• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΔΙΠ Πανεπιστημίου Μακεδονιας' | 14 Ιουλίου 2024, 16:20

    Η ακαδημαϊκή εξέλιξη των μελών ΕΔΙΠ κατόχων διδακτορικού μέσω ένταξης σε μόνιμη προσωποπαγή θέση Επίκουρου Καθηγητή μετά από κρίση, είναι μείζονος σημασίας για πολλαπλούς λόγους, οι οποίοι έχουν πολλάκις αναφερθεί στην παρούσα διαβούλευση. Αναφέρω ενδεικτικά τους ακόλουθους: - Αξιοποιoύνται συγκεκριμένα επιστήμονες που διαθέτουν αναγνωρισμένο επιστημονικό-ερευνητικό έργο οι οποίοι εργάζονται αδιάκοπα στα Ελληνικά Πανεπιστήμια κατά την τελευταία 20ετία, επιτελούν αυτοδύναμο διδακτικό έργο, επιβλέπουν διπλωματικές εργασίες και γενικά καλύπτουν πάγιες και διαρκείς διδακτικές ανάγκες διαφόρων γνωστικών αντικειμένων. - Ενισχύεται ο αριθμός των διδασκόντων των ΑΕΙ, χωρίς δημοσιονομική δαπάνη (Οι υπάρχουσες πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού των Ε.Ε.Π. και Ε.ΔΙ.Π., μεταφέρονται για την κάλυψη μισθολογικής δαπάνης των νέων θέσεων ΔΕΠ με ελάχιστες διαφορές, το υπουργείο οικονομικών μπορεί να δώσει τα σχετικά στοιχεία) και επιπλέον βελτιώνεται η προβληματική αναλογία ΔΕΠ/φοιτητή που σήμερα είναι ο κατώτατος της Ευρώπης (1/47) , κάτι που δεν πρόκειται να γίνει με τον ισχύοντα ρυθμό προκηρύξεων θέσεων ΔΕΠ διαφόρων γνωστικών αντικειμένων. Ανεξαρτήτως των παραπάνω όμως πρέπει να επισημανθεί ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα για ένα υπάλληλο είτε δημόσιου, είτε ιδιωτικού τομέα και ειδικά εκπαιδευτικού, από την κατάργηση προοπτικών επαγγελματικής εξέλιξης ήδη από μια άκρως παραγωγική ηλικία 40+ κατά την οποία τα μέλη ΕΔΙΠ φτάνουν στις περισσότερες περιπτώσεις στην Α’ και καταληκτική βαθμίδα. Απουσία κινήτρων και επιβράβευσης, προωθούνται είτε στο να αναζητήσουν αλλού την επαγγελματική καταξίωση που δικαιούνται (π.χ. ιδιωτικά Πανεπιστήμια ή καταστάσεις brain drain, είτε να «βαλτώσουν» (γεγονός καταστροφικό για την τη χώρα και την γενιά αυτή όταν μιλάμε για εκπαίδευση και μάλιστα τριτοβάθμια) υιοθετώντας κατώτερα παραγωγικά στάνταρ και έχοντας σε πολλές περιπτώσεις 20 και πλέον έτη ακαδημαϊκής υπηρεσίας ακόμη μπροστά τους, μιας και η εργασία τους η οποία είναι πανομοιότυπη με ενός μέλους ΔΕΠ θεσμικά δεν ανταμείβεται. Σχετικά με την «ανοικτή» διαδικασία που πολλές φορές ακούγεται για το συγκεκριμένο θέμα, είναι προφανές ότι αν σε μια τέτοια περίπτωση προκηρυχθεί η θέση ανοιχτά, τότε δε μιλάμε για εξέλιξη ενός μέλους ΕΔΙΠ αλλά για ανεξάρτητη προκήρυξη στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο με επιπρόσθετη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού σε περίπτωση που η θέση καλυφθεί τελικά από άλλον επιστήμονα μιας και πλέον θα αμείβονται από τον κρατικό προϋπολογισμό δύο υπάλληλοι και όχι μόνο ο ένας που ήδη θεραπεύει το συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο. Είναι προφανές ότι θα θεσπιστεί μια σειρά κριτηρίων τα οποία θα πρέπει να πληρούνται ώστε ένα μέλος ΕΔΙΠ να μετατραπεί σε επίκουρο καθηγητή και τα οποία δεν είναι άλλα από αυτά που εξετάζονται κατά της προκηρύξεις στη βαθμίδα του επίκουρου. Είναι βέβαιο ότι σε πολλές περιπτώσεις τα μέλη ΕΔΙΠ θα βρεθούν να έχουν πλεονάζοντα προσόντα που μπορεί να αγγίζουν και τη βαθμίδα του αναπληρωτή, ειδικά αν αυτά ήδη υπηρετούν στα πανεπιστήμια για πάνω από μια δεκαετία. Τα τμήματα και εν γένει τα πανεπιστήμια προφανώς θα εξετάζουν κατά περίπτωση τα στοιχεία αυτά και τελικά θα αποφαίνονται για την αίτηση μετακίνησης του μέλους ΕΔΙΠ στην κατηγορία των ΔΕΠ. Δε θα πρέπει να παραληφθεί να αναφερθεί ότι η υφιστάμενη αδικία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη όταν για συγκεκριμένη κατηγορία εκπαιδευτικών των ΤΕΙ βρέθηκε τρόπος να μετατραπούν σε μέλη ΔΕΠ τάχιστα ενώ ταυτόχρονα, για λόγους ακατανόητους δεν μπορεί να βρεθεί μια φόρμουλα που να αξιολογεί αξιοκρατικά τα μέλη ΕΔΙΠ καταδικάζοντας τα να παραμένουν επαγγελματικά και ακαδημαϊκά στάσιμα και εγκλωβισμένα. Είναι άλλωστε γνωστό ότι σχετικές ρυθμίσεις έχουν υλοποιηθεί και στο παρελθόν (ένταξη στην εισαγωγική βαθμίδα μελών ΔΕΠ) όπως π.χ. οι Νόμοι 1268/15-7-1982 (άρθρο 31), 2517/11-8-1997 (άρθρο 3), 3027/28-6-2002 (παρ. 23, άρθρο 3), των οποίων έκανε χρήση ένας μεγάλος αριθμός Καθηγητών (σήμερα τακτικών, Ομότιμων, συνταξιοδοτηθέντων), που προσέφεραν και προσφέρουν τα μέγιστα στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο. Μιας και στην συνεδρίαση της 10/7 της Βουλής επισημάνθηκε η ύψιστη σοβαρότητα του θέματος και για το λόγο αυτό ο ίδιος ο υπουργός παιδείας ανέλαβε την ευθύνη να το εξετάσει και να το ολοκληρώσει με τον δέοντα τρόπο, με μεγάλη ελπίδα και προσδοκία, αναμένουμε αυτή τη φορά την αποκατάσταση αυτής της αδικίας. Ένα απλό αλλά συνάμα σοβαρό εκπαιδευτικό αλλά και εργασιακό θέμα είναι η ώρα να επιλυθεί αξιοκρατικά και ορθολογικά.