Αρχική Συμπράξεις Παραγωγικών και Ερευνητικών Φορέων[Οδηγός Εφαρμογής] – Διαδικασία και κριτήρια αξιολόγησης των προτάσεωνΣχόλιο του χρήστη Κώστας Αλεξανδρίδης, PhD | 13 Μαρτίου 2011, 06:42
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Εδώ και χρόνια πέρα από Ακαδημαϊκός ερευνητής Πανεπιστημίων και φορέων του Εξωτερικού έχω διατελέσει ως κριτής/αξιολογητής και μέλος επιτροπών του Εθνικού Ερευνητικού Φορέα των ΗΠΑ (NSF), και αντίστοιχων στην Ολλανδία, στην Αυστραλία, μεταξύ άλλων. Το σχόλιό μου παρέχει τις σκέψεις και προβληματισμούς που ανακύπτουν από την ανάγνωση του οδηγού εφαρμογής σχετικού με την διαδικασία της αξιολόγησης των ερευνητικών προτάσεων. Πριν απ’ όλα, πιστεύω πως το προτεινόμενο πλαίσιο κινείται προς την σωστή κατεύθυνση και ενθαρρύνει την ανταγωνιστικότητα, καινοτομία και την παραγωγή υψηλού κύρους και κοινωνικά συναφούς έρευνας, επιστημονικής γνώσης και τεχνολογίας. Τα παρακάτω σημεία πιστεύω πως θα πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα: 1. Οι κριτές θα πρέπει να επιλέγονται μεταξύ των άλλων κριτηρίων μέσω δήλωσης ασυμβίβαστου της ιδιότητας του κριτή όχι μόνο με βάση μη-συμμετοχής στην συγκεκριμένη πρόταση, αλλά και αποκλεισμό με βάση κάθε προηγούμενη συνεργασία με οποιαδήποτε μέλος της ομάδας συμμετοχής στην ερευνητική πρόταση σε ερευνητικά προγράμματα, δημοσιεύσεις, σύνδεσης μέσω κοινών μεταπτυχιακών ή μεταδιδακτορικών φοιτητών, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, ή κάθε επαγγελματικής, οικονομικής ή προσωπικής/κοινωνικής δράσης που θέτει την επιστημονική κρίση και την ποιότητά της υπό αμφισβήτηση, κατά τα τελευταία 5 έτη. 3. Τα αποτελέσματα της κρίσης αξιολόγησης των προτάσεων θα πρέπει να είναι ανοικτά και δημόσια ακολούθως της τελικής αξιολόγησης των προτάσεων (για τις επιτυχόντες προτάσεις), τόσο προς τους υποβάλλοντες φορείς των προτάσεων, αλλά και στο κοινό εν γένει, ώστε να διασφαλίζεται η αξιοπιστία και η ποιότητα της διαδικασίας αξιολόγησης και του κύρους του φορέα διοργάνωσης των προκηρύξεων. 4. Η αξιολόγηση αυτή καθεαυτή θα πρέπει να αναζητά και να αναγνωρίζει πρώην επιτυχημένες ή αποτυχημένες προτάσεις και αξιολογήσεις, και να ζητείται από τους φορείς συμμετέχοντες στην πρόταση να δηλώσουν υποχρεωτικά κάθε παρούσα ή ενεργούς ερευνητικής πρότασης που έχει χρηματοδοτηθεί με εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους και έχει κοινό γνωστικό αντικείμενο έρευνας με την πρόταση για την οποία ζητείται η χρηματοδότηση. Η διαδικασία αυτή θα βοηθήσει τους κριτές/αξιολογητές και τον φορέα διακήρυξης (την ΓΓ εν προκειμένω) να απορρίπτει προτάσεις από αναξιόπιστους φορείς ή μέλη των κοινοπραξιών, ή με ιστορία κακής διαχείρισης κονδυλίων και πόρων σε προηγούμενες χρηματοδοτήσεις έργων (πχ, στα προηγούμενα 5 έτη). 5. Η παραγωγή δεδομένων, βάσεων δεδομένων, συστηματικών παρατηρήσεων και αξιολογήσεων κριτηρίων, χρονικών, χωρικών και άλλων μορφών διαχείρισης της πληροφορίας θα πρέπει να είναι ένας από τους βασικούς άξονες τόσο της πρωτοβουλίας, αλλά σημαντικότερα, της διαδικασίας αξιολόγησης. Επιστημονική έρευνα δίχως την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή στοιχείων και επιστημολογικών βάσεων έχει λίγη αξία και είναι πολύ δύσκολο να αξιολογηθεί με βάση τις μεσο- και μακροχρόνιες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές επιπτώσεις της. Οι προτάσεις θα πρέπει να υποβάλλουν και να αξιολογούνται αναλόγως ολοκληρωμένο σχεδιασμό/πλάνο διαχείρισης πληροφορίας και βάσεων δεδομένων. 6. Επιστημονικό και ερευνητικό έργο έχει σημαντικές ωφέλειες στην Παιδεία και την εκπαίδευση. Η μεταφορά της state-of-the-art ερευνητικής τεχνογνωσίας στην Ανώτατη Παιδεία πρέπει να αποτελεί έναν από τους βασικούς τομείς αξιολόγησης των προτάσεων, ιδιαίτερα όταν ΑΕΙ ή ινστιτούτα του ευρύτερου δημοσίου τομέα συμμετέχουν. Η ωφέλεια προς την κοινωνία δεν επαρκεί όταν δεν δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την μεταφορά της τεχνογνωσίας, επιστημονικής και ερευνητικής μεθοδολογίας και επιστημολογικού πλαισίου από την πρωτογενή έρευνα στην διδασκαλία (τόσο σε πτυχιακό, μεταπτυχιακό και μεταδιδακτορικό επίπεδο εκπαίδευσης). Σε ιδιαίτερες κατηγορίας έρευνας (πχ, επιπτώσεις κλιματικής αλλαγής), τούτη η εκπαιδευτική ανάγκη πρέπει να επεκτείνεται και στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση (πχ, ανανέωση της ύλης και πρωτόκολλων διδασκαλίας σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της). 7. Η αξιολόγηση θα πρέπει επίσης να αναγνωρίζει την ανάγκη όχι μόνο της εθνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας εν γένει, αλλά θα πρέπει να παρέχει κίνητρα και αντίστοιχη αξιολόγησης που επιβραβεύει την σύνδεση των τοπικών και περιφερειακών κοινωνιών με την ερευνητική προσπάθεια, τόσο σε επίπεδο πολιτών και των οργανώσεών τους, όσο και των φορέων όπως τοπικών κυβερνητικών ή μη-κυβερνητικών ομάδων, εκπαιδευτικών ή κοινωφελών οργανισμών κλπ. Έρευνα και ανάπτυξη θεμελιωμένη σε γερά θεμέλια στις τοπικές κοινωνίες και με συνεργασία κοινωνικών ομάδων και φορέων έχει περισσότερες πιθανότητες να επιτύχει αλλά και να φέρει επωφελείς κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές αλλαγές και μετασχηματισμούς. 8. Η αξιολόγηση θα πρέπει να έχει συγκεκριμένες και κατοχυρωμένες διαδικασίας λύσης ουσιαστικά και φαινομενικά αντικρουόμενων στόχων και στρατηγικών. Για παράδειγμα, μοντέλα επιχειρηματικής αριστοποίησης/μεγιστοποίησης έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην βιώσιμη διαχείριση φυσικών πόρων στα μοντέλα πράσινης ανάπτυξης, και έρχονται σε σοβαρές προστριβές με τις κοινωνικές διαστάσεις της ανάπτυξης. Παρόμοιες αντικρούσεις παρά το γεγονός πως ενέχουν πολιτικών στόχων και πρωτοβουλιών, παραμένουν συχνά θεματικά αντικείμενα των επιστημονικών διαλεκτικών και επιστημολογικών διαδικασιών που τις γεννούν. Με αυτές τις σκέψεις, θα ήθελα να κλείσω τον σχολιασμό μου. Θα επιθυμούσα να ευχηθώ κάθε επιτυχία στην παρούσα διαβούλευση και το προτεινόμενο πλαίσιο στο μέλλον.