλθει στις σπουδές του, π.χ. κάποιος που παρακολουθεί μαθήματα τις καθημερινές αλλά εργάζεται το Σαββατοκύριακο, κι έτσι δεν έχει καθόλου χρόνο ξεκούρασης. Ακόμα όμως κι αν θεωρήσουμε ότι το όριο των 20 ωρών είναι δυνατό να αποδεικνύεται, να είναι γνωστό εκ των προτέρων και ότι είναι κατάλληλο, τότε τι θα συμβεί αν κάποιος φοιτητής βρει εργασία στα μέσα ενός εξαμήνου; Θα μπορέσει να δηλώσει «μερική φοίτηση» ώστε να μη χάσει το χρονικό διάστημα αυτό από τη δυνατότητα επέκτασης του χρόνου σπουδών του; 4. Συνάγουμε λοιπόν το ίδρυμα μπορεί να ορίσει το μέγιστο «χρόνο διακοπής» όσο μεγάλο πιστεύει (π.χ. 20 χρόνια). Τότε τι νόημα έχει η εφαρμογή του μέτρου θέσπισης ανώτατου χρόνου σπουδών; Ούτως ή άλλως, ο «αιώνιος φοιτητής» που δεν δηλώνει μαθήματα και δεν κατεβαίνει πια στις εξεταστικές, έχει εφαρμόσει ήδη τη διακοπή του, χωρίς να χρειάζεται αυτή η πρόσθετη γραφειοκρατική διαδικασία. 5. Επανέρχομαι στο ερώτημα, είναι πιο άξιος ο τίτλος σπουδών ενός φοιτητή που τελειώνει μια τετραετή σχολή στα 5.5 χρόνια με βαθμό πτυχίου 6, ή ενός που την τελειώνει στα 6.5 χρόνια με βαθμό 8; Θα μπορεί να δοθεί παράταση σε κάποιο φοιτητή που επιτυγχάνει καλές επιδόσεις στα μαθήματά του, γιατί από τη διατύπωση αυτή φαίνεται ότι η απάντηση είναι αρνητική. Επίσης, τι θα γίνει με τους φοιτητές που πάσχουν από αναπηρία; Πως είναι δυνατό να καθορίσει κανείς τον κατάλληλο μέγιστο χρόνο σπουδών για κάθε περίπτωση; Τέλος θέλω να τονίσω ότι η φοιτητική ζωή είναι για πολλούς, μια περίοδος έντονης ανησυχίας και πνευματικής έντασης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αρκετά θέματα ψυχικής υγείας. Μεγάλα ποσοστά φοιτητών διεθνώς, που ξεπερνούν ίσως το 20-25% αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας (doi: 10.1007/s11126-020-09812-8, 10.1080/07448481.2020.1841776), το ίδιο και στην Ελλάδα (https://muse.jhu.edu/article/446122). Τέτοια προβλήματα είναι όχι μόνο δύσκολο να διαγνωσθούν, αλλά συνοδεύονται και από κοινωνικό στιγματισμό. Συνεπώς είναι σχεδόν βέβαιο ότι μεγάλο μέρος του φοιτητικού πληθυσμού δε θα μπορέσει να λάβει παράταση για λόγους υγείας, ενώ τη δικαιούται, αλλά είναι και πιθανό ότι η πρόσθετη πίεση για την περάτωση των σπουδών να επιτείνει αυτά τα προβλήματα στον ευάλωτο πληθυσμό των φοιτητών που εμφανίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας, και να τα εμφανίσει σε φοιτητές που κατά τα άλλα δε θα χρειαζόταν να τα αντιμετωπίσουν.