Αρχική Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: Ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και άλλες διατάξειςΜΕΡΟΣ Α΄ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (άρθρα 1 – 285)Σχόλιο του χρήστη Θωμάς Μπαμπάλης | 16 Ιουνίου 2022, 11:46
Α. ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Παρότι στη δικαιολογητική έκθεση αναφέρεται ότι με το νομοσχέδιο αναβαθμίζεται: α) η συμβολή και ο ρόλος των Πανεπιστημίων στην ανάπτυξη της Δια Βίου Μάθησης και β) εκσυγχρονίζεται η λειτουργία των ΚΕΔΙΒΙΜ, τα σχετικά άρθρα του νομοσχεδίου δεν ανταποκρίνονται επαρκώς στο στόχο αυτό. Συγκεκριμένα: Α) Αναφορικά με τη συμβολή και το ρόλο των Πανεπιστημίων στην ανάπτυξη της Δια Βίου Μάθησης Στο άρθρο 3 του νομοσχεδίου «Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης - Αποστολή των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων» η Δια Βίου μάθηση δεν περιλαμβάνεται στην αποστολή κάτι το οποίο αναφέρονταν ρητά τόσο στο νόμο 4009/11 (Διαμαντοπούλου), όσο και στο νόμο 4485/17 (Γαβρόγλου) όπου διατυπώνονταν, εκτός των άλλων, ότι τα ΑΕΙ: «συμβάλουν στη διά βίου μάθηση με σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, περιλαμβανομένης και της διδασκαλίας από απόσταση, με βάση την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα στο ανώτερο επίπεδο ποιότητας σύμφωνα με τα διεθνώς αναγνωρισμένα κριτήρια» και «ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και των επαγγελματικών πεδίων, καθώς και στις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας, να προωθούν τη διάχυση της γνώσης, την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και την καινοτομία, με προσήλωση στις αρχές της επιστημονικής δεοντολογίας, της βιώσιμης ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής». Επισημαίνεται ότι στην επίτευξη των ανωτέρω στόχων σημαντική συμβολή έχει η επιμόρφωση, η συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση και εν γένει η δια Βίου Μάθηση με την συμβολή των καθηγητών του Πανεπιστημίου και την «μεταφορά» των γνώσεων μέσω των προγραμμάτων που υλοποιούν τα ΚΕΔΙΒΙΜ. Προτείνεται στο άρθρο 3 «Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης - Αποστολή των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων» να προστεθεί: τα ΑΕΙ: «συμβάλουν στη διά βίου μάθηση με σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας, περιλαμβανομένης και της διδασκαλίας από απόσταση, με βάση την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα στο ανώτερο επίπεδο ποιότητας σύμφωνα με τα διεθνώς αναγνωρισμένα κριτήρια» Β) Αναφορικά με τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση της λειτουργίας των ΚΕΔΙΒΙΜ Στο κεφάλαιο ΙΒ΄ «Οργάνωση και Λειτρουργία Κέντρων Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης» και τα άρθρα (112-125) τα ΚΕΔΙΜ από: «μονάδα του Ιδρύματος που εξασφαλίζει το συντονισμό και τη διεπιστημονική συνεργασία στην ανάπτυξη προγραμμάτων επιμόρφωσης, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, κατάρτισης και εν γένει δια βίου» σύμφωνα με το ισχύοντα νόμο 4485/17. Μετατρέπεται «Σε ανεξάρτητη ακαδημαϊκή μονάδα του Ιδρύματος» άρθρο 122 σημείο 3 του νομοσχεδίου. Β. ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 1. Η αλλαγή αυτή κρίνεται θετική. Ωστόσο οι επιμέρους διατάξεις που αφορούν στους σκοπούς, στους στόχους και στη λειτουργία του ΚΕΔΙΒΙΜ περιγράφονται ως καθήκοντα όχι μιας Ακαδημαϊκής Μονάδας, αλλά μιας υπηρεσιακής - διοικητικής δομής η οποία εκτελεί απλά προγράμματα, ως μια μονάδα διαχείρισης. Το γεγονός αυτό αφενός αντιφάσκει στην έννοια της Ακαδημαϊκής Μονάδας και αφετέρου δεν διαφοροποιεί το χαρακτήρα των ΚΕΔΙΒΙΜ από τα ιδιωτικά ΚΕΚ - ΚΔΒΜ. 2. Περιορίζεται ο αναπτυξιακός ρόλος των ΚΕΔΙΒΙΜ όταν προβλέπεται ότι εκτελεί προγράμματα σε επιστημονικές περιοχές που θεραπεύει το Α.Ε.Ι., αγνοώντας ότι: Τα προγράμματα που προσφέρουν τα ΚΕΔΙΒΙΜ αφορούν τα τρία βασικά τμήματα της Δια Βίου Μάθησης: επιμόρφωσης αποφοίτων ΑΕΙ στα πεδία της επιστήμης τους ή και αποφοίτων επιπέδου 4 & 5 του Εθνικού Πλασίου Προσόντων, Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και Γενικής Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Σημειώνεται ότι ειδικά τα προγράμματα Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και Γενικής Εκπαίδευσης Ενηλίκων αφορούν δεξιότητες οι οποίες ναι μεν σχετίζονται με επιστημονικές περιοχές αλλά δεν συνδέονται πάντα άμεσα με αυτές. Στο ΚΕΔΙΒΙΜ λειτουργούν ήδη προγράμματα που φέρουν έσοδα στο Πανεπιστήμιο με Επιστημονικούς και Ακαδημαϊκούς υπεύθυνους από άλλα ΑΕΙ και σε επιστημονικές περιοχές που δεν θεραπεύει το Πανεπιστήμιό μας. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 113 σημείο 1α του νομοσχεδίου, αν ισχύσει, θα πρέπει να διακόψουν τη λειτουργία τους τα προγράμματα αυτά. Επιπρόσθετα ο περιορισμός του άρθρου αυτού αντιφάσκει ως προς: Τι θα γίνει στην περίπτωση που κάποιος Επιστημονικός Υπεύθυνος ο οποίος προέρχεται από άλλο Πανεπιστήμιο, αλλά λόγω του κύρους και της οργάνωσης του ΕΚΠΑ φέρνει τα προγράμματά του στο ΕΚΠΑ, όμως το επιστημονικό τους αντικείμενο δεν συνδέεται με τις επιστημονικές περιοχές που θεραπεύει το Πανεπιστήμιό μας. Υπάρχει προφανής αντίφαση και ταυτόχρονα περιορίζει την ανάπτυξη του ΚΕΔΙΒΙΜ. Επιπρόσθετα δεν συμβάλει στην εξωστρέφεια του Πανεπιστημίου αφού μπορούμε να εκτελούμε προγράμματα και με Επιστημονικούς και Ακαδημαϊκούς Υπεύθυνους Καθηγητές του εξωτερικού και διαθέτουμε ήδη προγράμματα στην Αγγλική γλώσσα. Προτείνεται λοιπόν η αναμόρφωση ή και η απαλοιφή του συγκεκριμένου στοιχείου στο σχετικό άρθρο δηλαδή «….ότι εκτελεί προγράμματα σε επιστημονικές περιοχές που θεραπεύει το Α.Ε.Ι.». 3. Περιορίζονται αναιτίως οι σκοποί και οι δράσεις του ΚΕΔΙΒΙΜ με αποτέλεσμα να περιορίζει την αποτελεσματικότητα του θεσμού. Συγκεκριμένα: Στο Άρθρο 113 του Νομοσχεδίου «Σκοπός του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης» Περιορίζονται ή δεν αναφέρονται οι σκοποί και οι δράσεις του ΚΕΔΙΒΙΜ που αφορούν τον κεντρικό τομέα της Δια Βίου Μάθησης, ενώ ταυτόχρονα τα όσα περιγράφονται προσιδιάζουν μόνο σε μια Διοικητική - Διαχειριστική Δομή και όχι μια Ακαδημαϊκή Μονάδα όπου τα όργανά του υποστηρίζουν με εισηγήσεις και προτάσεις τον Πρύτανη, τη Σύγκλητο, και εν γένει τη Διοίκηση του Ιδρύματος στην ανάπτυξη εκπαιδευτικής πολιτικής στο πεδίο της Δια Βίου Μάθησης στο πλαίσιο του γενικού στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης του Πανεπιστημίου. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται, στο νομοσχέδιο, πέραν των όσων αναφέρονται στο συγκεκριμένο άρθρο να προστεθούν στους σκοπούς και στις δράσεις του ΚΕΔΙΒΙΜ τα παρακάτω: Η παρακολούθηση των εξελίξεων στο πεδίο της δια βίου μάθησης των ευρωπαϊκών και εθνικών πολιτικών, καθώς και των θεσμικών μεταβολών και θεσμικών ρυθμίσεων και στο πλαίσιο αυτό υποβάλλει - εισηγείται στον Πρύτανη, και τη Σύγκλητο, προτάσεις εκπαιδευτικής πολιτικής και ανάπτυξης της Δια Βίου Μάθησης. Η παροχή σύγχρονων γνώσεων και δεξιοτήτων με βάση την ανάπτυξη της επιστήμης, της πληροφορικής και των νέων τεχνολογιών, τη διεθνοποίηση της οικονομίας και τις μεταβολές που επιφέρουν στη δομή της απασχόλησης, τα επαγγέλματα και τις ειδικότητες και, επί τη βάση αυτών, στην προσφορά προγραμμάτων επιμόρφωσης, Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και εν γένει Δια βίου Μάθησης σε υφιστάμενα και νέα αναδυόμενα αντικείμενα. Η ενίσχυση της κουλτούρας εκπαίδευσης και κατάρτισης ενηλίκων με γνώμονα τα κίνητρα συμμετοχής τους στα εκπαιδευτικά προγράμματα, τους τρόπους μάθησης των ενηλίκων και τις ιδιαίτερες ανάγκες τους και μεγαλύτερη αξιοποίηση στα προγράμματα των τεχνικών εκπαίδευσης ενηλίκων. Η υποστήριξη των Επιστημονικών και Ακαδημαϊκών προγραμμάτων με βάση τη διδακτική στόχων, εστιάζοντας στην επίτευξη συγκεκριμένων μαθησιακών αποτελεσμάτων σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, τη μεθοδολογία και τις τεχνικές εκπαίδευσης ενηλίκων. 4. Περιορίζεται χωρίς αιτιολογία ο ρόλος του Επιστημονικού Υπευθύνου των Προγραμμάτων και συγχέεται με τον ρόλο του Ακαδημαϊκού Υπευθύνου όταν διοικεί επιμορφωτικά προγράμματα: Σύμφωνα με το Άρθρο 118 του Νομοσχεδίου «Επιστημονικός - Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος» ως Επιστημονικός Υπεύθυνος δύναται να ορίζεται ο Πρόεδρος του Κέντρου ή άλλο μέλος του Συμβουλίου ή άλλο φυσικό πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις που ισχύουν ανά Α.Ε.Ι. για τον ορισμό Επιστημονικού Υπευθύνου σύμφωνα με το άρθρο 234, υπό την προϋπόθεση ότι το γνωστικό του αντικείμενο ή το εν γένει επιστημονικό ή ερευνητικό του έργου ή η επιστήμη που θεραπεύει σχετίζεται με το αντικείμενο του προς έγκριση προγράμματος. Ο Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος έχει ως αρμοδιότητα την έγκριση ή απόρριψη των αιτήσεων υποψήφιων εκπαιδευομένων, την παρακολούθηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, την εκπόνηση ή έγκριση του εκπαιδευτικού υλικού, την επιλογή των εκπαιδευτών και την κατανομή του διδακτικού έργου και κάθε άλλο ζήτημα για την ορθή υλοποίηση του προγράμματος». Η διάταξη για τον Επιστημονικό Υπεύθυνο όπως έχει διατυπωθεί αφαιρεί το κίνητρο της πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας από τους επιστήμονες που έχουν δυνατότητες και εμπειρίες να δραστηριοποιηθούν στο χώρο της επιμόρφωσης, κατάρτισης και εν γένει της δια βίου μάθησης και να συμβάλουν, στα πλαίσια των δομών του Πανεπιστημίου, ώστε το Πανεπιστήμιο να αποτελέσει αξιόλογο παράγοντα παραγωγικού μετασχηματισμού και ανάπτυξης της χώρας. Η προσέγγιση σ’ αυτό το τμήμα του νομοσχεδίου θα πρέπει να είναι αντίστροφη και να αντιλαμβάνεται τους Επιστημονικούς Υπευθύνους ως φορείς καινοτομίας, επιχειρηματικότητας και ανάπτυξης υπό την έννοια ότι τα Μέλη ΔΕΠ και οι επιστήμονες όπως περιγράφονται στο άρθρο 234 εφόσον έχουν ικανότητες διοίκησης και αναπτυξιακή προσέγγιση χρειάζονται να τους δοθούν κίνητρα, ελευθερίες δράσης και υποστήριξη από τις δομές και τα όργανα διοίκησης ώστε να αυξήσουν το αποτέλεσμα προς όφελος του Πανεπιστημίου της οικονομίας και της κοινωνίας. Στο ΚΕΔΙΒΙΜ του ΕΚΠΑ λειτουργούν ήδη προγράμματα που φέρουν πολύ υψηλά έσοδα στο Πανεπιστήμιο με Επιστημονικούς Υπευθύνους των οποίων η επιστήμη δεν σχετίζεται με το αντικείμενο του προς έγκριση προγράμματος. Τη σύνδεση με το επιστημονικό αντικείμενο την καλύπτει ο Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος του Προγράμματος και τα έργα λειτουργούν εξαιρετικά αποτελεσματικά με αυτή την σύνθεση. Ο ρόλος των Οργάνων Διοίκησης του Κέντρου πρέπει να παραμείνει εποπτικός με αναπτυξιακή στάση και προσήλωση στη χάραξη πολιτικής και να μην συγχέει ούτε να συγκεντρώνει αρμοδιότητες που μπορούν να αναληφθούν από τους Επιστημονικούς Υπευθύνους όπως ορίζονται στο άρθρο 234, παράγραφος 1. Το Κέντρο που συνδυάζει ενέργειες Επιστημονικών Υπευθύνων ως υπεύθυνους σχεδιασμού, οργάνωσης και υλοποίησης έργων και προγραμμάτων, ενέργειες Οργάνων Διοίκησης ως φορείς χάραξης πολιτικής και διαδικασίες εποπτείας, μέσω του Κανονισμού Λειτουργίας του, αποτελεί παράδειγμα καλής πρακτικής και ανάπτυξης στο χώρο της δια βίου μάθησης. Ο ρόλος και οι αρμοδιότητες του Επιστημονικού Υπευθύνου δεν πρέπει να συγχέονται με τον ρόλο του Ακαδημαϊκού Υπευθύνου ο οποίος είναι Υπεύθυνος αποκλειστικά για το γνωστικό αντικείμενο του προγράμματος επιμόρφωσης. Προτείνεται λοιπόν η αναμόρφωση του άρθρου 118 ως εξής: Ως Επιστημονικοί Υπεύθυνοι έργων/προγραμμάτων επιμόρφωσης κατάρτισης συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και εν γένει δια βίου μάθησης δύναται να ορίζονται όπως στο άρθρο 234: α) μέλη Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.), β) μέλη Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) του Α.Ε.Ι., γ) μέλη Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) του Α.Ε.Ι., δ) μέλη Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) του Α.Ε.Ι. που έχουν κατ’ ελάχιστον τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών, ε) επισκέπτες Καθηγητές και επισκέπτες Ερευνητές του άρθρου 172, στ) Συνεργαζόμενοι Καθηγητές του άρθρου 169, ζ) Ερευνητές επί θητεία του άρθρου 172, η) ομότιμοι Καθηγητές και αφυπηρετήσαντα Μέλη Δ.Ε.Π., θ) μεταδιδάκτορες και ι) εξωτερικοί συνεργάτες κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Ο οικείος Επιστημονικός Υπεύθυνος κάθε έργου/προγράμματος είναι αρμόδιος για το σχεδιασμό, την οργάνωση και την υλοποίηση κάθε έργου και προγράμματος επιμόρφωσης κατάρτισης συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και εν γένει δια βίου μάθησης. Σε κάθε επιμορφωτικό πρόγραμμα ορίζεται Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος με επιστημονική συνάφεια με το αντικείμενο του προγράμματος, ο οποίος έχει την ακαδημαϊκή ευθύνη του. Ο Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος φέρει την ευθύνη της επιστημονικής επάρκειας και διάρθρωσης του προγράμματος σπουδών, διασφαλίζει την επιστημονικά ορθή υλοποίησή του προγράμματος και συνυπογράφει τα Πιστοποιητικά που χορηγούνται από το Κέντρο.» 5. Περιορίζεται ο ρόλος του Διευθυντή Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης και ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 117 του νομοσχεδίου «Διευθυντής Επιμόρφωσης - Λοιπό προσωπικό» ο Διευθυντής Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης μετονομάζεται σε Διευθυντή Επιμόρφωσης που δεν αντιστοιχεί με πληρότητα στο πεδίο της Δια Βίου Μάθησης. Το σημαντικότερο ωστόσο είναι ότι με βάση τις αρμοδιότητες που περιγράφονται τα καθήκοντα του περιορίζονται σε διοικητικά και έχουν εξαλειφθεί αρμοδιότητες ουσιαστικές που υποβοηθούν το έργο του Συμβουλίου και του ΚΕΔΙΒΙΜ αναφορικά με την επιμέλεια της ποιοτικής αναβάθμισης των προγραμμάτων προγραμμάτων επιμόρφωσης, κατάρτισης, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και εν γένει δια βίου μάθησης με βάση τη θεωρία και τις τεχνικές εκπαίδευσης ενηλίκων, το οποίο προβλέπονταν στο άρθρο 48 του υφιστάμενου νόμου 4485/17. Ουσιαστικά ο Διευθυντής μετατρέπεται σε ένα διοικητικό Διευθυντή γεγονός που αντιφάσκει με το τίτλο του άρθρου «Διευθυντής Επιμόρφωσης», αφού δεν έχει κανένα επιμορφωτικό καθήκον και αρμοδιότητα. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο Άρθρο 115 «Συμβούλιο του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης» ο Διευθυντής δεν συμμετέχει στο συμβούλιο όπως προβλέπονταν στον υφιστάμενο νόμο 4475/17 αναδεικνύοντας ένα άλλο ζήτημα, δηλαδή πόσο αποτελεσματικά και λειτουργικά μπορεί να υλοποιεί τις αποφάσεις του Συμβουλίου χωρίς τη συμμετοχή του σε αυτό. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το άρθρο 114 του νομοσχεδίου «Όργανα διοίκησης του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης» σημείο 4, ο Διευθυντής Επιμόρφωσης ορίζεται με απόφαση της Συγκλήτου κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης, η οποία επισπεύδεται με επιμέλεια του Πρύτανη του Α.Ε.Ι. Επίσης στο άρθρο 117 «Διευθυντής Επιμόρφωσης - Λοιπό προσωπικό» σημείο 2, δίδεται η δυνατότητα ως Διευθυντής του ΚΕΔΙΒΙΜ να ορίζεται μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.), Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) ή Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) του Ιδρύματος με εμπειρία σε θέματα στα οποία δραστηριοποιείται το Κέντρο. Στο πλαίσιο των διατάξεων αυτών ανακύπτουν τα παρακάτω εύλογα ερωτήματα: Είναι θεσμικά ορθό σε μια Ακαδημαϊκή μονάδα να ορίζεται εξωτερικός Διευθυντής που δεν σχετίζεται οργανικά με το προσωπικό του Ιδρύματος και δεν είναι μέλος του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.), Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) ή Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) με σπουδές ή εμπειρία στην εκπαίδευση ενηλίκων, τη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση, στο σχεδιασμό, τη διαχείριση και την αξιολόγηση έργων και προγραμμάτων όταν το Πανεπιστήμιό μας διαθέτει αξιόλογα στελέχη των ανωτέρω κατηγοριών του προσωπικού; Προτείνεται η αναμόρφωση των άρθρων 114 και 117 και: Ως Διευθυντής να ορίζεται από τη Σύγκλητο κάποιο μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.), Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) ή Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) του Ιδρύματος Να προσαρμοσθούν οι αρμοδιότητες του Διευθυντή που αφορούν την επιμέλεια της ποιοτικής αναβάθμισης των προγραμμάτων προγραμμάτων επιμόρφωσης, κατάρτισης, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και εν γένει δια βίου μάθησης με βάση τη θεωρία και τις τεχνικές εκπαίδευσης ενηλίκων, όπως και στο άρθρο 48 του υφιστάμενου νόμου 4485/17. Ο Διευθυντής να συμμετέχει στο Συμβούλιο του ΚΕΔΙΒΙΜ όπως προβλέπονταν στο νόμο 4485/17. 6. Υπάρχει σύγχυση με τον ρόλο του Ακαδημαϊκού Υπευθύνου: Σύμφωνα με το Άρθρο 122 του Νομοσχεδίου «Επιμορφωτικά και εκπαιδευτικά προγράμματα» «….. Η υποβολή πρότασης για την εκπόνηση ενός (1) εκπαιδευτικού ή επιμορφωτικού προγράμματος πραγματοποιείται από τον Ακαδημαϊκό Υπεύθυνο του προγράμματος προς το Συμβούλιο του Κέντρου….». Στο ΚΕΔΙΒΙΜ υποβάλλονται στην παρούσα φάση οι προτάσεις από τον Επιστημονικό Υπεύθυνο. Ο Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος ορίζεται στα πλαίσια της πρότασης ως ο αρμόδιος για το επιστημονικό αντικείμενο. Τα προγράμματα με αυτόν τον τρόπο λειτουργούν εξαιρετικά αποτελεσματικά διότι στον Ακαδημαϊκό Υπεύθυνο δίνεται η δυνατότητα ενασχόλησης μόνο με το επιστημονικό αντικείμενο. Αντίθετα η παρούσα διάταξη προσδίδει ρόλο στον Ακαδημαϊκό Υπεύθυνο με ευθύνες καθήκοντα και αρμοδιότητες άλλες πέραν του επιστημονικού του αντικείμενου. Η πρόταση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος προς το Συμβούλιο αφορά ουσιαστικά ένα business plan, όπου το γνωστικό – επιστημονικό αντικείμενο αποτελεί σημαντικό μεν αλλά όχι το ένα και μοναδικό στοιχείο της. Για μια επιτυχή πρόταση απαιτείται σφαιρική προσέγγιση διαχείρισης, σχεδιασμού και οργάνωσης αντικείμενο δηλαδή του Επιστημονικού Υπευθύνου. Στο Συμβούλιο του Κέντρου υπεύθυνος και υπόλογος για την πρόταση που περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω απαιτείται να είναι ο Επιστημονικός και όχι ο Ακαδημαϊκός Υπεύθυνος. Ασφαλώς δύναται ο Ακαδημαϊκός να είναι και Επιστημονικός Υπεύθυνος εφόσον το επιθυμεί. Προτείνεται λοιπόν η αναμόρφωση του άρθρου 122 ως εξής: ….. «Η υποβολή πρότασης για την εκπόνηση ενός (1) εκπαιδευτικού ή επιμορφωτικού προγράμματος πραγματοποιείται από τον Επιστημονικό Υπεύθυνο του προγράμματος προς το Συμβούλιο του Κέντρου….» 7. Αλλοιώνεται ο ρόλος του Προέδρου ή άλλου Μέλους του συμβουλίου του Κέντρου: Σύμφωνα με το Άρθρο 124 του Νομοσχεδίου «Συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης» «Η οικονομική διαχείριση των πόρων πάσης φύσεως συγχρηματοδοτούμενων έργων και προγραμμάτων κατάρτισης και δια βίου μάθησης πραγματοποιείται μέσω των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (Ε.Λ.Κ.Ε.) των Α.Ε.Ι. Ως Επιστημονικός Υπεύθυνος ορίζεται υποχρεωτικά ο Πρόεδρος ή άλλο μέλος του Συμβουλίου του Κέντρου μετά από σχετική απόφαση του Συμβουλίου». Τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα που δύναται να έχουν αποδέκτες την ακαδημαϊκή κοινότητα και δεν αφορούν στην τυπική εκπαίδευση προκύπτει να αντιμετωπίζονται διαφορετικά ως προς την Επιστημονική Ευθύνη το οποίο είναι μη αποδεκτό. Το ίδρυμα για να προσελκύσει πόρους από συγχρηματοδοτούμενα ανταγωνιστικά έργα και προγράμματα κατάρτισης και δια βίου μάθησης χρειάζεται Επιστημονικούς Υπευθύνους οι οποίοι να έχουν κίνητρα και χρόνο ώστε να εντοπίσουν, να διεκδικήσουν και στη συνέχεια να σχεδιάσουν και υλοποιήσουν τα έργα. Ο Πρόεδρος του Κέντρου και τα Μέλη του Συμβουλίου έχουν εποπτικό ρόλο σ’ όλα τα έργα / προγράμματα επιμόρφωσης συγχρηματοδοτούμενα ή μη και όχι ρόλο Επιστημονικού Υπευθύνου / διαχειριστή. Σε Ιδρυματικό Έργο θα μπορούσε να είναι υπόλογος ή συντονιστής ο Πρόεδρος ή κάποιο μέλος του Συμβουλίου του Κέντρου, με εκχώρηση ίσως αρμοδιότητας από τον Πρόεδρο. Επιστημονικός Υπεύθυνος όμως θα πρέπει να είναι όποιος σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 234, παράγραφος 1 μπορεί να οργανώσει και να διεκδικήσει για λογαριασμό του Ιδρύματος έργο επιμόρφωσης. Προτείνεται λοιπόν η αναμόρφωση του άρθρου 124 ως εξής: ….. «Η οικονομική διαχείριση των πόρων πάσης φύσεως συγχρηματοδοτούμενων έργων και προγραμμάτων κατάρτισης και δια βίου μάθησης πραγματοποιείται μέσω των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (Ε.Λ.Κ.Ε.) των Α.Ε.Ι.. Επιστημονικός Υπεύθυνος ορίζεται σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 234 παράγραφος 1, μετά από σχετική απόφαση του Συμβουλίου». 8. Το Συμβούλιο του Κέντρου λανθασμένα παρεμβαίνει σε επιμέρους διαδικασίες διαχειριστικού τύπου οργάνωσης και υλοποίησης των Προγραμμάτων. Σύμφωνα με το Άρθρο 115 του Νομοσχεδίου «Συμβούλιο του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης» ….. «ιθ) αποφασίζει τις μεθόδους προβολής και δημοσιότητας των επιμορφωτικών προγραμμάτων και δράσεων του Κέντρου». Η προβολή και δημοσιότητα των επιμορφωτικών προγραμμάτων αποτελεί αρμοδιότητα και καθήκον του Επιστημονικού Υπευθύνου στα πλαίσια της οργάνωσης και ευθύνης του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του έργου/προγράμματος. Στο άρθρο 234 «Επιστημονικός Υπεύθυνος» του παρόντος Σχεδίου Νόμου καθορίζονται οι αρμοδιότητες του ΕΥ των έργων/προγραμμάτων. Αποφάσεις από το Συμβούλιο του Κέντρου για τα επιμέρους επιμορφωτικά προγράμματα θα περιορίσουν την πρωτοβουλία των Επιστημονικών Υπευθύνων και θα αποτελέσουν ένα επιπλέον γραφειοκρατικό εμπόδιο στην αποτελεσματική υλοποίηση των προγραμμάτων. Αντίθετα, το Συμβούλιο του Κέντρου θα πρέπει να αποφασίζει για την προβολή των δράσεων και του έργου του Κέντρου συνολικά στοχεύοντας στην ενίσχυση του brand name. Προτείνεται λοιπόν η αναμόρφωση του άρθρου 115 ως εξής: ….. «ιθ) αποφασίζει τις μεθόδους προβολής και δημοσιότητας των δράσεων του Κέντρου».