Η ελλιπής επιμόρφωση, η αναξιοκρατία και η έλλειψη κριτηρίων στην αξιολόγηση και στις κρίσεις των στελεχών της εκπαίδευσης έχει οδηγήσει στην αποδόμηση του συστήματος και στην έλλειψη εκτίμησης και εμπιστοσύνης των στελεχών.
Είναι επιτακτική ανάγκη να θεσπιστεί ένα διαφανές και αξιοκρατικό σύστημα κρίσης και επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης, που θα στηρίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια και αρχές, ώστε να δοθεί οριστικό και αμετάκλητο τέλος στις γνωστές παθογένειες του συστήματος, που ταλανίζουν την εκπαίδευση και τους εκπαιδευτικούς.
Κριτήρια επιλογής
* Τα κριτήρια πρέπει να είναι αντικειμενικά και μετρήσιμα και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της θέσης που κάθε φορά προκηρύσσεται ως προς τη γνώση και την εμπειρία. Βάση για την πρότασή μας θα αποτελέσουν και οι προτάσεις ειδικών επιστημόνων, συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών ( ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ) καθώς και των πολιτών που θα πάρουν μέρος στη διαβούλευση.
Ειδικά προγράμματα επιμόρφωσης στελεχών της εκπαίδευσης.
* Τα στελέχη της εκπαίδευσης, που θα επιλεγούν, θα επιμορφωθούν σε θέματα αντίστοιχα με τις απαιτήσεις της θέσης που πρόκειται να καλύψουν σε ειδικά προγράμματα τα οποία θα λειτουργούν είτε σε συνεργασία με την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης είτε με αντίστοιχα Τμήματα Πανεπιστημίων, είτε με τους υφιστάμενους φορείς επιμόρφωσης.
* Όσοι ολοκληρώνουν με επιτυχία τον κύκλο σπουδών θα λαμβάνουν πιστοποιητικό διοικητικής επάρκειας, το οποίο θα αποτελεί μια από τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης.
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
1. Επιλογή Σχολικών Συμβούλων
Υποψήφιοι για τις θέσεις Σχολικών Συμβούλων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης μπορεί να είναι εκπαιδευτικοί Προσχολικής Αγωγής και Δημοτικής Εκπαίδευσης με 16ετή εκπαιδευτική υπηρεσία και επί 8 τουλάχιστον έτη έχουν ασκήσει διδακτικά καθήκοντα.
Κριτήρια Επιλογής Σχολικών Συμβούλων
Α. Επιστημονική και Παιδαγωγική κατάρτιση και συγκρότηση Διδακτορικό δίπλωμα 8
Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών 5
Μετεκπαίδευση δύο ετών 4
Ετήσια επιμόρφωση (600 ώρες και πάνω, ΣΕΛΔΕ, ΠΑΤΕΣ, ΕΑΠ) 1
Εξάμηνη επιμόρφωση (300 ώρες και πάνω) 0,75
Τρίμηνη επιμόρφωση, καθώς και επιμόρφωση στα ΠΕΚ, εκτός της εισαγωγικής (200 ώρες και πάνω) 0,50
Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις νέες τεχνολογίες 1
Δεύτερο πτυχίο Πανεπιστημίου 3
Πτυχίο Παιδαγωγικής Ακαδημίας – Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπ/σης ή Σχολής Νηπιαγωγών- Παιδαγωγικού Τμήματος Προσχολικής Αγωγής που δεν χρησιμοποιήθηκε για διορισμό (και η εξομοίωση). 1
Πτυχίο Πανεπιστημίου που χρησιμοποιήθηκε για απόκτηση πτυχίου Παιδαγωγικής Ακαδημίας – Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπ/σης ή Σχολής Νηπιαγωγών- Παιδαγωγικού Τμήματος Προσχολικής Αγωγής. 1
Πανεπιστημιακό πτυχίο ή μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή, ως αποδεικτικό γνώσης ξένης γλώσσας, καθώς και Επάρκεια ή Proficiency ή αντίστοιχοι τίτλοι άλλων γλωσσών 1
Lower ή αντίστοιχοι τίτλοι άλλων γλωσσών 0,50
Για την ίδια γλώσσα οι μονάδες δεν αθροίζονται και μέχρι 2 μονάδες για περισσότερες από μία γλώσσες
Β. Υπηρεσιακή κατάσταση και διδακτική εμπειρία
Εκπαιδευτική υπηρεσία πέραν της απαιτούμενης για την επιλογή μονάδες 1 για κάθε έτος και μέχρι 8 μέχρι 8
Διδακτικό έργο πέραν του απαιτούμενου για την επιλογή μονάδες 1 για κάθε έτος και μέχρι 8 μέχρι 8
Γ. Άσκηση καθοδηγητικού έργου και διοικητικών καθηκόντων Άσκηση καθηκόντων Σχολικού Συμβούλου 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι4 μέχρι 4
Άσκηση καθηκόντων Περιφερειακού διευθυντή ή Διευθυντή Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένου Γραφείου Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένου Διεύθυνσης ΥΠ.Ε.Π.Θ. ή Προέδρου ή Διευθύνοντος Συμβούλου ή Διευθυντή Οργανισμού, που εποπτεύεται από το ΥΠ.Ε.Π.Θ., 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι 2 μέχρι 2
Άσκηση καθηκόντων Διευθυντή Σχολικής Μονάδας ή ΣΕΚ 0,5 της μονάδας για κάθε έτος και μέχρι 2 μέχρι 2
Άσκηση καθηκόντων Υποδιευθυντή Σχολικής Μονάδας ή Προϊσταμένου μέχρι τριθέσιων δημοτικών σχολείων ή νηπιαγωγείων μονάδες 0,50 για κάθε έτος και μέχρι 1 μέχρι 1
Συμμετοχή σε Κεντρικά Υπηρεσιακά Συμβούλια μονάδες 0,5 για κάθε έτος και μέχρι 1 μέχρι 1
Συμμετοχή σε Περιφερειακά Υπηρεσιακά Συμβούλια μονάδα 0,5 για κάθε έτος και μέχρι 1. μέχρι 1
Συμμετοχή στο Συμβούλιο Επιλογής Σχολικών Συμβούλων μονάδας 0,5 για κάθε έτος και μέχρι 1 μέχρι 1
Συμμετοχή στα Συμβούλια Επιλογής Διευθυντών Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένων Γραφείων Εκπαίδευσης μονάδες 0,5 για κάθε έτος και μέχρι 1 μέχρι 1
Σε περίπτωση παράλληλης συμμετοχής στα Συμβούλια οι μονάδες δεν αθροίζονται
Δ. Συγγραφικό ερευνητικό έργο
α. Η έκδοση και κυκλοφορία βιβλίων που έχουν σχέση με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων. Έχουν τεκμηρίωση και αξιοποιούν τη σχετική ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία. Αναφέρεται ο αριθμός της έκδοσης. Μονάδες μέχρι 2. μέχρι 2
β. Η δημοσίευση άρθρων, που ικανοποιούν τις προϋποθέσεις της προηγούμενης περίπτωσης και επιπλέον έχουν δημοσιευθεί σε έγκυρα
επιστημονικά περιοδικά. Μονάδες μέχρι 2.
μέχρι 2
γ. Οι ανακοινώσεις και εισηγήσεις σε συνέδρια, ημερίδες, συνδιασκέψεις και τηλεσυνδιασκέψεις που ικανοποιούν τις προϋποθέσεις της περίπτωσης α` και επιπλέον έχουν καταχωρηθεί στα οικεία πρακτικά.
Μονάδες μέχρι 2. μέχρι 2
δ. Η συμμετοχή σε ομάδες συγγραφής διδακτικών βιβλίων. Μονάδες μέχρι 2. μέχρι 2
Οι αξιολογικές μονάδες από το συγγραφικό και ερευνητικό έργο δεν
υπερβαίνουν τις 6 συνολικά.
Ε. Συνέντευξη
Η διαδικασία της συνέντευξης θα πρέπει να στοχεύει στην ανάδειξη της προσωπικότητας, της δυνατότητας επικοινωνίας και συνεργασίας του υποψηφίου. Σε καμιά περίπτωση η διαδικασία της συνέντευξης δεν μπορεί να έχει το χαρακτήρα της προφορικής εξέτασης. Η όλη διαδικασία της συνέντευξης να μαγνητοφωνείται. Οι γνώσεις του υποψηφίου αξιολογούνται μέσω του γραπτού διαγωνισμού.
Σύνολο αξιολογικών μονάδων από τα συνεκτιμώμενα κριτήρια της συνέντευξης μέχρι 8.
Θα συνέβαλε ουσιαστικά στην καταπολέμηση των πελατειακών σχέσεων οι αιρετοί εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών να συμμετέχουν στη διαδικασία της συνέντευξης και να ελέγχουν την όλη διαδικασία χωρίς δικαίωμα αξιολόγησης.
ΣΤ. Γραπτός διαγωνισμός
Στόχος του γραπτού διαγωνισμού θα είναι να αξιολογηθεί η επιστημονική, η παιδαγωγική η διδακτική και η διοικητική επάρκεια των υποψηφίων.
Υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ 100 ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής με βάση το 60 και 0,5 μονάδες για κάθε σωστή απάντηση.
Ο γραπτός διαγωνισμός για τα στελέχη της εκπαίδευσης έχει νόημα μόνο κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου. Σε επόμενη διαδικασία επιλογής να αντικατασταθεί από την αξιολόγηση.
Σύνολο αξιολογικών μονάδων από τη γραπτή εξέταση μέχρι 20.
2. Επιλογή Διευθυντών Εκπ/σης και προϊσταμένων Γραφείων
Υποψήφιοι για τις θέσεις Διευθυντών Εκπ/σης και Προϊσταμένων Γραφείων μπορεί να είναι εκπαιδευτικοί Προσχολικής Αγωγής και Δημοτικής Εκπαίδευσης με 16ετή εκπαιδευτική υπηρεσία και επί 12 τουλάχιστον έτη έχουν ασκήσει διδακτικά καθήκοντα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι οι υποψήφιοι να έχουν ασκήσει για δύο τουλάχιστον έτη καθήκοντα Διευθυντή Σχολικής Μονάδας.
Α. Επιστημονική και Παιδαγωγική κατάρτιση και συγκρότηση
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων
Β. Υπηρεσιακή κατάσταση και διδακτική εμπειρία
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων
Γ. Άσκηση καθοδηγητικού έργου και διοικητικών καθηκόντων
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων.
Διαφοροποιήσεις
α. Για άσκηση καθηκόντων Σχολικού Συμβούλου μέχρι 2 μονάδες.
β. Για άσκηση καθηκόντων Περιφερειακού διευθυντή ή Διευθυντή Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένου Γραφείου Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένου Διεύθυνσης ΥΠ.Ε.Π.Θ. ή Προέδρου ή Διευθύνοντος Συμβούλου ή Διευθυντή Οργανισμού, που εποπτεύεται από το ΥΠ.Ε.Π.Θ., 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι 2.
Δ. Συγγραφικό και ερευνητικό έργο
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων 1 μονάδα ανά κατηγορία και μέχρι 4 μονάδες.
Ε. Συνέντευξη
ΣΤ. Γραπτός διαγωνισμός
3. Επιλογή Διευθυντών Σχολικών Μονάδων
Υποψήφιοι για τις θέσεις Διευθυντών Σχολικών Μονάδων μπορεί να είναι εκπαιδευτικοί Δημοτικής Εκπαίδευσης με 12ετή εκπαιδευτική υπηρεσία και επί 10 τουλάχιστον έτη έχουν ασκήσει διδακτικά καθήκοντα.
Α. Επιστημονική και Παιδαγωγική κατάρτιση και συγκρότηση
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων
Β. Υπηρεσιακή κατάσταση και διδακτική εμπειρία
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων
Γ. Άσκηση καθοδηγητικού έργου και διοικητικών καθηκόντων
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων.
Διαφοροποιήσεις
α. Για άσκηση καθηκόντων Σχολικού Συμβούλου μέχρι 4 μονάδες.
β. Για άσκηση καθηκόντων Περιφερειακού διευθυντή ή Διευθυντή Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένου Γραφείου Εκπαίδευσης ή Προϊσταμένου Διεύθυνσης ΥΠ.Ε.Π.Θ. ή Προέδρου ή Διευθύνοντος Συμβούλου ή Διευθυντή Οργανισμού, που εποπτεύεται από το ΥΠ.Ε.Π.Θ., 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι 4.
Δ. Συγγραφικό και ερευνητικό έργο
Όμοια με τα κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων 1 μονάδα ανά κατηγορία και μέχρι 4 μονάδες.
Ε. Συνέντευξη
ΣΤ. Γραπτός διαγωνισμός
Πρέπει να επιτρέπονται οι μεταθέσεις στελεχών της εκπαίδευσης όταν υπηρετούν εκτός της περιοχής τους και «αδειάζει» μια θέση στον τόπο διαμονής τους κάτι που σήμερα δεν επιτρέπεται με αποτέλεσμα πολλά στελέχη να υπηρετούν εκτός του τόπου διαμονής και να διανύουν πολλά χιλιόμετρα ημερησίως.Προτείνω επίσης να απομακρύνονται οι εκπαιδευτικοί από τις τάξεις μόλις συμπληρώσουν 28 χρόνια διδασκαλίας και να προωθούνται ή σε θέσεις στελεχών ή σε υποβοηθητικούς ρόλους.Δεν είναι δυνατόν νέα παιδιά που σφύζουν από ζωή και ενεργεια να μην μπαίνουν σε τάξεις και οι μαθητές να κάνουν μάθημα μόνον με παππούδες και γιαγιάδες.Ξέρετε πως χαίρονται οι μαθητές με τον νέο εκπαιδευτικό.Ε,λοιπόν σήμερα λιγοστεύουν οι νέοι εκπαιδευτικοί στις αίθουσες.Δίνουν αλλού τα φώτα τους.
Η επιλογή όλων των Στελεχών Εκπαίδευσης πρέπει να γίνεται με συνδυασμό πανελλαδικής αξιολογικής διαδικασίας (εξετάσεις ) και μοριοδότησης συγκεκριμένων τυπικών προσόντων και εμπειρίας .
Κατάργηση της συνέντευξης . Αν κριθεί απαραίτητη να γίνεται πριν την αξιολογική διαδικασία και η μοριοδότησή της να μην υπερβαίνει το 1/10 του συνόλου των μορίων .
Σχολικοί Σύμβουλοι
Το έργο του Σχολικού Συμβούλου είναι κύρια , η επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση των εκπαιδευτικών .Με αυτό το δεδομένο θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στη μοριοδότηση των επιστημονικών τους προσόντων . Βαρύτητα πρέπει να δίνεται επίσης και στην διδακτική προϋπηρεσία , όχι γενικά στην προϋπηρεσία .
Στελέχη Διοίκησης στην Εκπαίδευση
Οι θέσεις αυτές πρέπει να είναι διοικητικές και όχι πολιτικές . Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει :
• Να διαμορφωθεί νέο θεσμικό πλαίσιο που θα καθορίζει με απόλυτη σαφήνεια τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των Διευθυντών Εκπαίδευσης και των Προϊσταμένων Γραφείων για μην ερμηνεύει ο καθένας τους νόμους όπως τον «βολεύει» και με βάση τα συμφέροντα που θέλει να εξυπηρετήσει .Η πολυνομία είναι ένα γενικότερο πρόβλημα της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης .
• Η επιλογή των Στελεχών Εκπαίδευσης να γίνεται μόνο με μοριοδότηση τυπικών προσόντων που αφορούν την επιστημονική κατάρτιση και την εμπειρία .
κα. Υπουργέ,
Αυτό που χρειάζεται είναι μια σειρά από εξετάσεις γραπτές ΚΑΙ προφορικές. Εξετάσεις σε παιδαγωγικά, διοικητικά, ψυχολογικά κλπ. Τα προφορικά θα πρέπει να καταγράφονται για λόγους διαφάνειας. Το master ίσως θα μπορούσε να προσμετράται. Το PhD σημαίνει ακαδημαϊκή καριέρα και πρωτότυπη έρευνα. Αυτό, μάλλον δεν γίνεται στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αυτό που μετράει περισσότερο είναι η προσωπικότητα. Όλα τα άλλα έπονται. Ευχαριστώ.
Κυρία Υπουργέ,
δεν θα κάνω μια συνολική και λεπτομερή πρόταση μοριοδότησης των υποψηφίων Σχολικών Συμβούλων, με κίνδυνο να κατηγορηθώ και εγώ ότι προσπαθώ να ευλογήσω τα γένια μου. Λίγες παρατηρήσεις μόνο.
Παρατήρηση πρώτη: Είναι γεγονός ότι, σε σχέση με τα άλλα στελέχη της Εκπαίδευσης, οι Σχολικοί Σύμβουλοι είμαστε οι λιγότερο υποκείμενοι στην πάγια κομματοκρατία, που κυριαρχεί εδώ και πολλά χρόνια στη χώρα μας, ίσως και εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν ασκούμε εξουσία, οπότε η εκάστοτε κυβερνητική εξουσία άφηνε κάποιο ελεύθερο χώρο αξιοκρατικής ανάδειξης. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι προκρίνονταν πάντα οι καλύτεροι, αφού κάθε φορά τα κριτήρια άλλαζαν ανάλογα με τη δύναμη επιρροής που είχαν διάφορες ομάδες στη διαμόρφωσή τους. Μετά, λοιπόν, από πολλές κρίσεις, δεν είναι σκόπιμο και δίκαιο, νομίζω, να κριθούν οι υφιστάμενοι Σχολικοί Σύμβουλοι και πάλι από μηδενική βάση και με κριτήρια που κανείς δεν τα γνωρίζει ακόμη. Σας δίνεται επομένως η ευκαιρία να κάνετε το πρώτο βήμα της επανάκρισης των ήδη υπηρετούντων Συμβούλων και να ξεκινήσετε την αξιολόγηση στο χώρο της Εκπαίδευσης από τα στελέχη αυτά, τα οποία αναδείχθηκαν περισσότερο από τα επιστημονικά και παιδαγωγικά τους προσόντα και λιγότερο από την κομματική τους «νομιμοφροσύνη».
Παρατήρηση δεύτερη: Μια τέτοιου είδους επανάκριση θα αρχίσει να λειτουργεί ως κανόνας δικαιοσύνης, γιατί μια κρίση από μηδενική βάση πάλι, μαζί με όλους τους νέους υποψήφιους, αχρηστεύει τη δυνατότητα να κριθεί η δουλειά και η προσφορά των Συμβούλων κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Υπάρχουν Σύμβουλοι που έκαναν εξαιρετική δουλειά και πρέπει να ανταμοιφθούν γι’ αυτό, ενώ υπάρχουν και Σύμβουλοι, οι οποίοι ήταν εντελώς ανύπαρκτοι ή, ακόμη χειρότερα, επιζήμιοι, αποδεικνύοντας ότι δεν ήταν άξιοι για τη θέση αυτή. Η επανάκριση θα στείλει το μήνυμα ότι το θέμα δεν είναι να καταλάμβάνεις μια θέση, επειδή π.χ. στη διάρκεια της εκπαιδευτικής σου καριέρας συγκέντρωνες βεβαιώσεις που θα σου προσέφεραν κάποια πιθανή μοριοδότηση, αλλά να αποδεικνύεσαι με το έργο σου άξιος να την υπηρετήσεις. Η απόδοση μορίων προϋπηρεσίας ισοπεδωτικά για όλους αδικεί τόσο τους άξιους Συμβούλους όσο και τους νέους υποψήφιους Συμβούλους.
Παρατήρηση τρίτη: Καταλαβαίνω τη δυσκολία για το πώς μπορεί να γίνει μια τέτοια επανάκριση. Η δυσκολία αυτή ενυπάρχει όμως σε κάθε απόπειρα αξιολόγησης, όποτε αυτή ξεκινήσει.Μέσα από μια διαβούλευση με την ΠΕΣΣ και με όλους τους Συμβούλους μπορεί να βρεθεί ο τρόπος αυτός. Σίγουρα, τα πρόσωπα που μπορούν να συμμετέχουν στην επανάκριση είναι ο Περιφερειακός Διευθυντής, ο Προϊστάμενος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, Σύμβουλοι ή Πάρεδροι του Παιδαγωγικού Ιστιτούτου, τα κατά τόπους ΠΕΚ για την ποιότητα του επιμορφωτικού έργου και, γιατί όχι, οι συνάδελφοι καθηγητές στις περιοχές ευθύνης των Συμβούλων και οι Διευθυντές των σχολικών μονάδων, στις οποίες έχουν την παιδαγωγική ευθύνη οι Σύμβουλοι. Ας μη βιαστείτε, λοιπόν, κα κρίνετε τους Σχολικούς Συμβούλους μαζί με τα άλλα διοικητικά στελέχη, αλλά αυτό να γίνει στο τέλος της θητείας τους.
Παρατήρηση τέταρτη: Προκηρύσσονται για τους νέους υποψήφιους Συμβούλους οι κενές θέσεις που θα προκύψουν, είτε λόγω αποχώρησης των παλαιών Συμβούλων είτε γιατί κάποιοι από αυτούς, μετά την επανάκριση, αποδείχθηκαν ανάξιοι να ασκούν το έργο αυτό. Σίγουρα, οι θέσεις των Συμβούλων πρέπει να αυξηθούν, εάν θέλουμε να ανταποκριθούν σωστά στις απαιτήσεις του ρόλου τους, δηλαδή στην καθοδήγηση, την επιμόρφωση και την εμψύχωση των συναδέλφων, καθώς και στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, η οποία πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Παρατήρηση πέμπτη: Η κρίση για τους νέους Σχολικούς Συμβούλους πρέπει να συνδυάζει ισορροπημένα τόσο την επιστημονική κατάρτιση όσο και τη διδακτική πείρα και, θα έλεγα, την αγάπη για το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο. Το να έχει κανείς πολλά πτυχία, και μάλιστα άσχετα με την ειδικότητά του, δεν αποτελεί πάντα το καλύτερο κριτήριο για την πρόκρισή του. Προσοχή επίσης στον άκρατο παιδαγωγισμό (στη μοριοδότηση των διδακτορικών και των μεταπτυχιακών), ο οποίος, ιδιαίτερα στη Μέση Εκπαίδευση, χωρίς επιστημονικό αντικείμενο μετατρέπεται σε άχρηστη φλυαρία. Όπως δεν πρέπει να αποτελεί κριτήριο η τυχαία συμμετοχή κάποιου στην παλιά ΣΕΛΜΕ. Δεν φτάνει που ένας συνάδελφος δεν κατόρθωσε να κληρωθεί τότε για την ετήσια επιμόρφωση, αλλά αργότερα, όταν ο συνάδελφος αυτός με τις ικανότητές του έγινε επιμορφωτής στα ΠΕΚ, είδε με απογοήτευση, στις κατά καιρούς κρίσεις που έγιναν, οι επιμορφούμενοι από αυτόν συνάδελφοί του να μοριοδοτούνται, επειδή είχαν την τύχη να κληρωθουν στη ΣΕΛΜΕ, ενώ ο ίδιος ως επιμορφωτής τους να παίρνει ένα ωραίο μηδέν.
Ελπίζω ότι οι σκέψεις μου, αλλά και οι απόψεις όσων συναδέλφων συμμετείχαν στο διάλογο, θα συμβάλουν στη λήψη των καλύτερων αποφάσεων από το Υπουργείο Παιδείας.
Σκέψεις για τον τρόπο επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης.
(Διορθώσεις του νόμου 3467/2006 και όχι κατάργησής του.)
1. Δικαίωμα για διεκδίκηση θέσης στελέχους της εκπαίδευσης έχουν μόνον όσοι εκπαιδευτικοί συγκεντρώνουν 12ετη διδακτική προϋπηρεσία και τον βαθμό Α!
Εδώ μπορούμε να κατατάξουμε σε κατηγορίες τις θέσεις. π.χ
Α. ο υποδιευθυντής σχολικής μονάδας, υποδιευθυντής ΣΕΚ, ο τομεάρχης ΣΕΚ κτλ
Β. ο διευθυντής σχολικής μονάδας, ο προϊστάμενος γραφείου κτλ.
Γ. ο σύμβουλος, ο προϊστάμενος εκπαίδευσης, ο περιφερειάρχης εκπαίδευσης κτλ..
Για κάθε μια κατηγορία η ελάχιστη προϋπηρεσία να είναι διαφορετική:
Για την Α κατηγορία: 12ετη διδακτική προϋπηρεσία και τον βαθμό Α!
Για την Β κατηγορία: 18ετη διδακτική προϋπηρεσία και τον βαθμό Α!
Για την Γ κατηγορία: 22ετη διδακτική προϋπηρεσία και τον βαθμό Α!
2. Κατάθεση αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος για στελέχωση της εκπαίδευσης.
Στάδια αξιολόγησης του υποψήφιου:
α) Συμμετοχή σε γραπτή εξέταση μέσω Η/Υ με ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής που αφορούν τη λειτουργία, οργάνωση και διοίκηση του σχολείου και της εκπαίδευσης γενικότερα. Η εξέταση αυτή δίνει μόρια για κάθε σωστή απαντηση.
Να γίνεται με κοινά θέματα πανελλαδικά ώστε όλοι οι υποψήφιοι να έχουν ίσες ευκαιρίες να επιδείξουν τις γνώσεις τους σε διοικητικά θέματα.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνέχιση της διαδικασίας είναι να συγκεντρώσει ο υποψήφιος το 60% του μέγιστου των μορίων που δίδει η εξέταση.
Β) οι επιτυχόντες να έχουν το δικαίωμα να φοιτήσουν σε Σεμινάριο και σε μεταπτυχιακό διοίκησης και οργάνωσης της εκπαίδευσης των ελληνικών πανεπιστημίων. (αυτή η δυνατότητα δίνεται σε συναδέλφους που για οποιαδήποτε λόγο δεν συνέχισαν τις σπουδές τους μετά την λήψη του βασικού τους πτυχίου π.χ. αποφοιτήσαντες όταν δεν υπήρχαν μεταπτυχιακά στην χώρα μας, οικονομικοί λόγοι κτλ.)
γ) Όσοι περάσουν την αρχική διαδικασία καταθέτουν δικαιολογητικά και μοριοδοτουνται ενδεικτικά ως εξής:
1) Μόρια προϋπηρεσίας: Για κάθε χρόνο διδακτικής προϋπηρεσίας πέραν των 10 αρχικών μοριοδοτειται με 1 μόριο και μέχρι 12 συνολικά.
2) Μόρια θέσης: οι επί θητεία και όχι με τοποθέτηση ή αναπληρώση διευθυντές, υποδιευθυντές σε εκπαιδευτική μονάδα (σχολείο, ΣΕΚ, ΙΕΚ) να παίρνουν 2 μόρια για κάθε χρόνο υπηρεσίας και μέχρι 10 συνολικά. (οι τομεάρχες ΣΕΚ τα μισά)
3) Μόρια επιμόρφωσης: Σεμινάρια σε θέματα ΜΌΝΟ διοίκησης και οργάνωσης της εκπαίδευσης μοριοδοτουνται με 1 μόριο ανά 50 ώρες σεμιναρίου και μέχρι 3 μόρια συνολικά.
4)Μόρια πτυχίων) Μεταπτυχιακό με θέμα σχετικό με την οργάνωση-λειτουργία-διοίκηση της εκπαίδευσης παίρνει 5 μόρια.
5)Μεταπτυχιακό με θέμα της ειδικότητας του εκπαιδευτικού 2 μόρια.
6)Διδακτορικό με θέμα σχετικό με την οργάνωση-λειτουργία-διοίκηση της εκπαίδευσης παίρνει 10 μόρια.
7)Διδακτορικό με θέμα της ειδικότητας του εκπαιδευτικού 4 μόρια.
Για δεύτερο πτυχίο η μεταπτυχιακό σχετικά με την ειδικότητα 2 μόρια.
8)Πτυχίο 1 ξένης γλωσσάς επιπέδου Α (First Certificate) 2 μόρια και επιπέδου Β (Proficiency) 3 μόρια.
9) Μόρια τακτικού Αιρετού ΠΥΣΔΕ, ΑΠΥΣΔΕ ανά διετή θητεία να παίρνουν 2 μόρια για κάθε χρόνο υπηρεσίας και μέχρι 8. Μόρια τακτικού Αιρετού ΚΥΣΔΕ, ανά διετή θητεία να παίρνουν 3 μόρια για κάθε χρόνο υπηρεσίας και μέχρι 12.
10) Μόρια θέσης: Αν ο εκπαιδευτικός προτίθεται να υπηρετήσει σε σχολείο που δεν βρίσκεται σε μεγάλο αστικό κέντρο πριμοδοτείτε με 5 μόρια. Αν προτίθεται να υπηρετήσει σε παραμεθόρια περιοχή παίρνει 10 μόρια.
11) Τα μόρια που συγκέντρωσε από την γραπτή εξέταση μέσω Η/Υ άνω του 60% μέχρι 6.
12 Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις νέες τεχνολογίες (α΄επιπέδου) 1 μονάδα
Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις νέες τεχνολογίες (β΄επιπέδου) 1,5 μονάδες
Μοριοδοτείται μόνο η μία από τις επιμορφώσεις
13) Μόρια συνέντευξης: Συνέντευξη σε επιτροπή αποτελούμενη από:
2 εκπροσώπους του ΥΠΕΠΘ, 2 προϊσταμένους Δ/σης ή Γραφείου Δ.Ε., 2 αιρετούς και 2 ψυχολόγους. Κάθε μέλος της επιτροπής βαθμολογεί τον υποψήφιο. Η συνέντευξη να δίνει συνολικά. 5 μόρια το μέγιστο.
Σκοπός της συνέντευξης να είναι ο έλεγχος της προσωπικότητας, της κοινωνικής προσφοράς, της ικανότητας επικοινωνίας, σύνθεσης απόψεων και της άσκησης του διοικητικού έργου ώστε να συνεισφέρει και να μην είναι καταλυτική στο αποτέλεσμα της μοριοδότησης.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ
1. Ολοκλήρωση της θητείας.
Να ολοκληρωθεί η θητεία που βρίσκεται ήδη στο 3ο έτος από τα τέσσερα γιατί α) οι ήδη υπηρετούντες Σχολ. Σύμβουλοι έχουν υποστεί εκτός των άλλων και τη δοκιμασία γραπτών εξετάσεων υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ και β) η ολοκλήρωση της θητείας επιτρέπει στην πολιτεία να έχει συνολική και ολοκληρωμένη εικόνα του έργου των Σχολ. Συμβούλων, στοιχείο απαραίτητο για την αξιοκρατική αξιολόγησή τους. Εξάλλου θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι όσοι υπηρετούν σε διάφορες περιοχές της χώρας έχουν προγραμματίσει παράλληλα με το έργο τους και τις οικογενειακές τους υποχρεώσεις με βάση την τετραετή θητεία.
2. Αξιολόγηση των Σχολ. Συμβούλων.
– Οι ήδη υπηρετούντες να αξιολογηθούν και να επανακριθούν αυτοτελώς με κριτήριο το έργο τους κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Εκτός από την προ- βλεπόμενη και επί ίσοις όροις μοριοδότηση των ετών άσκησης καθηκόντων Σχολ. Συμβούλου, θα είναι επωφελής καινοτομία για την εκπαίδευση η αυτοτελής αξιολόγηση του έργου μας.
– Η νέα προκήρυξη να γίνει για τις κενές θέσεις που θα προκύψουν με τη λήξη της θητείας, οι οποίες θα είναι πολλές λόγω συνταξιοδοτήσεων. Επίσης, είναι αναγκαία η δημιουργία και επιπλέον νέων θέσεων για την καλύτερη άσκηση του εκπαιδευτικού έργου (π.χ. υπάρχει περιοχή που ένας Σχολ. Σύμβουλος Β/θμιας εκπαίδευσης έχει την ευθύνη 170 σχολείων!).
3. Κριτήρια επιλογής Σχολ. Συμβούλων.
– Ενιαία και επί ίσοις όροις μοριοδότηση διδακτορικών και μεταπτυχιακών τίτλων. Προτάσεις που διατυπώθηκαν για να αξιολογούνται τα διδακτορικά και τα μεταπτυχιακά με 2 ή 3 μέτρα και σταθμά, π.χ. διδακτορικό σε Επιστήμες Αγωγής 8 μόρια και διδακτορικό π.χ. στην Κλασική , τη Νεοελληνική Φιλολογία ή την Ιστορία κλπ. 6 μόρια, είναι αντιεπιστημονικές και πλήρως αστήρικτες. Αν στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχουν λόγοι τέτοιας αποτίμησης, για τη Β/θμια αυτό είναι παράλογο. Οι αναγνωρισμένοι τίτλοι έχουν ισάξια αξιολόγηση παντού στον επιστημονικό κόσμο, εκτός αν κάποιοι κινούμενοι από ιδιοτέλεια κρίνουν αντίθετα από τα παγκοσμίως επιστημονικά αποδεκτά και κρατούντα. Αλλά μήπως τότε πρέπει να δούμε και πού και πώς αποκτήθηκαν οι τίτλοι (εσωτερικό, εξωτερικό; ισχύς Παν/μίου; μέλη 7μελούς επιτροπής; κλπ.), οπότε μπαίνουμε σε φαύλο κύκλο.
– Να θεωρείται διδακτική προϋπηρεσία η αποδεδειγμένη παροχή διδακτικού έργου σε ΑΕΙ, ΑΤΕΙ και ΠΕΚ.
– Να μοριοδοτείται η διδακτική εμπειρία σε ΑΕΙ, ΑΤΕΙ και ΠΕΚ.
– Να απαιτείται ως προϋπόθεση για την επιλογή συνολική προϋπηρεσία δεκαέξι (16) χρόνων, από τα οποία τα δέκα (10) να είναι διδασκαλίας στην τάξη, χωρίς όμως επιπλέον μοριοδότηση για χρόνια διδασκαλίας στην τάξη. Εννοείται ότι η συνολική προϋπηρεσία θα μοριοδοτείται αναλόγως κατά την κρίση της πολιτείας (π.χ. 1 ή 0,5 μόριο για κάθε χρόνο πέραν των 16).
– Για την αξιολόγηση του συγγραφικού έργου να επανέλθει η προβλεπόμενη μοριοδότηση από το Π.Δ. 25 (ΦΕΚ 20/7-2-2002) υπό την αίρεση ότι το άθροισμα των αξιολογικών μονάδων θα είναι το άθροισμα των επιμέρους, δηλ. 7 και όχι 6.
Γενική επισήμανση: κατά την θέσπιση κριτηρίων αξιολόγησης να ληφθεί υπόψη ότι το έργο των Σχολ. Συμβούλων είναι επιστημονικό και καθοδηγητικό και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να μοριοδοτείται επιπλέον η άσκηση διοικητικού έργου.
Σχετικά με το επικείμενο σχέδιο νόμου για την επιλογή των Στελεχών Εκπαίδευσης, θα ήθελα να κάνω μερικές επισημάνσεις που αφορούν στη μοριοδότηση του μεταπτυχιακού τίτλου, ώστε να αποφευχθούν και στο μέλλον λανθασμένες πρακτικές του παρελθόντος.
Ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών ενός υποψηφίου θα πρέπει να μοριοδοτείται κανονικά και στην περίπτωση παράλληλης συνύπαρξής του με διδακτορικό δίπλωμα, ακόμα κι εάν και οι δύο τίτλοι είναι στον ίδιο επιστημονικό τομέα. Για να προχωρήσει κάποιος στην απόκτηση διδακτορικού διπλώματος τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στην συντριπτική τους πλειοψηφία του θέτουν, όπως είναι γνωστό, σαν απαραίτητη προϋπόθεση την ύπαρξη μεταπτυχιακού τίτλου, ενώ η επιλογή του υποψήφιου διδάκτορα γίνεται και με κριτήριο την απόδοσή του κατά την διάρκεια φοίτησης στο μεταπτυχιακό τμήμα. Η πλειονότητα των διδακτορικών διατριβών εκπονείται στον ίδιο επιστημονικό τομέα με εκείνο του μεταπτυχιακού προγράμματος, καθώς αυτό παρέχει στον υποψήφιο διδάκτορα την απαραίτητη κατάρτιση πάνω σε συναφή γνωστικά αντικείμενα, έτσι ώστε η έρευνα που θα διεξάγει αυτός ακολούθως να είναι ορθότερα τεκμηριωμένη, πληρέστερη και τελικά επιτυχέστερη, καθώς θα ακολουθήσει πιο οικεία και ασφαλή γι` αυτόν μονοπάτια.
Ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών πρέπει να θεωρείται και είναι ένας αυτόνομος τίτλος, καθώς αντιπροσωπεύει έναν αυτοτελή κύκλο σπουδών. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να γίνεται κανένας συμψηφισμός των μορίων που λαμβάνει ο μεταπτυχιακός τίτλος με εκείνα του διδακτορικού, και πολύ περισσότερο δεν θα πρέπει να γίνεται καμία διαγραφή τους, όπως κάποιοι ενδεχομένως να προτείνουν.
Η μη μοριοδότηση του μεταπτυχιακού τίτλου απαξιώνει παντελώς τις προσπάθειες δύο (2) τουλάχιστον ετών που έχει καταβάλλει κάποιος συνάδελφος για την απόκτηση του τίτλου αυτού, καθώς για την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών του μεταπτυχιακού κύκλου απαιτούνται εξετάσεις σε μεγάλο αριθμό μαθημάτων ( τόσο κατά την εισαγωγή, όσο και κατά την διάρκεια της φοίτησης), υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων, εκπόνηση ποικίλων εργασιών, καταβολή διδάκτρων και κατάθεση διπλωματικής εργασίας στο τέλος της φοίτησης.
Ταυτόχρονα ο κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου και διδακτορικού διπλώματος δεν θα αδικείται έναντι άλλου που απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα με ανάθεση ( χωρίς προηγούμενη κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου).
Ο συνδυασμός μεταπτυχιακού τίτλου και διδακτορικού διπλώματος θα ήταν προκλητικό να λαμβάνει λιγότερα μόρια από εκείνα που θα συγκεντρώνει ο συνδυασμός της διετούς Μαρασλείου μετεκπαίδευσης και του μεταπτυχιακού διπλώματος. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι και στο παρελθόν η Μαράσλειος μετεκπαίδευση μοριοδοτείτο σε όλες τις περιπτώσεις, χωρίς να συμψηφίζεται (όπως συνέβαινε με το μεταπτυχιακό τίτλο όταν υπήρχε και διδακτορικό δίπλωμα) ) και χωρίς να διαγράφεται. Επίσης, θεωρώ ότι η μοριοδότηση του συνδυασμού μεταπτυχιακού τίτλου και διδακτορικού διπλώματος θα πρέπει να είναι, εάν όχι μεγαλύτερη, τουλάχιστον η ίδια με εκείνη που λαμβάνει ο κάτοχος πτυχίου Μαρασλείου και διδακτορικού διπλώματος.
Έτσι θα εκλείψει η περίπτωση να δημιουργούνται άνισες ευκαιρίες για την επαγγελματική εξέλιξη κάποιων συναδέλφων, καθώς η ισονομία και η ισοπολιτεία είναι η βασική προϋπόθεση και ο πρωταρχικός στόχος μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας των πολιτών.
Σας ευχαριστώ,
Μαρία Ανδριτσοπούλου
Εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου, Υποψήφια Διδάκτορας Πανεπιστημίου Αθηνών
Μπράβο σε όλους αυτούς που επιμορφώνονται συνεχώς και είναι λογικό να πρέπει να μοριοδοτηθούν. Κάπου όμως έχουμε φτάσει στην υπερβολή. Είναι αστείο να βλέπεις ανθρώπους 50 ετών να γράφονται σε κάτι απίθανα ΤΕΙ μόνο και μόνο για να πάρουν τα μόρια. Θα πρέπει να υπάρχει κάποια διαβάθμιση στη μοριοδότηση των σχολών, γιατί δεν έχουν όλες σχέσεις με την εκπαίδευση.
Επίσης, αν κάποιος παίρνει εκπαιδευτική άδεια να είναι υποχρεωμένος στη συνέχεια για κάποια χρόνια να δουλέψει στην τάξη. Δηλαδή, έρχεται η Πολιτεία σε πληρώνει και σου δίνει άδεια να επιμορφωθείς. Δεν πρέπει να πάρει κάτι πίσω; Αφού όποως λέει η Υπουργός «πρώτα ο μαθητής» τις γνώσεις σου πρέπει να τις μεταφέρεις πρώτα στους μαθητές. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει απόσβεση των χρημάτων που ξόδεψε η Πολιτεία να σπουδάσει κάποιος. Έχουμε φτάσει στο σημείο όποιος παίρνει άδεια να επιμορφωθεί να μην επιστρέφει ποτέ στην τάξη!
1. Η πρόσληψη στελεχών της εκπαίδευσης (διευθυντές, προϊστάμενοι…) θα πρέπει να γίνεται μέσω της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης.
2. Κάθε σχολείο πρέπει να έχει άλλο διευθυντή για την Οικονομική διαχείριση και άλλο διευθυντή για τα παιδαγωγικά θέματα
ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΘΕΣΕΙΣ
ΜΕ ΛΙΓΟΤΕΡΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΟΥ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ.
ΔΕ ΜΠΟΡΕΙ 1 ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΝΑ ΝΟΜΟ, 1 ΠΕ4 ΑΝΑ ΔΥΟ ΝΟΜΟΥΣ, 1 ΠΕ6 ΑΝΑ 3 Η ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ!!!!!!!!!!!!!!!
ΑΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΣΩΣΤΟ ΕΠΙΤΕΛΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ.
Του Χρήστου Αθ.Παλάτου
Αναπληρωτής Αιρετός ΠΥΣΔΕ ν.Λάρισας
Μέλος Συντονιστικής Γραμματείας ΠΑΣΚ ν. Λάρισας
Μέλος στη Βάση Παιδείας της Νομαρχιακής ΠΑΣΟΚ ν. Λάρισας
Υπόψη: Επιτροπής διαβούλευσης για την επιλογή στελεχών εκπαίδευσης
Επιλογή Διευθυντών Σχολικών Μονάδων και Σ.Ε.Κ.
Ανακοινώθηκε από το ΥΠΕΠΘ με την εγκύκλιο 31199/Δ2/16-3-2007 η διαδικασία για την «Επιλογή Διευθυντών Σχολικών Μονάδων και Σ.Ε.Κ.».
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν.3467/2006 (Φ.Ε.Κ.128/ 21-6-2006 τ.Α΄)τα οικεία ΠΥΣΔΕ θα πρέπει να προχωρήσουν: α) Στο διαχωρισμό των σχολείων της περιοχής ευθύνης τους σε περιοχές τοποθέτησης Διευθυντών, ανάλογα με τις μεταξύ τους αποστάσεις, τις συγκοινωνιακές διευκολύνσεις και τις ιδιαίτερες συνθήκες. β) Να ορίσουν 15ήμερη προθεσμία για υποβολή των αιτήσεων των ενδιαφερομένων στις Διευθύνσεις και στα Γραφεία Εκπαίδευσης, που έχουν τα προσόντα του άρθρου 7 κεφάλαιο Γ΄ του Ν.3467/2006, η οποία αρχίζει στις 12-4-2007 και λήγει 4-5-2007.
Για ενημέρωση των υποψηφίων Δ/ντών καταγράφουμε τα παρακάτω αποσπάσματα του Ν.3467/2006 (ΦΕΚ128 τ.Α΄/21-6-2006):
Α. το άρθρο 7 στο κεφάλαιο Γ΄του ορίζει:
1. Υποψήφιοι για τις θέσεις Δ/ντών σχολικών μονάδων Β΄/θμιας Εκπ/σης είναι οι εκπαιδευτικοί με βαθμό Α΄με 12ετή εκπαιδευτική υπηρεσία, από την οποία τα 8 έτη σε θέση μόνιμου επαιδευτικού και να έχουν ασκήσει επί μία 4ετία, διδακτικά καθήκοντα σε σχολείο της οικείας βαθμίδας.
2. Υποψήφιοι για τις θέσεις Δ/ντών σχολικών μονάδων Β΄/θμιας Εκπ/σης είναι:
α). Εκπ/κοί των κλάδων ΠΕ01 μέχρι και ΠΕ20,για θέσεις Γυμνασίων, Λυκείων και ΤΕΕ, με την επιφύλαξη της παρ.3 περ.α όπου για την επιλογή ως Διευθυντών σε ΤΕΕ θα πρέπει τα διδακτικά καθήκοντα να έχουν ασκηθεί τουλάχιστον επί μία 5ετία, σε σχολική μονάδα της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΤΕΕ,ΕΠΛ,ΤΕΛ ή ΤΕΣ). Αντίστοιχα για την επιλογή Δ/ντών Γυμνασίων, Λυκείων από υποψήφιους των κλάδων ΠΕ12,ΠΕ14,ΠΕ17 καιΠΕ18, τα διδακτικά καθήκοντα θα πρέπει να έχουν ασκηθεί τουλάχιστον επί μία 5ετία, σε Γυμνάσια ή Ενιαία Λύκεια.
β). Για θέσεις Δ/ντών Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων (ΣΕΚ) υποψήφιοι είναι οι εκπαιδευτικοί των κλάδων ΠΕ12,ΠΕ14,ΠΕ17,ΠΕ18,ΠΕ19 καιΠΕ20 και, ελλείψει αυτών, εκπαιδευτικοί του κλάδου ΤΕ01.
γ). Υποψήφιοι για την επιλογή και τοποθέτηση σε θέσεις Δ/ντών των ΕΕΕΕΚ είναι εκπ/κοί πρωτοβάθμιας εκπ/σης του κλάδου Δασκάλων , εκπ/κοί του Π.Δ 323/1993 ΦΕΚ 139 τ΄Α΄και εκπ/κοί Β/θμιας Εκπ/σης των αντιστοίχων προς τα γνωστικά αντικείμενα κλάδων. Πρέπει να έχουν τα προσόντα τοποθέτησης και διορισμού σε θέσεις προσωπικού των ΣΜΕΑ ή να υπηρετούν με οργανική θέση στις ΣΜΕΑ και ΕΕΕΕΚ, με βαθμό Α΄και12ετή εκπαιδευτική υπηρεσία, από την οποία τα 8 έτη σε θέση μόνιμου επαιδευτικού και να έχουν ασκήσει επί μία 5ετία, διδακτικά καθήκοντα σε σχολεία Β/θμιας Εκπ/σης ή ΕΕΕΕΚ.
Β. Άρθρο 8-Aποτίμηση κριτηρίων επιλογής.
Τα αριθμητικά κριτήρια σύμφωνα με το κεφάλαιο Β΄ αποτιμώνται σε:
1).Υπηρεσιακή κατάσταση-Διδακτική εμπειρία: 22 μονάδες.
2).Επιστημονική – Παιδαγωγική συγκρότηση: 14 μονάδες.
3).Προσωπικότητα-Γενική συγκρότηση: 20 μονάδες.
4).Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου: 44 μονάδες.
Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.στ, το κριτήριο 4 του στοιχείου Β΄ του άρθρου 8 δεν λαμβάνεται υπόψη και έτσι τα κριτήρια αποτιμώνται συνολικά σε 56 μονάδες.
Πιο αναλυτικά τα κριτήρια επιλογής προκύπτουν:
1).Υπηρεσιακή κατάσταση-Διδακτική εμπειρία: 22 μονάδες.
α).Εκπαιδευτική Υπηρεσία για >12 έτη 2 μονάδες ανά έτος και μέχρι 8 μονάδες.
β).Διδακτική Υπηρεσία για >4 έτη 2 μονάδες ανά έτος και μέχρι 12 μονάδες.
γ).Άσκηση διοικητικών καθηκόντων-Συμμετοχή σε υπηρεσιακά συμβούλια: 2 μονάδες.
γ1.Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή Εκπ/σης ή Προϊσταμένου Γραφείου 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 1 μονάδα.
γ2. Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή σχολικής μονάδας 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 1 μονάδα.
γ3. Άσκηση καθηκόντων Υποδ/ντή σχολικής μονάδας 0,25 μονάδες ανά έτος και μέχρι 0,5 μονάδα.
γ4. Συμμετοχή σε υπηρεσιακά συμβούλια ως τακτικό μέλος 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 1 μονάδα.
Σημείωση:
-Σε περίπτωση που ο υποψήφιος έχει ασκήσει καθήκοντα Δ/ντή & Υποδ/ντή σχολικής μονάδας λαμβάνονται υπόψη μόνο οι μονάδες που είναι περισσότερες.
– Σε περίπτωση συμμετοχής σε περισσότερα του ενός υπηρεσιακά συμβούλια , λαμβάνονται υπόψη μόνο οι μονάδες που είναι περισσότερες.
– Χρόνος υπηρεσίας ή εμπειρίας ή θητείας ίσος ή μεγαλύτερος του εξαμήνου λογίζεται ως ένα έτος ( άρθρο 15 παρ. 1).
2).Επιστημονική – Παιδαγωγική συγκρότηση: 14 μονάδες.
α). Διδακτορικό δίπλωμα 4,5 μονάδες , για περισσότερα του ενός 6,5 μονάδες.
β). Διδακτορικό δίπλωμα 2,5 μονάδες , για περισσότερους του ενός 6,5 μονάδες.
γ). Διδασκαλείο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης 2,5 μονάδες.
δ). Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ 2 μονάδες , για περισσότερα πτυχία 3 μονάδες.
ε). Επιμόρφωση (ΣΕΛΜΕ,ΣΕΛΔΕ,ΠΑΤΕΣ) 1 μονάδα.
στ).Εξάμηνη επιμόρφωση σε 0,5 μονάδες.
ζ).Τρίμηνη επιμόρφωση σε 0,25 μονάδες.
η).Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις νέες τεχνολογίες σε 0,25 μονάδες.
θ).Διαπιστωμένη γνώση ξένης γλώσσας επιπέδου Β2 , σε 0,5 μονάδες για περισσότερες 1 μονάδα.
ι).Διαπιστωμένη γνώση ξένης γλώσσας ανωτέρου επιπέδου του Β2 , σε 1 μονάδα για περισσότερες 2 μονάδες.
Σημείωση:
– Υποψήφιος κάτοχος Διδακτορικού & Μεταπτυχιακού λαμβάνει 5,5 μονάδες , για δεύτερο Διδακτορικό επιπλέον 2 μονάδες και για επιπλέον Μεταπτυχιακό 1 μονάδα.
– Ανώτατο όριο για πλήθος ξένων γλωσσών και επιπέδου γλωσσομάθειας 2 μονάδες.
3).Προσωπικότητα-Γενική συγκρότηση: 20 μονάδες.
Ο υποψήφιος καλείται σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον του αρμοδίου συμβουλίου(ΠΥΣΔΕ) όπου εκτιμάται η ικανότητά του να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες , να επιλύει προβλήματα (διοικητικά, διδακτικά, οργανωτικά, λειτουργικά κ.λ.π.) , να δημιουργεί το κατάλληλο παιδαγωγικό περιβάλλον και να εμπνέει τους εκπαιδευτικούς στην άσκηση των καθηκόντων τους.
Συμπέρασμα:
Από τα παραπάνω και σε σχέση με το Π.Δ 25 που πραγματοποιήθηκαν οι επιλογές το 2002 παρατηρούμε ότι: α).Ένας εκπ/κός με 16 έτη υπηρεσίας μοριοδοτείται με 20 μονάδες σε σχέση με τις 8 μονάδες που λάμβανε με 24 έτη υπηρεσίας το 2002. β).Μοριοδοτείται με 1 μονάδα αν έχει ασκήσει καθήκοντα Δ/ντή ή Υποδ/ντή σε σχέση με τις 6 μονάδες το 2002. γ).Έχουν μειωθεί οι μονάδες για το Διδακτορικό από 8 σε 4,5 μονάδες , το Μεταπτυχιακό από 4 σε 2,5 μονάδες , η πιστοποίηση στις νέες τεχνολογίες από 1 μονάδα σε 0,25 μονάδες. δ).Δεν μοριοδοτείται το πτυχίο του ΤΕΙ.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι οι περισσότεροι συνάδελφοι να έχουν σχεδόν τα ίδια μόρια και έτσι η προσωπική συνέντευξη να καθορίζει το αποτέλεσμα. Θέλω να πιστεύω πως τα κατά τόπους ΠΥΣΔΕ θα σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και θα τηρήσουν την διαδικασία με αντικειμενικό τρόπο.
Υ.Γ: Το παραπάνω άρθρο μου δημοσιεύθηκε πριν τις τελευταίες κρίσεις τοποθέτησης δ/ντών σχολείων στον νομό Λάρισας του 2007. Τα αποτελέσματα , ήταν η μεγάλη σφαγή των στελεχών της ΠΑΣΚ. Ενώ με το Π.Δ 25/2002 είχαμε στη Β/θμια Εκπ/ση Λάρισας 2 προϊστάμενους γραφείων στελέχη της ΔΑΚΕ και από τα 106 σχολεία 49 στελέχη της ΔΑΚΕ Δ/ντές Σχολείων , με τον Ν.3467/2006 όλοι οι τοποθετηθέντες προϊστάμενοι γραφείων ήταν στελέχη της ΔΑΚΕ και από τα 102 σχολεία Β/θμιας μόνο 16 στελέχη της ΠΑΣΚ έγιναν Δ/ντές Σχολείων.
Σήμερα στα πλαίσια διαβούλευσης της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και ως φανατικός υποστηρικτής του Προέδρου μας και Πρωθυπουργού Γεωργίου Α. Παπανδρέου θέτω για διαβούλευση τις παρακάτω σκέψεις μου και εφόσον κρίνετε σκόπιμο να ληφθούν υπόψη στο Νέο Νόμο Επιλογής στελεχών , τότε πιστεύω πως θα πράξετε πολύ σωστά ερμηνεύοντας τα αισθήματα των μάχιμων εκπαιδευτικών.
Ο Ν. 3467/2007 πρέπει να αντικατασταθεί με νέο πιο δίκαιο και αποδεκτό από τους περισσότερους εκπαιδευτικούς. Θα έλεγα να είναι συνδυασμός του Π.Δ 25/2002 και του Ν.3467/2007. Επειδή το σύστημα επιλογής στελεχών μέσω του ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ δεν μπορεί αξιολογήσει αντικειμενικά όλες τις περιπτώσεις θα πρέπει να υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες για μην πριμοδοτούνται μόνο αυτοί οι συνάδελφοι που τους ενδιαφέρει το πλούσιο βιογραφικό μόνο για την κατάληψη μιας διοικητικής θέσης. Στα πλαίσια ορθολογισμού του συστήματος επιλογής στελεχών προτείνω:
Α.
Να υπάρχει ένα όριο Εκπαιδευτικής και Διδακτικής Εμπειρίας στην αντίστοιχη Βαθμίδα Εκπ/σης και από εκεί να μοριοδοτείται ο υποψήφιος.
— Για Δ/ντές Εκπ/σης- Προϊστάμενοι Γραφείων
Δικαίωμα συμμετοχής στην διαδικασία έχουν όλοι οι εκπαιδευτικοί της οικείας Βαθμίδας που έχουν βαθμό Α με πάνω από 12 χρόνια Εκπαιδευτική Υπηρεσία στην αντίστοιχη Βαθμίδα Εκπαίδευσης και μέχρι 30 χρόνια Υπηρεσίας.
Έχουν Διοικητική Εμπειρία 5 χρόνια σε σχολείο της αντίστοιχης Βαθμίδας Εκπαίδευσης ( Δ/ντής – Υποδιευθυντής – Τομεάρχης ΣΕΚ ).
Μοριοδότηση
Εκπαιδευτική Υπηρεσία (12 Μονάδες)
Πάνω από 12 χρόνια 1 μονάδα για κάθε χρόνο και μέχρι 6 μονάδες.
Πάνω από 18 χρόνια 0,5 μονάδες για κάθε χρόνο και μέχρι 4 μονάδες.
Πάνω από 26 χρόνια 0,25 μονάδες για κάθε χρόνο και μέχρι 2 μονάδες.
Διοικητική Εμπειρία (12 Μονάδες)
Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή Εκπ/σης ή Προϊσταμένου Γραφείου ή Δ/ντή Σχολικής μονάδας 1,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 6 μονάδες.
Άσκηση καθηκόντων Σχολικού Συμβούλου 1 μονάδα ανά έτος και μέχρι 3 μονάδες.
Άσκηση καθηκόντων Υποδ/ντή Σχολικής μονάδας , Τομεάρχη ΣΕΚ , Προϊσταμένου Εκπαιδευτικών θεμάτων, 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 3 μονάδες.
— Για Δ/ντές Σχολείων
Δικαίωμα συμμετοχής στην διαδικασία έχουν όλοι οι εκπαιδευτικοί της οικείας Βαθμίδας που έχουν βαθμό Α με πάνω από 10 χρόνια Εκπαιδευτική Υπηρεσία στην αντίστοιχη Βαθμίδα Εκπαίδευσης και μέχρι 33 χρόνια Υπηρεσίας.
Διευθυντής ορίζεται στο σχολείο εκπαιδευτικός που μπορεί να έχει 8 ώρες μαθήματα με Α η Β ανάθεση.
Η μοριοδότηση όπως την προηγούμενη περίπτωση με προσαρμογή για πάνω από 10 χρόνια εκπαιδευτική Υπηρεσία.
Β.
Οι μεταπτυχιακοί τίτλοι να μοριοδοτούνται ανάλογα με το θέμα τους. Γιατί πώς να πεί κανείς ότι ο Θεολόγος με μεταπτυχιακό στην γονιμοποίηση της μέλισσας θα είναι και καλός Δ/ντής σχολείου;
— Μεταπτυχιακοί τίτλοι(10 μονάδες)
Μεταπτυχιακός τίτλος σχετικός με θέματα διοίκησης 4 μονάδες.
Μεταπτυχιακός τίτλος σχετικός με την ειδικότητα του Εκπ/κού 2 μονάδες.
Διδακτορικός τίτλος σχετικός με θέματα διοίκησης 6 μονάδες.
Διδακτορικός τίτλος σχετικός με την ειδικότητα του Εκπ/κού 2 μονάδες 4 μονάδες.
Διδακτορικός τίτλος χωρίς συνάφεια 2 μονάδες.
Γ.
Υπάρχουν συνάδελφοι που έχουν αφιερώσει χρόνια ολόκληρα στον συνδικαλισμό (έχει πολλούς οι ΠΑΣΚ) με αποτέλεσμα να τους έχει στερηθεί η οικογένειά τους ώρες ατελείωτες και παράλληλα να μην απομένει χρόνος για μεταπτυχιακά ενώ με την τελευταία διακυβέρνηση της Ν.Δ πολλά Στελέχη της ΔΑΚΕ έχουν αποκτήσει μεταπτυχιακούς τίτλους. Επειδή το ΠΑΣΟΚ και το 1981 είχε επιβραβεύσει τους ανθρώπους αυτούς προτείνω να υπάρξει μοριοδότηση της κοινωνικής δραστηριότητας.
Κοινωνική Δραστηριότητα (10 μονάδες)
Συμμετοχή σε Δ.Σ Πρωτοβάθμιου- Δευτεροβάθμιου-Τριτοβάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου 1 μονάδα τον χρόνο και μέχρι 4 μονάδες.
Συμμετοχή σε Δ.Σ (Κοινότητας-Δήμου-Νομαρχίας) 1 μονάδα τον χρόνο και μέχρι 4 μονάδες.
Συμμετοχή σε Δ.Σ σε συλλόγους (Πολιτιστικό- Αθλητικό-Γονέων και Κηδεμόνων) 0,5 τον χρόνο και μέχρι 2 μονάδες.
Εκλεγμένο Τακτικό-Αναπληρωματικό Μέλος (ΠΥΣΔΕ-ΑΠΥΣΔΕ-ΚΥΣΔΕ) 1 μονάδα τον χρόνο και μέχρι 4 μονάδες
Ολοήμερο σχολείο
Θα ήθελα να σχολιάσω και το θεσμό των υποδιευθυντών του ολοήμερου σχολείου. Έχοντας την εμπειρία της προϋπηρεσίας σε αυτή τη θέση διαπίστωσα τη σημαντικότητά του για τους μαθητές/τριες στο δημοτικό σχολείο. Στα πλαίσια της αναβάθμισης του ολοήμερου σχολείου θα πρέπει να επιλέγονται άτομα με ανάλογα κριτήρια με αυτά των διευθυντών της πρωινής ζώνης.Δηλαδή μεγάλη διδακτική εμπειρία και κατάλληλη επιμόρφωση.
Το ολοήμερο σχολείο να μην αποτελείται από ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς οι οποίοι τρέχουν δεξιά και αριστερά, μειώνοντας έτσι φαινομενικά τα ποσοστά της ανεργίας. Θα πρέπει να αξιοποιούνται κατάλληλα οι εκπαιδευτικοί της πρωινής ζώνης και οι νέες προσλήψεις εκπαιδευτικών (με πλήρες ωράριο)να αφορούν όλο το ωράριο λειτουργίας του σχολείου.Ο
Είναι γεγονός ότι το σύστημα στελέχωσης των διοικητικών θέσεων στην εκπαίδευση είναι αναξιόπιστο και αναξιοκρατικό. Η συνέντευξη δεν προσφέρει τίποτα άλλο από την προώθηση «των ἡμετέρων»σε θέσεις που δεν μπορούν να καταλάβουν με τα τυπικά τους προσόντα και πρέπει να καταργηθεί ή να αναδομηθεί με ουσιαστικότερο περιεχόμενο και μικρότερη μοριοδότηση. Ακόμη από τα τυπικά προσόντα πρέπει να αφαιρεθούν η συνδικαλιστική δράση, γιατί δεν προσφέρει τίποτα περισσότεριο στη χρηστή διοίκηση από ό,τι και η συνέντευξη και οι μεταπτυχιακοί τίτλοι που δεν άπτονται του αντικειμένου τους, δηλαδή της διοίκησης της εκπαίδευσης.Κάτι άλλο που θα έπρεπε να προστεθεί είναι η συγκροτημένη προσωπικότητα όπως αυτή προκύπτει από γνωμάτευση ειδικής επιτροπής (ψυχολόγου, ψυχιάτρου). Τέλος να προβλέπεται η συνεχής αξιολόγηση του έργου τους, όπως και όλων των εκπαιδευτικών, που θα παρατείνει ή θα διακόπτει τη θητεία τους. ίσως θα ήταν καλύτερο στα σχολεία να υπάρχουν εκπαιδευτικοί και διοικητικοί διευθυντές μαζί για την απρόσκοπτη λειτουργία τους.
Ειπώθηκε πως οι καθηγητές θα υποβάλλονται σε αξιολόγηση. Σωστό κατά βάσει, ΑΛΛΑ…
– πώς θα αξιολογείς κάποιον που πήρε πτυχίο ή άλλο τίτλο από πανεπιστήμιο που αρνείται την αξιολόγηση;
– πώς θα αξιολογηθώ εγώ για την παιδαγωγική μου κατάρτιση όταν στο πανεπιστήμιο ΔΕΝ ΕΧΩ ΔΙΔΑΧΘΕΙ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ 2 ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΩΝ;
– Πώς θα μάθω να διδάσκω όταν τελειώνω μια σχολή χωρίς να έχω κάνει ούτε 5 δεύτερα πρακτική εξάσκηση σε σχολείο;
-Πείτε μου σε ποιο βιβλίο υπάρχουν καλογράμμένοι και κατανοητοί μέθοδοι και στρατηγικές διδασκαλίας;Σε πόσες σχολές διδάσκεται η Διδακτική
– Αν εγώ χρειαστεί να κάνω τούμπες για να μάθει το παιδί, θα με ;θεωρήσουν επικίνδυνο και θα με διώξουν από το σχολείο επειδή οι μέθοδοί μου ενδέχεται να θεωρηθούν ανορθόδοξοι;
Η αξιολόγηση πρέπει να ξεκινήσει από τους πολλούς καρεκλοκένταυρους καθηγητές πανεπιστημιακών σχολών, οι οποίοι έχουν γαντζωθεί από την καρέκλα καιτοι άσχετοι με το αντικείμενο– (μια βόλτα στο ΠΤΔΕ θα σας πείσει) και μετά να επεκταθεί στους φοιτητές και μέλλοντες εκπαιδευτικούς. Για τους ήδη διορισμένους να θεσπιστεί υποχρεωτική επιμόρφωση. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ…
Υ.Γ:δεν ασπάζομαι το μή κρίνεις ινα μη κριθης, αλλά πόσοι είναι οι αξιολογητές;και με τί κριτήρια θα διοριστούν ως δαμόκλειοι σπάθες πάνω από τα κεφάλι μας;
Κέντρα Πληροφορικής και Νέων Τεχνολογιών (ΚΕ.ΠΛΗ.ΝΕ.Τ.)
Να γίνει αναδιοργάνωση των κέντρων, έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που έχουν προκύψει και καταγραφεί τα τελευταία χρόνια.
Ο ρόλος των ΚΕΠΛΗΝΕΤ: τα ΚΕΠΛΗΝΕΤ είναι απαραίτητα για την οργανωμένη και ωφέλιμη εφαρμογή – εμπέδωση των νέων τεχνολογιών στην Πρωτοβάθμια και την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
-τα ΚΕΠΛΗΝΕΤ καλύπτουν πολύ μεγαλύτερο μέρος υποστήριξης του ΠΣΔ από ότι στο παρελθόν (οι φορείς υποστήριξης σε αρκετές περιοχές απαντάνε μόνο σε fax στις περισσότερες περιπτώσεις)
-υπάρχει ραγδαία αύξηση των αναγκών, ειδικά στα Δημοτικά και στα Νηπιαγωγεία
-εμφανίζονται συνεχώς νέες απαιτήσεις, οι οποίες μπορεί τυπικά να μην είναι στην δικαιοδοσία τους (ακόμα) αλλά στην ουσία απασχολούν αρκετά το προσωπικό (eschool, ψηφιακή τάξη, σύνδεση σχολείων με εναλλακτικούς τρόπους [ασύρματα δήμων, οπτικές ίνες δήμων], εκπαιδευτικά λογισμικά, …)
-συμβουλευτικές δράσεις, εκπαιδευτικές δράσεις (αν και δεν παρέχεται εκπαίδευση, είναι πολύ δύσκολο να αρνηθείς τουλάχιστον την βασική ενημέρωση σχετικά με το πως λειτουργούν συγκεκριμένα εργαλεία λογισμικού και υλικό σε συναδέλφους πληροφορικής και μη)
-ανάγκη υποστήριξης «προϊστορικού» εξοπλισμού και βελτίωσης υποδομών δικτύων σχολικών εγκαταστάσεων (ελάχιστα σχολεία έχουν σοβαρές καλωδιώσεις, αλλά όλοι οι καθηγητές – δάσκαλοι πλέον θέλουν αν έχουν rj45 στην τάξη τους!)
Προτείνεται:
* Στελέχωση σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες. Αύξηση των τεχνικών των ΚΕΠΛΗΝΕΤ.
* Δημιουργία κέντρων που θα υποστηρίζουν την Α/θμια εκπαίδευση ή την «νομική» κάλυψη των υφιστάμενων ΚΕΠΛΗΝΕΤ. Σε αρκετούς νομούς η υποστήριξη δημοτικών σχολείων και νηπιαγωγείων δημιουργεί προβλήματα (ειδικά όσο αφορά την εκτός έδρας αποζημίωση), καθώς παρέχεται από προσωπικό της Β/θμιας εκπαίδευσης.
* Χαρακτηρισμός του χρόνου υπηρεσίας των στελεχών είτε ώς διδακτική, είτε ως διοικητική. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ισχύει το ίδιο καθεστώς για όλους τους υπευθύνους (ΚΕΠΛΗΝΕΤ, Αγωγής Υγείας, Περιβαλλοντικής Εκπ/σης, ΕΚΦΕ, Καλλιτεχνικών).
* Δημιουργία νέων κέντρων στις περιοχές που είναι απαραίτητο (λόγω απόστασης ή λόγω πολλών σχολικών μονάδων)
* Καθορισμός του ρόλου και των αρμοδιοτήτων των ΚΕΠΛΗΝΕΤ έτσι ώστε να μην υπάρχουν επικαλύψεις στα καθήκοντα του προσωπικού του ΚΕΠΛΗΝΕΤ, του συμβούλου Πληροφορικής και του Καθηγητή Πληροφορικής.
Η χώρα μας, και είμαι χαρούμενη γι’ αυτό, έκανε μια αξιέπαινη προσπάθεια να δώσει μεγαλύτερη αξία στους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους – αναφέρομαι στη δημόσια διαβούλευση για το σύστημα διορισμού στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Σε χώρες του εξωτερικού, για παράδειγμα Γερμανία, η ανέλιξη σε ανώτερες θέσεις απαιτεί οπωσδήποτε μεταπτυχιακά και διδακτορικά. Επιτέλους, ας αναγνωρίσουμε και εδώ την αξία του αυτονόητου, της παιδείας!
Επομένως, γιατί να εξαιρεθεί από αυτή την αναγνώριση ο κλάδος των διοικητικών στελεχών της εκπαίδευσης; Οι μεταπτυχιακοί ή και διδακτορικοί τίτλοι συναφείς με την Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης πρέπει να προσμετρώνται και να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη στη μοριοδότηση και στελέχωση των διοικητικών θέσεων της εκπαίδευσης (διευθυντές σχολείων, διοικητικά στελέχη σε φορείς του ΥΠΕΠΘ κ.λπ.). Τα πιστοποιητικά επάρκειας και τα σεμινάρια επιμόρφωσης κάποιων ωρών από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την αξία του διετούς μεταπτυχιακού αλλά και του διδακτορικού τίτλου. Άλλο τα σεμινάρια επιμόρφωσης και άλλο οι μεταπτυχιακοί-διδακτορικοί τίτλοι.
Ευχαριστώ
Καλή δύναμη στο πολύτιμο έργο σας!
Υ.Γ. Σας παραπέμπω στο βιβλίο του καθηγητή Εκπαιδευτικής Διοίκησης Π. Πασιαρδή, Εκπαιδευτική Ηγεσία, εκδ. Μεταίχμιο για τον τρόπο επιλογής διοικητικού/διευθυντικού προσωπικού στην εκπαίδευση.
Κυρία Υπουργέ,
άλλος ένας παραλογισμός που επικρατεί μέχρι σήμερα στη διαδικασία επιλογής στελεχών στην εκπ/ση:
στους εκπ/κούς ξένων γλωσσών δεν αναγνωρίζεται (και επομένως δεν μοριοδοτείται) η ‘άριστη γνώση’ της ΞΓ την οποία άλλωστε διδάσκουν, με το απαράδεκτο σκεπτικό ότι ο πανεπιστημιακός τίτλος που κατέχουν είναι προσόν διορισμού και όχι επιπλέον προσόν.
Τυπικά μια τέτοια άποψη στέκει, ουσιαστικά όμως είναι έωλο ως επιχείρημα εφόσον για να μπούμε στην κάθε Ξενόγλωσση Φιλολογία (Αγγλική, Γαλλική, κλπ) έπρεπε από πριν να κατέχουμε άριστα τη γλώσσα την οποία θέλαμε να σπουδάσουμε.
Με άλλα λόγια, την ΞΓ δεν τη μάθαμε στο πανεπιστήμιο, εκεί μάθαμε να τη διδάσκουμε. Εξάλλου, ως γνωστόν, δεν μπαίνεις σε αυτές τις σχολές αν δεν δώσεις τις σχετικές εξετάσεις ΞΓ (ως ειδικό μάθημα) όπου αποδεικνύεται η γνώση της ΞΓ.
Έτσι, για να μοριοδοτηθεί με τα σχετικά μόρια ένας εκπ/κός Αγγλικών χρειάζεται να καταθέσει το Proficiency (που, ούτως ή άλλως, διαθέτει και το απέκτησε κάπου στα τρυφερά χρόνια της εφηβείας)!
Unbelievable but true!
Επί της ουσίας, επομένως, μηδέν! Οι εκπ/κοί ΞΓ έχουν τα απαιτούμενα ‘επιπλέον’ πιστοποιητικά για να αποδείξουν……..ότι δεν είναι ελέφαντες! Αλλά είναι ντροπή να απαξιώνονται με αυτόν τον τρόπο τα πτυχία των ΞΓ Πανεπ/κών Τμημάτων.
Κυρία Υπουργέ,
ενεργείστε ως λογικός και νοήμων άνθρωπος και πράξετε τα αυτονόητα καταργώντας αυτήν την παράλογη διάταξη…
Η επιλογή στελεχών θα πρέπει να γίνεται με απολύτως αξιοκρατικά κριτήρια. Μοριοδότηση τίτλων σπουδών και παιδαγωγική κατάριση η οποιά θα κρίνεται έπειτα από αξιολόγηση βάση γραπτής διαδικασίας η οποία θα αξιολογεί την κριτική σκέψη και την ευρύτυτά της….έπειτα όμως απο παρακολούθηση επιμόρφωσης που θα είναι εμπλουτισμένη με τις σύγχρονες μορφές διδασκαλίας και διοίκησης.
ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Δυστυχώς μέχρι σήμερα η πολιτεία δε μερίμνησε για τη δημιουργία προϋποθέσεων ώστε να υπάρξουν επιμορφωμένα στελέχη Διοίκησης Μονάδων Εκπαίδευσης. Αυτό το οποίο έχουν υιοθετήσει πολλά Ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να κάνουμε κι εμείς.
Πιο συγκεκριμένα προτείνεται να δημιουργηθεί στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο μεταπτυχιακό τμήμα με τίτλο: Στελέχη Διοίκησης Μονάδων Εκπαίδευσης. Σ’αυτό το τμήμα προτείνεται να έχουν τη δυνατότητα να φοιτούν και μόνιμοι εκπαιδευτικοί (που πληρούν κάποιες προϋποθέσεις, όπως ορισμένα χρόνια προϋπηρεσίας, κλάδος, βαθμός) καθώς και ιδιώτες εκπαιδευτικοί. Για την άμεση παραγωγή στελεχών προτείνεται ένα μεγάλο ποσοστό του συνολικού αριθμού των ατόμων που θα παρακολουθούν το συγκεκριμένο μεταπτυχιακό πρόγραμμα να καλύπτεται από μόνιμους εκπαιδευτικούς. Το απαιτούμενο χρηματικό ποσό να καλύπτεται από το Υπουργείο, με την προϋπόθεση ότι η φοίτηση των εκπαιδευτικών θα είναι επιτυχής.
Το παραπάνω σύστημα δημιουργίας στελεχών Διοίκησης προτείνεται έναντι άλλων επιμορφώσεων καθώς παρέχει:
i) Ποιοτική επιμόρφωση
ii) Παροχή Μεταπτυχιακού Τίτλου
iii) Ικανότητα εκπλήρωσης διδακτικών καθηκόντων από τους εκπαιδευτικούς (μη απομάκρυνσή από τις θέσεις τους)
iv) Όλα τα παρπάνω με μικρό κόστος
Σημ.: Την ίδια διαδικασία είχε ακολουθήσει το Υπ. Υγείας με υπουργό τον κ.Παπαδόπουλο για τη στελέχωση των Μονάδων Υγείας. Με συμφωνία του Ελεύθερου Ανοιχτού Πανεπιστημίου οι μόνιμοι υπάλληλοι των μονάδων Υγείας καταλάμβαναν το 30% των γενικά διαθέσιμων θέσεων στο Ελεύθερο Ανοιχτό Πανεπιστημίο. Τα έξοδα φοίτησης καλυπτόταν από το αντίστοιχο Υπουργείο.
Είναι απαραίτητο πλέον να οργανωθεί και στη χώρα μας, όπως σε πολλές Ευρωπαικές χώρες αλλά και σε όλο τον κόσμο, ένα σύστημα Επιμόρφωσης Στελεχών πριν και κατά τη διάρκεια της θητείας των στελεχών, αξιοποιώντας είτε τη γνώση πολλών επιστημόνων από το χώρο της διοίκησης της εκπαίδευσης στη χώρα μας, είτε τη γνώση και την εμπειρία φορέων Επιμόρφωσης, όπως Παιδαγωγικό Ινστιτούτο,Εθνική Σχολή Δημόσιας διοίκησης, Οργανισμό Επιμόρφωσης εκπαιδευτικών κ.α
Όσοι ενδιαφέρονται στο μέλλον να καταλάβουν θέσεις διοικητικές στην εκπαίδευση θα πρέπει υποχρεωτικά να επιμορφώνονται σε θέματα διοίκησης σε θέματα χειρισμού του ανθρώπινου παράγοντα και σε ψυχοπαιδαγωγικά θέματα και ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Ιδιαίτερα οι διευθυντές σχολικών μονάδων οι οποίοι θεωρούνται ως «ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει την ποιότητα και της παρεχόμενης εκπαίδευσης» και «η ποιότητα της ηγεσίας που ασκεί ο Διευθυντής αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα επιτυχίας της σχολικής μονάδας» σύμφωνα με σχετική αρθρογραφία-βιβλιογραφία και σειρά ερευνητικών αποτελεσμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο,πρέπει απαραιτήτως να αποκτήσουν γνώσεις και ικανότητες διοίκησης πριν αναλάβουν τη διεύθυνση ενός σχολείου. Δυστυχώς πολλοί μαθητές και εκπαιδευτικοί υποφέρουν στη χώρα μας εξ’ αιτίας της κακοδιοίκησης και αυτό είναι φυσικά σε βάρος της ποιότητας της μάθησης και της αποτελεσματικότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, σαφώς πρέπει να υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια στις κρίσεις των στελεχών,αλλά οι τίτλοι σπουδών ή το συγγραφικό έργο στη Διοίκηση της εκπαίδευσης, ή πολύχρονα σεμινάρια στη Διοίκηση να μοριοδοτούνται επιπλέον. Επίσης, η εμπειρία σε Διοικητικές θέσεις στην εκπαίδευση είναι πολύ σημαντική και πρέπει να προσμετράται.Η προυπηρεσία στην εκπαίδευση δεν νομίζω ότι πρέπει να αλλάξει.
Σε ότι αφορά στην συνέντευξη,νομίζω ότι πρέπει να καταργηθεί, αλλά να βρούμε κάποιους άλλους τρόπους να αξιολογείται η επάρκεια και η προσωπικότητα του υποψηφίου.
Τελειώνοντας, έχω να προσθέσω μόνο τα συγχαρητήριά μου για την εξαιρετικά πρωτότυπη και καινοτόμα πρωτοβουλία της κυβέρνησης και θα πρότεινα να συνεχιστεί αυτός ο διάλογος των εκπαιδευτικών, γονιών….γιατί όχι και μαθητών, εφόσον είναι και αυτοί εμπλεκόμενοι στην εκπαιδευτική διαδικασία και τελικά όλα αυτούς αφορούν;;
Να καταργηθεί εντελώς η βαθμολογία μέσω συνέντευξης.Η συνέντευξη να βεβαιώνει απλώς την επάρκεια του υποψήφιου στελέχους.Να δοθεί βαρύτητα στα αντικειμενικά κριτήρια και στις γραπτές εξετάσεις.
Να γίνει διαχωρισμός της μοριοδότησης ανάλογα με την κατηγορία των στελεχών.Όπου χρειάζεται να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στα επιστημονικά ή στα διοικητικά κριτήρια.
Να υπάρξει διαφορετική μοριοδότηση σε επιπλέον κριτήρια (διδακτορικό,μεταπτυχιακό.δεύτερο πτυχίο κ.λ.π.) ανάλογα με τη συνάφεια του περιεχομένου τους με τη διοίκηση ή την επιστημονική και παιδαγωγική κατάρτιση.
Να μη δίνονται μόρια σε όσους εκπαιδευτικούς συμμετείχαν σε οποιοδήποτε υπηρεσιακό συμβούλιο.
Η επιλογή διευθυντών και υποδιευθυντών σχολικών μονάδων να γίνεται μετά από πρόταση του συλλόγου διδασκόντων του σχολείου και τα υπηρεσιακά συμβούλια να επικυρώνουν απλά αυτές τις επολογές.
Οι εκπαιδευτικοί που αποκτούν τίτλους (διδακτορικό,μεταπτυχιακό.δεύτερο πτυχίο κ.λ.π.) που έχουν άμεση σχέση με την εκπαίδευση να αξιοποιούνται για τα επόμενα 5 χρόνια στην τάξη και μετά να έχουν δικαίωμα να είναι υποψήφιοι για στελέχη της εκπαίδευσης.
Όταν πρόκειται για διοικητικές θέσεις να δίνεται βαρύτητα στα χρόνια υπηρεσίας του υποψήφιου και ιδιαίτερα στη διδακτική του εμπειρία.
ΕΛΜΕ ΡΟΔΟΠΗΣ Κομοτηνή, 3/12/2009
ΚΟΜΟΤΗΝΗ 69100
ΘΕΜΑ: Θέσεις της ΕΛΜΕ Ροδόπης για τη δημόσια διαβούλευση πάνω στις προσλήψεις, μεταθέσεις –αποσπάσεις και στις κρίσεις στελεχών εκπαίδευσης
Έπειτα από την έκτακτη συνέλευση του νέου Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε ΡΟΔΟΠΗΣ, αποφασίστηκε ομόφωνα να λάβει μέρος η Ε.Λ.Μ.Ε. στη δημόσια διαβούλευση που ανακοίνωσε η υπουργός παιδείας για θέματα πρόσληψης εκπαιδευτικών, αποσπάσεις-μεταθέσεις και τέλος επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης, με απόψεις και θέσεις οι οποίες ψηφίστηκαν ομόφωνα από το Δ.Σ. Της Ε.Λ.Μ.Ε. ΡΟΔΟΠΗΣ και οι οποίες τίθενται δημόσια:
3. Κρίση και Επιλογή των Στελεχών της Εκπαίδευσης
● Τα κριτήρια πρέπει να είναι αντικειμενικά και μετρήσιμα και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της θέσης που κάθε φορά προκηρύσσεται ως προς τη γνώση και την εμπειρία. Να πραγματοποιηθεί δημόσιος διάλογος και να τεθούν με διαφάνεια τα στοιχεία που πρέπει να υπολογίζονται για την επιλογή των στελεχών της διοίκησης επίσης να ληφθούν υπόψη και οι προτάσεις ειδικών επιστημόνων, συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών ( ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ).
● Επιλογή στελεχών που θα κρίνονται με βάση τα βιογραφικά και την επιστημονική τους παρουσία, καθώς και οποιαδήποτε κοινωνική, πολιτιστική δράση και δραστηριότητα που έχει σχέση με την εκπαίδευση και την παιδεία.
● Να αναγνωριστούν όλα τα σεμινάρια-επιμορφώσεις και οι νέες μέθοδοι εξ αποστάσεως εκπαίδευση μέσω των νέων τεχνολογιών στις οποίες υποβλήθηκε ο ενδιαφερόμενος.
● Κατάργηση της συνέντευξης.
● Αξιοκρατική και ψυχομετρική αξιολόγηση από αδιάβλητες επιτροπές η οποία θα συνεχίζεται και στην πορεία.
● Λεπτομερής μοριοδότηση των προσόντων, που θα είναι γνωστή εκ των προτέρων.
● Δοκιμαστική υπηρεσία 1-2 χρόνια και συχνή διοικητική αξιολόγηση καθώς και αξιολόγηση από τους υφιστάμενους, η οποία θα λαμβάνεται υπόψη κατά τη γενική αξιολόγηση, με ενεργοποίηση του συλλόγου των διδασκόντων στις σχολικές μονάδες με στόχο τη βελτίωση.
Το ΔΣ της ΕΛΜΕ Ροδόπης
Όσο πιο απλή και ανοικτή είναι η διαδικασία επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης, τόσο πιο αποτελεσματική θα είναι, εάν ληφθούν υπόψη τα ακόλουθα:
1. Ο βαθμός Α΄ να αποτελεί την μοναδική προϋπόθεση συμμετοχής στη διαδικασία επιλογής.
(Πρόκειται για τον μεγαλύτερο βαθμό και προαπαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, σε αρκετές περιπτώσεις διοικητικής φύσης.)
2. Μετρήσιμα κριτήρια από τα οποία να προκύπτουν όσοι/ες έχουν α) υψηλή παιδαγωγική και επιστημονική κατάρτιση και β) υψηλό επαγγελματικό ήθος.
3. Δραστικό περιορισμό ή και κατάργηση της συνέντευξης.
Αν δεν καταργηθεί (διότι – στην υγιή της εκδοχή – είναι ένα μέσο από το οποίο μπορούν να προκύψουν ποιοτικά στοιχεία για τον/την υποψήφιοι/α), τότε:
α) να είναι δομημένη (δηλ. με συγκεκριμένες θεματικές ενότητες) και
β) να βιντεοσκοπείται (έναντι άσκησης κάθε νόμιμου δικαιώματος)
4. Αμέσως, μετά την επιλογή των στελεχών, να ακολουθεί επιμόρφωσή τους στα καθήκοντα που αναλαμβάνουν.
Μερικές απορίες για το Ελληνικό σχολείο.
Tα τελευταία 25 χρόνια στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έχουν θεσμοθετηθεί διάφορες θέσεις (ακόμη και σήμερα εμφανίζονται νέες), με αποκλειστικό στόχο (όπως μας λένε) να κάνουν την εκπαίδευση των παιδιών μας, καλύτερη, αποδοτικότερη, περισσότερο ανθρώπινη κλπ.
Ακούμε μεγαλόστομες και βαρύγδουπες κουβέντες από τους παραπάνω θεσήτες : «προσπαθούμε μέσα από την εκπόνηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, να καλλιεργήσουμε την κριτική, την διαλεκτική και την δημιουργική σκέψη, αλλά και τις ανώτερες γνωστικές λειτουργίες, με σκοπό οι μαθητές να μάθουν πως θα μαθαίνουν, να μετέχουν ενεργά στη βιωματική μάθηση, να ενδιαφέρονται για το περιβάλλον, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό και την ισότητα των φύλλων. Προσπαθούμε με διάφορους τρόπους να δώσουμε τα κατάλληλα εφόδια στη νέα γενιά, που αποτελεί το μέλλον του τόπου μας, ώστε να ανταποκριθεί στις σύγχρονες απαιτήσεις της τεχνολογίας, της παγκοσμιοποίησης και της οικονομίας της αγοράς.
……Να συμβάλουμε ουσιαστικά, ώστε να μετατρέψουμε το σχολείο σε ένα δημιουργικό βιωματικό εργαστήριο μάθησης.»
Απ’ όλα αυτά, τόσα χρόνια στο χώρο δεν είδα τίποτα.
1. Ούτε σαν γονιός, που πληρώνω αδρά για την μόρφωση των παιδιών το ελληνικό κράτος ποικιλοτρόπως:
Α. Μέσω της φορολογικής δήλωσης πληρώνοντας αρκετές χιλιάδες € κάθε χρόνο,
Β. Μέσω των έμμεσων και άλλων φόρων, ΦΠΑ, Τέλη, σε Δήμους, καύσιμα κλπ.
Γ. Μέσω των πανάκριβων φροντιστηρίων, που έγιναν και αυτά αναγκαίο προσάρτημα της εκπαίδευσης και μάλιστα από το δημοτικό.
2. Ούτε και σαν εκπαιδευτικός, που από το 1981 στο επάγγελμα, είδα συναδέλφους:
Α. Nα αγωνίζονται να διοριστούν μόνο και μόνο για να έχουν ένα σίγουρο μισθό. Αμέσως μετατρέπουν το λειτούργημά τους σε πάρεργο και ασχολούνται: οι περισσότεροι με ιδιαίτερα μαθήματα, άλλοι ανοίγουν καταστήματα, με αγροτικές ασχολίες, με κάθε λογής επάγγελμα του ποδαριού.
Β. Nα γίνονται κυνηγοί μετεκπαιδεύσεων, επιμορφώσεων, σεμιναρίων, ημερίδων κλπ για να πλουτίσουν το φάκελό τους και ‘να κάνουν κάτι καλύτερο’, όπως λένε, δηλαδή να βγουν από την τάξη, να μη διδάσκουν, να είναι μακριά από τα παιδιά, να βολευτούν σε κάποιο γραφείο, να εισπράξουν επιδόματα, πχ σχολικοί σύμβουλοι, υπεύθυνοι προγραμμάτων σε διευθύνσεις, σε ΚΕΣΥΠ, ΚΠΕ κλπ.
Γ. Aπό την πρώτη κιόλας μέρα του διορισμού τους να προσπαθούν να βολευτούν με καμιά αποσπασούλα κυρίως σε γραφεία. Να αναλάβουν υπηρεσία σε δυσπρόσιτα και παραμεθόρια σχολειά, ακαριαία να εξαφανίζονται παίρνοντας απόσπαση για το «συμφέρον της υπηρεσίας», λες και το έρημο ελληνικός κράτος χωρίς αυτούς δεν θα λειτουργούσε διοικητικά άριστα.
Δ. Eκπαιδευτικούς σε σχολεία να μην συμπληρώνουν το υποχρεωτικό ωράριό τους. Σε κάποιες ειδικότητες το φαινόμενο αυτό έχει γίνει πληγή στη Δ.Ε. ενώ η Π.Ε. στερείται τις αντίστοιχες ειδικότητες,
Ε. Σχολεία με ανύπαρκτες Σχολικές Επιτροπές (Νομικά Πρόσωπα του οικείου Δήμου), με ελλιπή χρηματοδότηση για λειτουργικές δαπάνες, όπου ο διευθυντής (αποδέκτης όλων των παραπόνων) σε πλήρη εγκατάλειψη από το δήμο, να αγωνίζεται χωρίς βοήθεια σε καθήκοντα γραμματέα, κλητήρα, φύλακα, ταχυδρόμου, αλλά και ηλεκτρολόγου, υδραυλικού κλπ,
ΣΤ. Γονείς που τους ενδιαφέρει το σχολείο να λειτουργεί σαν ένα καλό πάρκινγκ μαθητών, πατεράδες που αν το μισοδιαβασμένο και κακομαθημένο παιδί τους πάρει 9 αντί για 10, 19 αντί για 20 να φταίει το ‘στραβόξυλο’ ο εκπαιδευτικός, μαμάδες που στην καλοκαιρινή βόλτα της παραλίας, αγανακτώντας να τις τριγυρίζουν τα παιδιά τους να λένε: ‘αμάν, πότε θα ανοίξουν τα ρημάδια τα σχολεία’!,
Ζ. Το βασικότερο. Οι παλιοί δάσκαλοι με 2 χρόνια από την ακαδημία έμαθαν όλους εμάς γράμματα, οι σημερινοί εκπαιδευτικοί με πληθώρα μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων (που στόχο έχουν τη θεσούλα, άμα το διορισμό) αφήνουν τα παιδιά μας αγράμματα. Γιατί άραγε? Ποια είναι η απάντηση?
Ότι ο εκπαιδευτικός έγινε επαγγελματίες, χωρίς ιδανικά.!
Για το σύστημα πρόσληψης πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να παραγνωρισθεί η ισχύουσα διδικασία και να υπάρξει ένα μεικτό σύστημα διορισμών και απο τον ΑΣΕΠ και απο την προυπηρεσία , αφου πρώτα ελεγχθούν και ξεκαθαρισθούν οι πίνακες.Σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρξει δίκαιη μεταχείρηση όσων συναδέλφων υπηρέτησαν το σύστημα (ανπληρωτές και ωρομίσθιοι) και για κοινωνικούς λόγους και για λόγους αξιοπιστίας και της ίδιας της πολιτείας.Η εύλογη μεταβατικότητα πρέπει να εμπεριέχεταιστην όποια πρόταση. Η παρούσα ποσόστωση 60-40 έχει κατά την άποψή μας αλλοιωθεί απο τη λειτουργία πινάκων που λειτουργούν παράλληλα (24μηνο, 40μηνο)και σταδιακά οδηγούν στη μείωση των διορισμών.
Για τις υπηρεσιακές μεταβολές χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια που θα οδηγήσει σε εξορθολογισμό του συστήματος, το οποίο τα τελευταία χρόνια με τις συνεχείς παρεμβάσεις έχει καταστεί διάτρητο. Μια καλή αφετηρία συζήτησης είναι και η πρόταση της ΟΛΜΕ για τις υπηρεσιακές μεταβολέςπου έχει κατατεθεί.ΔΙΑΦΩΝΟΎΜΕ με την πρόταση να γίνονται οι διορισμοί στις σχολικές μονάδες, πράγμα που σταδιακά μπορεί να οδηγήσει σε αμφισβήτηση την οργανικότητα.
Για τις επιλογές στελεχώνπροτείνουμε:α)4ετή θητεία για όλα τα στελέχη της εκπ/σης, που θα λήγει ταυτόχρονα β)το σύνολο των αξιολογικών μοναδων θα προκύπτει απο τα μοριοδοτούμενα κριτήρια(τυπικά προσόντα),απο τα συνεκτιμώμενα και τη συνέντευξη που όμως θα έχει πολύ μικρή συμβολή και στην οποία θα αξιολογούνταισυγκεκριμένα κριτήρια με επιμέρους μοριοδότηση γ)να γίνεται διάκριση των μεταπτυχιακών τίτλων και των επιπλέον πτυχίων ανάλογα με τη συνάφεια που θα έχουν με τη θέση που διεκδικεί ο υποψήφιος.Η αξιολόγηση να είναι ικανοποιητική όταν υπάρχει συνάφεια και συμβολική όταν δεν υπάρχει δ)οι δηλώσεις προτίμησης να γίνονται μετά την κατάρτιση των αξιολογικών πινάκων ε) οι επιλογές υποδιευθυντών των σχολικών μονάδων να γίνονται απο το Σύλλογο Διδασκόντων.
Συμφωνούμε όλοι ότι θα πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα αξιοκρατικό για την επιλογή των Στελεχών Εκπαίδευσης. Οι νυν υπηρετούντες Σχολικοί Σύμβουλοι μοριοδοτηθήκαμε ανάλογα με τα προσόντα μας, τους τίτλους σπουδών μας, τις ξένες γλώσσες μας, την εμπειρία μας σε τάξη, τη συμμετοχή μας σε συγγραφικές ομάδες σχολικών βιβλίων, το συγγραφικό μας έργο γενικότερα, ακόμα και με τεστ 100 παιδαγωγικο-διδακτικών ερωτήσεων. Καμία αντίρρηση. Μόνο που όσοι επιλέγονται και κρίνονται άξιοι, θα πρέπει να έχουν διασφαλισμένο ότι θα εργαστούν σε ένα αυστηρά καθορισμένο πλαίσιο, με συγκεκριμένες αρμοδιότητες και σε επαρκή αριθμό, ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες των εκπαιδευτικών. Δεν είναι δυνατόν να παλεύουμε με ένα τεράστιο αριθμό σχολείων και εκπαιδευτικών (εν προκειμένω 82), σε μια αχανή περιοχή (Αν. Αττική) και σε καθεστώς ρευστότητας, με ελάχιστες διοικητικές αρμοδιότητες, σαν να είμαστε «άνευ χαρτοφυλακίου». Ναι στην αξιολόγηση με σαφή, αντικειμενικά, αδιαβλητα κριτήρια, αλλά και καθηκοντολόγιο που να διασφαλίζει την ποιότητα και την αξιοπρέπεια των Στελεχών της Εκπαίδευσης.
Για να υπάρξει σωστή επιλογή στελεχών πρέπει να λειτουργεί συνεχώς ανανεούμενο και βελτιωνόμενο ένα σύστημα αξιολόγησης. Το σύστημα αυτό πρέπει περιλαμβάνει πολλά κριτήρια σε ομάδες και να είναι εκ των προτέρω γνωστό σε όλους (δηλαδή οποιαδήποτε αλλαγή να επηρρεάζει τη μεθεπόμενη κρίση). Να μην υπάρχει κυρίαρχη ομάδα κριτηρίων ή πρόσωπο που θα επηρρεάζει αποφασιστικά το αποτέλεσμα. Έτσι να υπάρχουν κριτήρια αντικειμενικά, όπως βαθμολογία πτυχίου, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, άλλα πτυχία, σεμινάρια, μετεκπαιδεύσεις κ.α. Άλλα και υποκειμενικά, όπως αξιολόγηση από τον διευθυντή, από τους συναδέλφους, ακόμη και από τους μαθητές με μικρή όμως βαρύτητα. Όλα αυτά βέβαια θα πρέπει να συζητηθούν με όλους τους εμπλεκόμενους και κυρίως με τους εκπαιδευτικούς απευθείας και όχι μέσω των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Σε κάθε ομάδα να υπάρχουν συντελεστές βαρύτητας. Ακόμη μπορούν να διοργανώνονται και μετεκπαιδεύσεις μικράς διαρκείας με εξετάσεις και βαθμούς. Τέλος καλό είναι να μετρά η συνολική επαγγελματική ζωή ενός υποψήφιου και όχι μόνο η υπηρεσία του στο δημόσιο ή στο υπουργείο Παιδείας. Οι καθηγητές είμαστε μια ομάδα που αξιολογεί καθημερινά αλλά δεν αξιολογείται ποτέ συστηματικά.
Έχω να σας κάνω μία πρόταση χρήσιμη και αναγκαία όχι μόνο για την επιλογή στελεχών εκπαίδευσης αλλά και για την επιλογή όλων των άλλων στελεχών του Δημοσίου. Αφού γίνει η επιλογή κάποιων ατόμων με αντικειμενικά κριτήρια να δημοσιεύονται τα ονόματα αυτών και να τίθενται υπό την δημόσια κρίση και σχολιασμό όλων όσων τους γνωρίζουν ή έχουν να τους προσάψουν κάτι αρνητικό που μπορεί να αποδειχθεί. Μόνο έτσι μπορούμε να είμαστε πιο σίγουροι ότι το άτομο που επιλέχτηκε δεν έχει πολλές κρυμμένες αμαρτίες. Απο το σύστημα ή απο κάποια επιτροπή αξιολόγησης ένα «αμαρτωλό» στέλεχος εκπαίδευσης μπορεί να κρυφτεί, αλλά είναι σχεδόν αδύνατον να κρυφτεί απο τα άτομα που έρχεται σε συνεχή επαφή στην επαγγελματική του καθημερινότητα και που γνωρίζουν τις όποιες κρυφές πτυχές του.
ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ
Ο εκπαιδευτικός πρέπει να επιμορφώνεται τόσο εισαγωγικά όσο και περιοδικά ώστε να γίνεται δέκτης της επικαιροποίησης τόσο της γνώσης του διδακτικού του αντικειμένου όσο και της διδακτικής του κάθε αντικειμένου .Η πιο ενδεδειγμένη και σύγχρονη μορφή επιμόρφωσης με τη χρήση νέας τεχνολογίας ,είναι να καλείται ο εκπαιδευτικός σε τακτά χρονικά διαστήματα (τουλάχιστον ανά δύο έτη) σε ειδικά εξεταστικά κέντρα για να εξεταστεί γραπτώς σε 50 ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής (θα διορθώνονται ταχύτατα και αντικειμενικά μέσω scanner). Αυτές οι ερωτήσεις θα επιλέγονται με κλήρωση την ημέρα της εξέτασης από μία βάση δεδομένων 1000 ερωτήσεων των οποίων οι απαντήσεις θα είναι γνωστές σε διαδικτυακό τόπο προσβάσιμο σε κάθε εκπαιδευτικό. Το περιεχόμενο των ερωτήσεων πέρα από το γνωστικό αντικείμενο και τη διδακτική θα πρέπει να περιλαμβάνει και στοιχεία χρήσης Η/Υ, διαχείρισης προσωπικού και σχολικής νομοθεσίας. Οι επιτυχόντες της επιμόρφωσης θα πρέπει να λαμβάνουν χρηματικό ποσό και πιστοποίηση επιμόρφωσης που θα οδηγεί κάθε φορά σε ταχύτερη μισθολογική και βαθμολογική ανέλιξη. Την ευθύνη για την όλη διαδικασία της επιμόρφωσης πρέπει να την έχει ανεξάρτητη αρχή επιμόρφωσης, στελεχωμένη από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό ( κατόχους διδακτορικών στην παιδαγωγική επιστήμη και στη σχολική διοίκηση) ,το προσωπικό αυτό θα διορίζεται με συγκεκριμένη θητεία ,από την βουλή ομόφωνα με συμμετοχή εκπροσώπων και της ΟΛΜΕ.
ΕΠΙΛΟΓΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ
Προτείνεται η κατάργηση της σημερινής διαδικασίας επιλογής διευθυντών μέσω των αξιολογικών πινάκων και η αντικατάστασή του από ένα σύστημα επιλογής μέσω κλήρωσης από εκπαιδευτικούς του κάθε συλλόγου οι οποίοι διδάσκουν στο συγκεκριμένο σχολείο τουλάχιστον 7 χρόνια και έχουν περάσει επιτυχώς από τις περιοδικές επιμορφώσεις (στην μορφή που έχει προταθεί προηγουμένως ώστε να έχουν πιστοποιημένα ,γνώσεις διαχείρισης προσωπικού και σχολικής νομοθεσίας). Ο διευθυντής πρέπει να έχει θητεία το πολύ 2 ετών, κανονικό ωράριο διδασκαλίας και έπειτα να γίνεται αναγκαστική αντικατάστασή του από το νέο κληρωτό διευθυντή, επίσης πρέπει να είναι ανακλητός όταν το απαιτούν τα 2/3 του συλλόγου. Η φιλοσοφία αυτής της πρότασης έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να είναι το ανώτατο συλλογικό όργανο λήψης κάθε απόφασης και διοίκησης του σχολείου (μαζί με αντιπροσώπους της μαθητικής κοινότητας και του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων) ενώ ο ρόλος του διευθυντή θα συνίσταται στην εκπροσώπηση του σχολείου σε διοικητικές πράξεις καθώς και στην επίβλεψη για την αμερόληπτη και αυστηρή τήρηση της σχολικής, εκπαιδευτικής και διοικητικής νομοθεσίας και κανονισμών. Επιπροσθέτως επιβάλλεται η απλοποίηση της σχολικής γραφειοκρατίας με ευρεία χρήση του διαδικτύου, εδώ προτείνεται η υποχρεωτική δημιουργία ιστοσελίδας για κάθε σχολική μονάδα που θα περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία της (σύλλογος διδασκόντων, ωρολόγιο πρόγραμμα, στατιστικά στοιχεία, διάφορες σχολικές εκδηλώσεις κ.α.), η προτεινόμενη ιστοσελίδα θα πρέπει να ανανεώνεται τακτικά από τεχνικό των Η/Υ που ανήκει στην εκάστοτε διεύθυνση δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
Το ζήτημα στην αξιολόγηση δεν είναι αν θα πρέπει ή όχι να υπάρχει αλλά το πώς θα είναι αντικειμενική ,ανεξάρτητη και επιστημονική ,(η δυσάρεστη εμπειρία άλλωστε του επιθεωρητισμού με τις κομματικές και προσωπικές διώξεις εκπαιδευτικών έχει αφήσει μέχρι και σήμερα τα σημάδια της σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα). Γι’ αυτούς τους λόγους ,το δύσκολο και ευαίσθητο έργο της αξιολόγησης πρέπει να αναλάβει μία ανεξάρτητη αρχή αξιολόγησης ,στελεχωμένη από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό με θητεία (κατόχους διδακτορικών στην διδακτική και ψυχολογία) , διορισμένο από τη βουλή και με εκπροσώπηση της ΟΛΜΕ .Τα μέλη αυτής της ανεξάρτητης αρχής θα διενεργούν δειγματοληπτικούς και αιφνιδιαστικούς ελέγχους σε σχολικές μονάδες και θα αξιολογούν ομόφωνα (με αντικειμενικά , επιστημονικά και γνωστά κριτήρια) όχι μόνο τη διδασκαλία του κάθε εκπαιδευτικού ,αλλά και την υλικοτεχνική υποδομή και λειτουργία συνολικά της σχολικής μονάδας. Εξυπακούεται ότι σε αρχική φάση πρέπει να υπάρχει μια προσαρμοστική περίοδος ,κατά την οποία αυτές οι αξιολογήσεις θα έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα. Επίσης κάθε εκπαιδευτικός πρέπει να έχει το δικαίωμα ,τουλάχιστον για δύο φορές, να αρνηθεί της αξιολόγησης όταν νιώθει ανέτοιμος ή απροετοίμαστος να αξιολογηθεί. Τέλος στην περίπτωση κατά την οποία κάποιος εκπαιδευτικός επανειλημμένα (τουλάχιστον πάνω από τρείς φορές) κριθεί αναποτελεσματικός της διδασκαλίας πρέπει να γίνεται υποχρεωτική μετάταξή του σε ανάλογη (μισθολογικά) θέση του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
ΟΧΙ ΣΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΩΣ ΜΕΣΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΣΤΕΛΕΧΩΝ
Παρόλο που η συνέντευξη αποτελεί ένα θεμιτό τρόπο επιλογής στελεχών, στην Ελλάδα το κοινωνικό σύστημα δεν έχει την απαραίτητη ωριμότητα για να τον εφαρμόσει. Έχουμε καταλήξει τα στελέχη που επιλέγονται κατά κύριο λόγο να έχουν συγκεκριμένη ιδεολογική απόχρωση και κατά δεύτερο λόγο να είναι ικανά στελέχη, κατάλληλα για την εκπαίδευση. Το κακό από αυτή την κατάσταση δεν είναι τόσο ότι έχουμε άτομα συγκεκριμένης πολιτικής ταυτότητας σε θέσεις ευθύνης, όσο ότι τα άτομα αυτά έχουν επίγνωση των κριτηρίων με τα οποία επιλέχθηκαν, θεωρούν ότι έχουν την εξουσία με το μέρος τους και συχνά καταλήγουν να επιδεικνύουν αυταρχική και αντιδημοκρατική συμπεριφορά στους υφισταμένους τους. Εννοείται ότι υπάρχουν πολλοί ικανοί και άξιοι εκπαιδευτικοί που έχουν βρεθεί σε θέσεις ευθύνης. Γεγονός, όμως, είναι ότι τα διάφορα συστήματα επιλογής που έχουν εφαρμοσθεί μέχρι τώρα δεν έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου των εκπαιδευτικών για την εφαρμογή της αξιοκρατίας και δεν έχουν εξασφαλίσει τη μετριοφροσύνη και τη διαλλακτικότητα από τα επιλεγμένα στελέχη.
Συνεπώς, θα πρέπει να καταργηθεί η συνέντευξη από τα κριτήρια επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης. Ευτυχώς, υπάρχουν πολλά άλλα κριτήρια να εφαρμοστούν: σπουδές, μεταπτυχιακά, χρόνια προϋπηρεσίας, διδακτικό έργο (στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα), ερευνητικό έργο, δημοσιεύσεις, ξένες γλώσσες, γνώσεις Η/Υ, επιμόρφωση, εμπειρία σε διοικητική θέση κλπ.
ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΣΤΕΛΕΧΩΝ
Αυτό που προτείνεται από το ΥΠΕΠΘ για την αναγκαιότητα επιμόρφωσης των στελεχών της εκπαίδευσης είναι προφανές. Φυσικά και πρέπει και τα στελέχη της εκπαίδευσης να συνεχίζουν να επιμορφώνονται προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν με επάρκεια στις απαιτήσεις της θέσης τους.
Αυτό στο οποίο υπάρχει αντίφαση στην πρόταση του ΥΠΕΠΘ είναι πότε θα παρακολουθούν τα στελέχη τον κύκλο επιμόρφωσης. Για τα ειδικά προγράμματα επιμόρφωσης, η πρόταση γράφει στην αρχή ότι «τα στελέχη της εκπαίδευσης, που θα επιλεγούν, θα επιμορφωθούν σε θέματα αντίστοιχα με τις απαιτήσεις της θέσης …» ενώ, στη συνέχεια, διαβάζουμε ότι «όσοι ολοκληρώνουν με επιτυχία τον κύκλο σπουδών θα λαμβάνουν πιστοποιητικό διοικητικής επάρκειας, το οποίο θα αποτελεί μια από τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης.» Αν, όμως, είναι να μπει ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής η παρακολούθηση των σεμιναρίων, τότε θα πρέπει να συζητάμε όχι μόνο για τον τρόπο επιλογής των στελεχών αλλά και για το πώς θα επιλεγούν τα άτομα που θα παρακολουθήσουν τα σεμινάρια αυτά. Με άλλα λόγια, καλό θα ήταν να μην εφαρμοστεί το γνωστό τρικ με το οποίο συνηθίζουν να βγάζουν ‘φωτογραφικές’ θέσεις στις διάφορες προκηρύξεις, στις οποίες ορίζεται ότι ‘θα προτιμηθούν όσοι έχουν παρακολουθήσει το τάδε σεμινάριο τόσων ωρών’ ενώ η επιλογή για το ‘τάδε’ σεμινάριο γίνεται με αδιαφάνεια.
Για την επιλογή στελεχών εκπ/σης, πολύ σωστά εκτιμάται από το Υπουργείο η έλλειψη εκτίμησης και εμπιστοσύνης προς τα στελέχη σε σημείο υποτίμησης των προσώπων και υποβάθμισης των θεσμών. Ένα αξιοκρατικό σύστημα κρίσης και επιλογής στελεχών πρέπει να στηριχτεί σε αντικειμενικά κριτήρια, τα οποία θα είναι τα μόνα μετρήσιμα. Η συνέντευξη πρέπει να υφίσταται μόνο ως προς το χαρακτηρισμό «κατάλληλος» ή ακατάλληλος», χωρίς να μοριοδοτείται. Η επιτροπή κρίσης να είναι αδιάβλητη και να απαρτίζεται από πρόσωπα που έχουν σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά να μην εμπλέκονται στη συγκεκριμένη επιλογή στελεχών. Να μην είναι κριτές και κρινόμενοι ταυτόχρονα που διεκδικούν τις ίδιες θέσεις.
Η συμμετοχή των αιρετών στα συμβούλια κρίσης, δημοκρατική κατάκτηση του κλάδου, δεν συνάδει με την υποψηφιότητά τους για τις ίδιες θέσεις στις οποίες παρίστανται ως κριτές. Παρατηρούνταν μέχρι σήμερα πολλοί αιρετοί να χρησιμοποιούν την πλεονεκτική τους θέση για να επηρεάζουν τις αποφάσεις των συμβουλίων σε μια συναλλαγή κομματικών θέσεων. Η απαλλαγή τους από δικαιώματα διεκδίκησης ιεραρχικών θέσεων, στις οποίες συμμετέχουν ως κριτές, θα επιτρέψει να συμμετέχουν στα κοινά όσοι πραγματικά θέλουν να προσφέρουν στον κλάδο και στο κοινωνικό σύνολο. Πολλοί εκπαιδευτικοί με αλτρουιστική διάθεση δεν συμμετέχουν στις διαδικασίες, οι οποίες ταυτίζονται πλέον στη συνείδηση των εκπ/κών με μια σχέση δοσοληψίας και συναλλαγής με την κομματική εξουσία, σε μια σχέση δούναι και λαβείν, μηχανισμών και παρασκηνίων και δεν αφήνουν περιθώρια για αξιοπρεπή συμμετοχή στα κοινά.
Οι αποσπάσεις, οι θέσεις δ/ντών και υποδ/ντών δίνουν την εντύπωση ρουσφετιών από βουλευτικά γραφεία. Πολλοί συνδικαλιστές έχουν υποδυθεί το μανδύα των αυλικών, αυλοκόλακες που δεν αφήνουν τη φωνή της βάσης να φτάσει στα αυτιά των αρμοδίων υπουργών. Ξαναζήσαμε την πλατεία Κλαυθμώνος στις τελευταίες κρίσεις δ/ντών σχολικής μονάδας, από τις οποίες όσες παραπέμφθηκαν στις δικαστικές αίθουσες δικαιώθηκαν.
Για τη διοίκηση σχολικών μονάδων απαιτείται εξειδικευμένο και μόνιμο προσωπικό το οποίο θα επιμορφώνεται και θα υφίσταται αξιολογική κρίση σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Συμφωνούμε με τη βασική αρχή ότι όλες οι προσλήψεις πρέπει να γίνονται μέσω ΑΣΕΠ. Μια θέση που θα γίνει αποδεκτή και από το σύνολο των εκπ/κών, αρκεί αυτό να έχει καθολική ισχύ και να μην αρχίσουν μετά από κάποιο διάστημα οι εκπτώσεις του συστήματος.
Ο τρόπος που προσμετράται η αναλογία δασκάλου μαθητή πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε σχολικής μονάδας, όταν πλέον υπάρχει κοινή διαπίστωση ότι τα παιδιά χρήζουν εξατομικευμένης διδασκαλίας, ώστε να βελτιώνονται οι αδυναμίες και να καλλιεργούνται οι τάσεις και οι κλίσεις τους.
Τα αυξημένα προβλήματα στο σύγχρονο τρόπο ζωής, άγχος, διαζύγια, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη παιδοψυχολόγου ή ψυχολόγου στα σχολεία για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων και πρωτοβουλιών στους εκπαιδευτικούς, ώστε το σχολείο να βγει στην κοινωνία και τα παιδιά να έρθουν σε επαφή με τον περίγυρό τους.
Υποστηρίξτε τη δικαιοσύνη για να απελευθερωθούν οι δημιουργικές δυνάμεις. Μόνο τότε θα προχωρήσει η Παιδεία και ο τόπος.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ. (Α/ΘΜΙΑΣ & Β/ΘΜΙΑΣ)
ΚΡΙΝΩ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Β/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΕ ΓΡΑΦΕΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ, ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΟΛΟΙ ΟΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΠΕ11 ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΙ- ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ- ΣΕ ΘΕΣΗ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΣΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΟΥ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΘΕΣΗ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΠΕ11 ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΙΤΕ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΤΕΧΟΥΝ ΤΟ ΒΑΘΜΟ Α΄, ΔΩΔΕΚΑΕΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙ ΟΚΤΩ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΕΤΗ ΕΧΟΥΝ ΑΣΚΗΣΕΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΕ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΕΙΑΣ ΒΑΘΜΙΔΑΣ.
ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΕΙΟ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Α/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ.
Οι υπογράφουσες αυτό το κείμενο ως οι κύριοι συντελεστές οργάνωσης και λειτουργίας του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών (ΠΜΣ) με τίτλο «Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης» που λειτουργεί στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας από το ακαδημαϊκό έτος 2005-6, θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να συμμετάσχουμε σε αυτή την ανοικτή διαβούλευση προκειμένου να διατυπώσουμε τις απόψεις μας.
Αρχικά οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι μόνο, όπου η επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης δεν στηρίζεται κατά κύριο λόγο σε εξειδικευμένες σπουδές αλλά σε άλλα κριτήρια. Όμως, αναμφισβήτητα οι εξειδικευμένες σπουδές είναι απόλυτα αναγκαίες για τα στελέχη της εκπαίδευσης καθώς ο ρόλος τους είναι πολυδιάστατος και ξεφεύγει πολύ από την επικέντρωση στη γνώση της σχετικής νομοθεσίας και τη διακίνηση εγγράφων, διάσταση που μπορεί να στηριχτεί στην εμπειρία και στις δυνατότητες που προσφέρουν σήμερα οι νέες τεχνολογίες. Επίσης ο ρόλος του στελέχους εκπαίδευσης διαφοροποιείται πολύ από αυτόν των στελεχών διοίκησης επιχειρήσεων και διάφορων άλλων οργανισμών. Θα πρέπει να σημειώσουμε πως σε ότι ακολουθεί αναφερόμαστε στα στελέχη που ασκούν διοίκηση και όχι σε στελέχη όπως οι Σχολικοί Σύμβουλοι, για την επιλογή των οποίων ισχύουν διαφορετικές προϋποθέσεις.
Σύμφωνα με τις σύγχρονες επιστημονικές απόψεις και τα δεδομένα της επιστημονικής έρευνας, τα στελέχη της εκπαίδευσης παίζουν καταλυτικό ρόλο στις όποιες προσπάθειες ουσιαστικής αναβάθμισης της εκπαίδευσης. Σήμερα, σε μια περίοδο συνεχών αλλαγών στον εκπαιδευτικό χώρο, σε παγκόσμιο επίπεδο, όπου μεταξύ των άλλων δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην αυτοανάπτυξη και την αποτελεσματικότητα του όλου σχολείου, η εκπαιδευτική διοίκηση καλείται να παίξει καθοριστικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση. Έτσι, ο διευθυντής σχολικής μονάδας πρέπει, μεταξύ άλλων, να είναι γνώστης των εκπαιδευτικών αλλαγών και καινοτομιών που συντελούνται καθώς και του τρόπου εισαγωγής τους στη σχολική μονάδα, να έχει την ικανότητα και τη διάθεση να συμβάλλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση δημιουργικού σχολικού κλίματος και να προωθεί την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών σε συνδυασμό με την καθημερινή διδακτική πράξη. Να είναι επίσης γνώστης των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης και ικανός όχι μόνο να παρακολουθεί την επιστημονική έρευνα αλλά να παράγει και ο ίδιος έρευνα. Να εισάγει ερευνητική κουλτούρα στο σχολείο και ιδιαίτερα να προωθεί εκείνες τις μορφές εκπαιδευτικής έρευνας που είναι φιλικές και χρήσιμες στους εκπαιδευτικούς και συνδέονται άμεσα με τη βελτίωση της διδακτικής πράξης και την αποτελεσματικότητα του σχολείου. Αναμφισβήτητα, πρέπει να έχει γνώση των βασικών αρχών διοίκησης της εκπαίδευσης και ικανότητες διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού και αντιμετώπισης κρίσεων, καθώς και δεξιότητες επικοινωνίας με στόχο τη σύνδεση του σχολείου με την ευρύτερη κοινότητα.
Τα παραπάνω αποτέλεσαν γνώμονα για τη διαμόρφωση του προαναφερθέντος Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών, το οποίο περιλαμβάνει αποκλειστικά μαθήματα που σχετίζονται άμεσα με τις γνώσεις και δεξιότητες του σύγχρονου στελέχους της εκπαίδευσης. Ενδεικτικά διδάσκονται: βασικές αρχές διοίκησης – διοίκηση εκπαιδευτικών μονάδων, οργανωτική ψυχολογία με εφαρμογές στη διοίκηση εκπαιδευτικών μονάδων, ανάπτυξη και διαχείριση καινοτομιών στην εκπαιδευτική μονάδα, εφαρμογές των νέων τεχνολογιών στην εκπαιδευτική πράξη και στη διοίκηση της εκπαίδευσης, ποιότητα και αποτελεσματικότητα στο σχολείο, εκπαιδευτική πολιτική, δομή και διοίκηση εκπαιδευτικών συστημάτων άλλων χωρών και άλλα.
Τα παραπάνω αντικείμενα διδάσκουν μέλη ΔΕΠ του Τμήματος αλλά και μέλη ΔΕΠ άλλων Τμημάτων Πανεπιστημίων του εσωτερικού και του εξωτερικού και άλλοι επιστήμονες εξειδικευμένοι στο αντικείμενο του ΠΜΣ. Οι φοιτητές επίσης διδάσκονται τις μεθόδους της εκπαιδευτικής έρευνας, εξοικειώνονται με τις διαδικασίες της και διεξάγουν οι ίδιοι έρευνα στο πλαίσιο της διπλωματικής τους εργασίας. Τέλος, στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων που έχουν αναπτυχθεί, πολλοί από τους φοιτητές έχουν την ευκαιρία να επισκεφτούν Πανεπιστήμια και σχολεία του εξωτερικού και να έχουν απ’ ευθείας επικοινωνία με στελέχη της εκπαίδευσης της χώρας που επισκέπτονται.
Παρόλο που τα τελευταία χρόνια υπάρχουν εκπαιδευτικοί με σοβαρές μεταπτυχιακές σπουδές στην Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης, με απογοήτευση πληροφορηθήκαμε ότι στις τελευταίες κρίσεις στελεχών δεν επελέγησαν, αλλά προτιμήθηκαν εκπαιδευτικοί με περισσότερα μόρια που συγκεντρώθηκαν με διάφορα κριτήρια τα οποία δεν έχουν άμεση σχέση με τα απαιτούμενα για το προφίλ του σύγχρονου στελέχους της εκπαίδευσης, ενώ καταλυτικό ρόλο για τη επιλογή έπαιξε η ‘περίφημη’ συνέντευξη.
Πρόταση
Όπως ισχύει σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες, προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης για την κατάληψη θέσης στελέχους της εκπαίδευσης που προορίζεται για τη διοίκηση πρέπει να αποτελεί η κατοχή αναγνωρισμένου τίτλου Μεταπτυχιακών Σπουδών στην Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης και κάποια προϋπηρεσία. Η μοριοδότηση άλλων προσόντων για την τελική επιλογή οφείλει να ακολουθεί. Δεν μπορεί να εξισώνεται το οποιοδήποτε μεταπτυχιακό με τα εξειδικευμένα στο αντικείμενο της οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης ή να διαφοροποιούνται με ένα ή δυο μόρια. Βέβαια, ίσως δεν υπάρχουν ακόμη αρκετοί εκπαιδευτικοί κάτοχοι εξειδικευμένων μεταπτυχιακών σπουδών, καθώς δεν υπάρχει σχετική παράδοση στην Ελλάδα λόγω του ότι στην επιλογή στελεχών άλλοι παράγοντες έπαιζαν ρόλο. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να αξιοποιηθούν καταρχάς οι εκπαιδευτικοί που κατέχουν μεταπτυχιακούς τίτλους στη Διοίκηση της Εκπαίδευσης, ενώ μεταβατικά, και μέχρι να υπάρξει ένας ικανός αριθμός εκπαιδευτικών με άμεσα σχετικές με το αντικείμενο Μεταπτυχιακές Σπουδές, θα μπορούσε εναλλακτικά να τεθεί ως προαπαιτούμενο κριτήριο για την κατάληψη θέσης διοίκησης, η ειδική και υψηλού επιπέδου εκπαίδευση η επιμόρφωση σε συναφή με τη Διοίκηση της Εκπαίδευσης αντικείμενα.
Υπογράφοντες:
Βασιλική Παπαδημητρίου Καθηγήτρια (Διευθύντρια σπουδών του ΠΜΣ)
Σαραφίδου Γιασεμή Αναπλ. Καθηγήτρια (γνωστικό αντικείμενο «Εκπαιδευτική Έρευνα»
Λαζαρίδου Αγγελική, Λέκτορας (γνωστικό αντικείμενο «Οργάνωση και Διοίκηση της Εκπαίδευσης»)
ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠ/ΣΗΣ
Του Αθανασίου Γιαννίκα, Σχολικού Συμβούλου
Το προτεινόμενο σχέδιο αποτελεί μία συνολική πρόταση που στηρίζεται στην αξιοκρατία και προωθεί τη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη στο χώρο της εκπ/σης. Βασίζεται κυρίως στο ΠΔ 25( ΦΕΚ 20/7-2-2002) εμπλουτισμένο με αρκετές ποιοτικές αλλαγές και παρεμβάσεις έτσι ώστε να καθίσταται περισσότερο αξιόπιστο και αντικειμενικό.
Σχολικοί σύμβουλοι Προσχολικής και Δημοτικής Εκπ/σης.
Εκπ/κή υπηρεσία 18 έτη και άσκηση διδακτικών καθηκόντων σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπ/σης 14 έτη. (Η θητεία σε θέση Σχολικού Συμβούλου προσμετράται στην άσκηση διδακτικών καθηκόντων και οι ενεργεία Σχολικοί Σύμβουλοι συμμετέχουν στη διαδικασία επιλογής ακόμα και αν δεν ικανοποιούνται οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις)
Κριτήρια επιλογής Σχολικών Συμβούλων
Α) Μοριοδοτούμενα κριτήρια
1.Επιστημονική και Παιδαγωγική κατάρτιση και συγκρότηση
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 17 μονάδες)
α)Διδακτορικό δίπλωμα με συνάφεια στις
Επιστήμες της Αγωγής, στη ειδική και
γενική Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 8 μονάδες
β) Διδακτορικό δίπλωμα χωρίς συνάφεια στις
Επιστήμες της Αγωγής, στην ειδική και
γενική Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 5 μονάδες
γ)Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(2/ετούς διάρκειας) με συνάφεια στις
Επιστήμες της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 5 μονάδες
δ) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(1/ετούς διάρκειας) με συνάφεια στις
Επιστήμες της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 3 μονάδες
ε) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(2/ετούς διάρκειας) χωρίς συνάφεια στις
Επιστήμες της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 3 μονάδες
στ) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(1/ετούς διάρκειας) χωρίς συνάφεια στις
Επιστήμες της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 2 μονάδες
ζ)Μετεκπαίδευση 2/ετούς διάρκειας 4 μονάδες
η)Ετήσια επιμόρφωση 1,5 μονάδες
θ)Εξάμηνη επιμόρφωση 1 μονάδα
ι) Τρίμηνη επιμόρφωση 0,5 μονάδες
ια)Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ (εισαγωγή χωρίς
κατατακτήριες εξετάσεις) 3 μονάδες
ιβ)Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ (εισαγωγή με
κατατακτήριες εξετάσεις) 2 μονάδες
ιγ) Πτυχίο ΠΤΔΕ(Εισαγωγή με το ΠΔ
130/90 ΦΕΚ 52 Α΄) 2 μονάδες
ιδ) Πτυχίο ΑΕΙ που χρησιμοποιήθηκε
για απόκτηση πτυχίου Παιδαγωγικής
Ακαδημίας ή Σχολής Νηπιαγωγών 1 μονάδα
ιε)Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις
νέες τεχνολογίες (α΄επιπέδου) 1 μονάδα
ιστ) Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις
νέες τεχνολογίες (β΄επιπέδου) 1,5 μονάδες
Μοριοδοτείται μόνο η μία από τις επιμορφώσεις
ιζ)Τίτλος ξένων γλωσσών ( ανωτέρου επιπέδου) 1 μονάδα
ιη) Τίτλος ξένων γλωσσών ( άλλων επιπέδων) 0,5 μονάδων Μοριοδοτείται μόνος ένας ο ένας τίτλος.
Σε περίπτωση που θα κατατεθούν τίτλοι δύο ή περισσότερων ξένων γλωσσών, το σύνολο των μοριοδοτούμενων μονάδων δε θα υπερβαίνει τις 2,5 μονάδες.
2. Υπηρεσιακή κατάσταση και διδακτική εμπειρία.
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 8 μονάδες).
α)Εκπαιδευτική υπηρεσία πέραν της απαιτουμένης, 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι 5 μονάδες.
β)Διδακτικό έργο σε σχολές Μετεκπαίδευσης, ΣΕΛΔΕ και ΠΕΚ, 0,1 μονάδες ανά 10 διδακτικές ώρες και μέχρι 3 μονάδες.
γ) Αυτόνομο διδακτικό έργο σε ΑΕΙ, 0,5 μονάδες για κάθε ακαδημαϊκό εξάμηνο και μέχρι 2 μονάδες.
3. Άσκηση καθοδηγητικού έργου και διοικητικών καθηκόντων
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 8 μονάδες).
α)Άσκηση καθηκόντων Σχολικών Συμβούλων, 0,75 μονάδες ανά έτος και μέχρι 6 μονάδες.
β) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή Π Ε ή Προϊσταμένου Γραφείου ΠΕ, 0,75 μονάδες ανά έτος και μέχρι 3 μονάδες.
γ) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή ή Υποδιευθυντή ΠΕΚ, , 0,75 μονάδες ανά έτος και μέχρι 1,5 μονάδες.
δ) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή σχολικής μονάδας, 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 1,5 μονάδες.
ε) Άσκηση καθηκόντων υποδ/ντή σχολικής μονάδας, 0,25 μονάδες ανά έτος και μέχρι 0,5 μονάδες.
στ) Συμμετοχή σε υπηρεσιακά συμβούλια ή σε συμβούλια επιλογής στελεχών εκπ/σης, 0,5 ανά έτος και μέχρι 1 μονάδα.
Β) Κριτήρια που συνεκτιμώνται από το οικείο συμβούλιο Επιλογής
1.Αυτόνομο συγγραφικό και ερευνητικό έργο
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 7 μονάδες).
α) Η έκδοση και κυκλοφορία βιβλίων που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων (αποδεικνύεται, σε περίπτωση ομαδικής συγγραφής, το ποσοστό συμμετοχής στη συγγραφή), μέχρι 3 μονάδες.
β) Η δημοσίευση επιστημονικών άρθρων που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων, μονάδες μέχρι 2 μονάδες.
γ) Η υλοποίηση και η δημοσίευση πρωτότυπων ερευνών που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων (αποδεικνύεται, σε περίπτωση ομαδικής έρευνας, το ποσοστό συμμετοχής στην έρευνα), μέχρι 2 μονάδες.
δ) Οι ανακοινώσεις και εισηγήσεις σε διεθνή συνέδρια που έχουν καταχωρηθεί στα οικεία πρακτικά και που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων, μέχρι 1 μονάδα.
ε)Η συμμετοχή σε ομάδες παραγωγής και κρίσης- αξιολόγησης εγκεκριμένων από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο διδακτικών πακέτων, μέχρι 1 μονάδα.
2.Προφορική συνέντευξη.
Με τη διαδικασία της προφορικής συνέντευξης, συνεκτιμώνται όλα τα στοιχεία, που αναφέρονται στο βιογραφικό και τα οποία αποδεικνύονται με παραστατικά και αποτιμάται η γενική συγκρότηση του υποψηφίου, μέχρι και 20 μονάδες.
Ανάλογη μοριοδότηση να ισχύει και τις άλλες ειδικότητες Σχολικών Συμβούλων (Ειδικής Αγωγής και Δευτεροβάθμιας εκπ/σης).
Διευθυντές Εκπ/σης και Προϊστάμενοι Γραφείων Εκπ/σης
Εκπ/κή υπηρεσία 18 έτη και άσκηση διδακτικών καθηκόντων σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπ/σης 14 έτη. (Η θητεία σε θέση Σχολικού Συμβούλου προσμετράται στην άσκηση διδακτικών καθηκόντων και οι ενεργεία Διευθυντές Εκπ/σης και Προϊστάμενοι Γραφείων Εκπ/σης συμμετέχουν στη διαδικασία επιλογής ακόμα και αν δεν ικανοποιούνται οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις)
Κριτήρια επιλογής Διευθυντών Εκπ/σης και Προϊσταμένων Γραφείων Εκπ/σης
Α) Μοριοδοτούμενα κριτήρια
1.Επιστημονική και Παιδαγωγική κατάρτιση και συγκρότηση
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 15 μονάδες)
α)Διδακτορικό δίπλωμα με συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες
της Αγωγής, στη ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία,
στην Ιστορία της Εκπ/σης και στην
αξιολόγηση στην εκπ/ση. 8 μονάδες
β) Διδακτορικό δίπλωμα χωρίς συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης ,στις Επιστήμες
της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία, στην
Ιστορία της Εκπ/σης και στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 5 μονάδες
γ)Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(2/ετούς διάρκειας) με συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες της
Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία,
στην Ιστορία της Εκπ/σης και στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 5 μονάδες
δ) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(1/ετούς διάρκειας) με συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες της
Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και στην
Ιστορία της Εκπ/σης στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 3 μονάδες
ε) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(2/ετούς διάρκειας) χωρίς συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες της,
Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία, στην
Ιστορία της Εκπ/σης και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 3 μονάδες
στ) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(1/ετούς διάρκειας) χωρίς συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες
της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία, στην
Ιστορία της Εκπ/σης και στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 2 μονάδες
ζ)Μετεκπαίδευση 2/ετούς διάρκειας 4 μονάδες
η)Ετήσια επιμόρφωση 1,5 μονάδες
θ)Εξάμηνη επιμόρφωση 1 μονάδα
ι) Τρίμηνη επιμόρφωση 0,5 μονάδες
ια)Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ (εισαγωγή χωρίς
κατατακτήριες εξετάσεις) 3 μονάδες
ιβ)Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ (εισαγωγή με
κατατακτήριες εξετάσεις) 2 μονάδες
ιγ) Πτυχίο ΠΤΔΕ(Εισαγωγή με το ΠΔ
130/90 ΦΕΚ 52 Α΄) 2 μονάδες
ιδ) Πτυχίο ΑΕΙ που χρησιμοποιήθηκε
για απόκτηση πτυχίου Παιδαγωγικής
Ακαδημίας ή Σχολής Νηπιαγωγών 1 μονάδα
ιε)Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις
νέες τεχνολογίες (α΄επιπέδου) 1 μονάδα
ιστ) Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις
νέες τεχνολογίες (β΄επιπέδου) 1,5 μονάδες
Μοριοδοτείται μόνο η μία από τις επιμορφώσεις
ιζ)Τίτλος ξένων γλωσσών ( ανωτέρου
επιπέδου) 1 μονάδα
ιη) Τίτλος ξένων γλωσσών ( άλλων επιπέδων) 0,5 μονάδων
Μοριοδοτείται μόνος ένας ο ένας τίτλος.
Σε περίπτωση που θα κατατεθούν τίτλοι δύο ή περισσότερων ξένων γλωσσών, το σύνολο των μοριοδοτούμενων μονάδων δε θα υπερβαίνει τις 2,5 μονάδες.
2. Υπηρεσιακή κατάσταση και διδακτική εμπειρία.
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 8 μονάδες).
α)Εκπαιδευτική υπηρεσία πέραν της απαιτουμένης, 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι 5 μονάδες.
β)Διδακτικό έργο σε σχολές Μετεκπαίδευσης, ΣΕΛΔΕ και ΠΕΚ, 0,1 μονάδες ανά 10 διδακτικές ώρες και μέχρι 3 μονάδες.
γ) Αυτόνομο διδακτικό έργο σε ΑΕΙ, 0,5 μονάδες για κάθε ακαδημαϊκό εξάμηνο και μέχρι 2 μονάδες.
3. Άσκηση καθοδηγητικού έργου και διοικητικών καθηκόντων
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 10 μονάδες).
α)Άσκηση καθηκόντων Σχολικών Συμβούλων, 0,75 μονάδες ανά έτος και μέχρι 3 μονάδες.
β) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή Π Ε ή Προϊσταμένου Γραφείου ΠΕ, 0,75 μονάδες ανά έτος και μέχρι 6 μονάδες.
γ) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή ή Υποδιευθυντή ΠΕΚ, 1,5 μονάδα ανά έτος και μέχρι 3 μονάδες.
δ) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή σχολικής μονάδας, 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 2 μονάδες.
ε) Άσκηση καθηκόντων υποδ/ντή σχολικής μονάδας, 0,25 μονάδες ανά έτος και μέχρι 1 μονάδα.
στ) Συμμετοχή σε υπηρεσιακά συμβούλια ή σε συμβούλια επιλογής στελεχών εκπ/σης, 0,5 ανά έτος και μέχρι 2 μονάδες.
Β) Κριτήρια που συνεκτιμώνται από το οικείο συμβούλιο επιλογής
1.Αυτόνομο συγγραφικό και ερευνητικό έργο
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 7 μονάδες).
α) Η έκδοση και κυκλοφορία βιβλίων που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων(αποδεικνύεται, σε περίπτωση ομαδικής συγγραφής, το ποσοστό συμμετοχής στη συγγραφή), μέχρι 3 μονάδες.
β) Η δημοσίευση επιστημονικών άρθρων που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων, μονάδες μέχρι 2 μονάδες.
γ) Η υλοποίηση και η δημοσίευση πρωτότυπων ερευνών που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων (αποδεικνύεται, σε περίπτωση ομαδικής έρευνας, το ποσοστό συμμετοχής στην έρευνα), μέχρι 2 μονάδες.
δ) Οι ανακοινώσεις και εισηγήσεις σε διεθνή συνέδρια που έχουν καταχωρηθεί στα οικεία πρακτικά και που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων, μέχρι 1 μονάδα.
ε)Η συμμετοχή σε ομάδες παραγωγής και κρίσης- αξιολόγησης εγκεκριμένων από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο διδακτικών πακέτων, μέχρι 1 μονάδα.
2.Προφορική συνέντευξη.
Με τη διαδικασία της προφορικής συνέντευξης, συνεκτιμώνται όλα τα στοιχεία, που αναφέρονται στο βιογραφικό και τα οποία αποδεικνύονται με παραστατικά και αποτιμάται η γενική συγκρότηση του υποψηφίου, μέχρι και 20 μονάδες.
Διευθυντές Σχολικών μονάδων
Εκπ/κή υπηρεσία 10 έτη και άσκηση διδακτικών καθηκόντων σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπ/σης 8 έτη.
Κριτήρια επιλογής Διευθυντών Σχολικών μονάδων
Α) Μοριοδοτούμενα κριτήρια
1.Επιστημονική και Παιδαγωγική κατάρτιση και συγκρότηση
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 13 μονάδες)
α)Διδακτορικό δίπλωμα με συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες
της Αγωγής, στη ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία,
στην Ιστορία της Εκπ/σης και στην
αξιολόγηση στην εκπ/ση. 8 μονάδες
β) Διδακτορικό δίπλωμα χωρίς συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης ,στις Επιστήμες
της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία, στην
Ιστορία της Εκπ/σης και στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 5 μονάδες
γ)Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(2/ετούς διάρκειας) με συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες της
Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία,
στην Ιστορία της Εκπ/σης και στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 5 μονάδες
δ) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(1/ετούς διάρκειας) με συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες της
Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία και στην
Ιστορία της Εκπ/σης στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 3 μονάδες
ε) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(2/ετούς διάρκειας) χωρίς συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες της,
Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία, στην
Ιστορία της Εκπ/σης και
στην αξιολόγηση στην εκπ/ση. 3 μονάδες
στ) Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών
(1/ετούς διάρκειας) χωρίς συνάφεια στη
διοίκηση της Εκπ/σης, στις Επιστήμες
της Αγωγής, στην ειδική και γενική
Διδακτική των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων που προσφέρονται στο Δημοτικό
Σχολείο, στην Παιδαγωγική Ψυχολογία, στην
Ιστορία της Εκπ/σης και στην αξιολόγηση
στην εκπ/ση. 2 μονάδες
ζ)Μετεκπαίδευση 2/ετούς διάρκειας 4 μονάδες
η)Ετήσια επιμόρφωση 1,5 μονάδες
θ)Εξάμηνη επιμόρφωση 1 μονάδα
ι) Τρίμηνη επιμόρφωση 0,5 μονάδες
ια)Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ (εισαγωγή χωρίς
κατατακτήριες εξετάσεις) 3 μονάδες
ιβ)Δεύτερο πτυχίο ΑΕΙ (εισαγωγή με
κατατακτήριες εξετάσεις) 2 μονάδες
ιγ) Πτυχίο ΠΤΔΕ(Εισαγωγή με το ΠΔ
130/90 ΦΕΚ 52 Α΄) 2 μονάδες
ιδ) Πτυχίο ΑΕΙ που χρησιμοποιήθηκε
για απόκτηση πτυχίου Παιδαγωγικής
Ακαδημίας ή Σχολής Νηπιαγωγών 1 μονάδα
ιε)Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις
νέες τεχνολογίες (α΄επιπέδου) 1 μονάδα
ιστ) Πιστοποιημένη επιμόρφωση στις
νέες τεχνολογίες (β΄επιπέδου) 1,5 μονάδες
Μοριοδοτείται μόνο η μία από τις επιμορφώσεις
ιζ)Τίτλος ξένων γλωσσών ( ανωτέρου
επιπέδου) 1 μονάδα
ιη) Τίτλος ξένων γλωσσών ( άλλων επιπέδων) 0,5 μονάδες
Μοριοδοτείται μόνος ένας ο ένας τίτλος.
Σε περίπτωση που θα κατατεθούν τίτλοι δύο ή περισσότερων ξένων γλωσσών, το σύνολο των μοριοδοτούμενων μονάδων δε θα υπερβαίνει τις 2,5 μονάδες.
2. Υπηρεσιακή κατάσταση και διδακτική εμπειρία.
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 10 μονάδες).
α)Εκπαιδευτική υπηρεσία πέραν της απαιτουμένης, 1 μονάδα για κάθε έτος και μέχρι 8 μονάδες.
β)Διδακτικό έργο σε σχολές Μετεκπαίδευσης, ΣΕΛΔΕ και ΠΕΚ, 0,1 μονάδες ανά 10 διδακτικές ώρες και μέχρι 3 μονάδες.
γ) Αυτόνομο διδακτικό έργο σε ΑΕΙ, 0,5 μονάδες για κάθε ακαδημαϊκό εξάμηνο και μέχρι 2 μονάδες.
3. Άσκηση καθοδηγητικού έργου και διοικητικών καθηκόντων
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 10 μονάδες).
α)Άσκηση καθηκόντων Σχολικών Συμβούλων, 1 μονάδα ανά έτος και μέχρι 8 μονάδες.
β) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή Π Ε ή Προϊσταμένου Γραφείου ΠΕ, 1 μονάδα ανά έτος και μέχρι 8 μονάδες.
γ) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή ή Υποδιευθυντή ΠΕΚ, 1,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 3 μονάδες.
δ) Άσκηση καθηκόντων Δ/ντή σχολικής μονάδας, 1 μονάδα ανά έτος και μέχρι 8 μονάδες.
ε) Άσκηση καθηκόντων υποδ/ντή σχολικής μονάδας, 0,5 μονάδες ανά έτος και μέχρι 2 μονάδες.
στ) Συμμετοχή σε υπηρεσιακά συμβούλια ή σε συμβούλια επιλογής στελεχών εκπ/σης, 0,5 ανά έτος και μέχρι 2 μονάδες.
Β) Κριτήρια που συνεκτιμώνται από το οικείο συμβούλιο Επιλογής
1.Αυτόνομο συγγραφικό και ερευνητικό έργο
(Το σύνολο των μονάδων στην κατηγορία αυτή, δεν θα υπερβαίνει τις 7 μονάδες).
α) Η έκδοση και κυκλοφορία βιβλίων που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων (αποδεικνύεται, σε περίπτωση ομαδικής συγγραφής, το ποσοστό συμμετοχής στη συγγραφή), μέχρι 3 μονάδες.
β) Η δημοσίευση επιστημονικών άρθρων που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων, μονάδες μέχρι 2 μονάδες.
γ) Η υλοποίηση και η δημοσίευση πρωτότυπων ερευνών που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων (αποδεικνύεται, σε περίπτωση ομαδικής έρευνας, το ποσοστό συμμετοχής στην έρευνα), μέχρι 2 μονάδες.
δ) Οι ανακοινώσεις και εισηγήσεις σε διεθνή συνέδρια που έχουν καταχωρηθεί στα οικεία πρακτικά και που έχουν σχέση με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την επιμόρφωση και με το αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων, μέχρι 1 μονάδα.
ε)Η συμμετοχή σε ομάδες παραγωγής και κρίσης- αξιολόγησης εγκεκριμένων από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο διδακτικών πακέτων, μέχρι 1 μονάδα.
2.Προφορική συνέντευξη.
Με τη διαδικασία της προφορικής συνέντευξης, συνεκτιμώνται όλα τα στοιχεία, που αναφέρονται στο βιογραφικό και τα οποία αποδεικνύονται με παραστατικά και αποτιμάται η γενική συγκρότηση του υποψηφίου, μέχρι και 20 μονάδες.
Οι εκπ/κοί που διαθέτουν μεταπτυχιακό τίτλο με συνάφεια προς το υποψήφιο αντικείμενο της ανατιθέμενης άσκησης καθηκόντων να εξαιρούνται από την προϋπόθεση της φοίτησης στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης.
Aθήνα, 4/12/2009
Για την επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης δεν πρέπει να αρκούν μόνον τα αντικειμενικά κριτήρια αλλά και η όλη προσωπικότητα και η προσφορά του εκπαιδευτικού τόσο μέσα στην εκπαίδευση όσο και στην κοινωνία.Διότι δεν μπορεί ένας με συσσώρευση μόνον πτυχίων να είναι στέλεχος, διότι σημαίνει ότι γνωρίζει ελάχιστα την τάξη και τους μαθητές,γνωρίζει ελάχιστα την ιδιαιτερότητα της νεανικής ηλικίας.Και συμβαίνει σήμερα το εξής παράξενο.Εκπαιδευτικοί με πολλά πτυχία που τα αποκτούν πολλές φορές εις βάρος της δουλειάς τους και έργο στο σχολείο μηδέν.Εχω γνωρίσει δασκάλους που το απόγευμα και τις διακοπές ασχολουνται με τη λύση των προβλημάτων των μαθητών τους και βγα΄ζουν ξεφτέρια.Αυτοί οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν χρόνο να αφιερώσουν σε σπουδές και δίνουν τον εαυτό τους στην εκπαίδευση.Αυτοί λοιπόν πρέπει μετά από αξιολόγηση να μετέχουν και στις επιλογές των στελεχών εκπαίδευσης στην οποία να προσμετράται και η επαγγελματική συνείδηση και όχι μόνον τα ….πτυχία.
1. Διοίκηση σε επίπεδο Νομού. Επανεξέταση του θεσμού των Γραφείων. Περισσότερες Δ/νσεις σε ορισμένους Νομούς ( πχ Αθήνα, Θεσσαλονίκη )και περισσότερα ΠΥΣΔΕ για αποσυμφόρηση εργασίας και καλύτερη διαχείρηση του προσωπικού.
2. Κατάργηση Γραφείων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.
3. Οι τοποθετήσεις των Στελεχών Εκπαίδευσης να γίνονται με αξιοκρατικά και διαφανή κριτήρια.
Ο γραπτός διαγωνισμός να διατηρηθεί, τουλάχιστον έως να υπάρξει φάκελλος των εκπαιδευτικών μέσω αξιολόγησης.
Στη μοριοδότηση των Προϊσταμένων Εκπαίδευσης να υπάρχουν περισσότερα μόρια για όσους έχουν σπουδές στη Διοίκηση της Εκπαίδευσης και για τους Σχολικούς Συμβούλους αντίστοιχα περισσότερα μόρια στα Παιδαγωγικά και στη Διδακτική.Οι σπουδές στη Διοίκηση Εκπαίδευσης θεωρούνται απαραίτητες και μάλιστα μπορεί να επιμορφωθεί μεγάλος αριθμός υποψηφίων Στελεχών στο ΕΑΠ ( Θ.Ε. Διοίκηση εκπαιδευτικών μονάδων με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης).
Η συνέντευξη, αν διατηρηθεί να γίνεται από ανεξάρτητη αρχή( πχ.ΑΣΕΠ ) και από ειδικούς επιστήμονες και να αφορά τη συγκρότηση της προσωπικότητας του υποψηφίου.
Σχετικά με την επιλογή των Στελεχών της Εκπαίδευσης ένα θέμα πολύ σημαντικό είναι η γνώσεις των στελεχών στις ΤΠΕ.
Δεν διανοούμαι πχ Διευθυντή σχολείου να μην γνωρίζει χρήση ΗΥ το 2010. Φυσικά υπάρχουν οι βεβαιώσεις παρακολούθησης και πιστοποίησης για τις βασικές δεξιότητες στη χρήση ΗΥ που έχουν λάβει αρκετοί εκπαιδευτικοί τα τελευταία χρόνια αλλά νομίζω ότι δεν είναι κριτήριο η κατοχή τέτοιας βεβαίωσης για τις πραγματικές γνώσεις, δεδομένου ότι ο τρόπος εξέτασης δεν ήταν απόλυτα αντικειμενικός.Δηλαδή υπάρχουν άτομα με αντίστοιχες βεβαιώσεις και ελάχιστες έως μηδενικές γνώσεις στις ΤΠΕ.
Δεν γνωρίζω με ποιο τρόπο μπορεί να γίνει πραγματική αξιολόγηση των υποψήφιων στελεχών στη χρήση των ΤΠΕ αλλά θεωρώντας ότι θα πρέπει να είναι ένα από τα βασικότερα κριτήρια κατά την αξιολόγηση τους ίσως θα έπρεπε να γίνεται μία μορφή πρακτικής εξέτασης αποκλειστικά στις ΤΠΕ, όπως υπήρχε η γραπτή εξέταση στις τελευταίες κρίσεις.
Επίσης θεωρώ ότι για να φτάσουμε στο σημείο και στην Ελλάδα να λέμε ότι η παιδεία είναι θέμα μίας ενιαίας πολιτικής, ανεξαρτήτως κόμματος που κυβερνάει, είναι οι αξιολογήσεις να γίνονται με τέτοιο τρόπο … αντικειμενικό (λέξη άγνωστη μέχρι σήμερα !!) που με την αλλαγή κυβέρνησης να μην αλλάζουν (το ΥΠΕΠΘ διακόπτοντας την θητεία τους) συγχρόνως και όλα τα στελέχη της εκπαίδευσης (Διευθυντές Διεύθυνσης, Προϊστάμενοι Γραφείων, Διευθυντές σχολείων κτλ).
Διαβάζω εδώ και μέρες τα σχόλια και τις απόψεις πολλών συναδέλφων για τις κρίσεις και την επιλογή στελεχών εκπ/σης.
Είναι απορίας άξιο πώς τόσοι πολύ αγνοούν την νομική πραγματικότητα που καθορίζει τα καθήκοντα των διευθυντών σχολείων.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΣΧΟΛΕΙΩΝ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΠΟΥ ΕΚΤΕΛΟΥΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΕΠΙ ΘΗΤΕΙΑ . ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΟ ΒΑΘΜΟ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ.
Ερώτηση πρώτη: Εάν δώσω εξετάσεις, παρακολουθήσω τη σχολή στελεχών, θα γίνω διευθυντής στο βαθμό ή θα έχω μόνο δικαίωμα για να μια τετραετή θητεία;
Ερώτηση δεύτερη: Στις κρίσεις «διευθυντών» σχολείων, τι έχει μεγαλύτερη βαρύτητα; η πολύχρονη εμπειρία ενός δοκιμασμένου διευθυντή ή ο τίτλος ενός μεταπτυχιακού ;
Πουθενά δεν είδα να εμπλέκονται στην αξιολόγηση οι δομές που υπάρχουν ήδη στο νομικό πλαίσιο της εκπαίδευσης και αφορούν την σχολική κοινότητα (συμβούλιο σχολείου). Οι σχολική κοινότητα δεν έχει λόγο;
Ευχαριστώ
Αξιότιμη καΥπουργέ
Χαίρομαι πολύ που επικοινωνώ μαζί σας,γιατί μου δίνεται η ευκαιρία να διατυπώσω την άποψή μου για τα εξής βασικά ζητήματα:
1.Είναικαιρός πλέον να αποκατασταθεί επειγόντως η δικαιοσύνη,όσον αφορά την επιλογή στελεχών στη δημόσια εκπαίδευση.Οι διακηρύξεις του Πρωθυπουργού αλλά και οι δικές σας με κάνουν ασφαλώς αισιόδοξο και πιστεύω ότι εκπέμπονται ελπιδοφόρα μηνύματα.Και επειδή ο λόγος είναι για τα στελέχη της εκπαίδευσης θα ήθελα ως φιλόλογος να αναφερθώ στους Συμβούλους στη Β΄βάθμια εκπαίδευση. Πρέπεινα δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις καιο Σύμβουλος να είναι σε στενή συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς με καθήκοντα συγκεκριμένα και δράσεις, που να σχετίζονται αφενός με τη διδακτική και ψυχολογική στήριξη του εκπαιδευτικού και αφετέρου με την επιστημονική του κατάρτιση. Να έχουν διετή θητεία και να αξιολογείται το έργο τους. Είναι επιβεβλημένο οι Σύμβουλοι ανά δυο ή τρείς να υλοποιούν πενθήμερα επιμορφωτικά σεμινάρια σε εκπαιδευτικούς κάθε Σεπτέμβρη (1-10)καινα συμμετέχει το 30% του διδακτικού προσωπικού κάθε σχολείου.Για τα σεμινάρια αυτά δεν θα πρέπει να καταβάλλεταιαποζημίωση,πέραν των εκτός έδρας μετακινήσεων.Θεωρώ αυτονόνητο το να είναι υποχρεωτική η συμμμετοχή των εκπαιδευτικών και αυτή να ΄΄μετράει΄΄ για την πάσης φύσεως εξέλιξή τους στη ΄΄μάχιμη΄΄ υπηρεσία τους.
2. Η επιλογή των στελεχών των ΓΡΑΣΕΠ και των ΚΕΣΥΠ πρέπει να γίνει σε νέα βάση ,γιατί ο πολύ σημαντικός θεσμός του Επαγγελματικού Προσανατολισμού δυστυχώς μαραζώνει.Έχω χρηματίσει στέλεχος σε ΓΡΑΣΕΠ ,τώρα είμαι σε ΚΕΣΥΠ καιγνωρίζω τα πράγματα πολύ καλά.Τα ΚΕΣΥΠ λειτουργούν πρωί για να έλθουν ποιοι οι μαθητές, που είναι πρωινοί, ή οι γονείς, που εργάζονται την ημέρα; Πολλές μέρες δεν χτυπάει ούτε μια φορά το τηλέφωνο για μια πληροφορία ή για να κλειστεί ένα ραντεβού με κάποιον ενδιαφερόμενο.Βέβαια και η λειτουργία τους μόνο το απόγευμα ενδεχομένως αποδειχθεί το ίδιο άγονη. Πρέπει να γίνει κάτι επειγόντως στον τομέα του Επαγγελματικού Προσανατολισμού και συγκεκριμένα να αποσαφηνιστεί το πλαίσιο εργασίας μας ,για τί είναι όντως θολό. Και για την κατάσταση αυτή ασφαλώς δε φταίει πάντα ο συνάδελφος ,γιατί αυτός είναι παγιδευμένος στο σύστημα. Η θέση ΄΄όποιος θέλει δουλεύει΄΄ μπορεί να είναι σωστή ,αλλά εγώ θα συμπλήρωνα ,ότι πρέπει να αξιολογείται από ειδήμονες το όποιο έργο προσφέρει ο καθένας σε τούτη τη χώρα, γιατί κάποιος μπορεί απλώς να ισχυρίζεται ότι δουλεύει.
Ο υποφαινόμενος κα Υπουργέ αν και διαθέτει πέραν του πτυχίου της Φιλοσοφικής Αθηνών, μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία στην Παιδαγωγική (Ψυχολογία και Κοινωνιολγία) καιΔιδακτορικό στον Επαγγελματικό Προσανατολισμό,εντούτοις κατά την κρίσεις του 2008 για τις τοποθετήσεις στα ΚΕΣΥΠ είχα τα ίδια μόρια στην κλίμακα αξιολόγησης με συναδέλφους,που έχουν μόνο το βασικό τους πτυχίο.Αυτό έγινε, επειδή στο διδακτορικό δε δόθηκαν τα μόρια, που έπρεπε.Μήπως πρέπει να αποκατασταθεί η αδικία στις επόμενες κρίσεις;
Θεωρώ αναγκαίο να δημιουργηθόυν σε όλη τη χώρα θέσεις Συμβούλων Επαγγελματικού Προσανατολισμού,που θα εποπτεύουν και θα στηρίζουν τη λειτουργία των δομών του ΣΕΠ,ώστε και σεις ως Υπουργός να έχετε πλήρη εικόνα για τα δρώμενα στον ΕΠ.Τώρα κανείς υψηλά ιστάμενος δεν δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον για το θεσμό .Ο ΣΕΠ κα Υπουργέ σε ουκ ολίγα σχολεία δίνεται σε κάποιον συνάδελφο για να συμπληρώσει ωράριο. Και αν έχει κατανόηση ο συνάδελφος και είναι ευσυνείδητος κάτι θα προσφέρει,αν όμως είναι οργισμένος και θεωρεί την ανάθεση αυτή ως πάρεργο, πιστεύω ότι είναι καλύτερα να μην πάρειτον ΣΕΠ. Σε τέτοια βάση είναι βέβαιο ότι ο ΣΕΠ δεν μπορεί να είναι γόνιμος.
Κλείνοντας θεωρώ επιβεβλημένο να αναλάβουμε οι συνάδελφοι των ΚΕΣΥΠ να στηρίζουμε όχι μόνο τους συναδέλφους των ΓΡΑΣΕΠ(αυτό γίνεται τώρα κατά κανόνα) αλλά και και τους μαθητές της Α΄Λυκείου στον προβληματισμό τους για την επιλογή σπουδών και επαγγέλματος.Μάλιστα ο αριθμός των μαθητών που θα έχουμε στηρίξει( αυτό μπορεί να αποδειχθεί με συμπλήρωση μιας φόρμας, που θα σφραγίζεται από τον Δ/ντή του σχολείου ),θα πρέπει να αποτελεί βασικό κριτήριο για την επανατοποθέτησή μας στη θέση του υπευθύνου του ΣΕΠ.Και τότε θα φανεί ποιοι πραγματικά θα θέλουν να υπηρετήσουν τον ΣΕΠ.
Στο πρόσφατο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Συμβουλευτικής Και Προσανατολισμού ανακοινώθηκε ότι τα ερευνητικά δείχνουν ότι μόνο το 18 % των γονέων έχουν επισκεφθεί το ΚΕΣΥΠ. Μετά από 10 χρόνια λειτουργίας το ποσοστό είναι πολύ μικρό.
Είναι καιρός είτε τα ΚΕΣΥΠ να αντικατασταθούν από ΓΡΑΣΕΠ και να ενταχθούν στα σχολεία είτε να αλλάξει άρδην η λειτουργία τους και να υπάρχει κάποιος Σύμβουλος, που να εποπτεύει τη λειτουργία τους . Ο υπεύθυνος ΣΕΠ ,που είναι στο ΚΕΣΥΠ μπορεί να είναι χρήσιμος κυρίως στις σχολικές μονάδες και η πολιτεία μπορεί να τοποθετήσοικητικό υπάλληλο στο χώρο του ΚΕΣΥΠ,ο οποίος να ρυθμίζει τα όποια ραντεβού,τα οποία μπορούν να ικανοποιούν, όσοι ανήκουν στα ΚΕΣΥΠ.
Στη διάθεσή σας.
Επιγραμματικά
θεσμός ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ για κάθε ειδικότητα κάθε 4 σχολεία.
π.χ. ένας μαθητικός,φυσικός κ.λ.π. που θα συντονίζει το διδακτικό -εκπαιδευτικό,γνωστικό αντικείμενο και πράξη για τα σχολεία της εποπτείας του.
Μόρια από εμπειρία και γνώσεις.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Προκειμένου να προκριθεί ένα σχέδιο νόμου για την επιλογή στελεχών το βασικό ερώτημα που πρέπει ν’ απαντηθεί είναι ο ρόλος τον οποίο θα κληθούν να παίξουν στη διαφαινόμενη προσπάθεια για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση της παιδείας. Γιατί μόνο σε αυτή την περίπτωση θα έχει νόημα και θα επιδιωχθεί η επιλογή Στελεχών που θα διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για να στηρίξουν μια τέτοια μεταρρύθμιση. Η διαδικασία επιλογής συνεπώς, δε θα έχει ως στόχο τη διατήρηση κάποιων ισορροπιών, όπως συνήθως γίνεται φωτογραφίζοντας τα μικροσυμφέροντα των εκάστοτε ομάδων πίεσης, αλλά την αναζήτηση των ουσιαστικών τυπικών προσόντων που εγγυώνται ανάλογα την επιστημονική-παιδαγωγική ή διοικητική επάρκεια των στελεχών εκπαίδευσης.
Η άποψή μου είναι ότι ο κλάδος των εκπαιδευτικών, όπως αποδεικνύεται στις εκάστοτε επιχειρούμενες κρίσεις Στελεχών, έχει σωρεία τυπικών προσόντων, ωστόσο, είναι εμφανής η έλλειψη εξειδίκευσης και επαγγελματισμού που θα έπρεπε να συνοδεύει μια τέτοια συσσώρευση πτυχίων. Αντίθετα, θα έλεγα ότι η αποσπασματικότητα και η έλλειψη συνοχής χαρακτηρίζουν την μετ-εκπαίδευση πολλών από τα στελέχη που διαθέτουν αξιοζήλευτο αριθμό μορίων. Πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό; Πολύ απλά το κυνήγι των μορίων με τρόπο που να ανταποκρίνεται στο εκάστοτε νομοσχέδιο επιλογής ευνοεί το «λίγο και απ’ όλα». Επειδή δε οι Επιστήμες της Αγωγής ενσωματώνουν και αξιοποιούν τα πορίσματα από πολλά συναφή επιστημονικά πεδία, αυτή η πρακτική εμπεριέχει τον κίνδυνο το επί μέρους να καλύπτει ή να αγνοεί το αυτονόητα αναγκαίο και το βασικό. Το αποτέλεσμα είναι η «πολυγνωσία» μεν, αλλά όπως ήδη ειπώθηκε όχι η αναγκαία σταθερή υποδομή με σπουδές στο βασικό κορμό των επιστημών της Αγωγής, που θα επιτρέπουν την κριτική και λειτουργική ενσωμάτωση κάθε νέας γνώσης ή δεξιότητας με τρόπο που να γίνεται κατανοητή χωρίς στρεβλώσεις και παρερμηνείες και κυρίως χωρίς τον κίνδυνο να προκρίνεται το επί μέρους σε βάρος των βασικών δημιουργώντας σύγχυση. Μια τέτοια πρακτική από την άλλη μεριά εμπλέκει και την πανεπιστημιακή κοινότητα, η οποία προκειμένου να ανταποκριθεί στην τεράστια ζήτηση έχει «ενδώσει» στην παραγωγή «ετερόκλητων» μεταπτυχιακών με express διαδικασίες και προδιαγραφές που δεν αντιστοιχούν πολλές φορές ούτε καν σε σοβαρές σπουδές προπτυχιακού επιπέδου.
Το αποτέλεσμα είναι να έχει δημιουργηθεί ένας κυκεώνας και μια πρωτοφανής σύγχυση σχετικά με το αναγκαία βασικό και κρίσιμο σώμα γνώσης και κατάρτισης που πρέπει να διαθέτει ένα υποψήφιο Στέλεχος στις Επιστήμες της Αγωγής. Ένα σώμα γνώσης και σκέψης που θα του επιτρέπει όχι μόνο να καθοδηγεί και να υποστηρίζει τους εκπαιδευτικούς της πράξης με τρόπο αποτελεσματικό, αλλά και αντίστροφα, να μπορεί με γλώσσα και εργαλεία επιστημονικά να τεκμηριώνει απόψεις και προτάσεις για αλλαγές, να συλλέγει παρατηρήσεις και να συνθέτει συμπεράσματα που μπορούν να αξιοποιηθούν κατάλληλα.
Σίγουρα σε αυτή την περίπτωση οι απόψεις διαφέρουν, ο καθένας υπερασπιζόμενος το δικό του «πακέτο σπουδών» καταθέτει τις δικές του προτάσεις για το ποια προσόντα εξασφαλίζουν το ιδανικό προφίλ ενός Στελέχους Εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα η συζήτηση κάθε φορά να αποπροσανατολίζεται και να καταλήγει σε περιπτωσιολογία. Η αδυναμία ή η έλλειψη πραγματικής βούλησης κάθε φορά να θεσπιστεί ένα πλαίσιο, που θα εξασφαλίζει την δυνατότερη αξιοκρατική επιλογή δίνοντας περισσότερη έμφαση σε ποιοτικά και όχι μόνο σε ποσοτικά κριτήρια, οδηγεί στο να προκρίνονται «σχέδια» αξιολόγησης που προσπαθούν να «στρογγυλέψουν» τις γωνίες, άρα κατά κάποιο τρόπο ισοπεδωτικά και κατ’ ευφημισμόν αξιοκρατικά. Ίσως όμως η αναζήτηση μιας πραγματικά διαφανούς και αξιοκρατικής διαδικασίας αξιολόγησης να μην έχει πραγματικό νόημα, εφόσον ακολουθεί κάθε φορά η συνέντευξη, η οποία έρχεται να «διορθώσει» τις όποιες «ατέλειες» ή «παραλείψεις» δίνοντας σχεδόν πάντα προτεραιότητα τους αρεστούς.
Με βάση το παραπάνω σκεπτικό, προσωπικά θα αποφύγω να μπω σε μια διαδικασία ποσοτικής μοριοδότησης των τυπικών προσόντων. Αυτό που θεωρώ πιο χρήσιμο και σημαντικό είναι να εντοπιστούν και να εξομαλυνθούν οι σοβαρές στρεβλώσεις, ως αποτέλεσμα ισορροπιών ανάμεσα στις διάφορες κάθε φορά «ομάδες πίεσης» και συμφέροντα, που καθιστούν ένα σύστημα επιλογής ισοπεδωτικό και μη αξιόπιστο. Προς αυτή την κατεύθυνση προτείνονται κάποιοι άξονες πάνω στους οποίους πρέπει, κατά την άποψή μου, αν όχι να στηριχθεί, τουλάχιστον να συμπεριλάβει ένα σύστημα επιλογής στελεχών που αποβλέπει κυρίως στα ουσιαστικά τυπικά προσόντα στρέφοντας παράλληλα και το ενδιαφέρον στις σπουδές με ποιοτικό περιεχόμενο:
1. Κατ’ αρχάς θα πρέπει η μοριοδότηση σπουδών να διακρίνει τις δύο βασικές κατηγορίες Στελεχών της Εκπαίδευσης, εκτός από αυτή της Ειδικής Αγωγής: τα Στελέχη της Επιστημονικής – Παιδαγωγικής καθοδήγησης από τα Στελέχη της Διοίκησης. Θεωρώ ότι πρόκειται για δυο κατευθύνσεις με διαφορετικούς ρόλους στην εκπαίδευση, που αντιστοιχούν σε διαφορετικά προσόντα, τα οποία εν μέρει απαιτούν εξειδίκευση σε διαφορετικές σπουδές. Αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατό να ανταποκριθεί «αξιοπρεπώς» στο ρόλο του ένα Στέλεχος της Επιστημονικής – Παιδαγωγικής καθοδήγησης με σπουδές αποκλειστικά στη Διοίκηση της Εκπαίδευσης, στις Νέες Τεχνολογίες, ή σε ένα ετερόκλητο «μίγμα» σπουδών από το Πάντειο, τη Νομική, τα οικονομικά ή τη Θεολογία, τη Νοσηλευτική ή το Χαροκόπειο (σημαντικές καθ’ όλα και αξιόλογες, όχι όμως οι εξόχως σημαντικές και κρίσιμες) ή σε τομείς αποκλειστικά της Ειδικής Αγωγής, ενώ επιλέγεται ως στέλεχος στη Γενική Αγωγή εκπαίδευση και το αντίστροφο. Αυτό στην πράξη σημαίνει, προκειμένου για ένα σχετικά απλό στην εφαρμογή του σύστημα μοριοδότησης, αλλά όχι ισοπεδωτικό, με την έννοια ότι όλοι κάνουν για όλα, ότι θα πρέπει να ισχύσουν συντελεστές βαρύτητας. Αυτό που θα εξασφαλίζεται είναι όχι να ακυρωθούν ή να αποκλειστούν πτυχία, αλλά να δοθεί περισσότερη βαρύτητα σε συγκεκριμένα πεδία σπουδών και εξειδίκευσης τα οποία για την κατηγορία επιλογής θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικά.
2. Η μοριοδότηση να προωθεί και να εξασφαλίζει πρωτίστως την ολοκλήρωση και την εμβάθυνση σε ένα τομέα σπουδών, αντί να πριμοδοτεί την αποσπασματική και πολλές φορές ξένη προς τις ανάγκες της εκπαίδευσης εξειδίκευση, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα σπουδών και κατ’ επέκταση την ποιότητα των Στελεχών της Εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενθαρρύνει τη συνέχιση και την ολοκλήρωση και των δύο επιπέδων μεταπτυχιακών σπουδών (μεταπτυχιακό – διδακτορικό) σε ένα τομέα και όχι να την αποτρέπει. Το επιχείρημα ότι σε αυτή την περίπτωση το διδακτορικό αποτελεί συνέχεια του μεταπτυχιακού, άρα το μεταπτυχιακό καταργείται και δε συνυπολογίζεται, είναι τουλάχιστον αυθαίρετο και αντιεπιστημονικό. Αντίθετα, αυτό που υποστηρίζεται είναι ότι αυτή ακριβώς η συνέχεια πρέπει να θεωρηθεί πλεονέκτημα, αφενός, γιατί σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι το ένα εμπεριέχεται στο άλλο, μια και απαιτείται τουλάχιστον μια τριετία επιπλέον για την εκπόνησή του διδακτορικού με τελείως διαφορετικό θέμα (που φυσικά ποτέ δεν είναι αρκετή για να ολοκληρωθεί), αφετέρου, γιατί πρόκειται για τελείως διαφορετικό επίπεδο σπουδών. Έτσι έχουμε καταλήξει στο παράλογο αποτέλεσμα η εμβάθυνση σε ένα τομέα που προϋποθέτει τη συνέχεια μεταπτυχιακού και διδακτορικού διπλώματος να θεωρείται μειονέκτημα απαλείφοντας εν μέρει ή εξ ολοκλήρου από τη μοριοδότηση το μεταπτυχιακό. Αντίθετα, η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής χωρίς μεταπτυχιακό και μάλιστα σε πεδία που πολύ λίγη σχέση και αξία μπορεί να έχουν με το έργο είτε της Παιδαγωγικής καθοδήγησης είτε με τη Διοίκηση, που είναι τουλάχιστον παράτυπη και ελληνικό φαινόμενο, να έχει ακριβώς την ίδια βαθμολογία. Με την ισχύουσα λογική, το μεταπτυχιακό σε οποιοδήποτε τομέα, (ή υπο-τομέα, γιατί δυστυχώς η μεγάλη ζήτηση τέτοιου είδους μεταπτυχιακών έχει τροφοδοτήσει αυτή την τάση), συνδυαζόμενο είτε με ένα άλλο μεταπτυχιακό είτε με πτυχίο άλλης σχολής (ακόμη και ανεξαρτήτως σχέσης με τις Επιστήμες της Αγωγής) να αθροίζεται το ίδιο ή και περισσότερο από το μεταπτυχιακό και διδακτορικό μαζί στον ίδιο τομέα. Προς αυτή την κατεύθυνση έχει λόγο και πρέπει να τοποθετηθεί με επιχειρήματα η ακαδημαϊκή κοινότητα, τουλάχιστον το κομμάτι εκείνο που δεν έχει συνταχθεί με την επιλογή του ποσοτικού έναντι του ποιοτικού και δεν συμμετέχει στη μαζική παραγωγή μεταπτυχιακών συμβάλλοντας στον ευτελισμό τους. Θεωρώ ότι η συνέχιση της αξιολόγησης με τέτοιου είδους ισοπεδωτική λογική και κριτήρια θα έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω ενίσχυση της μαζικής στροφής για την επιλογή τίτλων σπουδών, που ανεξαρτήτως περιεχομένου και σύνδεσης με τις ανάγκες της εκπαίδευσης, απαιτούν το λιγότερο δυνατό κόπο και χρόνο.
3. Είναι αυτονόητο, με βάση το παραπάνω σκεπτικό, ότι κατά τη μοριοδότηση απαιτείται να γίνει, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, διαχωρισμός των μεταπτυχιακών ενός έτους από τα μεταπτυχιακά διετούς διάρκειας. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει επίσης να προβληματίσει το γεγονός, ότι, αν εξαιρεθεί το ΕΑΠ που από τη φύση του προσφέρει σπουδές εξ αποστάσεως, αναρωτιέται κανείς τόσο για την ποσότητα (υπερβολικός αριθμός μεταπτυχιακών με συνοπτικές διαδικασίες) όσο και για την ποιότητα των μεταπτυχιακών σπουδών σε συμβατικά πανεπιστήμια που απαιτούν φυσική παρουσία και μάλιστα βρίσκονται σε ακριτικές περιοχές, ενώ οι μεταπτυχιακοί τους φοιτητές δε μετακινούνται από τους τόπους εργασίας τους. Αν αθροιστούν όλες οι κατηγορίες απόκτησης πτυχίων με ανορθόδοξους τρόπους αναρωτιέται κανείς αν υπάρχει ελπίδα με τις ομάδες πίεσης που συγκροτούν να υπερισχύσουν κριτήρια μοριοδότησης σπουδών με ποιοτικά κριτήρια.
4. Η συγκρότηση ενός Στελέχους της Εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα εμπειρίας και σπουδών. Υπ’ αυτή την έννοια θα πρέπει η εμπειρία και μάλιστα η «ικανή» διδακτική εμπειρία που έχει αποκτηθεί στο χώρο του σχολείου, ειδικά για τους Σχολικούς Συμβούλους και η διοικητική κυρίως αλλά και διδακτική ταυτόχρονα για τα στελέχη της Διοίκησης να έχει βαρύνουσα σημασία και να αποτυπώνεται ως εκ τούτου στη μοριοδότηση. Μόνο με τον τρόπο αυτό θεωρώ ότι ένα στέλεχος εκπαίδευσης, αφενός καταξιώνεται και γίνεται αποδεκτό από τους εκπαιδευτικούς της πράξης και αφετέρου είναι σε θέση να λειτουργήσει αμφίδρομα, ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στη θεωρία και τη διδακτική πράξη μετασχηματίζοντας τη θεωρητική κατάρτιση που απέκτησε μέσω των σπουδών του στην ευρύτερη σχέση διδασκαλίας –μάθησης που κυριαρχεί στη σχολική τάξη, (στοιχείο που αποτελεί και αχίλλειο πτέρνα της ελληνικής κυρίως εκπαιδευτικής πραγματικότητας). Από την άλλη μεριά δίνει και το μήνυμα στους νεοεισερχόμενους εκπαιδευτικούς ότι η δουλειά του εκπαιδευτικού αφορά κατά κύριο λόγο τη διδασκαλία στην τάξη και όχι το κυνήγι τίτλων, προκειμένου να εγκαταλείψουν όσο το δυνατό πιο σύντομα την τάξη.
5. Τέλος, θα ήταν νομίζω χρήσιμο και αναμενόμενο να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή και να γίνει προσεκτικός επανέλεγχος σε όλα τα πτυχία του εξωτερικού παλαιότερα και πρόσφατα, ιδιαίτερα μετά την είσοδο στην ΕΕ των νέων χωρών, τα οποία έχουν αναγνωριστεί de facto ή με διαδικασίες αμφισβητούμενες. Αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατό να κατέχει κανείς πτυχίο ξένης χώρας χωρίς να γνωρίζει τη γλώσσα αυτής της χώρας και μάλιστα να μοριοδοτείται επιπλέον και για τη γνώση της γλώσσας. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, τουλάχιστον θα μειωθεί το αίσθημα της αδικίας που διακατέχει όσους ακολούθησαν και ακολουθούν τη νόμιμη οδό.
Ανακεφαλαιώνοντας το περιεχόμενο των παραπάνω αξόνων θα μπορούσε να συνοψιστεί στην ακόλουθη πρόταση:
πρώτον στη μοριοδότηση με αναλογικό τρόπο όλων των τίτλων σπουδών με βάση το επίπεδο σπουδών (προπτυχιακό, μετεκπαίδευση, μεταπτυχιακό ενός & δύο ετών, διδακτορικό, ξένες γλώσσες, κλπ., στάδιο που μέχρι σήμερα συμπεριλαμβάνουν αυτονόητα με περισσότερο ή λιγότερο ικανοποιητικό τρόπο όλα τα σχέδια νόμου που έχουν προταθεί ή εφαρμοστεί κατά καιρούς). Αυτό εξασφαλίζει ότι στο τελικό σύνολο προστίθενται όλοι οι τίτλοι. Επίσης η αναλογικότητα αυτή θα μπορούσε να επεκταθεί και στη μοριοδότηση του αριθμού ωρών σεμιναρίων προσθετικά πχ συμμετοχή σε (ακόμα και διαφορετικά εκτός φυσικά ημερίδων, συνεδρίων κλπ) σεμινάρια συνολικής διάρκειας 300 ωρών μοριοδοτείται με χ μόρια, με 600 ώρες 2χ μόρια κλπ. αναγνωρίζοντας και ενθαρρύνοντας με τον τρόπο αυτό τη συμμετοχή σε επιμορφωτικές προσπάθειες.
Δεύτερον, (και εδώ έγκειται η διαφορά), τη μοριοδότηση με συντελεστές βαρύτητας, οι οποίοι προκύπτουν από τη συνάφεια του περιεχομένου σπουδών με την αντιστοιχία προς τις τρεις τουλάχιστον διακριτές κατηγορίες επιλογής Στελεχών της Εκπαίδευσης. Έτσι, το πτυχίο πχ στα παιδαγωγικά, την ψυχολογία ή τη διδακτική μεθοδολογία θα έχει συντελεστή βαρύτητας πχ 1 για την επιλογή στελεχών Παιδαγωγικής & Επιστημονικής καθοδήγησης, 0,8 για τα στελέχη Ειδικής Αγωγής και 0,5 για την επιλογή Στελεχών Διοίκησης. Αντίστοιχα οι σπουδές στη Διοίκηση Εκπαιδευτικών Μονάδων θα έχουν συντελεστή βαρύτητας 1 στη Διοίκηση, 0,5 στην Παιδαγωγική & Επιστημονική καθοδήγηση και μικρότερο πιθανά στην Ειδική Αγωγή. Οι προτεινόμενοι συντελεστές είναι μόνο ενδεικτικοί. Ορισμένοι τίτλοι πχ η μετεκπαίδευση στα Διδασκαλεία μπορούν να μοριοδοτούνται εξίσου και στις δυο κατηγορίες στελεχών, ενώ κάποιοι τίτλοι άσχετοι με τις επιστήμες της Αγωγής (ή τη διδακτική του γνωστικού αντικειμένου για τη Δ.Ε.) θα μοριοδοτούνται με πολύ χαμηλότερο συντελεστή μειώνοντας τη σημασία τους στην επιλογή, χωρίς ταυτόχρονα και να καταργούνται.
Με τον τρόπο αυτό συνυπολογίζονται όλοι οι τίτλοι, ενώ θεσπίζονται ποιοτικά κριτήρια για τη βαρύτητά τους και αποφεύγονται οι αυθαίρετες περικοπές /συμψηφίσεις τίτλων που αποθαρρύνουν τη συνέχεια και την εμβάθυνση στις Επιστήμες της Αγωγής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητά τους. Φυσικά, ο καθορισμός του συντελεστή βαρύτητας απαιτεί πολύ προσεκτική και σοβαρή μελέτη και θα μπορούσε να είναι έργο μιας επιστημονικής επιτροπής με κύρος και άριστη γνώση του χώρου της εκπαίδευσης, ώστε τα μόρια των τίτλων σπουδών να αντιστοιχούν στο προφίλ κάθε κατηγορίας στελεχών αποτυπώνοντας με όσο το δυνατό πιο αξιόπιστο τρόπο τα επιστημονικά προσόντα που απαιτεί. Αν αυτή η διαδικασία ολοκληρωθεί με τη δέουσα προσοχή για την αξία και τη σοβαρότητα που έχει, θεωρώ ότι ούτε η «πολυσυζητημένη» συνέντευξη (γραπτή ή προφορική) θα είναι ίσως απαραίτητη. Επιπλέον, με μια πιο λεπτομερή επεξεργασία θα μπορούσε πιθανά να γίνει αντικείμενο σύγκλισης όλων των τάσεων και συντελεστών της εκπαίδευσης και να μην αμφισβητηθεί. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε εξασφαλιστεί ένα σταθερό σύστημα επιλογής εμπεδώνοντας και το αίσθημα σταθερότητας στην επαγγελματική εξέλιξη κάθε εκπαιδευτικού, που σήμερα είναι ζητούμενο.
Προς αυτή την κατεύθυνση, σχετικά με το υπό συζήτηση θέμα, καταθέτω μια επιπλέον πρόταση: Θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη η κατάρτιση από το Υπουργείο Παιδείας, (σε συνεργασία ίσως με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο), μιας λίστας προτεινόμενων θεμάτων εκπόνησης διπλωματικών και διδακτορικών εργασιών με βάση τις πραγματικές και καταγεγραμμένες ανάγκες της εκπαίδευσης. Από τα θέματα αυτά θα δεσμεύονται να επιλέγουν όσοι εκπαιδευτικοί- μεταπτυχιακοί φοιτητές κάνουν χρήση εκπαιδευτικής άδειας (την οποία και χρηματοδοτεί το Υπουργείο Παιδείας) για τις μεταπτυχιακές τους σπουδές. Με τον τρόπο αυτό θα υπήρχε η δυνατότητα να συνδεθεί άμεσα και αποτελεσματικά η ακαδημαϊκή έρευνα με την εκπαιδευτική πράξη συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην παραγωγή ενός σώματος έμπειρων και εξειδικευμένων στελεχών σε καίρια πεδία της Εκπαίδευσης. Από την άλλη πλευρά θα προέκυπταν συγκριτικά στοιχεία για την πραγματικότητα της ελληνικής εκπαίδευσης με αποτέλεσμα να οικοδομηθεί σταδιακά ένα εκπαιδευτικό σύστημα στηριγμένο σε επίσημα και αξιόπιστα ερευνητικά στοιχεία, αντί να καταφεύγουμε συνεχώς στις χωρίς επιτυχία αντιγραφές ξένων συστημάτων.
Παρά του ότι στις παραπάνω προτάσεις θα μπορούσαν να προστεθούν κάποιες επιπλέον παράμετροι, όπως αυτή του συγγραφικού έργου και της συζήτησης για την παραποίηση της έννοιας του συγγραφικού έργου και των άρθρων επιστημονικού περιεχομένου, ωστόσο, οι παραπάνω 5 άξονες κατά την άποψή μου συγκροτούν ένα σταθερό και αξιόπιστο πλαίσιο μέσα από το οποίο μπορεί να εξασφαλιστεί η όσο το δυνατό πιο αξιοκρατική και ποιοτική επιλογή στελεχών ικανών να προωθήσουν και κυρίως να υποστηρίξουν ένα ποιοτικό μηχανισμό ανέλιξης της παιδείας με επίκεντρο το μαθητή.
Το ολοήμερο λύκειο θα λειτουργήσει σωστα μονο αν οι προσθετες ώρες που θα εισαχθουν στο πρόγραμμα έχουν κάποια αξια για τους μαθητες.
Δηλάδη ο ίδιος ο μαθητης να αναγνωρίσει την αναγκη να παρακολουθησει αυτες τις ώρες. Αν οι ώρες αυτες έχουν ως στοχο να αντικαταστησουν τις ωρες φροντιστηρίου ίσως ο μαθητης πλεον θα πρεπει να διαλεξει τον διορισμένο καθηγητη που θα τον διδάξει όπως διαλέγει και τον αντιστοιχο φροντιστη του.
Από πού να αρχίσουμε;
Αυτές τις μέρες διεξάγεται η δημόσια διαβούλευση σχετικά με τις τρεις πρώτες νομοθετικές πρωτοβουλίες του Υπ. Παιδείας. Ήδη τα σχόλια πλησιάζουν τις 2000 χιλιάδες και δείχνουν την δύναμη της νέας τεχνολογίας που εισβάλλει πλέον μαζικά στον χώρο της δημοκρατικής διακυβέρνησης και της λήψης αποφάσεων. Δεν σημαίνει όμως ότι πρέπει να αγνοήσουμε και τον παλαιό τρόπο διαβούλευσης, τα μέσα ενημέρωσης, που ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας ακόμα χρησιμοποιεί. Ειδικά εμείς που είμαστε από τους πρώτους συστηματικούς χρήστες του. Ελπίζω αυτό το άρθρο να βοηθήσει στην έναρξη μιας συζήτησης στα τοπικά μέσα για τα μεγάλα προβλήματα της παιδείας που πρέπει να λυθούν άμεσα.
Όποια πτυχή του προβλήματος εκπαίδευσης και να ακουμπήσεις το συμπέρασμα είναι αλλαγή γρήγορα, δεν πάει άλλο πια, κάτι πρέπει να γίνει τώρα. Από πού να ξεκινήσει κανείς; Χρηματοδότηση, προσλήψεις, αποσπάσεις, αξιολόγηση, εξεταστικό, αναλυτικά προγράμματα, επιλογή στελεχών, ολοήμερο, μονοθέσια δημοτικά, μέθοδοι διδασκαλίας κτλ. Χάος, μπάχαλο, πρώτοι σε αναλογία εκπαιδευτικών – μαθητών παγκοσμίως, τελευταίοι σε ποιότητα εκπαίδευσης στην Ε.Ε., πρώτοι σε ιδιωτικές δαπάνες (παραπαιδεία). Πλήρης σύγχυση.
Η μυθική αντιμετώπιση κάθε νέας κυβέρνησης προσμένει απ΄ αυτή με το μαγικό ραβδί της να κάνει με μιας τον ελληνικό βάτραχο Φιλανδό πρίγκιπα. Αλλά η αμείλικτη πραγματικότητα ορίζει ότι στον διαθέσιμο πολιτικό χρόνο της δυο, τρεις το πολύ, αλλαγές μπορεί να κάνει. Τι να κάνουμε πρώτο λοιπόν; Ποιος είναι ο κρίκος της αλυσίδας που πρέπει να τραβήξουμε για να αρχίσει το κάρο να ξεκολλά από το τέλμα. Ας θυμηθούμε ότι η μεταρρύθμιση Αρσένη, που σήμερα πια δικαιώνεται ως ορθή προσπάθεια, απέτυχε γιατί τράβηξε τον λάθος κρίκο. Παρόλη την αποτυχία έκανε το αυτονόητο κάθε ηγεσίας έδρασε. Όχι σαν κάτι άλλους που για πέντε χρόνια το μόνο που έκαναν ήταν να καταναλώνουν τα λάφυρα του δημοσίου, συμπεριφερόμενοι ως κατακτητές.
Η ανθρώπινη εργασία είναι πάντα η κινητήριος δύναμη κάθε παραγωγικής προσπάθειας. Έτσι και στην εκπαίδευση η συμβολή του εκπαιδευτικού είναι ο παράγοντας αυτός που μεταμορφώνει τους τέσσερεις τοίχους μιας αίθουσας σε παράθυρο στον κόσμο της γνώσης ή το καλύτερο εργαστήριο πολυμέσων σε αραχνιασμένο εξοπλισμό. Ας ανακαλύψουμε το καλύτερο πλαίσιο που μαγεύει την ψυχή μας, απελευθερώνει την πρωτοβουλία μας, κινητοποιεί τις ικανότητές μας, γεμίζει την καρδιά μας με την χαρά της γνώσης που λάμπει στα μάτια των μαθητών μας.
Προφανώς μιλάω για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αλλά με την έννοια της επιλογής των άξιων για τις θέσεις ευθύνης και της αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου και μέσω αυτού και του ίδιου του εκπαιδευτικού, την παροχή των μέσων για την βελτίωσή του και την ηθική αμοιβή της προσπάθειάς του. Το βασικό πρόβλημα της αξιολόγησης δεν είναι ποιοι θα την κάνουν, εδώ λίγο πολύ όλοι συμφωνούν ότι θα είναι ο διευθυντής και ο σχολικός σύμβουλος, αλλά αυτοί που την κάνουν να λειτουργούν αντικειμενικά και ανεπηρέαστα.
Το κρίσιμο πρόβλημα είναι η επιλογή των αξιολογητών και η υλοποίηση της αξιολόγησης με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια χωρίς κομματική, φιλική η συγγενική επιρροή. Αυτή είναι άλλωστε η βασική «αντίρρηση» των εκπαιδευτικών. Είναι βάσιμος ο φόβος γιατί η εμπειρία τους μέχρι τώρα τους διδάσκει ότι τις περισσότερες φορές δεν επιλέγονται οι άριστοι για διευθυντές και προϊστάμενοι αλλά οι αρεστοί. Ο αρεστός ούτε το κύρος έχει για να κρίνει αξιότερους του ούτε την καλή μαρτυρία ότι δεν θα επιλέξει με την σειρά του αρεστούς. Το ναι στην αξιολόγηση είναι πρόβλημα πρωτίστως επιλογής αξιολογητών, με άλλα λόγια το πρόβλημα επιλογής στελεχών εκπαίδευσης, αξιολόγηση πρώτα των πάνω, πρώτα επιλογή επαρκών και ικανών στελεχών.
Τα ικανά στελέχη δεν τα επιλέγουμε μόνο για να αξιολογήσουν το προσωπικό τους αλλά και να διοικήσουν τα σχολεία. Ο ρόλος του Διευθυντή είναι καθοριστικός για το εκπαιδευτικό κλίμα που υπάρχει σε κάθε σχολείο, είναι το άλφα και το ωμέγα της λειτουργίας της σχολικής μονάδας και υπάρχουν άφθονα παραδείγματα σχολείων που αναγεννιούνται ή μαραζώνουν μόνο με την αλλαγή του διευθυντή τους. Το πρόβλημα της επιλογής στελεχών είναι το ακρογωνιαίο για το εκπαιδευτικό σύστημα.
Πως λοιπόν θα γίνει. Πολλοί αλλά και το Υπουργείο προτείνουν σχολή Διευθυντών πρώτα, κατόπιν οι απόφοιτοι θα επιλεγούν για την διοίκηση σχολείων. Οι «μαθητές» θα προκρίνονται με μετρήσιμα κριτήρια και αφού θα εκπαιδευθούν θα μπορούν να αναλάβουν σχολεία με εκτίμηση ακόμα και του βαθμού που θα αποκτήσουν στην σχολή. Αναμφίβολα οι διευθυντές και οι προϊστάμενοι πρέπει να πάψουν να είναι αυτοδίδακτοι, πρέπει να εκπαιδευθούν συστηματικά για το πολύπλοκο και περίπλοκο έργο που καλούνται να πραγματοποιήσουν. Η εκπαίδευση στην δημόσια διοίκηση είναι απαραίτητη και έχει αργήσει απελπιστικά.
Δεν είναι όμως η λύση αλλά μετάθεση ευθύνης. Όλοι οι φιλόλογοι, π.χ., έχουν τελειώσει την σχετική σχολή και έχουν τα κατάλληλα εφόδια να κάνουν την δουλειά τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι κάνουν για καθηγητές φιλόλογοι, όλοι έχουν το ίδιο εκπαιδευτικό κύρος, όλοι πραγματοποιούν το έργο τους με τον ίδιο τρόπο. Τότε προς τι η αξιολόγηση του φιλολόγου, του μαθηματικού κτλ. Δεν έχει πτυχίο, ας τον αξιολογήσουμε αντικειμενικά με τον βαθμό του πτυχίου τότε και δεν χρειάζεται κάτι άλλο.
Δυστυχώς δεν γλιτώνουμε από την αξιολόγηση ανθρώπων προσθέτοντας, σωστά, ένα τυπικό προσόν ακόμα. Δεν χρειάζεται να εφεύρουμε κάτι καινούργιο. Πρέπει να εκτιμηθεί η προσωπικότητα, η ικανότητα του ηγείσθε και το εκπαιδευτικό κύρος. Με ποιο τρόπο λοιπόν; Μα ας κοιτάξουμε πως επιλέγει και αξιολογεί τα στελέχη του ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας. Το ότι το κάνει με αρκετή επιτυχία γιατί διαλέγει ο κάθε κάτοχος κεφαλαίου ως διαχειριστή αυτόν που θεωρεί ότι θα κάνει με τον καλύτερο τρόπο την δουλειά και το αποτέλεσμα της επιλογής θα έχει άμεση επίπτωση στο κεφάλαιο. Σε αυτά τα ζητήματα δεν χωρούν φίλοι και συγγενείς αλλά ικανοί και αποτελεσματικοί.
Πρέπει λοιπόν να συνδέσουμε τα στελέχη που καταλαμβάνουν τις θέσεις ευθύνης με τα αποτελέσματα των οργανισμών που διοικούν. Επιτυγχάνεις τους στόχους διατηρείς την θέση σου, ανέρχεσαι στην ιεραρχία. Διαφορετικά αξιολογείσαι αρνητικά. Η επιλογή στελεχών απαιτεί διαδικασία θέσης στόχων και μέτρησης αποτελεσμάτων. Η θέση μετρήσιμων στόχων και η εκτίμηση του αποτελέσματος είναι κάτι που απουσιάζει εντελώς από το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Τόσες και τόσες εκπαιδευτικές πολιτικές έχουν εφαρμοσθεί και κανείς ποτέ δεν μέτρησε την αποτελεσματικότητά τους. Η πιο πρόσφατη η βάση του 10. Ένα απλοϊκό μέτρο, με στόχο την επικοινωνία, δεν είχε ποτέ κάποιο μετρήσιμο στόχο. Ας πούμε να αυξηθούν κατά ένα ποσοστό οι μαθητές που γράφουν πάνω από την βάση του 10 σε διάστημα 5 ετών.
Επιτέλους να μάθουμε να σχεδιάζουμε με στόχους και αποτελέσματα για να μπορεί κανείς να εκτιμήσει την αποτελεσματικότητα κάθε πολιτικής. Το πώς μετράμε την ποιότητα του παρεχόμενου έργου του εκπαιδευτικού συστήματος ξεφεύγει από τα όρια του άρθρου αυτού αλλά είναι κάτι που γίνεται σε πολλές πολιτισμένες χώρες και η επιστήμη της παιδαγωγικής διαθέτει πολλά και διαφορετικά εργαλεία. Ένα παράδειγμα είναι το πρόγραμμα PISA που μετράει το τι μαθαίνουν οι μαθητές μας και δυστυχώς μας κατατάσσει στους τελευταίους.
Άρα σύνδεση της δουλειάς των στελεχών με τα αποτελέσματα των σχολείων και καθιέρωση διαδικασιών που εκτιμούν το τελικό αποτέλεσμα της μαθησιακής διαδικασίας. Εδώ πάλι η υπάρχουσα διαδικασία επιλογής από ένα πενταμελές η εξαμελές συμβούλιο δεν συνδέει την ευθύνη της επιλογής με ένα πρόσωπο αλλά εξαφανίζει την ατομική ευθύνη μέσα στην συλλογικότητα του οργάνου. Ο καθένας μπορεί να βαθμολογήσει κατά το δοκούν και κανένας δεν θα μάθει επίσημα την επιλογή του για να την κρίνει, έστω σε ηθικό επίπεδο.
Μια λύση θα μπορούσε να ήταν η συγκρότηση πίνακα με μετρήσιμα κριτήρια με αριθμό υποψηφίων μεγαλύτερο (π.χ. διπλάσιο) του αριθμού των προς πλήρωση θέσεων και μετά από διαδικασία συνέντευξης και γνωμοδότησης του υπηρεσιακού συμβουλίου επιλογή των διευθυντών σχολείων από τον διευθυντή νομού ή των προϊσταμένων και διευθυντών νομών από τον περιφερειακό διευθυντή. Με αυτόν τον τρόπο συνδέεται η τελική επιλογή με το πρόσωπο που την κάνει και το καθιστά υπεύθυνο για το αποτέλεσμα της επιλογής του και την επίπτωσή της στην βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Τα άλλα θέματα όπως η πρόσληψη των εκπαιδευτικών μέσω εξετάσεων του ΑΣΕΠ και μετά διετή δοκιμή στην αίθουσα με παράλληλη επιμόρφωση είναι απαραίτητη γιατί έτσι αποκλείονται από την εκπαίδευση όσοι δεν έχουν την ικανότητα να γίνουν καλοί εκπαιδευτικοί . Αλλά η διαδικασία της διετούς δοκιμασίας ίσχυε πάντοτε και πάντοτε κρίνονταν όλοι ικανοί. Δεν αρκεί λοιπόν να διακηρύξουμε τις άριστες προθέσεις μας αλλά να βρούμε μέθοδο να τις κάνουμε πράξη. Πρέπει να έχουμε απάντηση στο ερώτημα: Τι έφταιξε μέχρι τώρα και όλοι κρίνονται ικανοί και τι πρέπει να αλλάξουμε για να σταματήσει;
Πόσες και πόσες μεταρρυθμίσεις δεν αποδείχθηκαν βότσαλα που πέφτουν στην λίμνη. Μια ανατάραξη στην αρχή και μετά επανέρχεται η πλήρης ηρεμία. Οι καλές προθέσεις και οι ευχές ανήκουν στην επικράτεια της εκκλησίας. Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Η τέχνη που αλλάζει τις σχέσεις των ανθρώπων. Η αλλαγή γίνεται σε πεπερασμένο χρόνο και έχει πεπερασμένη έκταση. Λάθος στην εκτίμηση των δυνατοτήτων της κοινωνίας μπορεί να γίνει, λάθος στην ποιότητα των αλλαγών μπορεί να γίνει, το λάθος της απραξίας δεν επιτρέπεται να γίνει.
Μαρολαχάκης Μάριος
Αν. Προϊστάμενος Επαγγ. Εκπ. Τρικάλων
Αγαπητοί ταγοί της παιδείας,
Ένα μόνο κριτήριο αρκεί για την αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης.
Η ικανότητα να παρακινήσουν τους εκπαιδευτικούς να κάνουν πραγματικό μάθημα στα παιδιά μας και να εξαλείψουν τη λέξη φροντιστήριο από το ελληνικό λεξιλόγιο, Επιτυχημένοι να θεωρούνται οι διευθυντές που στις περιοχές των σχολείων τους κατόρθωσαν να μη λειτουργεί ούτε ένα φροντιστήριο.
Όλα τ’ άλλα είναι ευφυολογήματα και μακράν της πραγματικότητας.
Στο ΦΕΚ που ισχύει, για την επιλογή στελεχών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης η μοριοδότηση (για διευθυντές σχολείων) γίνεται ως εξής (μεταξύ άλλων):
– Η συνολική εκπαιδευτική υπηρεσία παίρνει 2 μόρια για κάθε έτος πέραν των 12 (μέγιστο 8 μόρια)
– Η διδακτική εμπειρία παίρνει 2 μόρια για κάθε έτος πέραν των 12 (μέγιστο 12 μόρια)
– Το Μάστερ παίρνει 2,5 μόρια
– Το Διδακτορικό 5,5 μόρια
– Μάστερ + Διδακτορικό παίρνουν μαζί 5,5 μόρια
Για παράδειγμα κάποιος που έχει 18 έτη εμπειρία παίρνει από τα παραπάνω 20 μόρια χωρίς μεταπτυχιακές σπουδές. Κάποιος που έχει 12 χρόνια εμπειρία, Μάστερ και Διδακτορικό παίρνει 5,5 μόρια!!!! (Σαν να είχε ο πρώτος με τα 18 έτη ένα σωρό μεταπτυχιακά). Μήπως τελικά η προϋπηρεσία (που είναι και ελλιπώς αξιολογημένη) είναι ΥΠΕΡΤΙΜΗΜΕΝΗ και τα μεταπτυχιακά (που είναι μάλλον καλύτερα αξιολογημένα) υποτιμημένα;
Προτείνω λοιπόν, τα μεταπτυχιακά να μοριοδοτηθούν πιο δίκαια σε σχέση με την προϋπηρεσία, την οποία σε καμία περίπτωση δεν θέλω να μειώσω ή να υποτιμήσω. Είναι πολύ σημαντική. Τέλος προτείνω, μην καταργηθεί η συνέντευξη αλλά να μην παίρνει πολλά μόρια, για την διασφάλιση της διαφάνειας.
[το πρώτο μέρος της παρέμβασης που χάθηκε στον κυβερνοχώρο (εστάλη Δεκεμβρίου 3, 2009 @ 8:13 μμ)…. Η συνέχειά του δημοσιεύτηκε στην ανάρτηση ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΜΠΟΥΡΙΤΣΑΣ – — Δεκεμβρίου 3, 2009 @ 8:35 μμ ]
Ενιαία προσέγγιση των θεμάτων της διαβούλευσης
του εκπαιδευτικού Γεωργίου Π. Μπουρίτσα
Μετά από πολύ προβληματισμό αποφάσισα να διατυπώσω κάποιες απόψεις μέσα από τη διαδικασία διαλόγου – έκφρασης γνώμης της ανοικτής διακυβέρνησης.
Για πρώτη φορά, παρά τις όποιες ατέλειες, υιοθετείται μια άλλη νοοτροπία υλοποίησης πολιτικών, όπου η συμμετοχή των ενδιαφερόμενων αποτελεί συστατικό στοιχείο στην διαμόρφωση των πρακτικών εφαρμογών των πολιτικών διακυβέρνησης.
Πίστευα και πιστεύω ότι η υλοποίηση απλών και εφαρμόσιμων λύσεων κοινά αποδεκτών αποτελούν σε τελευταία ανάλυση τις πλέον καινοτόμες παρεμβάσεις στην παιδεία που όμως αποτελούν πραγματικές παρεμβάσεις που αναβαθμίζουν και εκσυγχρονίζουν το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Η οποιαδήποτε λύση υιοθετηθεί θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα τεκμηρίωσης, συναίνεσης και σταδιακής άρσης των υφιστάμενων προβλημάτων και δυσλειτουργιών.
Οι πραγματικές/ καινοτόμες αλλαγές που συνιστούν μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις στα εκπαιδευτικά δρώμενα συνήθως γίνονται με υλοποίηση αυτονόητων και απλών λύσεων
Αυτή πρέπει να είναι και η λογική στη διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου αναφορικά με τα θέματα που αφορούν :
Το σύστημα πρόσληψης των εκπαιδευτικών
Τις μεταθέσεις και τις αποσπάσεις.
Την κρίση και επιλογή των Στελεχών της Εκπαίδευσης
Επειδή είναι η πρώτη απόπειρα ανοικτού διαλόγου του Υπουργείου Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων νομίζω ότι η συμβολή μου, με την κατάθεση μιας πιστεύω ολοκληρωμένης άποψης για το ευρύτερο θέμα του διαλόγου και διαδικασίας υλοποίησης πολιτικών, συμβάλει εποικοδομητικά στην διαβούλευση αυτή
Το κείμενο αυτό [επισυνάπτεται] για να ερμηνευτεί σωστά και συμβάλει στο γενικότερο προβληματισμό θα πρέπει να σημειωθεί ότι γράφτηκε το καλοκαίρι του 2009 [και είναι υπό δημοσίευση στο περιοδικό ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ]. Η διατύπωσή των απόψεων αυτών σε ουδέτερο χρόνο έχουν νομίζω τις ερμηνευτικές τους προεκτάσεις που μπορούν να συμβάλουν στο εγχείρημα της κυβέρνησης.
Και μερικές πρόσθετες παρατηρήσεις:
1. Μέσα από τις θεωρητικές και πρακτικές προσεγγίσεις του κειμένου προσδιορίζονται οι άξονες που πρέπει να ακολουθηθούν για τα υπό διαβούλευση θέματα
2. Για τα θέματα της πρόσληψης των εκπαιδευτικών και της κρίσης των στελεχών της εκπαίδευσης υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές.
3. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα θέματα των κριτηρίων που θα τεθούν και που πρέπει:
Αναφορικά με τα μετρήσιμα κριτήρια να μην υπάρχουν περιορισμοί τέτοιοι που θα τα καθιστούν μη μετρήσιμα
Θα πρέπει να προβλέπεται ο υπολογισμός των συνολικών προσόντων των υποψηφίων γιατί έτσι αξιολογείται η συνολική προσωπικότητά τους
Θα πρέπει τα απαραίτητα προσόντα για την κατοχή της θέσης να προσδιορίζονται με σαφήνεια αναφορικά ως προς τις γνώσεις , δεξιότητες και εμπειρίες που απαιτούνται και όχι με μια λογική που θεωρεί το τυπικό ως αναγκαίο και δεν λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά προσόντα του υποψήφιου που τεκμηριώνονται από επαγγελματικά και επιστημονικά στοιχεία που έχουν προσδιοριστεί με βάση τη διεθνή και ελληνική εμπειρία
Η αρχαιότητα στην κατοχή θέσης δεν μπορεί να θεωρείται ως προσόν εάν αυτή δεν έχει αξιολογηθεί [γίνεται κατανοητός ο υπαινιγμός, δεν μπορεί η θητεία ενός αποτυχημένου στελέχους με μακρόχρονη παραμονή σε θέση ευθύνης να θεωρείται προσόν επαναπρόσληψής του]
Επίσης το νέο σύστημα επιλογής των εκπαιδευτικών και των στελεχών της εκπαίδευσης θα πρέπει να μην αναπαραγάγει στρεβλώσεις και παραλογισμούς που σήμερα ισχύουν
Στην επόμενη φάση της διαβούλευσης επί του συγκεκριμένου κειμένου που θα κατατεθεί θα είναι δυνατή η διατύπωση συγκεκριμένων πιθανών ενστάσεων και παρατηρήσεων .
Τέλος μια πρακτική πρότασή μου είναι η κωδικοποίηση των προτάσεων όλων των παρεμβάσεων με την επιστημονική μέθοδο της «ανάλυσης του περιεχομένου των τεκμηρίων [content analysis]» προκειμένου να είναι δυνατή η αξιοποίηση των συμπερασμάτων για τη βελτίωση της διαδικασίας διαβούλευσης, αλλά και της τεκμηρίωσης των λύσεων που θα προκριθούν.
Ακολουθεί το κείμενο της συνολικής μου πρότασης- παρέμβασης:
Εθνικός διάλογος για την παιδεία: Ουτοπία ή εφικτή πραγματικότητα;
[Απόπειρα προσέγγισης της κρίσης του εκπαιδευτικού μας συστήματος]
του Γεωργίου Π. Μπουρίτσα
«Νάμαστε ρεαλιστές να ζητάμε το αδύνατο»[σύνθημα ΜΑΗ 68]
Εισαγωγικό σχόλιο
Τα θέματα της παιδείας είναι πολλά και οξυμένα, για την επίλυση των οποίων απαιτείται συνεννόηση μέσα από διαδικασίες ενός δομημένου «εθνικού διαλόγου» προκειμένου να μην επικρατούν λογικές όπου το κάθε κόμμα επαναλαμβάνει προτάσεις κενές περιεχομένου, τις οποίες δεν εφαρμόζει όταν βρίσκεται στην κυβέρνηση ή δεν συναινεί όταν βρίσκεται στην αντιπολίτευση Η ίδια λογική της άρνησης επικρατεί και αν η αντιπολίτευση προτείνει λύσεις οι οποίες είναι ορθές..
Η εξήγηση ή επί το ορθότερο ο παραλογισμός είναι ότι κανένας δεν θέλει να εισπράξει αυτό που θεωρείται ως «πολιτικό κόστος» . Το αποτέλεσμα να μην μπορεί να δρομολογηθούν συνθήκες χάραξης μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής για την παιδεία όπου ο καθένας θα δικαιούται να διατηρεί τους ιδιαίτερους ιδεολογικούς προσανατολισμούς του και τις στρατηγικού χαρακτήρα θέσεις του.
Εκείνο όμως που κανένας δεν δικαιούται να κάνει είναι να αρνείται να εφαρμόσει για το καλό της παιδείας την πολιτική χάραξης μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής επί θεμάτων για τα οποία η ακολουθητέα πορεία έχει μια μονοσήμαντη λύση. Είναι αυτό που με απλά λόγια θεωρείται ως η εφαρμογή της «πολιτικής των αυτονόητων λύσεων».
Για να γίνει πράξη αυτό σημαίνει αποδοχή των λύσεων αυτών από όλους προκειμένου να είναι δυνατή η χάραξη μιας δημιουργικής πολιτικής για την παιδεία και προκειμένου να είναι δυνατή η δημιουργία συνθηκών συναίνεσης μέσα από ένα επί της ουσίας «εθνικό διάλογο» για τα εκπαιδευτικά μας ζητήματα.
Η εφαρμογή και υλοποίηση «της πολιτικής των αυτονόητων λύσεων» μέσα από τη διαδικασία ενός δημιουργικού «εθνικού διαλόγου» για την παιδεία σημαίνει την αποδοχή από όλους ενός κώδικα συνεννόησης που θα επιτρέπει την ανάδειξη των κοινών θέσεων και των διαφορών που μπορεί να προσδιοριστεί από τις λέξεις κλειδιά: εθνικός διάλογος, τεκμηρίωση, αξιολόγηση, οι οποίες δεν είναι ξένα σύνολα μεταξύ τους αναφορικά ως προς το περιεχόμενό τους, αλλά συμπληρωματικά που δυναμικά συνεισφέρουν στις επιδιωκόμενες προσεγγίσεις των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών, επιστημονικών, παιδαγωγικών και ερευνητικών εκπαιδευτικών θεμάτων.
Ο αυστηρός προσδιορισμός του περιεχομένου «των λέξεων κλειδιά» και η αποδοχή τους από όλους τους συμμετέχοντες είναι μονόδρομος προκειμένου να είναι δυνατός ο αντικειμενικός προσδιορισμός των προβλημάτων, η διατύπωση λύσεων και η καταγραφή των ενστάσεων προκειμένου να είναι εφικτή η αξιολόγηση, ο επανακαθορισμός των στόχων και οι διορθωτικές αλλαγές σε εσφαλμένες προσεγγίσεις.
Θεωρητική προσέγγιση
1. Ο εθνικός διάλογος για την παιδεία
Γιατί εθνικός διάλογος για την παιδεία;
Προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα θεωρώ αναγκαία μια απόπειρα θεωρητικής προσέγγισης του όρου εκπαιδευτικό σύστημα
Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι ένας από τους κυριότερους θεσμούς που αναπαραγάγουν κατά τη γνώμη μου τα κοινωνικά , πολιτιστικά και οικονομικά πρότυπα της κοινωνίας. Στη βάση αυτή μπορεί να εξηγηθεί ο επιχειρούμενος έλεγχος από το κράτος, μέσω της εκάστοτε κεντρικής εξουσίας, του εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε να μπορεί να «τεθεί υπό εποπτεία» η ανάπτυξη των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων, η οποία επηρεάζεται από τον τρόπο που λειτουργεί το εκπαιδευτικό σύστημα. [Μπουρίτσας Γ. (2003)]
Άμεση συνέπεια της διαπίστωσης αυτής είναι ότι το κράτος, μέσω του συγκεντρωτικού χαρακτήρα του, αποτελεί το μέσον ελέγχου των διαδικασιών ανάπτυξης των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων μέσω και του εκπαιδευτικού συστήματος, με την εφαρμογή της εκπαιδευτικής του πολιτικής.
Η ιδεολογική συνέπεια της εκάστοτε κυβερνητικής εξουσίας με την εφαρμοζόμενη στην πράξη εκπαιδευτική πολιτική είναι ο παράγων που προσανατολίζει τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος, τόσο στο επίπεδο του γενικού σχεδιασμού, όσο και στο επίπεδο της άσκησης τοπικής εκπαιδευτικής πολιτικής. [Ανδρέου Α., Παπακωνσταντίνου Γ., (1994)]
Ο ιδεολογικός προσανατολισμός της κυβερνητικής εξουσίας σηματοδοτεί και τον χαρακτήρα της εκπαιδευτικής πολιτικής.
Κατά την άποψη μου η εκπαιδευτική πολιτική που υιοθετεί:
• αποκεντρωμένα πρότυπα λειτουργίας
• συμμετοχικές , συνεργατικές, συλλογικές διαδικασίες στο σχεδιασμό, την έρευνα , τη δράση, την εφαρμογή εκπαιδευτικών προτύπων
• την ενεργό εμπλοκή των εκπαιδευτικών τόσο στο επίπεδο της διαμόρφωσης, όσο και στο επίπεδο της παραγωγής της εκπαιδευτικής πολιτικής
• αρχές αναφορικά με την ελευθερία άσκησης του εκπαιδευτικού έργου στο επίπεδο της διδασκαλίας, της έρευνας και της ελεύθερης διακίνησης του επιστημονικού λόγου
δημιουργεί προϋποθέσεις άσκησης και εφαρμογής μιας προοδευτικής εκπαιδευτικής πολιτικής, η οποία εξασφαλίζει τους όρους για επιτυχή υλοποίησή της. Και τούτο, διότι οι όποιες πολιτικές γίνονται αποδεκτές και εφαρμόσιμες από όλους μόνο αν έχουν γίνει κατανοητές και έχουν συνδιαμορφωθεί από τους συμμετέχοντες στο «εκπαιδευτικό γίγνεσθαι», οι οποίοι είναι και αποδέκτες επιδράσεων και ερεθισμάτων του περιβάλλοντός των που αντανακλούν τις κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές συνθήκες της μικροκοινωνίας στην οποία βρίσκονται.
Το θεωρητικό, αλλά και πρακτικό ερώτημα που τίθεται είναι αν είναι δυνατή η εφαρμογή μιας συνισταμένης εκπαιδευτικής πολιτικής με δεδομένο τις αντικρουόμενες ιδεολογικές αναφορές και συμφερόντα στο επίπεδο της εφαρμογής μέσα στα πλαίσια και τα περιθώρια που η σχετική αυτονομία του συστήματος επιτρέπει αλλά και καθ΄ υπέρβαση τους.
Κατά τη γνώμη μου είναι εφικτή η επίτευξη μιας τέτοιας πολιτικής στο επίπεδο της συνεννόησης και εφαρμογής «αυτονόητων εκπαιδευτικών λύσεων» που συνεισφέρουν στη μη απαξίωση του εκπαιδευτικού συστήματος ,κύριος κορμός του οποίου είναι ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας του, όσο αφορά την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ο μοναδικός αναφορικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση παρά τις προσπάθειες να επιβληθούν και λύσεις ιδιωτικοποίησής της.
Εάν η παραπάνω διαπίστωση είναι αποδεκτή, τότε η διάσωση του εκπαιδευτικού συστήματος από την απαξίωση του στο επιστημονικό, παιδαγωγικό και ερευνητικό επίπεδο με κοινωνικοικονομικές αναφορές στην σύνδεσή του με τις .επαγγελματικές ανάγκες των εκπαιδευόμενων και τη δημιουργία σκεπτόμενων πολιτών ικανών να κατανοήσουν την κοινωνική πραγματικότητα, προκειμένου να αποφασίσουν ελεύθερα για το μέλλον τους, είναι δυνατή μέσα από κοινωνικές συναινέσεις που θα είναι αποτέλεσμα ενός εθνικού διαλόγου για την παιδεία που θα:
• πραγματοποιείται μέσα από τα θεσμοθετημένα όργανα συμμετοχής και κοινωνικού ελέγχου της παιδείας [Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας] και όχι μέσα από τη δημιουργία σχημάτων που αποδυναμώνουν την εφαρμογή στην πράξη των αρχών της συμμετοχής και του δημοκρατικού προγραμματισμού.
• προϋποθέτει τον ακριβή προσδιορισμό των θεματικών, που έχουν κοινές αναφορές και την κατάθεση των συγκεκριμένων θέσεων όλων των συμμετεχόντων [κυβέρνησης, κομμάτων, κοινωνικών φορέων (επιστημονικών, συνδικαλιστικών κλπ)]
• συνεπικουρείται από την τεκμηρίωση των θεμάτων που συζητούνται [διάθεση όλου του προϋπάρχοντος υλικού και υλικού επιστημονικής τεκμηρίωσης στο ελληνικό και διεθνές επίπεδο]
• στηρίζεται, όχι στις προσωπικές εκτιμήσεις «σοφών» που τα επιστημονικά τους ενδιαφέροντα συνήθως δεν σχετίζονται με τα θέματα της οργάνωσης , του προγραμματισμού και των υπαρκτών αναγκών και προσανατολισμού της παιδείας, αλλά στην συλλογική επιστημονική προσέγγιση στο επιστημονικό, οργανωτικό, παιδαγωγικό και ερευνητικό επίπεδο που πρέπει να διαπερνά την όποια προσπάθεια αλλαγής του εκπαιδευτικού συστήματος.
• καταγράφει και αξιολογεί όλες τις παράμετρες που διαμορφώνουν τη λειτουργία του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
2. Ο ρόλος της πληροφορίας ως πηγής τεκμηρίωσης [ Μπουρίτσας Γ.(2008c)]
Γιατί τεκμηρίωση για τα θέματα της παιδείας;
Στην εποχή της Κοινωνίας της Πληροφορίας [ΚτΠ] την οποία βιώνουμε η λήψη μιας απόφασης πρέπει να λαμβάνει υπόψη της όλα τα δεδομένα που σχετίζονται με την υπάρχουσα πληροφορία για το θέμα που συζητείται. Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι το κομβικό σημείο για την διεξαγωγή του «εθνικού διαλόγου» για την παιδεία αποτελεί η ύπαρξη ενός συστήματος τεκμηρίωσης των θεμάτων που συζητούνται, το οποίο θα παρέχει όλη την υπάρχουσα πληροφορία στο επιστημονικό, ερευνητικό παιδαγωγικό, κοινωνικό, οικονομικό επίπεδο και θα παρέχει τη δυνατότητα αξιοποίησης των στατιστικών, αρθρογραφικών και βιβλιογραφικών αναφορών που σχετίζονται με το θέμα.
Η τεκμηρίωση συμβάλλει στην επιτυχία των στόχων ενός πραγματικά ουσιαστικού «εθνικού διαλόγου» για την παιδεία:και την ανάδειξη των πραγματικών αιτίων των παρουσιαζόμενων αντιθέσεων (ανεπιθύμητων δηλαδή καταστάσεων που προκύπτουν από τις τοποθετήσεις των διαλεγομένων στην προοπτική επηρεασμού, επιβολής ή παρεμπόδισης των διαδικασιών), λόγω των διαφορετικών συμφερόντων, αξιών αλλά και των διαφορετικών στόχων που ο καθένας θέτει.
Η εμφάνιση της Κοινωνίας της Πληροφορίας[ρησης] σηματοδοτείται από την επικράτηση χαρακτηριστικών κοινωνικών φαινομένων όπως:
Μεταβολές στη συμβολική παραγωγή [θεωρητική παραγωγή] [Geertz (2003)] και μεταβολές στη χωροχρονική οργάνωση της κοινωνίας [Παγκοσμιοποίηση: Οι μεταβολές στη χωροχρονονική οργάνωση της κοινωνίας επιφέρουν ουσιαστικές κοινωνικές αλλαγές [Castels (2005)] που χαρακτηρίζονται από:
• τη δυνατότητα επικοινωνίας σε παγκόσμιο επίπεδο,
• την ταχύτατη ανταλλαγή πληροφοριών που αναδιατάσσει τις σχέσεις γνώσης και εργασίας στο χώρο και το χρόνο]
Η ανάδυση μιας οικονομίας της πληροφορίας
• εμφάνιση των πληροφορικών μηχανών,
• θεωρητική οργάνωση της εργασίας ,
• εκμηχανίζεται και εντάσσεται στην οικονομία όπως και η παραγωγή των υλικών αγαθών,
• το μεγαλύτερο μέρος των παραγωγικών δραστηριοτήτων σχετίζεται με την παραγωγή και διαχείριση της πληροφορίας,
• αναπτύσσεται η κατηγορία των πληροφορικών προϊόντων,
• η παραγωγική διαδικασία δεν στοχεύει μόνο στην οργάνωση της παραγωγής και τη διακίνηση των αγαθών αλλά και στη ρύθμιση της ζήτησης,
• η παραγωγική διαδικασία οργανώνεται σε παγκόσμιο και όχι σε τοπικό επίπεδο,
• οι σύγχρονες υπερεθνικές εταιρείες δεν ασκούν μόνο οικονομικό αλλά και ιδεολογικό και πολιτικό ρόλο
Οι μεταβολές στον καταμερισμό εργασία (μεταβολές στην οικονομία):
• αλλαγές στη δομή της παραγωγής, στις παραγωγικές σχέσεις και τον καταμερισμό εργασίας,
• αλλαγές στο κράτος και την οργάνωση της κοινωνίας,
• αλλαγές στη διαχείριση υποδομών και του ρόλου ιδιωτικού και δημοσίου
:Οι θεωρητικές αυτές επισημάνσεις σχετίζονται άμεσα και με την εμφάνιση της πληροφορικής τεχνολογίας που μετέβαλε τους όρους της παραγωγής και διαχείρισης της πληροφορίας, που επιδρούν στις κοινωνικές εξελίξεις και στο ρόλο της εκπαίδευσης αναφορικά με τέσσερις συνιστώσες που αφορούν :
• την κοινωνικοποίηση των νέων
• την αναπαραγωγή του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας [η ΚτΠ συνδέεται με σημαντικές μεταβολές στον καταμερισμό εργασίας που οφείλονται στη διαφοροποίηση της σχέσης ανάμεσα στη διανοητική και χειρονακτική εργασία (οργανικοί διανοούμενοι και διανοητικά εργαζόμενοι, διάκριση της εκπαίδευσης σε τρεις βαθμίδες και ο ρόλος τους]
• την κατάρτιση της εργασιακής δύναμης [δια βίου μάθηση, εκπαίδευση και παροχή υπηρεσιών, μεταβολές στην παραγωγή της γνώσης, παραγωγή γνώσης από τις επιχειρήσεις, ο ρόλος του κράτους]
• την παραγωγή νέας γνώσης
Κατά συνέπεια η διαμόρφωση θέσεων για την παιδεία, δεν μπορεί να μη παίρνει υπόψη της αυτή την νέα κοινωνική πραγματικότητα και ο διάλογος για την παιδεία δεν μπορεί να μη στηρίζεται στην αξιοποίηση της υπάρχουσας πληροφορίας προκειμένου να τεκμηριωθεί η οποιαδήποτε διατυπούμενη θέση ανεξάρτητα από την ιδεολογική φόρτιση που τη συνοδεύει.
3. Η αναγκαιότητα για αξιολόγηση [Μπουρίτσας Γ.(2008b)]
Γιατί αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος;
Ο Κ. Σοφούλης [2000] επισημαίνοντας «ότι το σύστημα της ανώτατης εκπαίδευσης σε αποφασιστικό βαθμό έχει ξεφύγει της αποστολής του … έχει εκφυλιστεί και μάλιστα σε τέτοιο σημείο, ώστε στην πραγματικότητα να επιτελεί κατά κύριο λόγο σκοπούς που ουσιαστικά ανήκουν σε άλλα υποσυστήματα του πολιτειακού συμπλέγματος» εμμέσως πλην σαφώς θέτει θέμα αξιολόγησης κάνοντας τις ακόλουθες επισημάνσεις για το σύστημα της ανώτατης εκπαίδευσης:
«…
• Αντί για εκπαίδευση παρέχει εύσχημη συγκάλυψη της ανεργίας
• Αντί αξιοκρατίας και παιδαγωγικού ορθολογισμού, το σύστημα αναπαραγάγει μια επιλογή και κατανομή τυπικών «επαγγελματικών προνομίων»
• Αντί προγραμματισμένης εκπαίδευσης, το σύστημα αναπαραγάγει άναρχες ατομικές τακτικές διδασκόντων και άλλων ενδοπανεπιστημιακών επαγγελματικών και ομάδων
• Το σύστημα παράγει σε ελάχιστο βαθμό επιστήμη, πολύ λιγότερη από εκείνη που επιβάλουν οι συνθήκες της χώρας στα πλαίσια του διεθνούς ανταγωνισμού
• Το σύστημα σε μεγάλη έκτασή του έχει εκφυλιστεί σε γραφειοκρατία αντί να αποτελεί θεσμό αριστείας, όπως από τη φύση του έπρεπε να είναι
• Το σύστημα έχει χάσει τη δυνατότητα αυτοδιόρθωσης και αυτοπροσαρμογής του στις απαιτήσεις της αποστολής του»
Αν έτσι είναι τα πράγματα, τότε είναι φανερό ότι τέτοια φαινόμενα διαπερνούν το σύνολο του εκπαιδευτικού μας συστήματος, αφού η ανώτατη εκπαίδευση επιδρά καθοριστικά στην διαμόρφωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου όλων των βαθμίδων του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά και στο επίπεδο της διαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πολιτικής [Κλάδης, Δ., Κουλαϊδής, Β., Γιάτας, Δ., Μπουρίτσας, Γ., Παποδάκης, Ν. Σταμέλος, Γ. (2004)]
Το ζήτημα επομένως της αξιολόγησης τίθεται έτσι και αλλιώς ακόμα και στην περίπτωση που πρέπει να αποδειχθεί η αβασιμότητα τέτοιων θεμελιώσεων για την ποιότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Το θέμα της αξιολόγησης τίθεται τόσο μέσα από την αντίληψη της αξιολόγησης ως μέτρησης ,όσο και ως διαδικασίας σύμπλοκης που σύμφωνα με τον Edgar Morin είναι «μια διαδικασία κατεξοχήν μορφωτική και ως προβληματική νοήματος και ως ηρακλείτεια κίνηση με σκοπό τη νοηματοδότηση του κόσμου». Τέλος η προσέγγιση της αξιολόγησης ως διαχείριση αναφέρεται στον έλεγχο κατοχής γνώσεων – δεξιοτήτων και αποδοτικότητας, στοιχείων που προσεγγίζονται με επάρκεια από την κυβερνητική και τη θεωρία των συστημάτων [ Bonniol, J. Vial, M. (200α7)]
To ερώτημα που τίθεται είναι: Για μια διαμορφωτική αξιολόγηση ή για μια αξιολόγηση των ρυθμίσεων ;
Η αξιολόγηση της εκπαίδευσης αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, μια αναγκαιότητα προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα για το επίπεδο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος και για τις βελτιωτικές παρεμβάσεις που πρέπει να γίνονται. Επομένως η αξιολόγηση σχετίζεται άμεσα με αυτό το οποίο προσδιορίζεται ως ποιότητα της εκπαίδευσης και κατά συνέπεια με το βαθμό και το επίπεδο υλοποίησης των σκοπών και των στόχων του εκπαιδευτικού συστήματος, όπως αυτοί προσδιορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία αναφορικά με το σύστημα που αξιολογείται αλλά και συγκριτικά με άλλα εκπαιδευτικά συστήματα ή και τις θεωρητικές ή ερευνητικές προσεγγίσεις που έχουν διατυπωθεί ή πραγματοποιηθεί .
Η αξιολόγηση της εκπαίδευσης πρέπει να αναφέρεται σε όλα τα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος και αφορά όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, τη διοικητική της οργάνωση και γενικά όλες τις συνιστώσες που αναφέρονται στην ποιότητα του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου.
Κατά συνέπεια μια τέτοια προσέγγιση της αξιολόγησης προϋποθέτει, και για τη χώρα μας, τη δημιουργία ενός γενικού συστήματος αξιολόγησης για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Είναι η αυτονόητη ενέργεια, σε σχέση με τα όσα ισχύουν διεθνώς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να μπορεί να υπάρχει το απαραίτητο αξιολογικό υλικό, που να χρησιμοποιηθεί από όλους τους εμπλεκόμενους, για να αναζητηθούν οι βέλτιστες, κατά περίπτωση, προσεγγίσεις στο οποιοδήποτε επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος και σε σχέση με αυτό που χαρακτηρίζεται ως το παραγόμενο εκπαιδευτικό έργο.
Αυτό το αξιολογικό σύστημα θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα ανάπτυξης όλων των μορφών και των ειδών της αξιολόγησης ώστε σε κάθε επίπεδό του το εκπαιδευτικό σύστημα να μπορεί να εφαρμόζει για τις ιδιαίτερες ανάγκες του και εκτιμήσεις του το είδος της αξιολόγησης που του δίνει τη δυνατότητα της «υπέρβασης» σε νοοτροπίες και πρακτικές που ουσιαστικά οδηγούν στην άρνηση της όποιας αξιολόγησης.
Η επιλογή κατά περίπτωση των διαφόρων αξιολογικών μοντέλων ουσιαστικά πρέπει όχι μόνο να στοχεύει «στη διεύρυνση της συμμετοχής των συντελεστών της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις διαδικασίες αξιολόγησης και λήψης των αποφάσεων»[Μ. Κουτούζης, Ι. Χατζηευστρατίου (1999)] αλλά κύρια στη δημιουργία όρων ποιοτικής αναβάθμισης των συντελεστών παραγωγής εκπαιδευτικού έργου στο επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος το οποίο αξιολογείται.
Η δημιουργία, κατά συνέπεια, παράδοσης στις διαδικασίες καθιέρωσης και αποδοχής της αξιολόγησης συνεπάγεται την καθιέρωση της αξιολόγησης τόσο των εφαρμοζόμενων πολιτικών όσο και αυτών που τις υλοποιούν στα δύο επίπεδα:
• Αυτού που με επιστημονικό τρόπο και μέθοδο αξιολογεί τις συνέπειες της εφαρμοζόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής
• Αυτού που πολιτικά αξιολογεί και προτείνει λύσεις στα όποια αποτελέσματα της αξιολόγησης, που είναι τα όργανα που συνταγματικά ή νομοθετικά προβλέπονται
Μια τέτοια προσέγγιση δίνει νόημα στο δημοκρατικό προγραμματισμό, επιτρέπει την επέκταση της αξιολόγησης όλων των μορφών σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος μέχρι αυτού της εκπαιδευτικής μονάδας και σε τελευταία ανάλυση μέχρι και αυτού του εκπαιδευτικού.
Κατά συνέπεια η μη δημιουργία σοβαρής παράδοσης, στην καθιέρωση και εφαρμογή διαδικασιών αξιολόγησης, οφείλεται για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στο ότι η οποία πρόταση πολιτικής για την αξιολόγηση ξεκινούσε από την αξιολόγηση σε ατομικό επίπεδο [εκπαιδευτικών] και όχι από το επίπεδο της αξιολόγησης των πολιτικών και του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου με πρώτο στόχο τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος σε επίπεδο δομών, παροχών [υλικοτεχνικών υποδομών, μετεκπαιδευτικών προγραμμάτων, κλπ] και στόχευε στην επιβολή κυρώσεων ,και όχι παροχή κινήτρων, προσέγγιση που δεν μπορεί να επιλύσει ούτε τα απλά θέματα ανταγωνιστικότητας.
Οι αντιδράσεις στην χώρα μας ήταν και είναι ιδιαίτερα εμφανείς στο χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όπου την τελευταία τριακονταετία δεν υπάρχει καμιά διαδικασία αξιολόγησης.
Αλλά και στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης η άρνηση στην δημιουργία θεσμών αξιολόγησης της ποιότητας του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ δημιούργησε αντιδράσεις, διότι παρόλο που εν δυνάμει υπάρχει αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προσωπικού [εκλογή για τη κατάληψη μιας θέσης και κρίση για την μετεξέλιξη σε ανώτερη βαθμίδα] η σε μεγάλο βαθμό ύπαρξη προβλημάτων αναφορικά με τα θέματα που αφορούν την ποιότητα της διδασκαλίας και της έρευνας οδήγησε τα ιδρύματα στην μη αποδοχή διαδικασιών αξιολόγησης, διότι ενδεχόμενα η αξιολογική κατάταξη των ιδρυμάτων θα ισοδυναμούσε και με μια πρόσθετη κρίση και για το διδακτικό προσωπικό με όλες τις συνέπειες για το επαγγελματικό «κύρος» που φέρει η ιδιότητα του μέλους διδακτικού προσωπικού σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο και όχι μόνο.
Προβλήματα που διεθνώς έχουν επιλυθεί ή θεωρούνται αυτονόητα, επειδή για τη δημιουργία της απαραίτητης παράδοσης στην επιβολή αξιολογικών διαδικασιών ακολουθήθηκε αξιολογική πορεία από το όλο προς το μερικό και όχι αυτή της αξιολόγησης μόνο σε ατομικό επίπεδο.
Η καθιέρωση ενός γενικού συστήματος αξιολόγησης για το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας πρέπει κατά τη γνώμη μου και σύμφωνα με την παραπάνω προσέγγιση να προνοεί στην μετάβαση από «το τίποτα» στη δημιουργία παράδοσης αποδοχής της αξιολόγησης ως το αναγκαίο εργαλείο ελέγχου και βελτίωσης της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος και όχι στη δημιουργία ενός μηχανισμού επιβολής κυρώσεων που θα δρα ανασταλτικά στην διερεύνηση και επίλυση των ανασταλτικών παραγόντων ανάπτυξης ενός ποιοτικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Ένα τέτοιο σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει να προβλέπει τις μορφές, τις διαδικασίες, τη μεθοδολογία, τις τεχνικές και τους τρόπους αξιοποίησης των αξιολογικών αποτελεσμάτων.
Για τη δημιουργία συνθηκών αμοιβαίας εμπιστοσύνης όλων όσων συμμετέχουν στην αξιολογική διαδικασία θα πρέπει να προκριθεί μια διαδικασία εσωτερικής αυτοαξιολόγησης του συστήματος, ως μια ερευνητικού επιπέδου διερεύνηση των παραγόντων που διαμορφώνουν τη λειτουργία και ποιοτική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού συστήματος.
Με τον τρόπο αυτό ελαχιστοποιούνται οι ανεπιθύμητες παρενέργειες των διαδικασιών αξιολόγησης που μπορεί να είναι:
• Η προσήλωση στον τύπο σε βάρος της ουσίας
• Η ικανοποίηση βραχυπρόθεσμων και μη ουσιωδών στόχων σε βάρος των μακροπρόθεσμων και στρατηγικής σημασίας επιλογών
• Η απόκρυψη ή παραποίηση στοιχείων
• Η ανθρώπινη αντίδραση στις διαδικασίες αξιολόγησης [Κουτούζης, Μ. (1999)] [Μαυρογιώργος Γ. (1999).]
Η παραπάνω προτεινόμενη προσέγγιση είναι αυτή που η Οργάνωση των Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων [C.R.E.] [Δ.Π.Θ.], (1996-1997)] αναπτύσσει, όπως άλλωστε και οι άλλοι διεθνείς οργανισμοί [Ευρωπαϊκή Ένωση, Ο.Ο.Σ.Α., Συμβούλιο της Ευρώπης] εδώ και αρκετά χρόνια σε ζητήματα σχεδιασμού, αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας, της ανάπτυξης της ποιότητας στη λειτουργία και το έργο του πανεπιστημίου και μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού μας συστήματος
Ο Εθνικός διάλογος για την παιδεία
Η αποτυχία όλων των προσπαθειών για συνεννόηση για τα θέματα της παιδείας έχει την αφετηρία της:
στην μη αποδοχή κοινά αποδεκτών σημείων διεξαγωγής του διαλόγου με αποτέλεσμα ο καθένας να συζητά το κάθε θέμα με βάση διαφορετικές αρχικές συνθήκες που θεωρεί ως δεδομένες αρχές του διαλόγου με αποτέλεσμα τη μη δυνατότητα συνεννόησης
στην μη ύπαρξη μηχανισμών τεκμηρίωσης και πληροφόρησης για τα συζητούμενα θέματα
όχι μόνο στη μη ύπαρξη διαδικασιών αξιολόγησης αλλά στην αποδοχή της αξιολόγησης ως μέσου που είναι μονοσήμαντα αναγκαίο για την πρόταση ορθών και ρεαλιστικών λύσεων και τη λήψη αποφάσεων.
Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθούν οι επισημάνσεις που ακολουθούν προκειμένου να τεκμηριωθούν οι προτάσεις που θα ακολουθήσουν ως σημεία υλοποίησης πολιτικών «αυτονόητων λύσεων» για την παιδεία.
Οι διαπιστώσεις που παρατίθενται αποτελούν αυταπόδεικτες αναφορές που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν και που έχουν οδηγήσει σε ένα διάλογο «Οργουλιανού» χαρακτήρα , όπου ο παραλογισμός και η ασυνέπεια λόγων και πράξεων, η διαστρέβλωση της επιστημονικής προσέγγισης με εμπειρικούς ακροβατισμούς, οι προσωπικές επιδιώξεις και υποστήριξη θέσεων σκοπιμότητας, η άγνοια της πραγματικότητας και η αποδοχή ως αντικειμενικής μιας εικονικής πραγματικότητας αποτελούν τον κανόνα
Οι διαπιστώσεις
Ενδεικτικές αναφορές:
1. Οι συζητήσεις στα όργανα συμμετοχής και κοινωνικού ελέγχου της παιδείας [ΕΣΑΠ, ΣΑΠ, ΣΤΕ (παλαιότερα) και τώρα ΕΣΥΠ , ΣΑΠΕ, ΣΑΤΕ και ΣΠΔΕ] στηρίζεται συνήθως στη μη ύπαρξη αντικειμενικής τεκμηρίωσης και στη μη δημοσιοποίηση όλων των προτάσεων , εισηγήσεων, αποφάσεων και των πρακτικών των συνεδριάσεων των οργάνων [εξαίρεση η περίοδος 1983-1994(με τη συστηματική έκδοση του Δελτίου του ΣΑΠ,[YΠΕΠΘ (6.1983-2.1994]], και δευτερευόντως του ΣΤΕ)[ ΥΠΕΠΘ (5.1994-5.1989)], με πλήρη αποτύπωση των πρακτικών των συνεδριάσεων και την προσπάθεια παρουσίασης στοιχείων τεκμηρίωσης)]. Η σημερινή πραγματικότητα που αποτυπώνεται από:
την κατάσταση που επικρατεί στην ιστοσελίδα του οργάνου αυτού [ δεν υπάρχει κανένα τεκμήριο ( οι μόνες αναφορές, οι εναρκτήριες ομιλίες της πρώτης συνεδρίασης του οργάνου το 2005!) [www.ypepth.gr/esyp] και
την αδυναμία πρόσβασης στα τεκμήρια του ΕΣΥΠ από την εκπαιδευτική και επιστημονική κοινότητα και τους κοινωνικούς είτε λόγω άρνησης παροχής των στοιχείων είτε λόγω ανυπαρξίας του οποιουδήποτε προγραμματισμού στο επίπεδο της τεκμηρίωσης [ΕΣΥΠ,email5/86]
αποτελεί την τραγική επιβεβαίωση των επισημάνσεων και της ανυπαρξίας μιας οργανωμένης και αξιόπιστης διαδικασίας ενημέρωσης και διάθεσης των τεκμηρίων που σχετίζονται με τη θεματολογία των συζητούμενων θεμάτων και όχι μόνο, προκειμένου να είναι ουσιαστική και έγκυρη η λειτουργία των οργάνων και να μην υποβαθμίζεται ο ρόλος των συμμετεχόντων που στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν ένοιωσαν την ανάγκη να επισημάνουν την αυταπόδεικτη αυτή αναγκαιότητα. Έτσι ουσιαστικά οι μόνες πηγές ενημέρωσης είναι αυτές που δίνει η μη εστιασμένη διαδικασία αναζήτησης μέσα από της δυνατότητες που παρέχει ο κυβερνοχώρος, οι εκδόσεις των Δελτίων ΕΣΑΠ, ΣΑΠ, ΣΤΕ [1983-94]και οι δημοσιευμένες εργασίες των Γ. Μπουρίτσα [Μπουρίτσας , Γ. (2006).], και Ι.Πανάρετου [Πανάρετος, Ι. (1999) και(2000)]
2. Η έμμεση αμφισβήτηση της λειτουργίας του ΕΣΥΠ και ως εκ τούτου της αξιοπιστίας του επιχειρούμενου διαλόγου με:
Τη διεξαγωγή του διαλόγου με δύο πόλους συντονισμού αυτού του Προέδρου του ΕΣΥΠ και αυτού του Γ. Μπαμπινιώτη με τις εξουσιοδοτήσεις που έδωσε το ΥΠΕΠΘ
Τη διεξαγωγή «ενός ιδιότυπου διαλόγου» μεταξύ Γ. Μπαμπινιώτη- ΥΠΕΠΘ και ΟΛΜΕ που υπαγορεύτηκε από τους ιδιαίτερους συνδικαλιστικούς ή άλλους λόγους της συνδικαλιστικής ομοσπονδίας που με τη στάση της αυτή θεωρεί ότι η οποιαδήποτε απόφαση για την παιδεία μπορεί να μην συνδιαμορφώνεται με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και μέσα από τη λειτουργία των οργάνων της συμμετοχής και του κοινωνικού ελέγχου της παιδείας κάτι για το οποίο το σύνολο της κοινωνίας είχε επιβάλλει και αξίωσε τη θεσμοθέτησή τους το 1983. Βέβαια η στάση της ΔΟΕ εκ διαμέτρου αντίθετη εκφράστηκε με συμμετοχή της στο διάλογο. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί η μη συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ για λόγους που πολιτικά μπορεί να έχουν μια βάση, αλλά αποδυναμώνουν τις δυνατότητες παρέμβασης ή ανάδειξης των κυβερνητικών προθέσεων μέσα από τη συμμετοχή στα όργανα του κοινωνικού ελέγχου για την παιδεία [Θα πρέπει να σημειωθεί στο σημείο αυτό η στήριξη που οι δύο αυτοί πολιτικοί χώροι έδωσαν , και σωστά;, την περίοδο του 1985-87 όταν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ επιχείρησαν την αδρανοποίηση του ΣΑΠ.]
3. Η αποδυνάμωση του διαλόγου οφείλεται και σε παράμετρες όπως:
Η μη κατάθεση προτάσεων θέσεων από την κυβέρνηση και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας [Είναι μια πραγματικά πρωτότυπη μέθοδος, αυτός που προκαλεί το διάλογο να μη καταθέτει προς συζήτηση θέσεις , προκειμένου αυτές να μη εκτεθούν στη βάσανο της κριτικής και της αξιολόγησης από τους συμμετέχοντες στο διάλογο]
Η ανάδειξη ως αξόνων συζήτησης των θεμάτων των «προσωπικών» απόψεων του κ. Γ. Μπαμπινιώτη και μάλιστα μέσω εκπομπής τηλεόρασης [αμφισβητούμενης ακροαματικότητας] όπου η παρουσιάστρια και πανεπιστημιακός ομιλεί για τακτικούς καθηγητές και αναφέρει ως δομή οργάνωσης των πανεπιστημίων την «πανεπιστημιακή έδρα» και στην οποία γίνονται αναφορές, οι οποίες δεν αποτυπώνουν την υπάρχουσα κατάσταση στην εκπαίδευση όχι για πολιτικούς λόγους αλλά για λόγους που σχετίζονται με την έλλειψη εμπειρίας.
Η παράκαμψη των διαδικασιών του Εθνικού Διαλόγου από τον κ. Γ. Μπαμπινιώτη και τον Υπουργού Παιδείας κατά την κατ΄ ιδίαν και όχι κατ΄ εξουσιοδότηση ενημέρωση του πρωθυπουργού για την πορεία του διαλόγου και οι παράλληλες ανακοινώσεις τις κυβέρνησης θεσμικών μεταβολών.
Η κατάθεση προτάσεων χωρίς τεκμηρίωση ή που στηρίζονται σε παραδοχές που δεν ισχύουν ή προσεγγίζονται με μεθοδολογικές ακροβασίες
Ενδεικτικές οι αναφορές, χωρίς παραπομπή στον έχοντα την πατρότητα του ισχυρισμού [δευτερευούσης σημασίας θέμα επί του παρόντος]:
• Τι σημαίνει η πρόταση για περικοπή ύλης γιατί αυτή είναι εξαιρετικά εκτενής [ποια είναι η συγκριτική μελέτη της περιόδου 1960-2009 που επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό;]
• Το σημαίνει, η μόνη κοινά αποδεκτή πρόταση, για αποδέσμευση της δευτεροβάθμιας από τη διαδικασία εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όταν κανείς δεν την εννοεί πραγματικά Η απλή λογική λέει ότι η θέση αυτή, που υποστηρίζεται από όλους ως επιστημονικά, και παιδαγωγικά ορθή, σημαίνει ότι η διαδικασία λήψης του απολυτηρίου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν σχετίζεται με την διαδικασία της πρόσβασης. Επομένως τι «λογική» ακροβασία είναι η συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής των επιδόσεων ή άλλων παραμέτρων που αποτελούν στοιχείο αξιολόγησης της διαδικασίας περάτωσης των σπουδών στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση;
• Τι σημαίνει αντικειμενική διαδικασία αξιολόγησης στο σύστημα πρόσβασης η συμμετοχή και των βαθμών αξιολόγησης της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όταν κανείς δεν απορρίπτεται και υπάρχουν χιλιάδες αριστούχοι. Σε ποια επιστημονική μελέτη στηρίζεται το φαινόμενο αυτό που θα πρέπει να έχει σαν λογική συνεπαγωγή το υψηλό επίπεδο της παρεχόμενης μόρφωσης και τις εξαιρετικές ικανότητες των μαθητών μας.[γεγονός που αμφισβητείται πάλι από όλους]. Το μόνο που θα ήθελα να σημειώσω είναι ότι λυπάμαι γιατί η γενιά της περιόδου 1960-1980,με τα σημερινά δεδομένα ήταν γενιά «ηλιθίων» εάν δεν συμβαίνει σήμερα κάτι άλλο το οποίο κανείς δεν θέλει να παραδεχθεί.
• Τι σημαίνει η κενή περιεχομένου θέση που επενδύεται με το μανδύα της επιστημονικής εγκυρότητας των «επαϊόντων- σοφών» που κάθε φορά καλούνται να λύσουν τα εκπαιδευτικά μας προβλήματα και αφορά τη θέσπιση κατοχής της βάσης της βαθμολογικής κλίμακας για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με μόνο επιχείρημα ότι έτσι «πιστοποιείται» το ελάχιστο επίπεδο γνώσεων που απαιτείται για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Γιατί δεν αναδεικνύονται θέματα όπως:
o Οι εξετάσεις επιλογής γίνονται για το λόγο ότι η ζήτηση για σπουδές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι μεγαλύτερη από την προσφορά θέσεων και επιπλέον για να καλυφθούν τόσες θέσεις όσες οι θέσεις σπουδών που το σύστημα παρέχει. [άρα οι εξετάσεις είχαν (μέχρι πρότινος) το χαρακτήρα της κατάταξης – επιλογής των υποψηφίων ]
o Υπερτονίζεται η άποψη της συσχέτισης των σπουδών με την επιλογή επαγγέλματος και όχι η συνταγματική κατοχυρωμένη θέση για παροχή ίσων ευκαιριών και δωρεάν εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες, αφού η παιδεία αποτελεί επένδυση και το μέσον της δημιουργίας σκεπτόμενων, ενεργών πολιτών δυνάμενων να επαναπροσδιορίζουν τους επαγγελματικούς τους ορίζοντες.
. Αν έχουν έτσι τα πράγματα [ενδεικτικά και πάλι]
• Ισχύει ναι ή όχι ότι η κατάκτηση του στόχου της βάσης εξαρτάται και από το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων και από τον αριθμό των θέσεων εισαγωγής και ο αριθμός των αριστούχων εξαρτάται και από το επίπεδο ευκολίας των θεμάτων .
Αν ο ισχυρισμός είναι ορθός, το ίδιο αποτέλεσμα θα είχαμε αν
μειώναμε τον αριθμό των εισακτέων για παράδειγμα.[στην περίπτωση ικανοποίησης του περιορισμού της κατάκτησης της βάσης] ή βάζαμε θέματα αυξημένου βαθμού δυσκολίας [στην περίπτωση μείωσης του αριθμού των αριστούχων]. Και στις δύο περιπτώσεις τα ίδια άτομα θα πετύχουν με διαφορετική όμως βαθμολογία εισαγωγής, γεγονός που αποδεικνύει τους εσφαλμένους ισχυρισμούς για την αναγκαιότητα εισαγωγής της βάσης ή για τη «σφαγή» των αριστούχων .
Και για να κατανοήσουμε την ασυνέπεια ή την σκοπιμότητα των
θεωρητικών περί αξιοκρατίας τοποθετήσεων των εισηγήσεων των
«σοφών» θα αναφέρουμε τις προτάσεις τους για την εισαγωγή, στις
σχολές ή τα τμήματα για τα οποία η ζήτηση είναι ανύπαρκτη,
φοιτητών χωρίς εξετάσεις [εδώ προφανώς δεν μας ενδιαφέρει το
επίπεδο γνώσεων των υποψηφίων προκειμένου να εξασφαλισθεί η
βιωσιμότητα αυτών των τμημάτων!].
‘Έτσι αποκρύπτεται έντεχνα η πραγματικότητα ότι το κριτήριο της βάσης καθορίζει ανάλογα και με το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων και το κατώτερο όριο των εισαγομένων φοιτητών στα ιδρύματα που παρέχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση, έτσι τώρα ο αριθμός των εισακτέων κυμαίνεται μεταξύ των ορίων [αριθμός εισαγομένων ίσος με τον αριθμό των προσφερόμενων θέσεων, στην περίπτωση που όλοι υπερβούν βαθμολογικά το όριο της βάσης] και [μηδενικός αριθμός εισαγομένων στην περίπτωση που τα θέματα είναι τόσο δύσκολα ώστε κανένας να μην επιτύχει το όριο της βάσης] .
Ισχύει επίσης ναι ή όχι ότι ανάλογα με το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων [για την συντριπτική πλειοψηφία των υποψηφίων ο ίδιος υποψήφιος μπορεί…..
[η συνέχεια στην ανάρτη
Κυρία υπουργέ
Να προσμετράται το δεύτερο μεταπτυχιακό.
Παρά πολλοί καθηγητές με μεγάλο κόπο,χρηματικό κόστος, με μεγάλο χρόνο μακριά από τις οικογένειές τους επειδή έχουν μεράκι και όρεξη και παρά την ηλικία τους συνεχίζουν το ταξίδι της γνώσης είτε με μεταπτυχιακά,διδακτορικά είτε δεύτερα πτυχία.
Θα είναι άδικο να ισοπεδώνονται τα πάντα ή να υποβαθμίζονται.
Κυρία Υπουργέ,
Με την παρούσα επιστολή μου θέλω να θίξω ένα ζήτημα το οποίο βλέπω να γιγαντώνετε τον τελευταίο καιρό.
Τίτλοι μεταπτυχιακοί, διδακτορικοί, συγγραφικό έργο κλπ ζητείτε από πολλούς να προσμετράτε για τις περισσότερες θέσεις του δημοσίου.
Κατά την γνώμη μου οι σπουδές και το συγγραφικό έργο δεν είναι πανάκεια για την κρίση και την επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης, όπως άλλωστε δεν νομίζω ότι μπορεί να θεσμοθετηθούν αντίστοιχα κριτήρια για την επιλογή του Πρωθυπουργού, Υπουργών και γενικά των αιρετών αρχόντων που διοικούν την Ελλάδα.
Καταλήγοντας πιστεύω ότι στις θέσεις ευθύνης πρέπει να τοποθετούνται άτομα βάση του βιογραφικού τους, της εμπειρίας τους, των σπουδών τους, της κοινωνικής προσφοράς τους και της αποδοχής τους από τοις κοινωνίες στις οποίες έργο καλούνται να επιτελέσουν.
Σωστότατη η επισήμανση για ορισμό ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ με αρμοδιότητα επιστημονική,παιδαγωγική,ενημερωτική,συμβουλευτική και οχι ελεγκτική. Ο ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ανά 4-5 σχολεία για κάθε ειδικότητα π.χ. φιλόλογος,φυσικός,μαθηματικός,Φυσικής αγωγής κ.λ.π.
που θα συνεργάζεται με τους συναδέλφους του και θα αναδεικνύεται από γνώσεις και εμπειρία. Σε κάθε νομό 5 κάθε ειδικότητας αυξημένων γνωστικών προσόντων και εμπειρίας.
Επίσης πρέπει τα προσόντα γνώσεων για συμβούλους να έχουν μεγαλύτερο συντελεστή από ότι για διοικητικές θέσεις.
Πιστεύω και ελπίζω οι υπεύθυνοι να λάβουν υπ’όψιν τους το θεσμό του ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ.