Αρχική Δημόσια διαβούλευση επί του σχεδίου νόμου με τίτλο «Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις».ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ, ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣΣχόλιο του χρήστη Ιωάννα Βαζούρα | 11 Ιουλίου 2021, 22:51
Πέραν της γενικότερης άποψης ότι αξιολόγηση μπορεί να αποτελέσει εργαλείο βελτίωσης του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου, η οποία με βρίσκει σύμφωνο, θεωρώ ότι το ΥΠΑΙΘ θα πρέπει να αναστοχαστεί τα παρακάτω: 1. Το κατά πόσο θα προκύψει όφελος από την εφαρμογή της προτεινόμενης αξιολόγησης. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι θα επηρεαστεί σημαντικά το κλίμα του σχολείου, η αυτονομία του εκπαιδευτικού, οι σχέσεις προϊσταμένων υφισταμένων και ότι θα αναλωθούν πολλές εργατοώρες των εκπαιδευτικών και των στελεχών για τη σύνταξη εκθέσεων επί εκθέσεων οι οποίες θα περιέχουν σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικές εκτιμήσεις. Για παράδειγμα, η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας μπορεί να έχει πολλές αναγνώσεις και αξιολογήσεις. Με άλλα λόγια θα πρέπει να εκτιμηθεί αν θα προκύψει εκπαιδευτικό όφελος και να εκτιμηθεί ο λόγος «δαπανώμενη ενέργεια ή κόστος» προς το «όφελος που θα προκύψει». 2. Κατά πόσο η προτεινόμενη αξιολόγηση θα έχει αποτέλεσμα στο υφιστάμενο πλαίσιο του δημόσιου σχολείου το οποίο α) έχει ως φινάλε τις πανελλαδικές εξετάσεις οι οποίες απαιτούν συγκεκριμένο τρόπο προετοιμασίας όχι και τόσο συμβατό με τη φιλοσοφία των ΑΠΣ, β) στηρίζεται σε εκπαιδευτικούς με μέση ηλικία περίπου 60 έτη, κ.α. 3. Ας ληφθεί υπόψη ότι ενδέχεται, η πλειονότητα των στελεχών να αφοσιωθεί περισσότερο στο τυπικό μέρος της αξιολόγησης που είναι η συμπλήρωση του αξιολογικού φακέλου τους και λιγότερο στο ουσιαστικό που είναι η ουσιαστική προσφορά τους στην εκπαίδευση. Αν σκεφτούμε ότι ένας σύμβουλος θα πρέπει να αξιολογήσει περίπου 200 εκπαιδευτικούς (συνολικά επιστημονική και παιδαγωγική ευθύνη), τότε το κάθε στέλεχος σε καθημερινή βάση θα πρέπει να διενεργεί συνεντεύξεις και να συντάσσει εκθέσεις οι οποίες δύσκολα θα τεκμηριώνονται. Αποθετήρια, εκθέσεις και ενστάσεις, μάλλον θα αποτελέσουν ένα γραφειοκρατικό σύστημα το οποίο θα επιδράσει αρνητικά στην αυθόρμητη και αξιόλογη σημερινή δημιουργικότητα του εκπαιδευτικού. 4. Για τη αξιολόγηση των στελεχών προβλέπεται αξιολόγηση από πάνω (από τους προϊσταμένους) αλλά και από κάτω (από τους υφισταμένους τους). Αντίθετα για τους εκπαιδευτικούς προβλέπεται αξιολόγηση μόνο από πάνω (από σύμβουλους και διευθυντές) και όχι από κάτω, δηλαδή από τους αποδέκτες του έργου τους (τοπική κοινωνία-γονείς – μαθητές). Αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας εφόσον προβλέπεται η διατύπωση γνώμης από τους γονείς-μαθητές σε συγκεκριμένα ερωτήματα που θα αναδεικνύουν τα αδύνατα σημεία της λειτουργίας του σχολείου και μέσα από τα οποία έμμεσα θα διαφαίνεται τι ή ποιος χρειάζεται να αξιολογηθεί. Αν αυτό γίνει, τότε μπορούν οι προϊστάμενοι (εκπαιδευτικών και διευθυντών σχολείων) όπως και τα μέλη της σχολικής μονάδας να εστιάσουν στα προβλήματα κάθε σχολικής μονάδας τα οποία επιδέχονται βελτίωση. Αντίθετα, αν η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας γίνει αποκλειστικά από τους εκπαιδευτικούς, τότε θα ισχύει το «Γιάννης πίνει, Γιάννης κερνάει» και όλα θα φαίνονται τέλεια. Συμπερασματικά, αν δεν γίνει ουσιαστική αυτοαξιολόγηση – η οποία μέχρι τώρα δεν έγινε – η αξιολόγηση θα έχει σαθρή βάση (σημείο έναρξης) και θα μοιάζει περισσότερο με μια αιωρούμενη αλυσίδα με συμπαγείς κρίκους αξιολόγησης στελεχών αλλά χωρίς αγκύρωση στον πρώτο και σημαντικότερο κρίκο της – τους εκπαιδευτικούς.