Το προτεινόμενο σχέδιο της Α΄ φάσης της αναδιάρθρωσης των ΕΚ που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ και το ΥΠΔΒΜΘ, στην διαμόρφωση της οποίας η συμβολή της ερευνητικής κοινότητας είναι σημαντική, περιλαμβάνει προτάσεις για συγχωνεύσεις /συνενώσεις /απορροφήσεις ινστιτούτων κατά κανόνα εντός των ορίων των υφιστάμενων ΕΚ αλλά και επιλεγμένες κινήσεις που υπερβαίνουν τα όρια των ΕΚ με τις οποίες επιτυγχάνονται άμεσα τα εξής:
- συγκέντρωση κρίσιμης μάζας σε επιλεγμένους επιστημονικούς τομείς
- λειτουργική ενοποίηση των ερευνητικών ινστιτούτων με θεματική συνάφεια
- οικονομίες κλίμακας ως προς το πλήθος και τη διαχείριση των ινστιτούτων
Ειδικότερα, η Α’ φάση της αναδιάρθρωσης των ΕΚ περιλαμβάνει προτάσεις για τα εξής:
i. συγχωνεύσεις / συνενώσεις ινστιτούτων εντός των ορίων των υφιστάμενων ΕΚ που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ
ii. παραλλαγές / εναλλακτικές προσεγγίσεις σε επιλεγμένες από τις παραπάνω συγχωνεύσεις κατά τις οποίες εξετάζονται και συγχωνεύσεις με φορείς εκτός των ορίων των ΕΚ (π.χ. με Πανεπιστημιακά Ιδρύματα)
iii. συγχωνεύσεις / συνενώσεις των κέντρων ερευνών της ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ που εποπτεύεται από το ΥΠΔΒΜΘ και αποτελεί τον μόνο ερευνητικό φορέα εκτός των ορίων των εποπτευόμενων από τη ΓΓΕΤ ΕΚ που εξετάζεται ολοκληρωμένα στη Φάση Α’ της αναδιάρθρωσης των ΕΚ
Η πρόταση της Α’ φάσης της αναδιάρθρωσης των ΕΚ που τίθεται σε διαβούλευση παρουσιάζει τα εξής πλεονεκτήματα:
- Δυνατότητα άμεσης υλοποίησης δεδομένου ότι οι προτεινόμενες παρεμβάσεις περιορίζονται σε γενικές γραμμές εντός των ΕΚ και της ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ ενώ εξετάζονται ως εναλλακτικές προτάσεις επιλεγμένες συνενώσεις ινστιτούτων με ερευνητικούς φορείς εκτός των ορίων των ΕΚ (π.χ. με Πανεπιστήμια)
- Ύπαρξη ωριμότητας και ετοιμότητας από πλευράς των υπό συγχώνευση ινστιτούτων και των ερευνητικών κέντρων / φορέων να υιοθετήσουν τις αλλαγές
Στη συνέχεια παρουσιάζεται αναλυτικά η Α’ φάση της αναδιάρθρωσης των ΕΚ.
Αντιστοίχηση Υφιστάμενης κα Προτεινόμενης Διάρθρωσης των Κέντρων Έρευνας της ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ
Ακολουθεί αναλυτική παρουσίαση των προτεινόμενων παρεμβάσεων αναδιάρθρωσης ανά ΕΚ, καθώς και των επιλεγμένων εναλλακτικών προτάσεων.
30 Ιανουαρίου 2012
Η Διαβούλευση για την «Αναδιάρθρωση του Ερευνητικού Ιστού» κλείνει σε λίγα λεπτά
Μια νέα απόπειρα αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού της χώρας ξεκινά την πορεία της στην Ιστορία της ΄Ερευνας … Μιας ιστορίας συνεχούς εγγραφής … Εμπνευσμένες φυσιογνωμίες, οραματικές ηγεσίες, επιστημονικές αναγκαιότητες διεθνείς και εθνικές, μοιραία πρόσωπα, παλινδρομήσεις, άλματα προς τα μπρός, βήματα προς τα πίσω.
Έχει η ΄Ερευνα μέλλον στην Ελλάδα; Η Ιστορία θα το δείξει …
Ο ν. 1514/85 έθεσε το πρώτο θεσμικό πλαίσιο για την έρευνα στην Ελλάδα. Επί Υπουργείας Γ. Λιάνη. Είχε προηγηθεί ο ν. 1268/82 το πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση. Επί Υπουργείας Γ. Λιάνη. Το μοιραίο πρόσωπο. Οι «δίδυμοι νόμοι» βασισμένοι στις αρχές της πρώτης περιόδου του ΠΑΣΟΚ.
Από τότε ως σήμερα
΄Εχουν περάσει πολλές διακυβερνήσεις με διαφορετικά οράματα, γιατί αυτά πάντα ενυπάρχουν στις πολιτικές προγραμματικές δηλώσεις των εναλλασσομένων στη διακυβέρνηση δύο κομμάτων.
Μέγα το χάσμα μεταξύ πολιτικής πρόθεσης, ρητορικής και εφαρμογής …
Με το ν. 1514/85 θεσμοθετήθηκε το Πρόγραμμα Ανάπτυξης ΄Ερευνας και Τεχνολογίας (ΠΑΕΤ). Πώς αυτό εφαρμόστηκε;
Θεσμοθετήθηκε η «έρευνα ελεύθερης επιλογής». Πώς αυτή υλοποιήθηκε;
Ο ν. 1514/85 τροποποιείται συνεχώς. Πώς και από ποιόν παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των τροποποιήσεων του;
΄Ερχεται ο ν. 3653/2008 της Νέας Δημοκρατίας που έθετε την ΄Ερευνα σε νέο πλαίσιο. Νόμος σε μόνιμη ύπνωση. Δεν θα μάθουμε ποτέ πως θα λειτουργούσε η δομή της ερευνητικής διαδικασίας που εισήγαγε. Νόμος φτειαγμένος για το τέταρτο κοινοτικό πλαίσιο στήριξης και το 7ο πρόγραμμα για την έρευνα της ΕΕ. Taylor made…
Και ερχόμαστε στο σήμερα.
΄Αλλη μια φορά η ΄Ερευνα καλείται να ξαπλώσει στο κρεββάτι του Προκρούστη.
Το οριζόντιο hair cut της έρευνας. ΟΡΙΖΟΝΤΙΟ.
Με ποιά κριτήρια;
–Νομικά οι συγχωνεύσεις και όλοι οι συναφείς όροι αλλαγής του σημερινού καθεστώτος των ερευνητικών κέντρων θα πρέπει να βασίζονται στη γνωμοδότηση του ΕΣΕΤ.
Γιατί δεν κοινοποιήθηκαν στην ερευνητική κοινότητα οι σχετικές γνωμοδοτήσεις;
–Θα έπρεπε να βασίζονται στα αποτελέσματα των επίσημων αξιολογήσεων των ερευνητικών κέντρων.
Τα Κέντρα ζητούσαν την αξιολόγησή τους. Το κράτος κώφευσε.
Λεόντειες οι ρήτρες στο παιχνίδι των actors της έρευνας.
Ερωτήματα που ζητούν απάντηση:
–Ποιά η λογική να προηγείται η αναδιάρθρωση των ερευνητικών Ινστιτούτων πριν το στρατηγικό σχεδιασμό της ερευνητικής πολιτικής; (τό κάρο πριν το άλογο)
–Πώς ορίζονται οι εθνικές προτεραιότητες; Βάσει ΕΣΠΑ σήμερα, βάσει κάποιου άλλου Προγράμματος για την επόμενη 7ετία; HORIZON 2020 ο στόχος; ΄Εξυπνη Έρευνα ο νέος λεκτικός κώδικας; (Ο Προκρούστης της Έρευνας)
–Πώς πολιτικές επιλογές για τη δόμηση του ερευνητικού ιστού της χώρας σύμφωνα με τις εκάστοτε ευρωπαικές κατευθυντήριες αρχές καταλήγουν στη δόμηση και αποδόμηση ερευνητικών δομών (πχ. ΚΕΤΑΕΘ επί εποχής της περιφερειοποίησης των ευρωπαικών πολιτικών).
–Με ποια λογική αναδομείται το ερευνητικό σύστημα της χώρας στην πιο κρίσιμη στιγμή της ύφεσης όπου κάθε εθνική δομή θα έπρεπε να υποστηριχθεί;
–Λέξεις που ζητούν τα νοήματά τους
—– Ποιά η έννοια της κρίσιμης μάζας; Αριθμητικό/ ποσοτικό το θέμα (κεφάλια/Ινστιτούτο) ή θέμα βαρύτητας για τις ερευνητικές προτεραιότητες που θέτει η πολιτεία; Και σε ποιό βάθος χρόνου;
—– Ποιά έννοια δίνεται στη διαπιστημονικότητα και ποιός ο ρόλος της στην αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού;
–Ο Πρόεδρος και τα μέλη του ΕΣΕΤ με ανοικτή τους επιστολή προς τη διεθνή επιστημονική κοινότητα ζητούσαν να παρέμβουν στις κυβερνήσεις τους ώστε να δοθεί χρόνος οι παρεμβάσεις για τον ερευνητικό ιστό της χώρας να γίνουν όχι κάτω από τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα των δημοσιονομικών συνθηκών και απαιτήσεων αλλά απρόσκοπτα ώστε η προσπάθεια αυτή «να μην υπονομευθεί και διακινδυνεύσει».
Πόσο λάβατε υπόψη τη (διεθνή) έκκλησή τους; Η επιστολή είχε γραμματόσημο εξωτερικού;
Οι πολιτικές από το σχεδιασμό τους μέχρι την υλοποίησή τους αξιολογούνται. Με ex ante και ex post αξιολογήσεις.
Στον χώρο της ερευνητικής πολιτικής στην Ελλάδα και των οργάνων που την ασκούν η κουλτούρα της αξιολόγησης και πολύ περισσότερο της αυτοαξιολόγησης φαίνεται ότι δεν έχει εισαχθεί\ ακόμα.
Με τιμή
Ελισσάβετ ΄Αλλισον
Αφυπηρετήσασα Α΄ ΕΛΕ ΙΑΑΚ/ΕΚΚΕ
Με δεδομένο ότι δόθηκε παράταση για την διαβούλευση του σχεδίου νόμου, και πρόσφατα αναρτήθηκε το πλήρες κείμενο του σχεδίου νόμου, θα ήταν καλό να δοθεί παράταση και για την διαβούλευση της αναδιάρθρωσης καθότι τα δύο συνδέονται.
Με αφορμή την ανάρτηση νέου υλικού (Σχέδιο νόμου 2) στη Διαβούλευση του «Σχεδίου Νόμου για την Έρευνα την Τεχνολογική Ανάπτυξη και την Καινοτομία» επανερχόμαστε για να επισημάνουμε συμπληρωματικά τα εξής:
1. Η «Αναδιάθρωση» του ερευνητικού ιστού γίνεται χωρίς νόμο;
Παρατηρείται και πάλι η πλήρης αυτονόμηση της Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού από τη διαδικασία της προετοιμάσιας του Νόμου που θα διέπει την έρευνα ως εάν ο νόμος να πρόκειται να ρυθμίσει ένα ερευνητικό τοπίο άλλο από το υφιστάμενο. Αντίθετα δεν προκύπτει με ποιες νομικές διαδικασίες θα γίνουν οι προτεινόμενες συγχωνεύσεις των Ινστιτούτων, με Προεδρικά διάταγματα, ή ακόμα και με Υπουργικές Αποφάσεις; Εάν παρ΄ελπίδα υιοθετηθούν τέτοιες επιλογές, τότε κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε μία απόφαση Αναδιάρθρωσης που καταλύει τα υπάρχοντα θεσμικά αντίβαρα (διαδικασία ψήφισης Νόμου και συζήτηση στη Βουλή) και καταλήγει να στηρίζεται αποκλειστικώς στις αντιλήψεις της κας Υπουργού. Ένα τόσο σοβαρό θέμα της έρευνας – όπως είναι η αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού της χώρας – δεν είναι νοητό να μην υποβάλλεται σε δημόσια συζήτηση στη Βουλή.
2. Η «Αναδιάρθρωση» του ΕΚΚΕ γίνεται μέσω υποβάθμισης: από Κέντρο μετατρέπεται σε Ινστιτούτο;
Το Σχέδιο Αναδιάρθρωσης προτείνει τη μετατροπή του ΕΚΚΕ – Ερευνητικού Κέντρου που απαρτίζεται από τρία ενεργά Ινστιτούτα – σε ένα Ινστιτούτο με παραλλαγμένη την ονομασία του. Δεδομένου ότι το Σχέδιο Νόμου 2 – το οποίο έχει τουλάχιστον την τυπική μορφή νόμου, έστω και αν δεν είναι πλήρες – δεν αναφέρει κατά πόσο ένα Κέντρο μπορεί ν’ αποτελείται από ένα Ινστιτούτο, είναι εύλογη η ανησυχία για την πιθανή υποκρυπτόμενη κατάργηση ενός ιστορικού ερευνητικού κέντρου όπως το ΕΚΚΕ. Και επίσης, είναι εύλογη η ανησυχία μας για την τύχη του «αυθύπαρκτου» νέου Ινστιτούτου. Η εμφάνιση της σύλληψης περί της Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού κατά φάσεις (φάση Α και φάση Β), δεν επιτρέπει να κατανοηθούν ο στόχος της συγχώνευσης των Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ, καθώς και η εξέλιξη του σχεδίου κατά την επόμενη φάση (φάση Β).
3. Η «Αναδιάρθρωση» του ΕΚΚΕ συνοδεύεται από ασάφεια ως προς τη νομική μορφή που θα έχει το προτεινόμενο νομικό πρόσωπο.
Στο προτεινόμενο σχέδιο για τη μετατροπή του ΕΚΚΕ – το οποίο έχει συσταθεί ως ΝΠΔΔ – προτείνεται «η συγχώνευση των τεσσάρων υφιστάμενων Ινστιτούτων σε ένα Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών…», πρόταση που δείχνει ότι οι συντάκτες του αγνούν ότι από την εφαρμογή του νόμου 1514/85 τα ενεργά Ινστιτούτα του ΕΚΚΕ είναι μόνον τρία. Παραμένει ασαφές με ποια νομική μορφή θα συσταθεί το νέο Ινστιτούτο: εάν θα αποτελέσει ένα νέο ΝΠΔΔ ή εάν θα συσταθεί ως ΝΠΙΔ. Στην προτεινόμενη Αναδιάρθρωση υποκρύπτεται ενδεχομένως η μετατροπή της κοινωνικής έρευνας από δημόσιο αγαθό σε προϊόν που υπόκειται στους νόμους της αγοράς.
4. Η «Α΄ φάση της Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού» παραδόξως αφορά κυρίως τα εθνικά ερευνητικά κέντρα που έχουν σήμερα τη νομική μορφή του ΝΠΔΔ.
Η Αναδιάρθρωση του Ερευνητικού Ιστού της Α Φάσης η οποία εστίαζεται κυρίως στα εθνικά κέντρα που είναι ΝΠΔΔ και τα Ινστιτούτα τους προηγείται της διαμόρφωσης του Στρατηγικου Πλαισίου για την ΄Ερευνα ως εάν η Αναδιάρθρωση των ερευνητικών κέντρων να μην συσχετίζεται με το ΕΣΠΕΚ. Δηλαδή η Α΄Φάση μετασχηματισμού του ερευνητικού ιστού ισοδυναμεί με απλή συρρίκνωση των ερευνητικών αυτών κέντρων πέραν και υπεράνω οποιουδήποτε σχεδιασμού που θα έπρεπε να διέπει ένα Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την ΄Ερευνα. Κατόπιν αυτού και εν απουσία σχεδιασμού ενός τέτοιου πλαισίου η Α΄Φάση Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού παραμένει μετέωρη και ατεκμηρίωτη.
5. Η «Α΄ Φάση της Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού» παραδόξως αφορά κυρίως την κοινωνική έρευνα
Ηδη από την Α΄Φάση μια νέα υποβάθμιση της κοινωνικής έρευνας – μέσω της μετατροπής του ΕΚΚΕ (ΝΠΔΔ) σε Ινστιτούτο (πιθανώς με την μορφή ΝΠΙΔ) και ο εξοβελισμός των κοινωνικών επιστημών από τους ερευνητικούς θεσμούς προηγούνται της διαμόρφωσης οποιουδήποτε Στρατηγικού Πλαισίου για την ΄Ερευνα. Στον «ελεγχόμενο μετασχηματισμό» δεν φαίνεται να κατανοείται η σημασία της κοινωνικής έρευνας ως προς την επίτευξη του επιζητούμενου στόχου της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής. Αντίθετα, η πρόταση συγχώνευσης των ινστιτούτων του ΕΚΚΕ δηλώνει ότι η κοινωνική έρευνα τίθεται στο περιθώριο σε μια στιγμή που η κρίση μαστίζει την ελληνική κοινωνία.
Η αποκαλούμενη Α΄Φάση μετασχηματισμού δεν αποτελεί μέρος μιας ερευνητικής πολιτικής η οποία εκφράζεται σε ένα αποκρυσταλλωμένο Στρατηγικό Πλαίσιο για την ΄Ερευνα. Φαίνεται να αποτελεί μια έκφραση μιας πολιτικοοικονομικής συγκυρίας που απαιτεί τη μείωση του δημόσιου τομέα και πλήττει ιδιαίτερα την κοινωνική έρευνα.
Η ύπαρξη ινστιτούτων με έδρα σε μια γεωγραφική περιοχή και με «παράρτημα» σε μία άλλη ήταν ένα εφεύρημα, που προέκυψε κάτω απο ειδικές συνθήκες, κατά τη διάρκεια της ίδρυσης του ΕΛΚΕΘΕ με τη συγχώνευση του ΕΚΘΕ και του ΙΘΑΒΙΚ. Στην πράξη το πείραμα αυτό απέτυχε πλήρως. Οδήγησε στην αύξηση του κόστους λειτουργίας (βλ. συχνές μετακινήσεις διευθυντών, ερευνητών, κλπ, μεταξύ των δύο περιοχών), σε σοβαρές διοικητικές δυσλειτουργίες, ακόμη και σε προστριβές.
Tο παρόν νομοσχέδιο θα έπρεπε, επομένως, να περιορίσει ή και να εξαλείψει το αποτυχημένο μοντέλο των διασπασμένων σε δύο περιοχές ινστιτούτων. Αντίθετα, όμως, το νομοσχέδιο όχι μόνο υιοθετεί το μοντέλο αυτό για τα τρία προτεινόμενα ινστιτούτα στο ΕΛΚΕΘΕ, αλλά και το επεκτείνει, προτείνοντάς το και και στην περίπτωση των Ερευνητικών Κέντρων ΑΘΗΝΑ, ΙΤΕ και ΕΑΑ. Πρόκειται για σημαντική αστοχία, που θα έχει δυσμενή και αντίθετα προς τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – http://www.eee-researchers.gr/
Η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών, κατέθεσε στις 9/10/2011 δημοσίως σχέδιο οδικού χάρτη για την αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού (http://eee-researchers.gr/Anakoinoseis-EEE/odikos_xartis_draft.pdf).
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»,
15310 Αγία Παρασκευή Αττικής
Τηλ: 210 6503556, fax: 210 6511767
e-mail: mkonstan@bio.demokritos.gr
Θέμα: Αναδιάρθρωση του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών Δημοκρίτου θα ήθελε να μεταφέρει τις θέσεις της ερευνητικής κοινότητας του «Δ», σχετικά με το προτεινόμενο σχέδιο του ΥΠΔΒΜΘ που είναι σε διαβούλευση για την Φάση Α της Αναδιάρθρωση των Ερευνητικών Κέντρων.
Η επιστημονική έρευνα αποτελεί βασικό μοχλό κοινωνικής, πολιτιστικής και οικονομικής ανάπτυξης. Πιθανώς περισσότερο από κάθε άλλο τομέα δραστηριοτήτων, η έρευνα βιώνει μια συνεχή εξέλιξη λόγω όχι μόνο της καθημερινής επιστημονικής προόδου και της συνεχούς αναβάθμισης των γνώσεων αλλά και της δυναμικής και ουσιαστικής προσαρμογής που οφείλει να επιδείξει στις κοινωνικό-οικονομικές αλλαγές. Από την ίδια τη φύση των δραστηριοτήτων της, η ερευνητική κοινότητα παραμένει «ανοιχτή» και γνωρίζει πως να προσαρμόζεται σε πολλές μορφές μετασχηματισμών στο επίπεδο τόσο του αντικειμένου της όσο και του εργασιακού της περιβάλλοντος.
Η άμεση ανταπόκριση των ερευνητών σε οποιοδήποτε μεταρρυθμιστικό έργο του πλαισίου λειτουργίας του ερευνητικού ιστού κρίνεται απαραίτητη και θα πρέπει να είναι ουσιαστική. Προσφέρει την βασική δημοκρατική πράξη μέσα και μέσω της οποίας διαμορφώνονται απόψεις, ιδέες και προτάσεις που οδηγούν σε ρεαλιστικές και παραγωγικές μεταρρυθμίσεις. Για την αποτελεσματική και καταλυτική συμμετοχή της πρέπει πρώτα η ερευνητική κοινότητα να αντιληφθεί με σαφήνεια το όραμα και τους στόχους που εμπνέουν ένα τέτοιο έργο και στη συνέχεια να δημιουργηθεί το βασικό και απαραίτητο πλαίσιο αλληλεπίδρασης εποπτικών αρχών και εποπτευόμενων φορέων.
Ο Σύλλογος Ερευνητών του Δημόκριτου (ΣΕΔ) δυστυχώς θεωρεί ότι μια τέτοια συμμετοχή δεν πραγματοποιήθηκε μέχρι σήμερα λόγω όχι μόνο της προφανούς έλλειψης οράματος και του απροσδιόριστου χαρακτήρα των δηλωμένων στόχων της πρότασης αναδιάρθρωσης των ερευνητικών κέντρων αλλά λόγω επίσης της προχειρότητας της διαδικασίας αλληλεπίδρασης με τους εποπτευόμενους φορείς.
Δυστυχώς δεν αποτελεί έκπληξη ότι για μία ακόμη φορά η αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού της Χώρας περιορίζεται στους ερευνητικούς φορείς που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ, ενώ άλλοι είναι και πάλι στο «απυρόβλητο». Επιπλέον θα πρέπει να τονιστεί ότι τα κριτήρια και η σκοπιμότητα του όλου εγχειρήματος (Φάση Α αλλά κυρίως Φάση Β) δυστυχώς και πάλι παραμένουν ασαφή και ως επί το πλείστον άγνωστα στην ερευνητική κοινότητα.
Η ερευνητική κοινότητα του «Δ» έχει εκφραστεί πολλάκις θετικά στην ορθολογική προσέγγιση της βέλτιστης διάταξης του Ερευνητικού Ιστού, μέσα από ουσιαστική και όχι προσχηματική διαβούλευση. Έχει επανειλημμένα τονίσει με επιστολές προς την πολιτική ηγεσία του ΥΠΔΒΜΘ ότι η αναδιάρθρωση θα πρέπει να έχει ως στόχο την ανάπτυξη της Έρευνας και την αύξηση της αποτελεσματικότητάς της και της επίδρασής της στην Ελληνική κοινωνία.
Ιδιαιτέρως θα πρέπει να τονιστεί ότι η ερευνητική κοινότητα του «Δ» εκπροσωπώντας το μεγαλύτερο Ερευνητικό Κέντρο της Χώρας (170 ερευνητές) πιέστηκε να καταλήξει σε άμεσες προτάσεις για την ολική αναθεώρηση της υπάρχουσας δομής του «Δ» σε μηδενικό χρόνο, μιας δομής που είχε διαμορφωθεί ως καταστάλαγμα προσπαθειών και εμπειρίας σε βάθος χρόνου.
Αναγνωρίζοντας όμως ότι η έρευνα αποτελεί δυναμικό χώρο και μετά από αρκετά χρόνια ύπαρξης συγκεκριμένων δομών είναι ανάγκη να προχωρήσουμε σε αναδιάρθρωση για τη βέλτιστη αξιοποίηση του ερευνητικού δυναμικού, μέσα από γενικές συνελεύσεις και ολομέλειες Ινστιτούτων, εκφράσθηκαν οι θέσεις των ερευνητών του «Δ» και διαμορφώθηκε η πρόταση για τη δημιουργία 6 νέων Ινστιτούτων (από τα 8 υπάρχοντα). Η πρόταση δημιουργίας των 6 νέων Ινστιτούτων αποτέλεσε τη μόνη εναλλακτική, σε σχέση με την υπάρχουσα δομή των 8 Ινστιτούτων, που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των ερευνητών του «Δ» και συμφωνήθηκε και σε επίπεδο Διοικητικού Συμβουλίου του «Δ».
Το ΔΣ του ΣΕΔ επιχειρηματολόγησε σχετικά με το ότι η διαβούλευση για την αναδιάρθρωση του «Δ» θα πρέπει κυρίως να βασιστεί στον επαναπροσδιορισμό των στόχων των νέων Ινστιτούτων και του «Δ» με βάση τα διεθνή δεδομένα και τις αναπτυξιακές προτεραιότητες της χώρας. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη των παραπάνω στόχων αποτελεί η ελεύθερη δυνατότητα επιλογής Ινστιτούτου εκ μέρους των ερευνητών. Επιπλέον τονίστηκε ότι η όποια διαδικασία με κύριο στόχο τον κατακερματισμό συγκεκριμένων ή και μεταφορά ολόκληρων Ινστιτούτων για τη δημιουργία των νέων δομών θα εκφυλίσει τους στόχους και θα οδηγήσει στο διχασμό της ερευνητικής κοινότητας, η οποία θα πρέπει να είναι σύμμαχος.
Δυστυχώς η ερευνητική κοινότητα του «Δ» διαπίστωσε ότι μια τέτοια πρόταση δεν εισακούστηκε από τις εποπτικές αρχές που προφανώς με αδιαφανείς διαδικασίες και επηρεασμένες ίσως από μεμονωμένες προτάσεις, προτείνουν την δημιουργία 5 Ινστιτούτων, μεταξύ αυτών και ενός υπέρ-Ινστιτούτου ετερογενών δραστηριοτήτων που προκύπτει από τη συγχώνευση τριών σημερινών Ινστιτούτων (Ινστιτούτο Επιστήμης Υλικών, Ινστιτούτο Φυσικοχημείας, Ινστιτούτο Μικροηλεκτρονικής). Είναι προφανές ότι για λόγους διοίκησης, οργάνωσης δραστηριοτήτων και ιδιαιτερότητας ερευνητικών πεδίων ένα τέτοιο Ινστιτούτο που συγκεντρώνει πάνω από 70 ερευνητές (πάνω από 40% του ερευνητικού προσωπικού του «Δ»!) δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει αποδοτικά και δεν θα είναι σε θέση να διατηρήσει το επίπεδο των παραγωγικών αποτελεσμάτων καθώς και των εθνικών και διεθνών επιτευγμάτων που σημαδεύουν μέχρι σήμερα την ιστορία του «Δ», όπως αποτυπώνεται σε όλες τις αξιολογήσεις (1995, 2000 και 2005) αλλά και στην πρόσφατη έκθεση της RAND.
Αξιοσημείωτο είναι ότι στην εισαγωγή της πρότασης για την αναδιάρθρωση του «Δ» το Υπουργείο αναφέρει ότι: «Το ΕΚΕΦΕ «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ» αποτελεί σημείο αναφοράς ως προς την πολυκλαδικότητα των επιστημονικών περιοχών που συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο, ενώ από πλευράς επιστημονικής δραστηριότητας κατατάσσεται μεταξύ των πρώτων Ερευνητικών Κέντρων, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρουσιάζοντας σημαντική προσφορά σε επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα καθώς και στον τομέα της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης».
Είναι πράγματι εύλογο το ερώτημα γιατί η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου παρακάμπτοντας και την ανιδιοτελή συμμετοχή της ερευνητικής κοινότητας του «Δ» στη διαμόρφωση του νέου οράματος για την Έρευνα και την Καινοτομία με προτάσεις και επιχειρήματα, σε αντίθεση με άλλα Ερευνητικά Κέντρα, επιφυλάσσει τη δραστική συρρίκνωση των ερευνητικών δραστηριοτήτων του ΕΚΕΦΕ «Δ»;
Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε προσπάθεια από το Υπουργείο για αναδιάρθρωση του «Δ» που δεν είναι αντάξια της ιστορίας και της ερευνητικής παράδοσης του «Δημόκριτου» και θα θέσει σε κίνδυνο τη υπόσταση του Κέντρου στο άμεσο μέλλον δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την ερευνητική κοινότητα του «Δ».
Για το Δ.Σ. του Σ.Ε.Δ.
Η Πρόεδρος Μαρία Κωνσταντοπούλου
Ο Γεν. Γραμματέας Νίκος Γλέζος
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ στο
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
Απόφ.Μονομελούς Πρώτ.Αθηνών 45/06, αυξ.αριθ. 12273
Έδρα: 46,7 χλμ Λεωφόρου Αθηνών – Σουνίου, Τ.Κ. 190 13 Ανάβυσσος
Πρόεδρος: τηλ.: 6976969362, e-mail: mstef@hcmr.gr
Αντιπρόεδρος: τηλ: 6974772962, e-mail: prokopis@hcmr.gr
Γεν. Γραμ.: τηλ.: 6974863834, e-mail: dimitris@hcmr.gr
Φαξ: 2810337822
Γούρνες Πεδιάδος, Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012
Αρ. Πρωτ.: 297
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σχετικά με την προώθηση της αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού και του νέου νομοσχεδίου «Έρευνα Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία» μέσω της δήθεν διαβούλευσης στο «opengov», καταγγέλλουμε την απουσία ουσιαστικού διαλόγου και διαβούλευσης με τους βασικούς συντελεστές της Έρευνας στη χώρα μας, δηλαδή τους εργαζόμενους.
Δείγμα γραφής αποτελεί και η επιβολή από την κυβέρνηση, της συρρίκνωσης του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών σε τρία Ινστιτούτα από πέντε που είναι σήμερα, χωρίς καμία επιστημονική μελέτη και τεκμηρίωση, παρά μόνο στα πλαίσια των συγχωνεύσεων των φορέων του Δημόσιου Τομέα και μόνο με αριθμητικά κριτήρια και την επέκταση των απολύσεων μέσα από την «πατέντα» της εφεδρείας και των συνεντεύξεων. Είναι προφανής η απόλυτη αντίθεσή μας στη διαδικασία και την ουσία αυτής της υποχρέωσης!
Ενδεικτικός, επίσης, είναι ο αποκλεισμός της Ομοσπονδίας μας – η οποία εκπροσωπεί και την συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα – από την επιτροπή επεξεργασίας του σχετικού νομοσχεδίου καθώς και το ότι δεν υπάρχει έστω και η παραμικρή πρόβλεψη εξέλιξης ή οποιαδήποτε αναφορά στο τεχνικό επιστημονικό προσωπικό, Υπάρχει όμως μόνο μία κρίσιμη πρόβλεψη για μία ειδική κατηγορία τεχνικού προσωπικού και αυτή είναι η εξαφάνιση των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (Ε.Λ.Ε.), δηλαδή η μοναδική δυνατότητα εξέλιξης του εργαστηριακού επιστημονικού προσωπικού.
Βεβαίως, ακόμη πιο σοβαρή είναι η απουσία ερευνητικής πολιτικής και σχεδιασμού στον τομέα του θαλάσσιου περιβάλλοντος από την πολιτεία, τόσο στις θεσμικές προβλέψεις, αλλά κυρίως στην έως σήμερα πρακτική της.
Πρόκειται λοιπόν, για ένα σχέδιο νόμου που δεν έχει καν τη δομή νομοσχεδίου, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, βρίθει ασαφειών για βασικά θέματα (βλέπε μη πρόβλεψη για Διευθυντή πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μεταβατικές διατάξεις στις οποίες εμπίπτουν, το θέμα των ερευνητών που υπηρετούν στην Δ’ Βαθμίδα και του προσωπικού που υπηρετεί σε θέσεις Ε.Λ.Ε. που καταργούνται, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα του υπηρετούντος προσωπικού, κτλ), που παρά το ότι το Σύνταγμα και η λειτουργία κράτους ευνομίας επιβάλλει αυτά να ρυθμίζονται με νόμο, η πρόσφατη κυβερνητική πρακτική παραπέμπει στην αποσαφήνισή τους μέσα από ερμηνευτικές εγκυκλίους, πράγμα που μας βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετους.
Μία άλλη βασική διάταξη του νομοσχεδίου που είναι ενδεικτική της κατεύθυνσης προς αποδυνάμωση της συμμετοχής, της δημοκρατίας και της διαφάνειας είναι εκείνη που προβλέπει την κατάργηση της εκπροσώπησης των εργαζομένων στα Δ.Σ. των Ερευνητικών Κέντρων. Η αυθαιρεσία και η διαφθορά αποκτούν νέες δυνατότητες!
Επιπλέον, η απομάκρυνση της πολιτείας από την ερευνητική πολιτική περνάει σε πρώτη φάση από την πίσω πόρτα της δραστικής μείωσης της χρηματοδότησης. Η χρηματοδότηση ακόμη και του συνόλου των μισθών συναρτάται τεχνηέντως με το ποσό των κονδυλίων που τα κέντρα θα απορροφήσουν από ερευνητικά προγράμματα. Νομιμοποιείται η απειλή ‘ αντλήστε χρήματα από οπουδήποτε αλλιώς δεν δίνουμε ούτε για τους μισθούς σας’, ενώ ταυτόχρονα αποσιωπάται το γεγονός ότι τα Δημόσια Ερευνητικά κέντρα ΝΠΔΔ (Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. Δημόκριτος, Εθνικό Αστεροσκοπείο, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών) κρίνονται από διεθνείς επιτροπές εδώ και χρόνια και έχουν αποκομίσει θετικότατες κριτικές για την λειτουργία τους και την εκπλήρωση του σκοπού τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μεταβληθεί η δημόσια έρευνα σε διαρκώς υποβαθμιζόμενη ιδιωτεύουσα επιχείρηση που στο τέλος θα ‘πτωχεύσει’, εν μέσω και λόγω δήθεν της οικονομικής κρίσης.
Οι εργασιακές θέσεις μεταβάλλονται από οργανικές μόνιμες ή οργανικές αορίστου χρόνου σε μη οργανικές αορίστου χρόνου, και υπάγονται πλέον όλες στον νόμο των ομαδικών απολύσεων. Η πρόφαση είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας μέσω της ελαστικοποίησης και της κατεδάφισης των οποιονδήποτε δικαιωμάτων.
Ποιος θα διασφαλίζει ότι ο ερευνητής δεν θα ‘αναγκαστεί’ να παρουσιάσει – δημοσιοποιήσει ‘κατευθυνόμενα’ και ‘υπαγορευμένα’ ερευνητικά αποτελέσματα για το θαλάσσιο περιβάλλον, προκειμένου να διασφαλίσει τον μισθό του από τον χρηματοδότη του; Η διασφάλιση της μισθοδοσίας και της μονιμότητας δεν είναι συντεχνιακή
επιταγή αλλά πυλώνας ανεξαρτησίας, γνώσης και αντικειμενικότητας. Και εν κατακλείδι βάσει ποιών αποτελεσμάτων από διεθνείς επιτροπές επιστημόνων ( που επανειλημμένα έχουν κρίνει τα δημόσια ερευνητικά κέντρα ενδελεχώς ) προωθείται αυτός ο αντισυνταγματικός νόμος για την έρευνα; Ο ισχύων νόμος για την έρευνα (υπουργού ανάπτυξης Χριστοδουλάκη) προβλέπει μεταξύ των άλλων την κατάργηση ενός Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου σε περίπτωση που δεν ‘πληροί’ τους στόχους για τους οποίους έχει σχεδιαστεί. Εμείς κριθήκαμε ότι είμαστε άριστοι. Και όταν ένας φορέας ‘λειτουργεί’ ‘Άριστα’ (με αντικειμενικά διεθνή κριτήρια) μόνο η ενίσχυσή του είναι ηθική και λογική. Καταγγέλλουμε την έλλειψη ηθικής και λογικής.
Σε αυτό το ανήθικο και παράλογο πλαίσιο εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας υπάγεται και παραπομπή μεταβατικών διατάξεων στο μέλλον και εκτός του παρόντος σχεδίου νόμου, και προκαλεί στην καλύτερη περίπτωση αίσθηση προχειρότητας και στη χειρότερη περίπτωση, καχυποψία έως βεβαιότητα ότι γίνεται εκ του πονηρού για να αιφνιδιάσει τους εργαζόμενους σε ανύποπτο χρόνο με άλλη μία πρόχειρη, στρεβλή, άδικη και προς το χειρότερο, πρόβλεψη.
Είναι σαφές λοιπόν, πως ο Σύλλογός μας είναι αντίθετος, τόσο με τη διαδικασία προώθησης του Σχεδίου Νόμου, όσο και με βασικά σημεία του και θα εκφράσει την έντονη και δυναμική διαμαρτυρία του, αγωνιστικά με σύσσωμη την ερευνητική και επιστημονική κοινότητα προς μία κυβέρνηση που έχει επιλέξει να την έχει απέναντι!
Για το Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων στο ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.
Ο Πρόεδρος Μανόλης Στεφανάκης
Ο Γενικός Γραμματέας Δημήτρης Ποδάρας
1.Η έννοια του ενοποιημένου χώρου έρευνας, καινοτομίας και εκπαίδευσης έχει κάποιες σωστές βάσεις αλλά εγκυμονεί και πολλαπλούς κινδύνους. Τα παραδείγματα που έχουμε από τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες-μέλη είναι είτε αποτυχίες στο σύνολό τους (π.χ. Γαλλία) είτε προς την αντίθετη εντελώς κατεύθυνση (π.χ. Ηνωμένο Βασίλειο). Μιλώντας με οικονομικούς όρους επιτυχίας, είναι τουλάχιστο αφελές να πιστεύουμε ότι θα επιτύχουμε πρόοδο και ανάπτυξη αν όλη μας η προσπάθεια διοχετευτεί προς μια ενιαία κατεύθυνση. Πιθανότατα να υπάρχουν κάποια περιθώρια οικονομίας κλίμακος αλλά ποτέ καμία προσπάθεια δεν συγκεντρώνει όλες τις προσπάθειες σε μια κατεύθυνση αν θέλει να διασφαλίσει κάποια επιτυχία. Τις διοχετεύει σε πολλές κατευθύνσεις διότι απλά κάποια(ες) από αυτές αναμένεται να πετύχουν στο αβέβαιο μέλλον. Το παράδειγμα της ενοποίησης μέρους του CNRS της Γαλλίας με τα Πανεπιστήμια, κατέληξε στην υποβάθμιση των Ινστιτούτων που έγιναν μικτοί ερευνητικοί οργανισμοί και το νέο προσωπικό να μοιράζει την ενέργειά του μεταξύ των Ινστιτούτων και των Πανεπιστημίων, οδηγώντας σε ύφεση την άλλοτε ακμάζουσα επιστημονική κοινότητα του CNRS. Ευτυχώς για τη Γαλλία η ερευνητική της προσπάθεια πραγματώνεται και από άλλους οργανισμούς όπως το IFREMER. Στο ΗΒ από την άλλη, έχουμε μια πληθώρα κατηγοριών των ερευνητικών οργανισμών αλλά και της οργάνωσής τους και τα οφέλη είναι τεράστια και διαφαίνονται διαχρονικά στις επιτυχίες τους στα Ευρωπαϊκά ανταγωνιστικά προγράμματα.
2.Ο ενιαίος χώρος χρειάζεται ένα κραταιό πλαίσιο λειτουργίας και τις κατάλληλες υποδομές. Για να μπορούν οι φοιτητές μας να κάνουν χρήση της εργαστηριακής υποδομής των ΕΚ θα πρέπει να υπάρχουν κατάλληλοι χώροι για τη διαμονή και την εστίασή τους. Επίσης, θα πρέπει να καλύπτεται οικονομικά τόσο ο χώρος όσο και ο χρόνος απασχόλισης των ερευνητών/καθηγητών που αφιερώνουν στην προσπάθεια αυτή. Για να γίνει το τελευταίο αντιληπτό, αρκεί να προβάλλουμε την υπάρχουσα κατάσταση σε μια δεκαετία όπου η πλειονότητα του τακτικού προσωπικού θα έχει αφυπηρετήσει τόσο από ΑΕΙ όσο και από ΕΚ. Τι θα συμβεί με τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις και την υποδομή;
3.Η ομοιομορφία στη θεματική προσέγγιση δεν μοιάζει να ακολουθεί τις προκλήσεις της εποχής μας όπου τόσο η πολυ- όσο και η δια-κλαδική έρευνα είναι το είδος που προτιμάται διότι δημιουργεί καινοτομία τόσο σε αγαθά όσο και σε υπηρεσίες. Οι περιοχές μεταξύ των ορίων των επιστημονικών κλάδων υπήρξαν από πάντοτε οι πλέον γόνιμοι για ανάπτυξη στην έρευνα και καινοτομία και χαρακτηρίζονται στις ανθρωπιστικές επιστήμες ως “ζώνες εμπορίου” της επιστήμης.
@ Καθηγητή κο Μαχιά,
θέσατε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, στην «ουσία» του θέματος που μας απασχολεί.
Εαν παραμένουν άγνωστα τα στοιχεία που αφορούν σε ερευνητικούς φορείς εκτός εποπτείας ΓΓΕΤ, ή/και δεν έχουν ληφθεί υπόψη, τότε η συγκεκριμένη προσπάθεια για «λειτουργική ενοποίηση των ερευνητικών ινστιτούτων με θεματική συνάφεια» δεν πρόκειται να αποδώσει κανένα ουσιαστικό όφελος και πιθανώς θα βλάψει.
Εαν έχουν ληφθεί υπόψη, και η εν λόγω προσπάθεια ανήκει σε ευρύτερο πλαίσιο αναδιάρθρωσης ερευνητικών φορέων όπου εμπλέκονται και άλλα υπουργεία … τότε θα πρέπει να κοινοποιηθεί το συνολικό πλαίσιο και η διαβούλευση-σεις να συμπεριλαμβάνει-ουν και τους εκτός ΓΓΕΤ ερευνητικούς φορείς με στόχο κοινή πολιτική έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης για την χώρα και όχι «συντεχνιακή».
Στην επιλεχθείσα πολιτική πρωτοβουλία υπάρχει πλήρης διάσταση διακηρύξεων, στόχων και υλοποίησης. Νομίζω ότι αποτελεί ένα άριστο παράδειγμα του πώς ΔΕΝ προχωρούν οι αναγκαιες διαρθρωτικές αλλαγές στην χώρα μας. Συγκεκριμένα:
ΔΕΝ πραγματοποιούνται «οικονομίες κλίμακας ως προς το πλήθος και τη διαχείριση των ινστιτούτων», δεδομένου ότι η μόνη εξοικονόμηση είναι αυτή 500 ευρώ μηνιαίως για 20 περίπου Διευθυντές.
Σήμερα τα εποπτευόμενα από την ΓΓΕΤ Ερευνητικά Κέντρα είναι 12, ενώ υπάρχουν πολυάριθμοι ερευνητικοί φορείς, που ΔΕΝ εποπτεύονται από την ΓΓΕΤ, διεσπαρμένοι σε τουλάχιστον 16 διαφορετικά Υπουργεία, Οργανισμούς ή Υπηρεσίες. Αλλά και πολλοί, «αγνώστου» αριθμού φορείς, που δηλώνουν ερευνητικοί (κατά δήλωση του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης που προσπαθεί να καταγράψει σε Μητρώο όλους αυτούς τους φορείς, ο αριθμός τους ανέρχεται στο 1600!).
Ο μέχρι σήμερα πειραματισμός της διασποράς και του κατακερματισμού της έρευνας, έδειξε: μια ερευνητική άνοιξη για τα Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ (ο μόνος ίσως θεσμός του Ελληνικού Κράτους που έχει επανειλημμένα αξιολογηθεί συγκριτικά από διεθνείς επιτροπές), ΕΝΩ αντίθετα, η διάχυση της έρευνας στα επιμέρους Υπουργεία, έδειξε ότι ακόμα και δυναμικοί (κατά το παρελθόν) τομείς της έρευνας (π.χ. γεωργική έρευνα), εκφυλίστηκαν από φορείς καινοτομίας, σε παροχείς υπηρεσιών, με υποβάθμιση του ερευνητικού ρόλου τους.
Είναι πιστεύω αναγκαία μια ουσιαστική και ριζική αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού. Ίσως όχι κάτι ιδιαίτερα φιλόδοξο, που θα συμπεριλάμβανε (ως θα όφειλε) και τις αναδιατάξεις των ΑΕΙ. Τουλάχιστον όμως, μια αναδιάρθρωση του συνόλου των Ερευνητικών Κέντρων και φορέων από όλα τα Υπουργεία με ένα ενιαίο σχέδιο, με στόχο την κατάργηση των περιττών, των αλληλοεπικαλύψεων και αντιφάσεων του συστήματος. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την ένταξη όλων των ερευνητικών φορέων και δραστηριοτήτων στη ΓΓΕΤ, σε έναν ενιαίο νομοθετικό – θεσμικό πλαίσιο, βάζοντας τέλος στην πολυδιάσπαση και τον κατακερματισμό (ξεπερνώντας τους συντεχνιασμούς Υπουργείων και Υπουργών). Αυτό θα ανταποκρινόταν πραγματικά στους στόχους του Υπουργείου για οικονομίες κλίμακας, λειτουργική ενοποίηση, συγκέντρωσης κρίσιμης επιστημονικής μάζας. Κυρίως όμως θα σήμαινε δημιουργία καινούριων, σύγχρονων και ανταγωνιστικών ερευνητικών μονάδων (οι οποίες σήμερα αλληλο-ανταγωνίζονται)
Αντ’ αυτού το Υπουργείο προκρίνει μια αναδιάταξη μόνο εντός της ΓΓΕΤ, που είναι ανούσια, περιέχει (αναγκαστικά) λάθη και θα προσθέσει (σχεδόν με βεβαιότητα) δυσλειτουργίες και γραφειοκρατία λόγω των μεγάλων μονάδων που δημιουργεί. Μια τέτοια αποσπασματική αντιμετώπιση πρακτικά σημαίνει μηδαμινή ευελιξία και εξοικονόμηση πόρων.
Επιπλέον στην σημερινή πανσπερμία συναντάμε και ακρότητες, αφού δεν εντάσσονται στην ΓΓΕΤ, ούτε καν οι ερευνητικοί φορείς του ίδιου του Υπουργείου Παιδείας, όπως αυτοί της Ακαδημίας Αθηνών ή των Ινστιτούτων του Πολυτεχνείου.
Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα η επιδιωκόμενη «λειτουργική ενοποίηση των ερευνητικών ινστιτούτων με θεματική συνάφεια» να υλοποιείται σε ελάχιστο βαθμό, δεδομένου ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα αλληλοεπικαλύψεων προέρχονται από Ε.Κ εκτός ΓΓΕΤ. Αλλά και ο στόχος της «συγκέντρωσης κρίσιμης μάζας σε επιλεγμένους επιστημονικούς τομείς» στρεβλώνεται δεδομένου ότι τα πολλά Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ υποχρεώνονται γίνουν μεγάλα και δυσλειτουργικά.
Και επειδή όλοι στην Ελλάδα ζούμε, είναι προφανές ότι η «δεύτερη» φάση των αλλαγών, απλά παραπέμπεται στις Ελληνικές καλένδες, αν δεν είναι και αυτή απλά ένα αναμάσημα «πρώτης» φάσης.
Οι προηγηθείσες κριτική και προτάσεις πηγάζουν από την πεποίθηση ότι όλες οι σχεδιαζόμενες τομές θα αποτύχουν χωρίς ένα ισχυρό υποκείμενο και το αποτέλεσμα κινδυνεύει από τα λάθη και κοντόφθαλμους μικρο-πολιτικούς συμβιβασμούς. Το σημερινό τεράστιο πρόβλημα που έχουμε, είναι ότι όλα όσα παραπέμπονται για αύριο έπρεπε να είχαν γίνει προχτές.
1) Ποια είναι τα αποτελέσματα της εξωτερικής αξιολόγησης των Ε.Κ. ως τώρα;
2) Έχουν συμπεριληφθεί και τα αποτελέσματα της εξωτερικής αξιολόγησης που διεξήχθη το 2011 μέσα στην επεξεργασία των δεδομένων πάνω στα οποία βάσισε τις προτάσεις του το υπουργείο;
3) Που έχουν αναρτηθεί αυτά τα αποτελέσματα; Έχει γίνει ‘διόρθωση’ για παράγοντες όπως διαθέσιμες υποδομές, διαθέσιμη κρατική επιχορήγηση, αριθμός μόνιμου ερευνητικού προσωπικού (δηλ. σύγκριση Ε.Κ. επί ίσοις όροις);
4) Ποια είναι η βαθμολογία των υφισταμένων Ε.Κ.; Υπάρχει κάποιος ‘πήχυς’ αριστείας; Πόσα Ε.Κ. τον ξεπέρασαν; Πόσα είναι
5) Έχουν κοινοποιηθεί τα συμπεράσματα της εξωτερικής αξιολόγησης στα Ε.Κ.? Έχουν απαντήσει τα Ε.Κ. στα σχόλια των αξιολογητών; Έχει απαντήσει το υπουργείο; Έχουν ληφθεί υπόψη αυτά τα σχόλια;
6) Έχουν ληφθεί υπόψη οι προτάσεις ενώσεων ερευνητών, μεταδιδακτόρων, διδακτορικών υποψηφίων; Σε ποια σημεία υπάρχει σύμπνοια με τις «ηγεσίες» των Ε.Κ. και των Υπουργείου/ΓΓΕΤ; Που εντοπίζονται οι αντιρρήσεις;
7) Έχει γίνει εξωτερική αξιολόγηση της ΓΓΕΤ; Έχει κάνει κινήσεις ‘αναδιάρθρωσης’ ο φορέας που θέλει να εποπτεύει και να αξιολογεί τα Ε.Κ.;
[τρανταχτό παράδειγμα, συν-αίτιο της παθογένειας, η έλλειψη συνεννόησης στελεχών ΓΓΕΤ και Υπ Παιδείας όπως φαίνεται στο «ράβε-ξήλωνε» του ΘΑΛΗ. Τώρα που οι επιτυχόντες ετοιμάζονται επιτέλους για την υλοποίηση του έργου τους, ξανα-βαφτίζονται τα έργα σε υποέργα,τα Πακέτα Εργασίας σε «Δράσεις», «επικαιροποιούνται» οι όροι συμμετοχής (!), αλλάζει, κατ’όπιν εορτής, το ποσοστό έμμεσων δαπανών, αυξάνεται το ηλεκτρονικό ‘χαρτομάνι’ κ.α. Αντί οι ερευνητές, Ε.Κ. και Α.Ε.Ι., να υλοποιούν τις προτάσεις κατασπαταλούν ατέλειωτες ώρες στην επανασυγγραφή, στα Ελληνικά τώρα, του «φυσικού αντικειμένου» στα τεχνικά δελτία (τα οποία έχουν τροποποιηθεί ήδη 2-3 φορές), στον επαναπροσδιορισμό της διάρκειας, στον επανα-υπολογισμό του προϋπολογισμού…
Ας είναι αυτή η τελευταία φορά!
Ας αναλάβει κάποιος-α να επιβάλλει όλα τα ερευνητικά έργα από εδώ και στο εξής να έχουν την ίδια «φρασεολογία/ορολογία». Τόσα λεφτά έχουν δοθεί σε ‘πλατφόρμες’ της κοινωνίας της πληροφορίας.
Πόσο δύσκολο ήταν από τις πλατφόρμες όπου κατατέθηκαν τα έργα να συμπληρωθούν αυτόματα τα Τεχνικά Δελτία και να ζητηθεί από τους ενδιαφερόμενους να κάνουν διορθώσεις/επικαιροποιήσεις;
Γιατί νέες πλατφόρμες ξανά και ξανά;
Γιατί να σπαταλάμε χρόνο (= χρήμα) σε κάθε προκήρυξη ανεχόμενοι τις κακόπιστες μεταφράσεις από ξένα προγράμματα – «αγγλικούρες»- και την επιστημονική/τεχνική «υποστήριξη» από στελέχη της ΓΓΕΤ/Υπουργείου που ίσως να μην έχουν οι ίδιοι ποτέ επιτύχει όχι χρηματοδότηση έργου τους αλλά ούτε καν δημοσίευση επιστημονικού τους άρθρου, στελέχη που μπορεί να έχουν όρεξη για δουλειά συχνά όμως δεν έχουν ενημερωθεί επαρκώς ούτε για τους όρους υλοποίησης ενός έργου ούτε για τα καθήκοντά τους; ]
Η βιοποικιλότητα της χώρας μας σε ταξινομικό, λειτουργικό και γενετικό επίπεδο, είναι από τις ‘πλουσιότερες’ σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Σε μια περίοδο που η ‘ανάπτυξη’ αποτελεί κοινώς χρησιμοποιούμενο όρο, η επένδυση στην βασική και εφαρμοσμένη έρευνα σε όλο το φάσμα της βιοποικιλότητας της χώρας αποτελεί και το ορισμό της μακροπρόθεσμης και ουσιαστικής αναπτυξιακής επένδυσης.
Πρόταση: Ένα και ενιαίο Ινστιτούτο Βιοποικιλότητας και Περιβάλλοντος με δυο διακριτούς τομείς: 1) Χέρσος και 2) Θάλασσα.
Λόγω του ότι η Έρευνα στη χώρα μας αναπτύχθηκε χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και ξεκάθαρους στόχους, η παρούσα προσπάθεια Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικού Ιστού είναι σημαντική!
Θεωρώ την πιθανότητα συνενώσεων-συνεργασιών ερευνητικών φορέων με τα Πανεπιστήμια όπως αναφέρεται στην συγκεντρωτική παρουσίαση πολύ σημαντική που θα έχει σαν αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό του παραγόμενου ερευνητικού έργου.
Ας μη παραβλέπουμε ότι στα Πανεπιστήμια παράγεται τουλάχιστον το 50% του δημοσιευμένου ερευνητικού έργου της χώρας και ότι το έργο αυτό παίζει καθοριστικό ρόλο στην αξιολόγηση και κατατάσσει την Ελλάδα στον Παγκόσμιο Ερευνητικό Χάρτη!
Με αυτή την προοπτική πιστεύω ότι είναι αναγκαία η παράλληλη καταγραφή και αξιολόγηση του ερευνητικού έργου των Πανεπιστημίων.
Τέλος, η προσπάθεια αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού της χώρας θα πρέπει να γίνει ανά ΠΕΔΙΟ ΕΡΕΥΝΗΣ, με εστιασμό στη δημιουργία ερευνητικών ΔΙΚΤΥΩΝ (Research Net’s) και κέντρων ΑΡΙΣΤΕΙΑΣ.
Για να γίνει οτιδήποτε αποτελεσματικό απαιτείται ο στόχος να είναι ξεκάθαρος: τι θέλει να πετύχει κανείς;
Η Ελλάδα χρειάζεται μια συνολική βασική υποδομή έρευνας για κάθε δυνατό πεδίο παραγωγικό:αγροτική,κτηνοτροφική,βιοτεχνική βιομηχανική κλπ κοινοφελών υποδομών -τεχνολογικό- αλλά και στατιστικό διαδραστικό για κάθε δράση του.
Δεν καταγράφεται τι υπάρχει δεν καταγράφεται τι χρειάζεται άρα δεν ξέρουμε τι λείπει και συνεπώς πως μπορούμε να το πετύχουμε.
το πρώτο που απαιτείται είναι ένα σχέδιο που στηρίζεται σε δεδομένα σε στόχους στρατηγικούς και επομένως σε τακτικές τύπου ενοποίηση ή διαμοιρασμός των πόρων μέσω προκηρύξεων αμφίδρομων τι ενδιαφέρει το κράτος και τι την επιστημονική κοινότητα των ερευνητών.
ΕΡΕΥΝΑ γενικά και αόριστα είναι απλά μια σπατάλη ενέργειας και πόρων, ενώ στοχευμένα και ελεγχόμενα σε κείνα που χωράνε έλεγχο και περιορισμό-προτυπα- είναι η δύναμη της προόδου και της εξέλιξης.
ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ σημαίνει είμαι ενημερωμένος για το τι υπάρχει και βρίσκω κάτι καλύτερο απο αυτά.Άρα χρειάζεται καλύτερη οργάνωση στη παροχή υποστήριξης μέσω πληροφοριών για το τι υπάρχει και για το τι όχι ειδικά στου απόλυτα ενδιαφέροντες τομείς.Ποιοι είναι αυτοί μας είναι γνωστοί και ξεκάθαροι.
Διαθέστε δωρεάν διαδίκτυο με κατεύθυνση επιστημονική ερευνητική σε οποιονδήποτε ίδρυμα καθηγητή σπουδαστή μαθητή ιδιώτη ενδιαφέρεται για αυτά τα θέματα -κοστίζει ελάχιστα- και μπορείτε με προγράμματα σαν αυτά που χρησιμοποιούν οι διαφημιστικές εταιρίες να βρίσκετε σαν κρατικοί λειτουργεί κάθε φορά με διαφορετικό κριτήριο ποιους και γιατί έρευνα θα προτιμάτε και πως θα τον υποστηρίξετε με τη λογική της διαφήμισης: αποτέλεσμα καιπαροχή.
Διαβλέπω μια τάση ενοποίησης η οποία όμως δεν λειτουργεί στρατηγικά βοηθώντας το πεδίο.Νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι συγκεκριμένες προκηρύξεις θέσεων έρευνας απο ιδιώτες ή ιδρύματα κατάλληλα να ανταπεξέλθουν σε αυτούς τους τομείς ώστε λόγου χάρη αν χρειάζεται η χώρα έρευνα σε σχέση με οχήματα για να διαθέσει τεχνολογία σε επίσεις προκηρυγμένες θέσεις για παραγωγή οχημάτων να μπορεί οποιοσδήποτε να το πράξει υπο τύπον διαγωνισμού με διαφορετική κάθε φορά επιτροπή.
Επειδή η πολιτική ηγεσία δεν είναι παντογνώστης -είναι γνωστό ότι είναι κυρίως νομικοί, γιατροί, δάσκαλοι, δημοσιογράφοι και επιχειρηματίες- καλό είναι να γίνονται εισηγήσεις για συνέχιση έρευνας απο τα υπάρχοντα ιδρύματα έρευνας και τεχνολογίας και οργανισμούς και εντέλει το κράτος να βοηθά σε εκείνα που αξιολογούνται θετικά απο ανεξάρτητες επιτροπές ερευνητών αλλά και παράλληλα τους συμβούλους του κράτους για τις σκοπιμότητες του- στρατιωτικές οικονομικές διπλωματικές και άλλες-.
Με άλλα λόγια τίθεται πρώτα το θέμα ποιές είναι οιανάγκες και μετά πως θα καλυφθούν.Ενοποίησης χρήζουν οι υπηρεσίες του κράτους που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους πχ υπουργείο ανάπτυξης και αμύνης.Χρειάζεται ένα διυπουργικό όργανο του πρωθυπουργικού γραφείου επικοινωνίας και επίβλεψης της κάθε δράσης απο όλες τις απόψεις μαζί.
Αξιόλογη προσπάθεια, παρόλο που θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί και το θέμα της συγχώνευσης και Ερευνητικών Κέντρων μεταξύ τους.
Αν όπως αναφέρετε αυτό θα γίνει σε δεύτερη φάση να το δούμε.
Αντί να συγχωνεύονται ινστιτούτα να κλείνουν όλα αυτά που δεν είχαν λόγο ύπαρξης και δημιουργήθηκαν για τους οποιοσδήποτε άσχετους λόγους. Κάποτε ένα ινστιτούτο είχε αξιολογηθεί ως τελευταίο από μία Ευρωπαϊκή επιτροπή. Η επιτροπή εισηγήθηκε το άμεσο κλείσιμο του αλλά πολλά χρόνια μετά ακόμη λειτουργεί! Λογικά λοιπόν αυτό το ινστιτούτο πρέπει να κλείσει και όχι να συγχωνευτεί!
Η έρευνα χρειάζεται χρήματα.Τα προηγούμενα χρόνια χρηματοδοτήθηκαν απο την Ελληνική Πολιτεία πάρα πολλά ερευνητικά προγράμματα χωρίς τα ανάλογα αποτελέσματα για να μην μιλήσω για μηδενικά αποτελέσματα εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων.
Το ερώτημα είναι που πήγαν όλα αυτά τα χρήματα του ελληνικού λαού;Για έρευνα ή για άλλους σκοπούς;Ας το ψάξει το ελληνικό κράτος.
Προτείνω σταδιακή χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων και συνδεόμενη με την πορεία τους.
Επιπλέον σχολαστικό έλεγχο για το πως αξιοποιούνται τα χρήματα,εάν διαπιστωθούν παραβάσεις αυτές να δημοσιεύονται,τέρμα στο γυάλινο πανεπιστήμιο.
Με τις συγχωνεύσεις συμφωνώ.
ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΖΑΝΙΑΣ
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΧΗΜΙΚΟΣ
Η παρούσα πρόταση κρίνεται ως άτολμη, διατηρώντας τον κατακερματισμό των ερευνητικών φορέων της χώρας. Η αλληλοεπικάλυψη των θεματικών περιοχών παραμένει. Προτείνεται η δημιουργια ΕΝΟΣ φορέα ανά θεματική περιοχή, με ανεξάρτητες μονάδες ανά θέμα και συγκεκριμένη χρονική διάρκεια.
Καλό θα ήταν οι συγχωνεύσεις να εξετάσουν και το θέμα της αποκέντρωσης. Η χρήση κτιρίων (όπως παλιά σχολεία) στην επαρχία και η μεταφορά εκεί ινστιτούτων θα μπορούσε να έχει τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα που έχει για παράδειγμα το αντίστοιχο ίδρυμα στην Κρήτη.