Αρχική Η αναβάθμιση του ρόλου των Πρότυπων – Πειραματικών2) Διατυπώστε τις δικές προτάσεις για την αναβάθμιση των πειραματικών σχολείων και τη συμβολή τους στην αναβάθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματοςΣχόλιο του χρήστη Γιώργος Κόσυβας, μαθηματικός, Βαρβάκειο Πειραματικό Λύκειο | 25 Ιανουαρίου 2011, 21:12
Πιλοτικά μαθήματα παραγωγής διδακτικού υλικού με τροποποίηση του ωρολογίου προγράμματος: Μια θαρραλέα καινοτομική πρόταση, κυρίως για το Λύκειο, θα ήταν η συστηματική οργάνωση πιλοτικών μαθημάτων εμβάθυνσης τα οποία παρακολουθούνται υποχρεωτικά από τους μαθητές. Η εν λόγω πειραματική εφαρμογή δεν περιορίζεται απλώς σε επιμέρους «καινοτόμες διδακτικές πρακτικές» που θα συλλέγονται στον ατομικό φάκελο του εκπαιδευτικού, αλλά στην παραγωγή και εισαγωγή νέας γνώσης (πιλοτικά εκπαιδευτικά πακέτα έντυπης ή ψηφιακής μορφής). Βεβαίως κατά το παρελθόν τα επίσημα σχολικά εγχειρίδια ή τα προγράμματα σπουδών ουδέποτε δοκιμάστηκαν σε πραγματικές πειραματικές τάξεις και οι εκάστοτε αλλαγές ήταν βεβιασμένες. Η εν λόγω πρόταση συνδυάζει την έρευνα με την ανατροφοδότηση της διδασκαλίας και επικεντρώνεται στην ανάγκη διαρκούς ανανέωσης του διδακτικού υλικού και εισαγωγής σύγχρονων μαθημάτων (π.χ. κεφάλαια που αντιστοιχούν στην ύλη ενός τετραμήνου ή μιας σχολικής χρονιάς στη Βιολογία, τη Φυσική, τη Λογοτεχνία, τα Μαθηματικά, την Ξένη Γλώσσα κλπ), αλλά και στην αξιολόγηση και βελτίωση των υπαρχόντων διδακτικών εγχειριδίων. Σήμερα η ύλη και η μεθοδολογία αρκετών μαθημάτων του Λυκείου δεν ακολουθεί σύγχρονες επιστημονικές τάσεις. Βεβαίως το θεμελιώδες ανοιχτό ερώτημα που παραπέμπει σε αναμορφωμένα και ευέλικτα αναλυτικά προγράμματα είναι: ποια γνωστικά αντικείμενα ή κεφάλαια είναι σημαντικά και ενδιαφέροντα και αξίζει να προωθηθούν ως πιλοτικά μαθήματα; Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση τέτοιων πειραματικών παρεμβάσεων είναι μια πρόκληση και συνδέεται με έναν αναβαθμισμένο ρόλο που θα μπορούσε να ανατεθεί στους εκπαιδευτικούς των πρότυπων-πειραματικών σχολείων. Τα εν λόγω προγράμματα δρομολογούνται με πρωτοβουλία, ευθύνη και επιλογή των εκπαιδευτικών. Οι μάχιμοι εκπαιδευτικοί έχουν επίγνωση των ιδιαιτεροτήτων της σχολικής τάξης, στην ανάλογη βαθμίδα. Αν επιπρόσθετα διαθέτουν ικανότητες ερευνητή και σχεδιαστή διδακτικού υλικού είναι οι πλέον κατάλληλοι να οργανώσουν και να υλοποιήσουν τέτοια πιλοτικά εγχειρήματα. Οι εν λόγω εκπαιδευτικοί από διεκπεραιωτές του αναλυτικού προγράμματος θα μπορούσαν να γίνουν ενεργοί συνδιαμορφωτές και αναστοχαζόμενοι συνερευνητές που αναπτύσσουν τις θεωρήσεις τους μέσα από την εμπειρία τους, αναμορφώνουν με λεπτή προσοχή γνωστικές πτυχές του αντικειμένου τους, της διδακτικής πρακτικής τους και εν τέλει αυτοαξιολογούνται. Η διαμόρφωση των μαθημάτων κατά βάση είναι προϊόν μελετημένης μακροχρόνιας συνεπεξεργασίας από ομάδες αυτομόρφωσης συνεργαζόμενων εκπαιδευτικών της ειδικότητας με τη συνεισφορά συνδεδεμένων πανεπιστημιακών και σχεδιαστών (πχ. σχολικών συμβούλων). Θα πρέπει να υπάρχουν οι σχετικές προβλέψεις για διδακτικό υλικό, σύνδεση με άλλα γνωστικά αντικείμενα, πρόσφορες ενεργητικές μεθόδους ομαδοσυνεργατικής, διερευνητικής ή βιωματικής μάθησης, σύγχρονα εποπτικά μέσα, αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών στη σχολική τάξη, χρήση ηλεκτρονικών βιβλιοθηκών, αξιολόγηση του μαθητή, διάγνωση δυσκολιών στη διδασκαλία και κατανόηση των εννοιών, επινόηση μεθόδων για διαφορετικά επίπεδα ικανοτήτων, διαχείριση του διδακτικού χρόνου, προσθήκη μαθησιακών δραστηριοτήτων στο διαδίκτυο κλπ. Τίποτε δεν θα πρέπει να μένει ανεξέταστο. Τα πιλοτικά μαθήματα που δοκιμάζονται θα πρέπει να ανταποκρίνονται στα ζωντανά επιστημονικά ενδιαφέροντα και τις ιδιαίτερες κλίσεις των μαθητών, να προάγουν και να εμβαθύνουν τις γνώσεις τους στους αντίστοιχους κλάδους, να είναι χρήσιμα στις μελλοντικές σπουδές τους, χωρίς όμως να περιορίζονται σε ένα τυποποιημένο πρόγραμμα προπόνησης για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Κυρίως να συμβαδίζουν με αντίστοιχα μαθήματα εμβάθυνσης που εφαρμόζονται στο πλαίσιο του αναλυτικού προγράμματος άλλων χωρών. Σε καμία περίπτωση δεν νοείται η μεταφορά προσωπικών απόψεων που χαρακτηρίζονται από στενότητα και μονομέρεια. Η εκάστοτε πρόταση πιλοτικού μαθήματος δεν είναι μια υποκειμενική αυθαιρεσία, αλλά κρίνεται και εγκρίνεται από τις αρμόδιες εκπαιδευτικές αρχές (ίσως το ΕΕΣ). Τα πιλοτικά μαθήματα είναι ενταγμένα στο υποχρεωτικό σχολικό πρόγραμμα, όπως και τα άλλα μαθήματα (π. χ. οι μαθητές κάθε τάξης του Λυκείου επιλέγουν ένα από τα προσφερόμενα πιλοτικά μαθήματα). Αν τα εν λόγω μαθήματα θεσπιστούν ως προαιρετικά, θα παραμείνουν σίγουρα ανεκτέλεστα και «οι αυξημένοι βαθμοί ελευθερίας στα ζητήματα του σχολικού προγράμματος» νεκρό γράμμα (σημειώνουμε ότι ένας από τους λόγους αποτυχίας των ΣΕΠΠΕ ήταν η προαιρετική συμμετοχή των μαθητών). Για αυτό απαιτείται νομική κάλυψη για την υποχρεωτική αύξηση των ωρών διδασκαλίας και την προσθήκη επιπλέον ωρών στο ωρολόγιο πρόγραμμα (π.χ. για τα πρότυπα 37 ώρες την εβδομάδα), καθώς και κίνητρα για τους μαχόμενους εκπαιδευτικούς με ανάλογη οικονομική στήριξη της όλης πιλοτικής προσπάθειας. Τα παραγόμενα αποτελέσματα της πιλοτικής παρέμβασης είναι διαθέσιμα για δημόσια κριτική. Στο τέλος, για κάθε πιλοτικό μάθημα συντάσσεται έκθεση αυτοαξιολόγησης της διδακτικής ομάδας που αναρτάται στον ιστότοπο του σχολείου και διαβιβάζεται στο Ε.Ε.Σ. και τον αρμόδιο σχολικό σύμβουλο για αξιολόγηση. Αν το εκάστοτε εγχείρημα έχει επιτυχή έκβαση θα μπορούσε να αποτελέσει προάγγελο μεταρρυθμίσεων και στα άλλα σχολεία. Πάντως η συνεχής επαναξιολόγηση είναι επιβεβλημένη. Τέτοιου είδους πιλοτικά προγράμματα δεν θα πρέπει να εντάσσονται σε ακαδημαϊκούς σχεδιασμούς, γιατί οι ερευνητές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συνήθως είναι εξωτερικοί παρατηρητές που αγνοούν την ανθρωπογεωγραφία και τις ιδιαιτερότητες των σχολικών τάξεων. Ενδιαφέρονται ετεροβαρώς για την παραγωγή δημοσιεύσεων παρά για την κατανόηση και βελτίωση της σχολικής πραγματικότητας. Συχνά το παραγόμενο αποτέλεσμα αλλοιώνεται και πιθανότατα καταλήγει στα ράφια των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών χωρίς να επηρεάσει τη σχολική ζωή. Για αυτό ίσως είναι προτιμότερο να ενισχυθούν οι ουσιαστικές αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων διοίκησης των πρότυπων-πειραματικών σχολείων και να αποκτήσουν σταθερή δομή (Δ.Ε.Π.Π.Σ., Ε.Ε.Σ. και σύλλογος διδασκόντων) εστιάζοντας την προσοχή κυρίως στην καινοτομική εκπαιδευτική έρευνα και τη συνεχή επαγγελματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Σε αυτή την προοπτική η στενή συνεργασία των πανεπιστημιακών ερευνητών και των σχεδιαστών με τους εκπαιδευτικούς των εν λόγω σχολείων είναι αναγκαία.