Το ΕΛΚΕΘΕ αποτελεί τον μοναδικό ερευνητικό φορέα της χώρας, τα αντικείμενα του οποίου καλύπτουν το σύνολο της θαλάσσιας έρευνας. Η οργάνωσή του έχει σχεδιασθεί με τέτοιο τρόπο ώστε τα ερευνητικά αντικείμενα των ινστιτούτων που το αποτελούν, όχι μόνο να είναι διαφορετικά, αλλά και συνεργαζόμενα μεταξύ τους να καλύπτουν τις συνεχώς αναβαθμισμένες προτεραιότητες της θαλάσσιας έρευνας, έτσι όπως αυτές καθορίζονται από τις σύγχρονες ελληνικές και διεθνείς ερευνητικές, κοινωνικές και πολιτικές προτεραιότητες.
Σήμερα, το ΕΛΚΕΘΕ περιλαμβάνει πέντε (5) Ινστιτούτα, ως ακολούθως:
Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του φαινομένου του κατακερματισμού και πολυδιάσπασης των ερευνητικών πεδίων, της επίτευξης κρίσιμης μάζας σε βασικούς ερευνητικούς τομείς και του αποτελεσματικότερου συντονισμού των ερευνητικών δραστηριοτήτων, προτείνονται οι εξής παρεμβάσεις αναδιάρθρωσης:
- η συγχώνευση τoυ Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας και Γενετικής (Ηράκλειο) και του Ινστιτούτου Υδατοκαλλιεργειών λόγω συναφών και συμπληρωματικών ερευνητικών πεδίων και επίτευξης κρίσιμης μάζας στο συγκεκριμένο ερευνητικό τομέα καθώς και η μετονομασία του συγχωνευμένου ινστιτούτου σε Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών Κρήτης
- η συγχώνευση τoυ Ινστιτούτου Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και του Ινστιτούτου Εσωτερικών Υδάτων λόγω συναφών και συμπληρωματικών ερευνητικών πεδίων και επίτευξης κρίσιμης μάζας στο συγκεκριμένο ερευνητικό τομέα καθώς και η μετονομασία του συγχωνευμένου ινστιτούτου σε Ινστιτούτο Υδάτων & Αλιείας
- η διατήρηση του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας λόγω εξειδικευμένου αντικειμένου και ύπαρξης κρίσιμης μάζας στο συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο
Με βάση τα ανωτέρω, η πρόταση αναδιάρθρωσης του ΕΛΚΕΘΕ περιλαμβάνει τρία (3) ινστιτούτα ως εξής:
Η ύπαρξη ινστιτούτων με έδρα σε μια γεωγραφική περιοχή και με «παράρτημα» σε μία άλλη ήταν πράγματι μία προσαρμογή στις ειδικές συνθήκες, κατά τη διάρκεια της ίδρυσης του ΕΛΚΕΘΕ με τη συγχώνευση του ΕΚΘΕ και του ΙΘΑΒΙΚ, λόγω της ύπαρξης ταυτόσημων αντικειμένων και στους δύο αρχικούς φορείς. Αυτό όμως είναι μία πρακτική που συναντάται και στο εξωτερικό αλλά ακόμα και σε άλλα Ινστιτούτα στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα δε πολύ απέχει από το χαρακτηριστεί ως πλήρης αποτυχία. Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος κάτι τέτοιο για το Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων (ΙΘΑΒΙΠ) το οποίο μάλλον υποδειγματική λειτουργία είχε, ή για το Ινστιτούτο Υδατοκαλλιεργειών? Το Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας μπορεί πράγματι να είχε προβλήματα στη λειτουργία του ως προς τη διασύνδεση του παραρτήματος με την έδρα όμως αυτό είχε περισσότερο να κάνει με τα εγγενή προβλήματα του Ινστιτούτου (μακρόχρονη απουσία Διευθυντή και καθυστέρηση των διαδικασιών νέας εκλογής) και όχι από αυτή καθεαυτή την παρουσία του παραρτήματος. Όσο για το κόστος λειτουργίας, μεγάλο μέρος της επιτόπιας επικοινωνίας έχει πλέον επιτυχώς αντικατασταθεί με ηλεκτρονικά μέσα (τηλεδιάσκεψη, skype κλπ). Και τελικά, οι αρχικοί λόγοι της δημιουργίας τους δεν εξέλειπαν, καθότι η πλειονότητα των ερευνητών παραμένουν στους ίδιους χώρους επομένως και η ανάγκη της ύπαρξης των οικείων παραρτημάτων, εκτός αν φανταζόμαστε μετακινήσεις πληθυσμών… Αυτό που αξίζει κατά τη γνώμη μου να αλλάξει είναι αυτός καθ΄ εαυτός ο όρος «Παράρτημα» καθότι το Ινστιτούτο είναι ένα. Λειτουργικά η έδρα προφανώς είναι στη μία από τις δύο περιοχές. Ο γεωγραφικός διαχωρισμός όμως δεν είναι κατ’ αρχήν το πρόβλημα.
Η τυχόν ύπαρξη υποδομών, προσωπικού και (των αντίστοιχων) ερευνητικών δραστηριοτήτων εκτός της γεωγραφικής έδρας ενός ερευνητικού Ινστιτούτου δικαιολογείται πλήρως για τους κάτωθι λόγους:
α) οι ερευνητικές αυτές δραστηριότητες να είναι διακριτά διαφοροποιημένες από αυτές που πραγματοποιούνται στην έδρα του Ινστιτούτου,
β) οι δραστηριότητες αυτές να είναι επιτυχείς και οικονομικά βιώσιμες (το οποίο κάλλιστα αποδεικνύεται από αντικειμενικούς δείκτες αξιολόγησης, όπως η προσέλκυση οικονομικών πόρων μέσω ερευνητικών προγραμμάτων και το δημοσιευμένο ερευνητικό έργο),
γ) για διάφορους στρατηγικούς και πολιτικούς λόγους, όπως η γειτνίαση με τα κέντρα λήψης αποφάσεων των εταιριών, των σχετικών παραγωγικών φορέων κλπ.
δ) για κοινωνικούς λόγους, όπως η αποφυγή υποχρεωτικής μετακίνησης εργαζόμενων και των οικογενειών τους σε άλλες περιοχές, χωρίς ουσιαστικό λόγο και όφελος.
Δεν είναι αληθές ότι υπήρξε ανάλογο αποτυχημένο πείραμα στο ΕΛΚΕΘΕ-το αντίθετο μάλιστα- που να προέκυψε από την ύπαρξη ερευνητικών δραστηριοτήτων εκτός της Έδρας των Ινστιτούτων του Κέντρου, ούτε ότι εξαιτίας αυτού αυξήθηκαν τα έξοδα λειτουργίας και οι λειτουργικές δυσλειτουργίες (καθότι υπήρχαν άμισθοι αντικαταστάτες των διευθυντών όπου λειτουργούσε παράρτημα) και οι μετακινήσεις των ερευνητών γίνονταν πάντα στα πλαίσια συνεργασιών σε ερευνητικά προγράμματα και χρηματοδοτούνταν μόνο από τα προγράμματα αυτά. Η δε συνεργασία των ερευνητών είναι αγαστή και αυτό αποδεικνύεται από τα πολλά υποβληθέντα κοινά ερευνητικά προγράμματα και τις συνεργασίες που λαμβάνουν χώρα μεταξύ τους.
Σχετικά με την πρόταση συγχώνευσης του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας και Γενετικής και Ινστιτούτου Υδατοκαλλιεργειών με το νέο όνομα Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών Κρήτης πιστεύω ότι:
α) πρέπει να απαλειφτεί ο γεωγραφικός προσδιορισμός Κρήτης στο όνομα του Ινστιτούτου διότι σημαντική και καινοτόμος ερευνητική δραστηριότητα στις υδατοκαλλιέργειες πραγματοποιείται και ‘εκτός Κρήτης’.
β) πρέπει να απαλειφτεί ο γενικό όρος Θαλάσσια Βιολογία από τον τίτλο διότι θεραπεύεται από τις δραστηριότητες των άλλων Ινστιτούτων, άλλα κυρίως γιατί ο μεγαλύτερος όγκος ερευνητικών δραστηριοτήτων του νέου Ινστιτούτου αφορά την εφαρμοσμένη θαλάσσια έρευνα για την προαγωγή ενός από τους πιο κρίσιμους παραγωγικούς τομείς της Ελλάδας τις Υδατοκαλλιέργειες, τις οποίες η μελέτη της McKinsey&Company με τίτλο ‘Greece 10 Years Ahead’, September 2011, χαρακτήρισε ως ‘no 2 rising stars priority’.
Για τους παραπάνω λόγους προτείνω τον τίτλο :
‘Ινστιτούτο Υδατοκαλλιεργειών και Θαλάσσιας Βιοτεχνολογίας’, ‘Institute of Aquaculture and Marine Biotechnology’,
Γ. Κοτζαμάνης
Ερευνητής Β’
Ινστιτούτο Υδατοκαλλιεργειών, ΕΛΚΕΘΕ
Αγ. Κοσμάς,
Ελληνικό
Η πρόταση που κατατίθεται στο υπό διαβούλευση κείμενο αναφορικά με τη συγχώνευση των Ινστιτούτων του ΕΛΚΕΘΕ είναι ταυτόσημη και με αυτήν που προέκρινε (ως επικρατούσα) η επιτροπή των ερευνητών που σχηματίστηκε στο ΕΛΚΕΘΕ με σκοπό να συνθέσει προτάσεις για το θέμα αυτό (στην οποία συμμετείχαν δύο τουλάχιστον ερευνητές από κάθε Ινστιτούτο και στην οποία κατέθεσαν απόψεις Γνωμοδοτικά Συμβούλια Ινστιτούτων, ομάδες ερευνητών και μεμονωμένοι ερευνητές).
Η επιτροπή αυτή των ερευνητών όμως, έχοντας στη διάθεσή της πολύ περιορισμένο χρόνο, δεν προχώρησε σε προτάσεις ονομάτων για τα προτεινόμενα Ινστιτούτα. Ως εκ τούτου, τα ονόματα των δύο εκ των τριών νέων Ινστιτούτων που προτείνονται στην παρούσα διαβούλευση καλό θα ήταν να επαναπροσδιοριστούν. Οι λόγοι έχουν περιγραφεί και από αρκετούς άλλους ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ (πιο κάτω), ώστε να μην χρειάζεται να επαναληφθούν εκτενώς στο παρόν κείμενο.
Συνοπτικά:
(1) Το νέο Ινστιτούτο που προκύπτει από τη συνένωση των Ινστιτούτων «Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων» και «Εσωτερικών Υδάτων» μπορεί να ονομαστεί «Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων», ώστε να αποδίδει καλύτερα το σύνολο των ερευνητικών αντικειμένων των υπό συγχώνευση Ινστιτούτων.
(2) Το νέο Ινστιτούτο που προκύπτει από τη συνένωση των Ινστιτούτων «Θαλάσσιας Βιολογίας και Γενετικής» και «Υδατοκαλλιεργειών» δεν θα έπρεπε να ονομαστεί «Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών Κρήτης». Τουλάχιστον ο όρος «Κρήτης» θα πρέπει να απαλειφθεί, καθώς όλα ανεξαιρέτως τα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα υπάρχουν μεν τοπικά, αλλά δρουν παγκόσμια.
Τέλος, στη Β’ Φάση Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού με το ΕΛΚΕΘΕ θα πρέπει να συνενωθεί το Ινστιτούτο Αλιευτικών Ερευνών Καβάλας (ΙΝΑΛΕ) του ΕΘΙΑΓΕ.
Πολύ φοβάμαι ότι από τα τρία κίνητρα της Υπουργού για τις συνενώσεις μόνο ένα ίσως να έχει εφαρμογή στο ΕΛΚΕΘΕ. Πιο συγκεκριμένα:
1. «Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του φαινομένου του κατακερματισμού και πολυδιάσπασης των ερευνητικών πεδίων». Το κάθε ένα από τα σημερινά ινστιτούτα στο ΕΛΚΕΘΕ περιλαμβάνει διακριτά ερευνητικά πεδία χωρίς να υπάρχει αλληλοκάλυψη. Αντίθετα θα μπορούσε κανείς να επιχειρηματολογήσει υπέρ της δημιουργίας νέων ινστιτούτων ακολουθώντας τα σύγχρονα ευρωπαικά πρότυπα – Κλιματικές Αλλαγές, Θαλάσσια Τεχνολογία κλπ.
2. «Της επίτευξης κρίσιμης μάζας σε βασικούς ερευνητικούς τομείς». Πράγματι σήμερα στο ΕΛΚΕΘΕ υπάρχει ένα πολύ μεγάλο ινστιτούτο (Ωκεανογραφίας) σε σχέση με τα υπόλοιπα οπότε η συνένωση ανάμεσα στο Ινστιτούτο θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και στο Ινστιτούτο Εσωτερικών Υδάτων όπως και η συνένωση του Ινστιτούτου Θαλάσσια Βιολογίας και Γενετικής με το Ινστιτούτο Υδατοκαλλιεργειών θα εξισορροπήσει λίγο τα πράγματα.
3. «και του αποτελεσματικότερου συντονισμού των ερευνητικών δραστηριοτήτων». Κατά την άποψή μου όσο περισσότερα ερευνητικά πεδία βάζεις κάτω από την ίδια σκεπή τόσο δυσκολότερος είναι ο συντονισμός. Πολύ φοβάμαι ότι καθοριστικός παράγοντας θα είναι το ερευνητικό αντικείμενο του εκάστοτε Δ/ντή με αποτέλεσμα ερευνητικά πεδία ξένα προς αυτόν να παραμελούνται ουσιαστικά.
Η ύπαρξη ινστιτούτων με έδρα σε μια γεωγραφική περιοχή και με «παράρτημα» σε μία άλλη ήταν ένα εφεύρημα, που προέκυψε κάτω απο ειδικές συνθήκες, κατά τη διάρκεια της ίδρυσης του ΕΛΚΕΘΕ με τη συγχώνευση του ΕΚΘΕ και του ΙΘΑΒΙΚ. Στην πράξη το πείραμα αυτό απέτυχε πλήρως. Οδήγησε στην αύξηση του κόστους λειτουργίας (βλ. συχνές μετακινήσεις διευθυντών, ερευνητών, κλπ, μεταξύ των δύο περιοχών), σε σοβαρές διοικητικές δυσλειτουργίες, ακόμη και σε προστριβές.
Tο παρόν νομοσχέδιο θα έπρεπε, επομένως, να περιορίσει ή και να εξαλείψει το αποτυχημένο μοντέλο των διασπασμένων σε δύο περιοχές ινστιτούτων. Αντίθετα, όμως, το νομοσχέδιο όχι μόνο υιοθετεί το μοντέλο αυτό για τα τρία προτεινόμενα ινστιτούτα στο ΕΛΚΕΘΕ, αλλά και το επεκτείνει, προτείνοντάς το και και στην περίπτωση των Ερευνητικών Κέντρων ΑΘΗΝΑ, ΙΤΕ και ΕΑΑ. Πρόκειται για σημαντική αστοχία, που θα έχει δυσμενή και αντίθετα προς τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
1. Στο πλαίσιο της διαβούλευσης του σχεδίου νόμου για την αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού της χώρας και όσον αφορά το ΕΛΚΕΘΕ έχει προταθεί από την ΓΓΕΤ η συγχώνευση των πέντε Ινστιτούτων του ΕΛΚΕΘΕ σε τρία ως ακολούθως :
(α) Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας με νέο όνομα Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας
(β) Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Ινστιτούτο Εσωτερικών Υδάτων με νέο όνομα Ινστιτούτο Υδάτων και Αλιείας.
(γ) Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας και Γενετικής και Ινστιτούτο Υδατοκαλλιεργειών με νέο όνομα Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών Κρήτης.
2. Αναφορικά με την ονομασία του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας είναι προς την σωστή κατεύθυνση, όχι τόσο γιατί το επιστημονικό αντικείμενο του είναι ομοειδές και ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις της θαλάσσιας έρευνας, αλλά, κυρίως, γιατί ο διαχωρισμός του σε επί πλέον σύγχρονες ερευνητικές δραστηριότητες αντίκειται στη λογική των συγχωνεύσεων που προσπαθεί να επιλύσει η συγκεκριμένη πρόταση νόμου.
3. Αναφορικά με την πρόταση συγχώνευσης του Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων πιστεύω ότι και αυτή είναι προς την σωστή για τους παρακάτω λόγους:
(α) Τα αντικείμενα των δύο Ινστιτούτων έτσι όπως έχουν αναπτυχθεί μέχρι σήμερα είναι αρκετά συναφή και αποτελούν δοκιμασμένα σχήματα επιστημονικής – λειτουργικής διαχείρισης ανάλογων ερευνητικών φορέων σε άλλες χώρες, όπως Καναδά, Αυστραλία, Ολλανδία κλπ.
(β) Τα αντικείμενα των Ινστιτούτων συσχετίζονται αρκετά μεταξύ τους, με αποτέλεσμα θα υπάρχει ικανοποιητική συνάφεια των ερευνητικών δραστηριοτήτων τους, λαμβανομένου υπόψη ότι η μελέτη του οικοσυστήματος, η οποία προϋποθέτει διαφορετικές ερευνητικές ειδικότητες, αποτελεί σήμερα βασικό ερευνητικό πυλώνα στη διαχείριση των υδατικών πόρων.
(γ) Σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει ο τίτλος των Ινστιτούτων να προσδιορίζει γεωγραφική περιοχή έρευνας π.χ. παράκτια ζώνη, ανοικτή θάλασσα κλπ, γιατί το σύνολο των δραστηριοτήτων των Ινστιτούτων λαμβάνει χώρα στις ίδιες γεωγραφικές περιοχές.
(δ) Θα μπορούσε το κάθε Ινστιτούτο στο πλαίσιο της περιγραφής των ερευνητικών του αντικειμένων ή στόχων να θέσει ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές που εκτελεί τις έρευνές του.
(ε) Η προτεινόμενη δομή των δύο Ινστιτούτων κατανέμει ομοιομερώς το προσωπικό σε επίπεδο Κέντρου, με αποτέλεσμα να μην δημιουργεί αριθμητικές ανισότητες και υπερβολικά μεγάλα ή μικρά Ινστιτούτα.
(στ) Η προτεινόμενη γεωγραφική κατανομή των Ινστιτούτων, δύο στην Αθήνα και ένα στην Κρήτη ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εύρυθμης λειτουργίας του Κέντρου
Η ανάπτυξη της αλιείας σε μία χώρα με 16000 χιλιόμετρα ακτών όπως είναι η Ελλάδα, είναι μια σύνθετη οικοδομικό-διοικητική, αλλά κυρίως πολιτική, διαδικασία οποία υλοποιείται με την εφαρμογή πολυποίκιλων διοικητικών αποφάσεων, ενώ η διαχείρισή των βιολογικών πόρων βασίζεται σήμερα στο οικοσυστημικό μοντέλο το οποίο φαίνεται να αποτελεί το μοναδικό εργαλείο για την ορθολογική διαχείρισή της. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής εντάσσεται και η ανάπτυξη της αλιείας των εσωτερικών υδάτων, η διαχείριση των οποίων στη χώρα μας εποπτεύεται από τον ίδιο διοικητικό φορέα που εποπτεύεται η θαλάσσια αλιεία, ενώ η πρόσφατη αναθεωρημένη Κοινή Αλιευτική Πολιτική της ΕΕ έχει εντάξει για πρώτη φορά στην εφαρμογή της την αλιεία των Εσωτερικών Υδάτων.
Μετά από τα παραπάνω η ύπαρξη ενός ανεξάρτητου σχετικού ερευνητικού ινστιτούτου στη χώρα μας είναι απαραίτητη γιατί το αντικείμενό του, η θαλάσσια ή εσωτερικών υδάτων αλιευτική έρευνα, είναι μια εφαρμοσμένη έρευνα η οποία στοχεύει απευθείας στην διαχείριση των υδατικών αλιευτικών πόρων και ως εκ τούτου έχει άμεση εξάρτηση από την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των αλιέων, αλλά και των καταναλωτών. Με άλλα λόγια είναι ένα «πολιτικό εργαλείο» το οποίο εφόσον χρησιμοποιηθεί με τρόπο ορθολογικό θα μπορούσε να ενισχύσει αφενός κοινωνίες προβληματικές, όπως αυτές των παραμεθόριων ή μικρών απομακρυσμένων νησιών και ορεινών περιοχών, αφετέρου να προμηθεύει τον καταναλωτή με ψάρια σε προσιτές τιμές. Το γεγονός ότι το ΕΛΚΕΘΕ διαθέτει και άλλα Ινστιτούτα με τα οποία μπορεί να συνεργαστεί το νέο υπό συγχώνευση Ινστιτούτο στο πλαίσιο της οικοσυστημικής διαχείρισης των υδατικών αυτών πόρων, αλλά και της γενικότερης προστασίας των εσωτερικών ή θαλάσσιων υδάτων, καθιστά το ΕΛΚΕΘΕ ισχυρότερο και περισσότερο ανταγωνιστικό αφενός στη διεκδίκηση των ερευνητικών προγραμμάτων, αφετέρου στη συμβολή του και στη σύνθεση της πολιτικής αυτής.
Εκτός από τα παραπάνω, το γεγονός ότι η Κοινή Αλιευτική Πολιτική της ΕΕ αλλά και οι εθνικές πολιτικές των κρατών μελών της ΕΕ βασίζουν την αλιευτική πολιτική τους επάνω στα ερευνητικά αποτελέσματα, ενισχύει την άποψη ότι ένα ανεξάρτητο Ινστιτούτο με συγκεκριμένες προτεραιότητες που στοχεύει στα παραπάνω, θα ανταποκρίνεται καλύτερα τόσο στις πολιτικές της ΕΕ όσο και στις εθνικές πολιτικές.
Αναφορικά με το όνομα του νέου Ινστιτούτου «Υδάτων και Αλιείας», το πρώτο συνθετικό του Ινστιτούτου «Υδάτων» αναφέρεται σε οτιδήποτε έχει σχέση με το «νερό», ερευνητικό αντικείμενο που δεν καλύπτει το προτεινόμενο Ινστιτούτο, λαμβανομένου υπόψη ότι η λέξη «νερό» υπονοεί θάλασσα εσωτερικά ύδατα ακόμα και την ποιότητα αφθονία και διαχείριση του πόσιμου νερού. Η λέξη «Αλιεία» που προτείνεται ως δεύτερο συνθετικό του ονόματος του νέου Ινστιτούτου δεν είναι, επίσης, δόκιμη σήμερα στην αλιευτική έρευνα γιατί δεν καλύπτει την έρευνα αυτή στο σύνολο των βιολογικών πόρων, ενώ δεν περιλαμβάνει πλήρως την οικοσυστημική προσέγγιση της αλιευτικής διαχείρισης, η οποία σήμερα θεωρείται ως βασική και απαραίτητη προϋπόθεση της αλιείας. Μία άλλη παράμετρος που δεν εντάσσεται πλήρως στον όρο αλιεία είναι η «αλιευτική πολιτική» που αποτελεί βασική προϋπόθεση της σύγχρονης αλιευτικής διαχείρισης, λαμβανομένου υπόψη ότι τα αλιευτικά πεδία εκτείνονται σε θαλάσσιες περιοχές διαφόρων κρατών.
Για τους παραπάνω λόγους θα πρέπει να αντικατασταθεί η προτεινόμενη ονοματολογία του Ινστιτούτου από την ΓΓΕΤ από «Ινστιτούτο Υδάτων και Αλιείας» σε «Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων» αντικαθιστώντας τη λέξη «Αλιείας» με την «Θαλάσσιους Βιολογικούς Πόρους» και την αντίστοιχη των «Υδάτων» με τον «Εσωτερικών Υδάτων», ονοματολογία που ανταποκρίνεται πλήρως στις νέες ερευνητικές προτεραιότητες της θαλάσσιας έρευνας της χώρας.
3. Αναφορικά με την πρόταση συγχώνευσης του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας και Γενετικής και Ινστιτούτου Υδατοκαλλιεργειών με το νέο όνομα Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών Κρήτης θα πρέπει να αναθεωρηθεί από μέρος της ΓΓΕΤ να περιλαμβάνεται στην ονομασία αλλά και στα ερευνητικά αντικείμενα του νέου Ινστιτούτου το όνομα-αντικείμενα ενός Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας για τους παρακάτω λόγους:
(α) Η ερευνητικές δραστηριότητες που αναφέρονται στη θαλάσσια βιολογία είναι λίαν περιορισμένες στο συγκεκριμένο Ινστιτούτο και δεν επεκτείνονται στο σύνολο της θαλάσσιας βιολογίας, έτσι όπως η επιστήμη αυτή χαρακτηρίζεται σήμερα από τη σύγχρονη θαλάσσια έρευνα. Είναι εμφανές ότι οι ερευνητικές αυτές δραστηριότητες που εκτελούνται από το Ινστιτούτο αυτό λαμβάνουν χώρα και σε άλλα Ινστιτούτα, ίσως, περισσότερο ανταγωνιστικά στο πλαίσιο των διεθνών και εθνικών ερευνητικών προγραμμάτων.
(β) Για λόγους άκαιρου ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων Ινστιτούτων που θα έχουν ως αποτέλεσμα σημαντικά προβλήματα χρηματοδότησης, αλλά και σύγκρισης στην επίτευξη αριστείας των ομοειδών ερευνητικών αντικειμένων που αναπτύσσονται στα διάφορα Ινστιτούτα, είναι αναγκαίο να αποφεύγονται οι οριζόντιες κοινές ερευνητικές δράσεις μεταξύ τους.
(γ) Η κρίσιμη μάζα των ερευνητών που ασχολούνται με τη συγκεκριμένη ερευνητική δραστηριότητα του Ινστιτούτου αυτού είναι λίαν περιορισμένη και επεκτείνεται σε ένα πολύ μικρό ερευνητικό αντικείμενο της θαλάσσιας βιολογίας, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιείται η ερευνητική τους εμπειρία και να μην επιτυγχάνεται η ερευνητική τους αριστεία που θα πρέπει να καλύπτει το σύνολο της επιστήμης της θαλάσσιας βιολογίας.
(δ) Είναι εμφανές ότι η ερευνητική δραστηριότητα της θαλάσσιας βιολογίας παρέμεινε στο συγκεκριμένο Ινστιτούτο ως αποτέλεσμα της συνένωσης του ΙΘΑΒΙΠ και του ΕΚΘΕ, σήμερα, όμως, μετά από τόσο χρόνια, πιστεύω ότι η δραστηριότητα αυτή με τις λογικές του παρελθόντος δεν εξυπηρετεί τις νέες απαιτήσεις του ΕΛΚΕΘΕ.
(ε) Θα πρέπει κατά την άποψή μου να απαλειφθεί από τον τίτλο του Ινστιτούτο ο τόπος που βρίσκονται τα κτίρια του συγκεκριμένου Ινστιτούτου, λαμβανομένου υπόψη ότι γεωγραφικά το ΕΛΚΕΘΕ εκτείνεται σ’ όλη την Ελλάδα και όχι μόνο στην Κρήτη.
Μετά από τα παραπάνω προτείνεται όπως το Ινστιτούτο αυτό ονομασθεί «Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών»
Ανεξάρτητα από την προσωπική θέση και άποψη που έχει ο καθένας από τους παρακάτω υπογράφοντες για τις πολιτικές επιλογές του Υπουργείου, όσον αφορά τις αναδιατάξεις και τις αναδιαρθρώσεις των Ινστιτούτων, θέλουμε να διατυπώσουμε τις παρακάτω απόψεις για τον τίτλο στην περίπτωση που το Υπουργείο τελικά προχωρήσει στην ενοποίηση του Ινστιτούτου Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων με το Ινστιτούτο Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ. Ο προτεινόμενος τίτλος του νέου Ινστιτούτου «Υδάτων και Αλιείας», δεν ανταποκρίνεται στις ερευνητικές δραστηριότητες και στόχους των δύο Ινστιτούτων, έτσι όπως αυτοί έχουν καθιερωθεί μέχρι σήμερα, αλλά και στις σύγχρονες διεθνείς αντιλήψεις της έρευνας του χώρου των δύο Ινστιτούτων για τους παρακάτω λόγους:
Η λέξη «αλιεία» που προτείνεται ως συνθετικό του ονόματος του συγχωνευμένου Ινστιτούτου δεν είναι δόκιμη σήμερα στην αλιευτική έρευνα γιατί δεν καλύπτει την έρευνα αυτή στο σύνόλο των βιολογικών πόρων, ενώ δεν περιλαμβάνει πλήρως την οικοσυστημική προσέγγιση της αλιευτικής διαχείρισης, η οποία τα τελευταία χρόνια θεωρείται ως βασική και απαραίτητη προϋπόθεση της αλιευτικής έρευνας. Επίσης το συνθετικό του Ινστιτούτου «Υδάτων» αναφέρεται σε οτιδήποτε έχει σχέση με το «νερό». H λέξη «νερό» υπονοεί θάλασσα, εσωτερικά ύδατα ακόμα και την ποιότητα αφθονία και διαχείριση του πόσιμου νερού.
Για τους παραπάνω λόγους προτείνουμε ως το όνομα του νέου Ινστιτούτου που θα προκύψει από την συγχώνευση να είναι συγκερασμός των δύο Ινστιτούτων δηλ. «Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων».
Το σκεπτικό για την ονομασία αυτή βασίζεται και στα εξής:
1. Ανάλογα ερευνητικά ινστιτούτα ή κέντρα παγκοσμίως έχουν παρόμοια ονομασία και γενικά εμπεριέχουν στην ονομασία τους «Marine and Freshwater Biology» ή «Marine and Freshwater Biological Resources».
2. Η αξιολόγηση παρόμοιων ινστιτούτων ή κέντρων βασίζεται εν μέρει σε ξεχωριστή κατηγορία επιστημονικών περιοδικών με την ονομασία «Marine and Freshwater Biological Sciences»
3. Τα 2 πρώην ινστιτούτα «Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων» και «Εσωτερικών Υδάτων» στη πολύχρονη παρουσία τους έχουν κτίσει επιστημονικές συνεργασίες και έχουν κατακτήσει χρηματοδοτούμενα ανταγωνιστικά προγράμματα με τις ήδη γνωστές ονομασίες τους σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Ερευνητές και Τεχνικοί επιστήμονες του Ινστιτούτου Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων
Δρ. Κ. Αναστασοπούλου, Δρ. Β. Βασιλοπούλου, Β. Βαλαβάνης, Δρ. Μ. Γιαννουλάκη, Δρ. Α. Ζενέτου, Σ. Καβαδάς, Α. Καπανταγάκης, Δρ. Κ. Καπίρης, Μ. Μανιοπούλου, Δρ. Χ. Μαραβέλιας, Β. Μαρκαντωνάτου, Χ. Μυτηληναίου, Δρ. Α. Μαχιάς, Δρ. Α. Παλιαλέξης, Γ. Πετράκης, Μ. Πυρουνάκη, Α. Σιαπάτης, Dr. C. Smith, Δρ. Σ. Σωμαράκης, Δρ. Κ. Τσαγκαράκης, Δρ. Γ. Τσερπές
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ στο
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
Απόφ.Μονομελούς Πρώτ.Αθηνών 45/06, αυξ.αριθ. 12273
Έδρα: 46,7 χλμ Λεωφόρου Αθηνών – Σουνίου, Τ.Κ. 190 13 Ανάβυσσος
Πρόεδρος: τηλ.: 6976969362, e-mail: mstef@hcmr.gr
Αντιπρόεδρος: τηλ: 6974772962, e-mail: prokopis@hcmr.gr
Γεν. Γραμ.: τηλ.: 6974863834, e-mail: dimitris@hcmr.gr
Φαξ: 2810337822
Γούρνες Πεδιάδος, Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012
Αρ. Πρωτ.: 297
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σχετικά με την προώθηση της αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού και του νέου νομοσχεδίου «Έρευνα Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία» μέσω της δήθεν διαβούλευσης στο «opengov», καταγγέλλουμε την απουσία ουσιαστικού διαλόγου και διαβούλευσης με τους βασικούς συντελεστές της Έρευνας στη χώρα μας, δηλαδή τους εργαζόμενους.
Δείγμα γραφής αποτελεί και η επιβολή από την κυβέρνηση, της συρρίκνωσης του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών σε τρία Ινστιτούτα από πέντε που είναι σήμερα, χωρίς καμία επιστημονική μελέτη και τεκμηρίωση, παρά μόνο στα πλαίσια των συγχωνεύσεων των φορέων του Δημόσιου Τομέα και μόνο με αριθμητικά κριτήρια και την επέκταση των απολύσεων μέσα από την «πατέντα» της εφεδρείας και των συνεντεύξεων. Είναι προφανής η απόλυτη αντίθεσή μας στη διαδικασία και την ουσία αυτής της υποχρέωσης!
Ενδεικτικός, επίσης, είναι ο αποκλεισμός της Ομοσπονδίας μας – η οποία εκπροσωπεί και την συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα – από την επιτροπή επεξεργασίας του σχετικού νομοσχεδίου καθώς και το ότι δεν υπάρχει έστω και η παραμικρή πρόβλεψη εξέλιξης ή οποιαδήποτε αναφορά στο τεχνικό επιστημονικό προσωπικό, Υπάρχει όμως μόνο μία κρίσιμη πρόβλεψη για μία ειδική κατηγορία τεχνικού προσωπικού και αυτή είναι η εξαφάνιση των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (Ε.Λ.Ε.), δηλαδή η μοναδική δυνατότητα εξέλιξης του εργαστηριακού επιστημονικού προσωπικού.
Βεβαίως, ακόμη πιο σοβαρή είναι η απουσία ερευνητικής πολιτικής και σχεδιασμού στον τομέα του θαλάσσιου περιβάλλοντος από την πολιτεία, τόσο στις θεσμικές προβλέψεις, αλλά κυρίως στην έως σήμερα πρακτική της.
Πρόκειται λοιπόν, για ένα σχέδιο νόμου που δεν έχει καν τη δομή νομοσχεδίου, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, βρίθει ασαφειών για βασικά θέματα (βλέπε μη πρόβλεψη για Διευθυντή πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μεταβατικές διατάξεις στις οποίες εμπίπτουν, το θέμα των ερευνητών που υπηρετούν στην Δ’ Βαθμίδα και του προσωπικού που υπηρετεί σε θέσεις Ε.Λ.Ε. που καταργούνται, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα του υπηρετούντος προσωπικού, κτλ), που παρά το ότι το Σύνταγμα και η λειτουργία κράτους ευνομίας επιβάλλει αυτά να ρυθμίζονται με νόμο, η πρόσφατη κυβερνητική πρακτική παραπέμπει στην αποσαφήνισή τους μέσα από ερμηνευτικές εγκυκλίους, πράγμα που μας βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετους.
Μία άλλη βασική διάταξη του νομοσχεδίου που είναι ενδεικτική της κατεύθυνσης προς αποδυνάμωση της συμμετοχής, της δημοκρατίας και της διαφάνειας είναι εκείνη που προβλέπει την κατάργηση της εκπροσώπησης των εργαζομένων στα Δ.Σ. των Ερευνητικών Κέντρων. Η αυθαιρεσία και η διαφθορά αποκτούν νέες δυνατότητες!
Επιπλέον, η απομάκρυνση της πολιτείας από την ερευνητική πολιτική περνάει σε πρώτη φάση από την πίσω πόρτα της δραστικής μείωσης της χρηματοδότησης. Η χρηματοδότηση ακόμη και του συνόλου των μισθών συναρτάται τεχνηέντως με το ποσό των κονδυλίων που τα κέντρα θα απορροφήσουν από ερευνητικά προγράμματα. Νομιμοποιείται η απειλή ‘ αντλήστε χρήματα από οπουδήποτε αλλιώς δεν δίνουμε ούτε για τους μισθούς σας’, ενώ ταυτόχρονα αποσιωπάται το γεγονός ότι τα Δημόσια Ερευνητικά κέντρα ΝΠΔΔ (Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. Δημόκριτος, Εθνικό Αστεροσκοπείο, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών) κρίνονται από διεθνείς επιτροπές εδώ και χρόνια και έχουν αποκομίσει θετικότατες κριτικές για την λειτουργία τους και την εκπλήρωση του σκοπού τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μεταβληθεί η δημόσια έρευνα σε διαρκώς υποβαθμιζόμενη ιδιωτεύουσα επιχείρηση που στο τέλος θα ‘πτωχεύσει’, εν μέσω και λόγω δήθεν της οικονομικής κρίσης.
Οι εργασιακές θέσεις μεταβάλλονται από οργανικές μόνιμες ή οργανικές αορίστου χρόνου σε μη οργανικές αορίστου χρόνου, και υπάγονται πλέον όλες στον νόμο των ομαδικών απολύσεων. Η πρόφαση είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας μέσω της ελαστικοποίησης και της κατεδάφισης των οποιονδήποτε δικαιωμάτων.
Ποιος θα διασφαλίζει ότι ο ερευνητής δεν θα ‘αναγκαστεί’ να παρουσιάσει – δημοσιοποιήσει ‘κατευθυνόμενα’ και ‘υπαγορευμένα’ ερευνητικά αποτελέσματα για το θαλάσσιο περιβάλλον, προκειμένου να διασφαλίσει τον μισθό του από τον χρηματοδότη του; Η διασφάλιση της μισθοδοσίας και της μονιμότητας δεν είναι συντεχνιακή
επιταγή αλλά πυλώνας ανεξαρτησίας, γνώσης και αντικειμενικότητας. Και εν κατακλείδι βάσει ποιών αποτελεσμάτων από διεθνείς επιτροπές επιστημόνων ( που επανειλημμένα έχουν κρίνει τα δημόσια ερευνητικά κέντρα ενδελεχώς ) προωθείται αυτός ο αντισυνταγματικός νόμος για την έρευνα; Ο ισχύων νόμος για την έρευνα 2919/2001 (υπουργού ανάπτυξης Χριστοδουλάκη) προβλέπει μεταξύ των άλλων την κατάργηση ενός Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου σε περίπτωση που δεν ‘πληροί’ τους στόχους για τους οποίους έχει σχεδιαστεί. Εμείς κριθήκαμε ότι είμαστε άριστοι. Και όταν ένας φορέας ‘λειτουργεί’ ‘Άριστα’ (με αντικειμενικά διεθνή κριτήρια) μόνο η ενίσχυσή του είναι ηθική και λογική. Καταγγέλλουμε την έλλειψη ηθικής και λογικής.
Σε αυτό το ανήθικο και παράλογο πλαίσιο εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας υπάγεται και παραπομπή μεταβατικών διατάξεων στο μέλλον και εκτός του παρόντος σχεδίου νόμου, και προκαλεί στην καλύτερη περίπτωση αίσθηση προχειρότητας και στη χειρότερη περίπτωση, καχυποψία έως βεβαιότητα ότι γίνεται εκ του πονηρού για να αιφνιδιάσει τους εργαζόμενους σε ανύποπτο χρόνο με άλλη μία πρόχειρη, στρεβλή, άδικη και προς το χειρότερο, πρόβλεψη.
Είναι σαφές λοιπόν, πως ο Σύλλογός μας είναι αντίθετος, τόσο με τη διαδικασία προώθησης του Σχεδίου Νόμου, όσο και με βασικά σημεία του και θα εκφράσει την έντονη και δυναμική διαμαρτυρία του, αγωνιστικά με σύσσωμη την ερευνητική και επιστημονική κοινότητα προς μία κυβέρνηση που έχει επιλέξει να την έχει απέναντι!
Για το Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων στο ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.
Ο Πρόεδρος Μανόλης Στεφανάκης
Ο Γενικός Γραμματέας Δημήτρης Ποδάρας
Σχετικά με τη συγχώνευση τoυ Ινστιτούτου Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και του Ινστιτούτου Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε., προτείνεται η παρακάτω ονομασία:
» Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων »
Το σκεπτικό για την ονομασία αυτή βασίζεται στα εξής:
1. Ανάλογα ερευνητικά ινστιτούτα ή κέντρα παγκοσμίως (Αμερική, Ευρώπη, Αυστραλία, κλπ) έχουν παρόμοια ονομασία και γενικά εμπεριέχουν στην ονομασία τους «Marine and Freshwater Biology» ή «Marine and Freshwater Biological Resources»
2. Η αξιολόγηση παρόμοιων ινστιτούτων ή κέντρων παγκοσμίως βασίζεται εν μέρει σε ξεχωριστή κατηγορία επιστημονικών περιοδικών με την ονομασία «Marine and Freshwater Biological Sciences», γεγονός το οποίο έχει υιοθετηθεί από την επιστημονική κοινότητα εδώ και δεκαετίες
3. Τα 2 πρώην ινστιτούτα «Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων» και «Εσωτερικών Υδάτων» στη πολύχρονη παρουσία τους έχουν κτίσει επιστημονικές συνεργασίες και έχουν κατακτήσει χρηματοδοτούμενα ανταγωνιστικά προγράμματα με τις ήδη γνωστές ονομασίες τους σε εθνικό και ειδικά σε διεθνές επίπεδο. Η προτεινόμενη ονομασία ως Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων (Institute of Marine Biological Resources and Internal Waters) διατηρεί στο απόλυτο αυτή την συνεχή και πολύχρονη παρουσία
Ευχαριστώ,
Βασίλης Βαλαβάνης
Εργαζόμενος ΕΛΚΕΘΕ
Στα πλαίσια της διαβούλευσης για τη συγχώνευση των Ινστιτούτων Θαλασσίων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων, προτείνω ως νέο τίτλο του Ινστιτούτου που θα προκύψει τον εξής:
Ινστιτούτο Θαλάσσιων και Εσωτερικών Βιολογικών Πόρων, Περιβάλλοντος και Αλιείας
Ο τίτλος πιστύω ότι ανταποκρίνεται στο μέχρι σήμερα επιστημονικό αντικείμενο του προσωπικού που θα ενταχθεί σε αυτό και ειδικότερα:
1. Με τον όρο πόρους καλύπτει το σύνολο των υδάτινων πόρων (θαλασσίων και γλυκού νερού) που είναι υπό εκμετάλλευση ή όχι και επομένως υπεισέρχεται εδώ και η έννοια της βιοποικιλότητας.
2. Ο όρος περιβάλλον καλύπτει ευρύτερα και τα θαλάσσια και χερσαία οικοσυστήματα με τα οποία απασχολείται το νέο Ινστιτούτο
3. Κάνενας όρος (πόρος, περιβάλλον, αλιεία) δεν υφίσταται στις μέχρι τώρα ονομασίες των άλλων Ινστιτούτων
4. Οι οροι που περιλαμβάνονται στον τίτλο επίσης στην αγγλική γλώσσα διατηρούν όλα τα στοιχεία της παλαιάς ονομασίας των Ινστιτούτων με τα οποία είμαστε γνωστοί στο εξωτερικό: Institute of marine and freshwater biological resources, environment and fisheries, ώστε να υπάρχει και μια συνέχεια
5. Πιστέυω ότι ο παραπάνω τίτλος επίσης προσφέρει την αναγκαία γενικότητα ώστε να μπορούν να ενταχθούν αργότερα και μοντέρνα επιστημονικά αντικείμενα που εξελίσσονται.
Η μετονομασία του Ινστιτούτου που προκύπτει από τη συγχώνευση των Ινστιτούτων Θαλάσσιας Βιολογία και Γενετικής και Ινστιτούτου Υδατοκαλλιεργειών σε Ινστιτούτο Θαλάσσιας βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών Κρήτης είναι λάθος. Δεν μπορεί να έχει γεωγραφικό χαρακτηρισμό. Η έρευνα πραγματοποιείται σήμερα και στην Αττική και στη Κρήτη και αφορά τη παραγωγή γνώσης σε Εθνικό και Ευρωπαικό επίπεδο. Η λέξη Κρήτη πρέπει να αφαιρεθεί.
Είναι μη αποδεκτό ένα από τα τρία νέα ινστιτούτα που θα δημιουργηθούν μετά τη συγχώνευση να έχει γεωγραφική προσέγγιση ειδικά όταν έχει δύο έδρες στις οποίες εκτελείται σημαντικό ερευνητικό έργο
Τα ονόματα τα οποία «δίνονται» στα νέα Ινστιτούτα του ΕΛΚΕΘΕ είναι πάρα πολύ προβληματικά και λάθος.
1.Ινστιτούτο Υδάτων και Αλιείας: «Ύδατα» είναι τα πάντα το 80% του πλανήτη Γη. Και τα γλυκά και τα θαλάσσια, και τα υπόγεια και τα υπέργεια, και τα παράκτια και οι ωκεανοί. Επίσης ο όρος «Αλιεία» δεν περιλαμβάνει μια σειρά από πραγματικές δραστηριότητες που είναι άμεσα συνδεδεμένες με την αλιευτική έρευνα, όπως προστατευόμενα είδη, ξενικά είδη και η εξάπλωσή τους, αλληλεπίδραση αλιείας και περιβάλλοντος. Σωστότερο θα ήταν είτε ο τίτλος να αποτελεί σύνθεση των ονομάτων των δύο Ινστιτούτων («Ινστιτούτο Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων») ή κάτι σαν «Ινστιτούτο Υδάτινων Βιολογικών Πόρων και Συστημάτων»
2.Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Yδατοκαλλιεργειών Κρήτης: Το «Κρήτης» από πού προκύπτει? Η «Αττική» και οι άλλες περιφέρειες της χώρας δεν θα «θεραπεύονται» από το νέο Ινστιτούτο; Νομίζω ότι θα πρέπει να απαλειφθεί οπωσδήποτε.