Αρχική Η ελληνόγλωσση εκπαίδευση στη διασπορά2ο πεδίο διαβούλευσης: Αποτίμηση των σημερινών δομών παροχής ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης σε σχέση με (α) την παιδαγωγική τους καταλληλότητα, (β) την αποτελεσματικότητά τους, (γ) το κόστος και (δ) τις προοπτικές κοινωνικο-οικονομικής ένταξης των νέων γενιών ελληνικής καταγωγής στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησηςΣχόλιο του χρήστη Αριάδνη Αντωνιάδη | 9 Μαρτίου 2011, 21:09
Σχετικά με τη λειτουργία των ελληνικών σχολείων στη Γαλλία και ειδικότερα στο Παρίσι : Η οργάνωση των Τμημάτων Ελληνικής Γλώσσας την Τετάρτη, το Σάββατο και ορισμένα άλλα απογεύματα της εβδομάδας ήταν και είναι η καλύτερη δυνατή και αποδεκτή δομή για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας διότι : Σε συνάρτηση με το πρόγραμμα της γαλλικής εκπαίδευσης όπως αυτή παρέχεται στους μαθητές μας και στα παιδιά μας, η Τετάρτη, το Σάββατο και τα απογεύματα ημερών όπως η Παρασκευή και η Τρίτη είναι οι πλέον κατάλληλες μέρες οργανωτικά και παιδαγωγικά για την εκμάθηση γλωσσών και την απασχόληση τους με άλλες εξωσχολικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα τα αξιόλογα κρατικά γαλλικά ωδεία λειτουργούν πάντα την Τετάρτη, το Σάββατο και τα απογεύματα της εβδομάδας που οι μαθητές δεν έχουν σχολείο την επομένη. Το ίδιο συμβαίνει και με τη λειτουργία Ινστιτούτων εκμάθησης άλλων ξένων γλωσσών . Αρα η συγκεκριμμένη επιλογή είναι απόλυτα συναφής με το γενικότερο πλαίσιο εκπαίδευσης στην Γαλλία, προσαρμοσμένη στο διαθέσιμο χρόνο των μαθητών και ανταποκρίνεται στις δυνατότητες των οικογενειών τους . Επίσης, η ιδέα της ίδρυσης Ελληνικού Ινστιτούτου ή καποιου ελληνικού κέντρου-σχολείου, η οποία εξετάστηκε και συζητήθηκε με τους ενδιαφερόμενους φορείς για πρώτη φορά το 1999-2000, με πρωτοβουλία του τότε μόνιμου εκπρόσωπου της Ελλάδας στην UNESCO κ Β. Βασιλικού και του Συντονιστικού γραφείου εκπαίδευσης, συνάντησε δυσκολίες οικονομικές αλλά και πρακτικές σε σχέση με την απήχηση που είχε στις οικογένειες των μαθητών μας. Οσον αφορά στην αποτελεσματικότητα των παρεχομένων μαθημάτων και παρά τα φαινόμενα περιπτώσεων εκπαιδευτικών και Συντονιστών που δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα με την αδυναμία συνεργασίας, την εμμονή στις προσωπικές και μόνον απόψεις τους, και την έλλειψη σεβασμού στο έργο των συναδέλφων τους, η εμπειρία χρόνων αποδεικνύει : -Το αμείωτο ενδιαφέρον των μαθητών και των οικογενειών τους για τα μαθήματα των Τμημάτων Ελληνικής Γλώσσας, ιδιαίτερα στις μικρότερες ηλικίες, όπου τα παιδιά έχουν λιγότερες υποχρεώσεις στο γαλλικό σχολείο. -Τη βελτίωση των σχέσεων και της συνεργασίας με τους γονείς, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους στο Παρίσι είναι πεισμένοι για τη σημασία της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στα παιδιά τους, κι αυτό όχι για λόγους μονο πατριωτικούς (ή και ιδεοληπτικούς) αλλά για τη σπουδαιότητα της γνώσης της ελληνικής γλώσσας ως γνωσιολογικό αντικείμενο. Γνώση η οποία λειτουργεί παράλληλα ως γέφυρα πολιτισμική, κοινωνική, ιστορική, ψυχολογική με ότι μπορεί να εμπεριέχει η έννοια της ταυτότητας και της καταγωγής. Στην προκειμένη περίπτωση της ελληνικής. - Την σαφή αναβάθμιση της ποιότητας παρεχόμενης γνώσης, η οποία δημιούργησε κίνητρα για τη συμμετοχή με επιτυχία στις εξετάσεις για τα πιστοποιητικά ελληνομάθειας και την επιλογή των ελληνικών ως πρωτης ή δεύτερης ξένης γλώσσας στις εξετάσεις για το γαλλικό μπακαλορεά. Επίσης η δυνατότητα βαθμολόγησης –στους γαλλικούς ελέγχους-από τους έλληνες εκπαιδευτικούς του μαθήματος ελληνικής γλώσσας όπως αυτό διδάσκεται στα ΤΕΓ, επιτρέπει στους μαθητές από την ηλικία των 11 ετών να εντάξουν το μάθημα στη σχολική τους ζωή στη γαλλική εκπαίδευση. - Την όλο και αυξανόμενη ζήτηση διδασκαλίας ελληνικών στους ενήλικες στο Παρίσι, οι οποίοι και συμμετέχουν σε εξετάσεις πιστοποιητικών αλλά κυρίως εκφράζουν με κάθε τρόπο το ενδιαφέρον τους για τη χώρα, τη γλώσσα, τις πολιτιστικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες της Ελλάδας. Τέλος το οικονομικό κόστος λειτουργίας των ΤΕΓ στο Παρίσι , παραμένει συγκριτικά συμφέρον διότι αφενός μεν στα σχολεία το ενοίκιο είναι ανύπαρκτο ή σχετικά μικρό και αφετέρου θα μπορούσε να προταθεί στους γονείς να συμμετάσχουν οικονομικά δεδομένης της οικονομικής κατάστασης στη χώρα μας. Το θέμα του επιμισθίου είναι μια αναγκαιότητα για τη επιβίωση των εκπαιδευτικών σε μια ξένη χώρα. Παρόλα αυτά, ας υπολογίσουμε ότι στη Γαλλία για παράδειγμα , πολλοί εκπαιδευτικοί εργάζονται χωρίς το επιμίσθιο (παρατάσεις για οικογενειακούς λόγους). Τα τμήματα ενηλίκων, τα οποία στο Παρίσι έχουν σήμερα πάνω από 200 μαθητές θα μπορούσαν επίσης να συνεισφέρουν οικονομικά μέσω της καταβολής διδάκτρων, τα οποία και είναι πρόθυμοι οι ενδιαφερόμενοι να πληρώσουν εφόσον χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη των σχολείων και της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας. Τα Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας πρέπει να υποστηριχτούν και να βοηθηθούν ανεπιφύλαχτα και όχι να χαθούν στη δείνη των σημερινών τραγικών οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα. Τα μεγαλεπήβολα και φιλόδοξα σχέδια θεαματικών αλλαγών της παρεχόμενης εκπαίδευσης στο εξωτερικό, όταν η χώρα μας ζει καταστάσεις αξιακών και κοινωνικών κρίσεων καθώς και τραγικών οικονομικών επιπτώσεων, είναι μάλλον ανακόλουθα και οξύμωρα. Η δε πρόσληψη ωρομισθίων ως λύση, καμιά σχέση δεν έχει με την εκπαιδευτική διαδικασία και την αναβάθμιση της ελληνόγλωσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό, αλλά προφανώς επιβάλλεται από τους νόμους των « Αγορών » και τα εργασιακά μοντέλα που προωθούν. Ας προστατευεί με γνώση και φρόνηση ένας θεσμός που έχει δείξει την αντοχή και τη σπουδαιότητά του στο χρόνο. Υπάρχουν και οι εκπαιδευτικοί και οι φορείς και η εμπειρία και η βούληση που χρειάζονται, για να συσπειρώσουν αντί να διχάσουν, να συνεργαστούν αντί να καταστρέψουν και να συνεισφέρουν με σοβαρότητα και επίγνωση των σημερινών οικονομικών συγκυριών, που τελικά απειλούν γενικότερα τους θεσμούς, τις κοινωνικές δομές και την παράδοση του ανθρωπισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αριάδνη Αντωνιάδη, εκπαιδευτικός αποσπασμένη στη Γαλλία