1. Οι διδάσκοντες σε Π.Μ.Σ. προέρχονται κατά 60% τουλάχιστον από καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές του οικείου Τμήματος. Σε περίπτωση διατμηματικού Π.Μ.Σ., τουλάχιστον το 80% των διδασκόντων προέρχεται από καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές των συνεργαζόμενων Τμημάτων.
2. Με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, η Συνέλευση του Τμήματος αξιολογεί τις ανάγκες του Π.Μ.Σ. σε διδακτικό προσωπικό και, εφόσον οι υφιστάμενοι καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές και οι διδάσκοντες βάσει του π.δ. 407/1980 (Α΄ 112) ή του άρθρου 19 του ν. 1404/83 (Α΄ 173) ή της παρ.7 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 (Α΄ 195) δεν επαρκούν, με αιτιολογημένη απόφασή της αποφασίζει την ανάθεση διδακτικού έργου σε καθηγητές ή υπηρετούντες λέκτορες άλλων Τμημάτων του ιδίου Α.Ε.Ι ή την πρόσκληση καθηγητών ή υπηρετούντων λεκτόρων άλλων Α.Ε.Ι ή ερευνητών από ερευνητικά κέντρα του άρθρου 13Α του ν. 4310/2014 (Α΄ 258), όπως ισχύει κάθε φορά, συμπεριλαμβανομένων του ερευνητικού κέντρου της Ακαδημίας Αθηνών και του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών ή νέες προσλήψεις/συμβάσεις σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις.
3. Προϋπόθεση για την αμοιβή καθηγητή ή υπηρετούντος λέκτορα για τη συμμετοχή του σε Π.Μ.Σ., με τη μορφή μαθήματος, σεμιναρίου ή εργαστηρίου, αποτελεί η αμισθί διδασκαλία, επιπλέον των νομίμων υποχρεώσεών του, ενός μαθήματος, σεμιναρίου ή εργαστηρίου, αντίστοιχα, σε τουλάχιστον ένα Π.Μ.Σ. του Τμήματός του ή άλλου Τμήματος του ιδίου ή άλλου Α.Ε.Ι., εφόσον στο Τμήμα του δεν λειτουργεί Π.Μ.Σ.. Η αμισθί και η αμειβόμενη διδασκαλία είναι ίσης διάρκειας και παρέχονται εντός του ίδιου ή άλλου ακαδημαϊκού εξαμήνου, σε κάθε, όμως, περίπτωση εντός του ίδιου ακαδημαϊκού έτους. Η παραπάνω προϋπόθεση δεν ισχύει για όσους καθηγητές ή υπηρετούντες λέκτορες έχουν νόμιμες υποχρεώσεις δέκα (10) τουλάχιστον ωρών εβδομαδιαίας διδακτικής απασχόλησης.
4. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο αμοιβή των καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων για την με οποιονδήποτε τρόπο συμμετοχή τους σε ένα ή περισσότερα Π.Μ.Σ. δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά μήνα το 20% των μηνιαίων τακτικών αποδοχών τους.
5. Με απόφαση της Συνέλευσης του Τμήματος, η οποία λαμβάνεται ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του Π.Μ.Σ., μπορεί να καλούνται από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή, ως επισκέπτες, καταξιωμένοι επιστήμονες που έχουν θέση ή προσόντα καθηγητή ή ερευνητή σε ερευνητικό κέντρο, καλλιτέχνες ή επιστήμονες αναγνωρισμένου κύρους με εξειδικευμένες γνώσεις ή σχετική εμπειρία στο γνωστικό αντικείμενο του Π.Μ.Σ., για την κάλυψη εκπαιδευτικών αναγκών του Π.Μ.Σ.. Η πρόσκληση επισκέπτη από την αλλοδαπή πραγματοποιείται μόνο εφόσον του ανατίθεται η διδασκαλία ολοκληρωμένου εξαμηνιαίου μαθήματος ή κύκλου σεμιναρίων, με τη διαδικασία και τα ειδικότερα οριζόμενα στο Γενικό Κανονισμό Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών, κατά τα ισχύοντα για την ανάθεση διδασκαλίας στους καθηγητές του Ιδρύματος Το ύψος και οι προϋποθέσεις αμοιβής των επισκεπτών διδασκόντων καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
6. Ομότιμοι καθηγητές και λοιποί αφυπηρετήσαντες καθηγητές των Α.Ε.Ι. μπορούν να διδάσκουν στα Π.Μ.Σ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 69 του ν. 4386/2016 (Α΄ 69), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και στο Γενικό Κανονισμό Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών αντίστοιχα, οι οποίοι υπάγονται στις διατάξεις των παρ. 3 και 4 του παρόντος άρθρου.
Ε. Διαφάνεια διαχείρισης διδακτικού προσωπικού και προγράμματος σπουδών.
Τα Τμήματα υποχρεούνται να αναρτούν στην οικεία ιστοσελίδα τα προπτυχιακά
και μεταπτυχιακά Πρόγραμμα Σπουδών τους καθώς και το ετήσιο πρόγραμμα
διδασκαλίας με τους αντίστοιχους διδάσκοντες. Επίσης αναρτώνται, με
ταυτόχρονη κοινοποίηση στην Κοσμητεία της οικείας Σχολής, τυχόν διδακτικές
ανάγκες που προκύπτουν μετά την καταρχήν ανάθεση διδακτικού έργου στα μέλη
Δ.Ε.Π., Ε.Ε.Π. και Ε.ΔΙ.Π., σύμφωνα με τις κατά νόμο απαιτούμενες
εβδομαδιαίως ελάχιστε ώρες διδασκαλίας εκάστου. Οι εν λόγω διδακτικές
ανάγκες, εφόσον δεν καθίσταται δυνατή η κάλυψή τους από το ανωτέρω
προσωπικό, μετά από τυχόν εκδήλωση ενδιαφέροντος εκ μέρους τους, καθ’
υπέρβαση των προβλεπόμενων ελάχιστων ωρών διδασκαλίας, κοινοποιούνται με
ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος για τυχόν εκδήλωση ενδιαφέροντος
από τα υπηρετούντα μέλη άλλων Σχολών. Σε περίπτωση που τελικώς παραμένουν
διδακτικά κενά, αυτά καλύπτονται από το πάσης φύσεως έκτακτο προσωπικό,
κατά τα ισχύοντα από τις σχετικές διατάξεις. Η προϋπόθεση αυτή της
αδυναμίας κάλυψης των διδακτικών αναγκών από το ήδη υπηρετούν προσωπικό
λαμβάνεται υποχρεωτικά υπόψη ως κριτήριο και κατά την διαδικασία κρίσης
αίτησης για μετάταξη η οποία προβλέπεται από την παρ. 4 του άρθρου 20 του
Ν. 4452/2017.
(α)
Αναφέρεται (αρ. 36, παρ. 1): «Οι διδάσκοντες σε Π.Μ.Σ. προέρχονται κατά 60% τουλάχιστον από καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές του οικείου Τμήματος. Σε περίπτωση διατμηματικού Π.Μ.Σ., τουλάχιστον το 80% των διδασκόντων προέρχεται από καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές των συνεργαζόμενων Τμημάτων».
ΣΧΟΛΙΟ: Τα ποσοστά που αναφέρονται στο άρθρο για διδασκαλία τακτικού διδακτικού προσωπικού είναι ανεφάρμοστα. Επίσης, οι ρυθμίσεις αυτές αποτρέπουν την απασχόληση νέων επιστημόνων με ειδικεύσεις αιχμής.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Σε κάθε περίπτωση, παρόμοιες ρυθμίσεις, αν κριθούν αναγκαίες, να αποτελούν αντικείμενο απόφασης του Πανεπιστημίου.
(β)
Αναφέρεται (αρ. 36, παρ. 3): «Προϋπόθεση για την αμοιβή καθηγητή ή υπηρετούντος λέκτορα για τη συμμετοχή του σε Π.Μ.Σ., με τη μορφή μαθήματος, σεμιναρίου ή εργαστηρίου, αποτελεί η αμισθί διδασκαλία, επιπλέον των νομίμων υποχρεώσεών του, ενός μαθήματος, σεμιναρίου ή εργαστηρίου, αντίστοιχα, σε τουλάχιστον ένα Π.Μ.Σ. του Τμήματός του ή άλλου Τμήματος του ιδίου ή άλλου Α.Ε.Ι., εφόσον στο Τμήμα του δεν λειτουργεί Π.Μ.Σ..».
ΣΧΟΛΙΟ: Η διάταξη αυτή είναι πρακτικά απαγορευτική για την αμειβόμενη διδασκαλία σε ΠΜΣ με δίδακτρα. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης δεν έχει και δεν είχε ποτέ τέτοιες αμοιβές (βλ. τη σχετική απόφαση του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κρήτης), ωστόσο η γενική απαγόρευση θα πλήξει τις μεταπτυχιακές σπουδές στην Ελλάδα.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Να αρθεί η αναφερόμενη προϋπόθεση.
Τρεις συμπληρωματικές παρατηρήσεις:
(1) Θα πρέπει να διευκρινιστεί εάν οι προβλέψεις για 1+1 μάθημα διδασκαλία και 20% πλαφόν αφορούν και τους διδάσκοντες του ΕΑΠ:
– Εάν τους αφορούν, πιθανότατα δημιουργείται πρόβλημα στο ΕΑΠ.
– Εάν δεν τους αφορούν, δημιουργείται πρόβλημα ισόνομης και ισότιμης αντιμετώπισης μελών ΔΕΠ. Επιπλέον, θα μπορεί μέλος του ΕΑΠ να διδάσκει σε ΠΜΣ άλλου ΑΕΙ χωρίς περιορισμό αμοιβής.
(2) Θα πρέπει να διευκρινιστεί αν ισχύουν περιορισμοί σε άλλες κατηγορίες αμοιβών. Π.χ., υπάρχει πλαφόν αμοιβής σε εξωτερικούς συνεργάτες?
– Εάν ναι, τότε δεν υπάρχει κίνητρο προσέλκυσης
– Εάν όχι, μπορεί οι αμοιβές των μελών ΔΕΠ να είναι πολύ μικρότερες των εξωτερικών συνεργατών, παρά το ότι οι τελευταίοι μπορεί να είναι μικρότερης εμπειρίας ή επιστημονικών γνώσεων.
(3) Όπως έχει αναφερθεί, οι περιορισμοί και οι συνθήκες αμοιβής είναι ανατίστοιχες των ευκαιριών αμοιβής από ερευνητικά έργα (όπου βεβαίως, δεν ασχολείται κάποιος ερευνητικά σε ένα έργο δωρεάν και σε ένα έργο επ’ αμοιβή και μάλιστα με πλαφόν). Δημιουργείται λοιπόν προφανής δυσαρμονία μεταξύ του διδακτικού και του ερευνητικού πυλώνα, και κατ’ επέκταση, μέλη ΔΕΠ δύο ταχυτητων (ή κατηγοριών). Όπως λοιπόν δεν υπάρχουν περιορισμοί στις αμοιβές ερευνητικής δραστηριότητας, ομοίως δεν πρέπει να υπάρχουν και για τη διδακτική δραστηριότητα.
(4) Τέλος, το ρίσκο πρόκλησης δυσλειτουργιών σε πολλά ΠΜΣ θα οδηγήσει πιθανώς σε αδυναμία λειτουργίας αυτών, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι επιστήμονες, που αναπνέουν μέσω των ΠΜΣ να βρεθούν χωρίς αυτή (τουλάχιστον) τη δυνατότητα απασχόλησης.
Εν αναμονή των μετατάξεων ως ΕΕΠ/ΕΔΙΠ, εκπαιδευτικών με διδακτορικό απ’ την Α&Β/θμια Εκπαίδευση, με ήδη μακροχρόνια παρουσία στην έρευνα αλλά και ως έκτακτο διδακτικό προσωπικό στα ΑΕΙ ( Πανεπιστήμια + ΤΕΙ), παρατηρούμε με απορία τη μεγεθυνόμενα απαξιωτική αντιμετώπιση εκ του ΥΠΠΕΘ.
Ακριβέστερα:
– μειώσατε το μισθό των διδακτόρων ΕΔΙΠ/ΕΕΠ που τώρα υπολείπεται και του μισθού ενός διδάκτορος στο ενιαίο μισθολόγιο!
– αφαιρέσατε τη δυνατότητα διδασκαλίας σε Π.Μ.Σ..
– αφαιρέσατε τη δυνατότητα τέλεσης ερευνητικών έργων.
– …;
Αν είναι, καταργήστε τη διάταξη μετάταξής μας, αφού όλα καταδεικνύουν έναν πόλεμο στο προσωπικό αυτό, που οδεύει βέβαια προς αριθμητική ενδυνάμωση, κατόπιν των αναμενόμενων μετατάξεων (όσων δεν ανακαλέσουν) καθηγητών και δασκάλων με PhD, μέχρι τις 31/8/2017.
Ομότιμοι η αφυπηρετήσαντες καθηγητές που διδάσκουν στα ΠΜΣ είτε λόγω ειδικών γνώσεων είτε λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού, θα πρέπει να αμείβονται και αυτοί χωρίς να περικόπτεται η σύνταξη και μέχρις ποσοστού 20% του ποσού αυτής.
Άρθρο 15 Παράγραφος β
Οι καθηγητές πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης αυτά πρέπει να αμείβονται διαφορετικά όπως είχε συμβεί και στο παρελθόν
Είμαι ένας από τους αρκετούς Ε.ΔΙ.Π που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα Πανεπιστήμια έχοντας διδακτορικό, δημοσιεύσεις σε γνωστά διεθνή επιστημονικά περιοδικά, αυτόνομο επιστημονικό έργο, επίβλεψη προπτυχιακών και μεταπτυχιακών εργασιών κτλ.
Το σχέδιο νόμου κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Από τη στιγμή που δεν μας δίνεται η δυνατότητα εξέλιξης κατόπιν κρίσεως, σωστά και μας αποκλείει από τα μεταπτυχιακά.
Δεν γίνεται να συνεχιστεί άλλο η τωρινή κατάσταση: προσωπικό με αυξημένα προσόντα (σε πολλές περιπτώσεις με βιογραφικό τουλάχιστον εφάμιλλο με ΔΕΠ) να διδάσκει σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο (μαθήματα και εργαστήρια), να δημοσιεύει σε διεθνή περιοδικά υψηλού κύρους, να επιβλέπει άτυπα προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές, ΑΛΛΑ να μην μπορεί να εξελιχθεί σε καθηγητική βαθμίδα, να μην μπορεί να συμμετέχει στις διαδικασίες εκλογής των οργάνων διοίκησης και είναι από τους πιο χαμηλόμισθους υπαλλήλους στο δημόσιο. Αυτό είναι εργασιακή εκμετάλλευση. Γι αυτό θεωρώ ότι δεν πρέπει να αλλάξει τίποτα στο νομοσχέδιο. Αφού το Υπουργείο μας αντιμετωπίζει σαν λοιπό προσωπικό χωρίς καμμία εξέλιξη, να γίνουμε δημόσιοι υπάλληλοι και να κάνουμε ΜΟΝΟ εργαστήρια στο προπτυχιακό.
Μέλη ΔΕΠ-ΕΠ-ΕΕΠ-ΕΔΙΠ-ΕΤΕΠ-ΔΠ ….. αποχωρουν προαιρετικά απο την υπηρεσία τους μολις ληξει εκεινο το ακαδημαϊκο ετος που συμπληρωνουν το 70ο ετος της ηλικίας τους !
Το προσδοκιμο ζωής που εχει αυξηθει θα μπορουσε να συνεισφερει στην συγκρατηση δυναμεων που προσεφεραν και προσφερουν εκλεκτες υπηρεσίες στην ερευνα και εκπαιδευση , οταν μάλιστα η εξελιξη των υπηρετουντων μελων των πανεπιστημιων ή η προσληψη νεων στελεχών ειναι «χελωνιστικων» διαδικασιων !
Άρθρο 29 του ν. 4009/2011
«7. α. Επιστήμονες αναγνωρισμένου επιστημονικού κύρους είτε κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος είτε υποψήφιοι διδάκτορες είτε εξαιρετικής τεχνικής εμπειρίας, μπορεί να απασχολούνται ως ακαδημαϊκοί υπότροφοι με απόφαση της Συνέλευσης και πράξη του Προέδρου του οικείου Τμήματος, για τη διεξαγωγή διδακτικού, κλινικού και ερευνητικού έργου, καθοριζόμενου με τη σύμβαση που υπογράφεται μεταξύ του ακαδημαϊκού υποτρόφου και του Πρύτανη του οικείου Α.Ε.Ι. Οι συμβάσεις που συνάπτονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δεν υπάγονται στις διατάξεις των Κεφαλαίων A΄, Β΄ και Γ΄ του ν. 2190/1994, αλλά υπάγονται στις εξαιρέσεις της ΠΥΣ 33/2006 (Α΄280). Η προκήρυξη του γνωστικού αντικειμένου γίνεται ύστερα από πρόταση της Γενικής Συνέλευσης του Τομέα και έγκριση από τη Συνέλευση Τμήματος. Η διάρκεια της σύμβασης καθορίζεται για χρονικό διάστημα μέχρι ενός ακαδημαϊκού έτους κατά περίπτωση, ανάλογα με τις ανάγκες του Τομέα, μπορεί δε να ανανεώνεται ή να παρατείνεται. Σε κάθε περίπτωση ο συνολικός χρόνος διάρκειας της σύμβασης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία (3) ακαδημαϊκά έτη.
β. Δεν είναι δυνατή η απασχόληση ως ακαδημαϊκών υποτρόφων των αφυπηρετησάντων μελών του οικείου ή άλλου Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή συνταξιούχων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
γ. Η απασχόληση των ανωτέρω μπορεί να είναι πλήρης ή μερική. Σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το υφιστάμενο κάθε φορά όριο των ωρών της εβδομαδιαίας απασχόλησης για το διδακτικό έργο που παρέχουν οι Καθηγητές και οι υπηρετούντες Λέκτορες των Α.Ε.Ι. ενώ στην περίπτωση μερικής απασχόλησης η υποχρέωση παροχής διδακτικού έργου μειώνεται ανάλογα με το ποσοστό της απασχόλησης. Η κάλυψη της αποζημίωσής τους γίνεται από υποτροφίες και πόρους που εξασφαλίζει το Τμήμα ή από τη χρήση των αδιάθετων ταμειακών υπολοίπων προηγούμενων οικονομικών ετών του Ιδρύματος, χωρίς αύξηση της κρατικής επιχορήγησης προς το οικείο Α.Ε.Ι., εκτός και αν αυτή προέρχεται από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα».
Η απόλυτη υποβάθμηση των ΕΔΙΠ, ιδίως αυτών με διδακτορικό, με ενεργό ερευνητικό βιογραφικό και σχετικά προσόντα, είναι λυπηρή. Είναι ορθό να δίδεται έμφαση στην πρόοδο των νέων επιστημόνων, αλλά ποιός έχει βγάλει στο συμπέρασμα ότι όσοι βρίσκονται ήδη εντός των ιδρυμάτων είναι εκ προοιμίου κατώτεροι; Δηλαδή, απλώς ένα απροσδιόριστο «λοιπό προσωπικό»; Ένας άνθρωπος με πολυετή ερευνητική και διδακτική δράση, δεν μπορεί να καλύπτεται από τον χαρακτηρισμό «λοιπό»… Ας ονοματίζονται όλοι αναλυτικά, με την τυπική τους ιδιότητα. Και σε μια περίοδο δημοσιονομικών δυσκολιών και ελλείψεων προσωπικού, ας μην παροπλίζονται εκ προοιμίου οι ενεργοί και ικανοί. Οι άνθρωποι μισθοδοτούνται από το δημόσιο, υφίστανται, άρα είναι και συμφέρον να αξιοποιούνται με τον πλέον δημιουργικό και αποτελεσματικό τρόπο: τον απαιτητικό, προς τα άνω. Δεν νοείται άνθρωπος με ερευνητική πορεία που δεν χρειάζεται προοπτικές εξέλιξης (ατομικής και επαγγελματικής). Η στασιμότητα και έλλειψη προοπτικών βελτίωσης είναι κακό σενάριο, και δεν είναι προς όφελος κανενός. Δεν εστιάζω μόνο στην συμμετοχή στα διδακτικά προγράμματα στα ΠΜΣ, αλλά πρωτίστως στην ορθή αξιοποίηση εντός των προπτυχιακών κύκλων. Οι Δρ. ΕΔΙΠ δεν είναι βοηθητικό προσωπικό, συχνά είναι ώριμοι ερευνητικά και με έργο διεθνώς αναγνωρισμένο. Στα εγχώρια ΑΕΙ μας φέρονται σαν να μην έχουμε καν ενηλικιωθεί (μη ψηφίζοντας, μη μετέχοντας σε συνελεύσεις και επιτροπές, μη ερωτώμενοι για το οτιδήποτε). Δεν χάνουν μόνο οι εν λόγω επιστήμονες, που περνώντας το κατώφλι του ΑΕΙ ουσιαστικά τους αμφισβητούν την όποια αξία τους, άκριτα. Χάνουν οι φοιτητές, που στερούνται μια δυναμική μερίδα διδασκόντων που θα μπορούσαν να εμπλουτίζουν τα προγράμματα σπουδών, αλλά και οι φορολογούμενοι πολίτες (γονείς ή όχι), που επωμίζονται το κόστος συντήρησης του προσωπικού αυτού. Ο ρόλος των ΕΔΙΠ δεν είναι να είναι οι αφανείς ανώνυμοι εργάτες, αναλώσιμο λοιπό προσωπικό, αλλά επικουρικά συμπληρωματικά μέλη του διδακτικού προσωπικού.
Να διευκρινιστεί με σαφήνεια ότι όλοι οι περιορισμοί σε ποσοστά συμμετοχής μελών ΔΕΠ και αμοιβές (όριο 20%) δεν αφορούν σε εξ αποστάσεως Π.Μ.Σ. όπως εκείνα του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π). Κατά τα λοιπά, το σχόλιο του ΛΧ (4 Ιουνίου 2017, 21:07 | ΛΧ) είναι περιεκτικό.
Τα μέλη ΕΕΠ / ΕΔΙΠ των ΑΕΙ τα οποία είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και έχουν ερευνητικό και διδακτικό έργο, πολλές φορές υψηλότατου επιστημονικού επιπέδου, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διδάσκουν σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, να έχουν δικαίωμα επίβλεψης διδακτορικών διατριβών και να αναλαμβάνουν προγράμματα ως επιστημονικοί υπεύθυνοι. Έχουν τα εφόδια και την ικανότητα να παράγουν επιστημονικό και ερευνητικό έργο.
Επίσης, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ να υπάρχει δυνατότητα εξέλιξης των μελών ΕΕΠ / ΕΔΙΠ σε ΔΕΠ εφόσον τηρούνται τα κριτήρια που τίθενται και για τους Λέκτορες.
Ενώ σε πολλά ΠΜΣ το πρόβλημα αριθμητικής επάρκειας του διδακτικού προσωπικού είναι υπαρκτό, ο νόμος αποκλείει τους διδάκτορες ΕΔΙΠ. Με ποια λογική προβλέπεται η πρόσληψη διδασκόντων με το ΠΔ 407 οι οποίοι είναι πιθανό να έχουν λιγότερα προσόντα από μέλη ΕΔΙΠ του τμήματος; Σε αυτό το σημείο ο νόμος περιορίζει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες ανάθεσης σε ΕΔΙΠ συγκρικτικά με τον προηγούμενο (3685/2008).
Προτείνω τη ρητη αναφορά της δυνατότητας ανάθεσης μαθημάτων – επίβλεψης διπλωματικών εργασιών σε ΕΔΙΠ με προσόντα ανάλογα ΄με αυτά των υπολοίπων κατηγοριών που περιλαμβάνονται σε αυτό το άρθρο (επιστήμονες με εξειδικευμένες γνώσεις ή σχετική εμπειρία στο γνωστικό αντικείμενο του Π.Μ.Σ.)
Δεδομένου ότι προσλήψεις δεν θα γίνουν για τα επόμενα 5 χρόνια, νομίζω ότι έφτασε η ώρα να αξιοποιηθεί το προσωπικό ΕΕΠ και ΕΔΙΠ με διδακτορικό, και να του δοθεί δυνατότητα εξέλιξης, όπως εξάλλου έχει προαναγγείλει το υπουργείο εδώ και μήνες, και όπως εξάλλου έχει γίνει ήδη τρεις φορές στο παρελθόν με συγκεκριμένους νόμους (2002 και 1998)
Άρθρο 36, παρ.1-2.:
Θέμα – αιτιολόγηση: Στο εν λόγω άρθρο προσδιορίζονται αφενός οι εν δυνάμει διδάσκοντες σε ένα Π.Μ.Σ αφετέρου οι ποσοστώσεις επί του υπηρετούντος προσωπικού. Στην αξιολόγηση αναγκών για διδακτικό προσωπικό στο Π.Μ.Σ δεν περιλαμβάνονται ωστόσο οι κατηγορίες ΕΕΠ/ΕΔΙΠ, προκειμένου η Συνέλευση του Τμήματος να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες πρόσληψης ή συνεργασίας με διδακτικό προσωπικό εκτός του ακαδημαϊκού τμήματος. Επιπλέον, με τις προτεινόμενες διατάξεις οι κατηγορίες Ε.Ε.Π/Ε.ΔΙ.Π αποκλείονται a priori από τη συμμετοχή του στα Π.Μ.Σ ως διδακτικό προσωπικό, ώστε να επιτελεί το έργο που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 29 του Ν.4009/2011. Ο αποκλεισμός αυτός όμως πρόκειται να έχει σοβαρές συνέπειες ως προς τη λειτουργία των Π.Μ.Σ ιδίως στα περιφερειακά ιδρύματα στα οποία το διδακτικό προσωπικό (ΔΕΠ) δεν επαρκεί αριθμητικά, με αποτέλεσμα την de facto υποβάθμιση της ποιότητας των προγραμμάτων.
Πρόταση νομοτεχνικής βελτίωσης:
Άρθρο 36, παρ. 1.
«Οι διδάσκοντες σε Π.Μ.Σ προέρχονται κατά 60% τουλάχιστον από καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές του οικείου τμήματος, καθώς και μέλη Ε.ΔΙ.Π και Ε.Ε.Π. Σε περίπτωση διατμηματικού Π.Μ.Σ, τουλάχιστον το 80% των διδασκόντων προέρχεται από καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές των συνεργαζόμενων Τμημάτων, καθώς και μέλη Ε.ΔΙ.Π και Ε.Ε.Π.»
Άρθρο 36, παρ. 2
«Με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, η Συνέλευση του Τμήματος αξιολογεί τις ανάγκες του Π.Μ.Σ σε διδακτικό προσωπικό και, εφόσον οι υφιστάμενοι καθηγητές, υπηρετούντες λέκτορες ή αφυπηρετήσαντες καθηγητές, τα μέλη Ε.ΕΠ και Ε.ΔΙ.Π, και οι διδάσκοντες του π.δ 407/1980 […] δεν επαρκούν, […]».