Η μεγάλη αύξηση του συνολικού αριθμού των πανεπιστημίων και των τεχνολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των σχολών και των τμημάτων τους τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς και η γεωγραφική τους κατανομή έχουν διαφοροποιήσει δραματικά τις συνθήκες στις οποίες αυτά λειτουργούν. Και τούτο κυρίως επειδή η νέα αυτή πραγματικότητα δεν συνοδεύτηκε από ουσιαστικές ποιοτικές αλλαγές ούτε στον τρόπο εποπτείας και διαχείρισης των ιδρυμάτων από την πολιτεία, ούτε στην εσωτερική οργάνωση και διοίκησή τους.
Το σημερινό πλαίσιο εποπτείας των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων βασίζεται κατά κύριο λόγο σε μια ομοιόμορφη, ισοπεδωτική, και άκρως λεπτομερή νομοθεσία και σε εκτενέστατους γραφειοκρατικούς ελέγχους της λειτουργίας τους. Πρόκειται για ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας, που δεν εξασφαλίζει επαρκείς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς και διαδικασίες κοινωνικής λογοδοσίας, δεν αναδεικνύει τα διαφορετικά επιτεύγματα και δεν ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις διαφοροποιημένες ανάγκες των ιδρυμάτων. Δεν εξασφαλίζει στα ιδρύματα την αυτοτέλεια και τις δυνατότητες που απαιτούνται ώστε να αντιμετωπίζουν εσωτερικά και με τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα τις διαφορετικές τους ανάγκες, βελτιώνοντας συνεχώς την ποιότητά τους.
Το σημερινό πλαίσιο εποπτείας και διαχείρισης ευνοεί την αδιαφάνεια στη λειτουργία τόσο του κράτους όσο και των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, χωρίς να αποτρέπει την ανάπτυξη σχέσεων πελατειακού χαρακτήρα μεταξύ τους, αλλά και μέσα στα ίδια τα ιδρύματα. Εκτρέπει ταυτόχρονα τις κεντρικές υπηρεσίες της πολιτείας από τον επιτελικό τους ρόλο και τη βασική τους αποστολή για σχεδιασμό, προγραμματισμό και ανάπτυξη πολυετούς εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, με σταθερότητα και συνέπεια στην υλοποίησή της.
Το πλαίσιο αυτό έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αποτελεσματική λειτουργία και της πολιτείας και των ιδρυμάτων. Είναι πλέον παρωχημένο και, σε κάθε περίπτωση, δυσλειτουργικό και αναποτελεσματικό. Ευνοεί τον συνεχή κατακερματισμό των ιδρυμάτων, των σχολών και των τμημάτων τους, χωρίς να διασφαλίζονται πάντα οι ακαδημαϊκές προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την ποιότητα της εκπαίδευσης, την αποτελεσματική λειτουργία και την εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας και της οικονομίας.
Τόσο ο σημερινός τρόπος χρηματοδότησης όσο και τα κριτήρια της κατανομής της μεταξύ των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τις υπαρκτές διαφορές μεταξύ τους, τα διαφορετικά τους επιτεύγματα, και τις διαφορετικές τους ανάγκες. Το σημαντικότερο κριτήριο για την κατανομή του μεγαλύτερου μέρους της δημόσιας χρηματοδότησης μεταξύ των ιδρυμάτων είναι το ύψος της χρηματοδότησης του προηγούμενου έτους, ανεξάρτητα από τα διαφορετικά επιτεύγματα ή τις διαφορετικές ανάγκες. Δεν αποτελεί έκπληξη η διαπίστωση ότι, παρά τη σημαντική αύξηση της εθνικής και ευρωπαϊκής δημόσιας επένδυσης στην ανώτατη εκπαίδευση τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας (5η στην Ευρώπη και 10η στον κόσμο το 2005, ως ποσοστό του ΑΕΠ) και χωρίς να συνυπολογίζονται όλες οι πηγές εσόδων των ιδρυμάτων, η συνολική απόδοση και αποδοτικότητα των δημόσιων πόρων ως προς ουσιώδεις δείκτες είναι από τις χαμηλότερες (24η στην Ευρώπη).
Οι θεσμικές αδυναμίες του σημερινού πλαισίου εποπτείας και χρηματοδότησης των ΑΕΙ εντείνονται και από τις αδυναμίες άλλων παραγόντων της δημόσιας διοίκησης (π.χ. κανόνες δημόσιου λογιστικού, υπηρεσίες δημοσιονομικού ελέγχου), με τους οποίους τα ιδρύματα είναι υποχρεωμένα να συνεργάζονται.
Το συνολικό αυτό πλαίσιο λειτουργίας περιορίζει την ευελιξία των ιδρυμάτων, τις δυνατότητες πλήρους και ουσιαστικής αυτοδιοίκησής τους και τη δυνατότητά τους να διαμορφώνουν τους δικούς τους στρατηγικούς στόχους και την ιδιαίτερη ταυτότητα και φυσιογνωμία τους. Περιορίζει την πρωτοβουλία, την ευθύνη και τη δυνατότητα των ιδρυμάτων να βελτιώνουν συνεχώς την ποιότητά τους. Ενισχύει την εσωστρέφεια στην ανάπτυξη των εκπαιδευτικών και ερευνητικών τους δραστηριοτήτων. Περιορίζει τις υπαρκτές δυνατότητες των ιδρυμάτων να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις διαφοροποιημένες τους εσωτερικές ανάγκες, να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά και με ποιότητα στις διαφορετικές, υψηλές και συνεχώς αυξανόμενες προσδοκίες της κοινωνίας, και στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της οικονομίας για εκπαίδευση και έρευνα υψηλής ποιότητας.
Οι αδυναμίες του σημερινού εξωτερικού πλαισίου λειτουργίας των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης επιτείνονται από αδυναμίες στο εσωτερικό πλαίσιο λειτουργίας τους. Ο σημερινός τρόπος εσωτερικής οργάνωσης και διοίκησης των ιδρυμάτων, των σχολών, των τμημάτων, των διοικητικών τους υπηρεσιών και των υπηρεσιών που παρέχουν στους φοιτητές είναι επίσης παρωχημένος. Το σύστημα εκλογής των διοικητικών οργάνων των ιδρυμάτων, ο περιορισμός της λογοδοσίας τους σε αυτούς τους οποίους διοικούν, δημιουργούν αναποτελεσματικές εξαρτήσεις και αδράνειες.
Θεμελιώδεις και συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας δεν είναι στην πράξη διασφαλισμένες. Καθηγητές και φοιτητές βρίσκονται συχνά σε κατάσταση ομηρίας και αδιεξόδου. Φαινόμενα βίας, κομματισμού και ευνοιοκρατίας δεν αποτρέπονται αποτελεσματικά, η δημόσια περιουσία δεν προστατεύεται και δεν αξιοποιείται με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, προς όφελος των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας και της κοινωνίας. Η εσωτερική και εξωτερική διαφάνεια της λειτουργίας των ιδρυμάτων και των διοικητικών οργάνων τους δεν είναι πάντοτε –όπως θα έπρεπε– υποδειγματική για ολόκληρη την πολιτεία και την κοινωνία. Η εκπαιδευτική και ερευνητική εσωστρέφεια των ιδρυμάτων αποτελούν συχνά τον κανόνα. Η ανταπόκριση των ιδρυμάτων στις ανάγκες και προσδοκίες της ευρύτερης κοινωνίας για μόρφωση, παραγωγή και διάδοση της γνώσης, για εκπαίδευση και έρευνα με ποιότητα και αντίκρισμα, όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο, συνεχώς περιορίζεται.
Οι διαφωνίες, διαφορές και συγκρούσεις μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας ή μεταξύ των μελών και των οργάνων των ιδρυμάτων σε πολλές περιπτώσεις δεν επιλύονται αποτελεσματικά από το ίδιο το ίδρυμα. Η παραπομπή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας περιορίζει την αυτοτέλεια των ιδρυμάτων. Η δικαστική αντιμετώπιση είναι χρονοβόρα, με σημαντικό ηθικό, ψυχικό και οικονομικό κόστος για τους εμπλεκομένους.
Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας αποτελούν οργανικό μέρος του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας. Πολλά μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού των ιδρυμάτων διαπρέπουν σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Με τη σημερινή τους ωστόσο μορφή, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ως θεσμοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις νέες προκλήσεις. Ο διαφορετικός βαθμός συμμετοχής και αξιοποίησης από αυτά των εκπαιδευτικών και ερευνητικών ευκαιριών και δυνατοτήτων εντείνει περαιτέρω τις μεταξύ τους ποιοτικές διαφορές. Οι αδυναμίες του σημερινού πλαισίου εποπτείας των ιδρυμάτων, η περιορισμένη αυτοδιοίκησή τους, ο κατακερματισμός τους και η εσωτερική οργάνωση και διοίκησή τους δημιουργούν άνισες –μεταξύ τους– δυνατότητες αξιοποίησης των ευκαιριών που διαμορφώνονται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η αλληλεπίδραση και συνάρτηση των ιδρυμάτων με το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον συχνά περιορίζεται.
Με τις προτάσεις που θέτουμε σε δημόσια διαβούλευση για την αλλαγή του τρόπου εποπτείας, οργάνωσης και διοίκησης των ιδρυμάτων επιδιώκεται η αντιμετώπιση και αναστροφή των οργανωτικών και λειτουργικών αδυναμιών και η οικοδόμηση της νέας ταυτότητας της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης. Οι στόχοι μας είναι υψηλοί όχι όμως ανέφικτοι. Το νέο δημόσιο Πανεπιστήμιο, το νέο δημόσιο Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα που οικοδομούμε πρέπει να υπηρετεί τον πολίτη και να πρωταγωνιστεί στην ποιότητα, την αριστεία, το κύρος και τον σεβασμό στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Η νέα ταυτότητα της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης θα επιτευχθεί:
- με νέο, λιτό νομοθετικό πλαίσιο και αποτελεσματικούς –δημόσια ελεγχόμενους– Εσωτερικούς Κανονισμούς λειτουργίας των ιδρυμάτων
- με ενίσχυση της αυτοδιοίκησης των ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις συνταγματικές διατάξεις, με ταυτόχρονη δημιουργία ισχυρών και αποτελεσματικών θεσμικών αντίβαρων
- με ισχυρούς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς κοινωνικής λογοδοσίας και με στόχο την αριστεία στην εκπαίδευση και την έρευνα
- με νέα ισχυρή, ευέλικτη, δυναμική ηγεσία των ιδρυμάτων, με δυνατότητα πρωτοβουλίας και σύνθεσης, με αποτελεσματικότητα και αρμοδιότητες, ικανή να εμπνέει εμπιστοσύνη στην κοινωνία και την πολιτεία
- με ιδρύματα, καθένα από τα οποία καθορίζει τους δικούς του στόχους, τη δική του ιδιαίτερη εκπαιδευτική και ερευνητική φυσιογνωμία, στρατηγική, δομή και λειτουργία, μέσα στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση και του ευρωπαϊκού χώρου ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας
- με ιδρύματα που λειτουργούν με υποδειγματικά διαφανείς διαδικασίες και με πολυετείς –αμοιβαία δεσμευτικές– προγραμματικές συμφωνίες με την πολιτεία
- με διαρκή αξιολόγηση στη βάση στόχων και επιτευγμάτων, και των αποτελεσμάτων της λειτουργίας τους, όπως αυτά διαμορφώνονται στο πλαίσιο των προγραμματικών συμφωνιών τους με την πολιτεία
- με ιδρύματα που ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στους διεθνείς κανόνες ακαδημαϊκής δεοντολογίας
- με ανανεωμένα προγράμματα σπουδών, με πιστοποίηση της ποιότητάς τους από διεθνείς επιστημονικές επιτροπές
- με συνενώσεις εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων, με στόχο τη δημιουργία της απαραίτητης κρίσιμης μάζας για βέλτιστα εκπαιδευτικά και επιστημονικά αποτελέσματα
- με ιδρύματα εξωστρεφή που θα αλληλεπιδρούν αποτελεσματικά με το εξωτερικό κοινωνικό τους περιβάλλον, τοπικό, εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο
- με ιδρύματα που θα πρωταγωνιστούν διεθνώς στη βάση της ακαδημαϊκής τους ποιότητας και αριστείας
- με ιδρύματα που πρωταγωνιστούν στην καινοτομία και τη μεταφορά γνώσης και τεχνολογίας στην κοινωνία και την οικονομία.
Το Συμβούλιο του ιδρύματος: αναγκαία προϋπόθεση για την ενίσχυση της αυτοδιοίκησης
Για την αποτελεσματική διακυβέρνηση κάθε οργανισμού, απαιτείται ισχυρή διοίκηση, χωρίς εσωτερικές και εξωτερικές εξαρτήσεις, με συνέχεια και προσήλωση σε μακροπρόθεσμη στρατηγική. Η διοίκηση πρέπει να ελέγχεται και να λογοδοτεί σε επίσης ανεξάρτητο σώμα, το οποίο απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της ακαδημαϊκής κοινότητας, των κοινωνικών και οικονομικών φορέων και της πολιτείας.
Η εμπειρία έχει δείξει ότι όταν η λειτουργία και οι αποφάσεις των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων λαμβάνονται μόνο εσωτερικά, τα αποτελέσματα δεν είναι πάντοτε υποδειγματικά, όπως απαιτείται. Αλλά και η εμπειρία από την εποπτεία των ιδρυμάτων από το Υπουργείο Παιδείας έχει δείξει, ότι το Υπουργείο ασκεί γραφειοκρατικό μόνο έλεγχο και δεν έχει –ούτε και πρέπει να έχει– την ευχέρεια να εμπλέκεται σε επιμέρους θέματα που αφορούν τα ίδια τα ιδρύματα.
Για την ενίσχυση της αυτοδιοίκησης, που εκτός από συνταγματική επιταγή αποτελεί και κεντρική στρατηγική επιλογή, απαιτείται η εκχώρηση στα ΑΕΙ αρμοδιοτήτων, τις οποίες σήμερα έχει το Υπουργείο. Είναι απαραίτητη η δημιουργία οργανισμών που θα λειτουργούν με υψηλή αποτελεσματικότητα και διαφάνεια, και θα υπόκεινται σε ουσιαστική λογοδοσία. Η ενίσχυση της αυτοδιοίκησης των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης θα ικανοποιήσει ένα ισχυρό και από πολλά χρόνια σταθερό αίτημα της ακαδημαϊκής κοινότητας, που αποσκοπεί στη συνεχή βελτίωση της ποιότητας της ανώτατης εκπαίδευσης.
Στο πλαίσιο αυτό, και στη βάση της ευρωπαϊκής αλλά και της διεθνούς εμπειρίας και πρακτικής, προτείνεται η μετάβαση από το σημερινό σύστημα διοίκησης σε αυτό της διοίκησης από δύο όργανα με διακριτή σύνθεση και αρμοδιότητες. Για τα πανεπιστήμια τα όργανα αυτά είναι η Σύγκλητος και το Συμβούλιο. Για τα τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα τα ανάλογα όργανα είναι η Συνέλευση και το Συμβούλιο.
Η μεταβίβαση από την πολιτεία στα ίδια τα ιδρύματα ουσιωδών αρμοδιοτήτων, καθοριστικών για την ποιοτική, αποτελεσματική και δημοκρατική τους λειτουργία, θα ενισχύσει δραστικά την αυτοδιοίκησή τους. Για την επιτυχία του εγχειρήματος, ο τρόπος συγκρότησης, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου σε κάθε ίδρυμα είναι ιδιαίτερα υπεύθυνη απόφαση. Το Συμβούλιο κάθε ιδρύματος είναι απαραίτητο να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη όλης της ακαδημαϊκής κοινότητας του ιδρύματος, της πολιτείας και της κοινωνίας. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να απαρτίζεται τόσο από εσωτερικά μέλη του ιδρύματος όσο και από μέλη που δεν ανήκουν σε αυτό.
Στόχος της διαβούλευσης είναι ο λεπτομερής προσδιορισμός:
- της σύνθεσης,
- του τρόπου συγκρότησης, και
- της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργάνων της νέας διοίκησης των ιδρυμάτων, ώστε να πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις αποτελεσματικής, διαφανούς και ποιοτικής λειτουργίας.
Οι αρμοδιότητες της Συγκλήτου/Συνέλευσης και του Συμβουλίου: ευθύνη και διακριτοί ρόλοι
Όλα τα ακαδημαϊκά ζητήματα παραμένουν στην αρμοδιότητα της Συγκλήτου/Συνέλευσης του ιδρύματος.
Το Συμβούλιο προτείνεται, μετά από εισήγηση της Συγκλήτου, να έχει την ευθύνη για:
- τη στρατηγική ανάπτυξης του ιδρύματος (συνεργασίες κ.ά.)
- την έγκριση του προϋπολογισμού
- την έγκριση του προγραμματισμού και της προγραμματικής συμφωνίας με την πολιτεία
- την έγκριση του απολογισμού λειτουργίας
- την αξιοποίηση της περιουσίας του ιδρύματος
- την έγκριση και αναθεώρηση του πλαισίου λειτουργίας του (Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας, οργανόγραμμα κ.α.)
- τις διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου και την τήρηση του Εσωτερικού Κανονισμού λειτουργίας
- την επιλογή του Πρύτανη/Προέδρου ΤΕΙ και την παύση των καθηκόντων του
- την έγκριση της ευρωπαϊκής και διεθνούς στρατηγικής του ιδρύματος
Η σύνθεση του Συμβουλίου: ευθύνη, ηγεσία, κοινωνική λογοδοσία και αλληλεπίδραση
Το Συμβούλιο αποτελείται από άμεσα εκλεγμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του ιδρύματος και από εξωτερικά μέλη. Τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου είναι σημαντικές προσωπικότητες που έχουν διακριθεί σε διάφορους τομείς της επιστήμης, της διανόησης, των τεχνών και της κοινωνίας γενικότερα, τα οποία επιλέγονται ως άτομα και όχι ως ex officio εκπρόσωποι φορέων ή οργανισμών.
Στο Συμβούλιο εκπροσωπούνται οι φοιτητές και το λοιπό μη ακαδημαϊκό προσωπικό του ιδρύματος.
Η σύνθεση του Συμβουλίου, τα χαρακτηριστικά των μελών του και ο τρόπος συγκρότησής του αποτελούν μέρος της παρούσας διαβούλευσης[1].
Η Σύγκλητος/Συνέλευση αποτελείται από τον Πρύτανη/Πρόεδρο ΤΕΙ, τους Κοσμήτορες/Διευθυντές Σχολών και εκπροσώπους των φοιτητών και των λοιπών κατηγοριών του προσωπικού.
Οι αποφάσεις όλων των οργάνων του ιδρύματος δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο.
Ο Πρύτανης
Την ευθύνη της ακαδημαϊκής διοίκησης του Πανεπιστημίου έχουν ο Πρύτανης και η Σύγκλητος.
Ο Πρύτανης θα πρέπει να έχει υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Μπορεί να είναι καθηγητής πανεπιστημίου της Ελλάδας ή του εξωτερικού. Εφόσον Πρύτανης εκλεγεί καθηγητής άλλου πανεπιστημίου, του προσφέρεται ταυτόχρονα θέση καθηγητή στο γνωστικό του αντικείμενο στο ίδρυμα στο οποίο εκλέγεται.
Ο Πρύτανης επιλέγεται από το Συμβούλιο του ιδρύματος μετά από διεθνή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και τη γνώμη του ακαδημαϊκού προσωπικού του ιδρύματος (ο τρόπος έκφρασης της γνώμης αυτής αποτελεί θέμα της διαβούλευσης). Την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος συντάσσει το Συμβούλιο του ιδρύματος.
Ο Πρόεδρος του ΤΕΙ
Την ευθύνη της ακαδημαϊκής διοίκησης του ΤΕΙ έχουν ο Πρόεδρος και η Συνέλευση του ΤΕΙ.
Ο Πρόεδρος του ΤΕΙ θα πρέπει να έχει υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Μπορεί να είναι καθηγητής ΤΕΙ ή πανεπιστημίου της Ελλάδας ή του εξωτερικού. Εφόσον Πρόεδρος του ΤΕΙ εκλεγεί καθηγητής άλλου ιδρύματος, του προσφέρεται ταυτόχρονα θέση καθηγητή στο γνωστικό του αντικείμενο στο ίδρυμα στο οποίο εκλέγεται.
Ο Πρόεδρος του ΤΕΙ επιλέγεται από το Συμβούλιο του ιδρύματος μετά από διεθνή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και τη γνώμη του ακαδημαϊκού προσωπικού του ιδρύματος (ο τρόπος έκφρασης της γνώμης αποτελεί θέμα της διαβούλευσης). Την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος συντάσσει το Συμβούλιο του ιδρύματος.
Ακαδημαϊκή Δεοντολογία
Για την αμερόληπτη και ταχεία αντιμετώπιση διαφορών και συγκρούσεων μεταξύ μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας (διδακτικό και διοικητικό προσωπικό και φοιτητές), τη διασφάλιση των δικαιωμάτων τους, την προστασία τους έναντι αδικιών και την τήρηση των κανόνων της νομιμότητας, στο πλαίσιο της μέχρι τώρα διαβούλευσης έχουν διαμορφωθεί οι δύο ακόλουθες προτάσεις:
Πρόταση 1
Θεσμοθέτηση του Ακαδημαϊκού Συνηγόρου, κατά το πρότυπο του Συνηγόρου του Πολίτη, ως αρχής διευθέτησης των ενδοακαδημαϊκών διαφορών.
Πρόταση 2
Συγκρότηση ανεξάρτητου εθνικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκής και Ερευνητικής Δεοντολογίας.
Ζητήματα προσωπικού
Το προσωπικό των πανεπιστημίων και των τεχνολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ανήκει στο ίδρυμα και αποτελείται από το διδακτικό/ερευνητικό και από το λοιπό , τεχνικό και διοικητικό προσωπικό.
Διδακτικό/ερευνητικό προσωπικό
Για το διδακτικό/ερευνητικό προσωπικό των πανεπιστημίων προτείνονται τα ακόλουθα:
- Οι βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού περιορίζονται σε τρεις (Καθηγητές, Αναπληρωτές Καθηγητές, Επίκουροι Καθηγητές).
- Η εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού κρίνεται με κλειστή διαδικασία.
- Η μονιμότητα διασφαλίζεται στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή.
- Καταργείται ο θεσμός του διδάσκοντα με βάση το ΠΔ 407 και αντικαθίσταται από το θεσμό του Λέκτορα με διδακτικά κυρίως καθήκοντα. Η θέση του λέκτορα δεν αποτελεί εξελίξιμη βαθμίδα.
- Τα χαρακτηριστικά του λοιπού προσωπικού των πανεπιστημίων (π.χ. ΕΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, Διοικητικό κλπ.) εξειδικεύονται στον Εσωτερικό Κανονισμό λειτουργίας του ιδρύματος.
Για το διδακτικό προσωπικό των ΤΕΙ προτείνονται τα ακόλουθα:
- Οι βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού παραμένουν τέσσερις (Καθηγητές, Αναπληρωτές Καθηγητές, Επίκουροι Καθηγητές, Καθηγητές Εφαρμογών).
- Η εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού κρίνεται με κλειστή διαδικασία.
- Η μονιμότητα του διδακτικού προσωπικού διασφαλίζεται στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή.
- Τα χαρακτηριστικά του λοιπού προσωπικού των ΤΕΙ (π.χ. ΕΡΔΙΠ, ΕΤΠ, Διοικητικό κλπ.) θα εξειδικεύονται στον Εσωτερικό Κανονισμό λειτουργίας του ιδρύματος.
Προϋποθέσεις εκλογής
Οι προϋποθέσεις εκλογής μελών του διδακτικού προσωπικού των ιδρυμάτων αποτελούν στοιχείο της ταυτότητας κάθε ιδρύματος και της διαδικασίας διαμόρφωσης της στρατηγικής και της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας του, αλλά και της αξιολόγησής τους από ανεξάρτητη αρχή.
Για εκλογή σε θέση διδακτικού προσωπικού προτείνονται τα ακόλουθα:
- τα απαιτούμενα προσόντα καθορίζονται από το ίδρυμα στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας,
- το γνωστικό αντικείμενο των θέσεων που προκηρύσσονται προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών,
- τα εκλεκτορικά σώματα είναι διεθνούς σύνθεσης,
- τα ιδρύματα συντάσσουν και δημοσιοποιούν καταλόγους εξωτερικών κριτών ανά γνωστικό πεδίο,
- οι μόνιμοι καθηγητές υπόκεινται σε περιοδική διαδικασία αξιολόγησης για το ερευνητικό τους έργο από επιτροπές κρίσης διεθνούς σύνθεσης,
- οι υπηρετούντες σήμερα μόνιμοι καθηγητές αξιολογούνται μετά από αίτησή τους.
Παράλληλη υπηρέτηση σε ΑΕΙ ελληνικό και άλλης χώρας
Θεσμοθετείται η δυνατότητα των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ να εκλέγουν καθηγητές, οι οποίοι ήδη υπηρετούν σε αναγνωρισμένα ιδρύματα του εξωτερικού, χωρίς οι τελευταίοι να υποχρεούνται να παραιτηθούν από τη θέση τους στο εξωτερικό.
Οι καθηγητές που εκλέγονται με αυτό το καθεστώς θα πρέπει να απασχολούνται στην Ελλάδα για διάστημα τριών τουλάχιστον μηνών ετησίως, με ανάλογες αποδοχές.
Η διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής των καθηγητών αυτών είναι ίδια με αυτά της επιλογής του λοιπού διδακτικού προσωπικού.
Αναστολή καθηκόντων
Τα μέλη του διδακτικού προσωπικού μπορούν, μετά από άδεια της Σχολής και την έγκριση του Συμβουλίου, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε φορείς εκτός του ιδρύματος. Στην περίπτωση αυτή, τελούν σε αναστολή των καθηκόντων τους στο ίδρυμα. Ο χρόνος αναστολής καθορίζεται από κάθε ΑΕΙ, προτείνεται όμως να μην υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
Διοικητικό και Τεχνικό προσωπικό
Κάθε ίδρυμα, ανάλογα με τις ανάγκες του και τον διαθέσιμο προϋπολογισμό του, προσδιορίζει το διοικητικό και τεχνικό προσωπικό του Οργανισμού του. Το προσωπικό αυτό προσλαμβάνεται μετά από δημόσια προκήρυξη και την ευθύνη των διαδικασιών πρόσληψης έχει ο Κοσμήτορας/Διευθυντής κάθε σχολής με την έγκριση του Πρύτανη/Προέδρου του ΤΕΙ και την επικύρωση του Συμβουλίου του ιδρύματος. Οι ήδη υπηρετούντες διοικητικοί υπάλληλοι και μέλη του τεχνικού προσωπικού εντάσσονται στις θέσεις που διαμορφώνονται. Όσοι από αυτούς δεν επιθυμούν την τοποθέτηση αυτή έχουν το δικαίωμα μετάταξης σε άλλες υπηρεσίες του δημοσίου.
Μεταβατικές διατάξεις
Σε όλες τις περιπτώσεις αλλαγών σε ζητήματα που αφορούν το προσωπικό, θα προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις για τα υπηρετούνται μέλη, οι οποίες θα εξειδικευτούν στο πλαίσιο της διαβούλευσης.
Διδακτορικοί φοιτητές και υπότροφοι
Κάθε πανεπιστήμιο καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις εκπόνησης διδακτορικής διατριβής, όπως επίσης και της υποτροφίας που μπορεί να χορηγεί σε υποψήφιους διδάκτορες, ανάλογα με το προσφερόμενο έργο.
Μεταδιδακτορικοί Υπότροφοι
Κάθε ίδρυμα ορίζει τις διαδικασίες πρόσληψης και απασχόλησης μεταδιδακτορικών υποτρόφων.
Οικονομική αυτοτέλεια: ευελιξία και αποτελεσματικότητα
Για την ενδυνάμωση της αποτελεσματικότητας της λειτουργίας των ιδρυμάτων και τον περιορισμό γραφειοκρατικών και χρονοβόρων διαδικασιών, η πλήρης διαχείριση των οικονομικών των ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της μισθοδοσίας, περιέρχεται στα ίδια τα ιδρύματα.
Το ύψος των μισθών του προσωπικού των ιδρυμάτων καθορίζεται από την πολιτεία, ιδιαίτερα ως προς τα ελάχιστα όρια. Η πολιτεία χρηματοδοτεί το προσωπικό των ιδρυμάτων σύμφωνα με τις προγραμματικές συμφωνίες. Τα ιδρύματα μπορούν να διαμορφώνουν δική τους συμπληρωματική πολιτική για να καλύψουν ιδιαίτερες ακαδημαϊκές και επιστημονικές τους ανάγκες, προκειμένου να προσελκύουν επιστήμονες υψηλού κύρους ή/και να παράσχουν πρόσθετα κίνητρα στο προσωπικό τους.
Για την ενθάρρυνση δωρεών προς τα ιδρύματα προτείνεται η απαλλαγή από τη φορολόγησή τους.
Προγραμματικές συμφωνίες: εργαλείο ανάπτυξης της πολυτυπίας και της ιδιαίτερης ταυτότητας ιδρυμάτων υψηλής ποιότητας
Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα αποκτούν αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της στρατηγικής ανάπτυξης και της εκπαιδευτικής και ερευνητικής ταυτότητάς τους. Κάθε ίδρυμα αποφασίζει και προγραμματίζει τη στρατηγική της ανάπτυξής του και διαμορφώνει την ιδιαίτερη φυσιογνωμία και αποστολή του. Τα ιδρύματα χρηματοδοτούνται από την πολιτεία, στη βάση αμοιβαία δεσμευτικών προγραμματικών συμφωνιών. Οι προγραμματικές συμβάσεις των ιδρυμάτων με την πολιτεία εξελίσσονται σε εργαλείο στρατηγικής ανάπτυξης κάθε ιδρύματος, ενταγμένης στο πλαίσιο της εθνικής και της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη, την καινοτομία και τη δια βίου μάθηση. Στο πλαίσιο των προγραμματικών συμφωνιών του με την πολιτεία κάθε ίδρυμα διαμορφώνει:
- την ιδιαίτερη ταυτότητά του στο πλαίσιο της αποστολής του
- τους στόχους του και τον τρόπο επίτευξής τους
- την εκπαιδευτική και ερευνητική του φυσιογνωμία, συμπεριλαμβανομένου και του αριθμού των εισακτέων φοιτητών
- τη στρατηγική ανάπτυξής του στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση και έρευνα και του ευρωπαϊκού χώρου ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας.
Χρηματοδότηση: Ποιότητα, αξιολόγηση, διαφάνεια, λογοδοσία, αποτελεσματικότητα
Νέοι κανόνες: έμφαση στα επιτεύγματα των ιδρυμάτων
Στο νέο πλαίσιο αυτοδιοικούμενης λειτουργίας των ιδρυμάτων, η διαφάνεια της λειτουργίας της πολιτείας και των ιδρυμάτων, οι κανόνες χρηματοδότησης και ο έλεγχος επίτευξης των συμφωνημένων στόχων και αποτελεσμάτων καθίστανται καθοριστικά στοιχεία για την αποτελεσματική επίτευξη των στόχων της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση και έρευνα, την ποιότητα και αριστεία των ιδρυμάτων.
Ένα μέρος της δημόσιας χρηματοδότησης των ιδρυμάτων κατανέμεται από την πολιτεία στα ιδρύματα στη βάση δεικτών ποιότητας και των επιτευγμάτων τους. Οι δείκτες αυτοί αναθεωρούνται περιοδικά, ώστε να επιτυγχάνονται οι μεταβαλλόμενοι στόχοι και προτεραιότητες της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση. Οι διοικήσεις των ιδρυμάτων αποκτούν συγκεκριμένα κίνητρα, προκειμένου να συμμετέχουν αποτελεσματικά στην υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής, την ανάπτυξη της ιδιαίτερης ταυτότητάς τους, την επίτευξη των στόχων τους και τη συνεχή βελτίωση της ποιότητάς τους. Τα ιδρύματα επιβραβεύονται για τα επιτεύγματά τους με συγκεκριμένο τρόπο. Από τους δείκτες αυτούς, στη διαβούλευση, προτείνονται ενδεικτικά, οι ακόλουθοι:
- αριθμητική σχέση αποφοίτων προς εισερχόμενους φοιτητές
- αριθμός των φοιτητών, ανάλογα με τα επί μέρους επιστημονικά πεδία (ιατρική, θετικές ή ανθρωπιστικές επιστήμες, οικονομικά, κλπ.)
- αριθμός αλλοδαπών φοιτητών
- αριθμός φοιτητών που προσελκύονται στο ίδρυμα μέσω των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Έρασμος κ.ά.)
- αριθμός φοιτητών που αποστέλλονται στο εξωτερικό μέσω ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Έρασμος κ.ά.)
- προσφερόμενες υποτροφίες και βραβεία, ιδίως με προσέλκυση εξωτερικών πόρων και χορηγιών
- βαθμός αξιοποίησης πόρων του ιδρύματος
- αποδοτικότητα διαχείρισης πρόσθετων, μη τακτικών εσόδων (π.χ. γενικά έξοδα ερευνητικών και αναπτυξιακών έργων)
- αριθμός απλών συμμετοχών σε διεθνή ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- αριθμός συμμετοχών με συντονιστικό ρόλο σε ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- αριθμός μελών του επιστημονικού προσωπικού που επιτυγχάνουν χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας
- αριθμός Κέντρων Αριστείας στην εκπαίδευση και την οργάνωση της μάθησης
- αριθμός Κέντρων Αριστείας στην έρευνα
- αριθμός φοιτητών σε προγράμματα δια βίου μάθησης
- αριθμός φοιτητών/αποφοίτων με αναπηρίες
- πορεία επαγγελματικής ένταξης των αποφοίτων
- αριθμός ανδρών/γυναικών στο επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό
- αριθμός διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού που κατέχει θέσεις στα κεντρικά όργανα διοίκησης διεθνών ακαδημαϊκών ή ερευνητικών οργανισμών, ή διεθνών επιστημονικών εταιρειών.
- αριθμός συμφωνιών συνεργασίας με άλλα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της Ελλάδας ή του εξωτερικού,
Οι προτεινόμενοι δείκτες ποιότητας και αποτελεσματικότητας θα εξειδικευτούν και εμπλουτιστούν περαιτέρω στο πλαίσιο του διαλόγου και της δημόσιας διαβούλευσης, λαμβάνοντας υπόψη τον διακριτό ρόλο και αποστολή των ιδρυμάτων των δύο τομέων της ανώτατης εκπαίδευσης, ώστε να αποτελέσουν ένα πρώτο οδηγό στη διαμόρφωση των κριτηρίων χρηματοδότησης. Σημειώνεται ότι οι δείκτες σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίζονται ως απόλυτα κριτήρια, αλλά ως εργαλεία που αναδεικνύουν τις τάσεις προς βελτίωση.
Θεσμοί χρηματοδότησης: διαφάνεια και εμπιστοσύνη
Η πολιτεία οργανώνει ειδική υπηρεσία, η οποία αναλαμβάνει, με την υποστήριξη ειδικών επιστημόνων και φορέων, τη διαπραγμάτευση και την υπογραφή των προγραμματικών συμβάσεων με τα ιδρύματα, τη διαχείριση και κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης στα ιδρύματα, την κοστολόγηση των υπηρεσιών, την επεξεργασία σχετικών δεικτών και προτύπων, και τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων από τα επιμέρους ιδρύματα. Είναι αναγκαίο να λειτουργεί με υποδειγματική διαφάνεια και να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της πολιτείας, των ιδρυμάτων και ολόκληρης της κοινωνίας.
Αποστολή του νέας υπηρεσίας αποτελεί η υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση. Παράλληλα, υποστηρίζει το Υπουργείο Παιδείας στον επιτελικό του ρόλο, που είναι η διαμόρφωση της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, σε διαρκή διαβούλευση με τους εκπαιδευτικούς και τους κοινωνικούς φορείς.
Για την οργάνωση και τη δομή της υπηρεσίας αυτής έχουν ήδη διαμορφωθεί σε προγενέστερη διαβούλευση τρεις εναλλακτικές προτάσεις, τις οποίες θέτουμε προς συζήτηση:
Πρόταση 1
Θεσμοθετείται νέα ανεξάρτητη αρχή με αρμοδιότητα τη χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης.
Πρόταση 2
Η Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.) μετεξελίσσεται σε Ανεξάρτητη Αρχή Αξιολόγησης, Πιστοποίησης και Χρηματοδότησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Πρόταση 3
Η διαχείριση της χρηματοδότησης γίνεται από ειδική υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας.
Υπηρεσίες υποστήριξης των φοιτητών
- έκδοση σύγχρονης ηλεκτρονικής κάρτας του φοιτητή που θα εξασφαλίζει την πρόσβαση σε όλες τις παρεχόμενες από τα ιδρύματα υπηρεσίες
- οι παροχές προς τους φοιτητές (σίτιση, στέγαση κλπ.) θα γίνονται αποκλειστικά από τα ίδια τα ιδρύματα μέσα από σχήματα συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα
- νέο σύστημα φοιτητικών υποτροφιών και δανείων, με βάση και αντίστοιχα πρότυπα άλλων χωρών, και σε συνεννόηση με τον τραπεζικό τομέα για την αποτελεσματική διευκόλυνση των ελληνικών οικογενειών.
Περιφερειακή στρατηγική και τοπική ανάπτυξη
Η οικοδόμηση μιας ισχυρής κοινωνίας της μάθησης και μιας οικονομίας βασισμένης στη γνώση, τη δημιουργικότητα και την καινοτομία απαιτεί τη συνεργασία και την ενεργό συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών δυνάμεων. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή διαμόρφωση και υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία είναι η κινητοποίηση και συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών.
Η εθνική στρατηγική είναι αναγκαίο να εμπλουτίζεται, εξειδικεύεται, συμπληρώνεται και υποστηρίζεται από τη στρατηγική κάθε περιφέρειας, με στόχο την αποτελεσματική συμβολή των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης στην τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη, καινοτομία, ευημερία και κοινωνική συνοχή.
Για την ενδυνάμωση του ρόλου των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης στην τοπική ανάπτυξη, τη δημιουργική αλληλεπίδρασή τους με το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον, και την ανάδειξή τους σε τοπικά κέντρα παραγωγής και διάχυσης γνώσης, τεχνολογίας και καινοτομίας προτείνεται η σύσταση Περιφερειακών Συμβουλίων με επιστημονική αλλά και κοινωνική συμμετοχή. Το Περιφερειακό Συμβούλιο έχει συμβουλευτικό ρόλο στη διαμόρφωση της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη, την καινοτομία, τη δια βίου μάθηση, και συντονιστικό ρόλο στη στρατηγική της ανάπτυξης των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης και των ερευνητικών κέντρων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Το Περιφερειακό Συμβούλιο επεξεργάζεται προτάσεις προς τα ιδρύματα μεταλυκειακής εκπαίδευσης για αποτελεσματική συνέργεια και για δημιουργική χρήση πόρων και υποδομών.
Χωροταξική και θεματική αναδιάρθρωση
Τα ελληνικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης μπορούν και πρέπει να είναι διεθνώς αναγνωρίσιμα για την ακαδημαϊκή και ερευνητική τους ποιότητα. Όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες χώρες, ενθαρρύνουμε τις συνενώσεις ιδρυμάτων με στόχο τη δημιουργία κρίσιμων μαζών, που θα αποτελέσουν ‘πυλώνες’ αριστείας διεθνούς εμβέλειας.
Οι συνενώσεις εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων προσφέρουν νέα δυνατότητα και ευκαιρία για τη διαμόρφωση της νέας ταυτότητας των ιδρυμάτων που επιδιώκεται. Η νέα αυτή ταυτότητα θα επιτρέψει ουσιαστική και αποτελεσματική συνέργεια των ιδρυμάτων στην παραγωγή νέας γνώσης και στη διάχυσή της μέσω της οργάνωσης και προσφοράς νέων, καινοτόμων προγραμμάτων σπουδών διεθνούς εμβέλειας.
Οι συνενώσεις ιδρυμάτων και τμημάτων θα διευρύνουν τις επιλογές των φοιτητών και τη διεπιστημονικότητα στη μάθηση. Επιπλέον, στο νέο πλαίσιο λειτουργίας και χρηματοδότησης το μεγαλύτερο μέγεθος ιδρυμάτων θα ενισχύσει τις δυνατότητες των ιδρυμάτων για πλήρη αυτοδιοίκηση, τα περιθώρια για πρωτοβουλίες και για διαμόρφωση της νέας ταυτότητάς τους. Ταυτόχρονα, οι συνενώσεις θα επιτρέψουν στα ιδρύματα την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση του διδακτικού και διοικητικού τους προσωπικού, τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των υποδομών τους και τον περιορισμό των διοικητικών και διαχειριστικών δαπανών.
Στην παρούσα συγκυρία, η ανάγκη για εξοικονόμηση και βέλτιστη διαχείριση των δημόσιων πόρων επιβάλλει να προχωρήσουμε με γρήγορα βήματα στην κατεύθυνση αυτή. Τα κριτήρια για την αναδιάρθρωση του χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης θα είναι πρωτίστως ακαδημαϊκά και δευτερευόντως οικονομικά και κοινωνικά. Στόχος μας παντού θα είναι η ποιότητα διεθνούς εμβέλειας της ανώτατης εκπαίδευσης.
[1] Για τη διευκόλυνση της διαδικασίας διαβούλευσης παραθέτουμε συνημμένα την Έκθεση του δικτύου ΕΥΡΙΔΙΚΗ «Διακυβέρνηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρώπη: Πολιτικές, δομές, χρηματοδότηση και ακαδημαϊκό προσωπικό», 2008.
Στις προκηρύξεις για πλήρωση θέσεων ΕΠ ΤΕΙ αναγράφεται η παρακάτω προϋπόθεση για να καταθέσει κάποιος αίτηση: «Μέλη του Ε.Π. δεν μπορούν να υποβάλλουν υποψηφιότητα για κατάληψη θέσης Ε.Π. ίδιας ή ανώτερης βαθμίδας στο ίδιο ή άλλο Τ.Ε.Ι., εάν δεν περάσουν τρία έτη από το διορισμό τους στο Τ.Ε.Ι. που υπηρετούν». Αυτό κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να καταργηθεί. Πιστεύω ότι είναι κάπως οπισθοδρομικό και αναχρονιστικό, δηλαδή ¨κρατάμε με νύχια και με δόντια» τους καθηγητές που διδάσκουν στα απομακρυσμένα τμήματα ΤΕΙ (γιατί χωρίς αυτούς θα κλείσουν) που οι πολιτικοί έφτιαξαν για ψηφοθηρικούς λόγους, αδιαφορώντας για την ίδια την παιδεία. Παράλληλα αποτρέπει τα υπόλοιπα ΤΕΙ από το να μπορούν ανεμπόδιστα να λαμβάνουν αιτήσεις (πιθανά των καλυτέρων) για πλήρωση θέσεων ΕΠ.
Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν το γνωστικό αντικείμενο των σχολών πριν αποφασιστεί άν θα είναι καθαρά τεχνολογικές.Παρακαλώ να υπολογίσετε τις τόσο σοβαρές αποψείς του Πανελληνίου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών στο σχεδιασμό σας.
Λίγο πριν από τη λήξη της πρώτης φάσης της διαβούλευσης, επαναλαβάνω την έκκληση σχεδόν όλων των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας προς το Υπουργείο, ως προς την εξέλιξη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Η εξέλιξη πρέπει να παραμείνει αυτόνομη, να βασίζεται στο διδακτικό και ερευνητικό έργο καθενός, και να μην εξαρτάται από την εξέλιξη ή μη άλλων μελών ΔΕΠ. «Ιπτάμενες» προτάσεις περί μετατροπής των θέσεων ΔΕΠ σε «οργανικές θέσεις» και δυνατότητας εξέλιξης ενός μέλους ΔΕΠ μόνον εφόσον υπάρχει κενή θέση ανώτερης βαθμίδας, είναι απολύτως ασυμβίβαστες με την έννοια και τη λειτουργία του Πανεπιστημίου, όπως τη γνωρίζει όλος ο πολιτισμένος κόσμος. Κριτήριο για την εξέλιξη ενός πανεπιστημιακού δασκάλου, πρέπει να είναι η προσωπική του ικανότητα και μόνον. Η αντίθετη λύση, μπορεί να εξυπηρετεί ορισμένα συμφέροντα, που διαρκώς πιέζουν προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά θα ισοπεδώσει κάθε ενδιαφέρον για διδασκαλία και έρευνα στα ΑΕΙ. Θα είναι μάλιστα πρωτοφανής σε όλο το δημόσιο τομέα: ακόμη και στο στρατό, ένας λοχίας μπορεί να γίνει επιλοχίας, χωρίς να απαιτείται να «κενωθεί θέση επιλοχία». Εάν υιοθετηθούν οι προτάσεις περί «οργανικών θέσεων στα ΑΕΙ» ένας επίκουρος καθηγητής με θητεία, θα βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση από το λοχία του παραδείγματος: θα κοιτάζει αν στο τέλος της θητείας του συνταξιοδοτείται κανένας αναπληρωτής και, σε αρνητική περίπτωση, θα τα παρατάει μόνος του. Δεν θα κάνει καν τον κόπο να καταθέσει αίτηση εξέλιξης, που θα απορριφθεί «Ελλείψει κενής οργανικής θέσεως»!!!
Σε κάθε μεγάλη αλλαγή που παίρνει τη μορφή νόμου, προβλέπονται μεταβατικές διατάξεις για τους ήδη υπηρετούντες, που από χρόνια προγραμματίζουν το ερευνητικό και διδακτικό τους έργο με βάση τους ισχύοντες νόμους. Ειδικά όσοι βρίσκονται στις χαμηλότερες βαθμίδες του ΔΕΠ, έχουν σαφώς τα ισχυρότερα κίνητρα να εργαστούν και πιστεύω θα συμφωνούμε όλοι ότι παράγουν ποιοτικό έργο που ξεπερνά κατά πολύ τα επίπεδα άλλων εποχών. Μια σαφής εικόνα έχει ήδη προκύψει από τις εσωτερικές αξιολογήσεις που καταγράφουν το διδακτικό και το ερευνητικό έργο των τελευταίων 5-7 ετών και βρίσκονται στη διάθεση των ΑΕΙ και ασφαλώς της Πολιτείας.
Νομίζω ότι είναι λογικό και σύμφωνο με το περί δικαίου αίσθημα οι λέκτορες και οι επίκουροι καθηγητές που ήδη υπηρετούν να ακολουθήσουν την πορεία που προβλέπει ο εν ισχύ νόμος, μέχρι τουλάχιστον τη μονιμοποίησή τους στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή. Σε περίπτωση που θα υποχρεωθούν να ενταχθούν στο νέο νόμο που θα προβλέπει την απόκτηση της μονιμότητας με την εξέλιξή τους στη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή, τούτο να συμβαίνει μετά από τριετή θητεία, όπως δηλαδή προβλέπεται σήμερα.
Αποτελεί κοινή διαπίστωση και παραδοχή πως η δομή και λειτουργία των ΑΕΙ χρειάζεται επείγουσες και σημαντικές μεταρρυθμίσεις. H θέση του ΠΑνελλήνιου Συλλόγου Διδακτόρων Ι.Δ.Α.Χ. στα ΑΕΙ (ΠΑ.Σ.Δ.Ι.Δ.Α.Χ.-Α.Ε.Ι.) είναι πως οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα πρέπει να βασίζονται στις ακόλουθες αρχές:
Α) Στην ουσιαστική ανεξαρτησία των ΑΕΙ και την επαρκή κρατική χρηματοδότηση τους.
Β) Στην ορθολογική αξιοποίηση του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού των Ελληνικών ΑΕΙ, το οποίο περιλαμβάνει προσωπικό με υψηλά προσόντα και δυνατότητες.
Γ) Στην αναγνώριση και αξιολόγηση του πραγματικού έργου του προσωπικού.
Οι παραπάνω αρχές είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για ένα ανεξάρτητο και δυναμικό Πανεπιστήμιο. Συνεπώς, ο νέος νόμος πλαίσιο για την Ανώτατη εκπαίδευση πέρα από οικονομικά και διαδικαστικά θέματα, θα πρέπει να στοχεύει στην αξιοποίηση και απελευθέρωση των δυνατοτήτων του συνόλου του προσωπικού των ΑΕΙ, μέσω της αξιοκρατικής κατανομής του σε θέσεις που θα βρίσκονται σε αντιστοιχία με τους τίτλους σπουδών και την αναγνώριση και θεσμική κατοχύρωση του έργου που επιτελείται.
Η θέση του ΠΑ.Σ.Δ.Ι.Δ.Α.Χ.-Α.Ε.Ι. για το κείμενο διαβούλευσης και πιο συγκεκριμένα για τα θέματα προσωπικού που άπτονται του άμεσου ενδιαφέροντος των μελών του, είναι:
• Οι προβλέψεις του κειμένου διαβούλευσης στα θέματα προσωπικού εμπνέονται από την εργασιακή δομή του Ακαδημαϊκού προσωπικού σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού (κυρίως Ευρωπαϊκών χωρών). Δεν γίνεται όμως καμία αναφορά στον ρόλο που θα κληθεί να παίξει το «λοιπό προσωπικό» καθώς και στις μεταβατικές διατάξεις που θα ισχύσουν για το υπάρχον προσωπικό με την εφαρμογή του νόμου.
• Υπενθυμίζουμε πως στο ονομαζόμενο «λοιπό προσωπικό» συμπεριλαμβάνονται εργαζόμενοι ιδιαίτερα υψηλής στάθμης, κάτοχοι Διδακτορικού διπλώματος, που υπηρετούν αυτή τη στιγμή στα Πανεπιστήμια με σχέση εργασίας Ι.Δ.Α.Χ. Το προσωπικό αυτό έχει να επιδείξει πλούσιο εκπαιδευτικό ή/και ερευνητικό έργο. Σημειώνεται ότι η ακαδημαϊκή τους δραστηριότητα λαμβάνει χώρα παράλληλα με την άσκηση διοικητικών καθηκόντων που τους ανατίθενται από τις οικείες υπηρεσίες.
• Η ευρύτητα των αντικειμένων που καλείται να καλύψει σήμερα η κάθε Σχολή/Τμήμα Α.Ε.Ι. σε συνδυασμό με τις αυξημένες ανάγκες για υψηλού επιπέδου εκπαίδευση, καθώς και η έλλειψη εξειδικευμένου εργαστηριακού διδακτικού και τεχνικού προσωπικού, καθιστούν αναγκαία την αξιοποίηση των Διδακτόρων Ι.Δ.Α.Χ. με βάση τα πραγματικά τους προσόντα.
Συνεπώς, στα πλαίσια του νομοσχεδίου για τις θεσμικές αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προτείνουμε να υπάρξει κατάλληλη μεταβατική διάταξη που να επιτρέπει την ένταξη των Ι.Δ.Α.Χ. με Διδακτορικό Δίπλωμα σε κατάλληλο κλάδο προσωπικού, τα μέλη του οποίου θα ασκούν εργαστηριακό – εφαρμοσμένο διδακτικό έργο και θα παρέχουν εξειδικευμένη εργαστηριακή και ερευνητική υποστήριξη. Ο κλάδος αυτός θα μπορούσε να είναι είτε ο κλάδος Ε.Ε.ΔΙ.Π., είτε ένας νέος κλάδος προσωπικού με αναβαθμισμένα κριτήρια στελέχωσης.
Τονίζουμε ότι η παραπάνω πρόταση είναι προς όφελος των ΑΕΙ αφού:
1. Ενισχύει την εφαρμοσμένη εκπαίδευση και πρακτική άσκηση των φοιτητών.
2. Αξιοποιεί ορθολογικά το υπάρχον προσωπικό.
3. Δεν επιφέρει οικονομική επιβάρυνση, αφού αφορά προσωπικό που ήδη υπηρετεί στα Α.Ε.Ι. και αμείβεται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου του ΠΑ.Σ.Δ.Ι.Δ.Α.Χ.-Α.Ε.Ι.
Ο Πρόεδρος Νικόλαος Παπανδρέου Η Γραμματέας Σοφία Κουλοχέρη
ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΔΑΣΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ…………Σήμερα στην Ελλάδα, η ανώτατη (τριτοβάθμια) δασική εκπαίδευση προσφέρεται στη Σχολή Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης με έδρα την Ορεστιάδα και τα Τμήματα Δασοπονίας & Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος των ΤΕΙ Λαμίας, Λάρισας και Καβάλας, με αντίστοιχες έδρες στο Καρπενήσι, Καρδίτσα και Δράμα.……………Μέχρι πριν από τρείς δεκαετίες, η δασική επιστήμη διδάσκονταν μόνο στο Τμήμα Δασολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το οποίο υπερκάλυπτε τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς εργασίας…………Τα προγράμματα σπουδών των δασικών Τμημάτων ΤΕΙ και Πανεπιστημίων είναι παρόμοια, με βασική διαφορά ότι στα ΤΕΙ είναι τετραετή ενώ στα Πανεπιστήμια είναι πενταετή. Ο αριθμός εισακτέων το 2010 ήταν περίπου 200 στα Πανεπιστήμια και 500 στα ΤΕΙ ενώ ο αριθμός των μονίμων διδασκόντων είναι 75 μέλη ΔΕΠ στα Πανεπιστήμια και 35 μέλη ΕΠ στα ΤΕΙ…………….Στον Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης, η δασική επιστήμη διδάσκεται σε λίγα Πανεπιστήμια (π.χ. στη Βρετανία σε 3, στη Γερμανία σε 7, στην Ελβετία και τη Γαλλία σε 1), σε τριετή και τετραετή προγράμματα σπουδών, με μικρό αριθμό εισακτέων που κυμαίνεται από 5 έως 80 ανά έτος……………Η άκριτη αύξηση των δασικών Τμημάτων έγινε χωρίς να διασφαλίζονται οι ακαδημαϊκές προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την ποιότητα της εκπαίδευσης, την αποτελεσματική λειτουργία και την εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας και της οικονομίας………….Η μειωμένη ελκυστικότητα και αναγνώριση των Τμημάτων Δασοπονίας των ΤΕΙ οφείλεται κυρίως στις περιορισμένες επαγγελματικές προοπτικές των αποφοίτων τους. Το φάσμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχιούχων των δασικών Τμημάτων ΤΕΙ είναι παρόμοιο με αυτό των αποφοίτων των Πανεπιστημιακών Τμημάτων αλλά με σαφώς στενότερα όρια επιστημονικής, τεχνικής και επαγγελματικής ευθύνης………..Επίσης, η διάκριση των δασολόγων (Πανεπιστήμιο) και δασοπόνων (ΤΕΙ) τόσο στον δημόσιο (δασική υπηρεσία, κλπ) όσο και στον ιδιωτικό τομέα φαντάζει αναχρονιστικός λόγω της σύγκλισης των προγραμμάτων σπουδών…………………….…..ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΥΣΜΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ Η ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΔΑΣΟΠΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΗ ΔΑΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΑΠΘ……………………………Η πρόταση αυτή έχει ως στόχο τη δημιουργία μίας κρίσιμης μάζας που θα αποτελέσει κέντρο αριστείας διεθνούς εμβέλειας για τη εκπαίδευση και έρευνα στη δασοπονία, αλλά και στο φυσικό περιβάλλον γενικότερα. Η συγκέντρωση του προσωπικού και του ερευνητικού εξοπλισμού θα διαμορφώσει μία νέα ταυτότητα στη δασική εκπαίδευση με στόχο την παραγωγή νέας γνώσης και στη διάχυσή της μέσω της οργάνωσης και προσφοράς νέων, καινοτόμων προγραμμάτων σπουδών.
ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ 31ου ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΕΘΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΝΕΟΤΗΤΑΣ (Π.Ο.Σ.Ε.Ι.Ν) ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Το Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας (Ε.Ι.Ν) ως κοινωφελής Οργανισμός και Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, κατά την εξηντάχρονη και πλέον παρουσία του, είχε και έχει ως αποστολή, την ίδρυση διοίκηση και λειτουργία εστιών για την παροχή στέγασης, σίτισης και κάθε συναφούς υπηρεσίας και φροντίδας, σε φοιτητές, σπουδαστές και μαθητές κάθε εκπαιδευτικής βαθμίδας, καθώς και κέντρων πολιτισμού και νεότητας.
Για την εκπλήρωση της ως άνω αποστολής του, το Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας α) εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και επιχορηγείται από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Υπουργείου και τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων όπως ορίζει ο νόμος, β) ενεργεί ως ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης ή τελικός δικαιούχος προγραμμάτων χρηματοδοτουμένων, εν όλω ή εν μέρει, από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από άλλους διεθνείς Οργανισμούς, καθώς και συγχρηματοδοτούμενων Επιχειρησιακών προγραμμάτων και γ) πραγματοποιεί κάθε σχετική δραστηριότητα που του αναθέτει ο Υπουργός Παιδείας δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.
Το ΕΙΝ λειτουργεί ένα μεγάλο δίκτυο Φοιτητικών – Σπουδαστικών – Μαθητικών Εστιών και Μαθητικών Κέντρων σε όλη τη χώρα , που πιστοποιεί την τεράστια εμπειρία του και την ευρωστία του στο τομέα της σίτισης και στέγασης των νέων. Η πλήρης γνώση του αντικειμένου και το αίσθημα υψηλής ευθύνης ότι υπηρετείται ο δημόσιος κοινωνικός χαρακτήρας της φοιτητικής μέριμνας, αποτελούν την εγγύηση ομοιόμορφων, οικονομικών και ποιοτικών υπηρεσιών στη σπουδάζουσα νεολαία της χώρας και ειδικά στους προερχόμενους από τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα.
Ουσιαστικά το ΕΙΝ είναι η μόνη Κρατική Δομή παροχής υπηρεσιών σίτισης και στέγασης, που λειτουργεί με ελάχιστο κόστος, υψηλή απόδοση και ποιότητα και είναι το μόνο εμπόδιο σε κάθε κερδοσκοπική διαδικασία σε βάρος του κρατικού συμφέροντος, σε βάρος των συμφερόντων της Νέας Γενιάς. Η σημερινή οικονομική συγκυρία, συνηγορεί υπέρ του ΕΙΝ, αφού καθιστά ασύμφορο τον κατακερματισμό της ευθύνης παροχής των υπηρεσιών αυτών, λόγω των πολλαπλών συχνά μη αποτελεσματικών και ευκαιριακών προσεγγίσεων.
Με την λογική ότι η πολιτεία, δεν πρέπει να αλλοιώσει, αλλά να διευρύνει τον Δημόσιο χαρακτήρα της παιδείας και των δομών που την υπηρετούν, το ΕΙΝ πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στον τομέα κοινωνικής – φοιτητικής μέριμνας (στέγαση, σίτιση, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών) μέσα από διαφανείς διαδικασίες και συνεργασίες με τα Ιδρύματα (ΑΕΙ και ΤΕΙ) στο πλαίσιο προγραμματικών συμβάσεων, ως ο αποκλειστικός οργανισμός με δημόσιο κοινωνικό χαρακτήρα, ανάληψης της συνολικής σίτισης και στέγασης των φοιτητών ΑΕΙ και σπουδαστών ΤΕΙ, με ορθολογική διαχείριση της δημόσιας χρηματοδότησης.
Η τυχόν απαξίωση, συρρίκνωση ή και συγχώνευση του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας, όχι μόνο δεν θα περιορίσει την κρατική δαπάνη, αλλά θα αφαιρέσει από την Πολιτεία ένα εξαιρετικά χρήσιμο και δοκιμασμένο εργαλείο για την ορθολογικότερη δυνατή οργάνωση και λειτουργία της φοιτητικής μέριμνας.
Όλα τα παραπάνω πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη και να γίνουν οι σχετικές τροποποιήσεις στις ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΦΟΙΤΗΤΩΝ του αναφερόμενου κειμένου Διαβούλευσης, όπου πρέπει να καθοριστεί με ευκρίνεια ο ρόλος του ΕΙΝ , τόσο ως προς την συνέχιση λειτουργίας, τον εκσυγχρονισμό και την αξιοποίηση των υφιστάμενων δομών, όσο και ως προς την ανάληψη της ευθύνης -ως εκπροσώπου της Πολιτείας-του ελέγχου και της εποπτείας των διαδικασιών σίτισης και στέγασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Αθήνα 12/01/2011 Με την εξουσιοδότηση του Συνεδρίου της ΠΟΣΕΙΝ
Εκ μέρους του ΔΣ
Ο Πρόεδρος: Παναγόπουλος Βασίλειος ,
Η Γεν. Γραμματέας: Σταυροπούλου Κατερίνα
Το συντριπτικό ποσοστό των απόψεων που κατατέθηκαν έχουν ως κοινό σημείο το «κρατήστε ή καλύτερα αναβαθμίστε αυτά που με ενδιαφέρουν και αν αυτό ωφελεί και άλλους κανένα πρόβλημα».
Η γνώμη μου με δύο λόγια:
α) λίγα και δυνατά Πανεπιστήμια με ισχυρά συστατικά στοιχεία (εργαστήρια, τμήματα, σχολές)
β) πραγματική αυτοδιοίκηση με συγκεκριμένη στρατηγική και στόχους, ανοικτή και αυστηρή αξιολόγηση και συνέπειες ανάλογα με το αποτέλεσμα (σε επίπεδο προσωπικού και ιδρύματος),
γ) μείωση των προυπολογισμών στα απαραίτητα για την αναλογική με το οικονομικό επίπεδο εκπαίδευση όσων χρειάζονται να σπουδάσουν,
δ) κύκλοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για όλους: για τεχνίτες, για επιστήμονες, για ερευνητές αλλά και για το ευρύ κοινό
Έχετε τη δύναμη να τα βάλετε με τα λαμόγια;
Γεια σας και ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ !!!!
Κατ’αρχην θα ελεγα πως συμφωνώ απολύτως με την ομιλία της Υπουργού παιδείας, όπως και συμφωνώ και με τα σχόλια του ΠΣΦ.
Όμως,θα πρέπει να κοιτάξουμε και λίγο «γύρω μας και στη γετονειά μας».Γιατί το λέω αυτό;Αφού θέλουμε να είναι η σχολή μας ΑΕΙ τότε ας δούμε λίγο και στις άλλες χώρες πως είναι η κατάσταση και κυρίως που ανήκουν οι σχολές. Ε! λοιπόν όλες ανήκουν στα Πανεπιστήμια – και λειτουργούν ως τμήματα των Ιατρικών Σχολών!!!Είναι τετραετούς(4) η ακόμα πενταετούς (5) φοιτήσεως {(3+2)π.χ.Ιταλία}.Υπάρχουν βέβαια και τα μεταπτυχιακά και είνα βέβαια γνωστό πόσοι Έλληνες φοιτητές θα πάνε σε Ευρώπη ή Αμερική.
Λοιπόν, πιστεύω οτι με την συζήτηση πάνω στα συγκεκριμένα θέματα και ζητήματα θα βρεθούν οι λύσεις οχι μονάχα για την ορθή και σωστή λειτουργία των επαγγελματικών μας δικαιωμάτων,αλλά και για την σωστή και σαφώς αναβαθμισμένη σχολή μέσα στο χώρο της υγείας.
Είναι η πρώτη φορά που νιώθω ακούγοντας τις εξαγγελίες σας ότι ένας Πρωθυπουργός, μια κυβέρνηση, ένα κόμμα θέλει πραγματικά να αλλάξει ριζικά αυτόν τον τόπο. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω να γίνεται το σωστό χωρίς να φοβάστε το πολιτικό κόστος, είναι η πρώτη φορά που βλέπω να πραγματοποιούνται οι εξαγγελίες αποστομώνοντας αυτούς που πιστεύουν ότι αυτά τα πράγματα δεν γίνονται στην Ελλάδα. Ξεριζώστε λοιπόν αυτό το σάπιο κατεστημένο και να είστε σίγουροι ότι ο κάθε Έλληνας θα είναι δίπλα σας έτοιμος να σας στηρίξει και να θυσιαστεί, αρκεί να βλέπει ότι οι θυσίες του δεν πάνε χαμένες.
Αρκετές κουζίνες, καναπέδες, τραπεζαρίες, γραφεία, βιβλιοθήκες, υπολογιστές κτλ έχει πληρώσει το Ελληνικό Δημόσιο μέχρι σήμερα σε μεγάλο-Καθηγητάδες των δημόσιων Πανεπιστημίων και της δωρεάν Παιδείας που αυθαιρετούν έχοντας εξασφαλίσει αρκετή εξουσία έχοντας μια καλή θέση και μονιμότητα. Όπως επίσης και αρκετά χρήματα έχουν βάλει στις τσέπες τους πληρώνοντας με αμοιβές τις γυναίκες τους, τις κόρες τους, τα ανίψια τους, τους κουμπάρους τους και όποιον καλοθελητή φίλο τους δεχτεί την μοιρασιά που του προτείνουν. Όσο αφορά το αναγραφόμενο έργο που εκτελέστηκε, οι περισσότεροι δεν έχουν καν ιδέα τι σημαίνει η ορολογία, δεν έχουν δουλέψει ποτέ έστω και από το σπίτι τους (γιατί έχουν τις κανονικές τους δουλείες) και τις περισσότερες φορές δεν έχουν εμφανιστεί ποτέ στο χώρο του Πανεπιστημίου. Στην καλύτερη περίπτωση το πτυχίο τους είναι συναφές με το επιστημονικό έργο έτσι για τα μάτια του κόσμου. Επίσης υπάρχει και η κατηγορία των Μεταπτυχιακών φοιτητών που οι μεγάλο-Καθηγηταδες τους εξαναγκάζουν να παίρνουν χρήματα για λόγου τους. Μα καλά δεν σας έχει κάνει εντύπωση που Μεταπτυχιακοί δηλώνουν ετήσια εισοδήματα 25000 και 30000 Euro! Κοινό μυστικό νομίζω είναι και τα καθημερινά οκτάωρα των Μεταπτυχιακών (και των ελεύθερων επαγγελματιών που μόνο ελεύθεροι δεν είναι) τα οποία δηλώνονται ως καμία δεκαπενταριά ώρες τον μήνα για να βγει ο μισθός τους από τους ανθρωπομήνες των προγραμμάτων που χρεώνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η προσπάθεια που έγινε και συνεχίζει με τον ιστότοπο διαύγεια είναι ένα πολύ αξιόλογο έργο που πρέπει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο καθώς οι δυνατότητες είναι πολλές. Μερικοί βέβαια το εφαρμόζουν μερικοί όχι (ΕΜΠ, Π. Πατρών κτλ.) και δεν νομίζω να θέλει πολύ εξυπνάδα ώστε να καταλάβεις ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτούς που δεν το εφαρμόζουν. Θα ήθελα λοιπόν να ρωτήσω αν πραγματοποιείτε η παρακολούθηση/έλεγχος των αναρτήσεων των φορέων από κάποια Δημόσια Αρχή. Αν δεν πραγματοποιείτε θα ήθελα να προτείνω αυτή την ιδέα. Μήπως είναι καιρός ένας δημόσιος φορέας να ελέγξει επιτέλους έναν δημόσιο φορέα. Μήπως είναι η ώρα το ΣΔΟΕ, το ΣΕΕΔΔ και η Επιθεώρηση εργασίας που με νύχια και με δόντια τα κρατούν εκτός των Πανεπιστημίων να επέμβουν πριν προλάβουν και τα κουκουλώσουν όλα. Είναι η ώρα να καταλάβει ο κάθε Έλληνας πολίτης και ειδικότερα οι φοιτητές και οι γονείς τους ότι η προσπάθεια αλλαγής των Δημόσιων Ελληνικών Πανεπιστημίων είναι προς όφελος τους.
Η πραγματική έννοια του ασύλου θα πρέπει να γίνει λαμπάδα μετάδοσης γνώσης, ιδεών, και απόψεων και όχι ασπίδα προστασίας για την εκμετάλλευση των φοιτητικών παρατάξεων (από τους καθηγητές και τα κόμματα), της ασυδοσίας των κάθε λογής Μεγάλο-Καθηγητάδων και την χωρίς έλεγχο κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος. Μήπως τα Ελληνικά Πανεπιστήμια θα πρέπει να βοηθούν τους νέους να ανοίξουν τους ορίζοντες τους αναπτύσσοντας ισχυρές προσωπικότητες με ανεπτυγμένο το θάρρος της γνώμης και της άποψης τους. Μήπως θα έπρεπε οι καθηγητές να νοιάζονται περισσότερο για τους φοιτητές τους ως άτομα και όχι να τους αντιμετωπίζουν ως μάζα. Μήπως θα έπρεπε να κοιτούν ποιο προσεκτικά και να νοιάζονται περισσότερο για την απορρόφηση των χρηματοδοτήσεων για την αναβάθμιση των παροχών και των μέσων που αποτελούν κίνητρο για το ενδιαφέρων των φοιτητών και όχι για την απορρόφηση του εύκολου Ευρωπαϊκού χρήματος μέσω Ευρωπαϊκών προγραμμάτων για το φούσκωμα της τσέπης τους. Πως όμως να προλάβουν, είναι απορροφημένοι στο να βρίσκουν τρόπους ώστε να αρπάξουν και άλλα λεφτά (σε επιστημονική μετάφραση: ασκούν διοίκηση) ή ασχολούνται με την εταιρεία τους που είναι βέβαια στο όνομα τις γυναίκας τους, της θειας τους ή της γιαγιάς τους ή λείπουν στην Αθήνα ή σε κάποια πόλη του εξωτερικού τρώγοντας και πίνοντας στην υγειά του Έλληνα πολίτη που πληρώνει για τη δωρεάν παιδεία.
Ευχαριστώ,
Γ.Π.
Το Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας (ΕΙΝ), είναι Ν.Π.Ι.Δ., του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, φορέας εποπτευόμενος από το ΥΠ.Π.Δ.Β.Μ.Θ.
Έχει ως βασική αποστολή του την κοινωνική μέριμνα στον τομέα στέγασης, σίτισης και φιλοξενίας της φοιτητικής –σπουδαστικής και μαθητικής και νεολαίας, που προέρχεται από ασθενέστερα οικονομικά στρώματα, για καλύτερους όρους σπουδών και διαβίωσης .
Επιπροσθέτως, έχει ως σκοπό την προσφορά ευκαιριών και στους τομείς του Πολιτισμού, Αθλητισμού, Επικοινωνίας, Πολιτιστικής δραστηριότητας και Περιβαλλοντικής κουλτούρας, με την ανάπτυξη μιας σειράς πολιτιστικών, κοινωνικών, ενημερωτικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.
Έχει αναπτύξει και λειτουργεί δίκτυο κοινωνικής μέριμνας Φοιτητικών-Σπουδαστικών-Μαθητικών Εστιών και Μαθητικών Κέντρων, σε όλη την επικράτεια.
Στο πλαίσιο της διαβούλευσης, προτείνεται η προώθηση σχήματος συνεργασίας με τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας ως προς τις ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ , με θεσμοθέτηση και ανάδειξη του ΕΙΝ, ως κύριου φορέα διαχείρισης στέγασης –σίτισης, εθνικής εμβέλειας, δημοσίου χαρακτήρα, με επιτελικό ρόλο στο σχεδιασμό και την υλοποίηση της φοιτητικής υποστήριξης.
Ο νέος ρόλος του ΕΙΝ, ως άξονας στρατηγικής ανοικτής και αποτελεσματικής διοικητικής δομής του ΥΠ.Π.Δ.Β.Μ.Θ. , ανεξάρτητου και μοναδικού φορέα υλοποίησης της πολιτικής φοιτητικής μέριμνας, με ολοκληρωμένες δομές και μηχανισμούς διαχείρισης, θα εξασφάλιζε τον κεντρικό συντονισμό των επεμβάσεων που απαιτούνται, για την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας, σε σύντομο χρόνο και με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Το ΕΙΝ, δύναται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο νέο πρότυπο ανάπτυξης της οικονομίας με κοινωνική συνοχή, σε σχήματα συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με στόχο τον εκσυγχρονισμό, την προώθηση προσαρμογών στην οικονομία και την κοινωνία, στην επένδυση στον ανθρώπινο δυναμικό, τη διαφάνεια, την αλληλεγγύη και διαφύλαξη των συνταγματικών δικαιωμάτων της σπουδάζουσας νεολαίας, με αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών φοιτητικής μέριμνας.
Ως κεντρικός μοχλός υλοποίησης της στρατηγικής των κρίσιμων παρεμβάσεων, το Ε.Ι.Ν., όπως προβλέπεται στο Επιχειρησιακό του Σχέδιο, δύναται να υλοποιήσει σημαντικές δράσεις, με έμφαση στην χρήση ολοκληρωμένων πληροφοριακών συστημάτων, με εισαγωγή νέων τεχνολογιών, όπως έκδοση σύγχρονης ηλεκτρονικής κάρτας του φοιτητή, στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των φοιτητών, στην υγεία και την πρόνοια και στο περιβάλλον.
Δημιουργώντας το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο, το ΕΙΝ μέσα από ένα συγκροτημένο και ευέλικτο πλέγμα πρωτοβουλιών, έχει τις δυνατότητες να εξασφαλίσει ένα ποιοτικά αναβαθμισμένο επίπεδο παροχής Υπηρεσιών Υποστήριξης της φοιτητικής νεολαίας.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ Ε.Ι.Ν.
ΠΕΡΣΑ ΚΑΡΒΕΛΗ
Θα ήθελα να θίξω δύο σημεία που θεωρώ σημαντικά γιά την σωστή λειτουργία των ΑΕΙ.
1. Σύνθεση του Συμβουλίου Διοίκησης του Ιδρύματος
Είναι απαραίτητο η πλειοψηφία των μελών να συνίσταται από προσωπικότητες ΕΚΤΟΣ του Ιδρύματος. Αυτή είναι η κοινή πρακτική στην Β. Αμερική, και διασφαλίζει ότι τα μέλη του Συμβουλίου δεν θα έχουν ίδιο συμφέρον από τις αποφάσεις τους. Εάν η πλειοψηφία των μελών είναι εκλεγμένοι ακαδημαϊκοί, και το ίδιο το ΑΕΙ επιλέγει τις προσωπικότητες εκτός ιδρύματος (όπως δήλωσε η κ. Διαμαντοπούλου στην συνέντευξη στον κ. Λάκασα της Καθημερινής, 5 Δεκ. 2010), τότε υποπίπτουμε στο σφάλμα που το Κείμενο Διαβούλευσης ορθά επισημαίνει «όταν η λειτουργία και οι αποφάσεις των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων λαμβάνονται μόνο εσωτερικά, τα αποτελέσματα δεν είναι πάντοτε υποδειγματικά, όπως απαιτείται» (σελ. 11, γραμμή 12).
2. Ακαδημαϊκή Δεοντολογία
Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι τα Ελληνικά ΑΕΙ υποφέρουν συχνά από έλλειψη ακαδημαϊκής δεοντολογίας [1, 2]. Πρέπει λοιπόν να κατοχυρωθεί θεσμικά αυτό που το Κείμενο Διαβούλευσης αναφέρει γενικά ως «κανόνες νομιμότητας», και να περιληφθεί σαφώς η έννοια της αντίθεσης ή σύγκρουσης συμφερόντων (conflict of interest) γιά τα μέλη των οργάνων που λαμβάνουν αποφάσεις (Συμβούλιο Διοίκησης, Σύγκλητος, εκλεκτορικά σώματα, κλπ). Η αντίθεση συμφερόντων γιά ένα μέλος είναι η ύπαρξη άλλων συμφερόντων (που πηγάζουν από σχέσεις, π.χ. συγγένειας) που πιθανόν να επηρεάσουν την αμεροληψία του ως μέλους του συγκεκριμένου οργάνου.
Αναφορές
[1] Λαζαρίδης, Θέμης: Ο δρόμος γιά την αναγέννηση του ελληνικού πανεπιστημίου, Εκδοτικός οίκος: Κριτική, Σεπ. 2008, 259 σελίδες, ISBN: 9789602185919
[2] Εκπομπή ΝΕΤ: Πανεπιστήμιο, ναι. Τίμιο; Μέρη Α-Δ, 7,15,21,27 Δεκ. 2010. http://www.koutipandoras.gr
Αγαπητή Κυρία Υπουργέ
Θερμά συγχαρητήρια για τις μεταρρυθμίσεις σας στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και καλη επιτυχία.
Η υπάρχουσα κατάσταση σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο σε συνδυασμό με τις τρέχουσες εξελίξεις στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, μαζί μετά την ολοκλήρωση της εσωτερικής αξιολόγησης και της εξωτερικής αξιολόγησης πολλών Τμημάτων και Σχολών των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, μας διαμηνύει ότι είναι πλέον κατάλληλος καιρός να τεθεί το χρονοδιάγραμμα αναδιάρθρωσης των Σχολών των ΤΕΙ και η αναγκαστική βαθμιαία συγχώνευση των περιφερειακών ΤΕΙ και Πανεπιστημίων σε ένα ενιαίο ανώτατο εκπαιδευτικό οργανισμό ανά περιφέρεια. Ένα σημαντικό τόλμημα είναι η ενοποίηση του ΤΕΙ ΔΜ με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.
Η ενοποίηση του επιστημονικού και υλικοτεχνικού δυναμικού των δύο ΑΕΙ (Πανεπιστήμιο και ΤΕΙ) στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις υπερίσχυσης των πλεονεκτημάτων μελλοντικής προοπτικής και δυναμικής για την αντιμετώπιση των άμεσων κτιριακών αναγκών και την αξιοποίηση του ακαδημαϊκού προσωπικού των δύο ΑΕΙ στην εκπαιδευτική ολοκλήρωση καινοτόμων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Η αποστολή και στόχοι του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας και του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας δεν διαφέρουν μεταξύ τους και η ενοποίηση των ιδρυμάτων σε ένα ενιαίο οργανισμό ανώτατης εκπαίδευσης στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας μπορεί να γίνει άμεσα και να εξοικονομηθούν πολύτιμοι πόροι. Γενικά προτείνω να κυριαρχήσει μία βασική θέση: Ένα Τριτοβάθμιο Ίδρυμα στην περιφέρεια –Πανεπιστήμιο, μία σχολή σε κάθε πόλη. Συγκεκριμένα εκτός την Πολυτεχνική Σχολή στην Κοζάνη και την Παιδαγωγική Σχολή στην Φλώρινα, να ιδρυθεί Σχολή Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών στην Καστοριά και Σχολή Δασολογίας και Φυσικού περιβάλλοντος στα Γρεβενά.
Σε μεταβατική περίοδο τα Τμήματα του ΤΕΙ ΔΜ μπορούν να είναι στην δομή του Πανεπιστημίου και να χορηγήσουν στους υπάρχοντες φοιτητές πτυχία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ).
Εκτός των άλλων πρέπει να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) με προκήρυξη για την κατασκευή από επιχειρηματίες στην Κοζάνη και στα Παραρτήματα Καστοριά και Φλώρινα, Γρεβενά κτιριακών εγκαταστάσεων Φοιτητικών Εστιών και Εστιατορίων στο έδαφος του Πανεπιστημίου.
Για την εξοικονόμηση πόρων μπορεί επίσης να αλλάξει ο τρόπος χρηματοδότησης σίτισης, στέγασης και να χορηγηθούν ηλεκτρονικά βιβλία μέσω ηλεκτρονικής τάξης. Επίσης να επενδυθούν χρήματα σε ΑΠΕ για την ενεργειακή αυτονομία των κτιριακών εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου.
Έτσι με την αποδέσμευση πολυτίμων πόρων από τις παραπάνω υπέρογκες δαπάνες που υπολογίζονται στον μισό προϋπολογισμό ενός ΑΕΙ, μπορούν να δαπανηθούν στην δημιουργία νέων Πανεπιστημιακών Τμημάτων (προγραμμάτων σπουδών), στην έρευνα, την παραγωγή νέων γνώσεων, στην εκπαίδευση όχι μόνο προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών αλλά και νέων διδακτόρων, προσφέροντας έτσι πολύτιμες υπηρεσίες στην ανάπτυξη της οικονομίας, της καινοτομίας και του πολιτισμού της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας.
Το Νέο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας μπορεί να προδιαγράψει μελλοντικά, την δυναμική προοπτική ανάπτυξης των εκπαιδευτικών και ερευνητικών δυνατοτήτων του, αλλά και της εξέχουσας κατάταξης όχι μόνο σε περιφερειακό, εθνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Προτείνω τέλος την ονομασία του νέου Πανεπιστημίου σε Εθνικό Πανεπιστήμιο Παύλου Μελά.
Μετά τα πρώτα βήματα στις διαβουλεύσεις, μία βελτίωση αναγκαία είναι να μπορεί κάποιος να αναρτήσει κείμενο και σε μορφή pdf. Ηδη τα κείμενα κάποιων συλλόγων και φορέωνκαι ομάδων που έχουν ένα τόνο επισημότητα – χρειάζονται αυτή τη δυνατότητα. Επίσης υπάρχουν και άλλοι όπως εγώ που θα ήθελα να καταθέσω συγκεντρωτικές απόψεις σε μορφή που δεν θα αλλοιωθεί.
Ελπίζω λοιπόν να συμβεί κι αυτό σύντομα και να μπορούμε να φορτώνουμε αρχεία pdf.
Θέσπιση γενικών αρχών;
Εάν θα ζητούσα να μπει κάτι σε αυτό το μελλοντικό εκπαιδευτικό νόμο θα ήταν το πρώτο άρθρο να επιγράφεται «Γενικές αρχές». Χρειάζεται ένα πρώτο εισαγωγικό άρθρο, και σε κάθε περίπτωση κάποιο άρθρο στην αρχή, το οποίο θα καταγράφει (τις) αρχές λειτουργίας του ελληνικού πανεπιστημίου, ως εξής:
«Η λειτουργία των ελληνικών πανεπιστημίων και τεχνολογικών ιδρυμάτων διέπεται από τις αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της ποιότητας, της αποτελεσματικότητας, της ισότητας, της αξιοκρατίας, του σεβασμού της διαφορετικότητας, και της προσωπικής ανεξαρτησίας ατομικά κάθε διδάσκοντα, ερευνητή και διδασκόμενου».
Κάποιες από αυτές τις αρχές υπάρχουν ήδη στο κείμενο διαβούλευσης. Πρέπει όμως να ομαδοποιηθούν και μαζί με τις πρόσθετες που σημειώνω να μπουν στο πρώτο άρθρο του νέου νόμου ώστε να συμπυκνώνουν τι θέλουμε από το νέο πανεπιστήμιο και να κατευθύνουν τον καθηγητή, τον ερευνητή, τον φοιτητή, τη διοίκηση και το δικαστή, στην εφαρμογή όλων των άλλων διατάξεων του νόμου και της εκπαιδευτικής πολιτικής στα πανεπιστήμια και ΤΕΙ και της χώρας.
Αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ: συνεχίζει σε στραβό δρόμο.
Δείτε τα γνωστικά αντικείμενα των μελών ΔΕΠ: τα τμήματα δεν έχουν κανένα κίνητρο να προκυρήξουν θέσεις μελών ΔΕΠ σε γνωστικά αντικείμενα που δεν ομοιάζουν με τα δικά τους. Συνήθως προκυρήσσονται θέσεις έχοντας «τον φίλο, τον συνεργάτη, τον τέως διδακτορικό μας φοιτητή» κατά νου – κριτήρια προσωπικά, ενώ θα έπρεπε να προσπαθούν τα ερευνητικά αντικείμενα να καλύπτουν το δυνατόν ευρύτερο φάσμα επιστημονικής γνώσης.
Υπάρχει κάτι σαθρό στην αυτοδιοίκηση χωρίς λογοδοσία.
Ζητείστε από τα τμήματα έκθεση αιτιολόγησης για την προκύρηξη θέσης ΔΕΠ σε ένα γνωστικό αντικείμενο. Επιτρέψετε σε ομάδες πολιτών να εκφράσουν (χωρίς δέσμευση προς το οικείο ΑΕΙ / ΤΕΙ) τις επιθυμίες / ανάγκες τους για γνωστικά αντικείμενα.
Υποχρεώστε τα μέλη ΔΕΠ (και τους μόνιμους) να υποκεινται σε περιοδικές αξιολογήσεις / αναφορές έργου. Υποχρεώστε τους να δίνουν περιοδικές (π.χ. ανά 4 έτη) δημόσιες παρουσιάσεις των πεπραγμένων τους.
Ελευθερία μελών ΔΕΠ: Συμφωνώ με τη δυνατότητα διατήρησης θέσης στο εξωτερικό από μέλη ΔΕΠ εκλεγμένα στην Ελλάδα. Δώστε επίσης τη δυνατότητα σε μέλη ΔΕΠ να αλλάζουν το γνωστικό τους αντικείμενο κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Σε ένα διάστημα 20-30 χρόνων, ο φυσικός μπορεί να γίνει μαθηματικός, και αυτός που ασχολείται με βυζαντινή ιστορία να ασχοληθεί με άλλη ιστορία. Δώστε τους την ευκαιρία να φύγουν από το «κουτάκι» στο οποίο βρέθηκαν 30 χρόνια νωρίτερα.
Γενικά τμήματα Πολυτεχνικών σχολών: Το θέατρο του παραλόγου: κοινωνιολόγοι κρίνουν φυσικούς, μηχανικοί κρίνουν φιλοσόφους, μαθηματικοί δικηγόρους, κ.ο.κ. αφού όλοι ανήκουν στο ίδιο τμήμα.
Πως είναι δυνατόν να αποδώσει οποιαδήποτε αλλαγή σε οποιοδήποτε κομμάτι της κοινωνίας όταν τα βασικά στοιχεία που δημιούργησαν την παρούσα κατάσταση δεν αλλάζουν; Αν δεν εφαρμοστεί αξιοκρατία και δεν αποκατασταθεί το αίσθημα δικαίου στη κοινωνία, οποιαδήποτε αλλαγή θα είναι απλά για να προσθέτουμε νομοσχέδια για τη Παιδεία. Μόνο όταν τα παραπάνω εφαρμοστούν, μπορούν και έχει νόημα να εφαρμοστούν τα παρακάτω:
1. Αντικειμενικός τρόπος προσδιορισμού των εκπαιδευτικών και ερευνητικών ικανοτήτων για οποιοδήποτε μέλος ΔΕΠ ή ΕΠ ή οποιονδήποτε θέλει να γίνει μέλος ΔΕΠ ή ΕΠ (δημοσιεύσεις, impact factor, Immediacy Index, h-index, ετεροαναφορές, ερευνητικά προγράμματα, διπλωματικές εργασίες, διδακτορικές διατριβές κλπ). Καμία μονιμότητα για κανέναν. Κρίσεις για όλους με συμμετοχή διεθνώς αναγνωρισμένων αξιολογητών.
2. Ναι στην Πολιτικοποίηση όχι στην κομματικοποίηση των Πανεπιστημίων σε οποιοδήποτε επίπεδο.
3. Καταργήσεις-Συγχωνεύσεις Τμημάτων. Δημιουργία νέων Τμημάτων με περισσότερη σχέση με την αγορά μόνο στην Περιφέρεια. Τμήματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε όλα τα Πανεπιστήμια.
4. Δημιουργία σε κάθε Πανεπιστήμιο, Ερευνητικού Ιδρύματος με σκοπό την καλύτερη σύνδεση με την έρευνα και την αγορά, στα πρότυπα διεθνώς αναγνωρισμένων πανεπιστημίων
5. Αξιοποίηση του ερευνητικού δυναμικού της χώρας με χρηματοδότηση των υπ. Διδακτόρων και Μεταδιδακτόρων ερευνητών με αξιολόγηση στα πρότυπα της Ευρωπαϊκής ένωσης από διεθνώς αναγνωρισμένους αξιολογητές.
6. Ενιαίος φορέας διαχείρισης, συντονισμού και εποπτείας της φοιτητικής μέριμνας. Ένας φορέας που θα ασχολείται με τους φοιτητές (σίτιση, στέγαση, εύρεση εργασίας κλπ) στα πρότυπα ευρωπαϊκών χωρών (Γαλλία, Βέλγιο), χωρών που ταιριάζουν περισσότερο από άλλες ευρωπαϊκές στην ελληνική κουλτούρα (αντί της Γερμανίας για παράδειγμα) που θα εφαρμόζει κοινωνική πολιτική έτσι ώστε και οι οικονομικά ή κοινωνικά ασθενέστεροι να έχουν ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και την αναζήτηση εργασίας και γενικότερα σε ότι αφορά στη φοιτητική ζωή.
Πολλοι επιστημονες εγκαταλειπουν θεσεις του δημοσιου / ιδιωτικου τομεα για να εκλεγουν σε θεσεις ΕΠ των ΤΕΙ και ιδιαίτερα στη βαθμιδα του Επικουρου Καθηγητη (ΜΗ ΜΟΝΙΜΗ ΘΕΣΗ). Θα πρεπει στην περιπτωση μη μονιμοποιησης να δινεται η δυνατοτητα μεταταξης στο δημοσιο τομεα ετσι ωστε να υπαρχει εργασιακη σταθεροτητα. Αυρο συμβαινει για τους επικουρους καθηγητες των Πανεπιστημιων (ΜΕΛΗ ΔΕΠ). Δεν ανηκουν και οι δυο στην ενιαια ανωτατη τριτοβαθμια εκπαιδευση ?.Δημοσιοι υπαλληλοι με λιγοτερα τυπικα προσοντα μονιμοποιουνται με συνοπτικες διαδικασιες σε ενα η το πολυ δυο ετη. Γιατι να υπαρχει τετοια αβεβαιοτητα στα μελη ΕΠ των ΤΕΙ (ΕΠΙΚΟΥΡΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ)
ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ Η ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΕΠ ΤΩΝ ΤΕΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΎΟ ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ.ΕΤΣΙ ΘΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ Η ΠΛΗΡΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΠ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩΝ ΒΑΘΜΙΔΩΝ ΚΑΙ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΩΣΤΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ. ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ Η ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΣΕ ΘΕΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΟΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΛΙΓΟΤΕΡΑ ΤΥΠΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΕΝΑ Η ΔΥΟ ΤΟ ΠΟΛΥ ΕΤΗ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΜΕΛΩΝ ΕΠ ΝΑ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ. ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΠΡΩΤΑ ΝΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΜΕΛΟΥΣ ΕΠ ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ Ο ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ. ΟΧΙ ΟΠΩΣ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΚΑΠΟΙΟΣ ΔΙΟΡΙΖΕΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΑΚΛΗΘΕΙ Ο ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ. ΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΑΥΤΗ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ. ΔΙΟΤΙ ΕΤΣΙ ΜΠΟΡΕΙ ΜΑ ΜΕΙΝΕΙ ΚΑΠΟΙΣ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ. ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΣΩΣΤΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΜΕ ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ..
Το ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα είναι ένα απελπιστικά κλειστό κύκλωμα και σύστημα και ως τέτοιο σαπίζει και δεν μπορεί να βρει ίαση μόνο έσωθεν. Η βελτίωση πρέπει να έρθει κατά ένα σοβαρό μέρος αναγκαστικά έξωθεν. Για αυτό χρειάζεται ένα διοικητικό όργανο που θα έχει και πρόσωπα από την κοινωνία, για να λαμβάνει υπόψη την κοινωνία, ενώ οι καθηγητές θα περιορίζονται στα εκπαιδευτικά και ερευνητικά τους καθήκοντα.
Το κείμενο της διαβούλευσης το χαρακτηρίζει εκπληκτικό πνεύμα προσαρμοστικότητας, ευστοχίας, και τόλμης. Δεν το χαρακτηρίζει ίσως πληρότητα αφού δεν καλύπτει όλα τα υφιστάμενα προβλήματα.
Συμβούλιο: Εφιστώ την προσοχή σε δύο παραμέτρους. Α] Η διάρκεια της θητείας του Συμβουλίου δεν θα πρέπει να συμπίπτει με την διάρκεια της θητείας του Πρύτανη και της Συγκλήτου. Αυτό είναι πάγιο στοιχείου στο πρότυπο των ανεξάρτητων διοικητικών οργάνων. [Β]. Το άλλο στοιχείο είναι ο αριθμός των μελών. Πόσα μέλη στο Συμβούλιο θα εκλέγονται άμεσα από την ακαδημαική κοινότητα και πόσα θα είναι εξωτερικά; Αυτό σχετίζεται με την διάθεση της ψήφου και ενδεχομένως θα δημιουργήσει ομαδοποιήσεις των μελών σε εσωτερικά και εξωτερικά. Η γνώμη στην οποία καταλήγω είναι ότι χρειάζεται ένας μέγιστος αριθμός 15 μελών με την πλειοψηφία 2 μελών, εφόσον όλα τα μέλη θα έχουν εμπειρία με τον πανεπιστήμιο, να δίνεται στα εξωτερικά μέλη.
Ακαδημαική δεοντολογία: θεωρώ ότι πρέπει να προκριθεί η λύση του Ακαδημαικού Συνήγορου όπου το ένα προιστάμενο πρόσωπο, με το προσωπικό του, θα είναι προσωπικά υπεύθυνο και δημόσια υπόλογο. Αντίθετα, τα ομαδικά όργανα αποδεδειγμένα έχουν σοβαρά προβλήματα τόσο λειτουργίας όσο προπάντων λήψης αποφάσεων και μέσω της συλλογικής ανωνυμίας η κατάληξη είναι είτε μπασταρδεμένες αποφάσεις στον κοινό παρονομαστή ή αποφάσεις-εκτρώματα.
Το κείμενο διαβούλευσης περιέλαβε πολλούς και φιλόδοξους στόχους. Ταυτόχρονα όμως σημειώνεται ότι ο νέος νόμος θα είναι γενικός νόμος-πλαίσιο. Κύριοι υπουργοί εμένα και αρκετούς μας απασχολούν τα ακόλουθα ερωτήματα.
Ερώτημα πρώτο: Τι θα κάνετε ώστε να περιορίσετε τη δύναμη και τη δράση των παρεών και κυκλωμάτων καθηγητών τα οποία όπως γνωρίζετε καλά δεν είναι μόνο μεταξύ συγγενών;
Ερώτημα δεύτερο: Τι θα κάνετε ώστε ο κάθε καθηγητής να περιορίζεται στην δουλειά του και να μην ασχολείται κακόβουλα στο παρασκήνιο ή και στο προσκήνιο με τους άλλους που δεν ανήκουν σε ομάδες και σε κυκλώματα;
Ερώτημα τρίτο: Πως θα εξασφαλίσετε ώστε πρακτικά οι υποψήφιοι διδάκτορες και όσοι είναι έτοιμοι να σταδιοδρομήσουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο να αισθασθούν ότι ο καθένας με την αξία που έχει μπορεί να το κάνει και ότι δεν θα εμποδιστεί, δεν θα τσαλαπατηθεί, δεν θα εκτοπιστεί με το έτσι θέλω από τις γνωστές παρέες και τις κλίκες των καθηγητών που πρόλαβαν και έβαλαν το πόδι τους στο ελληνικό πανεπιστήμιο και που υπό κανονικές συνθήκες δεν το έβαζαν;
Εφόσον ο επόμενος νόμος δεν δώσει συγκεκριμένες και καθαρές απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα (δημιουργία περιβάλλοντος διαφάνειας, ελευθερίας και αξιοκρατίας) δεν υπάρχει λόγος να περιμένουμε κάτι, δεν υπάρχει λόγος να σκεφτόμαστε την Ελλάδα. Και εσείς και οι επόμενοι υπουργοί Παιδείας απλά θα απευθύνετε προσκλήσεις προς τους έλληνες ερευνητές του εξωτερικού να επιστρέψουμε. Χωρίς το απαραίτητο περιβάλλον δεν θα το κάνουμε!
Σχετικά με στοιχεία και πολιτική:
Πρώτο κακό δείγμα αποπροσανατολισμού τα στοιχεία που αναφέρει το υπουργείο ως προς τη χρηματοδότηση. Είναι γεγονός ότι σαν ποσοστό του ΑΕΠ τα νούμερα που δίνει το υπουργείο είναι σωστά (βεβαίως πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σε κάποιες χώρες με τις οποίες πρέπει να συγκριθούμε οι πηγές εσόδων είναι πολυδιάστατες τόσο λόγω του εύκαμπτου πλαισίου λειτουργίας καθώς και της συμμετοχής των φοιτητών σε αυτές). Αν όμως δούμε το ποσό που αναλογεί ανά φοιτητή τότε θα δούμε ότι είμαστε κατά 50% περίπου χαμηλότερα από το μέσο όρο (Eurostat) και ξεπερνάμε χώρες όπως Βουλγαρία, Ρουμανία και κάποιες χώρες της Βαλτικής – τιμή μας!!! Ενδεχομένως να κάνω λάθος και εγώ σε αυτά που λέω αλλά περιμένω από το δημόσιο την πλήρη αλήθεια και όχι να προσπαθεί να περάσει θέσεις με κουτοπονηριά. Επίσης, σε αυτό το σημείο να αναφέρω απλά την παραίτηση του κ. Μήτσου με όσα είπε σχετικά με τη συνέπεια του υπουργείου απέναντι στα ιδρύματα όσον αφορά τη χρηματοδότηση. Και κάτι ακόμα: δεν μπορεί ένα δημόσιο πρόσωπο να μιλά για αριστεία όταν δεν ξέρει τι είναι και πως κατακτιέται – δεν μπορεί ένα υπουργείο και συγκεκριμένα αυτοί που το εκπροσωπούν να απαξιώνουν πλήρως το δημόσιο πανεπιστήμιο. Κρατείστε τα καλά και αλλάξτε τα άσχημα, όχι ισοπέδωση των πάντων.
Άσυλο:
Ο θεσμός του ασύλου δεν έχει νόημα πια. Δεν αποτελεί εργαλείο διασφάλισης της ελεύθερης διακίνησης ιδεών αλλά μοχλό πίεσης για διάφορα περιθωριακά ιδεολογήματα. Επίσης, εδώ φαίνεται ξεκάθαρα ένα από τα καρκινώματα του Ελληνικού Πανεπιστημίου όσο και της κοινωνίας γενικότερα: η κομματοκρατία. Κάποτε τα κόμματα αποτελούσαν εξαιρετικές πηγές στελεχών που υπηρετούσαν την κοινωνία – πια όμως αποτελούν μέγιστη τροχοπέδη σε οποιαδήποτε εξέλιξη είτε επειδή δεν είναι άξια είτε επειδή η αμφισβήτηση από τον απλό κόσμο δεν τους αφήνει να δημιουργήσουν. Πολύ αμφιβάλλω ότι θα γίνει κάτι προς αυτή τη κατεύθυνση αν δεν αλλάξουμε ριζικά νοοτροπία και δεν δοθεί αυτοτέλεια στα πανεπιστήμια μειώνοντας κατά το δυνατό τη συμμετοχή των κομματοπατέρων μέσω της κατάργησης της «δημοκρατικής» επιλογής των διάφορων πανεπιστημιακών αρχόντων. Οι εκλογές είναι αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για τη δημοκρατία.
Σχετικά με πρύτανη και συμβούλιο:
Συμφωνώ με τον τρόπο εκλογής του πρύτανη. Οι εκλογές δεν είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη για δημοκρατία αλλά η δικαιοσύνη, η διαφάνεια, η αξιοκρατία είναι αναγκαίες συνθήκες για αυτήν και σε αυτή την περίπτωση πολύ πιο σημαντικές από τις εκλογές.
Όσον αφορά το συμβούλιο, το βασικό θέμα είναι πως θα δομείται και ποιες θα είναι οι εξουσίες του. Θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί μιας και θα φτάσουμε κάποια στιγμή να ελέγχουμε μία εκπαιδευτική διαδικασία με βάση την άποψη του τάδε δημοτικού συμβούλου ή του άλλου εκπροσώπου των βιομηχάνων. Οι ειδικοί (και αυτοί είναι τα μέλη ΔΕΠ) μπορούν και πρέπει να ασχολούνται με τα αυστηρώς εκπαιδευτικά θέματα ενώ η συνεισφορά οποιουδήποτε εκτός αυτών μάλλον θα οδηγήσει σε βλακώδη συμπεράσματα (όπως σοφά αναφέρει και ο Γκυστάβ Λε Μπον περί της ψυχολογίας των μαζών). Προτείνω τα εξής:
1. Το μεγαλύτερο ποσοστό (όχι όμως πλειοψηφικό) να αποτελείται από μέλη ΔΕΠ (30-45%). Οι φοιτητές να έχουν 5-15%, το διοικητικό προσωπικό 5-10%, τα λοιπά μέλη ΕΤΕΠ-ΕΕΔΙΠ 5-10%, και ένα ποσοστό μεγαλύτερο από 30% να αποτελείται από εξωτερικούς προς το πανεπιστήμιο επιστήμονες καθώς και εκπρόσωπους τόσο της τοπικής κοινωνίας όσο και των κοινωνικών εταίρων.
2.Πολύ βασικό θέμα είναι η λήψη αποφάσεων. Προτείνω:
a. Καθαρά Εκπαιδευτικά θέματα (ΔΕΠ, φοιτητές, λοιπό προσωπικό)
b. Θέματα αξιολόγησης (όλοι)
c. Θέματα χρηματοδότησης (όλοι)
d. Θέματα καθημερινής λειτουργίας (μικροπρογραμματισμού) (όλοι πλην των μη άμεσα ενδιαφερομένων)
Εδώ τίθεται το βασικό ερώτημα για τους στόχους ενός πανεπιστημίου. Τι θέλουμε: ένα πανεπιστήμιο που να παράγει καταρτισμένους επιστήμονες, ένα πανεπιστήμιο που να παράγει μορφωμένους πολίτες ή ένα συνδυασμό τους. Η δυσκολία στην υλοποίηση είναι αύξουσα για τις παραπάνω περιπτώσεις. Το πιο εύκολο είναι η κατάρτιση: μπαίνω μέσα, κάνω αυτά που θέλετε και φεύγω. Το πιο δύσκολο είναι να εμφυσήσουμε σε αυτά τα παιδιά το βασικό χαρακτηριστικό ενός επιστήμονα και ενός πολίτη: την έρευνα. Αμφισβήτηση, έρευνα, συζήτηση, ανταλλαγή ιδεών κτλ. είναι κάποιες από τις δεξιότητες που πρέπει να έχει ένας φοιτητής, αυριανός πολίτης, μίας υγιούς κοινωνίας. Αυτά δεν επιτυγχάνονται με μαθήματα αλλά με την παρουσία ενός γενικού κλίματος που να τα ευνοεί (δείτε σας παρακαλώ λίγο μία εξαιρετική εκπομπή του Βαξεβάνη με γνώμες διακεκριμένων επιστημόνων του εξωτερικού).
Βαθμίδες:
Συμφωνώ σε όσα αναφέρονται με την (τυπική μάλλον) διαφορά ότι από όλες τις βαθμίδες, κατά την άποψή μου, αυτή που είναι λιγότερη διακριτή είναι αυτή του Αναπληρωτή καθηγητή – οπότε και αυτή θα έπρεπε να καταργηθεί.
Δεν συμφωνώ με την μετά από αίτηση αξιολόγηση των μονίμων καθηγητών. Γιατί να μην αξιολογούνται όλοι με τα ίδια κριτήρια εκτός και αν πιστεύει κανείς εδώ ότι οι παθογένειες του συστήματος σε σχέση με τη συμπεριφορά των μελών ΔΕΠ είναι αποτέλεσμα των μη μόνιμων ή χαμηλότερων βαθμίδων. Το χρύσωμα του χαπιού δεν πρέπει να αποτελεί εργαλείο εφαρμογής νόμων. Επίσης, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη ευχέρεια σε σχέση με τα γνωστικά αντικείμενα με έμφαση στα πολύ γενικά γνωστικά αντικείμενα (ώστε τα μέλη ΔΕΠ να καλύπτουν το ΠΠΣ) με την εξειδίκευση του μέλους ΔΕΠ ως προς την έρευνά του όπου αυτός/αυτή θέλει. Αυτό δημιουργεί τη μέγιστη ευελιξία και λύνει εν μέρει ένα από τα πάγια σημεία τριβής μελών ΔΕΠ.
Υποδομές:
Αποτελεί μέγιστο πρόβλημα του ελληνικού πανεπιστημίου. Το κλασσικό που ακούγεται είναι ότι στο εξωτερικό πολεμάνε με αεροπλάνα όταν εμείς πολεμάμε με σφεντόνες – πώς να συγκριθούμε με αυτούς;;;; Παράδειγμα, οι βιβλιοθήκες και ο ρόλος τους εντός του πανεπιστημίου. Το δωρεάν σύγγραμμα είναι για τους φοιτητές ότι και η επιχορήγηση για τους έλληνες αγρότες: εθιστική χρήση ενός πολύτιμου εργαλείου. Το κονδύλι (που διατίθεται για τους κρατικοδίαιτους εκδοτικούς οίκους) θα μπορούσε να δοθεί για την αγορά βιβλίων που δανείζονται οι φοιτητές από τη βιβλιοθήκη για το εξάμηνο. Ακόμα καλύτερα (αν είχαμε κτίρια), να δίνεται πολλαπλή βιβλιογραφία ώστε να αποφεύγουμε φαινόμενα τύπου «αυτό που είπατε τώρα δεν είναι στο βιβλίο και άρα δεν κάνετε σωστά τη δουλειά σας…». Βέβαια αυτό προϋποθέτει βιβλιοθήκες και αντίστοιχη νοοτροπία και πολλά ακόμη… Ένα άλλο παράδειγμα έλλειψης υποδομών είναι η αδικαιολόγητη ταλαιπωρία με την κατά καιρούς απαγόρευση της πρόσβασης στις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες. Βέβαια, σε αυτή τη χώρα έχουμε να ρίξουμε χρήματα στην ανάπτυξη ηλεκτρονικού και ψηφιακού υλικού για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Μου θυμίζει το ανέκδοτο με τα CD με το εκπαιδευτικό υλικό στα σχολεία όπου οι πανέμορφες θήκες τους διακοσμούσαν τις ντουλάπες του σχολείου αφού είτε δεν υπήρχαν υπολογιστές είτε τις περισσότερες φορές δεν υπήρχε ο σχεδιασμός για μία τέτοια ψηφιακή τάξη. Βάλτε προτεραιότητες και ξεκινήστε από τα απλά και αυτονόητα και όχι από το ebook. Τα λέμε στο εξωτερικό και γελάνε…
Ευελιξία:
Παράδειγμα: Αυτή τη στιγμή κάθε μέλος ΔΕΠ θα πρέπει να έχει 6 ώρες ανά εξάμηνο. Μάλλον εδώ θα πρέπει να δείξουμε μεγαλύτερη ευελιξία και να συνετιστούμε από αυτά που ισχύουν στο εξωτερικό. Θα μπορούσε ένα μέλος ΔΕΠ να κάνει 12 ώρες ένα εξάμηνο και το επόμενο να μην έχει κανένα μάθημα ώστε να αφοσιωθεί πλήρως στην έρευνά του. Αυτό βέβαια θα πρέπει να εξειδικεύεται σε συγκεκριμένους τομείς και άρα προτείνω οι ώρες ανά μέλος ΔΕΠ να περάσουν σαν κανονισμός εντός του τμήματος/σχολής εξασφαλίζοντας βέβαια ότι ένα μέλος ΔΕΠ δεν θα κάθεται (π.χ. 12 ώρες κατά τη διάρκεια ενός ακαδημαϊκού έτους).
Γενικά θα πρέπει τέτοιου είδους αποφάσεις να περάσουν στην δικαιοδοσία του τμήματος/σχολής με ταυτόχρονο αυστηρό έλεγχο από τρίτους με συνέπειες σε περίπτωση παρατυπιών.
Συμπερασματικά:
1. θα πρέπει το υπουργείο επιτέλους να μας αναγκάσει (λυπάμαι που χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη) να αξιολογούμαστε ανά τακτά χρονικά διαστήματα χωρίς εξαιρέσεις αλλά με τρόπο που θα συμφωνηθεί από κοινού.
2. Αφού το (1) εφαρμοσθεί θα πρέπει οι περισσότερες αποφάσεις για την ακαδημαϊκή λειτουργία να παίρνονται σε επίπεδο τμήματος/σχολής.
3. Θα πρέπει να υπάρχει εγγυημένη χρηματοδότηση από το κράτος σε σύνδεση πάντοτε με το (1) .
Όπως είχε πει και ο JFK «Η κυνικότητα ενός λαού φαίνεται από το γεγονός ότι θεωρούμε φυσικό να πληρώνουμε περισσότερα αυτόν που φτιάχνει τις αποχετεύσεις μας παρά αυτόν που πλάθει τα μυαλά των παιδιών μας». Δυστυχώς όμως ο ελληνικός λαός έχει γίνει αρκετά κυνικός μιας και δεν βλέπει ή δεν τον κάνουν να δει την αξία της μόρφωσης.
(Προσοχή, η λέξη πληρωμή δεν έχει την μισθολογική έννοια – που και εκεί είμαστε για κλάματα – αλλά την γενικότερη έννοια των υποδομών και των διευκολύνσεων του κράτους. Αυτό το «ό,τι και αν γίνει 5% για την παιδεία» χάθηκε ανάμεσα σε άλλες μεγαλόστομες υποσχέσεις.)
8 Επιγραμματικές Προτάσεις-Σχόλια επί του κειμένου διαβούλευσης για την Ανώτατη Παιδεία
1.Για τον θεσμό του Συμβουλίου του Ιδρύματος θα πρέπει να υπάρξει άμεση κατάργηση των ποσοστώσεων που υπάρχουν σήμερα(του 10% του λοιπού προσωπικού,40% των φοιτητών και του 50% των μελών ΔΕΠ) το οποίο δημιουργούσε μέλη μιας κοινότητας δύο ταχυτήτων.Καθολική εκλογή των οργάνων διοίκησης από όλα τα μέλη(ακαδημαϊκά και μη) του Πανεπιστημίου/ΤΕΙ, όπου η ψήφος του κάθε μέλους έχει την ίδια ισχύ προς τις ψήφους όλων των άλλων μελών του Ιδρύματος. Η παραπάνω πρόταση προάγει την λεγόμενη φυσική ποσόστωση αφού το εκλεκτορικό Σώμα θα έχει φυσική σύνθεση.Δηλαδή, για παράδειγμα σε μία εκλογή θα έχουν ψηφίσει 1000 μέλη ενός Ιδρύματος από τα οποία τα 500 θα είναι οι φοιτητές.Λογικό αφού αυτοί είναι οι περισσότεροι μέσα σε κάθε Ίδρυμα και αυτούς αφορά κυρίως η Ανώτατη Παιδεία,γιατί να αποκόπτουμε την ισχύ της μάζας τους και του συνόλου τους;
2.Όσο αφορά την σύνθεση του Συμβουλίου προτείνω το εξής: Το Συμβούλιο θα είναι οκταμελές και θα απαρτίζεται από τέσσερα άμεσα εκλεγμένα μέλη ΔΕΠ(τον Πρύτανη και τους τρείς αντιπρυτάνεις/Πρόεδρο κλπ αντίστοιχα για τα ΤΕΙ) υπό την μορφή σχήματος όπως ακριβώς δηλαδή ισχύει σήμερα και από τέσσερα εξωτερικά μέλη τα οποία θα είναι, όπως λέει το κείμενο διαβούλευσης, σημαντικές προσωπικότητες της επιστήμης. Οι προσωπικότητες αυτές θα επιλέγονται ως εξής:Θα πραγματοποιείται πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και εν συνεχεία θα απαιτείται και η γνώμη του ακαδημαϊκού προσωπικού η οποία θα εκφράζεται με καθολική ψηφοφορία μεταξύ των μελών του.
3.Λειτουργία του Συμβουλίου. Να σημειωθεί εδώ ότι η ψήφος κάθε μέλους του Συμβουλίου είναι ισότιμη προς τις ψήφους των υπολοίπων μελών του Συμβουλίου. Στην περίπτωση που δεν μπορεί να ληφθεί μια απόφαση, όταν ισοψηφούν δύο διαφορετικές απόψεις μέσα στο Συμβούλιο, τότε το θέμα θα υπόκειται σε καθολική ψηφοφορία μεταξύ των μελών ΔΕΠ κι αν τότε υπάρχει ξανά ισοψηφία τότε το θέμα θα ανατίθεται στην έκφραση της κοινότητας του Ιδρύματος(ανάλογα ποιους αφορά βέβαια) μέσω καθολικής ξανά ψηφοφορίας.Αυτό βέβαια δεν θα μπορεί να γίνεται επ’αορίστον για κάθε θέμα.Μετά από έναν συγκεκριμένο αριθμό(π.χ 4) αδυναμιών του Συμβουλίου να πάρει αποφάσεις το Υπουργείο Παιδείας θα έχει το δικαίωμα να παύει την λειτουργία του υπάρχοντος Συμβουλίου με αποτέλεσμα να διεξάγονται εκ νέου εκλογές για την ανάδειξη νέου Συμβουλίου στο οποίο δεν θα έχουν δικαίωμα επανεκλογής τα προηγούμενα μέλη του Συμβουλίου.Μια τέτοια τυχούσα ρύθμιση θα αναπτύξει την ωριμότητα,την συνεννόηση και την συναίνεση που πρέπει να υπάρξει σήμερα μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας εν’όψει των μεγάλων προκλήσεων που καλείται η Δημόσια Παιδεία μας να αντιμετωπίσει.Επίσης με το άνοιγμα των διαδικασιών και των κέντρων λήψης των αποφάσεων, θα κινητοποιηθεί επιτέλους σοβαρά η ακαδημαϊκή αλλά και η φοιτητική κοινότητα οι οποίες έχουν πέσει η καθεμία στον δικό της λήθαργο.
4. Ο Πρύτανης/Πρόεδρος του ΤΕΙ θα πρέπει να είναι ακαδημαϊκός με υψηλά προσόντα,καθηγητής του ιδίου Πανεπιστημίου ή ΤΕΙ.Μόνο ένας καθηγητής του ιδίου Ιδρύματος γνωρίζει τα πραγματικά προβλήματα που βιώνει το Ίδρυμα του και αυτό δεν αναπληρώνεται με κανέναν άλλον τρόπο.Επιπλέον δεν επιλέγεται από το Συμβούλιο του Ιδρύματος αλλά εκλέγεται άμεσα από την κοινότητα του Ιδρύματος και αποτελεί μέλος του Συμβουλίου.
5. Ακαδημαϊκή Δεοντολογία. Θα πρότεινα την θεσμοθέτηση του ΣΑΕΔ (Ανεξάρτητου Συμβουλίου Ακαδημαϊκής και Ερευνητικής Δεοντολογίας)διότι πιστεύω ότι το Συμβούλιο θα είναι πιο αποτελεσματικό, εφόσον τα μέλη του αναλάβουν διακριτούς τομείς εργασίας και υπάρχει πλήρης συντονισμός και έλεγχος του Συμβουλίου από το κράτος και από το Υπουργείο συγκεκριμένα.
6. Προϋποθέσεις εκλογής. Οι μόνιμοι καθηγητές να υπόκεινται σε περιοδική αξιολόγηση για το ερευνητικό τους έργο από επιτροπές διεθνούς αλλά παράλληλα και εγχώριας σύνθεσης.Ασαφής είναι η παρούσα παράγραφος του κειμένου διαβούλευσης του Υπουργείου για την Αναστολή των καθηκόντων και διαφωνώ πλήρως όταν λέγοντας «σε φορείς εκτός του Ιδρύματος» εννοεί τυχόν ιδιωτικά ιδρύματα.Και σε καμία περίπτωση αναστολή των καθηκόντων και μάλιστα έως πέντε χρόνια.Οι αναφερόμενοι καθηγητές είναι εκεί για να διδάσκουν σε Δημόσιο Ίδρυμα,για αυτόν τον λόγο πληρώνονται και το Δημόσιο Ίδρυμα πρέπει να υπηρετούν.
7. Θεσμοί χρηματοδότησης. Υπό την προϋπόθεση η νέα αυτή υπηρεσία να οργανώνεται, να ελέγχεται και να επιτελείται από την πολιτεία, θεωρώ πως η καλύτερη πρόταση προς υλοποίηση είναι η πρόταση 1 δηλαδή η θεσμοθέτηση μιας νέας ανεξάρτητης αρχής της οποίας η αρμοδιότητα θα είναι η κατάλληλη και ορθή χρηματοδότηση της Ανώτατης Παιδείας.
8.Δόγματα-«Διεθνές γίγνεσθαι-Δημοκρατία. Τέλος, θα ήθελα να υπογραμμίσω πως το «διεθνές γίγνεσθαι» δεν πρέπει να είναι δόγμα. Δηλαδή η λογική του ότι γίνεται στο εξωτερικό πρέπει να γίνει απόλυτα και χωρίς προμελέτη και στην Ελλάδα ποτέ δεν βοηθάει.Δίοτι καταλήγουμε σε αταίριαστες και ανώριμες εφαρμογές που εν τέλει δεν βοηθούν και δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα στις δομές της δικιάς μας χώρας.Δίοτι σαν χώρα έχουμε τον δικό μας πολιτισμό, τις δικές μας αρετές σαν λαός, τις δικιές μας δεξιότητες που πολλές φορές δεν ταιριάζουν με τους άλλους λαούς.Αρετές όπως η Δημοκρατία που εμείς σαν λαός εφαρμόσαμε πρώτοι, χωρίς αυτό να απαξιώνει άλλους πολιτισμούς, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τσεκουρωθούν π.χ στους θεσμούς συνδιοίκησης των Ιδρυμάτων.Διότι η τα γεγονότα έχουν δείξει πως την Δημοκρατία δεν πρέπει να την φοβόμαστε.Απο την άλλη σίγουρα το καλύτερο και αυτό που αποτελεί πρότυπο, πρέπει να το συμβουλεύεσαι και να το αφουγκράζεσαι χωρίς όμως να το ακολουθείς υποδειγματικά και δογματικά.Πρέπει απλά να το προσαρμόζεις στις δικές σου ανάγκες και στην δική σου προσωπικότητα.Έτσι πιστεύω πετυχαίνεις τα αποτελέσματα που επιθυμείς με την δική σου πάντα πινελιά….
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ Τ.Ε.Ι. ΚΑΙ ΤΟΥ Ε.Π. ΤΟΥΣ! ΙΣΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, ΙΣΕΣ ΑΠΟΛΑΒΕΣ ΜΕ ΤΑ ΜΕΛΗ Δ.Ε.Π. & ΙΔΙΕΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ!! ΕΠΙΣΗΣ, ΤΑ Τ.Ε.Ι. ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΑ ΝΑ ΔΙΟΡΓΑΝΩΝΟΥΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ… ΠΩΣ ΘΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕΙ ΑΛΛΙΩΣ Η ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΑ Τ.Ε.Ι.;; ΜΕ ΔΕΔΟΜΕΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗΣΗ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΕ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ, ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ, ΥΠΟΔΟΜΕΣ… ΚΑΙ ΜΕ ΔΕΔΟΜΕΝΟ ΟΤΙ ΤΑ Τ.Ε.Ι. ΚΥΡΙΩΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΕΡΕΥΝΑ, ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ!! ΚΑΙ ΝΑ ΜΠΕΙ ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ ΣΤΙΣ «ΔΙΠΛΕΣ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ»!! ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΤΙ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΑ;;; ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΟΒΑΡΟΙ, ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΜΕ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟ, ΝΑΙ Ή ΟΧΙ;; ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΞΙΩΣΥΝΗ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΩΝ Τ.Ε.Ι., ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΙΚΙΕΣ;;;
Προτάσεις για αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ΑΕΙ στον ελληνικό και διεθνή χώρο:
1. Τα ΑΕΙ δεν μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικά σε ελληνικό επίπεδο επειδή δεν υπάρχουν δίκαιες βάσεις ανταγωνισμού ανάμεσα στα τμήματα των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Ο διαχωρισμός πανεπιστημίων και ΤΕΙ σε θεσμικό επίπεδο απαξιώνει τα ΤΕΙ και δυσχαιρένει το δίκαιο ανταγωνισμό. Επίσης απαξιώνει εντελώς τη διασύνδεση της παιδείας με την απασχολησιμότητα στους χώρους εργασίας, αφού δίνεται αξία στην προέλευση του πτυχίου και όχι στο περιεχόμενο του και τη χρησιμότητα του στην κοινωνία.
2. Τα ΑΕΙ δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικά σε διεθνές επίπεδο επειδή δεν είναι ανταγωνιστικοί οι όροι εργασίας του προσωπικού τους. Ο βαθμός πολυθεσίας που χαρακτηρίζει όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας ευθύνεται για τη χαμηλή παραγωγικότητα της και την καλπάζουσα ανεργία. Δεν είναι δυνατόν να είναι παραγωγικός ένας εργαζόμενος εαν μοιράζει τις παραγωγικές ώρες εργασίας που διαθέτει σε δυο και τρεις χώρους εργασίας με διαφορετικά πολλές φορές αντικείμενα. Σε όλους τους εργασιακούς χώρους η ενασχόληση είναι η ελάχιστη προβλεπόμενη από τη νομοθεσία, αφού πρώτον δεν υπάρχει μηχανισμός ελέγχου με επιπτώσεις και δεύτερον γίνεται εξοικονόμηση δυνάμεων για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν σε όλες τις εργασιακές υποχρεώσεις. Η απαγόρευση της πολυθεσίας πρέπει να συμπεριληφθεί με αυστηρότητα στη νομοθεσία, και όχι να δίνεται η δυνατότητα να ασκεί κάποιος δυο και τρια επαγγέλματα ταυτόχρονα για να συμπληρώνει το εισόδημα του. Οι θέσεις στο δημόσιο δεν πρέπει να θεωρούνται θέσεις για συμπλήρωση του εισοδήματος ορισμένων τυχερών, στις πλάτες ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Όταν δε οι θέσεις αυτές αφορούν την παιδεία, οι επιπτώσεις είναι καταστροφικές και για τις επόμενες γενιές.
Το Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας ως το διαχειριστικό και ελεγκτικό εργαλείο του Υπουργείου για την μέριμνα που παρέχει στην σπουδάζουσα νεολαία.
Στην προσπάθεια ανασυγκρότησης της δημόσιας διοίκησης θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε τομείς που έχουν μεγάλο οικονομικό αντικείμενο και ταυτόχρονα ο καθημερινός όγκος συναλλαγών είναι επίσης πολύ μεγάλος.
Η μέριμνα που παρέχει το Υπουργείο στην σπουδάζουσα νεολαία τόσο από οικονομικής άποψης όσο και από την άποψη των καθημερινών συναλλαγών είναι τεραστίων διαστάσεων.
Η τυποποίηση των διαδικασιών, οι οικονομίες κλίμακας και η ελεγκτική διάσταση θα πρέπει να γίνουν καθημερινή πρακτική.
Το Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην τυποποίηση των διαδικασιών για την κάλυψη της διατροφική και της στεγαστικής ανάγκης δημιουργώντας διατροφικό και στεγαστικό πρότυπο. Έτσι θα είμαστε σε θέση να αποτυπώσουμε προδιαγραφές και με βάση την κοστολόγηση να προϋπολογίζουμε σε πραγματικό χρόνο τις απαιτούμενες επενδύσεις.
Η συνολική διαχείριση των παραπάνω μπορεί να συμβάλει στην εξοικονόμηση τεράστιων πόρων από επαναλαμβανόμενες κοστοβόρες διαδικασίες καθώς και θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει την βάση πάνω στην οποία η ιδιωτική οικονομία θα μπορεί να επενδύει στην παραγωγή και την διαχείριση των ήδη προσδιορισμένων ποιοτικών αγαθών.
Τέλος, η διαμόρφωση ενός ελεγκτικού μηχανισμού θα πιστοποιεί την αποτελεσματικότητα του συστήματος, την τήρηση των προδιαγραφών, και την απόδοση των αγαθών στο δικαιούχο.
Έτσι, θα ολοκληρώνεται ο κύκλος παροχής μέριμνας στην νεολαία, περιλαμβάνοντας όλα εκείνα τα αγαθά που θα προαποφασιστούν ότι την αποτελούν και εν τέλει πράγματι χρησιμοποιούνται από τους δικαιούχους.
To νομοσχέδιο για την Τριτοβάθμια εκπαίδευση ασχολείται με πολλά θέματα χωρίς όμως να λύνει το πρόβλημα του διττού χαρακτήρα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Τον χωρισμό της δηλαδή σε δύο μεγάλες κατηγορίες τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ ακόμα και σε παρόμοια αντικείμενα π.χ. νοσηλευτές, γεωπόνοι κ.α. Προηγούμενοι νόμοι πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό την σύγκλιση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης μεταξύ ΤΕΙ και Πανεπιστημίων (π.χ. εξέλιξη διδασκόντων, προσόντα διδασκόντων, οργάνωση εξαμήνων κ.α.). Αντίθετα το νομοσχέδιο αυτό δεν ολοκληρώνει την σύγκλιση αλλά και δημιουργεί νέες αποκλίσεις. Αναλύω τις σημαντικότερες από αυτές:
1. Στα Πανεπιστήμια ιδρύονται Σχολές Μεταπτυχιακών Σπουδών οι οποίες και θα αναλάβουν την διοργάνωση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων και των διδακτορικών. Αντίθετα στα ΤΕΙ τα μεταπτυχιακά τα αναλαμβάνουν οι υπάρχουσες σχολές. Αυτή η ρύθμιση δημιουργεί ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα στη λειτουργία των ΤΕΙ τα οποία πάσχουν από έλλειψη προσωπικού και οι διδάσκοντες έχουν πιο πολλές ώρες μαθημάτων από τους συναδέλφους τους στα Πανεπιστήμια. Το υπάρχον προσωπικό θα αναλάβει ένα ακόμα μεγάλο διοικητικό έργο σε βάρος της έρευνας και της προσδοκώμενης εξωστρέφειας των ΤΕΙ.
2. Στα Πανεπιστήμια οι λέκτορες στην ουσία καταργούνται αφού πλέον θα είναι απλοί εκπαιδευτικοί έστω και αν χρειάζεται για την πρόσληψή τους διδακτορικό. Αντίθετα στα ΤΕΙ οι καθηγητές εφαρμογών με την παρούσα μορφή διατηρούνται και μπορούν να εξελιχτούν με κλειστή διαδικασία. Και οι δύο αυτές αποφάσεις γίνονται αποκλειστικά για οικονομικούς λόγους αναιρώντας την πρόθεση του ίδιου του Υπουργείου για αύξηση της έρευνας και εξωστρέφειας. Συγκεκριμένα: Τα Πανεπιστήμια έχουν συνήθως πολυάριθμο εκπαιδευτικό προσωπικό ιδιαίτερα στις υψηλότερες βαθμίδες λόγω των διαδικασιών εξέλιξης. Συνήθως οι υψηλότερες βαθμίδες κάνουν λιγότερες ώρες μάθημα από αυτό που προβλέπει ο νόμος για την συγκεκριμένη βαθμίδα. Το κενό καλύπτεται από τους εκπαιδευτικούς του Νόμου 407. Με τον νέο νόμο του Υπουργείου Παιδείας τα Πανεπιστήμια θα γεμίσουν λέκτορες οι οποίοι θα διδάσκουν προφανώς την συντριπτική πλειοψηφία των μαθημάτων. Αυτοί δεν θα μπορούν να εξελιχτούν άρα και να ελπίζουν και σε καλύτερο μισθό και συνθήκες εργασίας. Έτσι το φτηνό εκπαιδευτικό προσωπικό θα κάνει τα μαθήματα και οι καθηγητές θα ασχολούνται με την έρευνα με αλλότρια καθήκοντα γεγονός πολύ συνηθισμένο. Αντίθετα στα ΤΕΙ το τεράστιο κενό των διδασκόντων καλύπτεται από ωρομισθίους. Οι ωρομίσθιοι μισθοδοτούνται από τα ίδια τα ΤΕΙ και όχι από το Υπουργείο Παιδείας. Τα χρήματα αυτά αφαιρούνται από τα λειτουργικά έξοδα και την έρευνα. Κατά συνέπεια η εξέλιξη των καθηγητών στα ΤΕΙ είναι εξαιρετικά προβληματική αφού δεν έχουν πολλά κονδύλια για να κάνουν έρευνα. Η διατήρηση της βαθμίδας του καθηγητή εφαρμογών μαζί με τους εκατοντάδες ωρομισθίους μειώνει το κόστος του Υπουργείου αφού οι μισθοί των καθηγητών εφαρμογών είναι εξαιρετικά χαμηλοί , η εξέλιξή τους εξαιρετικά δύσκολη ενώ παράλληλα οι ωρομίσθιοι που συμπληρώνουν τα κενά ακόμα φτηνότεροι. Στη πράξη οι καθηγητές εφαρμογών ακόμα και να θέλουν να κάνουν έρευνα και να υπάρχουν τα σχετικά κονδύλια δεν έχουν χρόνο αφού διδάσκουν 16 ώρες την εβδομάδα χωρίς να υπολογιστεί το διοικητικό έργο.
3. Παρά την πρόθεση του Υπουργείου για το άνοιγμα της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην κοινωνία και την αγορά εργασίας δεν αναφέρεται τίποτα συγκεκριμένο περί αυτού. Στη Τριτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχουν πολλές επιστήμες που μπορούν να συνδεθούν άμεσα με την παραγωγή από το προπτυχιακό επίπεδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ιατρικές σχολές των οποίων πολλά μαθήματα γίνονται μέσα σε κλινικές και οι καθηγητές τους δεν είναι μόνο εκπαιδευτικοί αλλά και μάχιμοι ιατροί. Στα ΤΕΙ κάτι τέτοιο γίνεται σε ελάχιστες περιπτώσεις. Θα αναφέρω χαρακτηριστικά τι γίνεται με τις σχολές νοσηλευτικής που υπάρχουν και στα ΤΕΙ και στο Πανεπιστήμιο. Οι φοιτητές της νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου ασκούνται σε κλινικές σε Πανεπιστημιακά νοσοκομεία ενώ αντίθετα οι σπουδαστές των ΤΕΙ σε πλαστικές κούκλες στις ελάχιστες αίθουσες διδασκαλίας που έχουν. Το ίδιο γίνεται σε όλες τις σχολές Επαγγελμάτων Υγείας των ΤΕΙ. Για να εκπληρωθούν οι στόχοι του υπουργείου είναι απαραίτητο οι Σχολές Επαγγελμάτων Υγείας να ενταχθούν (ανάλογα φυσικά με το αντικείμενο τους) σε Πανεπιστημιακά νοσοκομεία. Οι καθηγητές τους (ανάλογα με την ειδικότητα) θα πρέπει να έχουν κλινικοεργαστηριακό έργο όπως στο Πανεπιστήμιο. Μόνο έτσι θα παρακολουθούν τις τεχνολογίες και τις εξελίξεις στο τομέα τους ενώ παράλληλα θα μπορούν να βρίσκουν ευκολότερα αντικείμενο έρευνας. Παράλληλα θα μειωθεί το κόστος λειτουργίας των ΤΕΙ αφού έτσι δεν θα χρειάζεται να προμηθεύονται ακριβό εργαστηριακό εξοπλισμό μόνο και μόνο για να κάνουν ένα-δύο εκπαιδευτικά πειράματα.
4. Το Υπουργείο ζητά από τους καθηγητές των ΤΕΙ να έχουν εξέλιξη χωρίς όμως να διευκολύνει στην ουσία κάτι τέτοιο. Επισήμως οι καθηγητές των ΤΕΙ έχουν περισσότερες ώρες διδασκαλίας από τους καθηγητές των Πανεπιστημίων π.χ. 16 ώρες οι καθηγητές εφαρμογών και 14 οι λέκτορες. Δεδομένου δε ότι δεν υπάρχουν συνήθως στα ΤΕΙ μεταπτυχιακοί φοιτητές αλλά και του μεγάλου διοικητικού έργου που έχουν λόγω έλλειψης προσωπικού οι καθηγητές εφαρμογών είναι καθηγητές Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συνθήκες Δευτεροβάθμιας. Για να αυξηθεί η έρευνα θα πρέπει το εκπαιδευτικό προσωπικό των ΤΕΙ να έχει τις ίδιες ώρες διδακτικής απασχόλησης με τα μέλη ΔΕΠ.
5. Είναι γεγονός ότι μετά από τους διαδοχικούς νόμους ανωτατοποίησης των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων η ονομασία τους δεν άλλαξε σε «Πανεπιστήμια Εφαρμογών» ή «Τεχνολογικά Πανεπιστήμια». Ο λόγος είναι ο φόβος εξίσωσης των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ και Πανεπιστημίων. Έτσι ενώ η φοίτηση στα ΤΕΙ είναι πλέον τετραετής (η πρακτική άσκηση και η πτυχιακή εργασία λογίζονται ως τμήματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας) συνεχίζεται αυτός ο παραλογισμός με την διττή ονομασία των δύο ιδρυμάτων. Έτσι λέμε «Πρόεδρος» και όχι «Πρύτανης», «Καθηγητής Εφαρμογών» και όχι «Λέκτορας», «Σπουδαστής» και όχι «Φοιτητής», «μέλη ΕΠ» και όχι «μέλη ΔΕΠ» και πάει λέγοντας. Η διττή αυτή ονομασία δημιουργεί πολλά προβλήματα στην ακαδημαϊκή εξωστρέφεια των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων πολλά τμήματα των οποίων καταβάλλοντας μεγάλο κόπο δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν στην ακαδημαϊκή τους δραστηριότητα από πολλά τμήματα Πανεπιστημίων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο πιο πολύς κόσμος αλλά και δημόσιες υπηρεσίες δεν λένε «Πανεπιστήμια και ΤΕΙ» παρά «ΑΕΙ και ΤΕΙ» παρόλο που και τα ΤΕΙ είναι και αυτά ΑΕΙ. Αυτή η διττή ονομασία πρέπει να σταματήσει. Άλλωστε τα επαγγελματικά δικαιώματα και οι κλαδικές συμβάσεις των αποφοίτων τους καθορίζονται με χωριστές μη αυτόματες διαδικασίες.
6. Βασική παράμετρος για να χαρακτηρίζεται ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα Ανώτατο είναι οι εισακτέοι του να είναι υψηλού επιπέδου. Στην Ελλάδα η εισαγωγή στα ΑΕΙ γίνεται παντού με τις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Και εδώ όμως ακόμα υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ ΤΕΙ και Πανεπιστημίων. Σε πολλά τμήματα ΤΕΙ εισάγονται σπουδαστές χωρίς τις κατάλληλες γραμματικές γνώσεις. Αυτοί προέρχονται είτε από τα ΕΠΑΛ με χωριστές εξετάσεις είτε από τις Πανελλήνιες εξετάσεις των Γενικών Λυκείων αλλά από άσχετες Κατευθύνσεις. Είναι αδιανόητο να θεωρείται κατάλληλος εισακτέος π.χ. για το τμήμα Νοσηλευτικής των ΤΕΙ κάποιος που ξέρει αρχαία και λατινικά και για τη Νοσηλευτική του Πανεπιστημίου Αθηνών κάποιος που ξέρει φυσική, χημεία και βιολογία όπως είναι και το λογικό. Δυστυχώς δεν προβλέπεται από το Υπουργείο Παιδείας κάποιο προπαρασκευαστικό έτος για τους αποφοίτους των ΕΠΑΛ (κατά κανόνα έχουν λιγότερες γραμματικές γνώσεις) ή μαθητών άσχετων Κατευθύνσεων. Μόνο έτσι θα μπορούσαν οι εισακτέοι αυτοί να προσεγγίσουν τον μέσο όρο των υπολοίπων.
7. Με όλα τα παραπάνω είναι φανερό ότι η ίδρυση και προπάντων η ανωτατοποίηση των ΤΕΙ έγινε κυρίως για κοινωνικούς (φιλανθρωπικούς?) και πολιτικούς λόγους. Στην ουσία, έτσι όπως λειτουργούν, είναι ένα είδος Πανεπιστημίου για τους «φτωχούς» (οι φοιτητές των Πανεπιστημίων κατά μέσο όρο προέρχονται από ανώτερη εισοδηματική τάξη βλ. για παράδειγμα τα κλειστά επαγγέλματα). Αυτή όμως η «φιλανθρωπία» έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα σε πολλούς επαγγελματικούς χώρους. Οι απόφοιτοι των Πανεπιστημίων σε πολλές περιπτώσεις έχουν δίκιο που φωνάζουν για απεμπόληση επαγγελματικών τους δικαιωμάτων από αποφοίτους όχι ισάξιας εκπαίδευσης. Είτε το Υπουργείο θα μετατρέψει τα ΤΕΙ σε «Τεχνολογικά Πανεπιστήμια» επί τοις ουσίας όμως και όχι στα χαρτιά είτε θα πρέπει να καταργήσει το θεσμό και να προσθέσει κάποια τμήματά τους στα Πανεπιστήμια. Άλλωστε τα ΤΕΙ αν και «φτηνά» Πανεπιστήμια δεν παύουν να καταναλώνουν πολύτιμους δημόσιους πόρους. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν κρίμα γιατί και τα ΤΕΙ διαθέτουν επιστημονικό προσωπικό που μπορεί να συνεισφέρει στην έρευνα και στην πρόοδο της χώρας.
εργαζομαι σε ΑΕΙ ως διοικητικη υπαλληλος.Θεωρω ότι η ακαδημαικη ηγεσια θα πρεπει να ειναι τελείως διαχωρισμενη απο αυτη της διοικησης. Η Συγκλητος στο πλαισιο του ετήσιου προγραμματισμου θα πρεπει να θετει τους αναπτυξιακους στόχους και η διοικητικη μηχανη να τους εκτελει, με τακτικο απολογισμό εκπληρωσης στόχων. Η κουλτουρα που εχει αναπτυχθει οτι τα ΔΕΠ ειναι ικανα για ολες τις δουλειές, μεταξυ αλλων και αμιγως διοικητικες, ειναι απολυτως λανθασμενη και συνηθως οι ηγεσιες χρησιμοποιουν τους διοικητικούς υπαλληλους για να τους χειραγωγούν και να εξυπηρετούν πολλακις τα δικα τους συμφεροντα, όπως και αν εννουουνται αυτα. Οι κρισεις των διοικητικων υπαλληλων θα πρεπει να γινονται απο εξωτερικούς κριτες με γνωση λειτουργιας των ΑΕΙ.Τα ΔΕΠ δεν γνωριζουν απο δημόσια διοικηση, δεν ειναι η δουλειά τους αυτη-ερχονται για 4 χρονια στην ηγεσια τις περισσοτερες φορες απαξιωνουν τη διοικητικη μηχανη- θεμα κουλτουρας και αυτο- και ειναι θεμα «ταλεντου» να διαχειριστούν ανθρωπινους πόρους αποτελεσματικα.
Ο Πρύτανης δεν μπορεί να είναι πρόσωπο που να μην προέρχεται από το Ίδρυμα γιατί δε θα γνωρίζει σε βάθος τη λειτουργία και τα προβλήματά του. Θα πρέπει να προέρχεται από το εκπαιδευτικό προσωπικό του Ιδρύματος, στην εκλογή του όμως να μετέχουν άτομα της ακαδημαϊκής κοινότητας και από το εξωτερικό σε καθοριστικό βαθμό, ώστε να μην υπάρχει συναλλαγή με το προσωπικό του Ιδρύματος, όπως συμβαίνει σήμερα.
Κάθε εκλογή διδακτικού προσωπικού να δημοσιοποιείται στο διαδίκτυο με το βιογραφικό του εκλεγέντος, καθώς και τα βιογραφικά των λοιπών υποψηφίων που δεν εκλέχτηκαν.
Δεν καταλαβαίνω τη σκοπιμότητα ύπαρξης μη εξελίξιμης βαθμίδας στο διδακτικό προσωπικό (λέκτορας). Τι κίνητρο θα έχει για εξέλιξη άτομο που θα είναι στάσιμο καθ’ όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής;
Η εξέλιξη σε κάθε βαθμίδα να γίνεται με εκλογή και με συμμετοχή εκλεκτόρων από πανεπιστήμια της χώρας και του εξωτερικού. Καλό θα ήταν να υπάρχει μια ανεξάρτητη ακαδημαϊκή αρχή προς την οποία θα απευθύνονται τα ΑΕΙ/ΤΕΙ , που θα ορίζει το εκλεκτορικό σώμα.
Το διοικητικό προσωπικό να προσλαμβάνεται μέσω ΑΣΕΠ και να γίνεται ανάρτηση των προσλήψεων στο διαδίκτυο.
Οι υπηρετούντες σήμερα μόνιμοι καθηγητές να αξιολογούνται ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. τριετία) από επιτροπές κρίσης που θα ορίζει η προαναφερθείσα ανεξάρτητη ακαδημαϊκή αρχή και προς την οποία θα κοινοποιούνται και αξιολογικά ερωτηματολόγια που θα έχουν ληφθεί από τους φοιτητές. Η αξιολόγηση να λαμβάνεται υπόψη θετικά ή αρνητικά για την περαιτέρω εξέλιξη των μονίμων καθηγητών, την ανάληψη θέσεων, την υποψηφιότητά τους για διοικητικές θέσεις, τη μισθολογική τους εξέλιξη κτλ.
Διοικητικό και Τεχνικό Προσωπικό
Οι προσλήψεις να γίνονται μέσω ΑΣΕΠ και να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο.
Διδακτορικοί φοιτητές
Να υπάρξει καθορισμένο πλαίσιο και διαδικασία καθώς και προβλεπόμενος χρόνος περαίωσης διδακτορικής διατριβής, ανάλογος με το πρόγραμμα σπουδών στα λοιπά στάδια (προπτυχιακά, master) από την ημερομηνία ανάληψης της σύνταξης της διατριβής. Το πρόγραμμα/χρονοδιάγραμμα να μπορεί να τροποποιείται αιτιολογημένα, είτε από την πλευρά του επιβλέποντος, είτε από την πλευρά του υποψηφίου διδάκτορα. Να καθορισθούν επακριβώς τα καθήκοντα των επιβλεπόντων καθηγητών. Σήμερα οι υποψήφιοι διδάκτορες είναι έρμαια στα χέρια του επιβλέποντος και είναι συνηθέστατα τα φαινόμενα εκμετάλλευσης των φοιτητών, αλλά και λογοκλοπής.
Οικονομική Αυτοτέλεια
Για λόγους ίσης μεταχείρισης οι μισθοί θα πρέπει να καθορίζονται από την Πολιτεία και κάθε ίδρυμα θα μπορεί να δίνει επιπλέον παροχές, εφόσον έχει δικούς του πόρους από ερευνητικά προγράμματα κτλ. . Αν η οικονομική διαχείριση δοθεί στα ιδρύματα θα πρέπει να συντάσσονται ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, να γίνεται ετήσιος έλεγχος από ορκωτούς ελεγκτές και περιοδικοί έλεγχοι (ανά τριετία ή πενταετία) από το αρμόδιο Υπουργείο και να προβλέπονται αυστηρές ποινές σε περίπτωση κακοδιαχείρισης ή απάτης.
Κείμενο-Πρόταση Διαβούλευσης της Εθνικής Στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση
Προ λίγων ημερών τέθηκε από το Υπουργείο Παιδείας σε διαβούλευση το κείμενο-προσχέδιο νόμου πλαισίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση.Πρώτα απ’όλα, θέλω να πω πως χρόνια τώρα ακούμε φωνές,γκρίνιες για την κατάσταση στην Δημόσια Παιδεία.Αυτές οι γκρίνιες μάλιστα εντείνονται ακόμη περισσότερο στον χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και είναι εν τέλει λογικό διότι η Ανώτατη Εκπαίδευση είναι αυτή που ταλανίζεται περισσότερο σήμερα από την πολυδιάστατη κρίση που μαστίζει την κοινωνία.Η αντίφαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση είναι ότι σε αυτήν συναντάμε και τις περισσότερες αντιδράσεις αλλά και την περισσότερη έλλειψη προτάσεων από μέρους της ακαδημαϊκής κοινότητας.Για να το εξειδικεύσουμε λιγάκι η έλλειψη προτάσεων παρατηρείται κυρίως από την φοιτητική κοινότητα, όπως αυτή υπάρχει με τον οργανωμένο τρόπο που όλοι ξέρουμε.Για αυτό λοιπόν και επειδή το παρών κείμενο αφορά κυρίως τους Νέους οι οποίοι θα πρέπει να είναι οι ΠρωτΑγωνιστές στις μεγάλες αλλαγές που διαδραματίζονται στην Παιδεία,θα ήθελα προσωπικά να κινητοποιήσω τους Νέους να λάβουν μαζικά μέρος σε αυτήν την δημόσια διαβούλευση ώστε να ακουστούν όσο το δυνατόν περισσότερες απόψεις.Επίσης παραθέτω παρακάτω τις προσωπικές μου απόψεις και προτάσεις σχετικά με κάθε μέρος της διαβούλευσης.
Ο θεσμός του Συμβουλίου του Ιδρύματος
Κατά την άποψη μου, όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής και μη κοινότητας του Ιδρύματος θα πρέπει να έχουν ατομικά ίσο και άμεσο λόγο στην εκλογή των οργάνων διοίκησης των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ.Άμεση κατάργηση των ποσοστώσεων που υπάρχουν σήμερα(του 10% του λοιπού προσωπικού,40% των φοιτητών και του 50% των μελών ΔΕΠ) το οποίο δημιουργούσε μέλη μιας κοινότητας δύο ταχυτήτων.Καθολική εκλογή των οργάνων διοίκησης από όλα τα μέλη(ακαδημαϊκά και μη) του Πανεπιστημίου/ΤΕΙ, όπου η ψήφος του κάθε μέλους έχει την ίδια ισχύ προς τις ψήφους όλων των άλλων μελών του ΙδρύματοςΕδώ κάποιος θα μπορούσε να πει ότι στην ουσία θα ψηφίζουν μόνο οι φοιτητές αφού στην πραγματικότητα είναι οι περισσότεροι. Εγώ θα πω με την σειρά μου ότι αυτό δεν είναι εξ’ ορισμού κακό αφού οι φοιτητές αποτελούν το πιο ζωτικό κομμάτι της Πανεπιστημιακής κοινότητας.Επίσης η παραπάνω πρόταση προάγει την λεγόμενη φυσική ποσόστωση αφού το εκλεκτορικό Σώμα θα έχει φυσική σύνθεση.Δηλαδή, για παράδειγμα σε μία εκλογή θα έχουν ψηφίσει 1000 μέλη ενός Ιδρύματος από τα οποία τα 500 θα είναι οι φοιτητές.Λογικό αφού αυτοί είναι οι περισσότεροι μέσα σε κάθε Ίδρυμα και αυτούς αφορά κυρίως η Ανώτατη Παιδεία,γιατί να αποκόπτουμε την ισχύ της μάζας τους και του συνόλου τους;
Η σύνθεση του Συμβουλίου
Η σύνθεση του Συμβουλίου,κατά την γνώμη μου θα πρέπει να απαρτίζεται από 1)εκλεγμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας που θα εκλέγονται καθολικά και ισόποσα με την μορφή σχήματος όπως είπαμε παραπάνω και 2)εξωτερικά μέλη όπως ακριβώς αναφέρει το κείμενο διαβούλευσης.Τα εκλεγμένα μέλη θα πρέπει να είναι αποκλειστικά και μόνο ακαδημαϊκά και πιο συγκεκριμένα μέλη ΔΕΠ διότι η συμμετοχή των φοιτητών και του λοιπού μη ακαδημαϊκού προσωπικού στην διοίκηση των Ιδρυμάτων είναι για μένα άσκοπη αφού σε αυτά τα μέλη δεν συσσωρεύονται οι απαραίτητες γνώσεις, ικανότητες και εμπειρίες που απαιτούνται για αυτές τις σημαντικές διοικητικές θέσεις.Επιπλέον φοιτητικές εκπροσωπήσεις σε τέτοιες θέσεις έχουν δείξει στο παρελθόν ότι σχεδόν μόνο πελατειακές νοοτροπίες μπορούν να δημιουργήσουν αφού το φοιτητικό κίνημα ακόμα δεν είναι δυστυχώς έτοιμο να αναλάβει τις μεγάλες ευθύνες που του αναλογούν. Άλλωστε η θέση των φοιτητών ενισχύεται στις διαδικασίες εκλογής των αιρετών διοικητικών οργάνων του Ιδρύματος αφού όπως αναφέρθηκε παραπάνω καταργούνται οι ποσοστώσεις των 50,40 και 10 τις εκατό που ισχύουν σήμερα.Το Συμβούλιο θα είναι οκταμελές και θα απαρτίζεται από τέσσερα άμεσα εκλεγμένα μέλη(τον Πρύτανη και τους τρείς αντιπρυτάνεις/Πρόεδρο κλπ αντίστοιχα για τα ΤΕΙ) υπό την μορφή σχήματος όπως ακριβώς δηλαδή ισχύει σήμερα και από τέσσερα εξωτερικά μέλη τα οποία θα είναι, όπως λέει το κείμενο διαβούλευσης, σημαντικές προσωπικότητες της επιστήμης.Είναι καιρός πλέον να αξιοποιηθούν τυχόν αναγνωρισμένες προσωπικότητες των τεχνών και των γραμμάτων για έναν ιερό σκοπό,αυτόν της Ανωτάτης Παιδείας.Οι προσωπικότητες αυτές θα επιλέγονται ως εξής:Θα πραγματοποιείται πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και εν συνεχεία θα απαιτείται και η γνώμη του ακαδημαϊκού προσωπικού η οποία θα εκφράζεται με καθολική ψηφοφορία μεταξύ των μελών του.
Η λειτουργία του Συμβουλίου
Όπως παρατηρείται,λοιπόν, παραπάνω το Συμβούλιο δεν μπορεί να αυθαιρετήσει και να πάρει μονομερείς αποφάσεις αλλά υποχρεούται να πάρει ομόφωνες ή τουλάχιστον πλειοψηφικές αποφάσεις.Να σημειωθεί εδώ ότι η ψήφος κάθε μέλους του Συμβουλίου είναι ισότιμη προς τις ψήφους των υπολοίπων μελών του Συμβουλίου. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που δεν μπορεί να ληφθεί μια απόφαση, όταν ισοψηφούν δύο διαφορετικές απόψεις μέσα στο Συμβούλιο;Τότε το θέμα θα υπόκειται σε καθολική ψηφοφορία μεταξύ των μελών ΔΕΠ κι αν τότε υπάρχει ξανά ισοψηφία τότε το θέμα θα ανατίθεται στην έκφραση της κοινότητας του Ιδρύματος(ανάλογα ποιους αφορά βέβαια) μέσω καθολικής ξανά ψηφοφορίας.Αυτό βέβαια δεν θα μπορεί να γίνεται επ’αορίστον για κάθε θέμα.Μετά από έναν συγκεκριμένο αριθμό(π.χ 4) αδυναμιών του Συμβουλίου να πάρει αποφάσεις το Υπουργείο Παιδείας θα έχει το δικαίωμα να παύει την λειτουργία του υπάρχοντος Συμβουλίου με αποτέλεσμα να διεξάγονται εκ νέου εκλογές για την ανάδειξη νέου Συμβουλίου στο οποίο δεν θα έχουν δικαίωμα επανεκλογής τα προηγούμενα μέλη του Συμβουλίου.Μια τέτοια τυχούσα ρύθμιση θα αναπτύξει την ωριμότητα.την συνεννόηση και την συναίνεση που πρέπει να υπάρξει σήμερα μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας εν’όψει των μεγάλων προκλήσεων που καλείται η Δημόσια Παιδεία μας να αντιμετωπίσει.Επίσης με το άνοιγμα των διαδικασιών και των κέντρων λήψης των αποφάσεων, θα κινητοποιηθεί επιτέλους σοβαρά η ακαδημαϊκή αλλά και η φοιτητική κοινότητα οι οποίες έχουν πέσει η καθεμία στον δικό της λήθαργο. Επιπλέον θα μετατρέψει τα εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου(Πρύτανης-αντιπρυτάνεις,Πρόεδρος κλπ αντίστοιχα για τα ΤΕΙ) σε ουσιαστικούς αρωγούς αλλαγών μέσα στα Ιδρύματα αφού ο καθένας με την αρμοδιότητα που θα επωμιστεί (ακαδημαϊκά,θέματα προσωπικού κλπ) θα κρίνεται συνεχώς για το έργο το οποίο επιτελεί μέσα στο Ίδρυμα και δεν θα κατέχει μόνο έναν διακοσμητικό τίτλο.Τέλος για ενισχυθεί περαιτέρω αυτό το κλίμα συνεννόησης που αναφέραμε παραπάνω,το κάθε εσωτερικό μέλος του Συμβουλίου θα έχει το δικαίωμα να ορίσει ως σύμβουλο του(στον τομέα του) ένα από τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου, έτσι ώστε το κάθε μέλος του Συμβουλίου να έχει αρμοδιότητα.Το Συμβούλιο θα έχει τετραετή θητεία και θα έχει την εξής μορφή:
Πρύτανης/Πρόεδρος-Αναλαμβάνει τα διοικητικά θέματα του Ιδρύματος και έναν ρόλο συντονιστή του Συμβουλίου.Ο ρόλος δεν υποβαθμίζεται με τις αναφερόμενες τυχούσες αλλαγές αλλά ενισχύεται αφού και είναι άμεσα αιρετός από το φυσικό και καθολικό εκλογικό σώμα του Ιδρύματος και δεν θα του καταλογίζεται αυθαιρεσία στις αποφάσεις του αφού θα πρέπει να τις λαμβάνει με ομόφωνες ή τουλάχιστον πλειοψηφικές γνώμες ενός οκταμελούς Συμβουλίου το οποίο θα συμπεριλαμβάνει εξωτερικές προσωπικότητες των τεχνών και των γραμμάτων.Συνεπώς ο καθένας μπορεί να φανταστεί το κύρος αυτού και των αποφάσεων του.
Αντιπρύτανης/Αντιπρόεδρος ακαδημαϊκών-φοιτητικών υποθέσεων και προσωπικού, ο οποίος θα αναλαμβάνει να διαχειριστεί ότι θέμα έχει σχέση με την ακαδημαϊκή-φοιτητική κοινότητα και το προσωπικό του Ιδρύματος.
Αντιπρύτανης/Αντιπρόεδρος Οικονομικού Προγραμματισμού, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, ο οποίος θα αναλαμβάνει την διαχείριση των οικονομικών υποθέσεων του Ιδρύματος καθώς την κατάρτιση και υλοποίηση αναπτυξιακών-επενδυτικών σχεδίων του Ιδρύματος.
Αντιπρύτανης/Αντιπρόεδρος Στρατηγικού Σχεδιασμού,Έρευνας,Εθελοντισμού και Καινοτομίας, ο οποίος θα αναλαμβάνει την στρατηγική πολιτική του Ιδρύματος με στόχο την προβολή του στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό.Επίσης θα προωθεί σχέδια,δράσεις και πρωτοβουλίες διεξαγωγής έρευνας καθώς θα αναλάβει και την ευθύνη να έχει το Ίδρυμα ισχυρή παρουσία σε δράσεις εθελοντισμού και καινοτομίας σε τοπικό αλλά και εθνικό επίπεδο.
Ο Πρύτανης/Πρόεδρος ΤΕΙ
Ο Πρύτανης/Πρόεδρος του ΤΕΙ θα πρέπει να είναι ακαδημαϊκός με υψηλά προσόντα,καθηγητής του ιδίου Πανεπιστημίου ή ΤΕΙ.Μόνο ένας καθηγητής του ιδίου Ιδρύματος γνωρίζει τα πραγματικά προβλήματα που βιώνει το Ίδρυμα του και αυτό δεν αναπληρώνεται με κανέναν άλλον τρόπο.Επιπλέον δεν επιλέγεται από το Συμβούλιο του Ιδρύματος αλλά εκλέγεται άμεσα από την κοινότητα του Ιδρύματος και αποτελεί μέλος του Συμβουλίου.
Πρύτανης/Πρόεδρος-Σύγκλητος/Συνέλευση
Την ευθύνη της ακαδημαϊκής διοίκησης την έχουν ο Πρύτανης/Πρόεδρος του ΤΕΙ και η Σύγκλητος/Συνέλευση(με τις σημερινές τους μορφές,οι οποίες θα πρέπει κάποια στιγμή να εξεταστούν ως προς την διαφάνεια,αποτελεσματικότητα και δημοκρατικότητα τους).Οι αποφάσεις όλων των οργάνων του Ιδρύματος δημοσιοποιούνται στο Διαδίκτυο.
Ακαδημαϊκή Δεοντολογία
Πιστεύω ότι και οι δύο προτάσεις (Ακαδημαϊκού Συνηγόρου ή Ανεξάρτητου Συμβουλίου Ακαδημαϊκής και Ερευνητικής Δεοντολογίας)θα φανούν αποδοτικές δικαιοσύνης στις ενδοακαδημαϊκές συγκρούσεις και διαφορές.Θα πρότεινα όμως την θεσμοθέτηση του ΣΑΕΔ διότι πιστεύω ότι το Συμβούλιο θα είναι πιο αποτελεσματικό, εφόσον τα μέλη του αναλάβουν διακριτούς τομείς εργασίας και υπάρχει πλήρης συντονισμός και έλεγχος του Συμβουλίου από το κράτος.
Προϋποθέσεις εκλογής
Οι μόνιμοι καθηγητές να υπόκεινται σε περιοδική αξιολόγηση για το ερευνητικό τους έργο από επιτροπές διεθνούς αλλά παράλληλα και εγχώριας σύνθεσης.
Ασαφής είναι η παρούσα παράγραφος του κειμένου διαβούλευσης του Υπουργείου για την Αναστολή των καθηκόντων και διαφωνώ πλήρως όταν λέγοντας «σε φορείς εκτός του Ιδρύματος» εννοεί τυχόν ιδιωτικά ιδρύματα.Και σε καμία περίπτωση αναστολή των καθηκόντων και μάλιστα έως πέντε χρόνια.Οι αναφερόμενοι καθηγητές είναι εκεί για να διδάσκουν σε Δημόσιο Ίδρυμα,για αυτόν τον λόγο πληρώνονται και το Δημόσιο Ίδρυμα πρέπει να υπηρετούν.
Θεσμοί χρηματοδότησης
Υπό την προϋπόθεση η νέα αυτή υπηρεσία να οργανώνεται, να ελέγχεται και να επιτελείται από την πολιτεία, θεωρώ πως η καλύτερη πρόταση προς υλοποίηση είναι η πρόταση 1 δηλαδή η θεσμοθέτηση μιας νέας ανεξάρτητης αρχής της οποίας η αρμοδιότητα θα είναι η κατάλληλη και ορθή χρηματοδότηση της Ανώτατης Παιδείας.Οι λόγοι που προτείνω συγκεκριμένα αυτήν είναι δύο και πηγάζουν από τις άλλες δύο προτάσεις. Η δεύτερη πρόταση θεωρώ πως δεν θα λειτουργήσει εάν προχωρήσει σε υλοποίηση διότι η μετονομασία της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση(Α.ΔΙ.Π.) σε Ανεξάρτητη Αρχή Αξιολόγησης, Πιστοποίησης και Χρηματοδότησης θα είναι μια «τρύπα στο νερό» αφού όλοι ξέρουμε την δυσλειτουργία της συγκεκριμένης υπηρεσίας. Οπότε η αλλαγή και μόνο ονόματος, δεν θα επιφέρει κάποιο αξιοσημείωτο αποτέλεσμα. Επιπλέον η πρόταση 3 δεν θα είναι και αυτή τόσο αποτελεσματική διότι εάν η διαχείριση της χρηματοδότησης γίνεται από ειδική υπηρεσία του Υπουργείου, θα επιτελείται στενά από το Υπουργείο με συνέπεια να επιβαρύνει το πλήθος των εργασιών και των διαδικασιών που απαιτούνται για την εξαγωγή της χρηματοδότησης, αφού θα είναι ακόμη μια υπηρεσία του Υπουργείου που εμπλέκεται γραφειοκρατικά και αυξάνει τις αρμοδιότητες του πράγμα αντίθετο στην γενική αποκέντρωση του κράτους που επιχειρείται σε όλους σχεδόν τους τομείς. Για αυτό χρειάζεται μία νέα ανεξάρτητη αρχή η οποία θα οργανώνεται σωστά και θα αποτελεί υπόδειγμα διαφάνειας, πράγμα σημαντικό για να διαχειρίζεται ορθά η χρηματοδότηση.
Περιφερειακή στρατηγική και τοπική ανάπτυξη
Μέσα στο κείμενο διαβούλευσης του Υπουργείου αναφέρεται στην παράγραφο με το παραπάνω όνομα η θεσμοθέτηση Περιφερειακών Συμβουλίων που θα έχουν συμβουλευτικό ρόλο στην ανάπτυξη της στρατηγικής των Ιδρυμάτων τα οποία θα συμπεριλαμβάνουν επιστημονική και κοινωνική συμμετοχή. Η ιδέα της όλης παραγράφου ακούγεται ωραία και ενδιαφέρουσα αλλά θεωρώ πως είναι ασαφής θα έλεγα πως χρήζει επιμέρους ειδικές επεξηγήσεις.Ποιοι θα αποτελούν το Συμβούλιο,τι αρμοδιότητες θα έχει,αν θα είναι έμμισθο,θα εκλέγονται ή θα διορίζονται τα μέλη του,ποια θα είναι η λειτουργία του;
Νέες αρχές ακαδημαϊκής οργάνωσης
Όλες οι προτάσεις του κειμένου διαβούλευσης του ΥΠΔΒΜΘ για τις νέες αρχές ακαδημαϊκής οργάνωσης μόνο επίκαιρες και αναγκαίες μπορούν να χαρακτηριστούν.Το να γίνει η Ανώτατη Εκπαίδευση σύγχρονη,διεθνώς αναγνωρισμένη και ουσιώδης ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα αποστήθισης και ανούσιας διδασκαλίας αποτελεί υπέρτατη ανάγκη.Υπάρχει όμως μία προϋπόθεση για όλα αυτά.Πρέπει να προχωρήσουν με τόλμη και αποφασιστικότητα χωρίς πισωγυρίσματα επειδή κάποιοι «δήθεν» αντιδρώντες δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα στην Παιδεία.Αυτοί στην ουσία είναι οι συντηρητικοί. Δεν πρέπει τα παραπάνω, σε καμία περίπτωση, να μείνουν στα χαρτιά.
Όσο για τις προτάσεις που βρίσκονται στο τέλος του κειμένου αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για να αναβαθμιστεί η Ανώτατη Παιδεία.Είναι προτάσεις ορθές που θα ενισχύσουν τον διεθνή χαρακτήρα των σπουδών στην Ελλάδα, κάτι που είναι αναγκαίο, εάν θέλουμε όλοι η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση να λέγεται Ανώτατη Εκπαίδευση.Αλλά ξανατονίζω.Δεν πρέπει να μείνουν στα χαρτιά για κανένα λόγο.Πρέπει όλοι να δείξουμε υπευθυνότητα που πρέπει για να αναβαθμίσουμε την Παιδεία.Δεν μπορούμε με «δήθεν» αντιδραστικές αρνήσεις και χωρίς καμία εναλλακτική πρόταση να αφήνουμε την Ανώτατη Εκπαίδευση να μαραζώνει και να απαξιώνεται συνεχώς.
Γενικές Παρατηρήσεις
Τέλος, θα ήθελα να υπογραμμίσω πως το «διεθνές γίγνεσθαι» δεν πρέπει να είναι δόγμα. Δηλαδή η λογική του ότι γίνεται στο εξωτερικό πρέπει να γίνει απόλυτα και χωρίς προμελέτη και στην Ελλάδα ποτέ δεν βοηθάει.Δίοτι καταλήγουμε σε αταίριαστες και ανώριμες εφαρμογές που εν τέλει δεν βοηθούν και δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα στις δομές της δικιάς μας χώρας.Δίοτι σαν χώρα έχουμε τον δικό μας πολιτισμό, τις δικές μας αρετές σαν λαός, τις δικιές μας δεξιότητες που πολλές φορές δεν ταιριάζουν με τους άλλους λαούς.Αρετές όπως η Δημοκρατία που εμείς σαν λαός εφαρμόσαμε πρώτοι, χωρίς αυτό να απαξιώνει άλλους πολιτισμούς, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τσεκουρωθούν π.χ στους θεσμούς συνδιοίκησης των Ιδρυμάτων.Διότι η τα γεγονότα έχουν δείξει πως την Δημοκρατία δεν πρέπει να την φοβόμαστε.Απο την άλλη σίγουρα το καλύτερο και αυτό που αποτελεί πρότυπο, πρέπει να το συμβουλεύεσαι και να το αφουγκράζεσαι χωρίς όμως να το ακολουθείς υποδειγματικά και δογματικά.Πρέπει απλά να το προσαρμόζεις στις δικές σου ανάγκες και στην δική σου προσωπικότητα.Έτσι πιστεύω πετυχαίνεις τα αποτελέσματα που επιθυμείς με την δική σου πάντα πινελιά….
Η ιδέα να υπάρχει διαχωρισμός της αρμοδιότητας εκπόνησης πολιτικής/στρατηγικής (Συμβούλιο) από την αρμοδιότητα εκτέλεσης (Σύγκλητος) είναι βασική αρχή κάθε συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης και μπράβο που την εισάγετε, καιρός ήταν. Προφανώς απαιτείται να υπάρχει επικοινωνία/επικάλυψη μεταξύ των δύο με εκπροσώπιση της Συγκλήτου στο Συμβούλιο μέσω ενός η δύο μελών (Πρύτανης + 1 ‘Συγκλητικός’?). Από εκεί και πέρα καλό είναι να υπάρχει πλειοψηφία μελών μη προερχομένων από το ίδρυμα αλλά να διορίζονται από το Συμβούλιο το ίδιο με τη λήξη της θητείας τους (π.χ. 5 έτη) όχι από το υπουργείο, αλλιώς πάλι παραμάγαζα θα δημιουργήσετε γιά να διορίζουν τα κόμματα αφισοκολλητές τους στο Συμβούλιο. Σε κάθε περίπτωση αν πχ το Συμβούλιο έχει 2 φοιτητές, 3 μέλη ΔΕΠ μη συγκλητικούς τακτικούς καθηγητές, 2 εκπροσώπους μη ακαδημαϊκών εργαζομένων συν τους 2 Συγκλητικούς χρειάζονται 10 μη-ιδρυματικά μέλη.
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, το ερώτημα είναι ποιός χαράζει εκπαιδευτική πολιτική. Αν τη χαράζει το Υπουργείο (όπως είναι το πιό λογικό κατ’εμέ) τότε προφανώς τη χρηματοδότηση πρέπει να τη χειρίζεται ειδική υπηρεσία του υπουργείου. Άλλωστε αμφιβάλλω αν είναι συνταγματικά ορθό το δημόσιο χρήμα να το κατανέμει σε προτεραιότητες πολιτικής μια ανεξάρτητη αρχή.
Όσον αφορά την αξιολόγηση καλό θα ήταν να κάνετε σαφές πώς θα σχετίζεται με τη χρηματοδότηση και τι στόχους θα υπηρετεί το όλο σύστημα. Τέλος όσον αφορά τα θέματα προσωπικού, η δημιουργία ακαδημαϊκών 3 ταχυτήτων (Λεκτόρων-διδασκόντων, Επικούρων προς μονιμοποίηση και μονίμων Καθηγητών) έχει πολλά μειονεκτήματα και είναι ο αδύναμος κρίκος στο αμερικάνικο σύστημα. Έχετε προτείνει σύστημα αξιολόγησης των ιδρυμάτων και κριτήρια αξιολόγησης των ΔΕΠ. Αν στόχος σας είναι η βελτίωση του παραγόμενου έργου τότε η αξιολόγηση και ένα σύστημα κινήτρων που θα προάγει τους καλύτερους σε ανώτερες βαθμίδες θα έχει σοβαρά θετικό αποτέλεσμα. Δέν χρειάζεται να εισάγετε επιπλέον και tenure track διότι α)τα όποια ποιοτικά οφέλη επικαλύπτονται με τα οφέλη του συστήματος αξιολόγησης β) τα μειονεκτήματά του είναι σοβαρότατα σε επίπεδο εργασιακών σχέσεων, κοινωνικής συνοχής και δημιουργίας δυνάμει αντιπαραγωγικών πόλων εξουσίας (μονίμων Καθηγητών αντιστοίχων της ‘έδρας’).
Α)Αξιολόγηση
Όσον αφορά το σύστημα αξιολόγησης θα ήθελα να σας υπενθυμίσω οτι για να λειτουργεί αποτελεσματικά (να επιτυγχάνει δηλαδή τους προσδοκώμενους στόχους) πρέπει να υπάρχει συνοχή και συσχέτιση μεταξύ στόχων, κινήτρων και συστήματος μέτρησης. Η Αγγλία (όπου εργάζομαι) δεν είναι και το καλύτερο παράδειγμα τέτοιου συστήματος, στην Αμερική δεν νομίζω πως υπάρχει κάτι αντίστοιχο σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης (μπορεί να κάνω λάθος).Η αξιολόγησή μας εδώ γίνεται με βάση την κρίση των συναδέλφων μας (peer review) για την ποιότητα των δημοσιεύσεων, όχι για την ποσότητα τους. Το σύστημα αξιολόγησης αυτό χρησιμοποιείται από τις κυβερνητικές υπηρεσίες για να καθορίσουν τα ποσά χρηματοδότησης που ανταποκρίνονται στην ερευνητική ποιότητα. Η διδασκαλία χρηματοδοτείται ξεχωριστά (τώρα πλεόν σχεδόν αποκλειστικά από δίδακτρα) και κατά κεφαλή με βάση ποσοτικούς στόχους. Η ποιότητα διδασκαλίας είναι αντικείμενο εσωτερικής αξιολόγησης σε επίπεδο τμήματος και πανεπιστημίου με περιοδικούς ελέγχους από την κυβέρνηση.
Αν θέλετε να εισάγετε σύστημα αξιολόγησης καλό θα ήταν να υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ έρευνας και διδασκαλίας και να είναι σαφές εξ’αρχής ποιούς στόχους επιδιώκει το σύστημα, τι κίνητρα παρέχει, πώς μετρώνται αυτοί οι στόχοι και πώς χρησιμοποιούνται (θα έχετε κάποια φόρμουλα που να τους συνδυάζει? συντελεστές βαρύτητας? κλπ κλπ) Τα σχόλια μου ανά στόχο (ενδεικτικά για κάποιους στόχους πρός χάριν παραδείγματος) είναι α)αριθμητική σχέση αποφοίτων προς εισερχόμενους φοιτητές= θα ωθήσει είτε στην αριθμητική μείωση εισερχομένων φοιτητών, είτε σε αύξηση της επιλεκτικότητας εκ μέρους των ιδρυμάτων είτε σε πιέσεις εντός των ιδρυμάτων για απονομή πτυχίων πάσει θυσία. Τι από αυτά είναι στόχος της πολιτικής σας? β)αριθμός των φοιτητών, ανάλογα με τα επί μέρους επιστημονικά πεδία (ιατρική, θετικές ή ανθρωπιστικές επιστήμες, οικονομικά, κλπ.)= ένα πανεπιστήμιο με πολλούς φοιτητές ιατρικής είναι καλύτερο η χειρότερο από ένα πανεπιστήμιο με πολλούς φοιτητές νομικής? γ)αριθμός φοιτητών που προσελκύονται στο ίδρυμα μέσω των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Έρασμος κ.ά.)= θα επίτρέψετε Αγγλόφωνα προγράμματα, κι αν ναί τότε μετρήστε όσους έρχονται και πληρώνουν δίδακτρα, το ‘Ερασμος έχει ελαφρώς τουριστικό χαρακτήρα. -προσφερόμενες υποτροφίες και βραβεία, ιδίως με προσέλκυση εξωτερικών πόρων και χορηγιών= σας ενδιαφέρει να γεμίσουν τα πανεπιστήμια βραβεία των 100Ε έκαστο? δ)αριθμός φοιτητών/αποφοίτων με αναπηρίες= απόλυτα η σε σχέση με την αναλογία τους στον πληθυσμό που εισάγεται στα πανεπιστήμια? είναι αυτό δείκτης ακαδημαϊκής ποιότητας? ε)πορεία επαγγελματικής ένταξης των αποφοίτων= τι εννοείτε ‘πορεία’? μιλάτε για το πόσοι απόφοιτοι βρίσκουν απασχόληση μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα? η ετεροαπασχόληση είναι ‘καλή’ η ‘κακή’ (οι χρηματοπιστωτικός τομέας εδώ είναι γεμάτος αποφοίτους Ιστορίας η Φιλολογίας), έχει σημασία η απασχόληση στον κλάδο εν γένει? στ)αριθμός συμφωνιών συνεργασίας με άλλα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της Ελλάδας ή του εξωτερικού= για τι συνεργασίες μιλάμε? σας ενδιαφέρουν τα αποτελέσματα των συνεργασιών η ο αριθμός τους?
Η ιδέα της αξιολόγησης είναι καλή αλλά χρειάζεται ένα κατάλληλο και λογικά συνεπές σύστημα.
Β) Μέλη ΔΕΠ
Προτείνετε τη θεσμοθέτηση ‘ρετιρέ’ και ‘υποτάξεων’? Δεν αντιλαμβάνομαι ποιόν από τους διακηρυγμένους στόχους του ΚΔ θέλετε να πετύχετε με αυτό. Η ύπαρξη Λεκτόρων με διδακτικά καθήκοντα τί εξυπηρετεί? Είναι η όχι πρόβλημα του Ελληνικού Πανεπιστημίου οτι υπάρχει αναντιστοιχία διδακτικών αναγκών και διαθέσιμου προσωπικού που καλύπτεται με διδάσκοντες 407? Σε ένα ποιοτικό πανεπιστήμιο δεν θα έπρεπε να υπάρχει αντιστοιχία curriculum και ΔΕΠ και τα μέλη ΔΕΠ να διορίζονται έγκαιρα και να χρησιμοποιούνται πλήρως ως διδάσκοντες? Αυτή την παθογένεια του συστήματος που λύνεται τώρα με μεσοβέζικες λύσεις τύπου 407 γιατί την θεσμοθετείτε? Στις ΗΠΑ, τις οποίες φαίνεται έχετε σαν πρότυπο, τέτοιας μορφής απασχόληση στοχεύει στην κάλυψη αναγκών διδασκαλίας που προκύπτουν από τις πιέσεις για δημοσιέυσεις που δημιουργεί το tenure track. Έχουμε και εδώ (στην Αγγλία) κάποιους λίγους ‘teaching fellows’ αλλά είναι εξελίξιμοι και ισότιμοι μας. Όσον αφορά τα μέλη ΔΕΠ, το ‘tenure track’ δημιουργεί ακαδημαϊκούς 2 ταχυτήτων, έχει σοβαρές επιπτώσεις στη προσωπική ζωή (υψηλότεροι δεικτες διαζυγίων σε σχέση με το σύνολο το πληθυσμού, πράξεις βίας μεταξύ συναδέλφων κλπ) και δημιουργεί άγριο ανταγωνισμό και επιστημονικό κομφορμισμό πρίν τη μονιμότητα και λιγότερο ανταγωνισμό (άρα και σχετική στασιμότητα) κατόπιν. Δηλαδή τι πρέπει να γίνει στην Ελλάδα για να σταματήσουν οι κυβερνήσεις να θεσμοθετούν εργασιακά ‘ρετιρέ’ και συντεχνίες ρεντιέριδων? Το tenure δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ για να διασφαλίσει την ακαδημαϊκή ελευθερία και έχει σαν αποτέλεσμα την δημιουργία μιας ‘υποτάξης’ ακαδημαϊκών (tenure track χωρίς ακόμα μονιμότητα +όσων καλύπτουν διδασκαλία) και την καταπίεση της ακαδημαϊκής σκέψης (όσοι είναι σε tenure δε ρισκάρουν με ριζοσπαστικές ιδέες). Όσον αφορά λοιπόν την πρωτοκαθεδρία των Αμερικάνικων πανεπιστημίων (κάποιων από αυτά) δεν εξηγείται από το tenure αλλά απο παράγοντες όπως χρηματοδότηση, χρήση της Αγγλικής ως πρώτης γλώσσας, οικονομική διαρθρωση και ισχύς των ΗΠΑ, παράδοση, brain drain του υπόλοιπου πλανήτη, λειτουργική αυτοτελεια κλπ. Όσον αφορά τα εργασιακά θέματα, σοσιαλιστική κυβέρνηση είστε, απορώ πως προτείνετε κάτι που παραγνωρίζει την αξία της κοινωνικής συνοχής και της ισοτιμίας της εργασίας?
Στις διευκρινίσεις του Υπουργείου ως προς την υπηρεσιακή κατάσταση των μελών ΔΕΠ δεν περιλαμβάνεται, αλλά φημολογείται ευρύτατα, ότι ασκείται πίεση προς το Υπουργείο να προβλεφθεί ότι η εξέλιξη μέλους ΔΕΠ θα είναι δυνατή μόνον εφόσον υπάρχει κενή θέση στην ανώτερη βαθμίδα. Οι μη μόνιμοι επίκουροι καθηγητές, επομένως, δεν θα μπορούν να ζητήσουν «προκήρυξη της θέσης τους» στη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή, όπως μέχρι σήμερα προβλέπεται, αλλά θα μπορούν να θέσουν υποψηφιότητα σε κενή θέση αναπληρωτή, είτε λόγω εξέλιξης είτε λόγω συνταξιοδότησης. Αντιστοίχως, προϋπόθεση εξέλιξης αναπληρωτή καθηγητή θα είναι η ύπαρξη κενής θέσης τακτικού καθηγητή. Επανερχόμαστε, επομένως, σε καθεστώς αντίστοιχο με της παλαιάς έδρας.
Η πρόταση αυτή είναι απολύτως απαράδεκτη και θα επιφέρει παράλυση σε όλα τα ΑΕΙ. Αντιβαίνει σε θεμελιώδεις ακαδημαϊκές αρχές, και συνεπάγεται εντελώς άδικα αποτελέσματα. Ενδεικτικά αναφέρω:
-Εάν οι επίκουροι καθηγητές εκλέγονται με θητεία, όπως προβλέπεται, θα φτάνουμε στο σημείο να λήγει η θητεία τους και να αποχωρούν από το Πανεπιστήμιο, όχι γιατί κρίθηκαν ότι δεν είχαν τα προσόντα για εξέλιξη, αλλά επειδή δεν υπήρχε κενή θέση αναπληρωτή στο γνωστικό τους αντικείμενο! Η μόνη λύση γι’ αυτούς θα είναι να θέσουν ξανά -εξ αρχής- υποψηφιότητα σε βαθμίδα επίκουρου, εισαγωγική δηλαδή. Δεν θα μπορούν καν να θέσουν υποψηφιότητα σε άλλο ΑΕΙ, σε θέση αναπληρωτή, γιατί προβλέπεται ότι οι διαδικασίες θα είναι κλειστές!
-Δεν θα έχουν κανένα νόημα οι μεταβατικές διατάξεις για τους ήδη υπηρετούντες λέκτορες, διότι ουδείς επίκουρος καθηγητής θα ψηφίσει την εξέλιξη κάποιου, ο οποίος θα πρόκειται να ανταγωνισθεί στο μέλλον μαζί του, για μία θέση αναπληρωτή καθηγητή.
-Η εξέλιξη ενός πανεπιστημιακού δασκάλου, κατά διεθνή πρωτοτυπία, δεν θα εξαρτάται τα δικά του διδακτικά και ερευνητικά προσόντα, αλλά από το τυχαίο γεγονός της ύπαρξης κενής θέσης στην ανώτερη βαθμίδα, από το τυχαίο δηλαδή γεγονός εάν κάποιος συνάδελφός του είχε τη διάθεση να εξελιχθεί σε αναπληρωτή καθηγητή πριν από αυτόν.
– Θα καταστεί εντελώς παράλογη η κατανομή των οργανικών θέσεων ανά γνωστικό αντικείμενο. Δεν θα έχουν, δηλαδή, καθοριστεί εξ αρχής οι οργανικές θέσεις ανά αντικείμενο, με κριτήριο τις ανάγκες της έρευνας και της διδασκαλίας, αλλά το πόσες θέσεις τακτικών ή αναπληρωτών καθηγητών θα υπάρχουν εσαεί σε κάθε αντικείμενο θα εξαρτάται από το τυχαίο γεγονός του πόσα μέλη ΔΕΠ των βαθμίδων αυτών έτυχε να υπηρετούν στο συγκεκριμένο αντικείμενο κατά την έναρξη ισχύος του νόμου.
Δεν χρειάζεται να τονισθεί ότι μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν ευθέως αντίθετη με τις εξαγγελίες του Υπουργείου και στο πρόσφατο κείμενό του. Εκεί αναφέρεται (απάντηση αρ. 23) ότι θα πρέπει να δίνεται στους επίκουρους καθηγητές δυνατότητα»να αξιολογηθούν ουσιαστικά και είτε να τους δοθεί η δυνατότητα -λόγω της απόδοσής τους- να εξελιχθούν και να μονιμοποιηθούν στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή είτε να αποχωρήσουν από το πανεπιστήμιο εφόσον αποδειχθεί ότι δεν έχουν τα απαιτούμενα προσόντα για να εξελιχθούν ακαδημαϊκά.» Τίποτα από αυτά δεν συμβιβάζεται με το γεγονός ότι η εξέλιξη θα εξαρτάται από το αν συνταξιοδοτήθηκε αναπληρωτής καθηγητής ή το εάν στο ίδιο αντικείμενο υπάρχουν 1, 2 ή 5 επίκουροι καθηγητές!
Διατείνεται το Υπουργείο, και ορθά, ότι προτεραιότητα στο νέο Πανεπιστήμιο θα είναι η προώθηση της έρευνας. Ποιός όμως, από το νεότερο δυναμικό, θα ασχοληθεί σοβαρά με την έρευνα όταν γνωρίζει ότι αυτό που κατά βάθος μετράει είναι πότε «θα πεθάνει ο Τακτικός Καθηγητής» κατά την παλαιά ρήση;
ΔΕν μπορώ να φανταστώ ποια είναι τα υποτιθέμενα πλεονεκτήματα μίας τέτοιας ρύθμισης, αν όμως σταθμιστούν με τα προφανή μειονεκτήματα που μόλις εκτέθηκαν, η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη.
Αν κάποιος με διδακτορικό ή κάποιος διοικητικός υπάλληλος μπορούσε να έχει την παραμικρή ιδέα από πολιτική και οικονομία τότε όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις θα είχαν λύσει, όλα τα προβλήματα… Α κεφαλαίο σε κύκλο
Σχετικά με τη θεσμοθέτηση του Ακαδημαϊκού Συνηγόρου, κατά το πρότυπο του Συνηγόρου του Πολίτη, ως αρχής διευθέτησης των ενδοακαδημαϊκών διαφορών. Ο συνήγορος θα πρέπει να προέχεται εκτός του πανεπιστημίου ωστε να αποφευχθούν φαινόμενα ευνοιοκρατίας και κάθε απόφαση να είναι αμερόληπτη.
Για τις εκλογές και εξελιξεις ΔΕΠ ο όγκος των διαφόρων δικαιολογητικών θα πρέπει να μειωθεί δραστικά. Είναι ανεπίτρεπτο να στέλνει κανείς δεκάδες αντίγραφα απο βιογραφικά, αναλυτικά υπομνήματα και δημοσιεύσεις. Αυτή η διαδικασία πέρα απο το ότι έχει μεγάλο οικονομικό κόστος αποθαρρύνει και ικανούς υποψηφίους απο το εξωτερικό. Η λύση θα έιναι η υποβολή μιας αίτησης και ενός βιογραφικού απο τους υποψηφίους και κατόπιν ένα shortlisting απο το εκλεκτορικό σώμα. Ο υποψήφιος εφόσον προσκληθεί θα προσκομίσει όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Επίσης θα πρέπει να παρουσιάζει σεμινάριο σχετικά με τις δραστηριότητές του και το ερευνητικό του έργο (και όχι μόνο 15 λεπτα διδασκαλία) καθώς και ένα ερευνητικό πλάνο. Τα γνωστικά αντικείμενα να έι ναι ανοιχτά κα όχι στοχευμένα ωστε να αποθαρρύνονται ικανοί υποψήφιοι. Τα εκλεκτορικά σώματα τουλάχιστον στην αρχή θα πρέπει να έχουν 2/3 επιστήμονες του εξωτερικού που δεν μιλούν την ελληνική γλωσσα και 1/3 απο έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού (εφόσον υπάρχουν κατάλληλοι στο γνωστικό αντικέιμένο). Έλληνες μέλη ΔΕΠ με φτωχά βιογραφικά έιναι ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ να συμμετέχουν σε διαδικασίες εκλογής-εξέλιξης. Έλληνες ΔΕΠ καταξιωμένα στο ερευνητικό τους αντικείμενο θα καθορίζονται απο συνεχή αξιολόγηση.
Σχετικά με τις βαθμίδες. Πιστεύω ότι οι βαθμίδες επίκουρος, αναπληρωτής και καθηγητής έιναι οι πιο σωστές. Σχετικά με τις βαθμίδες λέκτορα και 407. Σκοπός αυτών των βαθμίδων είναι η παροχή διδασκαλίας. Και σε άλλα καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού υπάρχει ο θεσμός του “adjunct lecturer”. Δε βλεπω το λόγο να μην υπάρχει το ίδιο και στην Ελλάδα εφόσον ο θεσμός όμως λειτουργεί σωστά και έχει χαμηλό κόστος για τα ΑΕΙ. Επίσης συμβόλαια θα πρέπει να γίνονται κατα προτίμηση με πιθανώς νέους επιστήμονες που έρχοντε σαν μεταδιδακτορικοί στα ελληνικά πανεπιστήμια έιτε με υποτροφίες απο το ελληνικό κράτος είτε με άλλα κονδύλια (πχ υποτροφίες απο ευρωπαική ένωση). Αν αποφασίσετε να θεσπίσετε θεσμό λέκτορα με σκοπό μόνο τη διδασκαλία τότε ο διορισμένος λέκτορας δε πρέπει να έχει δικαίωμα αίτησης σε άλλες ακαδημαικές θέσει του ίδιου γνωστικού αντικειμένου στο ίδιο ίδρυμα προς αποφυγή φαινομένων ευνοιοκρατίας. Επίσης πρέπει να περιοριστεί το φαινόμενο των εσωτερικών υποψηφίων. Δεν μπορεί να υπάρχει τμήμα ΔΕΠ με τα περισσότερα μέλη να έχουν πάρει διδακτορικό απο το ίδιο ίδρυμα. Επίσης αρκετοί μετά το διδακτορικό αποκτούν θέση μόνιμου προσωπικού (ΙΔΑΧ, ΕΤΕΠ κτλπ) που μετά απο μερικά χρόνια και τις κατάλληλες «παρέες» καταλήγουν σε θέσει λεκτόρων και επίκουρων με φωτογραφικές προκυρήξεις.
διαβάστε αυτό: από ένα βιβλίο περί τέχνης που διαβάζω αυτές τις μέρες: αν απαντάς με την ερώτηση, θα προκύψει, συστηματική ασάφεια…. σφάλμα σκέψης: η ταύτιση ενός φαινομένου με ένα άλλο πιό συγκεκριμμένο, η τάση… να βλέπουμε σε κάθε πράγμα μια εξασθενημένη εκδοχή του…ο σκεπτικισμός πρέπει να εξετασθεί με σκεπτικισμό….Αν συνεχίσουμε να μιλάμε έτσι ( δηλαδή αυτό που γράφω, τότε θα ανοίξουν θέσεις εργασίας, αν υποθέσουμε ότι κάποιος τρίτος που το διαβάζει θα πρέπει να έχει κάτι περισσότερο από ένα απλό πτυχίο..) Το μηχάνημα δεν καταλαβαίνει απολύτως τίποτα…για πείτε και σεις τη γνώμη σας.
Το δύσκολο οικονομικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε κάνει την παροχή της δωρεάν παιδείας κάπως δύσκολο σε διεθνές επίπεδο. Παρ’όλα αυτά, δε πρέπει να στερήσουμε τους πολίτες από το πολύτιμο αυτό αγαθό με την εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα περισσότερους πόρους.
Δεν είναι ξεκάθαρο εάν εννοείτε ότι όλοι οι φοιτητές θα υποχρεόνονται στην καταβολή διδάκτρων μέσω τραπεζικών δανείων. Κάτι τέτοιο θα προκαλούσε κάποια προβλήματα και σύμφωνα με κάποιες προσωπικές εμπειρίες μου στη Βρετανία: Για παράδειγμα, παρ’όλο που τα δάνεια αυτά αποπληρώνονται από τον φοιτητή μόνο όταν βρει μία πλήρους απασχόλησης εργασία και με μισθό από £21,000 (δίδακτρα £6,000-£9,000 το χρόνο) έχει προκαλέσει τη δυσανασχέτιση των πολιτών και των ίδιων των νέων γιατί αυτή η νομοθεσία αποτρέπει πολλούς νέους από το να σπουδάσουν στα Παν/μια καθώς δε θέλουν να είναι χρεωμένοι με υπέρογκα ποσά σε μικρή ηλικία. Συνεπώς, κάτι τέτοιο θα έχει άλλα αρνητικά αποτελέσματα στην κοινωνία. Επίσης, κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στους γενικούς στόχους που έχετε βάλει για την προσβασιμότητα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης από μεγάλα κοινωνικά στρώματα (ακόμα και με τη μορφή δανείων)!
Το θέμα της χρηματοδότησης των Παν/μίων θα μπορούσε να γίνει με διάφορους τρόπους ώστε να διατηρηθεί – τουλάχιστον μερικώς – η δωρεάν παιδεία. Θα μπορούσε να γίνει ένας διαχωρισμός μεταξύ των εύπορων φοιτητών και των μη εύπορων. Οι εύποροι φοιτητές να καταβάλλουν ένα ποσό το χρόνο το οποίο έτσι κι αλλιώς θα έδιναν εαν φοιτούσαν σε Παν/μιο του Εξωτερικού (ποσό το οποίο θα θεωρείται ανταγωνιστικό σε σχέση με άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού). Μόνο οι μη εύποροι φοιτητές (Έλληνες) – και με αποδεικτικά στοιχεία για την οικονομική κατάσταση της οικογένειας τους – θα έχουν πρόσβαση στη δωρεαν παιδεία. Αυτή η πολιτική σε συνδυασμό με τη συμμετοχή των ιδιωτών και τη χρέωση ξένων φοιτητών κάνει το γενικότερο πλαίσιο χρηματοδότησης των ιδρυμάτων πιο ανεκτό. Επίσης άλλα έσοδα θα μπορούσαν να αντληθούν από τη χρησιμοποίηση των εργαστηρίων. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι ποιοτικές έρευνες δεν μπορούν να εκπονηθούν χωρίς τη στελέχωση και εξοπλισμό σύγχρονων εργαστηρίων. Αυτό θα μπορούσε να γίνει με κονδύλια Ευρωπαϊκά και με τη συμμετοχή ιδιωτών. Αυτά τα εργαστήρια θα μπορούσαν τα ιδρύματα να τα νοικιάζουν σε ερευνητές (εκτός ιδρυμάτων) ή οργανισμούς που δε διαθέτουν τέτοια μηχανήματα οπότε αυτά τα χρήματα θα αποτελούσαν μία σημαντική πηγή εσόδων για τα ιδρύματα.
Ένας άλλος τρόπος θα ήταν η επιβολή φόρου για την Ανώτατη Εκπαίδευση (κάτι το οποίο αυτή την περίοδο θα ήταν τελείως αναποτελεσματικό και δύσκολο να «περάσει»).
Επίσης, μιλάτε για μία βάση δεικτών ποιότητας και αξιόλογησης των επιτευγμάτων των Ιδρυμάτων. Η ερώτηση είναι ποιος καθορίζει αυτούς τους δείκτες ποιότητας? Το υπουργείο ή καλύτερα ανεξάρτητη αρχή και η οποία θα αξιολογεί την επίτευξη αυτών των κριτηρίων με κάποιο βαθμό ίσως και βασιζόμενοι σε αυτή την αξιολόγηση το υπουργείο θα απελευθερώνει χορηγήσεις. Αυτή η ανεξάρτητη αρχή θα δίνει και οδηγίες στο εκάστοτε Ίδρυμα πώς να πετύχει τους στόχους ή και πώς να βελτιώσει την ποιότητα.
Οπωσδήποτε καιχρειάζεται αυστηρός έλεγχος χρηματοδότησης για την αποφυγή ασυδοσίας! Τα χρήματα πρέπει να επενδύονται στους σκοπούς για τους οποίους δίνονται και όχι να πηγαίνουν στις τσέπες μερικών!
Οι δείκτες που αναφέρετε δίνουν έμφαση σε «αριθμούς» και λιγότερο στην ερευνητική ποιότητα, στη συνεργασία τους με επιχειρήσεις, στα ερευνητικά αποτελέσματα που θα έχουν και στη διεθνή προβολή μέσω των μέσων μαζικής επικοινωνίας και των δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά και στην απορρόφηση αυτών των ερευνητών όχι μόνο στον ακαδημαϊκό αλλά και στον επιχειρηματικό τομέα. Σε αυτό νομίζω πρέπει να δοθεί σημαντική έμφαση γιατί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και η βιοσιμότητά τους στηρίζεται στο λεγόμενο Research and Development.
Σχετικά με τις προσλήψεις, και βέβαια πρέπει να διασφαλιστεί η αξιοκρατία και η αποφυγή της οικογενειοκρατίας γιατί αυτή τη στιγμή το επάγγελμα του ακαδημαϊκού το έχουν μετατρέψει σε κλειστό επάγγελμα. Ο ρόλος του Πρύτανη δε φαίνεται να είναι και πολύ ξεκάθαρος. Δηλαδή, δε διαφαίνεται εαν θα πρέπει να έχει ακαδημαϊκές ικανότητες για την διοίκηση του ακαδημαϊκού προσωπικού και την διασφάλιση ποιοτικής διδασκαλίας και έρευνας ή θα πρέπει να έχει και ικανότητες που θα άπτονται και στην επιχειρηματκή διακυβέρνηση του Παν/μίου. Το τελευταίο σκέλος θα ήταν κάπως δύσκολο να εκπονηθεί από Πρύτανη.
Επίσης ο ρόλος των φοιτητών στη λήψη αποφάσεων δεν είναι και πολύ ξεκάθαρος. Οι φοιτητές θα πρέπει να συμμετέχουν στην αξιολόγηση των καθηγητών, στην ποιοτική διδασκαλία, στην έρευνα, στην ύπαρξη εργαστηρίων και άλλων προβλημάτων που έχουν άμεση σχέση με την εκμάθηση και επαγγελματκή τους κατάρτιση και λιγότερο στις στρατηγικές αποφάσεις του Παν/μίου.
Η ιδέα για τη σύσταση Περιφερειακών συμβουλίων για τη διαμόρφωση στρατηγικής των Παν/μίων σε συνδυασμό με τη τοπική ανάπτυξη είναι πολύ καλή και είναι κάτι που απαιτεί η παρούσα αγορά και οι συνθήκες γενικότερα. Μία τέτοια συνεργασία θα οδηγούσε και στη δημιουργία μαθημάτων και ειδικοτήτων που θα έχουν ζήτηση στην αγορά εργασίας κάτι το οποίο θα συνέβαλε θετικά και στην καταπολέμηση της ανεργίας.
1.Ποια ειναι η εννοια κοινωνικη καταξιωση,επιτυχημενος κλπ.
2.Πως θα αντιμετωπισθει το προβλημα της επικοινωνιας με αλλοδαπους.
Καποτε το φως προερχονταν εξ ανατολων τωρα εκ δυσμων?
3.Σε περιπτωση δυσαρμονιας αριθμου εισακτεων ποιος εχει την αποφασιστικη αρμοδιοτητα
4.Συνακολουθα αν τα ΑΕΙ/ΤΕΙ ζητησαν σημαντικα μικροτερο αριθμο φοι-
τητων ποιες δικλειδες διεξοδου θα υπαρχουν για τους υπολοιπους?
5.Ο αριθμος αιθουσων για την ενιαια εισαγωγη σε Σχολη ειναι επαρ-
κης και πως θα καλυφθει το ελλειμα
6.Η πιεση των εισαγωγικων εξετασεων δεν μεταφερεται στα ΑΕΙ για κα-
τανομη των φοιτητων στα τμηματα?Και εφ’οσον μεχρι τωρα τα ΑΕΙ κρι-
νονταν οτι δεν επιτρεπουν αδιαβλητη προσβαση γιατι τωρα γινονται
ικανα?
7.Η εδρα καταργηθηκε για την αποφυγη φαινομενων νεποτισμου.Γιατι δεν
εισαγεται (α) η απαγορευση υποψηφιοτητος σε ΑΕΙ οπου υπηρετει συγγε-
νης μεχρι ? βαθμου (β)η εξελιξη γιατι με κλειστη διαδικασια
και οχι υποχρεωτικα σε αλλο ΑΕΙ με υποχρεωση παραμονης σ’αυτο του-
λαχιστον μιας 5ετιας?
8.Αιωνιοι φοιτητες.Η προταση του Υπουργειου οτι θα υπαρχει συνεχης
ελεγχος και παρακολουθηση ειναι ουτοπικη.Να θεσπισθει μεγιστος αριθμος προσελευσεων στην εξεταση καθε μαθηματος.
9.Ποιο το κοστος της εφαρμογης των μεταβολων?
10.Η συμμετοχη των φοιτητων στην διοικηση,αλλα και του λοιπου προσωπι
κου(μη διδακτικου) πρεπει να μηδενισθει.Απλη συμμετοχη ενος εκπροσωπου για ενημερωση.
Ιδού ωρισμένες σκέψεις μετά από σχετικά μακρά θητεία στην ανώτατη εκπαίδευση.
Ι. Κατάργηση της δωρεάν διανομής των συγγραμμάτων για τους εξής λόγους: 1. Το μέτρο, μοναδικό παγκοσμίως, είχε ληφθεί από την χούντα του 1967 για να εξαγοράσει την ανοχή των φοιτητών. Μου φαίνεται ότι το σημερινό πολιτικό καθεστώς διαθέτει την απαραίτητη δημοκρατική νομιμοποίηση για να μην έχει ανάγκη να εξαγοράσει τις συνείδησεις των φοιτητών. 2. Πρόκειται για μέτρο αντιπαιδαγωγικό γιατί ενισχύει την συνήθεια της αποστήθισης που έχουν αποκτήσει οι φοιτητές στο λύκειο 3. Είναι αντιεπιστημονικό γιατί ενισχύει την αντίληψη για την αυθεντία της τυπωμένης σελίδας, αντίληψη που πολεμάται μόνο με την συγκριτική μελέτη πολλαπλής βιβλιογραφίας.
Οι σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες προσφέρουν μοναδική ευκαιρία για την λήψη ενός μέτρου που δεν θα υποβαθμίσει αλλά αντιθέτως θα βελτιώσει το έργο των Α.Ε.Ι.. Αρκεί μέρος μόνον του κονδυλίου που διατίθεται για την κατανάλωση βιβλίων, να επενδυθεί για τον εμπλουτισμό των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών.
ΙΙ. Η μεγαλύτερη αυτονομία των ιδρυμάτων, που ζητούν πολλοί, μεταξύ άλλων και η Σύνοδος των Πρυτάνεων, πρέπει, αν εκχωρηθεί από την κυβέρνηση, να συνδυαστεί με πολύ αυστηρούς ελέγχους από το Ελεγκτικό Συνέδριο, τους Επιθεωρητές της Δημόσιας Διοίκησης και τα εντός των ιδρυμάτων αντίβαρα του πρυτανικού συμβουλίου. Και τούτο διότι η αυτονομία συχνά μεταφράζεται σε ανεξέλεγκτες ουσιαστικά σπατάλες. Η υιοθέτηση του διπλογραφικού συστήματος και η υποχρέωση σύνταξης και τήρησης ισοσκελισμένων προϋπολογισμών πρέπει επίσης να θεσμοθετηθεί.
ΙΙΙ. Οι φοιτητές πρέπει, μέσω των συλλόγων τους, να συμμετέχουν στα όργανα, εκλέγοντας τους δικούς τους αντιπροσώπους ο αριθμός των οποίων πρέπει να είναι περιορισμένος.
ΙV. Στο πανεπιστήμιο αξιολογούνται οι διδάσκοντες, οι διδασκόμενοι αλλά όχι το διοικητικό προσωπικό. Πρέπει να γίνει γι’αυτό μια πρόβλεψη. Οι προαγωγές πρέπει να γίνονται κατ’εκλογή κι όχι κατ’αρχαιότητα από ειδικό συμβούλιο του κάθε ιδρύματος. Επίσης κάθε πρόσληψη διοικητικού υπαλλήλου πρέπει να γίνεται μέσω του ΑΣΕΠ κι όχι απ’ευθείας από τα ιδρύματα.
V. Οι οδυνηρές αλλά απαραίτητες συγχωνεύσεις τμημάτων και ολόκληρων ιδρυμάτων δεν πρέπει να γίνουν αποκλειστικά και μόνον προς όφελος των κεντρικών Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι.
Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΜΕΛΩΝ Δ.Ε.Π.
Μέχρι τώρα δεν υπήρξε ένας γενικό πλαίσιο με βάση το οποίο καθορίζονται οι ανάγκες σε προσωπικό μελών Δ.Ε.Π. και του αντικειμένου τους. Έτσι, πολλές θέσεις μελών Δ.Ε.Π. έχουν απίστευτες ονομασίες, ώστε να αποκλείσουν πιθανούς συνυποψηφίους. Χωρίς κανένα οργανόγραμμα ή καμία σύνδεση με το πρόγραμμα σπουδών ή το ερευνητικό προφίλ ενός τμήματος, προκηρύχτηκαν πολλές θέσεις μελών ΔΕΠ. Προτείνονται λοιπόν τα εξής:
1. Να εφαρμοστεί η διάταξη από τον νόμο Γιαννάκου, σύμφωνα με την οποία όλα τα μέλη ΔΕΠ θα προχωρήσουν σε αλλαγή του αντικειμένου της θέσεως τους, στο πλαίσιο της ομαδοποίησης των αντικειμένων των θέσεων τους, με βάση τα κυρίαρχα γνωστικά αντικείμενα του τομέα ή τμήματος.
2. Να απαγορεύεται η προκήρυξη νέων θέσεων μελών Δ.Ε.Π. με σύνθετα αντικείμενα.
3. Να απαγορευτούν όλες οι νέες προκηρύξεις μελών ΔΕΠ, μέχρι που να διεξαχθεί αναλυτικός έλεγχος και καταγραφή των προγραμμάτων σπουδών και των διδακτικών ελλείψεων και αντιστοίχηση με τα υπάρχοντα μέλη ΔΕΠ. Η έκθεση αυτή να διαπιστώνει συγκεκριμένα μαθήματα ή τομείς αντικειμένων που δεν θεραπεύονται στην παρούσα φάση. Στην έκθεση αυτή προσδιορίζονται οι ελλείψεις σε μέλη ΔΕΠ, με μια σχετική ιεράρχηση των αντικειμένων, ξεκινώντας από τα απαραίτητα. Μετά την έγκριση της έκθεσης από το ΥΠΕΠΘ ή και από διεθνείς κριτές, όλες οι νέες προσλήψεις θα γίνονται με βάση αυτή την έκθεση χωρίς καμία περαιτέρω τροποποίηση του αντικειμένου της υπό προκήρυξη θέσης. Στην ουσία πρόκειται για τον τετραετή σχεδιασμό που προτάθηκε και υποτίθεται ότι λειτουργεί στα πανεπιστήμια, αλλά δεν εφαρμόζεται. Εάν λοιπόν, όλες οι θέσεις μελών Δ.Ε.Π. είναι προσδιορισμένες και καθορισμένες, τότε ο κάθε πρόεδρος τμήματος δεν μπορεί να προκηρύσσει ότι θέση θέλει με βάση τους συσχετισμούς σε ένα τμήμα.
4. Σε κάθε περίπτωση, κάθε νέα προκήρυξη θα πρέπει να συνδέεται με α) διαπιστωμένες ελλείψεις στην διδασκαλία βασικών αντικειμένων στο πλαίσιο ενός προγράμματος σπουδών β) σύνδεση του υπό προκήρυξη αντικειμένου με τον σχεδιασμό του τμήματος γ) διαπιστωμένη ανάγκη δημιουργίας ερευνητικής μάζας στο εν λόγω αντικείμενο. δ) Να συνοδεύεται από πλήρως αιτιολογημένη έκθεση στην οποία θα παρουσιάζονται και θα αναδεικνύονται οι ανάγκες στο υπό προκήρυξη αντικείμενο, που οδηγούν σε πρόσληψη νέου μέλους ΔΕΠ και να φαίνεται ακριβώς γιατί το εν λόγω αντικείμενο δεν θεραπεύεται από τα υπάρχοντα μέλη ΔΕΠ.
Β. ΘΕΣΠΙΣΗ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ –ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΛΟΥΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ – ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ (ΔΕΠ):
Σε όλες, μα όλες, τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, έχουν θεσπιστεί όσο το δυνατό αντικειμενικότερα κριτήρια επιλογής προσωπικού. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί το ίδιο δεν μπορεί να ισχύσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για παράδειγμα, με βάση τον μεγάλο ανταγωνισμό για εύρεση εργασίας, εάν κάποιος δεν διαθέτει άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας και βασικές δεξιότητες χρήσης Η/Υ, δεν έχει σχεδόν καμία πιθανότητα να προσληφθεί ούτε ως κλητήρας στο δημόσιο. Στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το πλαίσιο σταδιακά ενσωματώνει μέσα στον βαθμό που λαμβάνει ο υποψήφιος εκπαιδευτικός στον κεντρικό διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και διάφορα άλλα προσόντα όπως π.χ. κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου, κατοχή διδακτορικού τίτλου, κ.λ.π.
Η πρόσληψη εκπαιδευτικών σε δομές του Ι.ΔΕ.ΚΕ. (Σχολεία δεύτερης ευκαιρίας – σχολεία για μετανάστες) μάλιστα έχει συγκεκριμένη μοριοδότηση σε πολλά πιθανά προσόντα που μπορεί να διαθέτει ένας υποψήφιος π.χ. ένα πτυχίο, δεύτερο πτυχίο, συναφές ή μη – συναφές μεταπτυχιακό ή μεταπτυχιακό στην εκπαίδευση ενηλίκων, επαγγελματική εμπειρία, επιμόρφωση αλλά και δημοσιεύσεις και συγγραφή βιβλίων. Όλα είναι θεσμοθετημένα και οι κανόνες του παιχνιδιού είναι γνωστοί για όλους τους υποψηφίους. Μάλιστα, στην τελευταία προκήρυξη του Ι.ΔΕ.ΚΕ όλοι οι υποψήφιοι, και μάλιστα, χιλιάδες υποψήφιοι, κατάθεσαν ΜΟΝΟ ηλεκτρονικά τις αιτήσεις τους, μειώνοντας έτσι σημαντικά την γραφειοκρατία αλλά και την ταλαιπωρία τόσο των υποψηφίων όσο και της διοίκησης.
Τώρα θα μου πείτε, δεν θα πρέπει να διαφέρει η διαδικασία πρόσληψης εκπαιδευτικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με την έννοια ότι η πανεπιστημιακή κοινότητα θα πρέπει να διαθέτει την απαραίτητη σοφία αλλά και την ικανότητα να διακρίνει το μέλλον στο πρόσωπο ενός υποψηφίου λέκτορα ή την προοπτική εξέλιξης σε έναν νυν συνάδελφο; Εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι δυστυχώς δεν μπορεί να χειριστεί αξιοκρατικά το σύστημα. Και δεν μπορεί, για δύο λόγους α) ένα μέρος των ακαδημαϊκών ΔΕΠ, προσλήφθηκαν χωρίς να διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και β) ένα άλλο μέρος των μελών ΔΕΠ, και αυτό δεν είναι κακό…αφού έτσι είναι η ζωή, δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τις ταχείες εξελίξεις της επιστήμης και της κοινωνίας, οπότε αδυνατούν να δεχτούν την πρόσληψη νέων επιστημόνων που είναι καλύτεροι από αυτούς. Δεν θα υπεισέλθω όμως σε μια διαδικασία σύγκρουσης με μερίδα της πανεπιστημιακής κοινότητας. Έτσι ήταν το πλαίσιο, έτσι ήταν το σύστημα το οποίο μάλλον δεν έφτιαξαν αυτοί…και συνεπώς δεν πρέπει να αναζητούμε συγκεκριμένες ευθύνες και να ανάγουμε την διαδικασία αυτή της συζήτησης σε μια μάχη χαρακωμάτων και συμφερόντων η οποία μόνο σε βάρους του προσωπικού και του πανεπιστημίου θα καταλήξει.
Καταλαβαίνω ότι η ιδέα της θέσπισης κριτηρίων εξέλιξης ή πρόσληψης ενός μέλους Δ.Ε.Π. ανά τμήμα/άνα πανεπιστήμιο, μπορεί να οδηγήσει σε ένας είδος ανταγωνισμού μεταξύ πανεπιστημίων και τμημάτων σχετικών με τη εξέλιξη των μελών Δ.Ε.Π. Με τα υπάρχοντα όμως δεδομένα, αυτό δείχνει εξωπραγματικό. Προτείνω, με βάση όσα προανέφερα, να θεσπιστεί ένα πλαίσιο ελάχιστων κριτήριων εξέλιξης ή εκλογής για κάθε πανεπιστήμιο, στο πλαίσιο της λειτουργίας του Ι.ΔΕ.ΚΕ.
Γ. ΒΑΣΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ ΚΡΙΣΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΛΟΥΣ ΔΕΠ
Προτείνω ότι τα κριτήρια αξιολόγησης πρέπει να είναι όσο πιο αντικειμενικά γίνεται και να βασίζονται στο έργο του μέλους ΔΕΠ σε τρείς τομείς:
a. Ερευνητικό
b. Διδακτικό
c. Διοικητικό – Λοιπές Δραστηριότητες
Όσον αφορά την έρευνα, και τα κριτήρια εκλογής, θα πρέπει να υπάρξει μια αναθεώρηση των ελάχιστων κριτηρίων πρόσληψης για κάθε βαθμίδα. Τα κριτήρια θα πρέπει να βασίζονται σε παράγοντες όπως:
1. Αριθμός δημοσιεύσεων
2. Δείκτης σημαντικότητας δημοσιεύσεων
3. Αριθμό προσκεκλημένων ομιλιών σε συνέδρια.
4. Αριθμό επιστημονικών περιοδικών στα οποία συμμετέχει ως κριτής
5. Αριθμός διδακτορικών διατριβών και μεταπτυχιακών διατριβών τις οποίες επέβλεψαν
6. Αριθμό συγγραμμάτων
7. Αριθμό παρουσιάσεων σε συνέδρια
8. Μέγεθος ερευνητικών προγραμμάτων
9. Διπλώματα ευρεσιτεχνίας
10. Διεθνείς διακρίσεις
κ.λ.π.
Πέρα από την κατοχή διδακτορικού τίτλου, απαραίτητες προϋποθέσεις για την κατάθεση δικαιολογητικών θα πρέπει να είναι α) Η άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας, η οποία θα αποφασίζεται ανάλογα με τον θεματικό τομέα και την σχολή β) Η διαπιστωμένη γνώση χειρισμού Η/Υ.
Σε επόμενη φάση, θα μπορούσε να προχωρήσει η διαδικασία θέσπισης αντικειμενικών κριτηρίων για εξέλιξη στην επόμενη βαθμίδα, η οποία όμως θα είναι κοινή για όλα τα ιδρύματα και τα αντίστοιχα θεματικά αντικείμενα. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα μπορεί κάποιος να εκλέγεται επίκουρος σε ένα πανεπιστήμιο με 1 δημοσίευση και σε ένα άλλο με 50 δημοσιεύσεις.
Η θέσπιση ελάχιστων αντικειμενικών κριτηρίων στην αξιολόγηση του προσωπικού θα περιορίσει σε μεγάλο βαθμό την υποκειμενική αξιολόγηση, την παθογένεια της εξάρτησης μεταξύ της κατώτερης και ανώτερης βαθμίδας, και την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αξιολόγηση των προσόντων ενός μέλους ΔΕΠ και από διεθνείς κριτές. Είτε είναι διεθνείς οι κριτές είτε δεν είναι, όταν κάποιο μέλος ΔΕΠ εμφανίζει έργο, αυτό (ευτυχώς) δεν κρύβεται. Στην εποχή της ταχύτατης ροής των πληροφοριών, δεν είναι δυνατό να κρυφτεί το αξιόλογο έργο.
Επιπλέον, εάν υπάρχουν άλλα κριτήρια ανάμεσα σε πανεπιστήμια, τότε αυτό προσκρούει και στις διατάξεις του Συντάγματος περί ισότητας των πολιτών και ισότητας των ευκαιριών.
Όσον αφορά στο διδακτικό και διοικητικό έργο, η διαδικασία αξιολόγησης είναι εξαιρετικά πιο δύσκολη. Με τίποτα, όμως, δεν πιστεύω ότι είναι λιγότερο σημαντική από αυτής της έρευνας.
Στην εισαγωγική βαθμίδα, όποια και εάν είναι τελικά αυτή, είναι δύσκολο να κρίνει κανείς την διδακτική ικανότητα του υποψηφίου, αφού στην πλειονότητα των περιπτώσεων, πρόκειται για άτομα που μόλις τελείωσαν το διδακτορικό τους και δεν διαθέτουν εργασιακή εμπειρία. Ακόμη και η διαδικασία παρουσίασης από τον υποψήφιο στους φοιτητές με την παρουσία των εκλεκτόρων δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ αλλά και εάν εφαρμοστεί είναι άδικη προς τον υποψήφιο αλλά και εντελώς υποκειμενική (και άνετα μπορεί να γίνει καθοδηγούμενη….).
Εδώ, η επιλογή του υποψηφίου θα πρέπει να βασίζεται α) στην τυχόν διδακτική εμπειρία που έχει σε διάφορα ιδρύματα β) κατοχή τίτλου στην διδασκαλία του αντικειμένου πέρα του βασικού πτυχίου και άλλα σχετικά προσόντα. Σε κάθε περίπτωση, η κάθε προκήρυξη θα πρέπει για όλα αυτά να προσδιορίζει ακριβώς τον τύπο των προσόντων αλλά και την μοριοδότησή τους, χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο. Φυσικά, στην περίπτωση της πρόσληψης ενός νέου μέλους ΔΕΠ, η έννοια της εξέλιξης αυτή την σημασία έχει. Εάν κάποιος δεν κάνει για αυτή τη δουλειά, πρέπει να αποχωρήσει όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλον τον κόσμο.
Στην περίπτωση της εξέλιξης ενός μέλους ΔΕΠ, τα κριτήρια που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν είναι:
1. Αριθμό ωρών διδασκαλίας / εβδομάδα
2. Αποτελέσματα της (ανώνυμης) αξιολόγησης των μαθημάτων (όπως κρίνονται από τους φοιτητές) που διδάσκει ο καθηγητής των τελευταίων 3 ετών σε προπτυχιακό επίπεδο
3. Αριθμός των διπλωματικών εργασιών που επέβλεψε το μέλος ΔΕΠ
4. Αριθμός μεταπτυχιακών διατριβών που επέβλεψε το μέλος ΔΕΠ
5. Αριθμός διδακτορικών διατριβών που επέβλεψε το μέλος ΔΕΠ
6. Αριθμό διοικητικών επιτροπών στα οποία συμμετείχαν μαζί με την αντίστοιχη λεπτομερή αναφορά σχετικά με το έργο που παρήγαγαν ως μέλη αυτών των επιτροπών
7. Τυχόν απόκτηση τίτλων διδακτικής από τον υποψήφιο
8. Τυχόν διδακτική εμπειρία σε δομές της εκπαίδευσης
9. Τυχόν διδακτική εμπειρία σε άλλο πανεπιστήμιο του εξωτερικού π.χ workshops ή μεταπτυχιακά προγράμματα ή Erasmus (η οποία πρέπει να μοριοδοτείται περισσότερο)
Επίσης, θα πρέπει να προσδιορίζονται όχι μόνο τα ελάχιστα αλλά και τα μέγιστα όρια στα προσόντα τα οποία πρέπει να διαθέτει κάποιος για την κατάληψη μιας βαθμίδας. Δηλαδή, δεν μπορεί ένας καθηγητής διεθνούς φήμης να διαγωνίζεται για μια θέση λέκτορα, είναι πασιφανές ότι τα προσόντα του υπερκαλύπτουν τις ανάγκες της θέσης και αυτό θα συνεπάγεται προβλήματα στην ιεραρχία και την λειτουργία του μέλους ΔΕΠ (είναι αυτό που ονομάζεται στις αγγλοσαξονικές χώρες ως “overqualified”).
Τα παραπάνω μπορούν να προσδιοριστούν επακριβώς και να γίνει η αντίστοιχη ποσόστωση τους, ανάλογα με την βαθμίδα στην οποία εξελίσσεται το μέλος ΔΕΠ.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΛΟΓΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΛΟΥΣ Δ.Ε.Π. ΣΕ ΔΥΟ ΣΤΑΔΙΑ: Α. ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΥΠΟΒΟΛΗ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΑΠΟ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΚΡΙΤΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑΔΙΟ Β. ΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΟΛΙΓΟΜΕΛΕΣ ΕΚΛΕΚΤΟΡΙΚΟ ΣΩΜΑ.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Η διαδικασία εξέλιξης θα πρέπει να γίνεται σταδιακά με τη βοήθεια του διαδικτύου:
1. Το μέλος ΔΕΠ έχει ένα κωδικό σε μια ειδικά διαμορφωμένη ιστοσελίδα του υπουργείου και καταθέτει το βιογραφικό του, μαζί με αίτηση και μια λίστα των ερευνητικών του δημοσιεύσεων και των ερευνητικών πεπραγμένων του.
2. Στη συνέχεια η αξιολόγηση του έργου γίνεται από τρείς κριτές (έλληνες ή διεθνείς ειδικούς) ηλεκτρονικά και κοινοποιούνται στο υπουργείο και στο τμήμα.
3. Η πρόταση των εισηγητών βαθμολογείται με παρόμοιο τρόπο με αυτόν που κρίνονται τα διεθνή ερευνητικά προγράμματα και κοινοποιείται στο μέλος ΔΕΠ και εάν είναι θετική, τότε ξεκινά η διαδικασία εκλογής.
4. Δηλαδή, συγκροτείται ένα ολιγομελές σώμα εκλεκτόρων (π.χ. επτά εκλέκτορες), με ειδικούς από όλα τα τμήματα αλλά και μέσα από το οικείο τμήμα. Το σώμα, θα πρέπει να αποφασίζει με βάση την θετική κρίση (από τους διεθνείς κριτές) του ερευνητικού έργου του υποψηφίου εάν το λοιπό διδακτικό και λοιπό έργο του υποψηφίου τον καθιστά ικανό για κατάληψη της θέσης μέλους ΔΕΠ. Με αυτό τον τρόπο η διαδικασία γίνεται πιο αντικειμενική, αδιαφανής και με μικρότερους πόρους. Φανταστείτε το μέγεθος του οικονομικού κόστους κάλυψης εξόδων 2- 3 διεθνών κριτών σε κάθε εκλογή;
ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Για την εκλογή στην εισαγωγική βαθμίδα (Επίκουρου Καθηγητή) απαιτούνται:
Προϋποθέσεις υποβολής υποψηφιότητας
i) Γνώση ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπως ορίζεται από τον Α.Σ.Ε.Π.
ιι) Άριστη Γνώση τουλάχιστον μιας ξένης γλώσσας, όπως ορίζεται από τον Α.Σ.Ε.Π.
ΙΙ) κατοχή συναφούς διδακτορικού διπλώματος
Ερευνητικό έργο
i) Το ελάχιστον δέκα πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά, όπως αυτές καταχωρούνται από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, εκ των οποίων, τουλάχιστον τέσσερις είναι αυτοδύναμες και οι υπόλοιπες σε συνεργασία με άλλους ερευνητές ή πρωτότυπη επιστημονική μονογραφία πέρα από τη διδακτορική διατριβή ή συνδυασμός των παραπάνω. Ο συνολικός αριθμός δημοσιεύσεων προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 35%, με ένα μέγιστο αριθμό δημοσιεύσεων τις τριάντα (30).
ιι) Το ελάχιστον δέκα παρουσιάσεις σε συνέδρια του υπό προκήρυξη αντικειμένου στις οποίες είναι πρώτος συγγραφέας, εκ των οποίων πέντε πρέπει να αφορά διεθνείς συνέδρια. Ο συνολικός αριθμός παρουσιάσεων προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 10%, με ένα μέγιστο αριθμό παρουσιάσεων τις τριάντα (30).
ιii) Το ελάχιστον 20 ετεροαναφορές με βάση διεθνείς λίστες δεδομένων, όπως αυτές καταχωρούνται από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης. Ο συνολικός αριθμός ετεροαναφορών προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%, με ένα μέγιστο αριθμό ετερο-αναφορών τις τριάντα (30).
Διδακτικό έργο
i) Τουλάχιστον τέσσερα χρόνια αυτοδύναμης διδασκαλίας, μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος, στο γνωστικό αντικείμενο του Τομέα ή τουλάχιστο δύο χρόνια εργασίας σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα της χώρας ή της αλλοδαπής ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο ή συνδυασμός των παραπάνω. Ο συνολικός αριθμός ετών διδασκαλίας προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 25%, με ένα μέγιστο αριθμό ετών διδασκαλίας τα οκτώ (8) έτη.
ii) Συνεκτιμάται σε ποσοστό 5% της τελικής αξιολόγησης του υποψηφίου η κατοχή μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου, πέρα από αυτού στο βασικό υπό προκήρυξη αντικείμενο, με θέμα την διδακτική του αντικειμένου ακαδημαϊκό χώρο.
iii) Συνεκτιμάται σε ποσοστό 5% της τελικής αξιολόγησης του υποψηφίου, η διδακτική εμπειρία σε θέματα που αφορούν το υπό προκήρυξη αντικείμενο σε ενήλικες, από την θεσμοθετημένη δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση όπως αυτή ορίζεται και γίνεται αποδεκτή από τη σχετική νομοθεσία.
Διοικητικό έργο: Συνεκτιμάται σε ποσοστό 5% της τελικής αξιολόγησης του υποψηφίου,τυχόν διοικητική εμπειρία του υποψηφίου σε θέματα που αφορούν την εκπαίδευση
Λοιπές δραστηριότητες: Συνεκτιμάται σχετικό συναφές έργο – δραστηριότητα του υποψηφίου σε ποσοστό 10% της τελικής αξιολόγησης του υποψηφίου
Για την εκλογή θα συνεκτιμάται κατά πόσο το συνολικό έργο του υποψηφίου θεμελιώνει προοπτικές ακαδημαϊκής εξέλιξής του.
Για την εκλογή ή εξέλιξη σε θέση Αναπληρωτή Καθηγητή απαιτούνται:
Ερευνητικό έργο
ii) i) Το ελάχιστον είκοσι πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά, όπως αυτές καταχωρούνται από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, εκ των οποίων, τουλάχιστον δέκα είναι αυτοδύναμες και οι υπόλοιπες σε συνεργασία με άλλους ερευνητές. Ο συνολικός αριθμός δημοσιεύσεων προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 20%, με ένα μέγιστο αριθμό δημοσιεύσεων τις τριάντα (50).
ιι) Τουλάχιστον δύο πρωτότυπες επιστημονικές μονογραφίες πέρα από τη διδακτορική διατριβή
ιι) Το ελάχιστον σαράντα παρουσιάσεις σε συνέδρια του χώρου στις οποίες είναι πρώτος συγγραφέας, εκ των οποίων δεκαπέντε πρέπει να αφορά διεθνείς συνέδρια. Ο συνολικός αριθμός παρουσιάσεων προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%, με ένα μέγιστο αριθμό παρουσιάσεων τις πενήντα (50).
ιii) Το ελάχιστον 50 ετεροαναφορές, σε διεθνείς βάσεις δεδομένων, όπως αυτές καταχωρούνται από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης. Ο συνολικός αριθμός ετεροαναφορών προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%, με ένα μέγιστο αριθμό ετερο-αναφορών τις εκατό (100).
iii) Απόδειξη διεκδίκησης ερευνητικών προγραμμάτων μέσω κατάθεσης Παραστατικών συμμετοχής σε ερευνητικά προγράμματα με διαγωνισμό με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 2%,
v) Τουλάχιστον 5 προσκεκλημένες ομιλίες στο θεματικό αντικείμενο, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 2%
vi) Αποδεδειγμένα κριτής σε 4 επιστημονικά περιοδικά του χώρου, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 3%,
vii) Επίβλεψη με την ιδιότητα του επιβλέποντος μέλους ΔΕΠ πέντε τουλάχιστον μεταπτυχιακών διατριβών που έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περάτωσή της, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 2%,
viii) Επίβλεψη με την ιδιότητα του επιβλέποντος μέλους ΔΕΠ τουλάχιστον μια διδακτορικής διατριβής που έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περάτωσή της, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 2%,
X) Συμμετοχή στην τριμελή επιτροπή επίβλεψης τουλάχιστον μια διδακτορικής διατριβής που έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περάτωσή της, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 2%,
X) Τεκμηριωμένη προώθηση νέων ερευνητών, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 2%,
Διδακτικό έργο
i) Τουλάχιστον επτά χρόνια αυτοδύναμης διδασκαλίας, μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος, στο γνωστικό αντικείμενο του Τομέα ή τουλάχιστο έξι χρόνια εργασίας σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα της χώρας ή της αλλοδαπής ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο ή συνδυασμός των παραπάνω. Ο συνολικός αριθμός ετών διδασκαλίας προσμετράται στην τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 10%, με ένα μέγιστο αριθμό ετών διδασκαλίας τα δώδεκα (12) έτη.
ii) Συνεκτιμάται η κατοχή μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου, πέρα από αυτού στο βασικό υπό προκήρυξη αντικείμενο, με θέμα την διδακτική του αντικειμένου ακαδημαϊκό χώρο, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%,
iii) Συνεκτιμάται η διδακτική εμπειρία σε θέματα που αφορούν το υπό προκήρυξη αντικείμενο σε ενήλικες, από την θεσμοθετημένη δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση όπως αυτή ορίζεται και γίνεται αποδεκτή από τη σχετική νομοθεσία, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%,
ΙV) Συνεκτιμάται η διαπιστωμένη διδακτική εμπειρία σε διεθνείς οργανισμούς, πανεπιστήμια και επιστημονικές ενώσεις στο πλαίσιο οργανωμένων και θεσμοθετημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%,
V) Συνεκτιμώνται τα αποτελέσματα της (ανώνυμης) αξιολόγησης των μαθημάτων (όπως κρίνονται από τους φοιτητές) που διδάσκει ο καθηγητής των τελευταίων 3 ετών σε προπτυχιακό επίπεδο. Σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης, η εξέλιξη του μέλους ΔΕΠ πρέπει να απορρίπτεται. με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 15%,
Διοικητικό έργο
Αποδεδειγμένη συμμετοχή σε επιτροπές της διοίκησης της σχολής μαζί τα αντίστοιχα πορίσματα που αντιστοιχούν στο έργο της κάθε μια από αυτές τις επιτροπές, με συντελεστή συνεισφοράς την τελική αξιολόγηση του υποψηφίου σε ποσοστό 5%,
Για την εκλογή θα συνεκτιμάται κατά πόσο το συνολικό έργο του υποψηφίου θεμελιώνει προοπτικές ακαδημαϊκής εξέλιξής του.
Για την εκλογή ή εξέλιξη σε θέση Καθηγητή απαιτούνται:
Ερευνητικό έργο
i) Το ελάχιστον σαράντα πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά εκ των οποίων, τουλάχιστον δέκα είναι αυτοδύναμες και οι υπόλοιπες σε συνεργασία με άλλους ερευνητές.
ιι) Τουλάχιστον τέσσερις πρωτότυπες επιστημονικές μονογραφίες πέρα από τη διδακτορική διατριβή
ιι) Το ελάχιστον ογδόντα παρουσιάσεις σε συνέδρια του χώρου στις οποίες είναι πρώτος συγγραφέας, εκ των οποίων τριάντα πρέπει να αφορά διεθνείς συνέδρια.
ιii) Το ελάχιστον 200 ετεροαναφορές
iv) Λήψη τουλάχιστον ενός ερευνητικού (επιστημονικού) προγράμματος μετά από διαγωνισμό
v) Τουλάχιστον 10 προσκεκλημένες ομιλίες στο θεματικό αντικείμενο.
vi) Αποδεδειγμένα κριτής σε 6 επιστημονικά περιοδικά του χώρου
vii) Επίβλεψη με την ιδιότητα του επιβλέποντος μέλους ΔΕΠ δέκα τουλάχιστον μεταπτυχιακών διατριβών που έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περάτωσή της.
viii) Επίβλεψη με την ιδιότητα του επιβλέποντος μέλους ΔΕΠ τουλάχιστον τεσσάρων διδακτορικών διατριβών που έχουν ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περάτωσή της.
X) Συμμετοχή στην τριμελή επιτροπή επίβλεψης τουλάχιστον μια διδακτορικής διατριβής που έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς, από την έναρξη μέχρι την περάτωσή της.
X) Τεκμηριωμένη προώθηση νέων ερευνητών
Διδακτικό έργο
i) Τουλάχιστον δώδεκα χρόνια αυτοδύναμης διδασκαλίας, μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος, στο γνωστικό αντικείμενο του Τομέα ή τουλάχιστο έξι χρόνια εργασίας σε αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα της χώρας ή της αλλοδαπής ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο ή συνδυασμός των παραπάνω.
ii) Συνεκτιμάται η κατοχή μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου, πέρα από αυτού στο βασικό υπό προκήρυξη αντικείμενο, με θέμα την διδακτική του αντικειμένου ακαδημαϊκό χώρο.
iii) Συνεκτιμάται η διδακτική εμπειρία σε θέματα που αφορούν το υπό προκήρυξη αντικείμενο σε ενήλικες, από την θεσμοθετημένη δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση όπως αυτή ορίζεται και γίνεται αποδεκτή από τη σχετική νομοθεσία.
ΙV) Συνεκτιμάται η διαπιστωμένη διδακτική εμπειρία σε διεθνείς οργανισμούς, πανεπιστήμια και επιστημονικές ενώσεις στο πλαίσιο οργανωμένων και θεσμοθετημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
VI) Συνεκτιμώνται τα αποτελέσματα της (ανώνυμης) αξιολόγησης των μαθημάτων (όπως κρίνονται από τους φοιτητές) που διδάσκει ο καθηγητής των τελευταίων 3 ετών σε προπτυχιακό επίπεδο. Σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης, η εξέλιξη του μέλους ΔΕΠ πρέπει να απορρίπτεται.
Διοικητικό έργο
Αποδεδειγμένη συμμετοχή σε επιτροπές της διοίκησης της σχολής μαζί τα αντίστοιχα πορίσματα που αντιστοιχούν στο έργο της κάθε μια από αυτές τις επιτροπές
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΚΛΟΓΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΛΟΥΣ ΔΕΠ ΟΤΑΝ ΑΥΤΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ
Σήμερα όλες οι εκλογές των μελών ΔΕΠ ελέγχονται ως προς τη νομιμότητα τους, αφού αυτές γίνουν. Ο έλεγχος είναι απαραίτητος. Όμως, ένα μέρος των προβλημάτων προκύπτει από το γεγονός ότι κάθε τμήμα ή σχολή διεξάγει τις διαδικασίες εκλογής με ελαφρές αποκλίσεις από το νόμο ή με διαφοροποιήσεις. Έτσι, ειδικά σε περίπτωση πολλών συνυποψήφιων, γίνονται ενστάσεις και πολλές θέσεις μελών ΔΕΠ κρίνονται στα δικαστήρια. Επίσης, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει στάνταρτ διαδικασία, ο καθένας μπορεί να προσφύγει στην δικαιοσύνη αμφισβητώντας όλες τις διαδικασίες εκλογής ενός μέλους ΔΕΠ με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας!
Συνεπώς, υπάρχει μια επιτακτική ανάγκη αυτό να σταματήσει. Η θεσμοθέτηση αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης θα συνεισφέρει τα μέγιστα. Επιπλέον, όμως, προτείνεται σε επίπεδο πανεπιστημίου, να υπάρχει μια διαδικασία ελέγχου της διαδικασίας εκλογής από μια διοικητική επιτροπή όταν αυτή γίνεται και όχι όταν αυτή έχει συντελεστεί. Δηλαδή, με τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί ο Α.Σ.Ε.Π. θα μπορούσε να λειτουργήσει ένα συμβούλιο προσωπικού σε κάθε πανεπιστήμιο και το οποίο θα ελέγχει την διαδικασία εκλογής όταν αυτή διεξάγεται, τηρώντας έτσι τον νόμο και αποφεύγοντας έτσι την πιθανότητα άσκοπης ή σκόπιμης διεξαγωγής λάθους που θα επιφέρουν ακύρωση μιας εκλογής.
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Στην πιο κρίσιμη για τη χώρα περίοδο τα ελληνικά ιδρύματα επιβάλλεται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική της ανάκαμψη. Είναι κοινός τόπος ότι τα ιδρύματα εδώ και πολλά χρόνια ταλανίζονται από μεγάλα προβλήματα για τα οποία απαιτούνται άμεσες και ριζικές λύσεις. Με βάση αυτήν την κοινή διαπίστωση θεωρούμε ότι είναι υποχρέωση μας με υπευθυνότητα να αναζητήσουμε λύσεις και να καταθέσουμε προτάσεις που θα βγάλουν από τα αδιέξοδα του το εκπαιδευτικό σύστημα. Τα προβλήματα, οι στρεβλώσεις, οι αδυναμίες, και οι ανεπάρκειες είναι γνωστές. Επίσης γνωστή είναι η παταγώδης αποτυχία και τα μεγάλα αδιέξοδα που δημιούργησε η τελευταία νομοθετική ρύθμιση (N.3549/2007 Γιαννάκου).
Προς επίρρωση όλων αυτών αρκεί η επισήμανση της πρόσφατης έρευνας, που κατέδειξε ότι το 50% περίπου των φοιτητών μας εγκαταλείπουν οριστικά τις σπουδές τους. Κατά συνέπεια είναι περισσότερο από επιτακτική η ανάγκη να διαμορφωθεί ένα νέο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ιδρυμάτων τέτοιο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας και της χώρας. Για να αποφύγουμε ανεφάρμοστες ρυθμίσεις και πολιτικές που συντηρούν και διογκώνουν τα προβλήματα στο χώρο της παιδείας, πρέπει μέσα από έναν ειλικρινή και απροκατάληπτο διάλογο, να συμφωνήσουμε σε κάποιες βασικές αρχές που πρέπει να κανοναρχούν το εκπαιδευτικό μας σύστημα και ειδικότερα την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Πριν απ’ όλα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο προσανατολισμός της
εκπαίδευσης, ο χαρακτήρας και οι στοχεύσεις της. Ποιες ανάγκες πρέπει να υπηρετεί. Πως θα βοηθήσει στην ανάπτυξη της χώρας, στην τεχνολογική της πρόοδο, στις καινοτομες δράσεις. Πως θα αναπτύξει μια διαδραστικη σχέση με την κοινωνία και τους φορείς της. Πως θα καλλιεργήσει αρχές και αξίες μέσα από την παραγωγή του επιστημονικού, κοινωνικού και πολιτιστικού της έργου. Όλα αυτά προϋποθέτουν ένα ανοικτό, δημοκρατικό, δημόσιο, αυτοδιοικούμενο Πανεπιστήμιο-ΤΕΙ, απαλλαγμένο από τις παθογένειες, τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και τις αντιδραστικές δομές. Αυτοί πρέπει να είναι οι άξονες γύρω από τους
οποίους θα αναπτυχθεί το σύγχρονο Πανεπιστήμιο-ΤΕΙ. Σε αυτά τα αιτούμενα το κείμενο διαβούλευσης που κατέθεσε το υπουργείο δεν ανταποκρίνεται. Κινείται σε άλλη κατεύθυνση και από αυτήν την άποψη δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη ενός δημιουργικού διαλόγου και επεξεργασίας θέσεων σε μια προοδευτική κατεύθυνση. Προσεγγίσεις επί των προτάσεων όπως αποτυπώνονται στο κείμενο διαβουλευσης.
Ένα από τα μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ιδρύματα
είναι η υποχρηματοδότηση και η κακή διαχείριση των κονδυλίων. Για το θέμα αυτό οι προτάσεις που κατατίθενται είναι ασαφείς και χωρίς επαρκή μελέτη. Σε κάθε περίπτωση η σύνδεση της χρηματοδότησης με την απόδοση των ιδρυμάτων και η αυτόνομη δράση των ιδρυμάτων στην κατεύθυνση αναζήτησης κονδυλίων από την αγορά, θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα και θα υποτάξει την παραγωγή επιστημονικού έργου στα συμφέροντα των ιδιωτών, αλλοιώνοντας το δημόσιο χαρακτήρα τους. Ένα παράγωγο πρόβλημα αυτής της εξέλιξης θα είναι η ανάπτυξη ιδρυμάτων πολλών ταχυτήτων. Ένα ίδρυμα για παράδειγμα, το οποίο για λόγους που αφορούν την ανεπαρκή διοίκηση του δεν αποδίδει τα προσδοκώμενα, θα τιμωρηθεί με μείωση των κονδυλίων του και θα μείνει χωρίς την αναγκαία χρηματοδότηση του με αποτέλεσμα να βουλιάξει στην ανυπαρξία. Επομένως δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο η απόδοση, ούτε μπορεί να αποτελεί κίνητρο για αποδοτικότητα και ποιότητα σπουδών ενός ιδρύματος η άμιλλα και τα μπόνους που θα λάβει υπό μορφή κονδυλίων. Σε κάθε περίπτωση η χρηστή οικονομική διαχείριση απαιτεί τη διασφάλιση ενός καθεστώτος διαφάνειας, έλεγχου και λογοδοσίας τέτοιο που να αποτρέπει την εμφάνιση φαινόμενων κακοδιαχείρισης. Επί του συγκεκριμένου θέματος οι προβλέψεις του κειμένου είναι ανύπαρκτες και όσα αναφέρονται είναι γενικόλογα και ασαφή. Πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα είναι η έλλειψη των κονδυλιών που απαιτούνται για την βελτίωση των υποδομών και την εν γένει καλή λειτουργία των ιδρυμάτων, παράγοντας καθοριστικός για την
μεγιστοποίηση της απόδοσης τους και της επιστημονικής τους
επάρκειας. Το πρόβλημα αυτό γίνεται ιδιαίτερα οξύ με την περικοπή των κονδυλίων σε ποσοστά που ξεπερνούν το 30% στα πλαίσια της εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής.
Το θέμα του αριθμού των ιδρυμάτων και η διασπορά τους στην
επικράτεια με ανορθολογικά κριτήρια, είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί στα πλαίσια του νέου νόμου. Η κατασπατάληση πόρων και έμψυχου δυναμικού όλα αυτά τα χρόνια ήταν ολέθρια. Δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες του τόπου και του λάου η πανσπερμία ιδρυμάτων σε μικρές επαρχιακές πόλεις στο όνομα της «περιφερειακής ανάπτυξης και της αποκέντρωσης». Τα 40 ιδρύματα σε μια χώρα σαν την Ελλάδα είναι μια πολυτέλεια. Δεν μπορούν να λειτουργούν τμήματα με 4 και 5 φοιτητές όπως συμβαίνει με κάποια ΤΕΙ της περιφέρειας ούτε βέβαια έχει λόγο ύπαρξης ένα Πανεπιστημιακό ίδρυμα με 2 και 3 τμήματα και με ελάχιστους φοιτητές, όπως είναι τα πανεπιστήμια της Δυτικής και Στερεάς Ελλάδας. Επομένως επιβάλλεται η συνένωση κάποιων ιδρυμάτων. Αυτό που αποτελεί αντικείμενο συζήτησης είναι ο τρόπος και τα κριτήρια με τα οποία θα προχωρήσουμε σ’ αυτές τις
λύσεις και οπωσδήποτε δεν μπορεί να νοηθεί η απόλυση συναδέλφων με οποιαδήποτε σχέση εργασίας.
Οι αλλαγές που προτείνονται στο επίπεδο της Διοίκησης των ιδρυμάτων εγείρουν πολλές αντιδράσεις και γεννούν προβληματισμό. Στο συγκεκριμένο θέμα, το κείμενο επίσης βρίθει ασαφειών και αντιφάσεων. Προτείνεται ένα συμβούλιο διοίκησης το οποίο ουσιαστικά θα διαχειρίζεται όλα τα θέματα και θα θέτει τους στόχους, στο οποίο θα συμμετέχουν εκτός των πανεπιστημιακών και άλλες προσωπικότητες και εκπρόσωποι φορέων. Τα ερωτήματα που τίθενται είναι: πόσοι και ποιοι εξωπανεπιστημιακοί φορείς θα εκπροσωπούνται, αν θα είναι δηλαδή πλειοψηφία στο όργανο διοίκησης? Κατά πόσο ο εξωπανεπιστημιακος πρόεδρος γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες της λειτουργίας των ιδρυμάτων? Και εν πάσει περιπτώσει για ποια αυτοτέλεια μιλάμε όταν η διοίκηση του ιδρύματος θα ασκείται από μη πανεπιστημιακούς?
Κατά την άποψη μας το υπάρχον σχήμα διοίκησης αποδείχθηκε
αναποτελεσματικό και εν πολλοίς ευθύνεται για τα μεγάλα προβλήματα, και τις στρεβλώσεις που έχουν σωρευτεί. Κατά συνέπεια πρέπει να γίνουν ριζικές αλλαγές. Ένα σχήμα στο οποίο θα υπάρχει η εκπροσώπηση φορέων της κοινωνίας δεν μας βρίσκει αντίθετους, αφού τα ιδρύματα υπάρχουν και λειτουργούν στο όνομα της κοινωνίας. Όμως υπάρχουν πολλά σημεία που χρίζουν διευκρινίσεων. Τον προβληματισμό μας εντείνει η ενδεχόμενη δυαρχία σύμφωνα με την οποία ο πρύτανης θα περιορίζεται σε αρμοδιότητες που άπτονται των ακαδημαϊκών θεμάτων, ενώ παράλληλα το συμβούλιο διοίκησης (πως θα οριστεί, με ποια δημοκρατική νομιμοποίηση ?) θα καταστρώνει τη
στρατηγική. Η πρόταση που κατατίθεται για προκήρυξη της θέσης του Πρύτανη ή του Προέδρου του ΤΕΙ, θεωρούμε ότι δεν μπορεί να
αντιστοιχηθεί με την ελληνική πραγματικότητα και κρίνεται από
λαθεμένη έως και απίστευτη.
Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες προβλέψεις για το διοικητικό προσωπικό και οι αόριστες παραπομπές (εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας) που γίνονται για τον κλάδο μας, μόνο σε ανησυχία
μπορούν να μας βάλουν. Οι προθέσεις για συνενώσεις ιδρυμάτων με ταυτόχρονη δυνατότητα του διοικητικού προσωπικού να επιλέξει τη μετάταξη του αν το επιθυμεί σε άλλη υπηρεσία, σε συνδυασμό με την επιλογή των νεοπροσλαμβανομένων από τον Κοσμήτορα κατόπιν έγκρισης του Πρύτανη ή του Προέδρου των ΤΕΙ και όχι μέσω ΑΣΕΠ, υποκρύπτουν σκοτεινά σημεία και προθέσεις και οδηγούν τη σκέψη μας σε αλλαγές θεσμικές που υπονομεύουν τον δημόσιο χαρακτήρα των ιδρυμάτων και τη μετατροπή τους από ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ, με συνέπεια τον εξοβελισμό μας από τον δημόσιο τομέα αυτόν καθ’ αυτόν. Τον προβληματισμό αυτό ενισχύει ιδιαίτερα η μεταφορά της αρμοδιότητας
της μισθοδοσίας από το κράτος στα ίδια τα ιδρύματα. Την εκδοχή αυτή την απορρίπτουμε κατηγορηματικά και δηλώνουμε απερίφραστα ότι δεν θα δεχτούμε καμιά ρύθμιση που υπονομεύει την εργασιακή μας σχέση και τη μονιμότητα μας, την απόλυση συναδέλφων και απαιτούμε την καταβολή της μισθοδοσίας μας από το Δημόσιο ταμείο. Μέσα από το νέο θεσμικό πλαίσιο πρέπει να αντιμετωπιστούν φαινόμενα ευνοιοκρατίας, νεποτισμού και πελατειακών σχέσεων που υπονομεύουν την ανάπτυξη των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, η αναβάθμιση της παρερχόμενης γνώσης, η αξιοκρατία, η πρόοδος και η δημοκρατική λειτουργία τους. Επίσης ξεκάθαρη είναι η θέση μας για την υποχρέωση των ιδρυμάτων να διασφαλίσουν την σίτιση και κάθε άλλη μέριμνα και παροχή προς τους φοιτητές χωρίς τη διαμεσολάβηση ιδιωτών
και εργολάβων. Κανένας ιδιώτης – εργολάβος μέσα στα ιδρύματα. Όλα αυτά πρέπει να διασφαλιστούν μέσα από τα θεσμοθετημένα όργανα, στα οποία θα εκπροσωπούνται όλοι οι φορείς της ακαδημαϊκής κοινότητας. Επιβεβλημένη θεωρείται η αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών με πιστοποίηση της ποιότητας τους από έγκριτες επιστημονικές επιτροπές.
Συμπεράσματα
Εν κατακλείδι, είναι ένα κείμενο που δεν αίρεται στο ύψος των περιστάσεων και δεν απαντά επ’ ουδενί στις ανάγκες των καιρών. Σε πολλά σημεία δείχνει ότι δεν είναι καλά επεξεργασμένο, σε κάποια άλλα όμως μοιάζει να εξυπηρετεί ανομολόγητους σκοπούς. Είναι προφανές ότι γίνεται μια προσπάθεια να αποτινάξει η πολιτεία το οικονομικό βάρος της λειτουργίας των ιδρυμάτων από τις πλάτες της, επιδιώκοντας να μεταθέσει τα βάρη στα ίδια τα ιδρύματα, τα οποία ωθεί στην αναζήτηση ιδιωτικών κεφαλαίων νοθεύοντας το δημόσιο χαρακτήρα τους. Όλη αυτή η προσπάθεια εντάσσεται σε μια νεοφιλελεύθερη αντίληψη και υπαγορεύεται από αποφάσεις που εκπορεύονται από την Ε.Ε. (Μπολόνια, Λισαβόνα).
Έχοντας απόλυτη συνείδηση της ανάγκης να υπάρξει ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για τα ΑΕΙ τα ΤΕΙ και κρίνοντας ότι το κείμενο αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για την ανάπτυξη ενός ουσιαστικού και δημιουργικού διαλόγου, ζητούμε από την ηγεσία του Υπουργείου να το αποσύρει και να καταθέσει ένα άλλο που θα βάζει άλλες προτεραιότητες θα ενισχύει τον ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΟΥ και την ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ.
Ομοσπονδία Διοικητικού Προσωπικού Τροτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Ο.Δ.Π.Τ.Ε.) Δεκέμβριος 2010
καταργηση τμηματων τει που ιδρυθηκαν με μονο σκοπο την οικονομικη στηριξη των τοπικων κοινωνιων!!!ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ ΚΑΙ ΤΕΙ ΕΛΕΟΣ ΠΙΑ!!!!!!!!!!!!!
Η Δ.Ε. του Πανελλήνιου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών – Ν.Π.Δ.Δ., σε συνεργασία και με τα τέσσερα Τμήματα Φυσικοθεραπείας που είναι ενταγμένα στα Τ.Ε.Ι. Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Λαμίας και Αιγίου, με αφορμή το κείμενο διαβούλευσης για την έναρξη διαλόγου με θέμα: «Εθνική Στρατηγική για την Ανώτατη Εκπαίδευση», που κοινοποιήθηκε πρόσφατα, καθώς και την υπάρχουσα μέχρι σήμερα εμπειρία σε συνδυασμό με την Ελληνική πραγματικότητα και τις κοινωνικές ανάγκες, θεωρεί ότι επιβάλλεται ο επανασχεδιασμός του εκπαιδευτικού χώρου, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην επιστήμη της «Φυσικοθεραπείας», οι σπουδές της οποίας στην Ελλάδα έχουν ενταχθεί στην Τεχνολογική Εκπαίδευση (ΤΕ) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων.
Για να είναι εφικτή η εξαγωγή τεκμηριωμένης πρότασης σχετικά με την εκπαίδευση των φυσικοθεραπευτών, αλλά κυρίως το επίπεδο των σπουδών Φυσικοθεραπείας στην Ανώτατη Εκπαίδευση της Ελλάδας, πρέπει να ληφθούν κατά τη γνώμη μας υπόψη τα ακόλουθα:
– η διεθνής εμπειρία και πρακτική: όπως διαμορφώνεται από την Παγκόσμια Συνομοσπονδία Φυσικοθεραπείας (WCPT-World Confederation of Physical Therapy, http://www.wcpt.org). Η WCPT δημιουργήθηκε το 1951 στην Κοπεγχάγη της Δανίας, ενώ σήμερα αποτελείται από 300.000 φυσικοθεραπευτές και εκπροσωπεί Συλλόγους από 101 χώρες. Έχει γνωμοδοτικό ρόλο στα Ηνωμένα Έθνη και επίσημη σχέση με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας.
– η Ευρωπαϊκή εμπειρία και πρακτική: όπως διαμορφώνεται από τις αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής ένωσης, κυρίως στο θέμα του Ενιαίου Χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης που προδιαγράφτηκε από τη Συνθήκη της Μπολόνιας, καθώς και τις μετέπειτα αποφάσεις.
– η Ελληνική εμπειρία και πρακτική: όπως διαμορφώνεται από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Φυσικοθεραπευτών, που λειτουργεί ως ΝΠΔΔ, σύμφωνα με τον Ν. 3599/2007, άρθρο 1, παρ. 1 και με σκοπό «την προαγωγή και ανάπτυξη της Φυσικοθεραπείας ως ανεξάρτητης και αυτόνομης επιστήμης και την παροχή υπηρεσιών υψηλής στάθμης στο κοινωνικό σύνολο».
– Οι ανάγκες της Ελληνικής Κοινωνίας: όπως καταγράφονται από την ίδια την Πολιτεία και στοχεύουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των Ελλήνων πολιτών.
– οι δυνατότητες των ήδη υπαρχόντων Τμημάτων Φυσικοθεραπείας: όπως αυτές καταγράφονται μέσα από την επίσημη αξιολόγησή τους.
– οι ανάγκες της Ελληνικής νεολαίας: όπως αυτές εκφράζονται διαχρονικά, τόσο από την υψηλή ζήτηση των Τμημάτων Φυσικοθεραπείας, όσο και από τον υψηλό βαθμό πρόσβασης που απαιτεί η εισαγωγή σε αυτά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αριθμός αποφοίτων των Πανεπιστημιακών Τμημάτων που επιθυμούν να καταταγούν σε κάθε Τμήμα Φυσικοθεραπείας των Τ.Ε.Ι., είναι ιδιαίτερα σημαντικός (π.χ. για το Τμήμα Φυσικοθεραπείας του Τ.Ε.Ι. Λαμίας περίπου εκατό (100) υποψήφιοι ανά έτος για τέσσερις (4) μόνο διαθέσιμες θέσεις.
– η παγκόσμια εκπαιδευτική πρακτική: όπως διαμορφώνεται σε διάφορα κράτη και καταγράφεται επίσημα τόσο σε επιστημονικά περιοδικά, όσο και καταγραφές που υπάρχουν μέσω του διαδικτύου.
– η επιστημονική και ερευνητική δραστηριότητα: όπως διατυπώνεται σήμερα μέσα στις επίσημες ηλεκτρονικές βάσεις επιστημονικών δημοσιεύσεων που αναφέρονται στην φυσικοθεραπεία (http://www.scopus.com/home.url).
– ο σημαντικός αριθμός φυσικοθεραπευτών στην Ελλάδα που διαθέτουν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών (στοιχεία από Πανελλήνιο Σύλλογο Φυσικοθεραπευτών, τελευταία καταγραφή 700 φυσικοθεραπευτές), ο οποίος δηλώνει την επιθυμία αλλά και την ικανότητα του κλάδου για συνεχή επιστημονική κατάρτιση, παρόλο που στον Ελλαδικό χώρο προσφέρονται δυστυχώς ανάλογες σπουδές μόνο σε Πανεπιστημιακά Ιδρύματα και σε Πανεπιστήμια της αλλοδαπής. Μάλιστα, αξιοσημείωτο είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό των φυσικοθεραπευτών ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους στο εξωτερικό ως υπότροφοι του ΙΚΥ λαμβάνοντας δηλαδή χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ενδελεχή μελέτη, των παραπάνω ενδεικτικών πηγών πληροφόρησης, δίνει τη δυνατότητα εξαγωγής των ακόλουθων συμπερασμάτων, για τον καθορισμό του επιπέδου των σπουδών Φυσικοθεραπείας:
1. Γνωστικό Αντικείμενο και Περιεχόμενο Σπουδών: «Φυσικοθεραπείας».
– Σύμφωνα με την παρ. 5 της Υ.Α. 65146/Ε5 (ΦΕΚ 915/14.07.2006, τ.Β): Το περιεχόμενο σπουδών του Τμήματος Φυσικοθεραπείας καλύπτει το γνωστικό αντικείμενο της Επιστήμης της Φυσικοθεραπείας, με σκοπό την πρόληψη, βελτίωση και αποκατάσταση παθολογικών καταστάσεων, συγγενών και επίκτητων, καθώς και τραυματικών βλαβών που προκαλούν διαταραχές στο ερειστικό, μυϊκό, νευρικό, αναπνευστικό και καρδιοαγγειακό σύστημα.
– Σύμφωνα με την Παγκόσμια Συνομοσπονδία Φυσικοθεραπείας, η Φυσικοθεραπεία παρέχει υπηρεσίες σε άτομα ώστε να καταφέρουν να αναπτύξουν, να διατηρήσουν και να αποκαταστήσουν μέγιστη δύναμη και λειτουργική ικανότητα κατά την διάρκεια της ζωής τους. Η Φυσικοθεραπεία περιλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών όταν δύναμη και λειτουργικότητα κινδυνεύουν από διαδικασίες όπως γηρατειά, η ασθένεια ή ο τραυματισμός. Μέγιστη και λειτουργική κίνηση είναι η πεμπτουσία του τι σημαίνει να είσαι υγιής. Το περιεχόμενο της εκπαίδευσης πρέπει να αναφέρεται στην υγεία και στις κοινωνικές ανάγκες του εκάστοτε πληθυσμού-έθνους. Η Φυσικοθεραπεία είναι η υπηρεσία που παρέχεται μόνο από, ή υπό την καθοδήγηση και την επίβλεψη, ενός φυσικοθεραπευτή. Περιλαμβάνει την εξέταση/αξιολόγηση, την πρόγνωση, το σχέδιο της φροντίδας/παρέμβασης και την επανα-αξιολόγηση/αναθεώρηση.
2. Αποστολή Τμημάτων «Φυσικοθεραπείας».
– Σύμφωνα με την παρ. 5 της Υ.Α. 65146/Ε5 (ΦΕΚ 915/14.7.2006, τ. Β.): Αποστολή του Τμήματος Φυσικοθεραπείας είναι η προαγωγή, ανάπτυξη και μετάδοση των γνώσεων στην Τεχνολογία και την Επιστήμη της Φυσικοθεραπείας, με την κατάλληλη θεωρητική διδασκαλία, την ευρύτερη εργαστηριακή και Πρακτική Άσκηση και την τεχνολογική και εφαρμοσμένη έρευνα, ώστε να παρέχει στους σπουδαστές τα απαραίτητα εφόδια, που εξασφαλίζουν την άρτια εκπαίδευσή τους για την επιστημονική και επαγγελματική τους σταδιοδρομία και εξέλιξη.
– Σύμφωνα με την Παγκόσμια Συνομοσπονδία Φυσικοθεραπείας, προτείνεται η φυσικοθεραπευτική εκπαίδευση να είναι Πανεπιστημιακού επιπέδου, τουλάχιστον τεσσάρων ετών, που θα αξιολογείται και θα πιστοποιείται από ανεξάρτητες αρχές. Το πρόγραμμα σπουδών πρέπει να είναι ικανό να μεταφέρει στους σπουδαστές τις γνώσεις και δεξιότητες που έχουν καθοριστεί για το φυσικοθεραπευτή σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ ταυτόχρονα να τον καθιστούν ικανό να εργαστεί αυτόνομα.
3. Το επάγγελμα του φυσικοθεραπευτή.
– Σύμφωνα με το Π.Δ. 90/95 και την παρ. 5 της Υ.Α. 65146/Ε5 (ΦΕΚ 915/14.7.2006. τ. Β) : οι πτυχιούχοι του Τμήματος με την ολοκλήρωση των σπουδών τους, αποκτούν τις απαραίτητες γνώσεις, ώστε να μπορούν με επάρκεια να προβαίνουν σε φυσικοθεραπευτική αξιολόγηση του ασθενούς, να επιλέγουν, να οργανώνουν και να εκτελούν με ασφάλεια τις φυσικοθεραπευτικές πράξεις, που για κάθε περίπτωση ενδείκνυνται. Οι πτυχιούχοι φυσικοθεραπευτές επιλέγουν και εκτελούν τις φυσικοθεραπευτικές πράξεις μετά από γραπτή διάγνωση ή γνωμάτευση του ιατρού και σύμφωνα με τις τυχόν οδηγίες του. Ως φυσικοθεραπευτικές πράξεις νοούνται τα μέσα, οι μέθοδοι και οι τεχνικές που διδάσκονται στα Τμήματα Φυσικοθεραπείας των Τ.Ε.Ι. και προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.
– Σύμφωνα με την Παγκόσμια Συνομοσπονδία Φυσικοθεραπείας, οι φυσικοθεραπευτές πρέπει να είναι κατάλληλοι να : (1) διεξάγουν μια γενική εξέταση/αξιολόγηση του ασθενή ή των αναγκών μια ομάδας ασθενών, (2) διατυπώνουν μια «διάγνωση», πρόγνωση καθώς και το σχέδιο παρέμβασης, (3) παρέχουν συμβουλές με βάση την εμπειρία τους και καθορίζουν πότε οι ασθενείς πρέπει να αναφερθούν σε έναν άλλο επαγγελματία υγειονομικής περίθαλψης, (4) εκτελούν ένα φυσικοθεραπευτικό πρόγραμμα πρόληψης/θεραπείας, (5) καθορίζουν τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων/επεξεργασιών και (6) υποβάλλουν οδηγίες για αυτοδιαχείριση.
Από τα παραπάνω στοιχεία, προκύπτουν αβίαστα τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Η Φυσικοθεραπεία :
αποτελεί αναγνωρισμένη και συνεχώς αναπτυσσόμενη επιστήμη ενώ απαιτεί βαθιές θεωρητικές γνώσεις που οδηγούν τον κάτοχό τους στην αναγκαία τεκμηριωμένη εφαρμογή,
πραγματεύεται την υγεία και την ποιότητα ζωής του ανθρώπου ενώ εντάσσεται ως κλινική επιστήμη, στις επιστήμες υγείας όπως η Ιατρική, η Οδοντιατρική, Νοσηλευτική, Διατροφολογία, Ψυχολογία, κλπ,
κύριο χαρακτηριστικό της είναι η διαδικασία λήψης απόφασης σε κλινικό περιβάλλον,
απαιτεί συνεχή παραγωγή νέας γνώσης που (1) να συνδέεται με τον εκάστοτε πληθυσμό/έθνος και (2) να παράγει καινοτομίες – τεχνογνωσία,
είναι αναγκαία, ως παρεχόμενη υπηρεσία, διότι βελτιώνει το επίπεδο υγείας και ποιότητας ζωής, χαρακτηριστικά μιας αναπτυγμένης κοινωνίας, ενταγμένης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συνεπώς, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά ενός γνωστικού αντικειμένου της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, με κλινικό προσανατολισμό, όπου η τεχνολογική της κατεύθυνση υφίσταται «παραπλανητικά» και μόνο υπό το πρίσμα των κλινικών παρεμβάσεων που όμως απαιτούν εκτεταμένες θεωρητικές γνώσεις και διαδικασίες λήψης απόφασης.
Πρόταση:
– Η Φυσικοθεραπεία ως γνωστικό αντικείμενο πρέπει να υφίσταται στην Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση (ΠΕ) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων με σκοπό την ανάπτυξη των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας προς τον Ελληνικό Πληθυσμό καθώς και την βελτίωση της ποιότητας ζωής του. Η δραστηριοποίηση αυτού του Τομέα, μέσω της έρευνας και των μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών, θα συμβάλλει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, στην παραγωγή καινοτομιών και τελικά στη ζητούμενη σήμερα «αριστεία» και σε αυτό τον τομέα.
– Η δυναμική των σήμερα υπαρχόντων Τμημάτων Φυσικοθεραπείας των Τ.Ε.Ι., η γενικότερη δραστηριοποίηση του επαγγελματικού χώρου της Φυσικοθεραπείας, σε συνδυασμό με τις επερχόμενες αλλαγές στην Ανώτατη Εκπαίδευση της χώρας, επιβάλλουν την άμεση ένταξη των ήδη υπαρχόντων Τμημάτων Τ.Ε.Ι. Φυσικοθεραπείας στην Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση (ΠΕ) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και συγκεκριμένα ως ανεξάρτητα Επιστημονικά Τμήματα στις Σχολές Επιστημών Υγείας.
Κωδικοποίηση των προτάσεων:
Το περιεχόμενο σπουδών του Τμήματος Φυσικοθεραπείας καλύπτει το γνωστικό αντικείμενο της Επιστήμης της Φυσικοθεραπείας, με σκοπό την πρόληψη, βελτίωση και αποκατάσταση παθολογικών καταστάσεων, συγγενών και επίκτητων, καθώς και τραυματικών βλαβών που προκαλούν διαταραχές στο ερειστικό, μυϊκό, νευρικό, αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα.
Το πρόγραμμα σπουδών των Φυσικοθεραπευτών διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά ενός γνωστικού αντικειμένου του Πανεπιστημιακού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης με κλινικό προσανατολισμό που απαιτούνται εκτεταμένες θεωρητικές γνώσεις και διαδικασίες λήψης απόφασης.
Η πρακτική της Φυσικοθεραπείας βασίζεται στην επιστημονική τεκμηρίωση(evidence based physiotherapy).
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Συνομοσπονδία Φυσικοθεραπείας (εκπροσωπεί συλλόγους από 101 χώρες, έχει γνωμοδοτικό ρόλο στα Ηνωμένα Έθνη και επίσημη σχέση τον Π.Ο.Υ.), προτείνεται η φυσικοθεραπευτική εκπαίδευση να είναι Πανεπιστημιακού επιπέδου, τουλάχιστον τεσσάρων ετών.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις Η.Π.Α. τα Τμήματα Φυσικοθεραπείας είναι ενταγμένα στην Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση (ΠΕ) των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Αυτό το συναντάμε, στο Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων, όπου ο Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών μετέχει με εκπρόσωπό του, και οι φυσικοθεραπευτές της αλλοδαπής που προσέρχονται σε αυτό, είναι όλοι κάτοχοι πτυχίου φυσικοθεραπείας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), οι οποίοι ισοτιμούνται τελικά στην Ελλάδα ως ΤΕ.
Είναι αξιοσημείωτο, ότι σημαντικός αριθμός αποφοίτων Πανεπιστημιακών Τμημάτων επιθυμούν να καταταγούν σε τμήμα Φυσικοθεραπείας των Τ.Ε.Ι.
Σημαντικός αριθμός Φυσικοθεραπευτών διαθέτει μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών.
Τα τμήματα Φυσικοθεραπείας έχουν υψηλή ζήτηση από τους υποψηφίους των πανελλαδικών εξετάσεων και ως εκ τούτου η βαθμολογία πρόσβασης είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών είναι Ν.Π.Δ.Δ. σύμφωνα με το Ν.3599/2007(ΦΕΚ 176/1.10.2007,τ.΄ Α) και ως σκοπό έχει «την προαγωγή και ανάπτυξη της Φυσικοθεραπείας ως ανεξάρτητης και αυτόνομης επιστήμης και την παροχή υπηρεσιών υψηλής στάθμης στο κοινωνικό σύνολο».