Πρόσληψη αναπληρωτών και ωρομίσθιων εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης
1. Αν για οποιαδήποτε αιτία απουσιάζουν από Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ) Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, από Τμήματα Ένταξης σχολείων Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, από Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης Διάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ), από τα προγράμματα Παράλληλης Στήριξης εκπαιδευτικοί ή δημιουργηθούν έκτακτα λειτουργικά κενά κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους, προσλαμβάνονται, με αίτηση τους, αναπληρωτές με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Αν οι προβλεπόμενες από το πρόγραμμα ώρες διδασκαλίας και ασκήσεων στο ίδιο σχολείο της ίδιας πόλης ή περιοχής μετάθεσης δεν δικαιολογούν την πρόσληψη αναπληρωτή πλήρους ωραρίου, προσλαμβάνονται αναπληρωτές μειωμένου ωραρίου ή ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί.
2. Η πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών στις ΣΜΕΑΕ, στα Τμήματα Ένταξης, στα ΚΕΔΔΥ και στα προγράμματα Παράλληλης Στήριξης γίνεται από πίνακες κατάταξης εκπαιδευτικών ΕΑΕ, οι οποίοι συντάσσονται ανά κλάδο ή ειδικότητα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα επόμενα άρθρα.
ΝΑΙ στην υπουργική απόφαση!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
Κωφοί/Βαρήκοοι εκπαιδευτικοί, ΕΕΠ και ΕΒΠ με πιστοποιημένη αναπηρία 50% και άνω προηγούνται για κάλυψη των κενούμενων θέσεων σε ΣΜΕΑ Κωφών/Βαρηκόων, σε Ειδικά Γυμνάσια και Λύκεια Κωφών/Βαρηκόων, σε τμήματα Κωφών/Βαρηκόων των Ειδικών Επαγγελματικών Γυμνασίων/Λυκείων.
ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!!!!!!
Άμεση απόσυρση της εν λόγω τροπολογίας η οποία δυναμιτίζει, για μία ακόμη φορά, τον ευαίσθητο και πολύπαθο χώρο της ΕΑΕ και θέτει εν αμφιβόλω την εύρυθμη και οργανωμένη λειτουργία της.
Σε κανέναν άλλον κλάδο εκπαιδευτικών δεν αποτελεί προσόν ένταξης σε πίνακα Αναπληρωτών ένας μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών, ένα σεμινάριο ή μόνο η προϋπηρεσία χωρίς βασικό πτυχίο, όπως συμβαίνει στην ΕΑΕ, πόσο μάλλον να υπάρχει και εξίσωση αυτών των ακαδημαϊκών προσόντων με το βασικό πτυχίο. Τα επιχειρήματα της αιτιολογικής έκθεσης δεν αποτελούν ικανοποιητική δικαιολογία για την έκπτωση που μεθοδεύεται μέσω αποσπασματικών τροπολογιών στην παρεχόμενη εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Με την τροπολογία αυτή:
Αποδεικνύεται η αδιαφορία της Κυβέρνησης για ουσιαστική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Αποκαλύπτεται ο εμπαιγμός και η αναλγησία της Κυβέρνησης απέναντι στους εκπαιδευτικούς των κλάδων ΠΕ61 και ΠΕ71, που υπηρετούν ως αναπληρωτές εδώ και 15 χρόνια στις δομές ΕΑΕ, καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Αμφισβητούνται και απαξιώνονται τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από το βασικό πτυχίο και εισάγεται η λογική των «προσόντων» με αρχή τις προσλήψεις Αναπληρωτών στην ΕΑΕ.
Η Ειδική Αγωγή δεν είναι χώρος για πειραματισμούς, βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια στο περιθώριο και οι δομές της υποστελεχώνονται και υποβαθμίζονται διαρκώς.
Η Ειδική Αγωγή έχει ανάγκη από μόνιμους διορισμούς!!!!
ΝΑΙ στην υπουργική απόφαση για την ΕΑΕ. Αιτιολόγηση της στήριξης .Η ισότιμη αντιμετώπιση μεταξύ των αναπληρωτών αποφοίτων τμημάτων ειδικής αγωγής Π61/71 και των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ΕΑΕ ΠΕ60.50/70.50 ΕΑΕ ανέκαθεν αποτελούσε πάγιο αίτημα του συλλόγου μας. Ένα πρώτο μεγάλο σημαντικό βήμα ισότιμης αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας του υπ. Παιδείας κυρίου Ν. Φίλη ( ν. 4415/2016). Στην παρούσα υπουργική απόφαση «Για λόγους ισονομίας» σύμφωνα με τις δηλώσεις του νυν Υπ. Παιδείας κύριου Γαβρόγλου επιχειρείται επίσης μία έντιμη εξισορροπητική λύση από πλευράς εργασιακών δικαιωμάτων για όλους τους εργαζόμενους αναπληρωτές στην ειδική εκπαίδευση. Η στάση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νυν πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΕΘ αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα προκειμένου να αποκατασταθούν τα εργασιακά δικαιώματα των αναπληρωτών. Πρωτίστως όμως επανέρχεται η ομαλότητα στον τόσο ευαίσθητο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Παρόλο που δεν επέρχεται η πλήρης εξίσωση μεταξύ των αναπληρωτών στον κύριο πίνακα και παρόλο που οι συνάδελφοι ΠΕ71 & ΠΕ61 συνεχίζουν να προτάσσονται λόγω μορίων, στηρίζουμε κατά βάση την υπουργική απόφαση.
Σεβόμενοι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61 έχουμε να τονίσουμε ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών (70.50/60.50), στο οποίο σημειώνεται ,ότι περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές. Συγκεκριμένα οι σπουδές αυτές δεν είναι άσχετες ή παρεμφερείς αλλά αντίθετα αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της! Η παρούσα υπουργική απόφαση προσδίδει στους αποφοίτους των τμημάτων Ειδικής αγωγής ΠΑΜΑΚ & ΠΤΕΑ περισσότερα μόρια σε σχέση με τα διδασκαλεία ,δηλαδή όλους τους ήδη προϋπάρχοντες κλάδους ΕΑΕ εδώ και δεκαετίες, στους οποίους ανήκαν αποκλειστικά τα επαγγελματικά δικαιώματα που οι ΠΕ61/71 απέκτησαν μόλις το 2008. Επίσης οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 ( οι οποίοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι με τους ΠΕ71 ) και οι νηπιαγωγοί ΠΕ60.50 (οι οποίοι είναι αριθμητικά κατά πολύ περισσότεροι από τις νηπιαγωγούς ΕΑΕ ΠΕ61), διαθέτουν και εκείνοι πολλά χρόνια αναπλήρωσης . Στήριζαν και στηρίζουν την ειδική εκπαίδευση σε όλα τα μέρη της Ελλάδας όπως οι ΠΕ71 & ΠΕ61. Σημειώνεται ακόμη ότι ένας σημαντικός αριθμός μόνιμων δάσκαλων και νηπιαγωγών ΠΕ70 & ΠΕ60 ΕΑΕ που εργάζονται στην ειδική αγωγή έχουν διδακτορικά και μεταπτυχιακά .
Κανένας εκπαιδευτικός και κανένα παιδί με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δεν συνθλίβεται από μία τροπολογία και μία υπουργική απόφαση που προλαμβάνει την απόλυτη παλινδρόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος σε παρωχημένα μοντέλα εκπαίδευσης τα οποία αποδεδειγμένα καταπατούν τα δικαιώματά του. Πολύ περισσότερο βάζει τέλος στον εμφύλιο και την ανθρωποφαγία που μεθόδευσαν πολιτικοί παράγοντες και συντεχνιακά συμφέροντα. Ο σκοπός τους ήταν και δεν είναι άλλος από τον αφανισμό από τον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης των προϋπαρχόντων κλάδων δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ειδική εκπαίδευση ΠΕ60/70 ΕΑΕ . Εκείνοι ήταν που εδώ και δεκαετίες θεμελίωσαν την ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα, αγωνίστηκαν για την δημιουργία τμημάτων ένταξης και ο μεγαλύτερος αριθμός εξειδικεύτηκε με διετής σπουδές στα διδασκαλεία και με έξοδα του κράτους, με υποτροφίες ΙΚΥ ώστε να προσφέρουν τις καλύτερές δυνατόν υπηρεσίες σε ένα σχολείο που κινείται στα πλαίσια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, της άρσης των διακρίσεων και της πραγμάτωσης της συμπερίληψης και του ενός σχολείου για όλα τα παιδιά. Ο σύλλογός μας σε αυτή την φιλοσοφία κινείται έως τώρα και θα συνεχίσει να το κάνει . Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για ένα σχολείο για όλους τους εκπαιδευτικούς.
Αναφορικά με την μοριοδότηση προτείνουμε τα Διδασκαλεία να λαμβάνουν τα ίδια μόρια με τα μεταπτυχιακά. Επιπρόσθετα σημειώνουμε ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.
Η παρούσα υπουργική απόφαση εμπεριέχει το αίσθημα της δικαιοσύνης και της ίσης μεταχείρισης, ενώ διασφαλίζει την εργασία σε όσους εργάζονται, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε μέχρι σήμερα όπου πετάγονταν στον καιάδα της ανεργίας εκπαιδευτικοί με επιπρόσθετα προσόντα στις δομές της ειδικής αγωγής και με πολλούς μήνες προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.
ΝΑΙ στην υπουργική απόφαση!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΝΑΙ στην υπουργική απόφαση για την ΕΑΕ. Αιτιολόγηση της στήριξης .Η ισότιμη αντιμετώπιση μεταξύ των αναπληρωτών αποφοίτων τμημάτων ειδικής αγωγής Π61/71 και των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ΕΑΕ ΠΕ60.50/70.50 ΕΑΕ ανέκαθεν αποτελούσε πάγιο αίτημα του συλλόγου μας. Ένα πρώτο μεγάλο σημαντικό βήμα ισότιμης αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας του υπ. Παιδείας κυρίου Ν. Φίλη ( ν. 4415/2016). Στην παρούσα υπουργική απόφαση «Για λόγους ισονομίας» σύμφωνα με τις δηλώσεις του νυν Υπ. Παιδείας κύριου Γαβρόγλου επιχειρείται επίσης μία έντιμη εξισορροπητική λύση από πλευράς εργασιακών δικαιωμάτων για όλους τους εργαζόμενους αναπληρωτές στην ειδική εκπαίδευση. Η στάση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νυν πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΕΘ αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα προκειμένου να αποκατασταθούν τα εργασιακά δικαιώματα των αναπληρωτών. Πρωτίστως όμως επανέρχεται η ομαλότητα στον τόσο ευαίσθητο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Παρόλο που δεν επέρχεται η πλήρης εξίσωση μεταξύ των αναπληρωτών στον κύριο πίνακα και παρόλο που οι συνάδελφοι ΠΕ71 & ΠΕ61 συνεχίζουν να προτάσσονται λόγω μορίων, στηρίζουμε κατά βάση την υπουργική απόφαση.
Σεβόμενοι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61 έχουμε να τονίσουμε ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών (70.50/60.50), στο οποίο σημειώνεται ,ότι περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές. Συγκεκριμένα οι σπουδές αυτές δεν είναι άσχετες ή παρεμφερείς αλλά αντίθετα αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της! Η παρούσα υπουργική απόφαση προσδίδει στους αποφοίτους των τμημάτων Ειδικής αγωγής ΠΑΜΑΚ & ΠΤΕΑ περισσότερα μόρια σε σχέση με τα διδασκαλεία ,δηλαδή όλους τους ήδη προϋπάρχοντες κλάδους ΕΑΕ εδώ και δεκαετίες, στους οποίους ανήκαν αποκλειστικά τα επαγγελματικά δικαιώματα που οι ΠΕ61/71 απέκτησαν μόλις το 2008. Επίσης οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 ( οι οποίοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι με τους ΠΕ71 ) και οι νηπιαγωγοί ΠΕ60.50 (οι οποίοι είναι αριθμητικά κατά πολύ περισσότεροι από τις νηπιαγωγούς ΕΑΕ ΠΕ61), διαθέτουν και εκείνοι πολλά χρόνια αναπλήρωσης . Στήριζαν και στηρίζουν την ειδική εκπαίδευση σε όλα τα μέρη της Ελλάδας όπως οι ΠΕ71 & ΠΕ61. Σημειώνεται ακόμη ότι ένας σημαντικός αριθμός μόνιμων δάσκαλων και νηπιαγωγών ΠΕ70 & ΠΕ60 ΕΑΕ που εργάζονται στην ειδική αγωγή έχουν διδακτορικά και μεταπτυχιακά .
Κανένας εκπαιδευτικός και κανένα παιδί με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δεν συνθλίβεται από μία τροπολογία και μία υπουργική απόφαση που προλαμβάνει την απόλυτη παλινδρόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος σε παρωχημένα μοντέλα εκπαίδευσης τα οποία αποδεδειγμένα καταπατούν τα δικαιώματά του. Πολύ περισσότερο βάζει τέλος στον εμφύλιο και την ανθρωποφαγία που μεθόδευσαν πολιτικοί παράγοντες και συντεχνιακά συμφέροντα. Ο σκοπός τους ήταν και δεν είναι άλλος από τον αφανισμό από τον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης των προϋπαρχόντων κλάδων δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ειδική εκπαίδευση ΠΕ60/70 ΕΑΕ . Εκείνοι ήταν που εδώ και δεκαετίες θεμελίωσαν την ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα, αγωνίστηκαν για την δημιουργία τμημάτων ένταξης και ο μεγαλύτερος αριθμός εξειδικεύτηκε με διετής σπουδές στα διδασκαλεία και με έξοδα του κράτους, με υποτροφίες ΙΚΥ ώστε να προσφέρουν τις καλύτερές δυνατόν υπηρεσίες σε ένα σχολείο που κινείται στα πλαίσια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, της άρσης των διακρίσεων και της πραγμάτωσης της συμπερίληψης και του ενός σχολείου για όλα τα παιδιά. Ο σύλλογός μας σε αυτή την φιλοσοφία κινείται έως τώρα και θα συνεχίσει να το κάνει . Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για ένα σχολείο για όλους τους εκπαιδευτικούς.
Αναφορικά με την μοριοδότηση προτείνουμε τα Διδασκαλεία να λαμβάνουν τα ίδια μόρια με τα μεταπτυχιακά. Επιπρόσθετα σημειώνουμε ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
Επιτέλους να επέλθει δικαιοσύνη στους εκπαιδευτικούς ΠΕ 70.50/60.50, που χρόνια τώρα υπηρετούμε με ζήλο και μεράκι και κυρίως όντας άρτια καταρτισμένοι την εα ( σε αντίθεση με την λασπολογία «συναδέλφων»). Ζητούμε και διεκδικούμε ισότητα.Ότι ισχύει στους μόνιμους συναδέλφους 70.50/60.50 να ισχύσει κ για τους αναπληρωτές.
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ & ΣΤΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ
Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!
Άμεση απόσυρση της τροπολογιας
Πρόταξη βασικού πτυχίου σπουδών όπως σε κάθε κλάδο
Διορισμοί τώρα για πε71/61
ΝΑΙ στην υπουργική απόφαση για την ΕΑΕ. Αιτιολόγηση της στήριξης .
Η ισότιμη αντιμετώπιση μεταξύ των αναπληρωτών αποφοίτων τμημάτων ειδικής αγωγής Π61/71 και των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ΕΑΕ ΠΕ60.50/70.50 ΕΑΕ ανέκαθεν αποτελούσε πάγιο αίτημα του συλλόγου μας. Ένα πρώτο μεγάλο σημαντικό βήμα ισότιμης αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας του υπ. Παιδείας κυρίου Ν. Φίλη ( ν. 4415/2016). Στην παρούσα υπουργική απόφαση «Για λόγους ισονομίας» σύμφωνα με τις δηλώσεις του νυν Υπ. Παιδείας κύριου Γαβρόγλου επιχειρείται επίσης μία έντιμη εξισορροπητική λύση από πλευράς εργασιακών δικαιωμάτων για όλους τους εργαζόμενους αναπληρωτές στην ειδική εκπαίδευση. Η στάση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νυν πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΕΘ αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα προκειμένου να αποκατασταθούν τα εργασιακά δικαιώματα των αναπληρωτών. Πρωτίστως όμως επανέρχεται η ομαλότητα στον τόσο ευαίσθητο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Παρόλο που δεν επέρχεται η πλήρης εξίσωση μεταξύ των αναπληρωτών στον κύριο πίνακα και παρόλο που οι συνάδελφοι ΠΕ71 & ΠΕ61 συνεχίζουν να προτάσσονται λόγω μορίων, στηρίζουμε κατά βάση την υπουργική απόφαση.
Σεβόμενοι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61 έχουμε να τονίσουμε ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών (70.50/60.50), στο οποίο σημειώνεται ,ότι περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές. Συγκεκριμένα οι σπουδές αυτές δεν είναι άσχετες ή παρεμφερείς αλλά αντίθετα αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της! Η παρούσα υπουργική απόφαση προσδίδει στους αποφοίτους των τμημάτων Ειδικής αγωγής ΠΑΜΑΚ & ΠΤΕΑ περισσότερα μόρια σε σχέση με τα διδασκαλεία ,δηλαδή όλους τους ήδη προϋπάρχοντες κλάδους ΕΑΕ εδώ και δεκαετίες, στους οποίους ανήκαν αποκλειστικά τα επαγγελματικά δικαιώματα που οι ΠΕ61/71 απέκτησαν μόλις το 2008. Επίσης οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 ( οι οποίοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι με τους ΠΕ71 ) και οι νηπιαγωγοί ΠΕ60.50 (οι οποίοι είναι αριθμητικά κατά πολύ περισσότεροι από τις νηπιαγωγούς ΕΑΕ ΠΕ61), διαθέτουν και εκείνοι πολλά χρόνια αναπλήρωσης . Στήριζαν και στηρίζουν την ειδική εκπαίδευση σε όλα τα μέρη της Ελλάδας όπως οι ΠΕ71 & ΠΕ61. Σημειώνεται ακόμη ότι ένας σημαντικός αριθμός μόνιμων δάσκαλων και νηπιαγωγών ΠΕ70 & ΠΕ60 ΕΑΕ που εργάζονται στην ειδική αγωγή έχουν διδακτορικά και μεταπτυχιακά .
Κανένας εκπαιδευτικός και κανένα παιδί με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δεν συνθλίβεται από μία τροπολογία και μία υπουργική απόφαση που προλαμβάνει την απόλυτη παλινδρόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος σε παρωχημένα μοντέλα εκπαίδευσης τα οποία αποδεδειγμένα καταπατούν τα δικαιώματά του. Πολύ περισσότερο βάζει τέλος στον εμφύλιο και την ανθρωποφαγία που μεθόδευσαν πολιτικοί παράγοντες και συντεχνιακά συμφέροντα. Ο σκοπός τους ήταν και δεν είναι άλλος από τον αφανισμό από τον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης των προϋπαρχόντων κλάδων δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ειδική εκπαίδευση ΠΕ60/70 ΕΑΕ . Εκείνοι ήταν που εδώ και δεκαετίες θεμελίωσαν την ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα, αγωνίστηκαν για την δημιουργία τμημάτων ένταξης και ο μεγαλύτερος αριθμός εξειδικεύτηκε με διετής σπουδές στα διδασκαλεία και με έξοδα του κράτους, με υποτροφίες ΙΚΥ ώστε να προσφέρουν τις καλύτερές δυνατόν υπηρεσίες σε ένα σχολείο που κινείται στα πλαίσια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, της άρσης των διακρίσεων και της πραγμάτωσης της συμπερίληψης και του ενός σχολείου για όλα τα παιδιά. Ο σύλλογός μας σε αυτή την φιλοσοφία κινείται έως τώρα και θα συνεχίσει να το κάνει . Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για ένα σχολείο για όλους τους εκπαιδευτικούς.
Αναφορικά με την μοριοδότηση προτείνουμε τα Διδασκαλεία να λαμβάνουν τα ίδια μόρια με τα μεταπτυχιακά. Επιπρόσθετα σημειώνουμε ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.
ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ & ΣΤΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ
Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!….
ΑΜΕΣΗ ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Θέση 1
Ηλεκτρονική Διαβούλευση για Υπουργική Απόφαση (Υ.Α) δεν έχουμε ξαναζήσει στην Ειδική Αγωγή. Πιστεύουμε ότι αυτή η διαδικασία προκρίθηκε, για να “νομιμοποιήσει δημοκρατικά» αυτά που έχουν ήδη αποφασιστεί αλλά και ψηφιστεί με την τροπολογία της περασμένης Τετάρτης (29/3) και την τροπολογία του Αυγούστου (άρθρο 48, Ν.4415/2016). Διαβούλευση, για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα όπως η στελέχωση των δομών εκπαίδευσης των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, δεν γίνεται σε τέσσερις μέρες με χιλιάδες ατομικά σχόλια επί σχολίων (αλήθεια, πώς και πότε θα αποδελτιωθούν;). Υπάρχουν οι επιστημονικοί σύλλογοι στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση (ΕΑΕ) και οι αναλυτικές θέσεις τους. Υπάρχουν οι εκπαιδευτικές συνδικαλιστικές Ομοσπονδίες (ΔΟΕ-ΟΛΜΕ) και τα πρωτοβάθμια σωματεία των εκπαιδευτικών. Υπάρχουν τα συνδικαλιστικά όργανα του Ειδικού Βοηθητικού και Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού. Υπάρχουν οι σύλλογοι γονέων παιδιών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Υπάρχει η ΕΣΑμΕΑ και η ΠΟΣΓΚΑμΕΑ. Όλοι οι φορείς πρέπει να συζητήσουν με προτάσεις, συνθέσεις, διάλογο που ίσως χρειαστεί μήνες, πριν ληφθούν αποφάσεις για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Το Υπουργείο συνεχώς αιφνιδιάζει τους πάντες και νομοθετεί με αποσπασματικό τρόπο.
Θέση 2
Η προτεινόμενη Υ.Α. απαξιώνει πλήρως το βασικό πτυχίο εκπαιδευτικών και τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από αυτό. Όχι μόνο των εκπαιδευτικών ΠΕ61-ΠΕ71, όλων των εκπαιδευτικών. Η παρούσα Υ.Α. αποτελεί προάγγελο για όσα επιδιώκεται να εφαρμοστούν και στη στελέχωση της Γενικής Εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα, οδηγεί σε τροχιά “λουκέτου” τα δύο Πανεπιστημιακά Τμήματα Ειδικής Αγωγής (αφού θα παράγουν πτυχία 5 μορίων), εμπαίζοντας φοιτητές και γονείς φοιτητών. Μετά το κλείσιμο των Διδασκαλείων, θα πρόκειται για το δεύτερο μεγάλο χτύπημα στη δημόσια και δωρεάν “εκπαίδευση του εκπαιδευτικού” στην ΕΑΕ.
Η προτεινόμενη Υ.Α. ενισχύει τη γνωστή “βιομηχανία προσόντων” στην “εκπαίδευση των εκπαιδευτικών” στην ΕΑΕ. Ήδη τα εκπαιδευτικά μέσα ενημέρωσης έχουν ξεκινήσει να μιλούν για επανεκκίνηση της οικονομίας μεταπτυχιακών τίτλων και σεμιναρίων στην ΕΑΕ. Νέοι ταξικοί φραγμοί τίθενται στο ποιοι εκπαιδευτικοί μπορούν να εργάζονται και πού.
Θέση 3
Η προτεινόμενη Υ.Α. εξυπηρετεί “φωτογραφικά” μια πολύ συγκεκριμένη ομάδα εκπαιδευτικών (όχι κλάδο/ ειδικότητα), των συναδέλφων μας που: α) έκαναν μεταπτυχιακές σπουδές στην Ειδική Αγωγή/ Σχολική Ψυχολογία και β) κατοχύρωσαν προϋπηρεσία πριν την απόφαση του ΙΕΠ για εφαρμογή αυστηρών κριτηρίων των μεταπτυχιακών (1482/11-3-2016). Με άλλα λόγια, αν το Υπουργείο Παιδείας ήθελε να εξισώσει τις διδακτορικές/ μεταπτυχιακές σπουδές στην ΕΑΕ με τον βασικό τίτλο σπουδών στην ΕΑΕ, θέτοντας επιστημονικά επιχειρήματα, δεν χρειαζόταν καν να μπει στη λογική της διαφορετικής μοριοδότησης. Δεν θέλει όμως να κάνει αυτό. Δεν θέτει κανένα επιστημονικό επιχείρημα (“μεταπτυχιακό και βασικό πτυχίο είναι επιστημονικά ισάξια”) ή επιχείρημα σε σχέση με τα επαγγελματικά δικαιώματα (τα βασικά πτυχία όλων των εκπαιδευτικών θα παίρνουν πια μόρια, το μεταπτυχιακό ΕΑΕ θα μοριοδοτείται στους πίνακες γενικής αγωγής κ.λπ.). Το λέμε ξανά: η προτεινόμενη Υπουργική Απόφαση κάνει “εξυπηρέτηση” σε μια πολύ συγκεκριμένη ομάδα εκπαιδευτικών και τίποτα άλλο.
Θέση 4
Η προτεινόμενη Υ.Α. απαξιώνει πλήρως τους συναδέλφους μας εκπαιδευτικούς με αναπηρία ή εκπαιδευτικούς γονείς παιδιών με αναπηρία, μοριοδοτώντας την αναπηρία σαν να είναι προσόν που θα ανταγωνιστεί ένα σεμινάριο. Πάγια θέση μας είναι η ποσόστωση και η προτεραιότητα στις προσλήψεις των εκπαιδευτικών με αναπηρία ή εκπαιδευτικών γονέων παιδιών με αναπηρία (με βάση το πτυχίο τους), για να έχουν το δικαίωμα και την επιλογή να εργάζονται στον τόπο κατοικίας και κοντά στο υποστηρικτικό τους σύστημα.
Θέση 5
Η προτεινόμενη Υ.Α. συνεχίζει τους πειραματισμούς και το καθεστώς “εξαίρεσης” για την ΕΑΕ παρά τα λεκτικά περιτυλίγματα περί “ισονομίας”, “ενιαίας εκπαίδευσης”, “μίας Παιδαγωγικής Επιστήμης” κ.ά. που ακούγονται και γράφονται κατά καιρούς. Βασικό μας αίτημα τόσα χρόνια ήταν να ισχύσει στη στελέχωση της ΕΑΕ (μεταθέσεις, αποσπάσεις, διορισμούς, προσλήψεις) ό,τι ισχύει και για τη στελέχωση της γενικής εκπαίδευσης. Όλα αυτά ανατρέπονται, όχι μόνο από την τωρινή τροπολογία και Υ.Α., αλλά κυρίως από το άρθρο 48 του Ν.4415/2016 (τροπολογία Αυγούστου), που δίνει μάλιστα δικαίωμα άμεσου διορισμού, απόσπασης ή συμπλήρωσης ωραρίου -σε δομές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης- συναδέλφων εκπαιδευτικών χωρίς καν σπουδές στην ΕΑΕ, πλήττοντας καίρια τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών.
Θέση 6
Ισονομία.
Ισονομία σημαίνει ότι οι εκπαιδευτικοί είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Άρα, είναι ίσοι ενώπιον της νομοθεσίας που αφορά στη Στελέχωση της Δημόσιας Εκπαίδευσης.
Πού βρίσκεται, λοιπόν, η Ισονομία:
– όταν ένας συνάδελφός μας δάσκαλος ή νηπιαγωγός ή καθηγητής που (καλώς) έχει μεταπτυχιακές σπουδές στην ΕΑΕ μοριοδοτείται για αυτό το μεταπτυχιακό μόνο για τη Στελέχωση της ΕΑΕ και όχι για τη Στελέχωση της Γενικής Αγωγής; Πρόκειται για το ίδιο φυσικό πρόσωπο με τον ίδιο τίτλο σπουδών.
– όταν ένας συνάδελφός μας δάσκαλος ή νηπιαγωγός με βασικό πτυχίο στην Ειδική Αγωγή δεν μοριοδοτείται ούτε για το μεταπτυχιακό του στην Ειδική Αγωγή, ούτε για κάποιον άλλον μεταπτυχιακό του τίτλο στην Εκπαίδευση ή στην Παιδαγωγική; Ταυτόχρονα, κανένας τίτλος δεν του παρέχει το δικαίωμα να στελεχώσει τη Γενική Εκπαίδευση.
– στη Γενική Εκπαίδευση οι πίνακες διοριστέων συγκροτούνται με βάση τον βασικό τίτλο σπουδών. Όμως, με τη ρύθμιση του Ν.4415/2016, άρθρο 48, στον πίνακα διοριστέων στην ΕΑΕ δικαίωμα –πλέον- άμεσου διορισμού διαθέτουν και οι συνάδελφοι χωρίς βασικό τίτλο σπουδών (με διδακτορικές/ μεταπτυχιακές σπουδές) ή χωρίς καν σπουδές στην ΕΑΕ (μόνο 5ετή προϋπηρεσία).
– κάθε απόφοιτος παιδαγωγικού τμήματος (δημοτικής εκπαίδευσης, προσχολικής ηλικίας) ή καθηγητικής σχολής εντάσσεται σε έναν πίνακα αναπληρωτών που συγκροτείται με βάση το πτυχίο, την επιτυχία στον ΑΣΕΠ και την προϋπηρεσία. Αυτό δεν ισχύει, όμως, για τον απόφοιτο των τμημάτων ειδικής αγωγής.
Για μια ακόμη φορά τονίζουμε ότι τα επιπλέον ακαδημαϊκά προσόντα ΔΕΝ πρέπει να αποτελούν κριτήριο για τον τρόπο πρόσληψης – διορισμού στην εκπαίδευση. Για τους κλάδους που υπάρχει βασικός τίτλος σπουδών, οι διορισμοί και οι προσλήψεις αναπληρωτών θα πρέπει να γίνονται με βάση όσα ισχύουν για τη γενική εκπαίδευση, με βάση το βασικό πτυχίο και την προϋπηρεσία.
Θέση 7
Δικαστικά, κινηματικά, επιστημονικά, όλοι, η εκπαιδευτική κοινότητα, το γονεϊκό-αναπηρικό κίνημα, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων της ΕΑΕ, θα αντιμετωπίσουν την εφαρμογή διατάξεων που -πάνω απ’ όλα- καταστρατηγούν τα μορφωτικά δικαιώματα των ίδιων των παιδιών.
Θέση 8
Ζητάμε:
α) Την απόσυρση του άρθρου 48, Ν.4415/2016.
β) Την απόσυρση της τροπολογίας που ψηφίστηκε στις 29/3/2017
γ) Τη μη έκδοση της προτεινόμενης Υπουργικής Απόφασης
δ) Μαζικούς Διορισμούς και κάλυψη όλων των κενών στην εκπαίδευση
ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗς ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!
YΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- προσηλωμένος σταθερά στη θεμελιώδη αρχή ότι η εκπαίδευση αποτελεί βασικό παράγοντα που συμβάλλει στην αυτονομία και στην ανεξαρτησία όλων των ανθρώπων, με τις συνεχείς παρεμβάσεις του πάνω από δύο δεκαετίες υπερασπίζεται το δικαίωμα των παιδιών με αναπηρία και των παιδιών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες να έχουν πραγματικά το δικαίωμα της δωρεάν δημόσιας παιδείας σ’ όλες τις βαθμίδες, να έχουν το δικαίωμα της ειδικής φροντίδας: όχι μόνο στους νόμους αλλά και στην πράξη. Η ειδική αγωγή και εκπαίδευση αποτελεί μέρος της νομοθεσίας για τη γενική εκπαίδευση, θέτοντας στην πράξη τις νομοθετικές και διοικητικές προϋποθέσεις για την ένταξη των μαθητών με ειδικές ανάγκες (Προεδρικό Διάταγμα 603/1983 και το Ν. 1566/1985 (άρθρα 12, 13, 14, 32, 33, 34, και 35). Παρ’ όλα αυτά όλοι οι νόμοι και πληθώρα κανονιστικών διατάξεων, με εξαίρεση το Ν. 1566/1985, αντιμετώπισαν διαχωριστικά το θεσμό της ειδικής αγωγής με αποτέλεσμα την προώθηση της ιατροποίησης, της κατηγοριοποίησης και του διαχωρισμού των εκπαιδευτικών καθώς και την ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης (ωρομισθία, ελαστικές εργασιακές σχέσεις ΕΣΠΑ, καταστρατήγηση ωραρίου ΕΣΠΑ-ΟΑΕΔ). Πριν από 17 έτη, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το Ν. 2817/2000 με τον οποίο το ελληνικό κράτος υιοθέτησε πλήρως (;) την φιλοσοφία της ένταξης ενσωματώνοντας στην ελληνική νομοθεσία όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις και Διακηρύξεις για τα Δικαιώματα των Παιδιών και των Αναπήρων. Δημιούργησε μια προοδευτική βάση και γέννησε θετικό κλίμα προσδοκιών σε όσους προασπίζονταν με συνέπεια και ήθος τα δικαιώματα, τις ίσες ευκαιρίες και την εξασφάλιση της ισονομίας στο κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα για τα ανάπηρα άτομα και τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπήρξε η στοιχειώδης έστω πολιτική βούληση ώστε οι προσδοκίες να μεταφραστούν σε πράξη. Το Υπουργείο Παιδείας, παρά τις θετικές ρυθμίσεις όπως του ν. 4415/2016, παίρνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη και την αποδοτικότερη μνημονιακά πολιτική. Μετά τις συγχωνεύσεις των σχολείων επί υπουργίας της κ. Διαμαντοπούλου (2011), που υπηρέτησαν αποκλειστικά τη λογιστική της «εξοικονόμησης πόρων», μέσα από την περικοπή οργανικών και λειτουργικών θέσεων εργασίας εκπαιδευτικών, έτσι και τώρα τροποποίησε τον νόμο 3699/2008 που στο άρθ. 6 ανέφερε ότι «στα τμήματα που φοιτούν μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πρέπει να μειώνεται αναλογικά ο αριθμός των μαθητών και οι παραπάνω μαθητές να κατανέμονται εξίσου στα τμήματα της ίδιας τάξης» με το άρθρο 11 του ν. 4452/2017, σύμφωνα με το οποίο «ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο… εφόσον στο σχολείο δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης». Ενισχύοντας τον συγκεντρωτισμό και την γραφειοκρατία σε βάρος της εκπαίδευσης των μαθητών δίνει την αρμοδιότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Αυτό έρχεται σε συνέχεια των Ρυθμίσεων που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση του νόμου 4368/2016 (ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) οι οποίες αιφνιδίασαν αρνητικά την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς. Την τελευταία εξαετία οι σχολικές δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης δέχθηκαν πολλές «τροποποιητικές» νομοθετικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των μνημονιακών πολιτικών, με συρρίκνωση σχολικών δομών, συγχωνεύσεις και υποβαθμίσεις σχολικών μονάδων. Συνεχείς ήταν οι προσπάθειες αλλοίωσης του ρόλου των Τμημάτων Ένταξης, καθώς και της κατάργησής τους. Δεκάδες Τμήματα Ένταξης έκλεισαν με το πρόσχημα της μη φοίτησης μαθητών(!!!) με τη συνεργασία διαφόρων Διευθυντών Εκπαίδευσης & ΚΕΔΔΥ. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αλλοίωση του ρόλου του Τμήματος Ένταξης (Τ.Ε.) με την υποκατάσταση του εκπαιδευτικού του Τ.Ε. σε ρόλο εκπαιδευτικού Παράλληλης Στήριξης «παραβλέποντας» το γεγονός ότι τα δύο μέτρα εκπαιδευτικής υποστήριξης είναι διαφορετικά και σχεδιασμένα να εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες» (ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, 2009 ΠΟΡΙΣΜΑ: Εφαρμογή του θεσμού της παράλληλης στήριξης μαθητών µε αναπηρία ή µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες). Επίσης στα Σχέδια Νόμου για την ΕΑΕ του κ. Αρβανιτόπουλου, η Παράλληλη Στήριξη δε δινόταν στα σχολεία που είχαν Τ.Ε. παρότι ο Νόμος δεν περιορίζει την παροχή Παράλληλης Στήριξης αποκλειστικά σε περιπτώσεις όπου στο σχολείο του μαθητή δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης (Ν. 3699/2008, άρθρο 6). ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΣ; Νέα αύξηση των εργοδοτικών εισφορών (και αναδρομική) πριονίζει τον μισθό των Δημοσίων Υπαλλήλων Το θεσμικό πλαίσιο για την λειτουργία του Τμήματος Ένταξης είναι σαφές. Ο κυριότερος λόγος για την ίδρυση Τμημάτων Ένταξης δεν είναι άλλος από τον αυξημένο αριθμό των μαθητών με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και την δέσμευση και υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα που διασφαλίζουν μεταξύ άλλων την ενιαία, ποιοτική και ελεύθερη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και την απαιτούμενη υποστήριξη μέσα στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπαίδευσή τους (άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του ν. 3699/2008 και το άρθρο 24 του ν. 4074/2012). Το Δημόσιο Σχολείο με τα Τμήματα Ένταξης παρέχει τη μοναδική δυνατότητα παροχής δωρεάν ειδικής εκπαίδευσης. Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- έχει ζητήσει την κατάργηση της συγκεκριμένης τροπολογίας γιατί αλλάζει τη Λειτουργία και το Ρόλο των Τμημάτων Ένταξης και ο Εκπαιδευτικός του Τ.Ε. καλείται σε ρόλους που ενυπάρχουν σε άλλους θεσμούς όπως η Παράλληλη Στήριξη (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΣΕΑ 15-2-2016). Υπενθυμίζεται ότι «αν το μόνο το οποίο παλεύουμε είναι να τα βγάλουμε πέρα με νούμερα και αριθμούς, με κόστη και ζημιές και δεν αντιλαμβανόμαστε την μεγάλη κοινωνική ανταποδοτικότητα της εκπαίδευσης για το μέλλον για τα νέα παιδιά, για τις νέες γενιές που είναι η επένδυση στη γνώση και σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς ταξικούς φραγμούς, τότε δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εξελίξεις θα μας προσπεράσουν πάρα πολύ γρήγορα» (Α. Τσίπρας, 23-9-2010 Διαβούλευση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία). Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- επισημαίνει ως άμεσα και αναγκαία θεσμικά και πολιτικά μέτρα τα παρακάτω: Ενιαίος νόμος για την Εκπαίδευση. Η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της γενικής εκπαίδευσης. Οι ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις όπου και όταν απαιτούνται, θα πρέπει να είναι μέρος της γενικότερης νομοθετικής παρέμβασης, να εναρμονίζεται με τους γενικούς και ειδικούς στόχους, να συνυφαίνεται με την γενική εκπαιδευτική διαδικασία και κατά κανόνα να υλοποιούνται στους χώρους, τα πλαίσια και τα προγράμματα της γενικής εκπαίδευσης. Ο Βασικός στόχος, το σχολείο της γειτονιάς να γίνει «ένα Σχολείο για Όλους» με την εισαγωγή μιας σειράς αλλαγών, μέσω των οποίων τα ίδια τα σχολεία θα αναδιαρθρώνονται, προκειμένου να μειωθούν τα εμπόδια στη μάθηση και στη συμμετοχή όλων των παιδιών σύμφωνα με τη φιλοσοφία της συμπερίληψης. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, σε έναν ουσιαστικό και δημοκρατικό διάλογο έχουν θέση θέματα όπως: α) η πρώιμη παρέμβαση που πρέπει να πάρει συγκεκριμένη μορφή ώστε να γίνει πράξη το δικαίωμα όλων των παιδιών να συμμετέχουν στην εκπαίδευση όσο πιο γρήγορα και έτοιμα μπορούν, β) η προσχολική εκπαίδευση με Τμήματα Ένταξης στα Νηπιαγωγεία πλήρως στελεχωμένα με εκπαιδευτικούς και υποστηρικτικό προσωπικό, γ) οι δομικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ώστε να εξασφαλίζουν σε όλα τα παιδιά πραγματική πρόσβαση στα εφόδια της εκπαίδευσης, δ) Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του εκπαιδευτικού θεσμού των ΚΕΔΔΥ σε εκπαιδευτική κατεύθυνση και ενίσχυση του Υποστηρικτικού ρόλου τους, ε) η ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης των παιδιών με αναπηρία, και στ) κατάργηση της διάταξης του ν.3699/2008 για την Ιδιωτική Παράλληλη Στήριξη που μετακυλύει την ευθύνη στους γονείς για τη φοίτηση των παιδιών τους στο γενικό σχολείο και έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα το οποίο ορίζει με σαφήνεια στο άρθρο 21 παργρ. 6 ότι: «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας». Διασφάλιση των πιστώσεων για την ειδική αγωγή από τον τακτικό προϋπολογισμό. Άμεσοι διορισμοί εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής αγωγής, ΕΕΠ, ΕΒΠ στα γενικά και ειδικά σχολεία, με τα ίδια κριτήρια διορισμού που ισχύουν σε όλη την εκπαίδευση. Σε ό, τι αφορά το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, που αναρτήθηκε προσφάτως στο σύστημα της Διαύγειας στην ηλεκτρονική διαβούλευση και αφορά τον «Καθορισμό Κριτηρίων Πρόσληψης Αναπληρωτών Εκπαιδευτικών στις Δομές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», σύμφωνα με το άρθρο 48 του Ν.4415/2016, το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- τόνισε με Υπομνήματά του -από το έτος 2011- την αναγκαιότητα κατάργησης του πελατειακού άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011, που καταργούσε σε μια νύχτα όλες τις οργανικές θέσεις όλων των νηπιαγωγών ειδικής αγωγής ΠΕ60 και όλων των δασκάλων ειδικής αγωγής ΠΕ70 «παραδίνοντας τες» αποκλειστικά στους νέους κλάδους ΠΕ61 & ΠΕ71. Γι’ αυτό χαιρέτισε την κατάργηση του άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011 με το άρθρο 48 του Νόμου 4415/2016 που αποκατάστησε την δημοκρατική νομιμότητα και την ισονομία ανάμεσα τους εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ίδιο πράξαμε και το 2003 όταν ο Νόμος 3194/2003 κατηγοριοποιούσε και πρότασσε τους συναδέλφους μας με μεταπτυχιακούς τίτλους στους διορισμούς αναπληρωτών και στις υπηρεσιακές μεταβολές των μονίμων (μεταθέσεις-αποσπάσεις) σε βάρος των νηπιαγωγών και των δασκάλων ειδικής αγωγής του Μαράσλειου Διδασκαλείου και των Διδασκαλείων. ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΣ; Μετά το Πάσχα η ανακοίνωση για το νέο σύστημα επιλογής Διευθυντών. Τι θα καταργηθεί, τι θα επανέλθει Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- με αφορμή το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, προτείνει: α) την αύξηση της μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στις δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, ως υπέρτατη αναγνώριση του Κράτους σε αυτούς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία, και β) να ληφθεί υπόψη το άρθρο 21 του Συντάγματος της Ελλάδας και το άρθρο 24 του Νόμου 4074/2012 για να υπάρξει εξορθολογισμός της μοριοδότησης των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (εκπαιδευτικοί με αναπηρία, γονείς παιδιών με αναπηρία και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί), χωρίς να αφήνει την παραμικρή υπόνοια αδικιών και προνομιακής μεταχείρισης εις βάρος των μη αναπήρων εκπαιδευτικών. Υπενθυμίζουμε ότι η εκπαίδευση, ως θεσμός, είναι καθολικός και ενιαίος. Οι οποιαδήποτε διαφοροποιήσεις «λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση» (Κ. Γαβρόγλου: Υπουργός Παιδείας, 2017) οφείλουν να λαμβάνουν συνολικά υπόψη, τις ιδιαιτερότητες των παιδιών και να προσαρμόζονται σ’ αυτές, διατηρώντας πάντα την βασική, κεντρική, στοχοθεσία της εκπαίδευσης που είναι η ολόπλευρη βελτίωση των χαρακτηριστικών των παιδιών, σε συνάρτηση με τις δυνατότητες τους.
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΊΑΣ !!!!
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
ΥΠΕΡ!!!!
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ!!!!!!!!!!!!!
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
• Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
• Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
• Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
• Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
• Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
• Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο. Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
Για το Δ.Σ
Η πρόεδρος Η Γραμματέας
Κατερίνα Γόντικα Ζ. Βαλλιάνου
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
Όχι στην τροπολογία!!! Άμεση απόσυρση της εν λόγω τροπολογίας η οποία δυναμιτίζει, για μία ακόμη φορά, τον ευαίσθητο και πολύπαθο χώρο της ΕΑΕ και θέτει εν αμφιβόλω την εύρυθμη και οργανωμένη λειτουργία της.
Σε κανέναν άλλον κλάδο εκπαιδευτικών δεν αποτελεί προσόν ένταξης σε πίνακα Αναπληρωτών ένας μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών, ένα σεμινάριο ή μόνο η προϋπηρεσία χωρίς βασικό πτυχίο, όπως συμβαίνει στην ΕΑΕ, πόσο μάλλον να υπάρχει και εξίσωση αυτών των ακαδημαϊκών προσόντων με το βασικό πτυχίο. Τα επιχειρήματα της αιτιολογικής έκθεσης δεν αποτελούν ικανοποιητική δικαιολογία για την έκπτωση που μεθοδεύεται μέσω αποσπασματικών τροπολογιών στην παρεχόμενη εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Με την τροπολογία αυτή:
Αποδεικνύεται η αδιαφορία της Κυβέρνησης για ουσιαστική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Αποκαλύπτεται ο εμπαιγμός και η αναλγησία της Κυβέρνησης απέναντι στους εκπαιδευτικούς των κλάδων ΠΕ61 και ΠΕ71, που υπηρετούν ως αναπληρωτές εδώ και 15 χρόνια στις δομές ΕΑΕ, καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Αμφισβητούνται και απαξιώνονται τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από το βασικό πτυχίο και εισάγεται η λογική των «προσόντων» με αρχή τις προσλήψεις Αναπληρωτών στην ΕΑΕ.
Η Ειδική Αγωγή δεν είναι χώρος για πειραματισμούς, βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια στο περιθώριο και οι δομές της υποστελεχώνονται και υποβαθμίζονται διαρκώς.
Η Ειδική Αγωγή έχει ανάγκη από μόνιμους διορισμούς!!!!
ΥΠΕΡ!!!!
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
ΝΑΙ στην τροπολογία!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ
ΠΡΟΤΑΞΗ ΒΑΣΙΚΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ
ΜΗ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Προτεραιότητα στους πίνακες της Ειδικής Αγωγής πρέπει να έχουν οι ΠΕ71 & ΠΕ61.
Σεβασμός στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών με ειδικές και εκπαιδευτικές ανάγκες!
ΟΧΙ στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων!
ΟΧΙ άλλους πειραματισμούς στην Ειδική Αγωγή!
Για τους κλάδους που υπάρχει βασικός τίτλος σπουδών, οι διορισμοί και οι προσλήψεις αναπληρωτών θα πρέπει να γίνονται με βάση όσα ισχύουν για τη γενική εκπαίδευση, με βάση το βασικό πτυχίο και την προϋπηρεσία.
ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΣΑΤΕΑ
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!ΜΠΡΑΒΟ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ!!!ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΔΙΚΑΙΩΣΗ! Μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε στις προσλήψεις αναπληρωτών ο απόφοιτος ΠΕ71/61 να έχει πρόταξη ακόμη και από τον πανεπιστημιακό του δάσκαλο ΠΕ70,5/60,5. Η συκοφαντία, η λάσπη και το ψέμα δεν ταιριάζει σε εκπαιδευτικούς ΕΑΕ. Κρίμα στους ΠΕ71/61 και τη στάση που κρατάνε τα τελευταία χρόνια. Σεβασμό και ισότιμη αναγνώριση των αναπληρωτών ΠΕ70,5-60,5.
Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΝΑΙ στην τροπολογία!
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ
Αθήνα 2/04/17
Αρ. Πρωτ.10
Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
προκειμένου
(α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
(β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.
•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
Ειδικότερα :
Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
Επισημαίνεται ότι:
Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!!!!!!
Άμεση απόσυρση της εν λόγω τροπολογίας η οποία δυναμιτίζει, για μία ακόμη φορά, τον ευαίσθητο και πολύπαθο χώρο της ΕΑΕ και θέτει εν αμφιβόλω την εύρυθμη και οργανωμένη λειτουργία της.
Σε κανέναν άλλον κλάδο εκπαιδευτικών δεν αποτελεί προσόν ένταξης σε πίνακα Αναπληρωτών ένας μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών, ένα σεμινάριο ή μόνο η προϋπηρεσία χωρίς βασικό πτυχίο, όπως συμβαίνει στην ΕΑΕ, πόσο μάλλον να υπάρχει και εξίσωση αυτών των ακαδημαϊκών προσόντων με το βασικό πτυχίο. Τα επιχειρήματα της αιτιολογικής έκθεσης δεν αποτελούν ικανοποιητική δικαιολογία για την έκπτωση που μεθοδεύεται μέσω αποσπασματικών τροπολογιών στην παρεχόμενη εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Με την τροπολογία αυτή:
Αποδεικνύεται η αδιαφορία της Κυβέρνησης για ουσιαστική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Αποκαλύπτεται ο εμπαιγμός και η αναλγησία της Κυβέρνησης απέναντι στους εκπαιδευτικούς των κλάδων ΠΕ61 και ΠΕ71, που υπηρετούν ως αναπληρωτές εδώ και 15 χρόνια στις δομές ΕΑΕ, καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Αμφισβητούνται και απαξιώνονται τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από το βασικό πτυχίο και εισάγεται η λογική των «προσόντων» με αρχή τις προσλήψεις Αναπληρωτών στην ΕΑΕ.
Η Ειδική Αγωγή δεν είναι χώρος για πειραματισμούς, βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια στο περιθώριο και οι δομές της υποστελεχώνονται και υποβαθμίζονται διαρκώς.
Η Ειδική Αγωγή έχει ανάγκη από μόνιμους διορισμούς!!!!
ΥΠΕΡ!!!!
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Υπέρ της τροπολογίας! Επιτέλους να αποκατασταθεί αυτή η αδικία που επικρατούσε τόσα χρόνια! Πουθενά αλλού στον κόσμο δεν υπάρχει αυτή η κατάσταση! Ένα μεταπτυχιακό/ διδακτορικό σαφώς κ σε κάνει πιο εξειδικευμένο ώστε να απασχοληθείς σε αυτόν τον ευαίσθητο κλάδο της ειδικής Αγωγής! Οι 60.50 και οι 70.50 έχουμε αναμφισβήτητα περισσότερες γνώσεις περί Γενικής Εκπαίδευσης κ επιπλέον εξειδίκευση στην ειδική αγωγή! Είναι απαράδεκτο κάποιος με μόνο ένα βασικό πτυχίο να θεωρείται καταλληλότερος! Να ψηφιστεί τώρα η τροπολογία!!!
ΣΤΗΡΙΖΩ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!!!
Καιρός ήταν.
Αποκατάσταση της κατάφωρης αδικίας. Ισοτιμία μεταξύ όλων των αναπληρωτών παιδαγωγών ΕΑΕ.
Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.
ΥΠΕΡ!!!!
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
ΥΠΕΡ!!!!
Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
Υπερ της τροπολογίας.
Καμία αλλαγή δεν αρέσει ποτέ σε όλους. Η συγκεκριμένη αλλαγή δεν είναι φυσικά απόλυτα δίκαιη, ωστόσιο είναι δικαιότερη των οσων ισχύουν ως τώρα. Τάσσομαι υπερ της ενιαίας εκπαίδευσης όπου οι παιδαγωγοί θα είναι και ειδικοι παιδαγωγοι και το αντίστροφο. Τα παιδιά με μεταπτυχιακό είναι πιο κοντά σε αυτό. Δηλαδή είναι εκπαιδευτικοί και παράλληλα καταρτισμένοι και στην «ειδική» αγωγή και μάλιστα σε επίπεδο μεταπτυχιακού. Το μεταπτυχιακό σε εντάσσει σε άλλη διαδικασία σκέψης, έρευνας και ανάλυσης και αυτό πρέπει να αναγνωριστεί. Για όσους ισχυρίζονται ότι τα μεταπτυχιακά της ειδικης δεν ειναι αξιόλογα τότε θα πρεπει να απαιτήσουν έλεγχο των μεταπτυχιακών. Του ελληνικού κράτους, σε γενικές γραμμές, είναι απαιτητικα και χειρίζονται το συγκεκριμένο γνωστικό κομμάτι με σοβαρότητα.
Στηρίζω την τροπολογία.
Επιτέλους μοριοδότηση των προσόντων και όχι αυθαίρετες προτάξεις κλάδων.Η μοριοδότηση αυτή φαίνεται ισότιμη. Μπράβο στην κυβέρνηση.
ΣΤΗΡΙΖΩ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!!!
Καιρός ήταν.
Αποκατάσταση της κατάφωρης αδικίας. Ισοτιμία μεταξύ όλων των αναπληρωτών παιδαγωγών ΕΑΕ.
Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.
ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ
Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!……….
ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ
Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!
Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση.
Δεν είμαι ειδικός παιδαγωγός, είμαι φυσικός, ωστόσο το μεταπτυχιακό σε εντάσσει στην διαδικασία της έρευνας. Αν σταματήσεις να επιμορφώνεσαι μέσα σε λίγα χρόνια είσαι ακατάλληλος. Σε όλους αυτούς λοιπόν που υποστηρίζουν ότι είναι “ειδικοί παιδαγωγοί” θέλω να πω πώς ο κάθε επιστήμονας είναι “ειδικός” όταν βρίσκεται σε μια διαρκή αναζήτηση και έρευνα. Το μάστερ σε διευκολύνει πολύ πάνω σε αυτό, ώστε να είσαι κάθε χρόνο κατάλληλος και όχι μόνο την χρονιά που τελείωσες. Γι’ αυτούς τους λόγους είμαι ΥΠΕΡ της νέας τροπολογίας.
Η παρούσα υπουργική απόφαση εμπεριέχει το αίσθημα της δικαιοσύνης και της ίσης μεταχείρισης, ενώ διασφαλίζει την εργασία σε όσους εργάζονται, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε μέχρι σήμερα όπου πετάγονταν στον καιάδα της ανεργίας εκπαιδευτικοί με επιπρόσθετα προσόντα στις δομές της ειδικής αγωγής και με πολλούς μήνες προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.
Η Ε.Σ.Α.μεΑ. στο πλαίσιο της ίσης μεταχείρισης στον τομέα της απασχόλησης των εκπαιδευτικών με αναπηρία, όπως το Σύνταγμα και η νομοθεσία της χώρας μας επιτάσσουν, έχει καταθέσει πρόσφατα πρόταση στο Υπουργείο Παιδείας, με την οποία ζητάει, με αφορμή την πρόσφατη ψήφιση του ν.4440/2016 (ΦΕΚ 224 Α΄), όπου στο άρθρο 25 θεσπίστηκε η κάλυψη ποσοστού 15% των προσλήψεων από άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις και μέλη των οικογενειών τους, την εφαρμογή των εν λόγω ρυθμίσεων στη γενική και ειδική εκπαίδευση για την πρόσληψη μόνιμων ή αναπληρωτών εκπαιδευτικών με αναπηρία ή χρόνια πάθηση και των εκπαιδευτικών που έχουν υπό την προστασία τους άτομο με αναπηρία.
Πιο αναλυτικά ζητάμε να θεσπιστεί η κατά προτεραιότητα κάλυψη ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) των θέσεων μόνιμων ή αναπληρωτών εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής εκπαίδευσης από άτομα με αναπηρία, με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον και ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%) των θέσεων από όσους έχουν τέκνο, αδελφό ή σύζυγο, καθώς και από τέκνα ατόμων με αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, όπως διαπιστώνεται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές του ΚΕΠΑ. Κατ` εξαίρεση όταν τα άτομα πάσχουν από νοητική στέρηση ή αυτισμό, για την παροχή της προστασίας απαιτείται ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%.
Με αυτό το μέτρο η ισχύουσα νομοθεσία θα εναρμονιστεί με τη νομοθεσία της χώρας, όπως με το ν.4074/2012, με τον οποίο επικυρώθηκε η Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, καθώς και με ευρωπαϊκές οδηγίες όπως η Οδηγία 2000/78/ΕΚ που αφορά στην ίση μεταχείριση στην απασχόληση και έχει ενσωματωθεί στο εθνικό μας δίκαιο με την ψήφιση του ν.3304/2005 που πρόσφατα τροποποιήθηκε με τον ν.4443/2016.
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ! ΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΩ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΟΣΑ ΑΝΕΦΕΡΑ Ο ΠΕΣΕΑ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΑΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΠΡΙΝ ΚΑΝ ΙΔΡΥΘΟΥΝ ΤΜΗΜΑΤΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ!ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- προσηλωμένος σταθερά στη θεμελιώδη αρχή ότι η εκπαίδευση αποτελεί βασικό παράγοντα που συμβάλλει στην αυτονομία και στην ανεξαρτησία όλων των ανθρώπων, με τις συνεχείς παρεμβάσεις του πάνω από δύο δεκαετίες υπερασπίζεται το δικαίωμα των παιδιών με αναπηρία και των παιδιών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες να έχουν πραγματικά το δικαίωμα της δωρεάν δημόσιας παιδείας σ’ όλες τις βαθμίδες, να έχουν το δικαίωμα της ειδικής φροντίδας: όχι μόνο στους νόμους αλλά και στην πράξη. Η ειδική αγωγή και εκπαίδευση αποτελεί μέρος της νομοθεσίας για τη γενική εκπαίδευση, θέτοντας στην πράξη τις νομοθετικές και διοικητικές προϋποθέσεις για την ένταξη των μαθητών με ειδικές ανάγκες (Προεδρικό Διάταγμα 603/1983 και το Ν. 1566/1985 (άρθρα 12, 13, 14, 32, 33, 34, και 35). Παρ’ όλα αυτά όλοι οι νόμοι και πληθώρα κανονιστικών διατάξεων, με εξαίρεση το Ν. 1566/1985, αντιμετώπισαν διαχωριστικά το θεσμό της ειδικής αγωγής με αποτέλεσμα την προώθηση της ιατροποίησης, της κατηγοριοποίησης και του διαχωρισμού των εκπαιδευτικών καθώς και την ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης (ωρομισθία, ελαστικές εργασιακές σχέσεις ΕΣΠΑ, καταστρατήγηση ωραρίου ΕΣΠΑ-ΟΑΕΔ). Πριν από 17 έτη, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το Ν. 2817/2000 με τον οποίο το ελληνικό κράτος υιοθέτησε πλήρως (;) την φιλοσοφία της ένταξης ενσωματώνοντας στην ελληνική νομοθεσία όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις και Διακηρύξεις για τα Δικαιώματα των Παιδιών και των Αναπήρων. Δημιούργησε μια προοδευτική βάση και γέννησε θετικό κλίμα προσδοκιών σε όσους προασπίζονταν με συνέπεια και ήθος τα δικαιώματα, τις ίσες ευκαιρίες και την εξασφάλιση της ισονομίας στο κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα για τα ανάπηρα άτομα και τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπήρξε η στοιχειώδης έστω πολιτική βούληση ώστε οι προσδοκίες να μεταφραστούν σε πράξη. Το Υπουργείο Παιδείας, παρά τις θετικές ρυθμίσεις όπως του ν. 4415/2016, παίρνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη και την αποδοτικότερη μνημονιακά πολιτική. Μετά τις συγχωνεύσεις των σχολείων επί υπουργίας της κ. Διαμαντοπούλου (2011), που υπηρέτησαν αποκλειστικά τη λογιστική της «εξοικονόμησης πόρων», μέσα από την περικοπή οργανικών και λειτουργικών θέσεων εργασίας εκπαιδευτικών, έτσι και τώρα τροποποίησε τον νόμο 3699/2008 που στο άρθ. 6 ανέφερε ότι «στα τμήματα που φοιτούν μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πρέπει να μειώνεται αναλογικά ο αριθμός των μαθητών και οι παραπάνω μαθητές να κατανέμονται εξίσου στα τμήματα της ίδιας τάξης» με το άρθρο 11 του ν. 4452/2017, σύμφωνα με το οποίο «ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο… εφόσον στο σχολείο δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης». Ενισχύοντας τον συγκεντρωτισμό και την γραφειοκρατία σε βάρος της εκπαίδευσης των μαθητών δίνει την αρμοδιότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Αυτό έρχεται σε συνέχεια των Ρυθμίσεων που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση του νόμου 4368/2016 (ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) οι οποίες αιφνιδίασαν αρνητικά την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς. Την τελευταία εξαετία οι σχολικές δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης δέχθηκαν πολλές «τροποποιητικές» νομοθετικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των μνημονιακών πολιτικών, με συρρίκνωση σχολικών δομών, συγχωνεύσεις και υποβαθμίσεις σχολικών μονάδων. Συνεχείς ήταν οι προσπάθειες αλλοίωσης του ρόλου των Τμημάτων Ένταξης, καθώς και της κατάργησής τους. Δεκάδες Τμήματα Ένταξης έκλεισαν με το πρόσχημα της μη φοίτησης μαθητών(!!!) με τη συνεργασία διαφόρων Διευθυντών Εκπαίδευσης & ΚΕΔΔΥ. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αλλοίωση του ρόλου του Τμήματος Ένταξης (Τ.Ε.) με την υποκατάσταση του εκπαιδευτικού του Τ.Ε. σε ρόλο εκπαιδευτικού Παράλληλης Στήριξης «παραβλέποντας» το γεγονός ότι τα δύο μέτρα εκπαιδευτικής υποστήριξης είναι διαφορετικά και σχεδιασμένα να εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες» (ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, 2009 ΠΟΡΙΣΜΑ: Εφαρμογή του θεσμού της παράλληλης στήριξης μαθητών µε αναπηρία ή µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες). Επίσης στα Σχέδια Νόμου για την ΕΑΕ του κ. Αρβανιτόπουλου, η Παράλληλη Στήριξη δε δινόταν στα σχολεία που είχαν Τ.Ε. παρότι ο Νόμος δεν περιορίζει την παροχή Παράλληλης Στήριξης αποκλειστικά σε περιπτώσεις όπου στο σχολείο του μαθητή δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης (Ν. 3699/2008, άρθρο 6).Το θεσμικό πλαίσιο για την λειτουργία του Τμήματος Ένταξης είναι σαφές. Ο κυριότερος λόγος για την ίδρυση Τμημάτων Ένταξης δεν είναι άλλος από τον αυξημένο αριθμό των μαθητών με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και την δέσμευση και υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα που διασφαλίζουν μεταξύ άλλων την ενιαία, ποιοτική και ελεύθερη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και την απαιτούμενη υποστήριξη μέσα στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπαίδευσή τους (άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του ν. 3699/2008 και το άρθρο 24 του ν. 4074/2012). Το Δημόσιο Σχολείο με τα Τμήματα Ένταξης παρέχει τη μοναδική δυνατότητα παροχής δωρεάν ειδικής εκπαίδευσης. Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- έχει ζητήσει την κατάργηση της συγκεκριμένης τροπολογίας γιατί αλλάζει τη Λειτουργία και το Ρόλο των Τμημάτων Ένταξης και ο Εκπαιδευτικός του Τ.Ε. καλείται σε ρόλους που ενυπάρχουν σε άλλους θεσμούς όπως η Παράλληλη Στήριξη (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΣΕΑ 15-2-2016). Υπενθυμίζεται ότι «αν το μόνο το οποίο παλεύουμε είναι να τα βγάλουμε πέρα με νούμερα και αριθμούς, με κόστη και ζημιές και δεν αντιλαμβανόμαστε την μεγάλη κοινωνική ανταποδοτικότητα της εκπαίδευσης για το μέλλον για τα νέα παιδιά, για τις νέες γενιές που είναι η επένδυση στη γνώση και σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς ταξικούς φραγμούς, τότε δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εξελίξεις θα μας προσπεράσουν πάρα πολύ γρήγορα» (Α. Τσίπρας, 23-9-2010 Διαβούλευση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία). Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- επισημαίνει ως άμεσα και αναγκαία θεσμικά και πολιτικά μέτρα τα παρακάτω: Ενιαίος νόμος για την Εκπαίδευση. Η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της γενικής εκπαίδευσης. Οι ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις όπου και όταν απαιτούνται, θα πρέπει να είναι μέρος της γενικότερης νομοθετικής παρέμβασης, να εναρμονίζεται με τους γενικούς και ειδικούς στόχους, να συνυφαίνεται με την γενική εκπαιδευτική διαδικασία και κατά κανόνα να υλοποιούνται στους χώρους, τα πλαίσια και τα προγράμματα της γενικής εκπαίδευσης. Ο Βασικός στόχος, το σχολείο της γειτονιάς να γίνει «ένα Σχολείο για Όλους» με την εισαγωγή μιας σειράς αλλαγών, μέσω των οποίων τα ίδια τα σχολεία θα αναδιαρθρώνονται, προκειμένου να μειωθούν τα εμπόδια στη μάθηση και στη συμμετοχή όλων των παιδιών σύμφωνα με τη φιλοσοφία της συμπερίληψης. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, σε έναν ουσιαστικό και δημοκρατικό διάλογο έχουν θέση θέματα όπως: α) η πρώιμη παρέμβαση που πρέπει να πάρει συγκεκριμένη μορφή ώστε να γίνει πράξη το δικαίωμα όλων των παιδιών να συμμετέχουν στην εκπαίδευση όσο πιο γρήγορα και έτοιμα μπορούν, β) η προσχολική εκπαίδευση με Τμήματα Ένταξης στα Νηπιαγωγεία πλήρως στελεχωμένα με εκπαιδευτικούς και υποστηρικτικό προσωπικό, γ) οι δομικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ώστε να εξασφαλίζουν σε όλα τα παιδιά πραγματική πρόσβαση στα εφόδια της εκπαίδευσης, δ) Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του εκπαιδευτικού θεσμού των ΚΕΔΔΥ σε εκπαιδευτική κατεύθυνση και ενίσχυση του Υποστηρικτικού ρόλου τους, ε) η ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης των παιδιών με αναπηρία, και στ) κατάργηση της διάταξης του ν.3699/2008 για την Ιδιωτική Παράλληλη Στήριξη που μετακυλύει την ευθύνη στους γονείς για τη φοίτηση των παιδιών τους στο γενικό σχολείο και έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα το οποίο ορίζει με σαφήνεια στο άρθρο 21 παργρ. 6 ότι: «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας». Διασφάλιση των πιστώσεων για την ειδική αγωγή από τον τακτικό προϋπολογισμό. Άμεσοι διορισμοί εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής αγωγής, ΕΕΠ, ΕΒΠ στα γενικά και ειδικά σχολεία, με τα ίδια κριτήρια διορισμού που ισχύουν σε όλη την εκπαίδευση. Σε ό, τι αφορά το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, που αναρτήθηκε προσφάτως στο σύστημα της Διαύγειας στην ηλεκτρονική διαβούλευση και αφορά τον «Καθορισμό Κριτηρίων Πρόσληψης Αναπληρωτών Εκπαιδευτικών στις Δομές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», σύμφωνα με το άρθρο 48 του Ν.4415/2016, το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- τόνισε με Υπομνήματά του -από το έτος 2011- την αναγκαιότητα κατάργησης του πελατειακού άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011, που καταργούσε σε μια νύχτα όλες τις οργανικές θέσεις όλων των νηπιαγωγών ειδικής αγωγής ΠΕ60 και όλων των δασκάλων ειδικής αγωγής ΠΕ70 «παραδίνοντας τες» αποκλειστικά στους νέους κλάδους ΠΕ61 & ΠΕ71. Γι’ αυτό χαιρέτισε την κατάργηση του άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011 με το άρθρο 48 του Νόμου 4415/2016 που αποκατάστησε την δημοκρατική νομιμότητα και την ισονομία ανάμεσα τους εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ίδιο πράξαμε και το 2003 όταν ο Νόμος 3194/2003 κατηγοριοποιούσε και πρότασσε τους συναδέλφους μας με μεταπτυχιακούς τίτλους στους διορισμούς αναπληρωτών και στις υπηρεσιακές μεταβολές των μονίμων (μεταθέσεις-αποσπάσεις) σε βάρος των νηπιαγωγών και των δασκάλων ειδικής αγωγής του Μαράσλειου Διδασκαλείου και των Διδασκαλείων. ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΣ; Μετά το Πάσχα η ανακοίνωση για το νέο σύστημα επιλογής Διευθυντών. Τι θα καταργηθεί, τι θα επανέλθει Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- με αφορμή το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, προτείνει: α) την αύξηση της μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στις δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, ως υπέρτατη αναγνώριση του Κράτους σε αυτούς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία, και β) να ληφθεί υπόψη το άρθρο 21 του Συντάγματος της Ελλάδας και το άρθρο 24 του Νόμου 4074/2012 για να υπάρξει εξορθολογισμός της μοριοδότησης των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (εκπαιδευτικοί με αναπηρία, γονείς παιδιών με αναπηρία και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί), χωρίς να αφήνει την παραμικρή υπόνοια αδικιών και προνομιακής μεταχείρισης εις βάρος των μη αναπήρων εκπαιδευτικών. Υπενθυμίζουμε ότι η εκπαίδευση, ως θεσμός, είναι καθολικός και ενιαίος. Οι οποιαδήποτε διαφοροποιήσεις «λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση» (Κ. Γαβρόγλου: Υπουργός Παιδείας, 2017) οφείλουν να λαμβάνουν συνολικά υπόψη, τις ιδιαιτερότητες των παιδιών και να προσαρμόζονται σ’ αυτές, διατηρώντας πάντα την βασική, κεντρική, στοχοθεσία της εκπαίδευσης που είναι η ολόπλευρη βελτίωση των χαρακτηριστικών των παιδιών, σε συνάρτηση με τις δυνατότητες τους.