Άρθρο 08:. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Το προσωπικό των ερευνητικών κέντρων αποτελείται από το ερευνητικό και από το λοιπό διοικητικό και τεχνικό προσωπικό.
Ερευνητικό Προσωπικό
Οι βαθμίδες των ερευνητών περιορίζονται σε τρεις: τις Α, Β, Γ. Ειδικότερα, στη βαθμίδα Α αντιστοιχεί ο τίτλος Διευθυντής Ερευνών, στη βαθμίδα Β αντιστοιχεί ο τίτλος Κύριος Ερευνητής, στη βαθμίδα Γ αντιστοιχεί ο τίτλος Εντεταλμένος Ερευνητής. Οι ανωτέρω βαθμίδες αντιστοιχούν στις ακαδημαϊκές βαθμίδες, δηλαδή Καθηγητή, Αναπληρωτή Καθηγητή, Επίκουρου Καθηγητή.
Η παραμονή στις βαθμίδες Γ και Β επιμηκύνεται με στόχο να αποφευχθεί η συσσώρευση σε ανώτερες βαθμίδες.
Η πρόσληψη και η εξέλιξη του ερευνητικού προσωπικού γίνεται με ανοικτή διαδικασία.
Καταργείται ο θεσμός των Ε.Λ.Ε και δίνεται η δυνατότητα στους υπάρχοντες ΕΛΕ να κριθούν για τις βαθμίδες Β και Γ ερευνητή.

Πρόσληψη και Αποδοχές Ερευνητών
Οι ερευνητές της βαθμίδας Γ επιλέγονται με ανοιχτή διαδικασία, ύστερα από προκήρυξη της θέσης και προσλαμβάνονται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για τέσσερα έτη, η οποία μπορεί να ανανεωθεί για ίσο χρόνο έως μία φορά.
Για την εξέλιξή τους, οι ερευνητές Γ και Β βαθμίδας έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν την προκήρυξη θέσης στην επόμενη βαθμίδα, ύστερα από παραμονή στη βαθμίδα που κατέχουν για έξι έτη για τον ερευνητή Γ και για τέσσερα έτη για τον ερευνητή Β. Στην περίπτωση αυτή η προκήρυξη της θέσης είναι υποχρεωτική. Το γνωστικό αντικείμενο της θέσης καθορίζεται στην προκήρυξη με βάση τις ανάγκες του ερευνητικού ινστιτούτου και το γνωστικό αντικείμενο του υποψηφίου που ζητά την εξέλιξη σε συνδυασμό με το συνολικό ερευνητικό έργο του όπως αυτό προβάλλεται στην αίτησή του. Αν οι ερευνητές Γ και οι ερευνητές Β δεν εξελιχθούν στην επόμενη βαθμίδα έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν εκ νέου την προκήρυξη της θέσης μετά την παρέλευση δύο τουλάχιστον ετών από τη λήψη της απόφασης για τη μη εξέλιξή τους. Σε περίπτωση μη προαγωγής του, ο ερευνητής Γ αποχωρεί υποχρεωτικά με τη λήξη της σύμβασής του.
Οι ερευνητές της Α και Β βαθμίδας προσλαμβάνονται με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Ο ανώτατος αριθμός του ερευνητικού προσωπικού που μπορεί να προσληφθεί, καθώς και η νομική μορφή της απασχόλησής τους καθορίζεται με αποφάσεις του Δ.Σ. των ερευνητικών κέντρων, αφού ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες του προϋπολογισμού.
Η ανάθεση συγκεκριμένου ερευνητικού έργου με συγκεκριμένη χρονική διάρκεια γίνεται είτε με σύμβαση ορισμένου χρόνου είτε με σύμβαση έργου. Η διαδικασία ανάθεσης καθορίζεται στον οικείο εσωτερικό κανονισμό με την επιφύλαξη των διατάξεων του Π.Δ. 164/2004.
Οι αποδοχές των ερευνητών βαθμίδων Α, Β και Γ των ερευνητικών κέντρων καθορίζονται κάθε φορά από σχετικό νόμο.
Ενθαρρύνεται η δημιουργία οικονομικών κινήτρων για το προσωπικό των Ε.Κ. με στόχο την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων. Η διαδικασία παροχής και το ύψος αυτών των κινήτρων καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου και παρουσιάζονται στην προγραμματική συμφωνία.

Επιτροπές Κρίσης Ερευνητών
Για την πρόσληψη Ερευνητών ή την κρίση για εξέλιξη σε βαθμίδα συγκροτείται με απόφαση του Δ.Σ. ειδική επιτροπή κριτών, αποτελούμενη από πέντε επιστήμονες με τους αναπληρωτές τους, με αναγνωρισμένο κύρος, επιστημονικό και ερευνητικό έργο στο ίδιο ή αν δεν υπάρχει, συναφές γνωστικό αντικείμενο με εκείνο της υπό πλήρωση θέσης ή του υπό εξέλιξη ερευνητή αντίστοιχα. Ρόλο εισηγητή χωρίς δικαίωμα ψήφου έχει ο Διευθυντής του αντίστοιχου Ινστιτούτου.
Τα μέλη της ειδικής επιτροπής κριτών επιλέγονται από το αρμόδιο Τ.Ε.Σ. έπειτα από σχετική εισήγηση του Διευθυντή του Ινστιτούτου. Κατά τη διαδικασία αυτή το ΤΕΣ μπορεί να προτείνει επιπλέον πρόσωπα. Η τελική πρόταση του ΤΕΣ είναι δεσμευτική για το Δ.Σ.
Τουλάχιστον τρία από τα μέλη των επιτροπών προέρχονται από εξωτερικούς κριτές, δύο εκ των οποίων είναι υποχρεωτικά καθηγητές Α.Ε.Ι ή Ερευνητές Βαθμίδας Α. Τα εξωτερικά και τα εσωτερικά μέλη της επιτροπής αναπληρώνονται από ίσο αριθμό εξωτερικών και εσωτερικών μελών, αντίστοιχα. Μέλη της ακαδημαϊκής και της ερευνητικής κοινότητας προκειμένου να συμμετέχουν σε επιτροπές αξιολόγησης πρέπει να έχουν βαθμό ανώτερο ή ίσο του αξιολογουμένου.

Τεχνικό, Διοικητικό και Βοηθητικό προσωπικό
Κάθε ερευνητικό κέντρο ανάλογα με τις ανάγκες και τον διαθέσιμο προϋπολογισμό του καθορίζει και τον ανώτατο αριθμό του τεχνικού, διοικητικού και βοηθητικού προσωπικού που μπορεί να προσληφθεί, καθώς και τη νομική μορφή της απασχόλησής τους . Η πρόσληψη του τεχνικού, διοικητικού και βοηθητικού προσωπικού με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εκάστοτε ισχύοντα νόμου.

Άλλα θέματα συγκρότησης επιτροπών – Ποσοστό Συμμετοχής των φύλων στη Στελέχωση των Εθνικών Οργάνων και των Επιτροπών Έρευνας και Τεχνολογίας
Ο αριθμός των Επιστημόνων για το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ), τα Τομεακά Επιστημονικά Συμβούλια (Τ.Ε.Σ.), τα Επιστημονικά Συμβούλια, τις Επιτροπές κριτών για την αξιολόγηση των ερευνητικών προτάσεων και την αποτίμηση ερευνητικών προγραμμάτων, τις Επιτροπές εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων και για οποιαδήποτε άλλη επιστημονική Επιτροπή συγκροτηθεί για τις ανάγκες της λειτουργίας του παρόντος νόμου, καθορίζεται με βάση την επιστημονική αριστεία και σύμφωνα με την εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο, βάσει του Άρθρου 116 του Συντάγματος, εφόσον οι υποψήφιοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για την κάλυψη της σχετικής, κατά περίπτωση, θέσης.

Μεταβατικές Διατάξεις
Σε όλες τις περιπτώσεις αλλαγών σε ζητήματα που αφορούν το προσωπικό και τη λειτουργία των ερευνητικών κέντρων, θα προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις με στόχο την ομαλή μετάβαση στις νέες συνθήκες, οι οποίες θα τεθούν σε ξεχωριστή διαβούλευση.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 23:40 | Κατσίκη Β.Α, ερευνήτρια ΕΛΚΕΘΕ

    Ειναι σαφές ότι το παρόν Ν/Σ σε αντίθεση με τον Ν.1514, κάθε άλλο παρά αναβαθμίζει το θεσμό του ερευνητή. Το αντίθετο μάλιστα: η υποβάθμιση γίνεται εμφανής σε κάθε σημείο του Ν/Σ!
    Θέλετε ερευνητές εξαρτημένους από τον Δ/ντή με καμία αντιστοιχία με τον πανεπιστημιακό συνάδερφό του, με μεγάλη μισθολογική διαφορά από αυτόν, του οποίου ο μισθός δεν θα είναι εξασφαλισμένος από την πολιτεία, αλλά θα ψάχνει να τον εξασφαλίσει μόνος του, θα είναι υπάλληλος αορίστου χρόνου και όχι δημόσιος λειτουργός :
    ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΕΝΑ ΟΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ?
    ΖΗΤΑΜΕ :
    – πλήρη ισοτιμία (θεσμική & μισθολογική) με τον πανεπιστημιακό καθηγητή,
    – ΕΚ που να είναι ΝΠΔΔ με επαρκή χρηματοδότηση
    Ολοι οι ερευνητές να έχουν κοινά ακαδημαϊκά προσόντα με τις αντίστοιχες βαθμίδες ΔΕΠ και να ορίζονται στον Ν και όχι σε Εσωτ κανονισμο
    οχι ερευνητές χωρίς διδακτορικό (σε ποιούς στο καλό θέλετε να δώσετε χαριστικά τον τίτλο?)
    -επιστημονικές άδειες όπως ίσχυαν μέχρι σήμερα
    ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΚΕΣ κρίσεις και όχι κρυφές διατάξεις ώστε “να μην υπάρχει συνωστισμός στις πάνω βαθμίδες”

  • Η. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
    Το κείμενο σε γενικές γραμμές παραμένει σε μια απλή διατύπωση της αντιστοιχίας βαθμίδων ερευνητών και καθηγητών, η οποία προφανώς δεν αρκεί αφού τόσο η εξομοίωση των αμοιβών δε φαίνεται ότι διασφαλίζεται όσο και οι διαδικασίες εκλογής και εξέλιξης διαφοροποιούνται.
    Από τη στιγμή που η βαθμίδα Δ καταργείται, είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα σαφές πλαίσιο υποστήριξης των ερευνητών που υπηρετούν ήδη στη βαθμίδα αυτή ώστε να τους δοθεί ο κατάλληλος χρόνος για την εξέλιξή τους και παραμονή στην εργασία τους μετά από κρίση.
    Δεν είναι κατανοητό τι σημαίνει ότι “η ανάθεση συγκεκριμένου ερευνητικού έργου με συγκεκριμένη χρονική διάρκεια γίνεται είτε με σύμβαση ορισμένου χρόνου είτε με σύμβαση έργου” με διαδικασίες που καθορίζονται από τον εσωτερικό κανονισμό. Ποιοι είναι οι ερευνητές που θα ανήκουν σε αυτή την κατηγορία;
    Η πρόβλεψη για επιπλέον αμοιβές στο “προσωπικό των ΕΚ” με σκοπό τη δημιουργία κινήτρων και την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων χωρίς σαφή αναφορά στους ερευνητές είναι προβληματική αφού ελέγχονται αυτές οι επιπλέον αμοιβές πλήρως από το ΔΣ του ΕΚ.
    Ιδιαίτερης σημασίας είναι η επίλυση του ζητήματος των ΕΛΕ που το τρέχον κείμενο του σχεδίου νόμου καταργεί. Πρόκειται για προσωπικό υψηλών προσόντων, σε πολλές περιπτώσεις, με μακρόχρονη εμπειρία και εργασία στα ΕΚ. Η ιδιαιτερότητα του εν λόγω προσωπικού έγκειται στο ότι παρουσιάζει μια εσωτερική ανομοιογένεια σχετικά με το προσόν της κτήσης διδακτορικού διπλώματος.
    Ζητούμε να διατηρηθεί ο θεσμός των ΕΛΕ αφού καθοριστεί επακριβώς το περιεχόμενο της αποστολής τους ως ειδικό επιστημονικό προσωπικό. Σε αντίθετη περίπτωση, να συμπεριληφθεί με σαφήνεια, σε σχετικό άρθρο του υπό προετοιμασία σχεδίου νόμου ειδική μεταβατική διάταξη για τη διατήρηση των ήδη υπηρετούντων ΕΛΕ στις θέσεις που κατέχουν, ως οργανικές θέσεις, με δυνατότητα εξέλιξης σε υψηλότερη βαθμίδα, βάσει του προϊσχύοντος καθεστώτος. Επιπλέον και εναλλακτικώς, να δίνεται η δυνατότητα σε όσους το επιθυμούν και έχουν τα προσόντα (διδακτορικό) να μπορούν κατόπιν κρίσης να ενταχθούν σε βαθμίδες ερευνητών.
    Γενικά το κείμενο στο τμήμα αυτό διακατέχεται από μια προσπάθεια του κράτους να αποποιηθεί της ευθύνης στήριξης των ΕΚ της χώρας, καθιστώντας σε πολλά σημεία σαφές ότι θέλει ερευνητές με εργασία ορισμένου χρόνου και προσλήψεις που σχετίζονται με τα οικονομικά του ΕΚ, την ίδια στιγμή που σε άλλο τμήμα προωθεί την κεντροποίηση της ερευνητικής πολιτικής και την κατάρτιση εθνικής στρατηγικής.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 20:59 | ΣΠΕΚΚΕ

    Θέμα: Θέσεις των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) του EKKE για το σχέδιο Νόμου για την Έρευνα.

    Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ) του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) συντασσόμαστε απόλυτα με τις θέσεις των συναδέλφων μας ΕΛΕ του ΕΛΚΕΘΕ σχετικά με το ζήτημα της κατάργησης των ΕΛΕ κατά το νέο σχέδιο νόμου για την έρευνα του Υπουργείου Παιδείας και συνυπογράφουμε το κείμενό τους.
    Το κείμενο έχει ως εξής (με μια δική μας προσθήκη):
    «Ο θεσμός των ΕΛΕ εισήχθη στο ερευνητικό σύστημα της χώρας με τον Νόμο 1514/85 και θεωρήθηκε σημαντική καινοτομία για την εποχή εκείνη, γιατί συμπλήρωνε και συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της τεχνολογικής έρευνας της χώρας, σε μία χρονική περίοδο που η έρευνα αυτή ήταν άγνωστη στην πατρίδα μας. Η εξέλιξη των ΕΛΕ σε βαθμίδες ακολουθούσε απόλυτα όμοια διαδικασία και προαπαιτούμενα με αυτά των ερευνητών. Όλα αυτά τα χρόνια, οι ΕΛΕ στήριξαν το σύστημα αυτό, ανέπτυξαν νέες ερευνητικές δραστηριότητες και ιδέες, διεκδίκησαν με επιτυχία το ρόλο και την αποστολή τους, καθοδήγησαν και υλοποίησαν εθνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα, ακόμη και καθοδηγώντας ερευνητές, και προέβησαν σε δημοσιεύσεις αντίστοιχου κύρους με αυτές των ερευνητών, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην αριστεία των ερευνητικών ινστιτούτων που υπηρετούσαν. Η ενασχόληση των ΕΛΕ με τη λεγόμενη εφαρμοσμένη έρευνα συνέβαλε αποφασιστικά στην προαγωγή εν γένει του ερευνητικού έργου των ινστιτούτων. Οι ΕΛΕ, όπως και οι ερευνητές αποτελούν ερευνητικό προσωπικό που προστατεύεται εμμέσως από το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος. Η μοναδική διαφορά από τους ερευνητές ήταν η μη υποχρεωτική κατοχή διδακτορικής διατριβής, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις με την πάροδο των ετών αντικαταστάθηκε με την επιστημονική αριστεία στο ερευνητικό αντικείμενό τους. Πολλές φορές μάλιστα δόθηκε μεγαλύτερο βάρος στην ενασχόληση με την πρωτοπόρα και καινοτόμο επιστημονική έρευνα και την υλοποίηση ερευνητικών έργων και όχι στην απόκτηση ενός διδακτορικού τίτλου σπουδών.

    Η έρευνα στην χώρα μας, όλα αυτά τα χρόνια που στηρίζονταν στον νόμο αυτό, σαφώς αναπτύχθηκε σημαντικά και φαίνεται ότι το κατόρθωσε αρκετά καλά μέσα από αυτές τις διαδικασίες. Το γεγονός ότι στη σχεδόν τριακονταετή εφαρμογή του ισχύοντος νόμου μερικές φορές ο θεσμός αυτός δεν αξιοποιήθηκε με τον καλλίτερο τρόπο, αλλά υποκατέστησε τους ερευνητές, δεν αποτελεί αδυναμία του, αλλά αντίθετα ενισχύει την ορθότητα των επιλογών εκείνης της χρονικής περιόδου. Εξ άλλου, η ατελής εφαρμογή ενός νόμου δεν αποτελεί αιτία απόρριψής του, αλλά αντιθέτως δίνει το έναυσμα για τη βελτίωσή του.

    Εδώ και αρκετά χρόνια έχει αρχίσει μία συζήτηση στην ερευνητική κοινότητα της χώρας για τον θεσμό των ΕΛΕ. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι έχει ξεπερασθεί και θα πρέπει να αντικατασταθεί η έρευνά τους από τους ερευνητές, ενώ άλλοι ότι υπάρχει ανάγκη για το εξειδικευμένο αυτό προσωπικό των αυξημένων προσόντων και αρμοδιοτήτων το οποίο θα πρέπει να στοχεύει στην ανάπτυξη και υποστήριξη καινοτόμων τεχνολογιών. Κατά την άποψη μας, ο θεσμός των ΕΛΕ πρέπει να παραμείνει, αλλά να εφαρμοστεί με σωστό και εκσυγχρονισμένο τρόπο στο μέλλον. Θα μπορούσε μάλιστα να ακολουθήσει παρόμοιες βαθμίδες με εκείνες των ερευνητών (Γ, Β & Α). Εξ άλλου, από τον αμιγώς τεχνικό επιστήμονα μέχρι τον ερευνητή, υπάρχει ένα χάσμα εξειδίκευσης, εμπειρίας και αρμοδιοτήτων, το οποίο δεν είναι δυνατό να μείνει κενό και το οποίο οι ΕΛΕ καλύπτουν (π.χ. υπεύθυνος βάσεων δεδομένων, υπεύθυνος οργάνωσης και λειτουργίας ειδικού εργαστηρίου ή οργάνων).

    Σε ουδεμία περίπτωση πάντως, ακόμη και αν καταργηθεί ο θεσμός, δεν θα πρέπει να υποβαθμιστεί η συμβολή των ήδη υπαρχόντων ΕΛΕ στην ερευνητική διαδικασία και στη τεχνολογική αναβάθμιση της χώρας μέχρι σήμερα, και ως εκ τούτου θα πρέπει να υποστηριχτεί η παραμονή του υπάρχοντος προσωπικού στις θέσεις που ήδη κατέχουν.

    Τέλος, το γεγονός ότι μερικοί από αυτούς δεν απέκτησαν διδακτορικό για να μπορέσουν να κριθούν σήμερα και να ενταχθούν σε θέσεις ερευνητών δεν θα πρέπει να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο για την προαγωγή τους σε θέσεις ερευνητών. Οι ΕΛΕ έχουν συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη των ερευνητικών ινστιτούτων στη σημερινή τους μορφή και ο νομοθέτης θα πρέπει να λάβει υπόψη του το σύνολο της επιστημονικής τους συνεισφοράς στην ανάπτυξη της έρευνας του τομέα που υπηρέτησαν και όχι μόνο το διδακτορικό δίπλωμα, όπως έκανε και παλαιότερα ο Ν 1514/85 με τη διαδικασία ένταξης σε βαθμίδες ερευνητών. Εξάλλου, η διεθνής πρακτική καταδεικνύει ότι η ένταξη στο διδακτικό προσωπικό των ΑΕΙ είναι δυνατή και χωρίς την κατοχή διδακτορικού διπλώματος (π.χ. Ην. Βασίλειο, Γαλλία κ.ά.)

    Υπό τη χειρότερη εκδοχή, επιβάλλεται από το ίδιο το Σύνταγμα και το κοινοτικό δίκαιο (αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης – confiance légitime) η πρόβλεψη ειδικών μεταβατικών διατάξεων, που να εξασφαλίζουν το υπάρχον και υπηρετούν προσωπικό, όπως αναλυτικώς εκτίθεται στη νομική εξειδικευμένη γνωμοδότηση που θα σας υποβάλουμε. Οι μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει να περιλαμβάνονται στο ίδιο το νομοσχέδιο και όχι σε επόμενο.

    Μετά τα παραπάνω, προτείνουμε να ληφθούν οι παρακάτω αποφάσεις, οι οποίες να εισηγηθούν σε οποιονδήποτε φορέα ή άτομο συμμετέχει στην επιτροπή διαμόρφωσης του σχεδίου του νόμου:

    Nα διατηρηθεί ο θεσμός των ΕΛΕ και να ακολουθήσει τις νέες βαθμίδες των ερευνητών. Σε αντίθετη περίπτωση, να συμπεριληφθεί με σαφήνεια, σε σχετικό άρθρο του υπό προετοιμασία σχεδίου νόμου ειδική μεταβατική διάταξη για τη διατήρηση των ήδη υπηρετούντων ΕΛΕ στις θέσεις που κατέχουν με δυνατότητα εξέλιξης σε υψηλότερη βαθμίδα. Επιπλέον, αν επιθυμούν, να δίνεται η δυνατότητα ένταξής τους μετά από κρίση σε θέσεις ερευνητών με ειδικά προσόντα (π.χ. χωρίς διδακτορικό δίπλωμα), λαμβάνοντας υπόψη την πολυετή εμπειρία τους και τη σημαντική συμβολή τους στην ανάπτυξη των ερευνητικών κέντρων.

    Με τιμή
    Κ. Αβδελίδη
    Χ. Βαρουξή
    Κ. Βεζυργιάννη
    Ν. Γεωργαράκης
    Κ. Γκόρτσος
    Δ. Ζιώμας
    Α. Καπέλλα
    Χ. Καππή
    Δ. Κονδύλη
    Α. Λιναρδής
    A. Μουρίκη
    Ν. Μπούζας
    Ο. Παπαλιού
    Γ. Παπάς
    Ν. Σαρρής
    Ν. Σπυροπούλου
    Α. Τραμουντάνης
    Κ. Τσακίρης
    Ε. Φαγαδάκη
    Α. Φραγκίσκου
    Ε. Φρονίμου

    Οι θέσεις των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) του EKKE για το σχέδιο Νόμου για την Έρευνα έχουν τη συναίνεση του ΔΣ του ΕΚΚΕ σύμφωνα με απόφαση που ελήφθη στην υπ. αριθ. 166/7-2-2012 συνεδρίασή του και έχουν υιοθετηθεί από το ΔΣ του Συλλόγου Προσωπικού του ΕΚΚΕ.

  • ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – http://www.eee-researchers.gr

    H. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:

    Από το κείμενο διαβούλευσης:
    Verbatim:
    1. “Οι ερευνητές της βαθμίδας Γ’ προσλαμβάνονται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για τέσσερα έτη, που μπορεί να ανανεωθεί για ίσο χρόνο έως μία φορά”
    “Οι ερευνητής της Α’ και Β’ βαθμίδας προσλαμβάνονται με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου”
    2. “Επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του εποπτεύοντος Υπουργείου για την κάλυψη μέρους των εξόδων της λειτουργίας τους” (των ΕΚ)

    Σε μια από τις πλέον κρίσιμες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, σε μια φάση παγκόσμιων αναδιατάξεων, όπου η έρευνα και η καινοτομία αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης, το Υπουργείο Παιδείας ΔΒΜΘ διασαφηνίζει ότι δεν χρειαζόμαστε δημόσιο ερευνητικό σύστημα κατά το πρότυπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ερευνητές-δημόσιους λειτουργούς. Προτείνει μια δομή λειτουργίας που αντιστοιχεί σε ιδιωτικές εταιρείες και υποβαθμίζει το ρόλο του ερευνητή, αναφερόμενο γενικά και αόριστα στο «ερευνητικό προσωπικό» και ειδικότερα σε ερευνητές ιδιωτικούς υπαλλήλους, με προαπαιτούμενο προσόν θέσης το πτυχίο και επιπλέον προσόν το διδακτορικό…

    Αντίθετα με τις επικλήσεις του Υπουργείου περί Αριστείας, το υπό διαβούλευση σχέδιο περιλαμβάνει ρυθμίσεις που εν τοις πράγμασι όχι μόνο δεν προσελκύουν τους αρίστους, αλλά δημιουργούν και συνθήκες απογύμνωσης των ΕΚ από τα στοιχεία της Αριστείας.

    Η δυνατότητα πρόσληψης ερευνητών χωρίς διδακτορικό δίπλωμα, σε οποιαδήποτε περίπτωση, θα αποτελέσει casus belli για την κοινότητα των ερευνητών. Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο ν. 4009/2011 αφορούν διδακτικό έργο και «γνωστικά αντικείμενα εξαιρετικής και αδιαμφισβήτητης ιδιαιτερότητας, για τα οποία δεν είναι δυνατή ή συνήθης η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής» όπως αυτά που εμπίπτουν στον χώρο των Καλών Τεχνών. Τέτοιου τύπου ερευνητικά αντικείμενα δεν υφίστανται στα Ερευνητικά Κέντρα. Η σχετική προτεινόμενη ρύθμιση, η οποία μάλιστα θα συγκεκριμενοποιείται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του κάθε ΕΚ, εάν δεν έγινε κατά λάθος, παραπέμπει σε μια προσπάθεια νομιμοποίησης της ένταξης στους κόλπους των ερευνητών «ημετέρων», που δεν διαθέτουν τα βασικά προαπαιτούμενα προσόντα, ρύθμιση η οποία θα δώσει και τη χαριστική βολή στο πολύπαθο ‘status’ του ερευνητή.

    Επιπλέον, το υπό διαβούλευση κείμενο καθιστά τις επιτροπές κρίσης των ερευνητών υπόθεση διαπραγμάτευσης μεταξύ των Διευθυντών Ινστιτούτων και των μελών των ΤΕΣ, ενώ πρωτοποριακοί θεσμοί όπως ο Εθνικός Πίνακας Κριτών και η επιλογή των επιτροπών με κλήρωση μεταξύ ομοτίμων (peers) ρίχνονται στον Καιάδα.

    Θέσεις της ΕΕΕ:

    1. Το υπό τη ΓΓΕΤ δημόσιο ερευνητικό σύστημα θα πρέπει να έχει καθεστώς νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και οι ερευνητές να έχουν την υπόσταση δημόσιων λειτουργών. Η πολιτεία εγγυάται την κάλυψη της μισθοδοσίας και των λειτουργικών εξόδων των ΕΚ.

    2. Οι βασικές μονάδες του ερευνητικού συστήματος είναι οι ερευνητικές ομάδες και οι μονάδες των ερευνητών. Οι ερευνητές απευθύνονται στην και κρίνονται από την παγκόσμια ερευνητική κοινότητα. Για το λόγο αυτό και οι επιτροπές κρίσης των ερευνητών θα πρέπει να συγκροτούνται από μέλη εκτός του οικείου Ινστιτούτου (του Δ/ντή συμπεριλαμβανομένου), προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα εσωστρέφειας (δηλ. τυχόν ισχυρών θετικών ή αρνητικών αλληλεπιδράσεων που προκύπτουν από την εσωτερική, καθημερινή ζωή του Ινστιτούτου). Το ερευνητικό σύστημα ζητά ταυτόχρονα το μέγιστο βαθμό αυτονομίας προκειμένου να εξελιχθεί δημιουργικά η ερευνητική λειτουργία και ταυτόχρονα το μέγιστο βαθμό εξωτερικών μηχανισμών ελέγχου και αποτίμησης.

    3. Βασικό προαπαιτούμενο για την ένταξη σε βαθμίδα ερευνητή το διδακτορικό δίπλωμα. Οι ερευνητές Α’ και Β’ Βαθμίδας εκλέγονται ως μόνιμοι. Οι ερευνητές Γ’ εκλέγονται για τετραετή θητεία, με δυνατότητα ανανέωσης για άλλη μία θητεία ύστερα από κρίση.

    4. Οι μισθοί των μελών ΔΕΠ, ΕΠ-ΤΕΙ και των ερευνητών υπάγονται στον ίδιο νόμο και εξισώνονται.

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ / ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

    Ειδικότερα θέματα Ινστιτούτων και Προσωπικού

    Ερευνητικό Προσωπικό

    1. Η ΕΕΕ συμφωνεί με την πρόνοια του παρόντος που αφορά τις ερευνητικές βαθμίδες, δηλ. στην ύπαρξη τριών βαθμίδων ερευνητών, Α’, Β’, Γ’, σε πλήρη αντιστοιχία με τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ, σύμφωνα με το ν. 4009/2011.

    2. Σε κάθε περίπτωση, για την ένταξη σε οιαδήποτε ερευνητική βαθμίδα η κατοχή διδακτορικού διπλώματος είναι ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ.

    3. Η επιμήκυνση του χρόνου παραμονής στις βαθμίδες Γ’ και Β’ με απώτερο στόχο τη μη συσσώρευση σε ανώτερες βαθμίδες δεν αποτελεί επιχείρημα στο πλαίσιο ενός νέου Νόμου για την προώθηση της Έρευνας και Καινοτομίας. Αντιθέτως, ο νέος Νόμος θα πρέπει να προβλέπει και να κατοχυρώνει την άμεση επαναπροκήρυξη της θέσης συνταξιοδοτούμενου, ή κατ’ άλλο τρόπο αποχωρούντος ερευνητή.

    4. Θα πρέπει να προβλέπεται και να κατοχυρώνεται η κατά τακτά χρονικά διαστήματα (όχι μεγαλύτερα της τριετίας) προκήρυξη νέων θέσεων ερευνητών σε κάθε Ινστιτούτο, ώστε ο συνολικός αριθμός τους να αυξάνεται κατά ένα ορισμένο ποσοστό από αξιολόγηση σε αξιολόγηση, με άξονα τους αντίστοιχους «στόχους» της Λισσαβώνας και λαμβανομένων υπόψη των πορισμάτων των επιτροπών αξιολόγησης.

    5. Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί, τέλος, η μισθολογική εξίσωση Ερευνητών με τα μέλη ΔΕΠ (όπως προβλεπόταν από το ν. 1514/1985), από τη στιγμή που τα προσόντα των Ερευνητών και μελών ΔΕΠ είναι σε πλήρη αντιστοιχία και οι προσλήψεις και εξελίξεις πραγματοποιούνται με ανάλογες διαδικασίες. Διαφορετικά, το brain drain από τα ΕΚ προς τα ΑΕΙ της χώρας, καθώς και τα πανεπιστήμια και ΕΚ της αλλοδαπής θα ενταθεί περαιτέρω, ενώ ταυτόχρονα θα καταστεί καθόλα αδύνατη η προσέλκυση νέων αξιόλογων ερευνητών στα ΕΚ.

    6. Για τα πειθαρχικά θέματα των ερευνητών εφαρμόζονται διατάξεις αντίστοιχες με αυτές που ισχύουν για τους καθηγητές των ΑΕΙ.

    Επιτροπές κρίσης Ερευνητών

    Στις επιτροπές κρίσεις δεν συμμετέχουν ερευνητές του οικείου Ινστιτούτου (του Διευθυντή συμπεριλαμβανομένου).
    ___________________________________________________________________

    2η προσέγγιση για το θέμα:
    Η πρόσληψη και η εξέλιξη ερευνητών να γίνονται με βάση τα άρθρα 17, 18, 77 του ν. 4009/2011.
    ___________________________________________________________________

    Τεχνικό, διοικητικό και βοηθητικό Προσωπικό

    1. Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί κατηγορία εργαστηριακού ερευνητικού προσωπικού, κατ’ αντιστοιχία με το εργαστηριακό διδακτικό προσωπικό (ΕΔΙΠ) των ΑΕΙ, ιδιαίτερα στη περίπτωση που θα καταργηθούν οι θέσεις ΕΛΕ.

    2. Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί επίσης η διατήρηση των θέσεων Μεταπτυχιακών Υποτρόφων και Μεταδιδακτορικών συνεργατών, που αποτελούν κρίσιμη και ουσιαστική πηγή ανανέωσης και διάχυσης της επιστημονικής γνώσης στα ΕΚ, όπως αυτές προβλέπονταν στο ν. 1514/1985, αλλά και στο ν. 3653/2008.

    Ερευνητικές άδειες.

    Δεν υπάρχει καμία αναφορά σε αυτές ενώ αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της σταδιοδρομίας ενός ερευνητή. Θα πρέπει να θεσμοθετηθούν κατ’ αναλογία του ν. 4009/2011.

    Μεταβατικές διατάξεις

    1. Το υπό διαβούλευση κείμενο δεν περιλαμβάνει μεταβατικές διατάξεις. Καθώς δεν είναι δυνατόν να παραπέμπονται οι μεταβατικές διατάξεις σε επόμενο χρονικό διάστημα και να μην είναι αναπόσπαστο τμήμα του παρόντος σχεδίου νόμου (όπως στο ν. 1514/1985), το Υπουργείο θα πρέπει να τις δημοσιοποιήσει άμεσα.

    2. Στις μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα της εξέλιξης των υπηρετούντων ερευνητών Γ’ και Δ’ σε ανώτερη βαθμίδα (σύμφωνα με στοιχεία της ΓΓΕΤ το ποσοστό των ερευνητών Δ’ στα ΕΚ στις αρχές του 2011 ήταν 8% ενώ σε αρκετά ΕΚ η βαθμίδα αυτή έχει σχεδόν εκλείψει), κατ’ αναλογία των ρυθμίσεων του ν. 4009/2011 (άρθρο 77).

    3. Στην περίπτωση κατάργησης των ΕΛΕ θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα όσοι από τους υπηρετούντες το επιθυμούν να κριθούν ανάλογα με τα προσόντα τους, για την ένταξή τους σε ερευνητική βαθμίδα με βάση τον ισχύοντα νόμο. Για όσους ΕΛΕ επιθυμούν να κριθούν για ερευνητική βαθμίδα, αλλά δεν διαθέτουν διδακτορικό δίπλωμα, να δοθεί προθεσμία 5 ετών για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής. Για τους λοιπούς θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα παραμονής τους σε προσωποπαγείς θέσεις με δυνατότητα εξέλιξης έως την Α’ βαθμίδα (ΕΛΕ), με βάση επίσης τον ισχύοντα νόμο.

    ———————————————
    ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
    Τα ανωτέρω σχόλια αναφέρονται κυρίως στο «σχέδιο νόμου 1» που τίθεται εδώ σε διαβούλευση υπό τη μορφή οκτώ (08) Άρθρων/Κεφαλαίων.
    Το «σχέδιο νόμου 2» που δόθηκε στη διαβούλευση (μία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας για διαβούλευση του «σχεδίου νόμου 1», στις 30 Ιανουαρίου) με περιθώριο για δημόσια συζήτηση μίας περίπου εβδομάδας (!) είναι ατελές και περιέχει αντιφατικές ρυθμίσεις.
    Η ερευνητική κοινότητα ζητά από το Υπουργείο να δημοσιοποιήσει το επεξεργασμένο, τελικό προσχέδιο νόμου με όλες τις διατάξεις (και τις ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ) και να μεριμνήσει ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος και ικανός χρόνος για ουσιαστικό διάλογο, επί του συνόλου των ρυθμίσεων που αυτό θα περιλαμβάνει.
    Το Υπουργείο οφείλει επίσης να συντάξει την «έκθεση επί της δημόσιας διαβούλευσης», η οποία θα συνοδεύσει το σχέδιο νόμου στη διαδικασία συζήτησης και ψήφισής του από τη Βουλή των Ελλήνων (νέος κανονισμός της Βουλής, άρθρο 85, παρ. 3), από ΜΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ και όχι σε τρεις ‘δόσεις’, καθώς τουλάχιστον οι μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει (σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στις «Μεταβατικές διατάξεις», άρθρο 08 του παρόντος) να υποβληθούν επίσης σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης.

    Σημείωση: Το σύνολο των κειμένων που η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών κατέθεσε στην παρούσα διαβούλευση βρίσκεται αναρτημένο στο http://eee-researchers.gr/Anakoinoseis-EEE/EEE_Keimena-Diavouleusis-Sxediou-Nomou-Ereunas.pdf.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 16:50 | Β.Σ.

    Το παρόν σχέδιο νόμου και στην 1η και στη 2η μορφή του παρουσιάζεται ελλιπές και ασαφές, ιδιαίτερα όσον αφορά τα άρθρα 7 και 8.
    Κατ’ αρχήν ελλείπουν βασικές διατάξεις, όπως οι μεταβατικές, που είναι εξαιρετικά σημαντικές για το προσωπικό που ήδη υπηρετεί.
    Ελλείπουν επίσης διατάξεις σχετικά με τους μεταπτυχιακούς υποτρόφους, απαραίτητους σε ένα Ερευνητικό Κέντρο.
    Όσον αφορά, επίσης, το προσωπικό, να σημειωθεί ότι έχει γίνει παλαιότερα ένταξη των ΕΛΕ που επιθυμούσαν ή ήταν δυνατό να ενταχθούν στους ερευνητές (1ο σχέδιο, ενώ στο 2ο απουσιάζει οποιαδήποτε μνεία για τον κλάδο). ΕΛΕ με ερευνητική, τεχνολογική, διαχειριστική εμπειρία που για διάφορους λόγους δεν εντάχθηκαν στους ερευνητές, για τους ίδιους λόγους δεν θα είναι και πάλι δυνατό να ενταχθούν. Θα πρέπει να είναι δυνατό να παραμείνουν σε προσωποπαγείς θέσεις εξελισσόμενοι σύμφωνα με τον προγενέστερο νόμο.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 16:42 | ΜΚ

    Οι ερευνητές είναι δημόσιοι λειτουργοί και δεν είναι δυνατό να προσλαμβάνονται ως συμβασιούχοι αορίστου χρόνου.
    Θεσμοθέτιση της ισοτιμίας Ερευνητών με τα μέλη ΔΕΠ όπως προβλεπόταν από το Ν 1514/1985, από τη στιγμή που τα προσόντα των Ερευνητών και μελών ΔΕΠ είναι σε πλήρη αντιστοιχία και οι προσλήψεις και εξελίξεις πραγματοποιούνται με ανάλογες διαδικασίες.
    Ελάχιστο προσόν για τους ερευνητές αποτελεί το διδακτορικό δίπλώμα. Δεν είναι δυνατό να προσλαμβάνονται ερευνητές χωρίς διδακτορικό. Η δυνατότητα αυτή όχι μόνο δεν προσελκύει την αριστεία αλλά οδηγεί στην υποβάθμιση του θεσμού του ερευνητή.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 15:55 | Γ. Πετυχάκης

    Για μια ακόμα φορά η συνεχώς υποσχόμενη και δίκαιη εξίσωση μεταξύ ερευνητών και μέλη ΔΕΠ περιορίζεται σε μια απλή αντιστοίχιση χωρίς καμία ουσιαστικά αξία.

    Πως αλλιώς μεταφράζεται το ότι οι μεν θα είναι υπάλληλοι αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου ενώ οι δε μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι? Επίσης πως δικαιολογείται η μισθολογική διαφορά ανάμεσα στους δύο? Μήπως το ερευνητές χωρίς διδακτορικό έρχεται να δημιουργήσει ακριβώς διαφορές?

    Αν τώρα συνδυάσει κανείς και το άρθρο 7 όπου από ότι φαίνεται ούτε καν οι μισθοί δεν θα εξασφαλίζονται από την κρατική επιχορήγηση στα ερευνητικά κέντρα, διαμορφώνεται ένα περίεργο ερευνητικό «όραμα» στην Ελλάδα, όπου το the best practice είναι ερευνητικά κέντρα στελεχωμένα από καθηγητές πανεπιστημίου.

    Έτσι με τα παραπάνω, αντί της προσέλκυσης άριστων ερευνητών, τους μόνους που θα προσελκύσουν τα ερευνητικά κέντρα θα είναι καθηγητές πανεπιστημίων οι οποίοι έχοντας εξασφαλίσει πρώτα από όλα τους μισθούς τους από το κράτος, θα πάνε και στα ερευνητικά κέντρα είτε λόγω των υποδομών είτε για να κάνουν έρευνα κάτω από πιο ευέλικτα για αυτούς σχήματα.

    Τα ερευνητικά κέντρα και οι ερευνητές τους έχουν αποδείξει επανειλημμένως την αξία τους και την προσφορά τους στην κοινωνία (οι συνεχείς αξιολογήσεις αυτό άλλωστε δείχνουν) κάτω από απίστευτα δύσκολες συνθήκες. Θα περίμενε συνεπώς κανείς, το κράτος να τα αναγνωρίσει όλα αυτά εξισώνοντας πραγματικά τους ερευνητές με τους καθηγητές πανεπιστημίων.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 12:27 | Αθανάσιος Σπηλιώτης

    Θέμα: «Θέσπιση Δικαιώματος Αξιολόγησης Τεχνικού Προσωπικού με Διδακτορικό Τίτλο για Ένταξη σε βαθμίδες Ερευνητών στα Ερευνητικά Κέντρα»

    Στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» υπηρετούν επιστήμονες κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών, διαφόρων ειδικοτήτων, με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ). Οι υπάλληλοι αυτοί διαθέτουν υψηλά τυπικά και ακαδημαϊκά προσόντα (δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια, συμμετοχή και/ή επιστημονική ευθύνη ερευνητικών προγραμμάτων, εκπαιδευτικό έργο μέσω της επίβλεψης διπλωματικών εργασιών, και διδακτικό έργο σε τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού). Οι εν λόγω υπάλληλοι, στο ΕΚΕΦΕ ‘Δ’, επιτελούν ερευνητικό έργο, αντίστοιχο με εκείνο των Ερευνητών του κέντρου, το οποίο προσμετράται κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των Ερευνητικών Ιδρυμάτων της χώρας.
    Το επιστημονικό έργο των ανωτέρω Υπαλλήλων, παρά το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς α) μετρούν πολυετή προσφορά στο ΕΚΕΦΕ ‘Δ’, β) τυγχάνουν διεθνών διακρίσεων, γ) διεκδικούν, προσελκύουν και συντονίζουν ανταγωνιστικά Εθνικά και Ευρωπαϊκά προγράμματα, δ) χαίρουν διεθνούς αναγνώρισης, ε) συμμετέχουν σε διεθνείς επιτροπές εμπειρογνωμόνων και αξιολόγησης ερευνητικών προτάσεων στ) είναι κριτές σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και ζ) συμμετέχουν σε διεθνή δίκτυα αριστείας, δεν αξιολογείται ούτε αναγνωρίζεται υπό το παρών καθεστώς εργασίας τους.
    Συγκεκριμένα οι εν λόγω υπάλληλοι εντάσσονται σε θέσεις Τεχνικού Προσωπικού κάτι το οποίο περιορίζει την ερευνητική τους δυνατότητα ενώ τους στερεί τη δυνατότητα εξέλιξης και το κίνητρο αύξησης παραγωγικότητας.
    Οι τελευταίες εξελίξεις στο χώρο της έρευνας, εν όψει του νέου νόμου, και οι προαναγγελθείσες διοικητικές μεταρρυθμίσεις στα ερευνητικά κέντρα απειλούν με συρρίκνωση το ερευνητικό και επιστημονικό προσωπικό των ερευνητικών ινστιτούτων. Από την άλλη πλευρά, η σύγχρονη οικονομική συγκυρία δεν επιτρέπει την ενίσχυση ούτε την ανανέωση του ερευνητικού δυναμικού των κέντρων (πολιτική μιας πρόσληψης κάθε δέκα αποχωρήσεις).
    Κατόπιν των ανωτέρω θεωρούμε ότι, στα πλαίσια του επικείμενου νόμου για την έρευνα, πρέπει να υπάρξει κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση, στο γράμμα και πνεύμα των νόμων 3377/2005 και 3653/2008, ώστε να δοθεί στους Υπαλλήλους ΙΔΑΧ κατόχους Διδακτορικού Διπλώματος των Ερευνητικών Κέντρων, το δικαίωμα αξιολόγησης για ένταξη σε θέσεις Ερευνητών, μετά από διαδικασία κρίσης και ανάλογα με τα προσόντα τους και το ερευνητικό τους έργο.
    Η νομοθετική ρύθμιση που προτείνουμε, θεωρούμε ότι είναι εφικτή, αφού είναι σύμφωνη με τη σύγχρονη οικονομική κατάσταση της χώρας, καθώς δεν επιφέρει οικονομική επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά και αναγκαία για να εξασφαλιστεί η δίκαιη και ισόνομη μεταχείριση των ανωτέρω υπαλλήλων από πλευράς της πολιτείας.
    Από τα στοιχεία που διαθέτουμε, ο αριθμός των επιστημόνων ΙΔΑΧ με διδακτορικό στο ΕΚΕΦΕ ‘Δημόκριτος’ είναι 28 (δλδ 20% του συνόλου του προσωπικού ΙΔΑΧ του κέντρου).
    Η υλοποίηση της προτεινόμενης ρύθμισης θα ενισχύσει, χωρίς επιπλέον δαπάνη, με Νέο ερευνητικό δυναμικό τα ερευνητικά ινστιτούτα, θα εξασφαλίσει τη βέλτιστη αξιοποίηση και απόδοση του υφιστάμενου τεχνικού προσωπικού (ΙΔΑΧ) υψηλών προσόντων, και θα συνεισφέρει στη συγκράτηση του ερευνητικου δυναμικού της χώρας (νέοι επιστήμονες). Ταυτόχρονα, η πράξη αυτή θα δώσει στους Νέους Ερευνητές τη δυνατότητα για προσέλκυση ερευνητικών χρηματοδοτικών προγραμμάτων και ένα ισχυρό κίνητρο για παραγωγή σύγχρονου ερευνητικού έργου και ανάπτυξη τεχνολογίας αιχμής.
    Σημειώνεται ότι οι εν λόγω επιστήμονες αναγνωρίζονται ήδη ως Ερευνητές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο μέσω της δυνατότητας της οργάνωσης και της καθοδήγησης τεχνολογικών αναπτυξιακών προγραμμάτων στα πλαίσια των ευρωπαϊκών προσκλήσεων πχ European Research Council (ERC).

    Οι υπάλληλοι ΙΔΑΧ κάτοχοι διδακτορικού, ΕΚΕΦΕ ‘Δ’:
    Αρκάς Μιχαήλ, Βασιλοπούλου Μαρία, Βεργάδου Νίκη, Βιδάλη Βερενίκη, Γκιόκας Μαργαρίτης, Δημητράκης Παναγιώτης, Δούβας Αντωνίος, Ιωαννίδης Νικολάος, Κακίζης Νικολάος, Καρατάσιος Ιωάννης, Κυπριανίδου Πατρίτσια, Κωνσταντινίδου Αργυρή-Μυρτώ, Κωνσταντούδης Βασιλείος, Κωνσταντοπούλου Ειρήνη, Μάγγος Θωμάς, Μπάμπαλης Σταματίος, Νεοφύτου Παναγιώτης, Ξανθοπούλου Γκαλίνα, Παναγιωτοπούλου Αγγελική, Παπαγεωργίου Σέργιος, Παπαδόπουλος Όμηρος, Σαπαλίδης Ανδρέας, Σπηλιώτης Αθανάσιος, Σφέτσος Αθανάσιος, Τζίκα Φαίδρα, Φάββας Ευάγγελος, Φιλιππάκη Ελένη, Χατζηχρήστος Χρήστος,
    όλοι υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ», κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών.

  • ΥΠΟΜΝΗΜΑ
    ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ
    ΚΑΤΟΧΩΝ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ
    στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών

    Θέμα: «Θέσπιση Δικαιώματος Αξιολόγησης Επιστημονικού Προσωπικού με Διδακτορικό Τίτλο για Ένταξη σε βαθμίδες Ερευνητών στα Ερευνητικά Κέντρα»

    Στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (Ε.Α.Α.) υπηρετούν Επιστήμονες κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών, διαφόρων ειδικοτήτων, σε θέσεις μονίμων δημοσίων υπαλλήλων καθώς και με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ). Οι υπάλληλοι αυτοί διαθέτουν υψηλά τυπικά και ακαδημαϊκά προσόντα (δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια, παρουσιάσεις σε διεθνή συνέδρια, συμμετοχή και/ή επιστημονική ευθύνη εθνικών ή/και Ευρωπαϊκών ερευνητικών προγραμμάτων, εκπαιδευτικό έργο μέσω της επίβλεψης διπλωματικών εργασιών). Οι εν λόγω υπάλληλοι, στο Ε.Α.Α., επιτελούν και ερευνητικό έργο, αντίστοιχο με εκείνο των Ερευνητών του κέντρου, το οποίο προσμετράται κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των Ερευνητικών Ιδρυμάτων της χώρας.

    Tο εν λόγω προσωπικό όπως και το αντίστοιχο προσωπικό άλλων ερευνητικών ιδρυμάτων, δεν έχει κάποιο θεσμοθετημένο ρόλο για διεξαγωγή έρευνας και η ισχύουσα νομοθεσία δεν τους παρέχει καμιά δυνατότητα κρίσης για εξέλιξη σε θέση Ερευνητή. Να σημειωθεί ότι η δυνατότητα αυτή έχει δοθεί στο παρελθόν σε εφαρμογή των Ν. 1514/85 (ΦΕΚ 13Α, άρθρο 26), Ν. 3377/2005 ( ΦΕΚ 202Α, άρθρο 25) και Ν. 3653/2008 (ΦΕΚ 49Α, άρθρο 47), ενώ η περιορισμένη εφαρμογή τους στερεί τη δυνατότητα αυτή από το υφιστάμενο προσωπικό.

    Κατά συνέπεια, το επιστημονικό έργο των ανωτέρω Υπαλλήλων, παρά το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς α) μετρούν πολυετή προσφορά στο Ε.Α.Α., β) τυγχάνουν διεθνών διακρίσεων, γ) διεκδικούν, προσελκύουν και συντονίζουν ανταγωνιστικά Εθνικά και Ευρωπαϊκά προγράμματα, δ) χαίρουν διεθνούς αναγνώρισης, ε) συμμετέχουν σε διεθνείς επιτροπές εμπειρογνωμόνων και αξιολόγησης ερευνητικών προτάσεων στ) είναι κριτές σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και ζ) συμμετέχουν ως μέλη εθνικών ομάδων εκπροσώπησης στον Ευρωπαικό Οργανισμό Διαστήματος (European Space Agency) (π.χ. βλέπε ενδεικτικά για τα ανωτέρω την ισοστελίδα http://www.astro.noa.gr/~omaland/) δεν αξιολογείται, και δεν αναγνωρίζεται υπό το παρών καθεστώς εργασίας τους. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι το προσωπικό της συγκεκριμένης κατηγορίας δεν εξαιρέθηκε από το πρόσφατο μέτρο της εργασιακής εφεδρείας όπως συνέβη με τους ερευνητές των ερευνητικών κέντρων.

    Αξίζει επίσης να τονισθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις για τους μόνιμους υπάλληλους ΠΕ Ειδικούς Τεχνικούς Επιστήμονες κατά την κρίση επιλογής τους καθοριστικό ρόλο στην μοριοδότηση έπαιξε η κατοχή διδακτορικού διπλώματος καθώς και το ερευνητικό τους έργο (επιστημονικές δημοσιεύσεις κλπ) που είχε επιτελεσθεί από τους υποψηφίους στο εν λόγω Ίδρυμα. Ωστόσο, τα προσόντα αυτά των Επιστημόνων παραμένουν σήμερα αναξιοποίητα.

    Κατά τη γνώμη μας, η εξέλιξη του ενδιαφερόμενου προσωπικού αποτελεί σημαντικό κίνητρο και προϋπόθεση για την ενίσχυση της ερευνητικής δραστηριότητας και παραγωγικότητας (π.χ. προσέλκυση νέων ερευνητικών προγραμμάτων, αύξηση της κρίσιμης μάζας ερευνητικού δυναμικού). Επιπλέον θα ανανεώσει, χωρίς νέες προσλήψεις, το ερευνητικό δυναμικό και θα καλύψει παθογένειες του ερευνητικού ιστού (π.χ. γήρανση, έλλειψη κινητικότητας, χαμηλό ηθικό) όπως αναφέρονται στην έκθεση της RAND (A Rapid Review of the Greek Research and Development System, Σεπτέμβριος 2011). Ταυτόχρονα με τη θεσμική αναμόρφωση των ερευνητικών κέντρων που επιχειρείται, θα πρέπει να γίνει και μια πιο ορθολογική και ευέλικτη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της μεγαλύτερης ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας. Η πρότασή μας συμβάλλει σε αυτή την κατεύθυνση.

    Με δεδομένο ότι ο στόχος του νέου Νόμου για την έρευνα είναι η αναδιαμόρφωση του ερευνητικού ιστού και η βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του, προτείνουμε να προβλεφθεί στο πλαίσιο του συγκεκριμένου νόμου η διαδικασία ένταξης του υφισταμένου προσωπικού που πληροί τα κριτήρια σε θέσεις Ερευνητών Γ΄, Β΄, Α΄ βαθμίδας, αναλόγως με τα εκάστοτε προσόντα. Με δεδομένο ότι σύντομα θα τεθούν σε διαβούλευση οι μεταβατικές διατάξεις του νόμου, ευελπιστούμε ότι θα υπάρξει πρόβλεψη για τη διαδικασία αυτή.

    Είμαστε πεπεισμένοι ότι κάτι τέτοιο τυγχάνει ευρύτερης αποδοχής από την ερευνητική κοινότητα της Ελλάδας αλλά και από την πολιτική ηγεσία εφόσον με τον τρόπο αυτό μεγιστοποιείται η προσφορά μας στην έρευνα και στην Ελλάδα.

    Οι Επιστήμονες κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών του Ε.Α.Α.
    Αθανάσιος Ακύλας
    Όμηρος Γιαννακής
    Γεώργιος Καλλιαμπάκος
    Δημήτρης Κατσάνος
    Βαγγέλης Κολοκοτρώνης
    Μαρία Λιάνου
    Σπυρίδων Λυκούδης
    Όλγα Μαλανδράκη
    Αθανάσιος Μαρούσης
    Αγγελίνα Μεταξάτου
    Χρήστος Παπαδημητρίου
    Δημήτριος Παρώνης

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 11:16 | Σύλλογος Εργαζομένων ΙΤΕ

    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ
    ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ
    Αρ. Μητρώου 1551, Αρ. Απόφασης 781/2000
    T.Θ. 1385, Τ.Κ. 70013 ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ
    Τηλ. 2810391778, Fax 2810391801,
    Κιν. 6974216050 (Πρόεδρος), 6974211061 (Γ. Γραμματέας), 6977471102 (Αντιπρόεδρος)
    E-mail seite@admin.forth.gr , Web site http://www.forth.gr/se

    Ηράκλειο, 7 Φεβρουαρίου 2012

    Ο Σύλλογος Εργαζομένων του Ιδρύματος Τεχνολογίας & Έρευνας έχει επανειλημμένα λάβει μέρος σε διαδικασίες άτυπης ή «οργανωμένης» διαβούλευσης επί σχεδίων νόμων για την Έρευνα, αποστέλλοντας εγγράφως τις προτάσεις του ή μετέχοντας σε ημερίδες με αυτό το σκοπό, άλλοτε απευθείας και άλλοτε μέσω της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων σε Ερευνητικά Ιδρύματα Ιδιωτικού Δικαίου (ΠΟΣΕΕΙΙΔ).
    Τελευταία φορά ήταν η κατάθεση προτάσεων και η συμμετοχή σε σχετικές ημερίδες στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης για το «Εθνικό σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της έρευνας, της Τεχνολογικής Ανάπτυξης και της Καινοτομίας». Διαβούλευση η οποία τελείωσε τόσο άδοξα στις αρχές του 2011….
    Όπως άδοξα και τραγικά κατέληξε αντίστοιχη προσπάθεια κατά το 2007 – 2008, με την ψήφιση του Νόμου 3653/2008 «Θεσμικό πλαίσιο έρευνας και τεχνολογίας και άλλες διατάξεις», ο οποίος έμελλε να μην εφαρμοστεί ούτε για μια ημέρα !!

    Καλούμαστε, λοιπόν, να συμμετάσχουμε ξανά σε μια κατ’ επίφαση διαδικασία διαβούλευσης η οποία από τον τρόπο που έχει μεθοδευθεί και τις διαδικασίες που ακολουθεί, αναιρεί και απαξιώνει την έννοια της διαβούλευσης και παράλληλα υποβαθμίζει και περιθωριοποιεί τη συντριπτική πλειοψηφία του τακτικού προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων, το Τεχνικό (επιστημονικό και μη) και το Διοικητικό προσωπικό.
    Αξιότιμοι κ.κ. Υπουργέ και Γενικέ Γραμματέα, θα θέλαμε να γνωρίζουμε ποιοί φορείς & ποιά άτομα απάρτιζαν την επιτροπή σύνταξης του Νομοσχεδίου και με ποια κριτήρια επιλέχτηκαν. Αποτελεί τουλάχιστον αστοχία και ατόπημα το ότι δεν κλήθηκαν να συμμετέχουν εκπρόσωποι των δύο Ομοσπονδιών των Ερευνητικών Κέντρων (ΠΟΣΕΕΙΙΔ & ΠΟΕΕΚ-Ι) οι οποίες εκπροσωπούν το 70% του τακτικού προσωπικού των Ε.Κ., ενώ συμμετείχε ένα πρωτοβάθμιο σωματείο (ΕΕΕ).
    Αποτέλεσμα της απουσίας εκπροσώπων του Τεχνικού και Διοικητικού προσωπικού από την επιτροπή σύνταξης του Νομοσχεδίου, είναι η αγνόηση και η ολοσχερής περιθωριοποίησή του στα κείμενα που δόθηκαν από το ΥΠΔΒΜ προς «διαβούλευση» ως σχέδια νόμου με τίτλους «Έρευνα Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία».
    Για όλους τους παραπάνω λόγους, τα σχόλια και οι προτάσεις μας θα επικεντρωθούν σε θέματα που αφορούν το Τεχνικό & Διοικητικό προσωπικό των Ε.Κ., καθώς αυτοί ήταν οι μεγάλοι απόντες από την επιτροπή σύνταξης του Νομοσχεδίου αλλά και από την πλειονότητα των σχολίων που έχουν κατατεθεί στα πλαίσια αυτής της «κουτσής» διαβούλευσης.
    Συγκεκριμένα σχολιάζουμε τα παρακάτω:
    1) Στην σελίδα 21 της πρώτης έκδοσης του σχεδίου νόμου «Έρευνα Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία» αναφέρεται : «Ενθαρρύνεται η δημιουργία οικονομικών κινήτρων για το προσωπικό των Ε.Κ. με στόχο την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων…..»
    αλλά,
    στη μεταγενέστερη έκδοση (άρθρο 31) έχει αντικατασταθεί από το : «Ενθαρρύνεται η παροχή οικονομικών κινήτρων για το ερευνητικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με στόχο την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων….»

    Θεωρούμε απαράδεκτο και προσβλητικό για το σύνολο του Τεχνικού και Διοικητικού προσωπικού, τον αποκλεισμό του από τη διαδικασία παροχής οικονομικών κινήτρων για την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων.
    Προτείνουμε στο σχέδιο νόμου να προστεθούν οι παρακάτω δυο παράγραφοι:
    α. Ενθαρρύνεται η δημιουργία κινήτρων για το προσωπικό των Ερευνητικών
    Κέντρων με στόχο την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων, την αξιοποίηση
    των αποτελεσμάτων της έρευνας και την επίτευξη ιδιωτικών εσόδων από παραγωγή
    προϊόντων και παροχή υπηρεσιών.
    β. Στο πλαίσιο αυτό, οι προβλεπόμενες από το άρθρο 36§2 του Ν.3848/10
    αμοιβές και η προβλεπόμενη από το άρθρο 38 του Ν. 3205/03 αμοιβή
    αποδοτικότητας, και άλλες αμοιβές που προέρχονται από ιδιωτικά έσοδα ή από
    τη συμμετοχή σε διεθνή ερευνητικά προγράμματα, εκτός κρατικού
    προϋπολογισμού, χορηγούνται με αποφάσεις του Δ.Σ. σε ερευνητές και μέλη του
    προσωπικού ερευνητικών φορέων που συντελούν στην προσέλκυση τέτοιων εσόδων
    και στην υλοποίηση των αντίστοιχων έργων ή πρωτοβουλιών σύνδεσης έρευνας με
    την παραγωγή. Η διαδικασία παροχής αυτών των αμοιβών καθορίζεται στον
    Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Φορέα.

    2) Στα συνοδευτικά σχόλια του σχεδίου νόμου «Αναδιάρθρωση Ερευνητικού Ιστού», και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο «Βασικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά – Δυνατά και Αδύνατα Σημεία, Απειλές και Ευκαιρίες του Ελληνικού Συστήματος ΕΤΑΚ», αναφέρεται ότι ένα από τα δυνατά σημεία του Ελληνικού Συστήματος ΕΤΑΚ, είναι το «αφοσιωμένο και έμπιστο προσωπικό», ενώ μια από τις απειλές είναι «το χαμηλό ηθικό του προσωπικού».
    Πιστεύουμε ότι μέσα από το νέο νόμο θα πρέπει να ενδυναμωθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει το ελληνικό σύστημα ΕΤΑΚ (αφοσιωμένο και έμπιστο προσωπικό) και παράλληλα να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι και οι απειλές που υφίστανται. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανύψωση του χαμηλού ηθικού του έμπιστου και αφοσιωμένου προσωπικού, αποτελεί η άμεση αναγνώριση της σημαντικής συνεισφοράς του στο Ερευνητικό γίγνεσθαι της χώρας μας. Αναγνώριση η οποία επιτάσσει τη συμμετοχή ενός εκλεγμένου εκπροσώπου του ερευνητικού προσωπικού και ενός εκλεγμένου εκπροσώπου του Τεχνικού & Διοικητικού προσωπικού στα Δ.Σ των Ε.Κ.
    3) Η εφαρμογή των νόμων 3833/10 και 3845/10 επέφερε δραματική μείωση των αποδοχών των εργαζομένων των Ε.Κ., οδηγώντας αρκετούς από αυτούς στο εξωτερικό και πολύ περισσότερους στην εξεύρεση δεύτερης συμπληρωματικής εργασίας για βιοποριστικούς λόγους, διαταράσσοντας την πλήρη και αποκλειστική προσήλωση, την ενεργητικότητα και το μεράκι τους από την Έρευνα. Όπως γνωρίζετε οι εργαζόμενοι στα Ε.Κ. δε δικαιούνται και δε λαμβάνουν αποζημίωση ούτε για υπερωριακή απασχόληση ούτε για εργασία κατά τις αργίες, παρότι από τη φύση του αντικειμένου τους πολλές φορές προσφέρουν.
    Η οικονομική κατάσταση του προσωπικού των Ε.Κ. έγινε ακόμα χειρότερη με την εφαρμογή του νόμου 4024/11 (Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο − βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012−2015), πυροδοτώντας ένα νέο κύμα φυγής από τα Ερευνητικά Κέντρα.
    Κυρία Υπουργέ, εάν πιστεύετε πραγματικά ότι η Έρευνα και τα Ερευνητικά Κέντρα είναι αναπόσπαστο και καταλυτικό κομμάτι της προσπάθειας εξόδου της χώρας μας από την τραγική θέση που βρίσκεται, τότε θα πρέπει να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια ώστε τα Ερευνητικά ιδρύματα, με νομοθετική ρύθμιση μέσα από αυτό το νομοσχέδιο, να εξαιρεθούν από το ν.4024/11.

    Για το Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων του Ι.Τ.Ε.

    Κώστας Θεοδωράκης Λιάνα Ζαχαριουδάκη
    Πρόεδρος Γενική Γραμματέας

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 10:44 | ΣΕ ΕΚΕΤΑ

    Το παρόν κεφάλαιο χρίζει σημαντικών διορθώσεων. Είναι άξιον απορίας ότι μια σειρά θεμάτων που αφορούν ζητήματα προσωπικού, αντιμετωπίστηκαν με διαφορετικό τρόπο στον ανάλογο νόμο για τα ΑΕΙ.

    • Στο Ερευνητικό Προσωπικό προτείνεται να διατηρηθεί ο θεσμός των ΕΛΕ και η βαθμίδα Δ’ Ερευνητή.
    • Είναι απαράδεκτο να προβλέπεται κατάργηση θέσεων χωρίς μεταβατικές διατάξεις και να δίνεται η «δυνατότητα» σε προσωπικό που δεν έχει διδακτορικό (πχ ΕΛΕ Δ και Γ ) να «εξελιχθούν» σε Ερευνητές. Πρέπει να δίνεται η δυνατότητα παραμονής των ΕΛΕ σε προσωποπαγείς θέσεις.

    • Η διαδικασία παροχής και το ύψος πρόσθετων αμοιβών στο σύνολο του προσωπικού των ΕΚ ως οικονομικό κίνητρο για την προσέλκυση εξωτερικής χρηματοδότησης καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό των Κέντρων. Οι πρόσθετες αμοιβές για την προσέλκυση εξωτερικής χρηματοδότησης πρέπει να αποσαφηνιστεί και στο επίπεδο του νόμου και να αφορούν το σύνολο του προσωπικού.

    • Ο τρόπος συγκρότησης των επιτροπών κρίσης Ερευνητών προτείνεται να παραμείνει όπως προβλέπεται από το Ν. 1514/1985, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.

    • Ως προς τον τρόπο στελέχωσης των Ερευνητικών Κέντρων με επιστημονικό , τεχνικό, Διοικητικό και Βοηθητικό προσωπικό προτείνεται να ισχύσουν οι προβλέψεις του άρθρου 4 του Ν. 2919/2001.

    • Δεν υπάρχει καμία αναφορά σε Ερευνητικές άδειες ενώ αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της σταδιοδρομίας ενός ερευνητή.

    • Δεν καθιερώνεται η μισθολογική εξίσωση με τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ πράγμα που οδηγεί σε υποβάθμιση του θεσμού του Ερευνητή με αδυναμία προσέλκυσης αξιόλογων επιστημόνων αλλά και αδυναμία παραμονής των ήδη υπηρετούντων σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στα ΕΚ του ανεπτυγμένου κόσμου.

    • Θα πρέπει να θεσμοθετηθούν θέσεις Τεχνικού Προσωπικού προσωπικού υψηλής εξειδίκευσης (ΕΤΕ).

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 10:21 | ΕΝΙΑΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΣΤΗ ΓΓΕΤ

    Ο Σύλλογός μας διαμαρτύρεται για την ανάρτηση Σχεδίου Νόμου κατ’ άρθρο στις 29 Ιανουαρίου 2012 ενώ η διαβούλευση έληγε στις 30 Ιανουαρίου επί συνοπτικών Άρθρων, του ίδιου Σχεδίου Νόμου. Παρά την πρόθεση μας για συμμετοχή στη Διαβούλευση αυτή, θεωρούμε ότι η παράταση δεν ήταν αρκετή ώστε να εκφράσουμε εμπεριστατωμένα σχόλια μας επί του νέου κειμένου. Επομένως, με τη συμμετοχή μας, περιοριζόμαστε στο σχολιασμό των αρχικών Άρθρων με την ελπίδα ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των δύο κειμένων, γεγονός που θα εξέθετε ακόμα περισσότερο τη διαδικασία της διαβούλευσης.

    Ζητήματα Προσωπικού

    Το κείμενο καταλήγει με αναφορά στις Μεταβατικές Διατάξεις και στη διαβούλευση που θα ακολουθούσε την παρούσα. Ο Σύλλογός μας εκφράζει τη διαμαρτυρία του για το ότι δεν έχει γίνει τίποτα μέχρι σήμερα προς αυτήν την κατεύθυνση και κυρίως για το γεγονός ότι το κείμενο των Μεταβατικών Διατάξεων δεν έχει γίνει ακόμη γνωστό. Πέρα από τη διαπίστωση ότι οι διατάξεις αυτές θα βοηθήσουν στην ομαλή μετάβαση στις νέες συνθήκες, θεωρούμε ότι πρέπει να προβλεφθεί μια επιπλέον μεταβατική διάταξη με αντικείμενο τα ζητήματα προσωπικού της ΓΓΕΤ. Πιο συγκεκριμένα, περίπου το 1/3 των εργαζομένων στη ΓΓΕΤ συνδέεται εργασιακά όχι με την ίδια αλλά με τα Ε.Κ. τα οποία επόπτευε και από τα οποία έχουν αποσπαστεί σε αυτήν. Το φαινόμενο αυτό υφίσταται για πάνω από 20 χρόνια και αφορά εργαζομένους με προσόντα και κυρίως εμπειρία και προσφορά στο έργο της ΓΓΕΤ. Λύση στην εργασιακή αβεβαιότητα τους είναι η πρόβλεψη Μεταβατικής Διάταξης που να εξασφαλίζει τη δημιουργία προσωποπαγών θέσεων στη ΓΓΕΤ. Με βάση το γεγονός ότι το Σχέδιο Νόμου υποστηρίζει τις αρμοδιότητες και κυρίως το ρόλο της ΓΓΕΤ στο σύστημα διαχείρισης της έρευνας, η άποψη του Συλλόγου μας είναι ότι το παραπάνω μπορεί να υλοποιηθεί με την εργασιακή εξασφάλιση του συνόλου των εργαζομένων στη ΓΓΕΤ και στη συνέχεια την ενίσχυση της, αν αυτό κριθεί απαραίτητο. Ο Σύλλογός μας είναι στη διάθεση της πολιτικής ηγεσίας αλλά και των εκπροσώπων των Κομμάτων της Βουλής για διευκρινίσεις και την υποστήριξη της θέσης του και θα συνεχίσει την προώθηση των δίκαιων αιτημάτων του.

    Σε σχέση με τα ζητήματα προσωπικού των Ε.Κ., ο Σύλλογός μας παραθέτει τις παρακάτω παρατηρήσεις:

    • Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες είχαν σύμφωνα με τον προηγούμενο σε ισχύ νόμο, συγκεκριμένο ρόλο στη λειτουργία ενός Ε.Κ., ο οποίος μάλιστα έχει να κάνει εκτός των άλλων με τη διευκόλυνση της διαδικασίας εξεύρεσης επιπλέον χρηματοδοτικών πόρων και εργαλείων, τη διαδσύνδεση με τους παραγωγικούς φορείς και την υποβοήθηση γενικότερα του ερευνητικού έργου. Σε μια εποχή που η δημόσια χρηματοδότηση συνεχώς μειώνεται και η καινοτομία και η μεταφορά τεχνολογίας προς την αγορά είναι το ζητόυμενο, πιστεύουμε ότι είναι λάθος η κατάργηση του θεσμού των ΕΛΕ.
    • Σε περίπτωση κατάργησης, πρέπει να διασφαλίζονται οι θέσεις των εργαζομένων στα Ε.Κ. Οποιοδήποτε σημείο το αμφισβητεί μας βρίσκει αντίθετους. Για παράδειγμα, καταργούνται οι θέσεις ΕΛΕ και προβλέπεται ανοιχτή διαδικασία για κρίση σε θέσεις ερευνητών. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να αποφασίσουν οι ίδιοι για παραμονή ή εξέλιξη και ότι ειδικά αν τελικά καταργηθούν οι θέσεις τους θα πρέπει τουλάχιστον να κριθούν για προσωποπαγή θέση στη βαθμίδα (σ.σ. και όχι με ανοιχτή διαδικασία).
    • Συμφωνούμε με τον καθορισμό αυστηρών και αντικειμενικών οικονομικών κινήτρων αλλά μόνο μέχρι ενός ορίου. Δεν είναι δυνατό ακόμα και στην περίπτωση που εφαρμοστεί ένα δίκαιο και αντικειμενικό σύστημα να υπάρχουν χαώδεις διαφορές στις οικονομικές απολαβές των ερευνητών.

  • 7 Φεβρουαρίου 2012, 00:03 | common_sense

    Ορισμένες επισημάνσεις σε σχέση με τους ΕΛΕ:
    -Δεν διαθέτουν όλοι οι υπηρετούντες ΕΛΕ τα ίδια τυπικά προσόντα.
    -Υπάρχουν ΕΛΕ που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και ΔΕΝ τους δόθηκε (όπως αναφέρθηκε) η δυνατότητα να κριθούν για ένταξή τους σε θέση ερευνητή.
    -Υπάρχουν ΕΛΕ που διαθέτουν, εκτός από διδακτορικό δίπλωμα, επιστημονική παρουσία και ερευνητικό έργο που τεκμηριώνεται μέσα από πλήθος δημοσιεύσεων σε διεθνή συνέδρια, περιοδικά κ.λπ.
    -Υπάρχουν ΕΛΕ που, πέραν των απαιτούμενων τυπικών προσόντων, ασκούν έργο στα ερευνητικά κέντρα που δεν διαφοροποιείται στο ελάχιστο από αυτό των ερευνητών.

    Όσοι ΕΛΕ είναι κάτοχοι διδακτορικού διιπλώματος και έχουν να επιδείξουν επιστημονικό έργο, θα πρέπει να κριθούν αξιοκρατικά για ένταξή τους σε οποιαδήποτε ερευνητική βαθμίδα, εφόσον διαθέτουν το σύνολο των απαιτούμενων τυπικών προσόντων που ορίζεται για την εκάστοτε βαθμίδα ερευνητή.

  • 3 Φεβρουαρίου 2012, 13:22 | Ευγενία Λευκαδίτου

    Θα ήθελα να επισημάνω ότι οι ΕΛΕ κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος (Δ.Δ.) είχαν την ευκαιρία να κριθούν με προηγούμενο νόμο εφόσον το επιθυμούσαν και ότι οι περισσότεροι που δεν κρίθηκαν δεν έχουν Δ.Δ. ενώ διαθέτουν συχνά μεγάλη εμπειρία τόσο ερευνητική όσο και στη διαχείριση ερευνητικών προγραμμάτων. Γι αυτό το λόγο πιστεύω ότι θα πρέπει να
    μην καταργηθούν οι υπάρχουσες προσωποπαγείς θέσεις ΕΛΕ, απαξιώνοντας πολύτιμους συναδέλφους.

    Σχετικά με τις επιτροπές κρίσης συμφωνώ με την 2η πρόταση της ΕΕΕ, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να μήν συμμετέχουν σε αυτές ερευνητές του οικείου Ινστιτούτου (του Διευθυντή συμπεριλαμβανομένου). Κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον το 50% των κριτών θα πρέπει υποχρεωτικά να προέρχονται από άλλα Ινστιτούτα/Πανεπιστημια και η εισηγητική έκθεση να γίνεται από εραυνητή που δεν ανήκει στο οικείο ινστιτούτο και σύμφωνα με σαφή κριτήρια. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσμοθετηθούν και κάποιες βασικές αρχές στη διαδικασία που γίνονται οι κρίσεις όπως για παράδειγμα, σχετικά με την υποχρέωση κοινοποίησης των εισηγήσεων αξιολόγησης στους υποψήφιους πριν από την κρίση, την δυνατότητα ένστασης επι της ουσίας κ.λ.π. Δεν έχω βρει κάποια σχετική διάταξη για τις κρίσεις στα
    Πανεπιστήμια όπου έχω πληροφορηθεί ότι ισχύουν τα παραπάνω, εκτός αν καθορίζονται από Εσωτερικούς Κανονισμούς για τη λειτουργία τους.

    Επίσης νομίζω ότι θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα εξέλιξης σε όσους από τους
    υπηρετούντες με μόνιμη σχέση εργασίας (τακτικοί ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου), αποκτούν διδακτορικό δίπλωμα σχετικό με το αντικείμενο της εργασίας τους. Συγκεκριμένα προτείνω να διαμορφωθεί σχετική διάταξη στο προτεινόμενο σχέδιο νόμου, ώστε να μπορούν να κριθούν ανάλογα με τα προσόντα τους, για την ένταξή τους σε ερευνητική βαθμίδα. Ανάλογη διάταξη υπάρχει στο νόμο 4009/2011, άρθρο 78-6α για την εξέλιξη των καθηγητών εφαρμογών.

  • 2 Φεβρουαρίου 2012, 15:29 | ΕΛΕ ΕΛΚΕΘΕ

    ΕΛΕ ΕΚΕΘΕ-Γνωμάτευση Νομικού για το άρθρο 8 του νέου Σχεδίου Νόμου για την Έρευνα

    Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο
    —————————————
    + ΤΑΣΟΥ Δ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
    ΒΟΥΛΑΣ Τ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
    ΒΑΣΙΛΗ Τ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
    Πανεπιστημίου 56, Αθήναι
    τηλ. 3819670, fax. 3304560
    e-mail : bpap13@otenet.gr

    ΣΥΝΤΟΜΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

    Η συνολική αντιμετώπιση του θεσμού των ΕΛΕ από το νομοσχέδιο για την έρευνα, ανάπτυξη και τεχνολογία, παρουσιάζει σοβαρότατα συνταγματικά προβλήματα σε δύο επίπεδα, τα οποία έχουν ως ακολούθως:

    Α – Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΛΕ ΕΙΝΑΙ ΑΜΦΙΒΟΛΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΕΑΝ ΑΦΟΡΑ ΜΟΝΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

    Ο θεσμός των ΕΛΕ προεβλέφθη ήδη από τον αρχικό ερευνητικό Ν. 1514/1985 (άρθρο 20 παρ. 1 και 3), με σκοπό την επιτέλεση έργου εφαρμοσμένης έρευνας, οι δε επιμέρους σχέσεις του προσωπικού με τα Ερευνητικά Κέντρα οργανώθηκαν με έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου, σε νομίμως συνεστημένες προς τούτο οργανικές θέσεις.

    Συνεπώς το εν λόγω προσωπικό απολαμβάνει ευθέως της πλήρους προστασίας της μονιμότητος των δημοσίων υπαλλήλων του άρθρου 103 του Συντάγματος και επιπροσθέτως, τίθεται υπό την προστασία του άρθρου 16 παρ. 1 του Συντάγματος ως προσωπικό επιστημονικού και τεχνολογικού ερευνητικού χαρακτήρα [1] το οποίο συμμετέχει και αυτό μαζί με τους ερευνητές στην ερευνητική διαδικασία.

    Β – Η ΤΥΧΟΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΛΕ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΝΟΔΕΥΕΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΩΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΠΟΥ ΘΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΟΥΝ ΠΛΗΡΩΣ ΤΟ ΥΠΑΡΧΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

    Η υποχρέωση αυτή έχει συνταγματικό χαρακτήρα και βασίζεται στις ακόλουθες αρχές.

    Από τη συνταγματική αρχή της μονιμότητος απορρέει θεμελιώδης κανόνας βάσει του οποίου οι υπάλληλοι αυτοί έχουν νόμιμη προσδοκία για τη διατήρηση των θέσεών τους.

    Εάν οι θέσεις καταργηθούν, πλην όμως το αντικείμενο και η δραστηριότητα των ΕΛΕ παραμείνει, τότε και πάλι το υπάρχον προσωπικό προστατεύεται και δεν είναι δυνατόν να απολυθεί [2]. Η δε απορρόφησή του από το νέο οργανόγραμμα θα πρέπει να γίνει με ειδικές μεταβατικές διατάξεις στο πλαίσιο του ιδίου νομοθετήματος που θα προβλέπουν ότι το υπηρετούν προσωπικό των ΕΛΕ παραμένει σε προσωποπαγείς οργανικές θέσεις μέχρι τη λήξη της θητείας τους.

    Επισημαίνεται ότι παγίως ο νομοθέτης όταν καταργεί οργανικές θέσεις για διαφόρους λόγους, μεταξύ των οποίων και η αναδιάρθρωση υπηρεσιών, λαμβάνει κατά παράδοσιν ειδική μέριμνα για ένταξη των υπαλλήλων των οποίων οι θέσεις καταργούνταν, στις νέες θέσεις που δημιουργούνταν. Τέτοιου είδους μεταβατικές διατάξεις θέσπιζε πάντοτε ο Νομοθέτης σε ανάλογες περιπτώσεις. Όλως ενδεικτικά αναφέρουμε τη διάταξη του άρθρου 15 Ν. 230/1975 (διασφάλιση του προσωπικού κατά τη μετατροπή του παλαιού ΝΠΔΔ ΕΙΡΤ σε ΕΡΤ), καθώς και τη διάταξη του άρθρου 38 του ΠΔ 414/1998 (διασφάλιση του προσωπικού κατά τη μετατροπή του ΟΣΚ)[3] .

    Όταν καταργείται μία οργανική θέση ή μια σειρά οργανικών θέσεων ενός κλάδου, πλην όμως δεν καταργείται η δραστηριότητα που ασκείται από τον οικείο κλάδο, γίνεται παγίως δεκτό ότι εξακολουθεί να ισχύει η συνταγματικώς προστατευόμενη μονιμότητα του υπαλλήλου (ΣΤΕ 434/1952). Αυτό αποτελούσε πάντοτε μια πάγια πρακτική, η οποία λειτουργούσε ως έμπρακτη ερμηνεία της συνταγματικής εγγύησης της μονιμότητας και αποτέλεσε τη βάση για τη θεμελίωση ενός συνταγματικού πλέον δικαιώματος των δημοσίων υπαλλήλων στη μονιμότητα.

    Η ίδια υποχρέωση θεσπίσεως μεταβατικών διατάξεων σαφώς προκύπτει και από τη συνταγματική αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης του διοικουμένου που κατοχυρώνεται στη συνταγματική αρχή του Κράτους Δικαίου [4].

    ΣΥΝΕΠΩΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΝΟΔΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΡΗΤΕΣ, ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΣΑΦΕΙΣ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΘΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΥΝ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΠΟΥ ΗΔΗ ΥΠΗΡΕΤΕΙ ΩΣ ΕΛΕ, ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΑΥΤΟ ΕΙΤΕ ΝΑ ΕΝΤΑΣΣΕΤΑΙ ΣΕ ΝΕΕΣ ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ, ΕΙΤΕ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ ΣΕ ΠΡΩΠΟΠΟΠΑΓΕΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΛΕ, ΧΩΡΙΣ ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ.

    Η απλή εξαγγελία της ένταξης των υπαρχόντων ΕΛΕ στις βαθμίδες Β΄και Γ’ των ερευνητών κρίνεται ως ΑΝΕΠΑΡΚΗΣ. Και τούτο διότι:
    (α) από το υπάρχον προσωπικό ΕΛΕ, πολλοί έχουν εδώ και χρόνια ενταχθεί στη βαθμίδα Α’ των ΕΛΕ (σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 19 του Π.Δ. 343/1986, ΦΕΚ 151/3.10.1986 τεύχος πρώτο και του άρθρου 4 του Ν. 2919/2001, ΦΕΚ 128/25.6.2001), η οποία απαιτεί αντίστοιχα προσόντα με την Α’ βαθμίδα ερευνητών (όπως αυτά ορίζονται με το άρθρο 8 του Ν. 2919/2001, ΦΕΚ 128/25.6.2001), και ως εκ τούτου συνοδεύεται από υψηλότερες αποδοχές συγκριτικά με τις βαθμίδες Β’ και Γ’ ερευνητών,
    (β) δεν ορίζονται από το προσχέδιο τα κριτήρια ένταξης στις βαθμίδες ερευνητών και
    (γ) δεν προβλέπεται τι θα γίνει σε περίπτωση που κάποιος ΕΛΕ δεν κριθεί για ένταξη στις εν λόγω βαθμίδες ερευνητών.

    Το σχέδιο νόμου που προβλέπει απλώς ως ‘’δυνατότητα’’ την ένταξη των υπαρχόντων ΕΛΕ στις βαθμίδες Β΄ και Γ’, αφήνει έναν κακόπιστο ερμηνευτή να υποθέσει ότι όσοι εκ των ΕΛΕ δεν κριθούν τελικώς προς ένταξη ενδεχομένως και να απολυθούν. Μια τέτοια ρύθμιση θα αντίκειται ευθέως στις προμνημονευθείσες συνταγματικές αρχές. Οποιοδήποτε ενδεχόμενο απολύσεως των υπηρετούντων ΕΛΕ θα ήταν αντισυνταγματικό.

    Σε περίπτωση κατά την οποία το νομοσχέδιο δεν διαλάβει ειδικές μεταβατικές διατάξεις που να εξασφαλίζουν πλήρως το υπάρχον υπηρετούν προσωπικό των ΕΛΕ, τότε ο νόμος θα είναι κατά το σκέλος αυτό αντισυνταγματικός και θα δημιουργηθούν προβλήματα από δικαστικές διεκδικήσεις, που θα έχουν σοβαρή επίπτωση στην εύρυθμη λειτουργία των Ερευνητικών Κέντρων.

    Υπό τα δεδομένα αυτά, το προσωπικό των ΕΛΕ νομίμως ζητεί

    ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΗΘΕΙ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΛΕ ΚΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ.

    ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΕΙ ΜΕ ΣΑΦΗΝΕΙΑ, ΣΕ ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΥΠΟ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΕΙΔΙΚΗ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΗΔΗ ΥΠΗΡΕΤΟΥΝΤΩΝ ΕΛΕ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΤΕΧΟΥΝ, ΩΣ ΠΡΟΣΩΠΟΠΑΓΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ, ΜΕ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΣΕ ΥΨΗΛΟΤΕΡΗ ΒΑΘΜΙΔΑ, ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΧΥΟΝΤΟΣ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ.

    ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΣ, ΝΑ ΔΙΝΕΤΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΣ Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΚΡΙΣΗ ΣΕ ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ (Π.Χ. ΧΩΡΙΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ), ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ΤΗΝ ΠΟΛΥΕΤΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ, ΟΠΩΣ ΑΥΤΟ ΘΑ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΠΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ.

    Αθήνα, την 20η Ιανουαρίου 2012
    Ο Γνωμοδοτών Δικηγόρος
    Βασίλειος Παπαδημητρίου
    Δικηγόρος
    ΑΜ ΔΣΑ 16908
    DEA droit public interne
    Université PARIS 1, Panthéon-Sorbonne
    Πανεπιστημίου 56, ΑΘΗΝΑΙ
    τηλ. 3819670, 3304560

    [1] Η έννοια του τακτικού δημοσίου υπαλλήλου και του μονίμου δημοσίου υπαλλήλου είναι σύμφωνα με την αδιαμφισβήτητη και ομόφωνη γνώμη της θεωρίας και της νομολογίας ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΑΥΤΟΣΗΜΕΣ. Τακτικός δημόσιος υπάλληλος είναι ο μόνιμος δημόσιος υπάλληλος. Η έννοια του τακτικού ή μονίμου δημοσίου υπαλλήλου αντιδιαστέλλεται με τους εκτάκτους υπαλλήλους και εν γένει με το προσωπικό που κατέχει θέσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Οι υπάλληλοι των ΝΠΔΔ, όπως οι ΕΛΕ, που κατέχουν οργανικές θέσεις, απολαμβάνουν της συνταγματικής μονιμότητος του άρθρου 103 του Συντάγματος και δεν είναι δυνατόν να απολύονται αμέσως ή εμμέσως. Σε περίπτωση δε που ο Νομοθέτης θελήσει να καταργήσει τους ΕΛΕ ως θεσμό, η οικεία νομοθετική ρύθμιση θα αφορά μόνο το μέλλον και δεν είναι δυνατόν να καταλάβει τους ήδη υπηρετούντες. Και τούτο διότι η δραστηριότητα που επιτελούν οι ΕΛΕ, ήτοι η εφαρμοσμένη έρευνα δεν καταργείται, αλλά εξακολουθεί να ασκείται από τα Ερευνητικά Κέντρα. Συνεπώς δεν είναι δυνατόν υπό το πρόσχημα της κατάργησης του θεσμού των ΕΛΕ να απολυθεί το ήδη υπηρετούν προσωπικό. Οράτε Τάχου, Ερμηνεία ΥΚ εκδ. 2007 Σάκκουλας, σελ. 79 και 476.

    [2] Οράτε Τάχου, Ερμηνεία ΥΚ εκδ. 2007 Σάκκουλας, σελ. 476 και ΣτΕ 527/1955

    [3] Από τα άπειρα νομοθετικά παραδείγματα, αναφέρουμε τελείως επιγραμματικά τα ακόλουθα :
    Όταν έγινε η αναδιάρθρωση της δημόσιας τηλεόρασης και η μετατροπή του παλαιού ΕΙΡΤ δε ΕΡΤ, προεβλέφθη ρητώς (άρθρο 15 Ν. 230/1975) ότι ‘’1. α) `Αμα τη ενάρξει της ισχύος του παρόντος άπαν το προσωπικόν του καταργουμένου Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας Τηλεοράσεως (Ε.Ι.Ρ.Τ.) μόνιμον, έκτακτον ή επί συμβάσει ως και το επί οιαδήποτε σχέσει εργασίας τελούν μετά του Ε.Ι.Ρ.Τ., μεταφέρεται εις την Ε.Ρ.Τ. θεωρείται ως ίδιον αυτής προσωπικόν και συνεχίζει παρέχον τας υπηρεσίας του εις αυτήν. β) Οι μόνιμοι υπάλληλοι του Ε.Ι.Ρ.Τ. εξακολουθούν μέχρι της εντάξεώς των εις την νέαν διάρθρωσιν της Ε.Ρ.Τ., να διέπωνται υπό του Υπαλληλικού Κώδικος ως εκάστοτε ισχύει διά τους υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ διατηρούντες την μονιμότητά των………….. ‘’.4. Προσωπικόν μη εντασσόμενον εις οργανικάς θέσεις παραμένει ως υπεράριθμον και καταλαμβάνει, αποφάσει του Διοικητικού Συμβουλίου τας εκάστοτε κενουμένας θέσεις΄΄.
    Επίσης, όταν έγινε η αναδιάρθρωση του ΟΣΚ, προεβλέφθη ειδική μεταβατική διάταξη για το ήδη υπηρετούν μόνιμο προσωπικό (άρθρο 38 ΠΔ 414/1998), σύμφωνα με την οποία ‘’1. Το μόνιμο προσωπικό του ΟΣΚ, που κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπηρετεί με σχέση δημοσίου δικαίου, μεταφέρεται σε αντίστοιχες προσωποπαγείς θέσεις που θα συσταθούν με τον κατά την παρ. 2 του άρθρου 35 του παρόντος Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας, ο οποίος ρυθμίζει όλες τις υπηρεσιακές μεταβολές και δικαιώματα του προσωπικού αυτού’’.

    [4] Οράτε ΠΕ ΣτΕ 106/2005, καθώς και ΠΕ ΣτΕ 703/1990 (Διοικ. Δικ. 1991, σελ. 379 επ.) όπου εκρίθησαν τα ακόλουθα :
    ‘’ …… Μολονότι μη θεσπιζομένη στο Σύνταγμα, με ρητή διάταξη, η αρχή της προστατευομένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος, που υποχρεώνει τον κοινό νομοθέτη στην τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει, αποτελεί η αρχή αυτή (της εμπιστοσύνης), αναγκαία και κύρια λογική συνέπεια της θεμελιώδους αρχής του κράτους-δικαίου, η οποία επίσης δεν θεσπίζεται στο Σύνταγμα με ρητή διάταξη του ισχύοντος Συντάγματος, αλλά συνάγεται από πλείστες διατάξεις αυτού και δη από τα άρθρα 1 παρ. 3, 4-25, 26, 87, 93, 94. 95 αυτού.
    Επομένως, η αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος, η οποία, σημειωτέον, αναγνωρίζεται και από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει στη χώρα μας συνταγματική ισχύ και συνεπώς δεσμεύει το Νομοθέτη, του οποίου οι πράξεις υπόκεινται στο δικαστικό έλεγχο και από της απόψεως της τηρήσεως της αρχής αυτής.
    Κατά συνέπεια, είναι ανίσχυρες, ως αντικείμενες στην αρχή αυτή οι ρήτρες του Ν. 1892/1990 (αρθρο 90 αρ. 3), διότι οι σπουδαστές του διπλωματικού τμήματος της ΕΣΔΑ, τους οποίους κατέλαβε φοιτώντας ο νόμος αυτός όταν κατήργησε το τμήμα διπλωματικής Κατεύθυνσης, δέον να αφεθούν να ολοκληρώσουν την φοίτησή των και να αποφοιτήσουν βάσει του εκπαιδευτικού καθεστώτος στο οποίο απέβλεψαν με εμπιστοσύνη, όταν μετέσχον του διαγωνισμού που προκήρυξε και εγγυήθηκε το Κράτος.
    Οι ανωτέρω διατάξεις αντίκεινται και στο άρθρο 103 του Συντάγματος, δεδομένου ότι οι δόκιμοι και υπό εκπαίδευση δημόσιοι υπάλληλοι, εισερχόμενοι κατόπιν διαγωνισμού και υφιστάμενοι περαιτέρω εκπαίδευση ορισμένου χρόνου, απολαμβάνουν της αυτής συνταγματικής προστασίας με τους μόνιμους. Η εν εκπαιδεύσει διανυόμενη υπηρεσία των σπουδαστών της ΕΣΔΑ είναι προστατευτέα εκ του Συντάγματος. Κατά συνέπεια, εφ’όσον οι θέσεις τους διατηρούνται πρέπει πάντοτε να αναγνωρίζεται και να διατηρείται η έννομος συνέπεια της εκπαιδεύσεως, την οποίαν άρχισαν’’.

  • 2 Φεβρουαρίου 2012, 15:16 | ΕΛΕ ΕΛΚΕΘΕ

    Θέσεις των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) για το άρθρο 8 του νέου Σχεδίου Νόμου για την Έρευνα.

    Στο νέο σχέδιο νόμου για την έρευνα διατυπώνεται η πρόθεση κατάργησης του θεσμού του Ειδικού Λειτουργικού Επιστήμονα (ΕΛΕ) και η πιθανή ένταξη του υπάρχοντος προσωπικού σε βαθμίδες ερευνητών.

    Ο θεσμός των ΕΛΕ εισήχθη στο ερευνητικό σύστημα της χώρας με τον Νόμο 1514/85 και θεωρήθηκε σημαντική καινοτομία για την εποχή εκείνη, γιατί συμπλήρωνε και συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της τεχνολογικής έρευνας της χώρας, σε μία χρονική περίοδο που η έρευνα αυτή ήταν άγνωστη στην πατρίδα μας. Η εξέλιξη των ΕΛΕ σε βαθμίδες ακολουθούσε απόλυτα όμοια διαδικασία και προαπαιτούμενα με αυτά των ερευνητών. Όλα αυτά τα χρόνια, οι ΕΛΕ στήριξαν το σύστημα αυτό, ανέπτυξαν νέες ερευνητικές δραστηριότητες και ιδέες, διεκδίκησαν με επιτυχία το ρόλο και την αποστολή τους, καθοδήγησαν και υλοποίησαν εθνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα, ακόμη και καθοδηγώντας ερευνητές, και προέβησαν σε δημοσιεύσεις αντίστοιχου κύρους με αυτές των ερευνητών, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην αριστεία των Ερευνητικών Ινστιτούτων που υπηρετούσαν. Η ενασχόληση των ΕΛΕ με τη λεγόμενη εφαρμοσμένη έρευνα συνέβαλε αποφασιστικά στην προαγωγή εν γένει του ερευνητικού έργου των Ινστιτούτων. Οι ΕΛΕ, όπως και οι ερευνητές αποτελούν ερευνητικό προσωπικό που προστατεύεται εμμέσως από το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος. Η μοναδική διαφορά από τους ερευνητές ήταν η μη υποχρεωτική κατοχή διδακτορικής διατριβής, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις με την πάροδο των ετών αντικαταστάθηκε με την επιστημονική αριστεία στο ερευνητικό αντικείμενό τους. Πολλές φορές μάλιστα δόθηκε μεγαλύτερο βάρος στην ενασχόληση με την πρωτοπόρα και καινοτόμο επιστημονική έρευνα και την υλοποίηση ερευνητικών έργων και όχι στην απόκτηση ενός διδακτορικού τίτλου σπουδών.

    Η έρευνα στην χώρα μας, όλα αυτά τα χρόνια που στηρίζονταν στον νόμο αυτό, σαφώς αναπτύχθηκε σημαντικά και φαίνεται ότι το κατόρθωσε αρκετά καλά μέσα από αυτές τις διαδικασίες. Το γεγονός ότι στη σχεδόν τριαντακοεντή εφαρμογή του ισχύοντος νόμου μερικές φορές ο θεσμός αυτός δεν αξιοποιήθηκε με τον καλλίτερο τρόπο, αλλά υποκατέστησε τους ερευνητές, δεν αποτελεί αδυναμία του, αλλά αντίθετα ενισχύει την ορθότητα των επιλογών εκείνης της χρονικής περιόδου. Εξ άλλου, η ατελής εφαρμογή ενός νόμου δεν αποτελεί αιτία απόρριψής του, αλλά αντιθέτως δίνει το έναυσμα για τη βελτίωσή του.

    Εδώ και αρκετά χρόνια έχει αρχίσει μία συζήτηση στην ερευνητική κοινότητα της χώρας για τον θεσμό των ΕΛΕ. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι έχει ξεπεραστεί και θα πρέπει να αντικατασταθεί η έρευνά τους από τους ερευνητές, ενώ άλλοι ότι υπάρχει ανάγκη για το εξειδικευμένο αυτό προσωπικό με αυξημένα προσόντα και αρμοδιότητες, το οποίο θα πρέπει να στοχεύει στην ανάπτυξη και υποστήριξη καινοτόμων τεχνολογιών. Κατά την άποψη μας, ο θεσμός των ΕΛΕ πρέπει να παραμείνει, αλλά να εφαρμοστεί με σωστό και εκσυγχρονισμένο τρόπο στο μέλλον. Θα μπορούσε μάλιστα να ακολουθήσει παρόμοιες βαθμίδες με εκείνες των ερευνητών (Γ, Β & Α). Εξ άλλου, από τον αμιγώς τεχνικό επιστήμονα μέχρι τον ερευνητή, υπάρχει ένα χάσμα εξειδίκευσης, εμπειρίας και αρμοδιοτήτων, το οποίο δεν είναι δυνατό να μείνει κενό και το οποίο οι ΕΛΕ καλύπτουν με τον καλλίτερο τρόπο (π.χ. υπεύθυνος βάσεων δεδομένων, υπεύθυνος οργάνωσης και λειτουργίας ειδικού εργαστηρίου ή οργάνων).

    Στο νέο Σχέδιο Νόμου, η απλή εξαγγελία της ένταξης των υπαρχόντων ΕΛΕ στις βαθμίδες Β΄και Γ’ των ερευνητών κρίνεται ως ανεπαρκής. Και τούτο διότι:
    (α) από το υπάρχον προσωπικό ΕΛΕ, πολλοί έχουν εδώ και χρόνια ενταχθεί στη βαθμίδα Α’ των ΕΛΕ (σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 19 του Π.Δ. 343/1986, ΦΕΚ 151/3.10.1986 τεύχος πρώτο και του άρθρου 4 του Ν. 2919/2001, ΦΕΚ 128/25.6.2001), η οποία απαιτεί αντίστοιχα προσόντα με την Α’ βαθμίδα ερευνητών (όπως αυτά ορίζονται με το άρθρο 8 του Ν. 2919/2001, ΦΕΚ 128/25.6.2001), και ως εκ τούτου συνοδεύεται από υψηλότερες αποδοχές συγκριτικά με τις βαθμίδες Β’ και Γ’ ερευνητών,
    (β) δεν ορίζονται από το προσχέδιο τα κριτήρια ένταξης στις βαθμίδες ερευνητών και
    (γ) δεν προβλέπεται τι θα γίνει σε περίπτωση που κάποιος ΕΛΕ δεν κριθεί για ένταξη στις εν λόγω βαθμίδες ερευνητών.

    Σε ουδεμία περίπτωση πάντως, ακόμη και αν καταργηθεί ο θεσμός, δεν θα πρέπει να υποβαθμιστεί η συμβολή των ήδη υπαρχόντων ΕΛΕ στην ερευνητική διαδικασία και στη τεχνολογική αναβάθμιση της χώρας μέχρι σήμερα, και ως εκ τούτου θα πρέπει να υποστηριχτεί η παραμονή του υπάρχοντος προσωπικού στις θέσεις που ήδη κατέχουν.

    Τέλος, το γεγονός ότι μερικοί από αυτούς δεν απέκτησαν διδακτορικό για να μπορέσουν να κριθούν σήμερα και να ενταχθούν σε θέσεις ερευνητών δεν θα πρέπει να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο για την προαγωγή τους σε θέσεις ερευνητών. Οι ΕΛΕ έχουν συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη των Ερευνητικών Κέντρων στη σημερινή τους μορφή και ο νομοθέτης θα πρέπει να λάβει υπόψη του το σύνολο της επιστημονικής τους συνεισφοράς στην ανάπτυξη της έρευνας του τομέα που υπηρέτησαν και όχι μόνο το διδακτορικό δίπλωμα, όπως έκανε και παλαιότερα ο Ν 1514/85 με τη διαδικασία ένταξης σε βαθμίδες ερευνητών.

    Υπό τη χειρότερη εκδοχή, επιβάλλεται από το ίδιο το Σύνταγμα και το κοινοτικό δίκαιο (αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης – confiance légitime) η πρόβλεψη ειδικών μεταβατικών διατάξεων, που να εξασφαλίζουν το υπάρχον και υπηρετούν προσωπικό, όπως αναλυτικά εκτίθεται στη νομική εξειδικευμένη γνωμοδότηση που συνημμένα υποβάλουμε. Τέλος, οι μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει να περιλαμβάνονται στο ίδιο το νομοσχέδιο και όχι σε επόμενο.

    Μετά τα παραπάνω, επικαλούμενοι δε και τη σχετική απόφαση του Δ.Σ. του ΕΛΚΕΘΕ (Συνεδρία 155η / 24-25.01.2012), προτείνουμε τα εξής:
    Να διατηρηθεί ο θεσμός των ΕΛΕ και να ακολουθήσει τις νέες βαθμίδες των ερευνητών.

    Σε αντίθετη περίπτωση, να συμπεριληφθεί με σαφήνεια, σε σχετικό άρθρο του υπό προετοιμασία σχεδίου νόμου ειδική μεταβατική διάταξη για τη διατήρηση των ήδη υπηρετούντων ΕΛΕ στις θέσεις που κατέχουν, ως προσωποπαγείς οργανικές θέσεις, με δυνατότητα εξέλιξης σε υψηλότερη βαθμίδα, βάσει του προϊσχύοντος καθεστώτος.

    Επιπλέον και εναλλακτικώς, να δίνεται μεταβατικώς η δυνατότητα ένταξής τους μετά από κρίση σε θέσεις ερευνητών με ειδικά προσόντα (π.χ. χωρίς διδακτορικό δίπλωμα), λαμβάνοντας υπόψη την πολυετή εμπειρία τους και τη σημαντική συμβολή τους στην ανάπτυξη των ερευνητικών κέντρων, όπως αυτό θα ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ερευνητικού Κέντρου που ανήκουν.
    Οι ΕΛΕ ΕΛΚΕΘΕ

    Σε άλλο σχόλιο αναρτούμε επίσης Γνωμάτευση Νομικού για το σχετικό θέμα.

  • 2 Φεβρουαρίου 2012, 09:20 | Παντελής Καθάριος

    Όπως αναφέρει στο σχόλιο του ο «AB» (13 Ιανουαρίου) ο ερευνητής Γ προσλαμβάνεται για 4 χρόνια αλλά προάγεται στα 6. Είναι τυπογραφικό λάθος; αν όχι ποια διαδικασία προβλέπεται για το διάστημα μεταξύ 4 και 6 ετών; ανανεώνεται η σύμβαση; με ποιες διαδικασίες;

    Σε ότι αφορά στο άρθρο 15 σχετικά με την προσέλκυση καταξιωμένων ερευνητών της αλλοδαπής θα πρέπει να υπάρξει μια πρόβλεψη για πλαφόν στον αριθμό των ξένων ερευνητών οι οποίοι θα σπεύσουν να υποβάλλουν τις υποψηφιότητές τους ειδικά μετά την φημολογούμενη ένταξη των μισθών μας στο ενιαίο μισθολόγιο

  • 31 Ιανουαρίου 2012, 12:23 | Πρωτοβουλία Ερευνητών

    Στα διάφορα προσχέδια του νέου νόμου για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και την Καινοτομία που σκόπιμα και επιδεικτικά διέρρεαν τους τελευταίους δύο μήνες από την κα Υπουργό και το Επιτελείο της, υπήρχε ειδικό κεφάλαιο με τίτλο «Μεταβατικές Διατάξεις».
    Χαρακτηριστικό στοιχείο αυτών των «Μεταβατικών Διατάξεων» είναι η αποκαθήλωση κάθε είδους δομής και αξιοκρατίας στα Ερευνητικά Κέντρα και η προώθηση συντεχνιακών αιτημάτων με καθαρά πελατειακή αντίληψη. Ειδικότερα προβλέπονται:
    1. Κατάργηση όλων των θέσεων των Ερευνητών αλλά ταυτόχρονη διατήρηση των θέσεων του Διοικητικού / Τεχνικού/Βοηθητικού προσωπικού. Το προσωπικό αυτό έχει λόγω ύπαρξης μόνο όταν υπάρχουν Ερευνητές και Ερευνητική Διαδικασία στα Ερευνητικά Κέντρα (ΕΚ).
    2. Ένταξη των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (οι οποίοι ανήκουν στο Τεχνικό Προσωπικό των ΕΚ), σε Ερευνητικές Βαθμίδες μέχρι και την Β βαθμίδα (ισότιμη με αυτή του Αναπληρωτή Καθηγητή!). Καθαρά ρουσφετολογική ρύθμιση!
    3. Ένταξη του τεχνικού προσωπικού με Διδακτορικό (ΙΔΑΧ) με κλειστές Διαδικασίες στην Γ Βαθμίδα (ισότιμη με αυτή του Επίκουρου Καθηγητή!). Καθαρά ρουσφετολογική ρύθμιση!
    4. Ειδική μέριμνα για τους Ερευνητές, Ειδικούς Λειτουργικούς που είναι αποσπασμένοι στη ΓΓΕΤ !!!! Καθαρά ρουσφετολογική ρύθμιση!
    Το κείμενο που προωθήθηκε για διαβούλευση, δεν περιέχει τις παραπάνω διατάξεις , προφανώς λόγω του απαράδεκτου χαρακτήρα τους. Αντίθετα αναφέρεται ότι οι μεταβατικές διατάξεις θα παρουσιασθούν σε επόμενη διαβούλευση.
    Με δεδομένη την δήλωση του ΓΓΕΤ ότι με την λήξη της διαβούλευσης (7/2/2012) το νομοσχέδιο θα προωθηθεί στη Βουλή, είναι προφανές ότι οι παραπάνω διατάξεις θα προωθούν απευθείας για ψήφιση εν μια νυκτί, με μυστικότητα και αδιαφάνεια.
    Είναι ευρέως διαδεδομένο ότι στην προσπάθεια ειδικά έχει δοθεί «υπερκομματικός» χαρακτήρας από πολλούς Βουλευτές του Λεκανοπεδίου που έχουν αναλάβει ηγετικό ρόλο για να ικανοποιήσουν την Εκλογική τους Πελατεία και να συμβάλλουν στην καταστρατήγηση κάθε έννοιας αξιοκρατίας στον Ερευνητικό Χώρο, με την συναίνεση της Υπουργού κας Α. Διαμαντοπούλου.
    Είναι απαραίτητο να σταματήσει άμεσα αυτή η πρακτική των ρουσφετολόγων βουλευτών. Να κοινοποιηθούν άμεσα από την Εποπτεύουσα Αρχή οι προτεινόμενες μεταβατικές διατάξεις και έγκρισης από την Ερευνητική Κοινότητας και τα θεσμοθετημένα όργανα της.
    Να γίνει σεβαστός από την Πολιτεία ο θεσμός του ερευνητή, να επικρατήσει αξιοκρατική αντίληψη και πρακτική στην πρόσληψη και προαγωγή των Ερευνητών. Nα σταματήσει η αναξιοκρατική και αντιδεοντολογική παρέμβαση των βουλευτών καθώς και η πελατειακή τακτοποίηση υμετέρων από τα κόμματα εξουσίας, που προσβάλλει διεθνώς την χώρα μας αλλά και τον Ελληνικό λαό που μαστίζεται από την ανεργία, συμπεριλαμβανομένων και άξιων νέων Ελλήνων Ερευνητών που έχουν διαπρέψει στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό και οι οποίοι θα μπορέσουν μέσα από ανοιχτές διαδικασίες να στελεχώσουν αξιοκρατικά τα ΕΚ.
    Πρωτοβουλία Ερευνητών για την Αξιοκρατία στον Χώρο της Έρευνας και στην Κοινωνία.

  • 30 Ιανουαρίου 2012, 12:46 | Μαρία Πέτρου

    1. Η κατάργηση των ΕΛΕ είναι κακή ιδέα. Οι ΕΛΕ εχουν ρόλο διαφορετικόν από αυτόν των Ερευνητών. Είναι λιγώτερο «ακαδημαϊκοί» και περισσότερο στην μεταφορά τχνογνωσίας και στις εφαρμογές. Ο ρόλος τους είναι πολύ σημαντικός στην εκπλήρωση του ρόλου ενός Ινστιτούτου.
    2. Η κατάργηση της Δ βαθμίδας Ερευνητών είναι επίσης πολύ κακή. Αυτό σημαίνει ότι ή θα υποβαθμιστεί η βαθμίδα Γ ή δεν θα δίνονται ευκαιρίες σε νέους και χωρίς εμπειρία επιστήμονες να αποδείξουν τις ικανότητες τους.
    3. Η αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου στην εξέλιξη ή επιλογή νέων Ερευνητών του αφαιρεί το δικαίωμα να μπορεί να επέμβει αποφασιστικά στην στρατηγική ανάπτυξη του Ινστιτούτου που διοικεί.
    4. Ο περιορισμός της θητείας του Διευθυντή σε 4 από 5 χρόνια είναι επίσης υποβαθμιστικός: Τον πρώτο χρόνο τον χρειάζεται για να προσαρμοστεί και να κατατοπιστεί για τον νέο ρόλο του. Τον τέταρτο θα τον απασχολεί η επόμενη του θέση και θα αρχίζει να κάνει αιτησεις κλπ σε άλλους οργανισμούς, άρα του αφήνετε 2 καθαρά χρόνια για να κάνει ό,τι μεταρρυθμησεις και αλλαγές χρειάζεται να γίνουν. Αυτά δεν είναι αρκετά, δεδομένου μάλιστα των διαφόρων χρονικών καθυστερήσεων που συνηθως υπάρχουν στην δημιουργία clusters, spin-off, χρηματοδοτήσεων, συγχωνεύσεων, κλπ.

  • ΙΔΡΥΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ (ΙΤΕ)

    Η. Ζητήματα Προσωπικού

    Επιτροπές Κρίσης Ερευνητών

    Πρέπει στην Επιτροπή Κρίσης να συμμετέχει όπως μέχρι τώρα ο Διευθυντής του οικείου Ινστιτούτου ως εισηγητής και με δικαίωμα ψήφου.

    Για το ΔΣ του ΙΤΕ

    Κώστας Φωτάκης, Πρόεδρος

  • 29 Ιανουαρίου 2012, 11:10 | Σ.Δ.

    Σύμφωνα με τον προτεινόμενο νόμο η πρώτη φορά που μπορεί κάποιος να κάνει ανεξάρτητη έρευνα είναι όταν γίνει ερευνητής Β’. Μία συνηθισμένη ηλικία για τους νεοπροσληφθέντες ερευνητές Γ’ είναι γύρω στα 35-40 έτη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να περάσει τα επόμενα 6-8 χρόνια κάνοντας ουσιαστικά ότι επιθυμούν οι ανώτερες βαθμίδες αλλιώς θα μείνουν άνεργοι.

    ‘Ετσι το ερώτημα είναι πότε ένας ερευνητής θα μπορεί να κάνει ανεξάρτητη έρευνα δοκιμάζοντας καινούργια μονοπάτια; Όταν θα αρχισεί να σκεφτεται για τα ζητήματα της σύνταξής του;

    Θα πρέπει να εισέρχονται στην βαθμίδα Γ’ ερευνητές που τους ενδιαφέρει τόσο η δουλεία τους ώστε να μην κινδύνεύουν να χαλαρώσουν χωρίς τον κίνδυνο της ανεργίας. Αλλίως είναι αποτυχημένη η εκλογή τους έτσι και αλλιώς. Οι ερευνητές Γ’ θα πρέπει να μπορούν να κάνουν ανεξάρτητη έρευνα ώστε να χαράξουν την δική τους πόρεια σε μια ηλικία που συνδοιάζει εμπειρία και διάθεση για καινούργια πράγματα, χώρις το άγχος της ανεργίας που θα τους προσανατολίζει στο να επαναλαμβάνουν ότι έχει ήδη ειπωθεί.

    Σ.Δ.

  • 27 Ιανουαρίου 2012, 16:56 | Οι ΕΛΕ της ΕΕΑΕ

    Οι ΕΛΕ της ΕΕΑΕ συμφωνούν με την τοποθέτηση του Προέδρου της Χ.Χουσιάδα

  • 27 Ιανουαρίου 2012, 14:45 | Σύλλογος Ερευνητικού Προσωπικού Ακαδημίας Αθηνών (ΣΕΠΑΑ)

    Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται μια οφθαλμοφανής μισθολογική και βαθμολογική ανισότητα των ερευνητών σε σχέση με τις αντίστοιχες βαθμίδες των ΑΕΙ και ΤΕΙ, παρόλο που απαιτούνται τα ίδια τυπικά προσόντα για την πρόσληψη και την εξέλιξή τους.
    Ειδικότερα:
    • Στα Α.Ε.Ι. διατηρείται η μονιμότητα στην απασχόληση ενώ η εργασιακή σχέση των ερευνητών μετατρέπεται σε Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου για Α΄ και Β΄ βαθμίδα και σύμβαση ορισμένου χρόνου για τη Γ΄ βαθμίδα. Τονίζουμε εδώ ότι αυτή είναι η μοναδική περίπτωση κατάργησης της μονιμότητας δημοσίων υπαλλήλων σε όλο το φάσμα του δημόσιου τομέα! Παραδόξως δε, αφορά το επιστημονικό προσωπικό της χώρας, το οποίο διαθέτει τα πλέον υψηλά τυπικά προσόντα (μαζί με τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ) δεδομένου ότι οι θέσεις αυτές πληρούνται μετά από ανοικτή προκήρυξη και ειδικώς αιτιολογημένη κρίση από επιστημονική επιτροπή. Οι ίδιοι κανόνες διέπουν την προαγωγική εξέλιξη και αξιολόγηση των ερευνητών. Άλλωστε, από τις αξιολογήσεις που έχουν ήδη διεξαχθεί από ιδιωτικές εταιρείες που όρισε προς τον σκοπό αυτό η Πολιτεία, αποδείχθηκε ο υψηλός βαθμός του παραγόμενου ερευνητικού έργου στην Ελλάδα. Τούτο, και ειδικά για την Ακαδημία Αθηνών, προκύπτει απόλυτα τεκμηριωμένα από την εμπεριστατωμένη και ιδιαίτερα αναλυτική τεχνική έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης με τίτλο «Ελληνικές επιστημονικές δημοσιεύσεις 1993-2008» όπου, με βάση τα στοιχεία των βάσεων δεδομένων η Ακαδημία Αθηνών αναφέρεται στην υψηλότερη θέση επιστημονικών δημοσιεύσεων. Τα στοιχεία αυτά, όπως είναι προφανές, ουδόλως δικαιολογούν τις προτεινόμενες νομοθετικές παρεμβάσεις που υποβαθμίζουν το υπηρεσιακό καθεστώς των ερευνητών, απαξιώνουν το έργο τους ενώ ταυτόχρονα υποσκάπτουν το ήδη χαμηλό ηθικό του ερευνητικού κόσμου.
    Ειδικότερες παρατηρήσεις σχετικά με τις ρυθμίσεις του Κεφ. 8
    • Οι ερευνητές εξαιρούνται από το ειδικό μισθολόγιο σε αντίθεση με τους διδάσκοντες σε Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι.. Πλήρως αναιτιολόγητη παραμένει η εξάλειψη της διατάξεως της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του κειμένου του νομοσχεδίου (εκδοχή της 25.10.2011) η οποία όριζε ρητώς ότι «Οι αμοιβές των βαθμίδων Α,Β και Γ των ερευνητών εξομοιώνονται με αυτές των μελών ΔΕΠ πλην του διδακτικού επιδόματος» και η αντικατάστασή της από τη διάταξη του άρθρου 36 παρ. 1 (εκδοχή της 20.11.2011) σύμφωνα με την οποία «το ανώτατο όριο των αμοιβών του προσωπικού των ερευνητικών κέντρων κάθε φορά από σχετικό νόμο
    • Η διάρκεια της θητείας στη Γ΄ βαθμίδα επιμηκύνεται αδίκως σε 6 χρόνια σε σχέση με τον προηγούμενο νόμο 1514/1985. Θα πρέπει να υπάρξει μια μεταβατική διάταξη για τους συναδέλφους Γ΄ και Δ΄ βαθμίδας που έχουν ήδη υπηρετήσει 3 χρόνια στην (υπό κατάργηση) Δ΄ βαθμίδα, ώστε τα χρόνια συνολικής υπηρεσίας τους να μην γίνουν 9.
    · Τα τυπικά προσόντα για την πρόσληψη και εξέλιξη σε κάθε βαθμίδα θα πρέπει να ορίζονται ρητά από τον νόμο και όχι από τον εσωτερικό κανονισμό του κάθε ΕΚ και σε πλήρη αντιστοιχία με τα προσόντα που προβλέπονται από τον Ν. 4009/2011 για τις αντίστοιχες βαθμίδες των ΑΕΙ.
    • Οι ερευνητικές άδειες καταργούνται, σε αντίθεση με τα Α.Ε.Ι. Θα πρέπει ο νόμος να εμπεριέχει σαφή πρόβλεψη καθεστώτος επιστημονικών αδειών για τους Ερευνητές (τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό) με την προσθήκη άρθρου αντίστοιχου προς το άρθρο 27 του νόμου 4009/2011 για τα μέλη ΔΕΠ.

    Σύμφωνα με τα παραπάνω και παρά την εξαγγελλόμενη ισοτιμία μεταξύ ερευνητών και Δ.Ε.Π. και την ενοποίηση του ερευνητικού και πανεπιστημιακού χώρου, δημιουργείται εν τη πράξει ένας επιστημονικός κόσμος δύο ταχυτήτων. Παράλληλα η καταστρατήγηση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας (άρθρο 5) καταργεί τον δημόσιο χαρακτήρα της έρευνας και οδηγεί τα ερευνητικά κέντρα σε μαρασμό και παρακμή, γεγονός που θα επιταχύνει την επίσημη διάλυσή τους.
    Ο νόμος θα πρέπει να εξασφαλίζει την ουσιαστική ισότητα (ακαδημαϊκής, βαθμολογικής και μισθολογικής) μεταξύ των ερευνητών και μελών Δ.Ε.Π. με την κατ’ αναλογία των άρθρων 17 & 18 του Ν. 4009/2011 για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

    Μεταβατική διάταξη
    Όπως επισημαίνεται και στις θέσεις της Συνόδου των Προέδρων των ερευνητικών κέντρων της 13/1/2012 επί των κειμένων της διαβούλευσης «σημαντικό πρόβλημα αποτελεί η παραπομπή των πάντοτε σημαντικών και συχνά επίμαχων μεταβατικών διατάξεων σε μελλοντική διαβούλευση, για την οποία δεν είναι καθόλου σαφές εάν υπάρχει χρονικό περιθώριο». Επιπροσθέτως, η έλλειψη μεταβατικών διατάξεων για το υπηρεσιακό καθεστώς των υπηρετούντων ερευνητών εγείρει ζητήματα αντισυνταγματικότητας των ρυθμίσεων εκείνων με τις οποίες προβλέπεται καθεστώς συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου για το ερευνητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων που λειτουργούν υπό μορφή ΝΠΔΔ, ιδίως όσον αφορά τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα των υπηρετούντων ερευνητών Α’ και Β’ Βαθμίδας που είναι σήμερα μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1514/85 (καθεστώς που δεν άλλαξε ούτε ο εν αναστολή τελών Ν. 3653/2008. Ας σημειωθεί δε ότι το σχέδιο νόμου (στην εκδοχή της 20/11/2011, μεταβατικές διατάξεις παρ. 12) προβλέπει μεταβατική διάταξη για το διοικητικό, τεχνικό και βοηθητικό προσωπικό των ερευνητικών φορέων που κατέχει οργανικές θέσεις κατά τη δημοσίευση του νόμου καθώς ορίζει την διατήρηση του μισθολογικού, ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού καθεστώτος του προσωπικού αυτού. Αντιθέτως ο νομοθέτης δεν λαμβάνει καμία ανάλογη πρόνοια για το ερευνητικό προσωπικό που κατέχει οργανικές θέσεις στους ερευνητικούς φορείς κατά τη δημοσίευση του νόμου, ως θα όφειλε (στην παράγραφο 6 των μεταβατικών διατάξεων).
    Για την κάλυψη λοιπόν του παραπάνω κενού προτείνεται η ακόλουθη μεταβατική διάταξη για τους υπηρετούντες ερευνητές σε ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα που λειτουργούν υπό μορφή ΝΠΔΔ.

    Όλοι οι υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του νόμου ερευνητές κάθε βαθμίδας σε ερευνητικά κέντρα, ιδρύματα και ινστιτούτα που εποπτεύονται από την Γ.Γ.Ε.Τ., το ΥΠΔΒΜ ή άλλα υπουργεία, συνεχίζουν να διέπονται τόσο ως προς την υπηρεσιακή τους εξέλιξη όσο και ως προς την μισθολογική τους κατάσταση από το καθεστώς που προβλέπεται από τις διατάξεις του νόμου 1514/1985 όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 παράγραφος 12 του Ν. 2919/2001.

  • ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ στο
    ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
    Απόφ.Μονομελούς Πρώτ.Αθηνών 45/06, αυξ.αριθ. 12273
    Έδρα: 46,7 χλμ Λεωφόρου Αθηνών – Σουνίου, Τ.Κ. 190 13 Ανάβυσσος
    Πρόεδρος: τηλ.: 6976969362, e-mail: mstef@hcmr.gr
    Αντιπρόεδρος: τηλ: 6974772962, e-mail: prokopis@hcmr.gr
    Γεν. Γραμ.: τηλ.: 6974863834, e-mail: dimitris@hcmr.gr
    Φαξ: 2810337822

    Γούρνες Πεδιάδος, Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012
    Αρ. Πρωτ.: 297

    ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

    Σχετικά με την προώθηση της αναδιάρθρωσης του ερευνητικού ιστού και του νέου νομοσχεδίου «Έρευνα Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία» μέσω της δήθεν διαβούλευσης στο «opengov», καταγγέλλουμε την απουσία ουσιαστικού διαλόγου και διαβούλευσης με τους βασικούς συντελεστές της Έρευνας στη χώρα μας, δηλαδή τους εργαζόμενους.

    Δείγμα γραφής αποτελεί και η επιβολή από την κυβέρνηση, της συρρίκνωσης του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών σε τρία Ινστιτούτα από πέντε που είναι σήμερα, χωρίς καμία επιστημονική μελέτη και τεκμηρίωση, παρά μόνο στα πλαίσια των συγχωνεύσεων των φορέων του Δημόσιου Τομέα και μόνο με αριθμητικά κριτήρια και την επέκταση των απολύσεων μέσα από την «πατέντα» της εφεδρείας και των συνεντεύξεων. Είναι προφανής η απόλυτη αντίθεσή μας στη διαδικασία και την ουσία αυτής της υποχρέωσης!

    Ενδεικτικός, επίσης, είναι ο αποκλεισμός της Ομοσπονδίας μας – η οποία εκπροσωπεί και την συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα – από την επιτροπή επεξεργασίας του σχετικού νομοσχεδίου καθώς και το ότι δεν υπάρχει έστω και η παραμικρή πρόβλεψη εξέλιξης ή οποιαδήποτε αναφορά στο τεχνικό επιστημονικό προσωπικό, Υπάρχει όμως μόνο μία κρίσιμη πρόβλεψη για μία ειδική κατηγορία τεχνικού προσωπικού και αυτή είναι η εξαφάνιση των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (Ε.Λ.Ε.), δηλαδή η μοναδική δυνατότητα εξέλιξης του εργαστηριακού επιστημονικού προσωπικού.

    Βεβαίως, ακόμη πιο σοβαρή είναι η απουσία ερευνητικής πολιτικής και σχεδιασμού στον τομέα του θαλάσσιου περιβάλλοντος από την πολιτεία, τόσο στις θεσμικές προβλέψεις, αλλά κυρίως στην έως σήμερα πρακτική της.

    Πρόκειται λοιπόν, για ένα σχέδιο νόμου που δεν έχει καν τη δομή νομοσχεδίου, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, βρίθει ασαφειών για βασικά θέματα (βλέπε μη πρόβλεψη για Διευθυντή πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μεταβατικές διατάξεις στις οποίες εμπίπτουν, το θέμα των ερευνητών που υπηρετούν στην Δ’ Βαθμίδα και του προσωπικού που υπηρετεί σε θέσεις Ε.Λ.Ε. που καταργούνται, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα του υπηρετούντος προσωπικού, κτλ), που παρά το ότι το Σύνταγμα και η λειτουργία κράτους ευνομίας επιβάλλει αυτά να ρυθμίζονται με νόμο, η πρόσφατη κυβερνητική πρακτική παραπέμπει στην αποσαφήνισή τους μέσα από ερμηνευτικές εγκυκλίους, πράγμα που μας βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετους.

    Μία άλλη βασική διάταξη του νομοσχεδίου που είναι ενδεικτική της κατεύθυνσης προς αποδυνάμωση της συμμετοχής, της δημοκρατίας και της διαφάνειας είναι εκείνη που προβλέπει την κατάργηση της εκπροσώπησης των εργαζομένων στα Δ.Σ. των Ερευνητικών Κέντρων. Η αυθαιρεσία και η διαφθορά αποκτούν νέες δυνατότητες!

    Επιπλέον, η απομάκρυνση της πολιτείας από την ερευνητική πολιτική περνάει σε πρώτη φάση από την πίσω πόρτα της δραστικής μείωσης της χρηματοδότησης. Η χρηματοδότηση ακόμη και του συνόλου των μισθών συναρτάται τεχνηέντως με το ποσό των κονδυλίων που τα κέντρα θα απορροφήσουν από ερευνητικά προγράμματα. Νομιμοποιείται η απειλή ‘ αντλήστε χρήματα από οπουδήποτε αλλιώς δεν δίνουμε ούτε για τους μισθούς σας’, ενώ ταυτόχρονα αποσιωπάται το γεγονός ότι τα Δημόσια Ερευνητικά κέντρα ΝΠΔΔ (Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. Δημόκριτος, Εθνικό Αστεροσκοπείο, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών) κρίνονται από διεθνείς επιτροπές εδώ και χρόνια και έχουν αποκομίσει θετικότατες κριτικές για την λειτουργία τους και την εκπλήρωση του σκοπού τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μεταβληθεί η δημόσια έρευνα σε διαρκώς υποβαθμιζόμενη ιδιωτεύουσα επιχείρηση που στο τέλος θα ‘πτωχεύσει’, εν μέσω και λόγω δήθεν της οικονομικής κρίσης.

    Οι εργασιακές θέσεις μεταβάλλονται από οργανικές μόνιμες ή οργανικές αορίστου χρόνου σε μη οργανικές αορίστου χρόνου, και υπάγονται πλέον όλες στον νόμο των ομαδικών απολύσεων. Η πρόφαση είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας μέσω της ελαστικοποίησης και της κατεδάφισης των οποιονδήποτε δικαιωμάτων.

    Ποιος θα διασφαλίζει ότι ο ερευνητής δεν θα ‘αναγκαστεί’ να παρουσιάσει – δημοσιοποιήσει ‘κατευθυνόμενα’ και ‘υπαγορευμένα’ ερευνητικά αποτελέσματα για το θαλάσσιο περιβάλλον, προκειμένου να διασφαλίσει τον μισθό του από τον χρηματοδότη του; Η διασφάλιση της μισθοδοσίας και της μονιμότητας δεν είναι συντεχνιακή
    επιταγή αλλά πυλώνας ανεξαρτησίας, γνώσης και αντικειμενικότητας. Και εν κατακλείδι βάσει ποιών αποτελεσμάτων από διεθνείς επιτροπές επιστημόνων ( που επανειλημμένα έχουν κρίνει τα δημόσια ερευνητικά κέντρα ενδελεχώς ) προωθείται αυτός ο αντισυνταγματικός νόμος για την έρευνα; Ο ισχύων νόμος για την έρευνα (υπουργού ανάπτυξης Χριστοδουλάκη) προβλέπει μεταξύ των άλλων την κατάργηση ενός Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου σε περίπτωση που δεν ‘πληροί’ τους στόχους για τους οποίους έχει σχεδιαστεί. Εμείς κριθήκαμε ότι είμαστε άριστοι. Και όταν ένας φορέας ‘λειτουργεί’ ‘Άριστα’ (με αντικειμενικά διεθνή κριτήρια) μόνο η ενίσχυσή του είναι ηθική και λογική. Καταγγέλλουμε την έλλειψη ηθικής και λογικής.

    Σε αυτό το ανήθικο και παράλογο πλαίσιο εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας υπάγεται και παραπομπή μεταβατικών διατάξεων στο μέλλον και εκτός του παρόντος σχεδίου νόμου, και προκαλεί στην καλύτερη περίπτωση αίσθηση προχειρότητας και στη χειρότερη περίπτωση, καχυποψία έως βεβαιότητα ότι γίνεται εκ του πονηρού για να αιφνιδιάσει τους εργαζόμενους σε ανύποπτο χρόνο με άλλη μία πρόχειρη, στρεβλή, άδικη και προς το χειρότερο, πρόβλεψη.

    Είναι σαφές λοιπόν, πως ο Σύλλογός μας είναι αντίθετος, τόσο με τη διαδικασία προώθησης του Σχεδίου Νόμου, όσο και με βασικά σημεία του και θα εκφράσει την έντονη και δυναμική διαμαρτυρία του, αγωνιστικά με σύσσωμη την ερευνητική και επιστημονική κοινότητα προς μία κυβέρνηση που έχει επιλέξει να την έχει απέναντι!

    Για το Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων στο ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.

    Ο Πρόεδρος Μανόλης Στεφανάκης
    Ο Γενικός Γραμματέας Δημήτρης Ποδάρας

  • 27 Ιανουαρίου 2012, 08:09 | Χρήστος Χουσιάδας, Πρόεδρος ΕΕΑΕ

    Το ζήτημα των ΕΛΕ της ΕΕΑΕ:

    Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ), ως αρμόδια Αρχή για την εποπτεία, έλεγχο και ρύθμιση της ραδιολογικής προστασίας και πυρηνικής ασφάλειας στη χώρα, αποτελεί τεχνολογικό φορέα. Αν και τεχνολογικός φορέας, η ΕΕΑΕ διέπεται από τις διατάξεις του ν.1514/85, συμμετέχει σε δράσεις εφαρμοσμένης έρευνας και διασυνδέεται με ΑΕΙ, ΤΕΙ και ερευνητικά κέντρα σε θέματα μεταπτυχιακής εκπαίδευσης και έρευνας. Παράλληλα, οι ελεγκτικές και ρυθμιστικές της αρμοδιότητες τη διαφοροποιούν από τα ερευνητικά κέντρα.

    Σύμφωνα με τον Οργανισμό της ΕΕΑΕ (ΠΔ 404/93), οι ανάγκες της σε υψηλόβαθμο επιστημονικό προσωπικό καλύπτονται αποκλειστικά από οργανικές θέσεις ΕΛΕ. Οι ΕΛΕ της ΕΕΑΕ είναι όλοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Συντονίζουν και υλοποιούν το εξειδικευμένο λειτουργικό έργο της ΕΕΑΕ, και παράλληλα συμμετέχουν σε διεθνή και εθνικά ερευνητικά ή αναπτυξιακά προγράμματα, εκπροσωπούν τη χώρα σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, δημοσιεύουν ερευνητικές εργασίες σε διεθνή περιοδικά και οργανώνουν επιστημονικά συνέδρια και συναντήσεις.

    Στο σχέδιο νόμου προτείνεται η κατάργηση του θεσμού των ΕΛΕ, προβλέποντας για τους υπάρχοντες ΕΛΕ των ερευνητικών κέντρων την ένταξή τους, κατόπιν κρίσης, σε θέσεις ερευνητών βαθμίδας Β ή Γ. Δεδομένου ότι η ΕΕΑΕ δεν ανήκει στους ερευνητικούς φορείς, η ίδια ακριβώς ρύθμιση πρέπει με σαφήνεια να επεκταθεί και στην περίπτωσή της. Επιπλέον, δεν πρέπει να αποκλειστεί a priori η διεκδίκηση της Α βαθμίδας, αλλά να διασφαλισθεί η σωστή και δίκαιη αξιολόγηση.

    Λαμβάνοντας υπόψη την πολυμορφία και το εύρος των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων και την ευθύνη του στελεχιακού δυναμικού της ΕΕΑΕ, σε περίπτωση κατάργησης ή υποβάθμισης του θεσμού των ΕΛΕ, θεωρώ ότι επιβάλλεται οι οργανικές θέσεις των ΕΛΕ της ΕΕΑΕ να μετατραπούν σε θέσεις ερευνητών, στις οποίες οι υπηρετούντες θα μπορούν να καταταχθούν μετά από αξιολόγηση. Τα απαιτούμενα ειδικότερα προσόντα για το διορισμό ή την εξέλιξη των ερευνητών της ΕΕΑΕ μπορούν κάλλιστα να περιγραφούν στον Οργανισμό της, κατά αναλογία, και αντικαθιστώντας, τις ειδικότερες διατάξεις που περιλαμβάνει σήμερα ο Οργανισμός της ΕΕΑΕ για τους ΕΛΕ (άρθρο 9 του ΠΔ 404/93).

    Είμαι πεπεισμένος ότι η παρούσα πρόταση είναι δίκαιη. Είναι, επίσης, αναγκαία για τη συνέχιση της εύρυθμης λειτουργίας και περαιτέρω ανάπτυξης της ΕΕΑΕ, στο πλαίσιο των διεθνών και εθνικών υποχρεώσεών της. Τα στελέχη της ΕΕΑΕ αισθάνονται ότι αδικούνται με βάση την πορεία του θεσμού των ΕΛΕ. Από τη μια βλέπουν την κατηγορία αυτή να φθίνει και να τείνει προς περιθωριοποίηση, ενώ από την άλλη βλέπουν ότι οι ίδιοι ανταποκρίνονται σε ολοένα αυξανόμενες και πιο σύνθετες επιστημονικές, επαγγελματικές απαιτήσεις.

  • 26 Ιανουαρίου 2012, 17:50 | Π. Στράτος

    Ακούμε εδώ και πολλά χρόνια αόριστες και γενικόλογες υποσχέσεις για την υποστήριξη των νέων επιστημόνων και προσπάθειες προσέλκησής τους από το εξωτερικό. Στην πράξη, οι νέοι επιστήμονες εγκλωβίζονται σε προγράμματα (όπου υπάρχουν)με συνεχόμενες συμβάσεις έργου μηνών ή μονοετείς και μισθούς πείνας, χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα αλλά και προοπτική για το μέλλον, για χρόνια ολάκληρα. Το ίδιο συμβαίνει και στους εκατοντάδες νέους διδακτορικούς φοιτητές που καλούνται να αντιμετωπίσουν το ερώτημα «μετά το διδακτορικό τί;» και που έχει παράξει η χώρα μας τα τελευταία δεκα χρόνια με τα χρήματα της Ε.Ε. Τι προτίθεται να κάνει το υπουργείο και ποια μεριμνα θα υπάρξει μέσα στο νέο νομοσχέδιο για όλους αυτούς τους ανθρώπους, τους εν δυνάμει άνεργους, για τα επόμενα χρόνια; Γνωρίζει το υπουργείο για την περίπτωση των μετα-διδακτορικών ερευνητών που εργάζονται για 5-6-10 χρόνια από πρόγραμμα σε πρόγραμμα και από σύμβαση σε σύμβαση στα ερευνητικά ινστιτούτα και στους οποίους δεν δίδεται καμία ευκαιρεία εξέλιξης, παρ’όλο το πιθανό αξιόλογο της εργασίας τους; Θα μπορούσαν αυτοί οι άνθρωποι να αξιολογηθούν και να αποτελέσουν δεξαμενή για την ανανέωση του ερευνητικού δυναμικού της χώρας.

  • 26 Ιανουαρίου 2012, 13:47 | Μανώλης Γεωργούλης, Σπύρος Βασιλάκος, Ηλίας Βαγενάς

    Το προσχέδιο αναφέρει γενικά ότι σκοπός και ευχή είναι η εξομοίωση των ερευνητών με τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ. Μετά από ανάγνωση του κειμένου, όμως, θεωρούμε ότι βαίνει προς την αντίθετη κατεύθυνση και συγκεκριμένα προς την υποβάθμιση και τελική απαξίωση του ερευνητικού έργου που επιτελείται στην Ελλάδα. Ενδεικτικά σταχυολογούμε μερικά βασικά σημεία, ως εξής:

    Εργασιακό καθεστώς ερευνητών:
    Με το παρόν προσχέδιο προτείνεται να μετατραπεί το νομικό καθεστώς των ερευνητών Α’ και Β’ βαθμίδας σε ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ενώ των ερευνητών Γ’ βαθμίδας σε συμβασιούχου ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Το μέχρι τώρα καθεστώς (το οποίο παραμένει ως έχει για τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ) είναι ότι οι ερευνητές Α’ και Β’ είναι μόνιμοι υπάλληλοι δημοσίου δικαίου και ο ερευνητής Γ’ είναι επί θητεία υπάλληλος δημοσίου δικαίου.

    Οι παραπάνω νομικοί όροι ουσιαστικά υποδηλώνουν ότι οι ερευνητές Α’ και Β’ εξισώνονται νομικά με υπαλλήλους των ΔΕΚΟ (π.χ. οδηγοί της ΕΘΕΛ, υπάλληλοι της ΔΕΗ, κτλ.) ο δε ερευνητής Γ’ εξισώνεται νομικά με συμβασιούχο των ΟΤΑ (Δήμων κτλ.).

    Υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες οι ερευνητές γίνονται το πιο ευάλωτο κομμάτι της επιστημονικής κοινότητας σε αντίθεση με τους πανεπιστημιακούς, οι οποίοι διατηρούν τη μονιμότητά τους χωρίς εξωτερική αξιολόγηση σε προσωπικό επίπεδο. Σε καμία περίπτωση δεν είμαστε υπέρ της δημοσιοϋπαλληλικής μονιμότητας, αλλά προτείνουμε τη μονιμότητα επί τη βάσει εξωτερικής αξιολόγησης, υπερβαίνοντας σε αυτό το σημείο ακόμα και τα ισχύοντα για τους πανεπιστημιακούς. Εδώ προτείνουμε υποβιβασμό του ερευνητή σε κατώτερη βαθμίδα σε περίπτωση παρατεταμένης απουσίας ποιοτικής ερευνητικής δραστηριότητας με βάση τα διεθνή κριτήρια. Στην τελευταία περίπτωση, θα μπορούσε ο όποιος ερευνητής να αιτηθεί μετάταξης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, ισχύει ήδη για τους ερευνητές Γ’.

    Ζητήματα προσωπικού:
    Το προσχέδιο δικαιολογεί την αύξηση της παραμονής ερευνητών σε αντίστοιχες βαθμίδες με τη φράση «για να αποφευχθεί ο συνωστισμός στις ανώτερες βαθμίδες». Αυτή παραπέμπει σε παρωχημένες δημοσιοϋπαλληλικές νοοτροπίες. Συγκεκριμένα, η θητεία του ερευνητή Γ’ παρατείνεται στα έξι (6) χρόνια αντί για την ως τώρα ισχύουσα περίοδο των τριών (3) ετών χωρίς δυνατότητα εξέλιξης και αξιολόγησης του έργου του.

    Προτείνουμε:
    — Ο ερευνητής Γ’ να μπορεί να ζητήσει εξέλιξη μετά από τρία (3) χρόνια παραμονής στη βαθμίδα επί τη βάσει εξωτερικής αξιολόγησης (ό,τι δηλαδή ισχύει σε ΑΕΙ και ΤΕΙ για τους επίκουρους καθηγητές).
    — Για τους ερευνητές Β’ να ισχύσει ό,τι ισχύει για τους αναπληρωτές καθηγητές των ΑΕΙ και ΤΕΙ, επί τη βάσει εξωτερικής αξιολόγησης.

    Κλείνουμε με την ευχή ότι οι παραπάνω απόψεις (ή έστω κάποιες από αυτές) θα αντανακλούν τελικά ένα τροποποιημένο κείμενο του παρόντος προσχεδίου. Όλοι κατανοούν ότι αν οι παραπάνω προτεινόμενες διατάξεις τελικά ισχύσουν, αφαιρώντας κατ’ ουσία τα όποια ηθικά κίνητρα (δεχόμαστε ότι οικονομικά κίνητρα σε μια τέτοια περίοδο για τη χώρα είναι ενδεχομένως μη πραγματοποιήσιμα, αν και το οικονομικό κόστος εξομοίωσης ερευνητών με πανεπιστημιακούς είναι μικρό) για την πραγματοποίηση έρευνας αριστείας, θα εξωθήσουν το πιο παραγωγικό και εξωστρεφές κομμάτι του ελληνικού ερευνητικού ιστού είτε στην επιδίωξη για μια θέση σε ΑΕΙ, είτε στην έξοδο από την έρευνα, είτε τελικά στην αναζήτηση θέσης σε ιδρύματα του εξωτερικού, με προφανές αντίκτυπο για την πορεία της πρωτότυπης έρευνας στην Ελλάδα.

  • 24 Ιανουαρίου 2012, 14:34 | ced

    Η δυνατότητα μεταπήδησης ΕΛΕ με διδακτορικό σε θέσεις ερευνητών, που αναφέρθηκε ότι δόθηκε πριν από 3 χρόνια, δεν εφαρμόστηκε καθολικά. Είναι απόλυτα ορθή και δίκαιη η πρόταση που διατυπώνεται στο σχέδιο νόμου για κρίση των υπαρχόντων ΕΛΕ με διδακτορικό σε θέση ερευνητή Β’ ή Γ’ βαθμίδας, δεδομένου ότι υπάρχουν ΕΛΕ ιδιαίτερα υψηλών προσόντων που είναι σήμερα «εγκλωβισμένοι» (για διάφορους λόγους) σε βαθμίδες ΕΛΕ. Όσοι ΕΛΕ δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα (δηλαδή δεν διαθέτουν διδακτορικό δίπλωμα), θα πρέπει να παραμείνουν σε προσωποπαγείς θέσεις. Σε σχέση με τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα των ερευνητών: η κατοχή διδακτορικού διπλώματος θα πρέπει να θεωρηθεί εκ των ων ουκ άνευ, ανεξαρτήτως βαθμίδας.

  • 24 Ιανουαρίου 2012, 12:31 | Κώστας Συνολάκης, Πρόεδρος ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε

    Στο νέο σχέδιο νόμου για την έρευνα διατυπώνεται η άποψη κατάργησης του θεσμού του ειδικού λειτουργικού επιστήμονα (ΕΛΕ) και η πιθανή ένταξη του υπάρχοντος προσωπικού σε βαθμίδες ερευνητών.

    Ο θεσμός των ΕΛΕ εισήχθηκε στο ερευνητικό σύστημα της χώρας με τον Νόμο 1514/85 και θεωρήθηκε σημαντική καινοτομία για την εποχή εκείνη γιατί συμπλήρωνε και συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της τεχνολογικής έρευνας της χώρας, σε μία χρονική περίοδο που η έρευνα αυτή ήταν άγνωστη στην πατρίδα μας. Η εξέλιξη τους σε βαθμίδες ακολουθούσε απόλυτα όμοια διαδικασία και προαπαιτούμενα με αυτά των ερευνητών. Όλα αυτά τα χρόνια, οι ΕΛΕ στήριξαν το σύστημα αυτό, ανέπτυξαν νέες ερευνητικές δραστηριότητες και ιδέες, διεκδίκησαν με επιτυχία, καθοδήγησαν και υλοποίησαν εθνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα και προέβησαν σε δημοσιεύσεις αντίστοιχου κύρους με αυτές των ερευνητών, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην αριστεία των ερευνητικών ινστιτούτων που υπηρετούσαν. Η μοναδική διαφορά από τους συναδέλφους τους ερευνητές ήταν η κατοχή του διδακτορικού διπλώματος, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις με την πάροδο των ετών αντικαταστάθηκε με την επιστημονική αριστεία στο ερευνητικό αντικείμενό τους. Για τους λόγους αυτούς δεν θα πρέπει να υποβαθμισθεί η συμβολή των ΕΛΕ στην ερευνητική διαδικασία και στη τεχνολογική αναβάθμιση της χώρας, και υποστηρίζω την παραμονή του υπάρχοντος προσωπικού στις θέσεις που ήδη κατέχουν.

    Τέλος, το γεγονός ότι μερικοί από αυτούς δεν απέκτησαν διδακτορικό δίπλωμα για να μπορέσουν να κριθούν σήμερα και να ενταχθούν σε θέσεις ερευνητών δεν θα πρέπει να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο για την προαγωγή τους σε θέσεις ερευνητών. Οι ΕΛΕ έχουν συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη των ερευνητικών ινστιτούτων στη σημερινή τους μορφή και ο νομοθέτης θα πρέπει να λάβει υπόψη του το σύνολο της επιστημονικής τους συνεισφοράς στην ανάπτυξη της έρευνας του τομέα που υπηρέτησαν και όχι μόνο το διδακτορικό δίπλωμα.

    Μετά τα παραπάνω, θα ήθελα να προτείνω όπως σε περίπτωση που αποφασισθεί η κατάργηση του θεσμού του ΕΛΕ, περιληφθεί με σαφήνεια σε σχετικό άρθρο του υπό προετοιμασία σχεδίου νόμου η διατήρηση των υπαρχόντων ΕΛΕ στις θέσεις που ήδη κατέχουν ή η ένταξη τους μετά από κρίση σε θέσεις ερευνητών με ειδικά προσόντα π.χ. χωρίς διδακτορικό δίπλωμα, λαμβάνοντας υπόψη την πολυετή εμπειρία τους και τη σημαντική συμβολή τους στην ανάπτυξη των ερευνητικών κέντρων.

  • 23 Ιανουαρίου 2012, 21:02 | diorismoi

    Με τα εξαιρετικά γενικόλογα κριτήρια που έχετε βάλει δεν γίνεται τίποτα άλλο από το να διαιωνίζεται το καθεστώς επιστημονικής υπανάπτυξης της χώρας.
    Θέτω υπόψη σας τα εξής:

    1) ¨Εχετε υπόψη ότι μεγάλο μέρος των ερευνητών της Ελλάδας διορισμένων στα ερευνητικά ιδρύματα είναι παντελώς άφαντο από την επιστημονική βιβλιογραφία και εμφανίζεται μόνο στη «γκρίζα» βιβλιογραφία?

    2) Έχετε υπόψη ότι στις επιστημονικά προηγμένες χώρες δεν απαιτούνται μόνο δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά απλώς, αλλά έχουν καταρτίσει και λίστες αξιολόγησης ¨ΟΛΩΝ των γνωστών περιοδικών ανά θεματικό τομέα και υποχρεούται ο συμβασιούχος καθηγητής/ερευνητής να παράγει χ δημοσιεύσεις σε περιοδικά επιπέδου Α, ψ δημοσιεύσεις σε επιέδου Β ανά έτος κλπ. Αν εφαρμόζατε ένα τέτοιο σκληρό αλλά πραγματικό κριτήριο (Αγγλία, Αυστραλία κλπ) θα βλέπατε ότι πολλοί από τους υπάρχοντες ερευνητές σας δεν θα άξιζαν το μισθό που ήδη παίρνουν ενώ πολλοί άλλοι ικανοί βρίσκονται στη «γκρίζα εργασία»

    3) Για να αποψευχθούν οι στρεβλώσεις και οι αδικίες, κάνετε μια λίστα αξιολόγησης του επιστημονικού έργου ανά τομέα έρευνας (άρθρο στο περιοδικό τάδε αξίζει τόσους βαθούς, στο δείνα περιοδικό τόσους κλπ) ώστε όλοι οι ερευνητές να ξέρουν τους κανόνες αξιολόγησής τους και με αυτούς να κρίνονται. Λεπτομέρειες στη διάθεσή σας.

    4) Επιτέλους τολμήστε, αντί το σύνηθες κλίμα προσλήψεων με προκηρύξεις και γνωστούς γνωστών ώ ευνοιοκρατία, να γίνεται ΑΥΤΟΜΑΤΗ πρόσληψη των ερευνητων Γ βαθμίδας με μόνο κριτήριο το επιστημονικό τους έργο. Δηλαδή π΄.χ. εάν κάποιος επιστήμονας έχει π,χ, 15 papers σε περιοδικά επιπέδου ISI ή SCOPUS να διορίζεται αυτομάτως ερευνητής Γ και με ορίζοντα όχι τα τέσσερα, αλλά τα 2 έτη και εάν συνεχίζει να παράγει ετησίως στο ρυθμό που το κράτος ή το ίδρυμα θα ορίσει, τότε να ανανεώνεται η σύμβασή του. ¨Ετσι θα δώσετε λύση και στο άξιο ερευνητικό δυναμικό της χώρας, το οποίο δεν μπορεί να βρεί θέση μέσα στο ερευνητικό και πανεπιστημιακό σύστημα όχι λόγω έλλειψης προσόντων, αλλά λόγω έλλειψης ευκαιριών. (Σημειώστε ότι θα βρείτε χιλιάδες καθηγητές A’ βαθμίδας ΑΕΙ στη χώρα μας,που ΔΕΝ έχουν τα 15 papers που προαναφέρθηκαν…).

  • 23 Ιανουαρίου 2012, 21:00 | diorismoi

    Με τα εξαιρετικά γενικόλογα κριτήρια που έχετε βάλει δεν γίνεται τίποτα άλλο από το να διαιωνίζεται το καθεστώς επιστημονικής υπανάπτυξης της χώρας.
    Θέτω υπόψη σας τα εξής
    1) ¨Εχετε υπόψη ότι μεγάλο μέρος των ερευνητών της Ελλάδας διορισμένων στα ερευνητικά ιδρύματα είναι παντελώς άφαντο από την επιστημονική βιβλιογραφία και εμφανίζεται μόνο στη «γκρίζα» βιβλιογραφία?

    2) Έχετε υπόψη ότι στις επιστημονικά προηγμένες χώρες δεν απαιτούνται μόνο δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά απλώς, αλλά έχουν καταρτίσει και λίστες αξιολόγησης ¨ΟΛΩΝ των γνωστών περιοδικών ανά θεματικό τομέα και υποχρεούται ο συμβασιούχος καθηγητής/ερευνητής να παράγει χ δημοσιεύσεις σε περιοδικά επιπέδου Α, ψ δημοσιεύσεις σε επιέδου Β ανά έτος κλπ. Αν εφαρμόζατε ένα τέτοιο σκληρό αλλά πραγματικό κριτήριο (Αγγλία, Αυστραλία κλπ) θα βλέπατε ότι πολλοί από τους υπάρχοντες ερευνητές σας δεν θα άξιζαν το μισθό που ήδη παίρνουν ενώ πολλοί άλλοι ικανοί βρίσκονται στη «γκρίζα εργασία»

    3) Για να αποψευχθούν οι στρεβλώσεις και οι αδικίες, κάνετε μια λίστα αξιολόγησης του επιστημονικού έργου ανά τομέα έρευνας (άρθρο στο περιοδικό τάδε αξίζει τόσους βαθούς, στο δείνα περιοδικό τόσους κλπ) ώστε όλοι οι ερευνητές να ξέρουν τους κανόνες αξιολόγησής τους και με αυτούς να κρίνονται. Λεπτομέρειες στη διάθεσή σας.

    4) Επιτέλους τολμήστε, αντί το σύνηθες κλίμα προσλήψεων με προκηρύξεις και γνωστούς γνωστών ώ ευνοιοκρατία, να γίνεται ΑΥΤΟΜΑΤΗ πρόσληψη των ερευνητων Γ βαθμίδας με μόνο κριτήριο το επιστημονικό τους έργο. Δηλαδή π΄.χ. εάν κάποιος επιστήμονας έχει π,χ, 15 papers σε περιοδικά επιπέδου ISI ή SCOPUS να διορίζεται αυτομάτως ερευνητής Γ και με ορίζοντα όχι τα τέσσερα, αλλά τα 2 έτη και εάν συνεχίζει να παράγει ετησίως στο ρυθμό που το κράτος ή το ίδρυμα θα ορίσει, τότε να ανανεώνεται η σύμβασή του. ¨Ετσι θα δώσετε λύση και στο άξιο ερευνητικό δυναμικό της χώρας, το οποίο δεν μπορεί να βρεί θέση μέσα στο ερευνητικό και πανεπιστημιακό σύστημα όχι λόγω έλλειψης προσόντων, αλλά λόγω έλλειψης ευκαιριών. (Σημειώστε ότι θα βρείτε χιλιάδες καθηγητές A’ βαθμίδας ΑΕΙ στη χώρα μας,που ΔΕΝ έχουν τα 15 papers που προαναφέρθηκαν…).

  • 22 Ιανουαρίου 2012, 09:08 | Α. Μαχιάς Διευθυντής Ερευνών ΕΛΚΕΘΕ

    Το γεγονός ότι το Υπουργείο δεν έχει καταθέσει ένα κείμενο νόμου, μας υποχρεώνει να παρέμβουμε και σε θέματα τα οποία θεωρούμε ότι υποκρύπτονται, χωρίς να διατυπώνονται ρητά. Είναι προφανές ότι αυτό περιπλέκει την συζήτηση, γιατί την μετατρέπει εν μέρει και σε μια συζήτηση προθέσεων.

    Α. Ο θεσμός των ΕΛΕ είναι απαραίτητος, ιδίως για ερευνητικά κέντρα που διαθέτουν και λειτουργούν μεγάλες υποδομές. Ελάχιστοι από τους σημερινούς ΕΛΕ διαθέτουν διδακτορικό, δεδομένου ότι πριν 3 χρόνια είχε δοθεί η δυνατότητα σε όσους είχαν να μεταπηδήσουν σε θέσεις ερευνητή. Άρα η μεταπήδηση σε θέση ερευνητή αφορά πολύ λίγους ή/και κανέναν.
    Αν το Υπουργείο επιμείνει, στην κατάργησή τους, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα στις μεταβατικές διατάξεις οι σημερινοί ΕΛΕ να παραμείνουν σε προσωποπαγείς θέσεις ΕΛΕ.

    Β. Όμως το άλλο που διαφαίνεται είναι ότι το Υπουργείο σκοπεύει να καταργήσει το διδακτορικό από ελάχιστο απαραίτητο προσόν του ερευνητή. Αυτό φαίνεται και από τα σχέδια νόμου που έχουν διαρρεύσει, αλλά και από το γεγονός ότι δεν αναφέρεται, ως ελάχιστο προσόν για τους ερευνητές, στο παρόν κείμενο. Η μη θεσμοθέτηση του διδακτορικού ως ελαχίστου προσόντος για τους Ερευνητές είναι μια απαράδεκτη υποβάθμιση τους, που μπορεί να γυρίσει την έρευνα και τον ερευνητικό χώρο στην προ του ’80 εποχή. Η επιλογή αυτή θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τον ερευνητικό χώρο.

    Γ. Αναφέρεται ότι οι ερευνητές προσλαμβάνονται υπό το καθεστώς Ιδιωτικού Δικαίου. Είναι σαφής (και διακηρυγμένη) η επιλογή του Υπουργείου για μια σταδιακή μετατροπή του Ερευνητικού χώρου σε Ιδιωτικού Δικαίου. Η επιλογή αυτή είναι λάθος για την Ελλάδα για τους παρακάτω (εκτός των άλλων) λόγους:

    1. Οι ανταγωνιστές μας στην Ευρώπη έχουν τον βασικό κορμό της έρευνας τους να χρηματοδοτείται σε μεγάλο ποσοστό της από δημόσιους πόρους, ανεξάρτητα αν είναι ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου και έχουν αξιόλογη χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό παράγοντα. Στην Ελλάδα και τα δύο αυτά απουσιάζουν και είναι προφανές ότι θα απουσιάζουν και στο άμεσο μέλλον. Το καθεστώς ΝΠΙΔ, για την Ελλάδα σημαίνει περικοπή των κονδυλίων για μισθοδοσία, θα μας κάνει πιο ακριβούς και λιγότερο ανταγωνιστικούς, ιδίως όσους διαθέτουν ακριβές υποδομές.
    2. Η σύγκριση μεταξύ Κέντρων του ίδιου τομέα, με αναγωγή ανά ερευνητή το αποτέλεσμα (σύμφωνα με την τελευταία διεθνή αξιολόγηση των Κέντρων) δείχνει ότι δεν υπάρχουν διαφορές που εντοπίζονται στο διαφορετικό νομικό καθεστώς.
    3. Τα Ιδιωτικού Δικαίου κέντρα δεν είναι πανάκεια όπως πολλοί ισχυρίζονται. Προφανώς από την άλλη το ΙΤΕ είναι ένα λαμπρό παράδειγμα της Ελληνικής έρευνας. Από την άλλη όμως, η Γεωργική έρευνα όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρξε υπό καθεστώς Ιδιωτικού Δικαίου. Τα αρνητικά αποτελέσματα από την κατάσταση του ΕΘΙΑΓΕ είναι πλέον αναγνωρισμένα. Αντίθετα τα περιορισμένα τμήματα της γεωργικής έρευνας που «θεραπεύτηκαν» εντός της ΓΓΕΤ έχουν δώσει άριστα δείγματα διεθνούς επιστημονικής αναγνώρισης, καινοτομίας, πατεντών, και μάλιστα σε καθεστώς Δημοσίου Δικαίου. Το πρόβλημα δεν είναι το νομικό καθεστώς αλλά το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους (συγκέντρωση συντονισμός της έρευνας στη ΓΓΕΤ).
    4. Υπάρχουν πολλά τεχνικά παραδείγματα που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την ευελιξία των Ιδιωτικού δικαίου Κέντρα. Όπως και έντονα αντι-παραδείγματα: Σε πολλά Ιδιωτικού δικαίου Κέντρα οι περικοπές στην χρηματοδότηση, οδήγησαν στην λεηλάτηση των προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να είναι προβληματική η ολοκλήρωσή τους, ακόμη και η συμμετοχή στις συναντήσεις των προγραμμάτων.
    5. Πολλά Ιδιωτικού δικαίου αδυνατούν να απορροφήσουν την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση προγραμμάτων που έχουν κερδίσει, γιατί η μειωμένη επιδότησή τους δεν καλύπτει την ελληνική συμμετοχή. Το αποτέλεσμα είναι να επιστρέφονται χρήματα πίσω στην Ευρωπαϊκή ένωση και να περιορίζεται το φυσικό αντικείμενο των προγραμμάτων.
    6. Η Ελλάδα δεν υλοποιεί τις ευρωπαϊκές ερευνητικές της υποχρεώσεις, χάνοντας λεφτά και πληρώνοντας πρόστιμα.
    7. Τα Δημοσίου Δικαίου Ερευνητικά Κέντρα έχουν ακριβές υποδομές (ερευνητικά σκάφη, αντιδραστήρες, τηλεσκόπια, συστήματα πρόγνωσης) που όμως «φέρνουν» πίσω τα λεφτά τους. Οι υποδομές αυτές δεν μπορούν να συντηρηθούν υπό το καθεστώς ΝΠΙΔ. Αυτός είναι και ο λόγος που τα Ιδιωτικού Δικαίου Κέντρα έχουν αποποιηθεί, κατά το παρελθόν, τέτοιες δραστηριότητες που απαιτούν τέτοιες «ακριβές» επενδύσεις. Είναι προφανές ότι το ίδιο και γίνει πολύ περισσότερο τώρα σε εποχές ισχνών αγελάδων.
    8. Σημαντικό τμήμα των Ιδιωτικού Δικαίου Κέντρων, είναι Δημόσιο. Γιατί ένα σημαντικό κομμάτι του Ερευνητικού τους Δυναμικού είναι ταυτόχρονα Καθηγητές Παν/μιου και ένα σημαντικό τμήμα της Ερευνητικής τους Δραστηριότητας απολαμβάνει τη στήριξη του Δημοσίου περιβάλλοντος των ΑΕΙ.
    9. Υπονομεύεται η επιλογή της δημιουργίας ενός Ενιαίου Χώρου Έρευνας και Εκπαίδευσης, γιατί τα δύο συστατικά του (Παν/μια και Ε.Κ.) δεν θα διέπονται από ενιαίο θεσμικό πλαίσιο. Σε αυτό τον Ενιαίο Χώρο ο Δημόσιος θα είναι υπερκυρίαρχος του άλλου.

  • 18 Ιανουαρίου 2012, 13:55 | Αλκιβιάδης Κωνσταντίνος Κεφαλάς

    Θα πρέπει να αποσαφηνισθούν οι μεταβατικές διατάξεις και να αποτελέσουν μέρος του νόμου.
    Αλκιβιάδης-Κωνσταντίνος Κεφαλάς
    Δντης Ερευνών ΙΘΦΧ/ΕΙΕ

  • 17 Ιανουαρίου 2012, 13:11 | katia karali

    Θα ηθελα να διευκρινισω οτι η θεση που εξεφρασα σε προχθεσινο μου σχολιο, δεν υπονοει οτι ειμαι υπερ της καταργησης και, πολυ περισσοτερο απολυσης, των ΕΛΕ. Θεωρω οτι οι ΕΛΕ ειναι συναδελφοι ερευνητες, οτι η θεση τους περιλαμβανει ενα διακριτο κομματι εργου οπως τα core facilities που ειναι απαραιτητο απολυτως για τη λειτουργια των ερευνητικων κεντρων και αποτελει συνηθως, τοπο διεξαγωγης και αυτονομης, πολυ σημαντικης, ερευνας.
    Ο προβληματισμος μου αφορουσε το κειμενο της διαβουλευσης και αναρωτηθηκα εγγραφα γιατι καταργηση εν μια νυκτι των ΕΛΕ? και εαν το προβλημα του νομοθετη ειναι η μονιμοτητα, οπως διατεινονται για πολλες θεσεις του δημοσιου, γιατι οχι καταργηση της μονιμοτητας και διατηρηση της θεσης. Τελος, δεν εβαλα την καταργηση της μονιμοτητας των ΕΛΕ σε αντιπαραβολη με τη διατηρηση της μονιμοτητας των ερευνητων και των πανεπιστημιακων

  • 16 Ιανουαρίου 2012, 22:24 | ak

    Ποιος ειναι ο λογος που δινονται τοσο επιγραμματικα, και ελλειμματικα, ολα τα στοιχεια που αφορουν τους ερευνητες? Στο νομο για τα ΑΕΙ τα αντιστοιχα αρθρα για τα μελη ΔΕΠ ηταν εκτενεστατα και αφορουσαν προσοντα για τη διεκδικηση θεσης και εκλογιμοτητα, ζητηματα επιστημονικων αδειων, αξιολογησης κλπ Ειναι η προθεση του/των νομοθετη η εξομοιωση, η καλυτερα η αναλογικη θεσμοθετηση των ερευνητων με τα μελη ΔΕΠ κατα αντιστοιχια των προσοντων και του εργου τους ?
    Η διαβουλευση εχει πραγματικα νοημα κατανοητο απο ολους τους εμπλεκομενους, ειτε οταν δινει ολα τα στοιχεια του προτεινομενου νομου, ειτε οταν θετει ενα πλαισιο με προς συμπληρωση ερωτηματα.

  • 15 Ιανουαρίου 2012, 22:16 | katia karali

    Η καταργηση των θεσεων ΕΛΕ δημιουργει το προβλημα της διεύθυνσης των core facilities. Πως προβλεπεται να διευθετηθει αυτο το ζητημα? αυτες οι δομες δεν μπορουν να «τρεχουν» απο τεχνικούς, οπότε ειτε θα πρεπει να ανατιθενται σε εκλεγμενους ερευνητες ειτε να υπαρχει ερευνητης με αποκλειστικο εργο τη διευθυνση τους. Μια σκεψη ειναι η διατηρηση των θεσεων ΕΛΕ αλλα η καταργηση της μονιμοτητας σε ολες τις βεθμιδες.

  • 15 Ιανουαρίου 2012, 14:36 | XK

    [Καλησπέρα, επανακαταθέτω σχόλιο που κατέθεσα στις 5 Ιανουαρίου και ακόμα δεν έχει δημοσιευθεί. Σας παρακαλώ να δημοσιευτεί και με αυτήν την σημείωση ή να δημοσιεύσετε το αρχικό σχόλιο. Ευχαριστώ]

    Α- Γράφετε: «Καταργείται ο θεσμός των Ε.Λ.Ε και δίνεται η δυνατότητα στους υπάρχοντες ΕΛΕ να κριθούν για τις βαθμίδες Β και Γ ερευνητή». Γιατί δεν αναφέρετε και τους ερευνητές Δ’ βαθμίδος σε αυτήν την πρόταση;

    Με ποιο σκεπτικό θα δοθεί η δυνατότητα στους ΕΛΕ να κριθούν για βαθμίδες ερευνητού Β και Γ και όχι στους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ βαθμίδος;

    Β- Με δεδομένο ότι δεν προκηρύσσονται πια νέες θέσεις (και μάλλον θα καταργηθούν κάποιες), είναι παράλειψη το ότι λείπει η δυνατότητα δημιουργίας adjunct/self-funded/soft-money positions με ανάλογα ‘ιεραρχικά δικαιώματα’ με τους ερευνητές που πληρώνονται από τακτικό ΠΥ και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
    Κι αν κάποιος φέρει ανεξάρτητο grant (δεν αναφέρομαι σε υποτροφία) χωρίς να έχει ‘μόνιμη’ θέση γιατί να υπόκειται στην ‘εποπτεία’ άλλου ‘μόνιμου’ ερευνητή (όπως προτείνετε για τον Επισκέπτη Ερευνητή στο αρθρο 3) και όχι να χαίρει της ‘συνεργασίας’;

    [Ανεξάρτητα ηλικίας και θέσης, γιατί ο διδακτορικός υποψήφιος, ο μεταδιδάκτορας ή ο’επισκέπτης ερευνητής’ να πρέπει να κάνουν αυτασφάλιση και να κόβουν αποδείξεις (μπλοκάκι) σαν να είναι ‘επιχειρηματίες’ (με ολοένα και αυξανόμενες κρατήσεις) όπως συμβαίνει τώρα, και να μην έχουν την επιλογή μιας εξειδικευμένης σύμβασης ορισμένου χρόνου για την διάρκεια του προγράμματος στο οποίο απασχολούνται;)]

    Για να γίνουν τα ελληνικά ΕΚ (και ΑΕΙ) περισσότερο ελκυστικά και να μπουν στους διαύλους ‘κινητικότητας των ερευνητών’ πρέπει να βελτιώσουν δραματικά τις εργασιακές συνθήκες του ‘μετακινούμενου’ νέου προσωπικού.

    Γ- Γράφετε:
    «Μεταβατικές Διατάξεις
    Σε όλες τις περιπτώσεις αλλαγών σε ζητήματα που αφορούν το προσωπικό και τη λειτουργία των ερευνητικών κέντρων, θα προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις με στόχο την ομαλή μετάβαση στις νέες συνθήκες, οι οποίες θα τεθούν σε ξεχωριστή διαβούλευση.»

    Γιατί όμως «ξεχωριστή διαβούλευση» για αυτά τα ζητήματα; όπως και με τα ΔΕΠ ήδη κρατάτε στον ‘πάγο’ τις εξελίξεις ερευνητών.
    Με ποιο σκεπτικό προσκαλείτε να συζητήσουν και να αποδεχθούν οι εμπλεκόμενοι το νέο σχέδιο νόμου χωρίς να γνωρίζουν τις μεταβατικές διατάξεις; τι σχεδιασμό θα μπορέσουν να κάνουν έτσι οι ερευνητές και τα ιδρύματα για το μέλλον τους;

  • 14 Ιανουαρίου 2012, 00:57 | Γεράσιμος Κορρές

    1.»Οι ανωτέρω βαθμίδες αντιστοιχούν στις ακαδημαϊκές βαθμίδες, δηλαδή Καθηγητή, Αναπληρωτή Καθηγητή, Επίκουρου Καθηγητή.» Θα πρέπει να καταστεί σαφές αν μιλάμε για ουσιαστική εξίσωση (πχ. υπάρχει πρόνοια για μισθολογικά θέματα?) ή για απλή αντιστοίχηση όπως ισχύει μέχρι σήμερα.

    2.Τα ερευνητικά κέντρα ΕΑ, ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ, ΕΛΚΕΘΕ και ΕΚΚΕ είναι νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Σύμφωνα με το προσχέδιο, στα ίδια αυτά κέντρα οι υπάρχοντες ερευνητές θα υπογράψουν συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου? Ή μιλάμε για μετατροπή των κέντρων αυτών σε ΝΠΙΔ? Πως διασφαλίζεται κατά αυτόν τον τρόπο ο δημόσιος χαρακτήρας της έρευνας?

    3. Δεν γίνεται καμία αναφορά στα προσόντα που πρέπει να έχει ο ερευνητής στις αντίστοιχες βαθμίδες.

    4. Υπάρχει έντονη αοριστία σε σχέση με το μισθολογικό καθεστώς των ερευνητών. Θα ακολουθηθούν παρόμοιες διατάξεις με αυτές του ισχύοντα νόμου (άρθρο 38 ν.3205/2003) που ρυθμίζει σήμερα τους μισθούς τους, θα εξισωθούν μισθολογικά με τις αντίστοιχες βαθμίδες ΔΕΠ (πάγιο και εύλογο αίτημα της ερευνητικής κοινότητας) ή δεν θα ισχύσει κανένα από τα δύο αυτά σενάρια?

    5. Ο προσδιορισμός «Στην περίπτωση αυτή η προκήρυξη της θέσης είναι υποχρεωτική.» αναφέρεται και στις δύο βαθμίδες (Β και Γ)? Υπάρχει ασάφεια.

    6. «Το γνωστικό αντικείμενο της θέσης καθορίζεται στην προκήρυξη με βάση τις ανάγκες του ερευνητικού ινστιτούτου και το γνωστικό αντικείμενο του υποψηφίου που ζητά την εξέλιξη σε συνδυασμό με το συνολικό ερευνητικό έργο του όπως αυτό προβάλλεται στην αίτησή του.». Τι υπερισχύει από τα δύο? Ο επαναπροσδιορισμός του γνωστικού αντικειμένου της θέσης από το ινστιτούτο (ποιό θεσμικό όργανο άραγε αποφασίζει για αυτό?) μπορεί να οδηγήσει στην απομάκρυνση του ερευνητή (ειδικά αν κρίνεται από βαθμίδα Γ για κατάληψη θέσης βαθμίδας Β) όταν το γνωστικό του αντικείμενο δεν θα ταιριάζει με αυτό που θα καθορίσει πιθανά εκ νέου το ερευνητικό ινστιτούτο.

  • 13 Ιανουαρίου 2012, 10:59 | ΑΒ

    Ο ερευνητής Γ’ βαθμίδας προσλαμβάνεται με σχέση ΙΔΟΧ τεσσάρων (4) ετών. Δικαιούται να εξελιχθεί στην επόμενη βαθμίδα μετά από παρομονή έξι (6) ετών.

    Πώς διασφαλίζεται η παραμονή στη βαθμίδα τον πέμπτο και έκτο χρόνο;

    Ποιός και με ποιά διαδικασία αποφασίζει για την ανανέωση «για ίσο χρόνο έως μία φορά»;

  • 11 Ιανουαρίου 2012, 15:23 | ΧΚ

    [Δεν κατανοώ γιατί ο διαχειριστής δεν έχει αναρτήσει σχόλια που έχω καταθέσει από τις 5 Ιανουαρίου….
    επανέρχομαιλοιπόν και ελπίζω να δημοσιευτεί ατυήν την φορά το σχόλιο μου]

    Γράφετε: «Καταργείται ο θεσμός των Ε.Λ.Ε και δίνεται η δυνατότητα στους υπάρχοντες ΕΛΕ να κριθούν για τις βαθμίδες Β και Γ ερευνητή»

    με ποιο σκεπτικό δεν δίδεται την ίδια δυνατότητα στους εν ενεργεία Ερευνητές Δ’ βαθμίδος;
    (που πήγαν οι ερευνητές Δ’ βαθμίδος; δεν αναφέρονται πουθενά!!!)

    με ποιο σκεπτικό ζητάτε από την επιστημονική κοινότητα να συμφωνήσει σε νέο νομοσχέδιο χωρίς να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι τις μεταβατικές διατάξεις;

  • 11 Ιανουαρίου 2012, 13:17 | GP

    Αναφέρεται ρητά η κατάργηση της θέσης των ΕΛΕ και προβλέπεται η δυνατότητα εκλογής του σε θέσεις Ερευνητών Β ή Γ. Δεν αναφέρεται, όμως, η τύχη τους σε περίπτωση που ΔΕΝ εκλεγούν. Απολύονται?
    Σημειώστε ότι πρόκειται ουσιαστικά για 80 ανθρώπους σε όλα τα Ερευνητικά κέντρα. Ακόμα και αν απολυθούν όλοι το οικονομικό πρόβλημα δεν θα επιλυθεί.

  • 10 Ιανουαρίου 2012, 07:26 | A,K,

    Δεν γνωρίζω με ποιο τρόπο μπορεί να επιτευχθεί αλλά νομίζω ότι μεγάλο μερίδιο της καινοτομίας μπορεί να παραχθεί από ανθρώπους που εργάζονται σε παραγωγή (όχι στην εκπαίδευση) , οι οποίοι έχουν καταπληκτικές ιδέες αλλά δεν έχουν τα μέσα να τις υλοποιήσουν. Εδώ θα μπορούσε κάποιος κυβερνητικός οργανισμός να κάνει την αξιολόγηση , βοήθεια από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό και χρηματοδότηση.
    Δηλαδή ο ερευνητής και καινοτόμος δεν μπορεί να είναι μόνο υπάλληλος κάποιου ερευνητικού οργανισμού ή ακαδημαϊκός.

  • Προτείνω τη δημιουργία ενός νέου Ερευνητικού Κέντρου με αντικείμενο τον Χωρικό Προγραμματισμό και Σχεδιασμό. Τα Ινστιτούτα, υπαγόμενα σ’ αυτό το κέντρο, μπορούν να είναι α) Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής και β) Ινστιτούτο Πολεοδομίας και Αστικού Σχεδιασμού. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη στη χώρα μας από έρευνα στους παραπάνω τομείς κι αυτό το διαπιστώνει κάθε απλός πολίτης, χωρίς εξειδικευμένη γνώση του αντικειμένου. Βλέπετε τη χαμηλή ποιότητα των δημοσίων και ιδιωτικών κτηρίων, την απαράδεκτη κατάσταση των δημοσίων χώρων, το χαμηλό επίπεδο διαβίωσης στις πόλεις, την φθίνουσα αρχιτεκτονική κληρονομιά των ιστορικών και διατηρητέων οικισμών. Βλέπετε επίσης την χαμηλή απορροφητικότητα των ευρωπαϊκών κονδυλίων αναφορικά με τα παραπάνω θέματα και το ‘πάρτυ’ των πανεπιστημιακών με την τοπική αυτοδιοίκηση, όπου βαπτίζουν τις μελέτες ως έρευνες για να εισέλθουν στον χώρο των μελετών του δημοσίου, ένας χώρος στον οποίο δεν τους επιτρέπεται να δραστηριοποιούνται (αθέμιτος ανταγωνισμός με τους μελετητές εγγεγραμμένους στα μητρώα μελετητών του ΥΠΕΚΑ). Η έρευνα απουσιάζει παντελώς από τον χώρο που σας περιγράφω κι’ αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, την αναπόφευκτη επανάληψη των λαθών του παρελθόντος στον τρόπο χωρικής οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας. Ίσως με τη σημερινή κρίση να πρέπει να μας απασχολήσει περισσότερο το θέμα, καθώς παρατηρούμε τη ραγδαία υποβάθμιση τους ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.

    Εάν ενδιαφέρεσθε γι’ αυτό το μείζονος σημασίας θέμα, μπορώ να σας βοηθήσω στην προσπάθεια. Έχω συστήσει συλλογικούς φορείς στο παρελθόν. Η διδακτορική μου διατριβή είχε ως θέμα:

    Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΣΜΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

    Σε κάθε περίπτωση, θα το εκτιμούσα ιδιαίτερα εάν μου απαντούσατε με τις απόψεις σας.

    Τα στοιχεία μου είναι:
    Αναστασία Μιχ. Πάπαρη
    Διδάκτωρ Αρχιτέκτων Α.Π.Θ. –
    Πολεοδόμος Πανεπ. Λονδίνου U.C.L., M. Phil.,
    κιν.: 6979484159

  • Μέριμνα πρέπει να ληφθεί και για ‘προσωπικό’ των ΕΚ, το οποίο δεν είναι μόνιμο, αλλά ούτε και ανήκει στους φοιτητές. Τέτοιο είναι οι μεταδιδακτορικοί ερευνητές (ΜΕ). Οι συγκεκριμένοι (συχνά μαζί με τους υποψήφιους διδάκτορες), απασχολούνται πλήρως τόσο με το ερευνητικό έργο όσο και με το εκπαιδευτικό (διδασκαλία, επίβλεψη φοιτητών/εργασιών τους), συνήθως μάλιστα αμισθί (ανέκαθεν, πόσο μάλλον κατά την περίοδο της ‘κρίσης’). Δεδομένου ότι η συγκεκριμένη κατηγορία αποτελεί το ‘μέλλον’ του ερευνητικού και εκπαιδευτικού ιστού της χώρας και δεδομένου ότι (τουλάχιστον με το προϋπάρχον σύστημα μακρόχρονων διδαδικασιών διεξαγωγής των διδακτορικών διατριβών στην Ελλάδα) η μέση ηλικία των ‘νέων’ μεταδιδακτορικών ερευνητών είναι 30-40 χρόνια, απαιτείται η συγκεκριμένη πρόβλεψη απασχόλησης της κατηγορίας αυτής του προσωπικού, ώστε: 1) να αξιοποιείται συστηματικά μέρος έστω των διδακτόρων της χώρας και να σταματήσει η αθρόα μετανάστευση σε χώρες του αξωτερικού και άρα και η ολοένα αυξανόμενη αποδυνάμωση του ερευνητικού δυναμικού της Ελλάδας, 2) η επίσημη συμμετοχή των ΜΕ σε διαδικασίες επίβλεψης, διδασκαλίας, έρευνας στο ελληνικό πανεπιστήμιο, μια που έτσι κι αλλιώς η συμμετοχή του ενεργή, αλλά και για να αποδεικνύεται η επαγγελματική και ερευνητική του εμπειρία, κάτι που μέχρι σήμερα εκτεινόταν ως τα όρια των διαπροσωπικών σχέσεων με τα μέλη ΔΕΠ. Σε κάθε αντίθετη ή διαφορετική περίπτωση – όπως γινόταν μέχρι και σήμερα και ανεξάρτητα από την τρέχουσα ‘οικονομική κρίση’ – θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να αναλάβουν περισσότερες υποχρεώσεις οι εκλεγμένοι καθηγητές, να αυξήσουν το χρόνο απασχόλησής τους για την εκπαιδευτική και ερευνητική διαδιακασία και να εντείνουν τις προς αυτή την κατεύθυνση δραστηριότητές τους, κάτι που μέχρι και σήμερα δε γινόταν, δεδομένου του ‘επικουρικού’ έργου του πάσης φύσεως μη αναγνωρισμένου ‘προσωπικού’.

  • 5 Ιανουαρίου 2012, 19:28 | XK

    Α- Γράφετε «Καταργείται ο θεσμός των Ε.Λ.Ε και δίνεται η δυνατότητα στους υπάρχοντες ΕΛΕ να κριθούν για τις βαθμίδες Β και Γ ερευνητή». Γιατί δεν αναφέρετε και τους ερευνητές Δ’ βαθμίδος σε αυτήν την πρόταση;
    Με ποιο σκεπτικό θα δοθεί η δυνατότητα στους ΕΛΕ να κριθούν για βαθμίδες ερευνητού Β και Γ και όχι στους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ βαθμίδος;

    Β- Με δεδομένο ότι δεν προκηρύσσονται πια νέες θέσεις (και μάλλον θα καταργηθούν κάποιες), είναι παράλειψη το ότι λείπει η δυνατότητα δημιουργίας adjunct/self-funded/soft-money positions με ανάλογα ‘ιεραρχικά δικαιώματα’ με τους ερευνητές που πληρώνονται από τακτικό ΠΥ και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
    Κι αν κάποιος φέρει ανεξάρτητο grant (δεν αναφέρομαι σε υποτροφία) χωρίς να έχει ‘μόνιμη’ θέση γιατί να υπόκειται στην ‘εποπτεία’ άλλου ‘μόνιμου’ ερευνητή (όπως προτείνετε για τον Επισκέπτη Ερευνητή στο αρθρο 3) και όχι να χαίρει της ‘συνεργασίας’;

    [Ανεξάρτητα ηλικίας και θέσης, γιατί ο διδακτορικός υποψήφιος, ο μεταδιδάκτορας ή ο’επισκέπτης ερευνητής’ να πρέπει να κάνουν αυτασφάλιση και να κόβουν αποδείξεις (μπλοκάκι) σαν να είναι ‘επιχειρηματίες’ (με ολοένα και αυξανόμενες κρατήσεις) όπως συμβαίνει τώρα, και να μην έχουν την επιλογή μιας εξειδικευμένης σύμβασης ορισμένου χρόνου για την διάρκεια του προγράμματος στο οποίο απασχολούνται;)]

    Για να γίνουν τα ελληνικά ΕΚ (και ΑΕΙ) περισσότερο ελκυστικά και να μπουν στους διαύλους ‘κινητικότητας των ερευνητών’ πρέπει να βελτιώσουν δραματικά τις εργασιακές συνθήκες του ‘μετακινούμενου’ νέου προσωπικού.

    Γ- Γράφετε:
    «Μεταβατικές Διατάξεις
    Σε όλες τις περιπτώσεις αλλαγών σε ζητήματα που αφορούν το προσωπικό και τη λειτουργία των ερευνητικών κέντρων, θα προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις με στόχο την ομαλή μετάβαση στις νέες συνθήκες, οι οποίες θα τεθούν σε ξεχωριστή διαβούλευση.»

    Γιατί όμως «ξεχωριστή διαβούλευση» για αυτά τα ζητήματα; όπως και με τα ΔΕΠ ήδη κρατάτε στον ‘πάγο’ τις εξελίξεις ερευνητών.
    Με ποιο σκεπτικό προσκαλείτε να συζητήσουν και να αποδεχθούν οι εμπλεκόμενοι το νέο σχέδιο νόμου χωρίς να γνωρίζουν τις μεταβατικές διατάξεις; τι σχεδιασμό θα μπορέσουν να κάνουν έτσι οι ερευνητές και τα ιδρύματα για το μέλλον τους;