Δεδομένου ότι έχει επιλεγεί η σταδιακή και ελεγχόμενη μετάβαση στην κατάσταση της λειτουργικής ενοποίησης των ερευνητικών δραστηριοτήτων, με τη Φάση Β’ ολοκληρώνεται η προσπάθεια αυτή και συντελείται ουσιαστικά ο επιστημονικά συνεκτικός μετασχηματισμός και εκσυγχρονισμός του ερευνητικού ιστού της χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, στη Φάση Β’ θα περιληφθούν ενέργειες και παρεμβάσεις οι οποίες αφενός θα αποσαφηνισθούν, θα προσδιοριστούν και θα εξειδικευτούν με βάση τις παράλληλες πρωτοβουλίες που έχουν δρομολογηθεί (νέος νόμος, ΕΣΠΕΚ, λειτουργία ΕΣΕΤ) και αφετέρου απαιτούν διαβούλευση, χρόνο καθώς και κατάλληλη προετοιμασία, προκειμένου να διασφαλιστεί η απαιτούμενη ετοιμότητα και συναίνεση για την ομαλή, συνεκτική και συντεταγμένη μετάβαση στο νέο μοντέλο του ενοποιημένου χώρου έρευνας.
Η υλοποίηση της Φάσης Β’ επηρεάζεται από την ψήφιση του Νέου Νόμου για την Έρευνα, την Τεχνολογική Ανάπτυξη και την Καινοτομία. Με το νέο νόμο θεσμοθετείται η εκπόνηση του ΕΣΠΕΚ 2013-2017, το οποίο θα καθορίσει τους στρατηγικούς στόχους και κατευθύνσεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και θα προσδιορίσει τους ερευνητικούς τομείς εθνικής προτεραιότητας, με βάση τους οποίους θα πρέπει να αναδιαταχθούν και να ευθυγραμμιστούν τα ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα της χώρας. Παράλληλα, το ΕΣΕΤ θα εξετάσει τη σκοπιμότητα, τις επιδόσεις και τις προοπτικές των υφιστάμενων ερευνητικών κέντρων και θα προσδιορίσει τις στρατηγικές κατευθύνσεις και τα θεματικά αντικείμενα ανά ΕΚ με την υποστήριξη των επιμέρους ΤΕΣ, προτείνοντας παράλληλα και κατάλληλες ενέργειες για την εναρμόνιση των ΕΚ με την εθνική και αναπτυξιακή στρατηγική για την έρευνα και την οικονομία γενικότερα. Επιπλέον, ο νέος νόμος ορίζει τη διαδικασία και τους εμπλεκόμενους για την ενοποίηση, διάσπαση, μεταφορά (ολική ή μερική), μετατροπή και κατάργηση των ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων, τη ρύθμιση των μεταξύ τους σχέσεων και τη ρύθμιση των θεμάτων του προσωπικού.
Στο πλαίσιο αυτό, κατά τη Φάση Β’ θα σχεδιαστούν αναλυτικά και θα υλοποιηθούν παρεμβάσεις οι οποίες εν γένει θα αφορούν:
- ως προς το πεδίο εφαρμογής, ερευνητικούς φορείς είτε των εποπτευομένων από τη ΓΓΕΤ είτε των εποπτευόμενων από το ίδιο το ΥΠΔΒΜΘ είτε και από άλλα Υπουργεία (π.χ. συγχωνεύσεις ινστιτούτων από διαφορετικά ΕΚ με βάση τη θεματική εξειδίκευση και την περαιτέρω της Φάσης Α’ επίτευξη κρίσιμης μάζας σε συγκεκριμένους ερευνητικούς τομείς εθνικής προτεραιότητας, συγχωνεύσεις μεταξύ ινστιτούτων / ΕΚ που εποπτεύονται από διαφορετικά Υπουργεία, κλπ.)
- ως προς το εύρος και είδος των παρεμβάσεων, όλες τις απαιτούμενες ενέργειες νομικού, στρατηγικού, λειτουργικού, οργανωτικού και υποστηρικτικού χαρακτήρα που θα προκύψουν με βάση τις κατευθύνσεις του νέου νόμου, τους στόχους και προτεραιότητες του Ε.Σ.Π.Ε.Κ., καθώς και την επανεξέταση των στρατηγικών επιλογών των ερευνητικών φορέων μέσω του ΕΣΕΤ με την υποστήριξη των επιμέρους ΤΕΣ, όπως ενδεικτικά συγχωνεύσεις / συνενώσεις / απορροφήσεις / καταργήσεις ερευνητικών ινστιτούτων ή /και ΕΚ, επαναπροσδιορισμός της στρατηγικής και του θεματικού προσανατολισμού υφιστάμενων ερευνητικών ινστιτούτων ή / και ΕΚ, δημιουργία νέων ερευνητικών κέντρων / ινστιτούτων με βάση τους τομείς εθνικής προτεραιότητας, αναδιοργάνωση και ανασχεδιασμός της λειτουργίας των ΕΚ, σχεδιασμός και εφαρμογή νέου συστήματος στοχοθέτησης και αξιολόγησης, κλπ.
Τέλος, σημειώνεται ότι ο σχεδιασμός και οριστικοποίηση των παρεμβάσεων της Φάσης Β θα πραγματοποιηθεί με ευρύ και ειλικρινή διάλογο και διαβούλευση με την ερευνητική κοινότητα της χώρας.
Από τους στρατηγικούς στόχους και κατευθύνσεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία, κατά το σχεδιασμό των περεμβάεσων της Φάσης Β΄, θα πρέπει ο τομέας της εθνικής αγροτικής έρευνας να συμμετέχει. Το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) αποτελούσε τον κύριο φορέα εφαρμογής της πολιτικής για τη διεξαγωγή και ανάπτυξη της αγροτικής έρευνας, καλύπτοντας όλα τα αγροτικά ερευνητικά πεδία, υπαγόμενο στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με 34 Ινστιτούτα, 1 Κέντρο, 17 Σταθμούς και την Κεντρική Υπηρεσία (ν.1845/89). Οι διατάξεις που αφορούν την αγροτική έρευνα στο νομοσχέδιο συγχώνευσης των τεσσάρων οργανισμών του ΥΠΑΑ&Τ που κατατέθηκε στη Βουλή, στο σχήμα του νέου οργανισμού προκαλούν την υποβάθμισή της και θα πρέπει να εξεταστεί αν ανταποκρίνεται στο νέο Θεσμικό Πλαίσιο για την έρευνα. Η γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας σχετικά με το σχέδιο νόμου του ΥΠΑΑ&Τ στο σκέλος εκείνο που αφορά την έρευνα, θα ήταν πολύτιμη και θα μπορούσε να συμβάλλει στην διαμόρφωση του πλαισίου εκείνου που διατηρεί τον ερευνητικό χαρακτήρα των συνενούμενων ερευνητικών μονάδων με εξειδικευμένα θεματικά Ινστιτούτα εθνικής εμβέλειας και όχι περιφερειακά, υπαγόμενα στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας στο νέο Οργανισμό (διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια) και τα οποία ακολουθούν το θεσμικό και νομικό πλαίσιο που διέπει τη ΓΓΕ&Τ, όπως κάθε φορά ισχύει. Η έρευνα στην αγροτική παραγωγή πρέπει να είναι το αναπτυξιακό εργαλείο με δραστηριότητες στοχευμένης έρευνας και με έμφαση στους τομείς: γεωργία, έδαφος, νερό, περιβάλλον, δάση, υγεία των ζώων, κτηνοτροφία, αλιεία, τρόφιμα κτλ.
Ίσως, θα πρέπει να εξεταστούν οι δυνατότητες επαναπροσδιορισμού και υπαγωγής του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) στον ενιαίο φορέα αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού της χώρας.
Στη Φάση Β του σχεδίου Διαβούλευσης δεν μπορεί να απουσιάζει το Εθνικό Ιδρυμα Αγροτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ) απο τον Ερευνητικό Ιστό της χώρας που δημιουργείται.
Δεν υπάρχει χώρα εντός η εκτος της ΕΕ που να μην έχει Αγροτική Ερευνα. Η χώρα μας, χώρα κατ’εξοχήν αγροτική χρειάζεται απαραίτητα να αναπτύξει και να διευρύνει τα αποτελέσματα της Αγροτικής Ερευνας επ’ωφελεία της Εθνικής Οικονομίας. Οταν π.χ.εισάγουμε το πλείστον του φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού απο ξένες χώρες με αιμοραγία συναλάγματος ενώ έχουμε και το δυναμικό και την τεχνογνωσία να τα παράγουμε στην Ελλάδα, στο ΕΘΙΑΓΕ, αυτό ωφείλεται γιατί δεν ωργανόσαμε την Αγροτική Ερευνα και τα Ινστιτούτα του ΕΘΙΑΓΕ σε ενιαία βάση με τα υπόλοιπα ερευνητικά Ιδρύματα της χώρας. Το ίδιο ισχύει και για τις ανευ προηγουμένου εισαγωγές κρέατος και γαλακτοκομικών προιόντων. Κάποτε υπήρχε Υπουργείο Συντονισμού. Μήπως θα έπρεπε η Κα Υπουργός Παιδείας να κουβεντιάσει σοβαρά με τον Κο Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης ώστε η Αγροτική Ερευνα να μην μείνει θεσμικά και ουσιαστικά έξω απο τον διαμορφούμενο Ερευνητικό Ιστό της χώρας αλλά να υπαχθεί στον νέο νόμο? Πως ειναι δυνατόν ο Υπ. Αγρ. Ανάπτυξης να συμμετέχει σε διυπουργικό όργανο για την Ερευνα και Καινοτομία σε Εθνικό επίπεδο και το ΕΘΙΑΓΕ να παραμένει έξω των ρυθμίσεων του νέου νόμου για την Ερευνα και καινοτομία? Επίσης πως ειναι δυνατόν να υπάρξουν δύο ταχύτητες και δύο διαφορετικά θεσμικά πλαίσια ερευνητών, εφόσον αφεθεί το ΕΘΙΑΓΕ να διέπεται απο διαφορετική νομοθεσία ενω στη ουσία μέχρι τώρα η νομοθετικές ρυθμίσεις ηταν ταυτόσημες? (Ν.1845 και Ν. 1514)
Αν θέλουμε σαν χώρα να προχωρήσουμε κατα τα πρότυπα άλλων χωρών εντός η και εκτός της ΕΕ , θα πρέπει η πολιτεία να θεσμοθετήσει κατά ενιαίο και εφάμιλο τρόπο για ολους τους ερευνητικούς φορείς της χώρας. Αυτή τη στιγμή υπάρχει η ποιό κατάλληλη ευκαιρία για την υλοποίηση αυτού του στόχου. Δεν καταλαβαίνω γιατί μερικές φορές τα αυτονόητα γίνονται τόσο δυσνόητα.
Η διάσπαρτη εφαρμογή της εθνικής έρευνας δημιουργεί προβλήματα επικαλύψεως ερευνητικών τομέων και αποσυντονισμό ενεργειών με αποτέλεσμα την ελλειπή παραγωγή της απαραίτητης τεχνογνωσίας και των πρακτικών δεξιοτεχνιών.
Η εθνική αγροτική αγροτική έρευνα αποτελεί βασικό μοχλό της αειφόρου αγροτικής ανάπτυξης της χώρας.Υπάρχει αρκετή υποδομή και ερευνητικό προσωπικό που δημιουργεί ύστερα από ολοκληρωμένη οργάνωση βάσιμες προοπτικές αναβάθμισής της.
Η προτεινόμενη σήμερα από το αρμόδιο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων οργάνωση της βασικής και εφαρμοσμένης Εθνικής Αγροτικής Έρευνας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην υποβάθμιση και ενταφιασμό της και στην κατά συνέπεια απουσία ερευνητικών αποτελεσμάτων πολύτιμων για την εθνική ανταγωνιστική γεωργία.
Η ύστερα από ειδική μελέτη σκοπιμότητας υπαγωγή του εν λόγω ερευνητικού πεδίου στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας με αυτοτελή Κεντρική και Περιφερειακή διάρθρωση θα συμβάλει τα μέγιστα στην επιδιωκόμενη ανταγωνιστική στην παγκοσμιοποιημένη αγορά ελληνική γεωργία.
H έρευνα πολλές φορές σταματά στα συρτάρια των ερευνητών και τα αποτελέσματά της δεν επεκτείνονται σε πρακτικές εφαρμογές.
θα πρέπει να βρεθούν τα κανάλια εκείνα επικοινωνίας με την βάση ώστε να υπάρχει ανατροφοδότηση ερευνητικών ερωτημάτων-προβλημάτων αλλά και διάχυση και εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας.
Από ότι φαίνεται η αγροτική έρευνα δεν αποτελεί προτεραιότητα καθώς δεν υπάρχει και αγροτική στρατηγική. Σε μια χώρα και μια περίοδο που πρέπει να δείξουμε πρωτογενές πλεόνασμα εμείς αιθεροβατούμε μακριά από την πρωτογενή παραγωγή, αφήνουμε το ρόλο των γεωργικών εφαρμογών (extensions) να τον επιτελούν οι ιδιωτικές εταιρείες και απαξιώνουμε και αποδυναμώνουμε τις κρατικές υποδομές των υπουργείων (Διευθύνσεις Γεωργίας) και των περιφερειών κρίνοντας τες αντιπαραγωγικές, όταν οι ίδιοι δεν τους δίνουμε αντικείμενο για να παράγουν.