Άρθρο 18.- Προσωπικό Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων

1. Το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων τους συνδέεται με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας και διακρίνεται σε:
1.1. Ερευνητικό. Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από τους Ερευνητές.
1.1.1. Οι Ερευνητές είναι επιστήμονες, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, που εργάζονται για την παραγωγή ή βελτίωση γνώσεων και την εφαρμογή τους για την παραγωγή προϊόντων, διατάξεων (devices), διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων, ενώ μπορούν να παρέχουν και εκπαιδευτικό και διοικητικό έργο. Ανάλογα με το ερευνητικό έργο τους, τη διεθνή αναγνώρισή τους και τη συμβολή τους στην εκμετάλλευση των επιστημονικών και τεχνολογικών γνώσεων, οι ερευνητές κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες: Α`, Β` και Γ΄, οι οποίες είναι ανεξάρτητες και αυτοτελείς.
1.1.2. Τα ελάχιστα προσόντα που απαιτούνται για τον αρχικό διορισμό του ερευνητή σε κάθε βαθμίδα είναι τα εξής:
1.1.2.1. Για τη Γ` βαθμίδα («Εντεταλμένος Ερευνητής») απαιτείται ο ερευνητής να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να σχεδιάζει και να εκτελεί έργα ΕΤΑΚ, να κατανέμει τμήματα ή φάσεις του έργου σε άλλους ερευνητές και να τους καθοδηγεί ή επιβλέπει, να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου ή του Ερευνητικού Κέντρου.
1.1.2.2. Για τη Β` βαθμίδα («Κύριος Ερευνητής») απαιτείται ο ερευνητής να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να οργανώνει και να διευθύνει προγράμματα ΕΤΑΚ, να συντονίζει και να κατευθύνει την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη στα επί μέρους έργα του προγράμματος έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου ή του Ερευνητικού Κέντρου και να προωθεί πρωτοποριακές ιδέες στην επιστήμη και την τεχνολογία. Επίσης απαιτείται να έχει συμβάλλει αναγνωρισμένα από άλλους ερευνητές στην πρόοδο της ΕΤΑΚ.
1.1.2.3. Για την Α` βαθμίδα («Διευθυντής Ερευνών») απαιτείται ο ερευνητής να έχει αποδεδειγμένη ικανότητα να αναπτύσσει την έρευνα και τις εφαρμογές της σε νέους τομείς, να συντονίζει δραστηριότητες σε ευρύτερα πεδία ΕΤΑΚ, να συμβάλλει στη χάραξη ερευνητικής και τεχνολογικής πολιτικής και την ανάπτυξη ερευνητικών οργανισμών με την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων, να έχει αναγνωριστεί διεθνώς για τη συμβολή του στην πρόοδο της ΕΤΑΚ σε επιστημονικούς και τεχνολογικούς τομείς της ειδικότητας του και στη διάδοση και εφαρμογή της παραγόμενης από την έρευνα γνώσης, να έχει πλούσιο συγγραφικό έργο σε μονογραφίες ή πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους και σημαντικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας.
1.1.2.4. Οι Ερευνητές όλων των βαθμίδων απαιτείται να έχουν κάνει πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένα και είναι επιθυμητό να έχουν κατοχυρώσει διεθνή διπλώματα ευρεσιτεχνίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
1.1.2.5. Για κάθε βαθμίδα απαιτούνται και τα προσόντα όλων των προηγούμενων βαθμίδων. Εξειδίκευση των προσόντων και ιδιαίτερα σε σχέση με τη συμβολή του υποψηφίου στην διάδοση της νέας γνώσης και την αξιοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων, μπορεί να ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ερευνητικού Κέντρου.
1.1.3. Η εργασιακή σχέση του Ερευνητικού Κέντρου Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με τους Ερευνητές της Α΄ και Β` βαθμίδας είναι διάρκειας αορίστου χρόνου.
1.1.4. Το Ερευνητικό Προσωπικό, εφ’ όσον δεν συντρέχουν λόγοι παρουσίας του εκτός του Ερευνητικού Κέντρου στο πλαίσιο Ερευνητικής δραστηριότητας, οφείλει να παρευ¬ρί¬σκε-ται στους χώρους του Ερευνητικού Κέντρου κατ’ ελάχιστον είκοσι (20) ώρες εβδομαδιαίως κατανεμόμενες σε τουλάχιστον τέσσερις εργάσιμες ημέρες και να παρέχει τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του (ερευνητικές, επιστημονικές, τεχνικές, διοικητικές) για την υποστήριξη του ερευνητικού έργου του Ερευνητικού Κέντρου ή του Ινστιτούτου και να συνεργάζεται γι αυτό το σκοπό με το υπόλοιπο προσωπικό.
1.1.5. Για τις ανάγκες των ερευνητικών προγραμμάτων των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων τους μπορεί να απασχολείται ερευνητικό προσωπικό με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή χορηγίας (υποτροφία) με σύμβαση που συνάπτεται μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και πρόταση του Διευθυντή του Ινστιτούτου. Για την πρόσληψη και την υπηρεσιακή κατάστασή τους εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου και οι αποδοχές τους βαρύνουν τους ιδιωτικούς πόρους του Ερευνητικού Κέντρου ή πόρους προερχόμενους από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση ή εθνικούς πόρους στο πλαίσιο της Δημόσιας Εθνικής Χρηματοδότησης. Τα έξοδα μετακίνησής τους αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο Ερευνητικού Κέντρου κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή του Ινστιτούτου. Το ερευνητικό προσωπικό μπορεί να έχει τις ακόλουθες ιδιότητες:
1.1.5.1. Επισκέπτες Ερευνητές ημεδαπής ή αλλοδαπής, οι οποίοι προσλαμβάνονται με σκοπό την εκτέλεση προκαθορισμένου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερευνητικού Κέντρου ερευνητικού προγράμματος του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου του. Η σύμβασή τους είναι ορισμένου χρόνου εφ’ όσον οι δαπάνες τους καλύπτονται από ιδιωτικούς πόρους και πόρους προερχόμενους από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς και ορισμένου χρόνου, για χρονικό διάστημα έως δύο ετών, εφ’ όσον οι δαπάνες τους καλύπτονται από Δημόσια Εθνική Χρηματοδότηση, το οποίο μπορεί να παραταθεί για ένα χρόνο ακόμη μετά από σχετική απόφαση του ΓΓΕΤΚ. Οι αποδοχές και τα έξοδα μετακίνησης επιβαρύνουν το πρόγραμμα στο οποίο απασχολείται ο Επισκέπτης Ερευνητής.
1.1.5.2. Μεταδιδακτορικοί υπότροφοι, οι οποίοι συμμετέχουν στην εκτέλεση ερευνητικού έργου. Η διάρκεια, το είδος της σχέσης, το ύψος της υποτροφίας, οι υποχρεώσεις και όλα τα σχετικά θέματα καθορίζονται από τη σύμβαση μεταξύ του Χρηματοδοτικού Οργανισμού και του Ερευνητικού Κέντρου ή συμπληρωματικά από τον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου.
1.1.5.3. Μεταπτυχιακοί φοιτητές Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής ή λήψη μεταπτυχιακού διπλώματος, μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερευνητικού Κέντρου, ως Υπότροφοι Μεταπτυχιακοί Ερευνητές, δυνάμει συμβάσεως χορηγίας υποτροφίας, η οποία συνάπτεται μεταξύ του Ερευνητικού Κέντρου, του μεταπτυχιακού φοιτητή και της Μεταπτυχιακής Σχολής (ή του τομέα ή του αντιστοίχου Ιδρύματος Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, εάν δεν έχει ιδρυθεί Μεταπτυχιακή Σχολή) και μπορεί ν’ ανανεώνεται. Οι Υπότροφοι διέπονται κατά το χρόνο διάρκειας της σύμβασης από το καθεστώς ασφάλισης των φοιτητών των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, με την επιφύλαξη του δικαιώματος του Ερευνητικού Κέντρου ή του Ινστιτούτου να τους καλύπτει επιπρόσθετα ασφαλιστικά για την αντιμετώπιση ειδικών κινδύνων που γεννώνται κατά τη διαδικασία της ερευνητικής τους δραστηριότητας. Ο χρόνος Υποτροφίας εφόσον κατέληξε στη λήψη διδακτορικού διπλώματος λογίζεται, ως χρόνος προϋπηρεσίας σε περίπτωση διορισμού τους στο δημόσιο τομέα. Ως επιβλέπων του μεταπτυχιακού φοιτητή, σύμφωνα με την παράγραφο 4 περίπτωση α` του άρθρου 12 του ν. 2083/1992 (ΦΕΚ 159 Α`), μπορεί να ορίζεται Ερευνητής βαθμίδας Α`, Β`, Γ` του Ερευνητικού Κέντρου, ο οποίος συμμετέχει και ως μέλος της εξεταστικής επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 5 περιπτώσεις α` και β` του ίδιου άρθρου.
1.1.5.4. Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου [1.1.6.3] εφαρμόζονται αναλογικά και στις περιπτώσεις προπτυχιακών φοιτητών Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης που εκπονούν πτυχιακή ή διπλωματική ή άλλου είδους ερευνητική εργασία.
1.2. Τεχνικό Προσωπικό. Το Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων εκτελεί ειδικές επιστημονικές και τεχνικές εργασίες για την υποστήριξη της ΕΤΑΚ και την προσφορά υπηρεσιών προς τρίτους. Με τον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου το Τεχνικό Προσωπικό κατανέμεται σε κλάδους και καθορίζονται τα ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό του. Ανάλογα με τα προσόντα του, το Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων τους διακρίνεται σε:
1.2.1. Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος της ημεδαπής ή αλλοδαπής και εμπειρίας στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων.
1.2.2. Ειδικούς τεχνικούς επιστήμονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι πτυχίου Ιδρύματος Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ειδικών γνώσεων και εμπειρίας για την υποστήριξη της αντίστοιχης βαθμίδας. Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α, Β, Γ ανάλογα με την προσφορά τους, τα ειδικά τους προσόντα και λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια του άρθρου 29 του παρόντος νόμου. Η διαδικασία κατάταξής τους σε βαθμίδα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό.
1.2.3. Τεχνολόγους πτυχιούχους με εξειδίκευση και εμπειρία για την υποστήριξη της ΕΤΑΚ.
1.2.4. Τεχνικούς μέσης εκπαίδευσης απόφοιτους τεχνικού λυκείου ή τεχνικής σχολής μέσης εκπαίδευσης.
1.2.5. Λοιπό τεχνικό προσωπικό αποφοίτους στοιχειώδους εκπαίδευσης.
1.3. Διοικητικό, Βοηθητικό και Εποχικό Προσωπικό. Το Διοικητικό και Βοηθητικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων στελεχώνει υπηρεσίες διοικητικού και οικονομικού χαρακτήρα για την υποστήριξη της λειτουργίας τους και την εκτέλεση των προγραμμάτων. Το Διοικητικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων, που έχουν συσταθεί, ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου διέπεται από τις σχετικές διατάξεις του νομοθετικού πλαισίου σύστασής τους και τις αντίστοιχες διατάξεις που διέπουν εν γένει τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Το Τεχνικό Προσωπικό, πλην των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (που αξιολογούνται, όπως οι Ερευνητές), καθώς επίσης και το Διοικητικό και Βοηθητικό Προσωπικό αξιολογούνται κάθε δύο έτη σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου.
1.4. Για την κάλυψη έκτακτων και παροδικών αναγκών είναι δυνατή η πρόσληψη με σύμβαση ορισμένου χρόνου, ερευνητικού, τεχνικού και διοικητικού, προσωπικού, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις που ισχύουν για το προσωπικό αυτό.
2. Επιτρέπεται μετά από Απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων Ερευνητικών Κέντρων η σύναψη σύμβασης ορισμένου χρόνου για την απασχόληση Ερευνητικού, Τεχνικού, Διοικητικού, Βοηθητικού ή Εποχικού Προσωπικού ενός Ερευνητικού Κέντρου σε άλλο, με την συναίνεση του προσωπικού στο οποίο αφορά η σύμβαση και τους λοιπούς όρους που ορίζονται στη σύμβαση.
3. Οι αποδοχές από Εθνική Δημόσια Χρηματοδότηση των Ερευνητών βαθμίδων Α’, Β’, Γ’ που υπηρετούν στα Ερευνητικά Κέντρα και εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤΚ είναι ίσες προς τις εκάστοτε συνολικές αποδοχές της αντίστοιχης βαθμίδας του Καθηγητή των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Ο βασικός μηνιαίος μισθός των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων όλων των Βαθμίδων εξισώνεται μερικά με τον βασικό μισθό του Ερευνητή αντίστοιχης βαθμίδας κατά ποσοστό 90%.
4. Σε περίπτωση αποχώρησης ερευνητή για οποιοδήποτε λόγο ή κένωσης της οργανικής θέσης του, ο οποίος υπηρετεί σε Ερευνητικό Κέντρο που έχει νομική φύση δημοσίου δικαίου, η θέση δεν καταργείται, αλλά διατηρείται και μπορεί να καταλαμβάνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

  • 31 Δεκεμβρίου 2013, 11:44 | Αμαλία Φραγκίσκου

    Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες έχουν προβλεφθεί από τον νομοθέτη στο πλαίσιο μιας δομημένης ιεραρχικά λειτουργίας ενός ερευνητικού οργανισμού χωρίς χάσματα εξειδίκευσης, εμπειρίας και αρμοδιοτήτων. Πολλοί ήδη υπηρετούντες ΕΛΕ διαθέτουν μεταπτυχιακά διπλώματα αναγνωρισμένων Παν/μίων του εξωτερικού που αποκτήθηκαν σε εποχές που στην Ελλάδα δεν υπήρχαν οργανωμένες μεταπτυχιακές σπουδές. Συχνά οι ανάγκες των Ερευνητικών Κέντρων υπαγόρευσαν την ευρύτητα και την επιστημονική ευελιξία για την υλοποίηση ερευνητικών έργων και όχι την απόκτηση διδακτορικού τίτλου σπουδών. Οι ΕΛΕ έχουν αδιαμφισβήτητα συμβάλλει στο παραγόμενο ερευνητικό έργο των ΕΚ και αποτελούν όπως και οι ερευνητές ερευνητικό προσωπικό που προστατεύεται εμμέσως από το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος. Άλλωστε και η Ευρωπαϊκή Χάρτα του Ερευνητή λαµβάνει υπ’ όψη την πληθώρα ρόλων που αναλαµβάνουν οι ερευνητές τους οποίους και ορίζει ως «επαγγελµατίες που καταγίνονται µε τη σύλληψη της ιδέας ή τη δηµιουργία νέων γνώσεων, προϊόντων, διαδικασιών, µεθόδων και συστηµάτων και µε τη διαχείριση των αντιστοίχων έργων» και ζητά από τα κράτη-μέλη λήψη μέτρων «…καθιέρωσης και εφαρμογής νέων µηχανισµών εξέλιξης της σταδιοδροµίας των ερευνητών με εξασφάλιση πιο ευνοϊκών και πιο ορατών προοπτικών σταδιοδροµίας…».

    Ο καινούργιος νόμος πρέπει να προβλέψει την υπαγωγή των ΕΛΕ σε κατηγορία του ερευνητικού προσωπικού ή σε διακριτή κατηγορία Ειδικού Ερευνητικού προσωπικού. Επίσης για λόγους εύρυθμης λειτουργίας να διατηρήσει την πρόβλεψη της μη υποχρεωτικής κατοχής διδακτορικής διατριβής, εάν υπάρχει μεταπτυχιακή εξειδίκευση και ερευνητική εμπειρία. Πρέπει δηλαδή η επαγγελματική σταδιοδρομία και εξέλιξη να προκύπτει με σαφήνεια συνεκτιμώντας τα τυπικά προσόντα και το ερευνητικό έργο.

    Αμαλία Φραγκίσκου, ΕΛΕ Β’,
    ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

  • α . Στο 1.1 αναφέρει ότι το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από ερευνητές, ενώ στην συνέχεια προσθέτει και άλλες κατηγορίες :επισκέπτες ερευνητές, μεταδιδακτορικούς υποτρόφους και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Την ίδια στιγμή αποκλείει από το ερευνητικό προσωπικό τους λειτουργικούς επιστήμονες πού είναι κάτοχοι διδακτορικού και αυτούς πού έχουν καταταγεί σε βαθμίδες. Εισάγει έτσι ανισότητες και διακρίσεις μεταξύ εχόντων τα αυτά τυπικά προσόντα υποβαθμίζοντας κατηγορίες προσωπικού πού απασχολούνται στην έρευνα και παρέχουν ερευνητικό έργο.
    β. Στο 1.1.1 οι ερευνητές ορίζονται με διαφορετικό τρόπο από ό,τι στο άρθρο 2 παράγραφο 17. Στο άρθρο 18 ο ορισμός είναι στενός και αφορά το προσωπικό των ερευνητικών κέντρων μόνον. Ο ίδιος όρος χρησιμοποιείται επομένως εντός του σχεδίου νόμου με δύο διαφορετικές έννοιες και νοούμενα δημιουργώντας σύγχυση και παρανοήσεις στον αναγνώστη. Γεννώνται τα εξής ερωτήματα:
    ι) Για πόσα ερευνητικά κέντρα της χώρας ισχύει ο ορισμός του άρθρου 18
    πέραν των εποπτευομένων από την ΓΓΕΤΚ
    ιι) Μήπως ο ορισμός του άρθρου 2 αφορά όσους ερευνητικούς φορείς δεν συγκαταλέγονται στο πεδίο εφαρμογής του σχεδίου νόμου
    ιιι) Ποια είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των δύο ορισμών.
    Η τυχόν διατήρηση δύο ορισμών του ερευνητή θα οδηγούσε στην εγκαθίδρυση μεσω νέου νόμου ενός ερευνητικού συστήματος πολλών ταχυτήτων: ενός αυστηρού συστήματος το οποίο θα διέπεται από όλες τις προβλέψεις του παρόντος σχεδίου και ενός άλλου χαλαρού συστήματος μη υπαγόμενου μέν στο πεδίο εφαρμογής του σχεδίου, διεκδικούντος όμως μια θέση στον χώρο της έρευνας και κυρίως στο τομέα των χρηματοδοτήσεων έργων και προγραμμάτων.
    γ. Στο 1.1.2 η διατύπωση που υιοθετείται συναρτά την ερευνητική εργασία και με την εφαρμογή των γνώσεων εγκλωβίζοντάς την σε μία εν στενή έννοια αντίληψη περί έρευνας και περί σχέσης βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας.
    Πρόταση
    Στην υπάρχουσα διατύπωση πρέπει να προστεθεί «ή και την εφαρμογή της»
    δ. Στα απαιτούμενα προσόντα των ερευνητών και στις τρεις βαθμίδες γίνεται αναφορά σε «έργα», «προγράμματα» ή «πεδία» της ΕΤΑΚ τα οποία είναι και τα μόνα πού τεκμηριώνουν την ικανότητα του ερευνητή. Αλλά ποια θεωρούνται ως τέτοια και με ποιες διαδικασίες;
    Η διατύπωση στο 1.1.2.1 και επόμενα μπορεί να αποκλείει ερευνητικές δραστηριότητες πού δεν εντάσσονται εν στενή έννοια στην ΕΤΑΚ
    Πρόταση
    Τα περί ΕΤΑΚ να αποτελούν ένα από τα κριτήρια κρίσης των ερευνητών και όχι το κυρίαρχο
    Πρόταση
    Η παρ. 1.1. του άρθρου 18 του ΣΝ να τροποποιηθεί ως ακολούθως:
    1.1. Ερευνητικό. Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από τους Ερευνητές και το Ειδικό Ερευνητικό Προσωπικό (ή Ειδικούς Λειτουργικούς Ερευνητές)
    Η παράγραφος 1.1.3 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:
    1.1.3. Το Ειδικό Ερευνητικό Προσωπικό (ή οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες), είναι επιστήμονες, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της ημεδαπής ή της αλλοδαπής και διαθέτουν τουλάχιστον τριετή συνεχή ερευνητική εμπειρία σε ερευνητικό ίδρυμα της ημεδαπής ή αλλοδαπής, που εργάζονται για το σχεδιασμό και την εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων, ενώ δύνανται να παρέχουν εκπαιδευτικό και διδακτικό έργο.
    Η παράγραφος 1.1.4 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:
    1.1.4. Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α,Β,Γ ανάλογα με την προσφορά τους, τα ειδικά τους προσόντα, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια και τις διαδικασίες του άρθρου 29 του παρόντος νόμου. Η διαδικασία κατάταξης και τα κριτήρια επιλογής τους καθορίζονται από τον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου λαμβάνοντας υπόψη τις προϋποθέσεις και διαδικασίες της παρ. 1.1. του άρθρου 18 του παρόντος.
    Το εδάφιο 2 της παρ 3. του άρθρου 18 του παρόντος να τροποποιηθεί ως ακολούθως:
    Ο βασικός μηνιαίος μισθός του Ειδικού Ερευνητικού Προσωπικού (ή των Ειδικών Λειτουργικών Ερευνητών) αναλογεί σε ποσοστό 90% του βασικού μισθού του Ερευνητή αντίστοιχης βαθμίδας.

    Άρθρο 18 – Σχετικά με την κατάργηση της Δ΄ βαθμίδας ερευνητών δεν προβλέπεται τι θα γίνει με εκείνους που ήδη υπηρετούν σε αυτή τη βαθμίδα. Υπάρχει, βέβαια, σχετική μεταβατική διάταξη στο κεφάλαιο Ε΄, Άρθρο 38 παράγραφος 3, αλλά δεν είναι σαφές το πλαίσιο εξέλιξής τους καθώς στο συγκεκριμένο άρθρο γίνεται λόγος για αξιολόγηση χωρίς να διευκρινίζει τα όποια περαιτέρω (π.χ. ανοιχτή ή κλειστή προκήρυξη θέσης, γνωστικό αντικείμενο, κλπ.,). Πάντως, έτσι όπως είναι διατυπωμένο παραπέμπει σε μια κλειστή εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης επίσπευσης ένταξης στην επόμενη βαθμίδα καθώς καταργείται αυτόματα η Δ΄ βαθμίδα. Επίσης, στην ίδια μεταβατική διάταξη γίνεται λόγος για λύση σύμβασης με την πρώτη αξιολόγηση ενώ στον ν. 1514, δινόταν η ευκαιρία για επαν-υποβολή αιτήματος εξέλιξης μετά από ένα έτος. Εξάλλου, ως προς αυτό, υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη της εξέλιξης από την ερευνητική βαθμίδα Γ΄σε Β΄σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 9 όπου δίνεται η δυνατότητα να ζητήσουν για δεύτερη φορά και εκ’ νέου την προκήρυξη της θέσης τους μετά παρέλευση τριών ετών από την λήψη της απόφασης για την μη εξέλιξή τους. Προτείνεται να ισχύσει η ίδια δυνατότητα και από την Δ’ βαθμίδα στη Γ’.

    Σύλλογος Προσωπικού Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ)

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 18:38 | Dimitris Niarchos

    Σε αντιστοιχία με ΑΕΙ

    Οι ερευνητές των ΕΚ η αυτοτελών ερευνηττκών ινστιτούτων συνταξιοδοτούνται με την συμπλήρωση του εξηκοστού έβδομου έτους της ηλικίας τους η με τη συμπλήρωση 35ετίας. Ο ερευνητής μπορεί να παραμείνει και μετά τη συμπλήρωση 35ετίας εάν το επιθυμεί, μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου έτους της ηλικίας του .

    Ερευνητές που αποχωρούν λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, διατηρούν την ιδιότητα του μέλους της τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής υποψηφίων διδακτόρων και την ιδιότητα μέλους της επταμελούς εξεταστικής επιτροπής για τελική αξιολόγηση διδακτορικών διατριβών. Τις οποίες έχουν πριν την αποχώρησή τους. Διατηρούν επίσης τη θέση τους σε ΔΣ ΝΠΔΔ η σε κάθε είδους επιτροπές στις οποίες είχαν διορισθεί ως ερευνητές πριν την αποχώρησή τους, συνεχίζουν να συμμετέχουν σε όσα ερευνητικά προγράμματα συμμετείχαν πριν από αυτή. Τέλος μπορούν να παραδίδουν μεταπτυχιακά μαθήματα και να διδάσκουν σε ινστιτούτα δια βίου εκπαίδευσης.

    Το ΔΣ του ΕΚ η ο Δ/ντής του αυτοτελούς Ινστιτούτου απονέμει , ύστερα από πρόταση τουλάχιστον τριών (3) ερευνητών του οικείου ινστιτούτου, τον τίτλο του ομότιμου ερευνητή σε όσους ερευνητές Α’ βαθμίδας εξέρχονται της υπηρεσίας, συνεκτιμώντας το έργο και την πρόσφορά τους. Ο ίδιος τίτλος μπορεί να απονεμηθεί και σε ερευνητές η μέλη Δ.Ε.Π Πανεπιστημίων που έχουν διατελέσει διευθυντές η αναπληρωτές διευθυντές ερευνητικών κέντρων, ερευνητικών ινστιτούτων η και αυτοτελών ινστιτούτων. Με τον εσωτερικό κανονισμό του ερευνητικού φορέα καθορίζεται ο τρόπος συμμετοχής των ομότιμων ερευνητών στις ερευνητικές δραστηριότητες του φορέα.

    Με απόφαση του ΔΣ του ερευνητικού κέντρου, που λαμβάνεται με αυξημένη πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) του συνόλου των μελών του, η απόφαση του διευθυντή αυτοτελούς ινστιτούτου, κατά περίπτωση, μπορεί να απονεμηθεί η διάκριση του Επίτιμου Ερευνητή σε πρόσωπο που έχει διακεκριμένη συμβολή στην επιστημονική έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, ύστερα από πρόταση του διευθυντή του ερευνητικού κέντρου η τουλάχιστον δύο(2) μελών του ΔΣ του ερευνητικού κέντρου η του επιστημονικού γνωμοδοτικού συμβουλίου του αυτοτελούς ινστιτούτου αντίστοιχα.

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 16:21 | Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο ΕΚΚΕ

    Άρθρο 18: Σε ότι αφορά τους ΕΛΕ το ΕΓΣ θεωρεί ότι συμμετέχουν ισότιμα στο επιστημονικό έργο που παράγεται στα ΕΚ ως ερευνητές και υπεύθυνοι προγραμμάτων. Θα πρέπει επομένως να ενταχθούν στο ερευνητικό προσωπικό ως διακριτή κατηγορία.

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 13:18 | Χ. Χουσιάδας (Πρόεδρος ΕΕΑΕ)

    Σχόλιο (Α)
    Στο 1.2 και 1.4 ο όρος «Τεχνικό Προσωπικό» προτείνεται να αντικατασταθεί από τον όρο «Ειδικό Επιστημονικό – Τεχνικό Προσωπικό».

    Αιτιολόγηση σχολίου (Α)
    Η ένταξη των ΕΛΕ και των ειδικών τεχνικών επιστημόνων στο «τεχνικό προσωπικό» δεν δικαιολογείται δεδομένου ότι ταυτόχρονα περιγράφεται ότι το προσωπικό αυτό «εκτελεί ειδικές επιστημονικές και τεχνικές εργασίες». Επιπλέον, για τους ΕΛΕ ταυτόχρονα προβλέπεται η κατοχή διδακτορικού διπλώματος και η αξιολόγησή τους «όπως οι ερευνητές».
    Κατά συνέπεια προτείνεται ο χαρακτηρισμός της κατηγορίας αυτής ως «Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό Προσωπικό».

    Σχόλιο(Β)
    Στο 1.2.2 προτείνεται να προστεθεί «. . . στον Εσωτερικό Κανονισμό ή Οργανισμό».

    Αιτιολόγηση σχολίου (Β)
    Είναι τυπικά αναγκαία η συμπλήρωση «…στον Εσωτερικό Κανονισμό ή Οργανισμό» δεδομένου ότι υπάρχουν φορείς-δημόσιες υπηρεσίες, όπως η ΕΕΑΕ, όπου τα προσόντα και τα κριτήρια κατάταξης-εξέλιξης των ΕΛΕ περιγράφονται στο π.δ. του Οργανισμού (άρθρο 9, π.δ. 404/93, ΦΕΚ 173/Α).

    Σχόλιο(Γ)

    Στο 3 προτείνεται το κείμενο να γίνει ως εξής:
    . . . Ο βασικός μηνιαίος μισθός των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων όλων των Βαθμίδων εξισώνεται μερικά με τον βασικό μισθό του Ερευνητή αντίστοιχης βαθμίδας κατά ποσοστό 90%, και πλήρως, κατά ποσοστό 100%, όσον αφορά τα επιδόματα. Το μισθολογικό καθεστώς των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων της ΕΕΑΕ εξομοιώνεται πλήρως προς το καθεστώς των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων των Ερευνητικών Κέντρων.

    Αιτιολόγηση σχολίου (Γ)
    Εφόσον προσδιορίζεται ποσοστιαία αντιστοιχία μεταξύ των αποδοχών ΕΛΕ και ερευνητών όσον αφορά το βασικό μισθό, είναι απαραίτητο να προσδιορισθεί και η αντιστοιχία όσον αφορά τα επιδόματα. Προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη αναβάθμιση των ΕΛΕ, προτείνεται το ποσοστό αυτό να ανέλθει αστο 100% των αντίστοιχων επιδομάτων. Επίσης, δεδομένου ότι στην ΕΕΑΕ (η οποία δεν είναι Ερευνητικό Κέντρο) υπηρετούν ΕΛΕ, είναι απαραίτητο να προστεθεί το τελευταίο εδάφιο.

    Σχόλιο(Δ)

    Προτείνεται επιπλέον παράγραφος 5 ως εξής:

    5. Στον Τεχνολογικό Φορέα Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας συνιστώνται δέκα πέντε (15) οργανικές θέσεις Ειδικών Εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι εντάσσονται σε τρεις βαθμίδες, οι οποίες αντιστοιχούν στις τρεις βαθμίδες Ερευνητών του παρόντος άρθρου, όπως κάθε φορά ισχύει, και μισθολογικώς εξομοιώνονται πλήρως με τους Ερευνητές αυτούς. Οι Ειδικοί Εμπειρογνώμονες πρέπει να είναι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου. Τα ειδικότερα προσόντα εισαγωγής και εξέλιξης των Ειδικών Εμπειρογνωμόνων ρυθμίζονται με Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση του ΥΠΑΙΘ, με το οποίο τροποποιείται ο Οργανισμός της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (π.δ. 404/1993).
    5.1 Η πρόσληψη των Ειδικών Εμπειρογνωμόνων στην ΕΕΑΕ εξαιρείται από τις διατάξεις του Ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α), κατ’ αναλογία με ό,τι ισχύει κάθε φορά για την πρόσληψη του ερευνητικού προσωπικού των ερευνητικών κέντρων που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤΚ.
    5.2 Ως όριο ηλικίας για το διορισμό στις βαθμίδες των Ειδικών Εμπειρογνωμόνων στην ΕΕΑΕ νοείται το όριο ηλικίας που προβλέπεται από τις διατάξεις του π.δ. 404/1993 (173 Α΄), εφαρμοζομένων κατ’ αναλογία των διατάξεων που εκάστοτε ισχύουν για το διορισμό ερευνητικού προσωπικού στας ερευνητικά κέντρα που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤΚ.
    5.3 Οι οργανικές θέσεις των υπηρετούντων κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων στην ΕΕΑΕ μετατρέπονται σε προσωποπαγείς θέσεις Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων.
    5.4 Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες της ΕΕΑΕ μπορούν με αίτησή τους να κριθούν για τις θέσεις Ειδικών Εμπειρογνωμόνων. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης παραμένουν στη θέση τους και επανακρίνονται μετά από αίτηση τους, την οποία μπορούν να υποβάλλουν τουλάχιστον (2) δύο χρόνια μετά την ημερομηνία της αρχικής αρνητικής κρίσης.
    5.5 Στους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες και Ειδικούς Εμπειρογνώμονες που κατέχουν θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης ή προϊσταμένου Τμήματος οργανικής μονάδας της ΕΕΑΕ καταβάλλεται το επίδομα θέσης ευθύνης, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 18 του Ν. 4024/2011, όπως ισχύει.

    Αιτιολόγηση του σχολίου(Δ)

    Με την προτεινόμενη παράγραφο 5 ρυθμίζονται τα θέματα του ανώτερου στελεχιακού δυναμικού της Ε.Ε.Α.Ε. Λαμβάνοντας υπόψη την πολυμορφία και το εύρος των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων και την ευθύνη του ανώτερου στελεχιακού δυναμικού της Ε.Ε.Α.Ε., επαναλαμβάνονται οι ψηφισθείσες αλλά ουδέποτε εφαρμοσθείσες διατάξεις του άρθρου 53 του ν.3653/2008 για την έρευνα (λόγω της συνολικής αναστολής ισχύος του νόμου αυτού), με τις οποίες θεσπίζονται στην Ε.Ε.Α.Ε. εξειδικευμένες θέσεις με την ονομασία «ειδικοί εμπειρογνώμονες», που είναι εξελικτικά και μισθολογικά ισοδύναμες με τις αντίστοιχες των ερευνητών των ερευνητικών κέντρων. Επίσης, παρέχεται στους υπηρετούντες ειδικούς λειτουργικούς επιστήμονες (ΕΛΕ) της Ε.Ε.Α.Ε. η δυνατότητα να ανελιχθούν μέσω αυτών των αναβαθμισμένων θέσεων, λαμβάνοντας πρόνοια ώστε να μην προκληθεί αύξηση των οργανικών θέσεων του ανώτερου στελεχιακού δυναμικού, μέσω της μετατροπής σε προσωποπαγείς των σημερινές οργανικών θέσεων ΕΛΕ.

    Η παράγραφος 5.5 ρυθμίζει σαφώς το καθεστώς των στελεχών της ΕΕΑΕ που έχουν διευθυντικές ευθύνες, στα πλαίσια του ισχύοντος ενιαίου μισθολογίου, παρέχοντας τις απαραίτητες διασαφηνίσεις και καλύπτοντας κενά στο νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει σήμερα. Πράγματι, το Μέρος Β του ενιαίου μισθολογίου (ν.3205/2003), στο οποίο υπάγονται οι ειδικές κατηγορίες, όπως ερευνητές, ΕΛΕ κλπ., δεν προβλέπει ρητώς επίδομα θέσης ευθύνης για τις για την περίπτωση μιας δημόσιας υπηρεσίας, όπως η ΕΕΑΕ, όπου δεν υπάρχουν Διευθυντές Ινστιτούτων, αλλά προϊστάμενοι Διευθύνσεων και Τμημάτων. Προς άρση αυτού του κενού προτείνεται η καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης με βάση τις γενικές διατάξεις (Μέρος Α) του ενιαίου μισθολογίου, όπως σήμερα ισχύουν με βάση τον ν.4024/2011.

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 10:54 | Οι ΕΛΕ της ΕΕΑΕ

    Σχόλια για το Άρθρο 18 όπως διατυπώνονται από τους ΕΛΕ της ΕΕΑΕ

    Στον Οργανισμό της ΕΕΑΕ δεν προβλέπονται, θέσεις Ερευνητών. Οι ανάγκες της σε υψηλόβαθμο επιστημονικό προσωπικό καλύπτονται από 12 οργανικές θέσεις ΕΛΕ. Οι ΕΛΕ της ΕΕΑΕ είναι υψηλού επιστημονικού επιπέδου και κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Τα προσόντα που απαιτούνται για την ένταξή τους σε βαθμίδες καθώς και για τις προαγωγές τους είναι ίδια με αυτά των ερευνητών (οργανισμός ΕΕΑΕ). Σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες οι οποίες έχουν μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία, η ΕΕΑΕ είναι η αρμόδια αρχή για θέματα ραδιολογικής προστασίας, πυρηνικής ασφάλειας και διαχείρισης ραδιενεργών καταλοίπων στη χώρα. Απαιτεί εξειδικευμένους επιστήμονες υψηλού επιπέδου, οι οποίοι πρέπει να συμμετέχουν σε διεθνή και εθνικά ερευνητικά ή αναπτυξιακά προγράμματα, να εκπροσωπούν τη χώρα σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, να δημοσιεύουν ερευνητικές εργασίες σε διεθνή περιοδικά ενώ παράλληλα συντονίζουν και υλοποιούν το εξειδικευμένο, ελεγκτικό και ρυθμιστικό έργο της ΕΕΑΕ.

    Λαμβάνοντας υπόψη την πολυμορφία και το εύρος των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων και την ευθύνη του στελεχιακού δυναμικού της ΕΕΑΕ, καθώς και το γεγονός ότι η ΕΕΑΕ δεν είναι ερευνητικός φορέας, ο Νόμος 3653/2008 στο άρθρο 53, (ο οποίος αν και είχε τεθεί σε διαβούλευση και στη συνέχεια ψηφιστεί, δεν ίσχυσε ποτέ, με σκοπό να αντικατασταθεί συνολικά), προέβλεπε ορθώς στην ΕΕΑΕ την ίδρυση θέσεων «Ειδικών Εμπειρογνωμόνων», εξελικτικά και μισθολογικά ισοδύναμων με τις αντίστοιχες των ερευνητών. Είναι απαραίτητο να κατοχυρωθεί, και στο νόμο αυτό, η θέσπιση των θέσεων «Ειδικών Εμπειρογνωμόνων», και να δοθεί στους υπηρετούντες ΕΛΕ της ΕΕΑΕ η δυνατότητα να ανελιχθούν μέσω αυτών των αναβαθμισμένων θέσεων. Ταυτόχρονα προτείνεται οι σημερινές οργανικές θέσεις των ΕΛΕ να μετατραπούν σε προσωποπαγείς, ώστε να μην προκληθεί αύξηση των οργανικών θέσεων.

    Ας σημειωθεί πως, λόγω του ότι δεν προβλέπονται θέσεις ερευνητών στον Οργανισμό της ΕΕΑΕ, οι ΕΛΕ της δεν μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν καμία από τις διατάξεις νόμων που ίσχυσαν κατά το παρελθόν παρέχοντας τη δυνατότητα σε πολλούς από τους υπηρετούντες ΕΛΕ σε άλλους φορείς να διεκδικήσουν θέσεις Ερευνητών.

    Επίσης, δεδομένου ότι η ΕΕΑΕ είναι δομημένη σε Διευθύνσεις και όχι σε Ινστιτούτα, σύμφωνα με ερμηνεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, οι προϊστάμενοι (ΕΛΕ Α ή Β) των οργανικών της μονάδων (εκτός των Διοικητικών) δεν δικαιούνται επίδομα θέσης ευθύνης. Προτείνουμε στους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες (και Ειδικούς Εμπειρογνώμονες – εφόσον προβλεφθούν-) που κατέχουν θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης ή προϊσταμένου Τμήματος της ΕΕΑΕ να καταβάλλεται το επίδομα θέσης ευθύνης, όπως προβλέπεται στο ενιαίο μισθολόγιο.

    Διατάξεις που αφορούν την κατηγορία «Τεχνικό Προσωπικό» και ειδικότερα τους ΕΛΕ είναι συγκεχυμένες, ελλιπείς και χρήζουν αναδιατύπωσης. Ειδικότερα επισημαίνουμε τα εξής σημεία:
    1. η κατηγορία που εμπεριέχει του Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες (ΕΛΕ) και τους Ειδικούς Τεχνικούς Επιστήμονες ονομάζεται «Τεχνικό Προσωπικό». Εκτιμούμε πως η ονομασία «Επιστημονικό και Τεχνικό Προσωπικό» είναι πιο δόκιμη και ρεαλιστική (Άρθρο 18, παρ. 1.2.).
    2. οι διαδικασίες εξέλιξης των ΕΛΕ έχουν αναγραφεί στην παράγραφο που αφορά τους ειδικούς τεχνικούς επιστήμονες (Άρθρο 18, παρ. 1.2.1.).
    3. μισθολογικές προβλέψεις για τους ΕΛΕ αναφέρονται μόνο για το βασικό μισθό τους. Προτείνεται η πλήρης εξομοίωσή τους με τους ερευνητές όσον αφορά τα επιδόματα (Άρθρο 18, παρ.3).
    4. στις μεταβατικές διατάξεις, πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη και για τους υπηρετούντες ΕΛΕ Δ’ βαθμίδας (Άρθρο 38, παρ. 3).

    Θεωρούμε πως οι διατυπωθείσες προτάσεις είναι δίκαιες και δικαιολογημένες για τα στελέχη της ΕΕΑΕ που ανταποκρίνονται σε ολοένα αυξανόμενες και πιο σύνθετες επιστημονικές και επαγγελματικές απαιτήσεις. Είναι, επίσης, αναγκαίες για τη συνέχιση της εύρυθμης λειτουργίας και περαιτέρω ανάπτυξης της ΕΕΑΕ, στο πλαίσιο των διεθνών και εθνικών υποχρεώσεών της.

    Βασιλική Καμενοπούλου
    Κωνσταντίνος Ποτηριάδης
    Κωνσταντίνος Χουρδάκης
    Ευθύμιος Καραμπέτσος
    Ελευθερία Καρίνου
    Κωνσταντίνα Κεχαγιά
    Αντώνιος Μαλτέζος
    Αργυρώ Μποζιάρη
    Σωτήριος Οικονομίδης
    Σταυρούλα Βογιατζή
    Δημήτριος Μητράκος

    Το κείμενο προσυπογράφεται και από τον Σύλλογο Εργαζομένων της ΕΕΑΕ.

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 04:17 | Νίκος Κατσαρός

    Στην § 1 προσδιορίζεται κατά τρόπο ασαφή το εργασιακό καθεστώς του Προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων. Πρέπει να προσδιοριστεί ότι:
    Α. Στα Ερευνητικά Κέντρα που είναι ΝΠΙΔ, η εργασιακή σχέση των Ερευνητών και Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) βαθμίδων Α’ και Β’ είναι ΙΔΑΧ και αυτή της Γ’ βαθμίδας ΙΔΟΧ. Η εργασιακή σχέση του Τεχνικού και Διοικητικού Προσωπικού είναι ΙΔΑΧ ή ΙΔΟΧ.
    Β. Στα Ερευνητικά Κέντρα που είναι ΝΠΔΔ, οι Ερευνητές και ΕΛΕ βαθμίδων Α’ και Β’ είναι Μόνιμοι. Η εργασιακή σχέση των Ερευνητών και ΕΛΕ Γ’ βαθμίδας είναι Δημοσίου Δικαίου Ορισμένου Χρόνου. Το Τεχνικό και Διοικητικό Προσωπικό μπορεί να είναι μόνιμο ή να έχει εργασιακή σχέση ΙΔΑΧ

    Το εδάφιο 1.1.3 πρέπει ν’ απαλειφθεί εφόσον είναι ασαφές και καλύπτεται από τα προσδιορισθέντα εισαγωγικά στην § 1

    Η διάταξη του εδαφίου 1.1.4 είναι πολύ θετική καθότι (α) αναγνωρίζει ότι η ερευνητική δουλειά δέν περιορίζεται και επιτελείται αυστηρά σε συγκεκριμένο χώρο, (β) μειώνει τη γραφειοκρατία (απαλείφονται κάποιες τυπικες υπερβολές, π.χ. η αναγκαιότητα λήψης άδειας απουσίας για συμμετοχή σε μια ημερίδα εκτός εργασιακού χώρου ή για μια συνάντηση/συνεργασία στο διπλανό ΑΕΙ) και (γ) εξορθολογίζει το ωριαίο κόστος των Ερευνητών που δηλώνεται στα χρηματοδοτούμενα προγράμματα

    Στην § 1.2.1 προσδιορίζεται ότι οι ΕΛΕ είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος της ημεδαπής ή αλλοδαπής. Η διατύπωση αποκλείει από την κατηγορία ΕΛΕ πολλούς υπηρετούντες ή πιθανούς υποψήφιους με εξαιρετικά προσόντα οι οποίοι, για διάφορους λόγους δέν κατέστη δυνατό – ή δέν επιθυμούσαν – ν’ αποκτήσουν διδακτορικό δίπλωμα. Το τελευταίο δέν πρέπει να είναι υποχρεωτικό για ένταξη στην κατηγορία ΕΛΕ. Ένας καλός Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών θα έπρεπε να αρκεί ως τυπικό προσόν. Άλλωστε, από τους ΕΛΕ αναμένεται να κάνουν υψηλής ποιότητας επιστημονική και υποστηρικτική της Έρευνας δουλειά και όχι κατ’ ανάγκη Πρωτογενή Έρευνα

    Στο εδάφιο 1.3 πρέπει να δοθεί στο Τεχνικό Προσωπικό, πλην των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (που αξιολογούνται, όπως οι Ερευνητές), η δυνατότητα μισθολογικής εξέλιξης εκτός ενιαίου μισθολογίου. Η δυνατότητα αυτή θα λειτουργήσει ως κίνητρο για την αύξηση της αποδοτικότητάς του εν λόγω Προσωπικού, απαραίτητη στη λειτουργία και πρόοδο των Ερευνητικών Κέντρων. Πρέπει να προβλεφθεί κρίση ανά τριετία (με διαδικασία που θα διατυπωθεί στον εσωτερικό κανονισμό) και αντίστοιχη οικονομική εξέλιξη ώστε στο τέλος μιας επιτυχούς εργασιακής διαδρομής, οι καταληκτικές αποδοχές ενός Τεχνικού να ισούνται – για παράδειγμα – με το 90% των τελικών αποδοχών ενός Ερευνητή Β’

    Η § 3 αναδιατυπώνεται ως εξής:
    Η μισθοδοσία του Προσωπικού που υπηρετεί ως Μόνιμο ή με σχέση εργασίας ΙΔΑΧ στα Ερευνητικά Κέντρα που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤΚ, καλύπτεται υποχρεωτικά από τον Τακτικό Προϋπολογισμό. Οι αποδοχές των Ερευνητών βαθμίδων Α’, Β’, Γ’ είναι ίσες προς τις εκάστοτε συνολικές αποδοχές της αντίστοιχης βαθμίδας του Καθηγητή των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Ο βασικός μηνιαίος μισθός των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων όλων των Βαθμίδων εξισώνεται μερικά με τον βασικό μισθό του Ερευνητή αντίστοιχης βαθμίδας κατά ποσοστό 90%.

    Νίκος Κατσαρός, ΙΠΡΕΕΤΑ / ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 03:58 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ

    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
    ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»,
    15310 Αγία Παρασκευή Αττικής
    Τηλ: 210 6503556, fax: 210 6511767
    e-mail: mkonstan@bio.demokritos.gr
    http://www.demokritos.gr/sed

    1.1. Ερευνητικό. Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από τους Ερευνητές. Οι υπόλοιπες κατηγορίες που συμπεριλαμβάνονται σε αυτή την ενότητα θα πρέπει να οριστούν σε άλλη κατηγορία, ως πχ επιστημονικό προσωπικό.

    1.1.1. Προτείνουμε: Οι Ερευνητές είναι επιστήμονες, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, που εργάζονται για την δημιουργία ή βελτίωση γνώσεων, προϊόντων, διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων, ενώ μπορούν να παρέχουν και εκπαιδευτικό και διοικητικό έργο. Ανάλογα με το ερευνητικό έργο τους, τη διεθνή αναγνώρισή τους και τη συμβολή τους στην αξιοποίηση των επιστημονικών και τεχνολογικών γνώσεων, οι ερευνητές κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες: Α‘, Β‘ και Γ΄, οι οποίες είναι ανεξάρτητες και αυτοτελείς.

    1.1.2.1. Θετική η αντιστοίχιση των ερευνητικών Βαθμίδων (Γ’, Β’, Α’) με τις βαθμίδες των καθηγητών ΑΕΙ (Ν. 4009/2011, Άρθρο 16, παρ.1). Να υπάρξουν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους εν ενεργεία Ερευνητές τέταρτης (Δ’) βαθμίδας, αντίστοιχες με αυτές του Ν. 4009/2011 για τους Λέκτορες (Άρθρο 77, παρ. 5 εδάφιο β και γ).
    Με την κατάργηση της Δ’ βαθμίδας θα πρέπει να τροποποιηθούν και τα προσόντα για την Γ’ βαθμίδα.

    1.1.2.1. Προτείνουμε: Για τη Γ‘ βαθμίδα («Εντεταλμένος Ερευνητής») απαιτείται ο ερευνητής να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να σχεδιάζει και να εκτελεί έργα ΕΤΑΚ, να κατανέμει τμήματα ή φάσεις του έργου σε άλλους ερευνητές και να τους καθοδηγεί ή επιβλέπει, να αναζητεί οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου ή του Ερευνητικού Κέντρου. Επίσης απαιτείται να έχει κάνει πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους.

    Επιπλέον προτείνουμε κατά αντιστοιχία με τα ΑΕΙ τη δημιουργία ενδιάμεσης βαθμίδας όπως οι Μόνιμοι Επίκουροι.

    1.1.2.2. Προτείνουμε: Για τη Β’ βαθμίδα («Κύριος Ερευνητής») απαιτείται ο ερευνητής να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να οργανώνει και να διευθύνει προγράμματα ΕΤΑΚ, να συντονίζει και να κατευθύνει την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη στα επί μέρους έργα του ερευνητικού προγράμματος του Ινστιτούτου, να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου ή του Ερευνητικού Κέντρου και να προωθεί πρωτοποριακές ιδέες στην επιστήμη και την τεχνολογία. Επίσης απαιτείται να έχει κάνει πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους και να έχει προσφέρει στην πρόοδο της επιστήμης συμβολή αναγνωρισμένη από άλλους ερευνητές.

    1.1.2.3. Προτείνουμε: Για την Α‘ βαθμίδα («Διευθυντής Ερευνών») απαιτείται ο ερευνητής να έχει αποδεδειγμένη ικανότητα να αναπτύσσει την έρευνα και τις εφαρμογές της σε νέους τομείς, να συντονίζει δραστηριότητες σε ευρύτερα πεδία ΕΤΑΚ, να συμβάλλει στη χάραξη ερευνητικής ή τεχνολογικής πολιτικής με την προσέλκυση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων, να έχει αναγνωριστεί διεθνώς για τη συμβολή του στην πρόοδο της ΕΤΑΚ σε επιστημονικούς ή τεχνολογικούς τομείς της ειδικότητας του και στη διάδοση ή εφαρμογή της παραγόμενης από την έρευνα γνώσης, και να έχει πλούσιο συγγραφικό έργο σε μονογραφίες ή πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους ή σημαντικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας.

    1.1.2.4. Προτείνεται η διαγραφή του από τη στιγμή που περιλαμβάνεται στην περιγραφή των βαθμίδων.

    1.1.3. Να προστεθεί ότι οι Ερευνητές Α’ και Β’ βαθμίδας είναι μόνιμοι, κατά αντιστοιχία με τις αντίστοιχες βαθμίδες των Καθηγητών.

    1.1.4. Θετική η ρύθμιση η οποία παρέχει στους Ερευνητές όλα τα πλεονεκτήματα που παρέχει η σχετική ρύθμιση για τους καθηγητές ΑΕΙ, με βασικό πλεονέκτημα το διπλασιασμό του ωριαίου/μηνιαίου κόστους των Ερευνητών, κυρίως στα ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα, ώστε το μοναδιαίο κόστος των Ελλήνων ερευνητών να μη απέχει μακράν εκείνο των ευρωπαίων συνεργατών τους.

    1.1.5.1. Να τροποποιηθεί σε: Επισκέπτες Ερευνητές / Καθηγητές ΑΕΙ ημεδαπής ή αλλοδαπής, οι οποίοι προσλαμβάνονται με σκοπό την εκτέλεση προκαθορισμένου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερευνητικού Κέντρου ερευνητικού προγράμματος του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου του. Η σύμβασή τους είναι ορισμένου χρόνου εφ’ όσον οι δαπάνες τους καλύπτονται από ιδιωτικούς πόρους και πόρους προερχόμενους από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς και ορισμένου χρόνου, για χρονικό διάστημα έως δύο ετών, εφ’ όσον οι δαπάνες τους καλύπτονται από Δημόσια Εθνική Χρηματοδότηση, το οποίο μπορεί να παραταθεί για ένα χρόνο ακόμη μετά από σχετική απόφαση του ΓΓΕΤΚ. Οι αποδοχές και τα έξοδα μετακίνησης επιβαρύνουν το πρόγραμμα στο οποίο απασχολείται ο Επισκέπτης Ερευνητής/ Καθηγητής ΑΕΙ. Το συγκεκριμένο επιστημονικό προσωπικό δεν συμμετέχει στα όργανα διοίκησης του ΕΚ ή του Ινστιτούτου.

    1.1.5.2. Μεταδιδακτορικοί υπότροφοι, οι οποίοι συμμετέχουν στην εκτέλεση ερευνητικού έργου. Η διάρκεια, το είδος της σχέσης, το ύψος της υποτροφίας, οι υποχρεώσεις και όλα τα σχετικά θέματα καθορίζονται από τη σύμβαση μεταξύ του Χρηματοδοτικού Οργανισμού και του Ερευνητικού Κέντρου ή συμπληρωματικά από τον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου. Η συνολική διάρκεια της υποτροφίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο χρόνια, με δυνατότητα ανανέωσης για άλλα δυο χρόνια με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερευνητικού Κέντρου. Ο χρόνος Υποτροφίας λογίζεται, ως χρόνος προϋπηρεσίας σε περίπτωση διορισμού τους στο δημόσιο τομέα.

    1.1.5.3 Η τελευταία πρόταση της Παραγράφου μας επιστρέφει στο παρελθόν και θα πρέπει να απαλειφθεί.

    1.2. Τεχνικό Προσωπικό. Το Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων εκτελεί ειδικές επιστημονικές και τεχνικές εργασίες για την υποστήριξη της ΕΤΑΚ και την προσφορά υπηρεσιών προς τρίτους. Με τον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου το Τεχνικό Προσωπικό κατανέμεται σε κλάδους και καθορίζονται τα ειδικότερα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό του. Ανάλογα με τα προσόντα του, το Τεχνικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων τους διακρίνεται σε:

    1.2.1. Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της ημεδαπής ή αλλοδαπής και εμπειρίας στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων. Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α’, Β’, Γ’ ανάλογα με την προσφορά τους, τα ειδικά τους προσόντα και λαμβάνοντας υπόψη μέρος των κριτηρίων του άρθρου 29 του παρόντος νόμου. Η διαδικασία κατάταξής τους σε βαθμίδα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό.

    1.2.2. Ειδικούς τεχνικούς επιστήμονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι πτυχίου ΑΕΙ, ειδικών γνώσεων και εμπειρίας σε θέματα υποδομής και υποστήριξης της ΕΤΑΚ.
    Οι Ειδικοί Τεχνικοί Επιστήμονες αξιολογούνται κάθε δύο έτη σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου.

    1.3. Διοικητικό, Βοηθητικό και Εποχικό Προσωπικό. Το Διοικητικό και Βοηθητικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων στελεχώνει υπηρεσίες διοικητικού και οικονομικού χαρακτήρα για την υποστήριξη της λειτουργίας τους και την εκτέλεση των προγραμμάτων. Το Διοικητικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων, που έχουν συσταθεί ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, διέπεται από τις σχετικές διατάξεις του νομοθετικού πλαισίου σύστασής τους και τις αντίστοιχες διατάξεις που διέπουν εν γένει τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Το Τεχνικό Προσωπικό, πλην των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων, καθώς επίσης και το Διοικητικό και Βοηθητικό Προσωπικό αξιολογούνται κάθε δύο έτη σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ερευνητικού Κέντρου.

    3. Θετική η διάταξη αλλά και στο Ν1514/1985 (άρθρο 18) προβλεπόταν η εξίσωση του βασικού μισθού Ερευνητών και Καθηγητών Α.Ε.Ι. και δεν εφαρμόστηκε δυστυχώς ποτέ. Η διατύπωση θα πρέπει να γίνει σαφέστερη ώστε να επιτευχθεί αυτό που επαγγέλλεται:
    O βασικός μισθός και η πάγια μηνιαία αποζημίωση κάθε ερευνητικής βαθμίδας ισούται με αυτούς της αντίστοιχης βαθμίδας ΑΕΙ. Το ειδικό ερευνητικό επίδομα των ερευνητικών βαθμίδων ισούται με το άθροισμα του ειδικού ερευνητικού επιδόματος και του διδακτικής προετοιμασίας επιδόματος των αντίστοιχων βαθμίδων ΑΕΙ. Σε κάθε περίπτωση το σύνολο των αποδοχών προερχόμενων από Εθνική Δημόσια Χρηματοδότηση των Ερευνητών βαθμίδων Α’, Β’, Γ’ που υπηρετούν στα Ερευνητικά Κέντρα και εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤΚ είναι ίσες προς τις εκάστοτε συνολικές αποδοχές της αντίστοιχης βαθμίδας του Καθηγητή των ΑΕΙ.

    4. Θετική διάταξη.

    Επιπλέον προτείνουμε να προστεθούν και τα ακόλουθα άρθρα:

    • Οι ερευνητές των ερευνητικών κέντρων ή ερευνητικών ινστιτούτων συνταξιοδοτούνται με τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου έτους της ηλικίας τους, ή με τη συμπλήρωση 35ετίας. Ο ερευνητής μπορεί να παραμείνει και μετά τη συμπλήρωση 35ετίας εάν το επιθυμεί, μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου έτους της ηλικίας του.

    • Ερευνητές, που αποχωρούν λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, διατηρούν την ιδιότητα του μέλους τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής υποψηφίων διδακτόρων και την ιδιότητα μέλους επταμελούς εξεταστικής επιτροπής για τελική αξιολόγηση διδακτορικών διατριβών, τις οποίες έχουν πριν από την αποχώρησή τους. Διατηρούν επίσης τη θέση τους σε κάθε είδους επιτροπές στις οποίες είχαν διοριστεί ως ερευνητές πριν από την αποχώρησή τους και συνεχίζουν να συμμετέχουν σε όσα ερευνητικά προγράμματα συμμετείχαν πριν από αυτή. Τέλος μπορούν να παραδίδουν μεταπτυχιακά μαθήματα και να διδάσκουν σε ινστιτούτα δια βίου εκπαίδευσης.

    • Το διοικητικό συμβούλιο του ερευνητικού κέντρου απονέμει, ύστερα από πρόταση του ΕΣΙ και εισήγηση του διευθυντή του οικείου ινστιτούτου, τον τίτλο του ομότιμου ερευνητή σε όσους ερευνητές Α΄ βαθμίδας εξέρχονται της υπηρεσίας, συνεκτιμώντας το έργο και την προσφορά τους. Με τον εσωτερικό κανονισμό του ερευνητικού φορέα καθορίζεται ο τρόπος συμμετοχής των ομότιμων ερευνητών στις ερευνητικές δραστηριότητες του ινστιτούτου.

  • 30 Δεκεμβρίου 2013, 02:46 | Σύλλογος Ερευνητών ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. (ΣΕΕ)

    Αρθρο 18: Προσωπικό ΕΚ και Ινστιτούτων

    • Ο ΣΕΕ δεν διαφωνεί με την ύπαρξη τριών βαθμίδων ερευνητών, Α, Β και Γ, σε πλήρη αντιστοιχία με τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ σύμφωνα με το ν. 4009/2011, ωστόσο η κατάργηση της Δ’ ερευνητικής βαθμίδας δεν συνοδεύεται με διαφοροποίηση των κριτηρίων της Γ’ βαθμίδας η οποία είναι πλέον η εισαγωγική (δείγμα της προχειρότητας στην συγγραφή του νόμου) με αποτέλεσμα να ζητείται από τους νεοπροσλαμβανόμενους ερευνητές να διαθέτουν εμπειρία στον σχεδιασμό και την εκτέλεση έργων ΕΤΑΚ.

    • Η κατάταξη των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) στο τεχνικό προσωπικό βρίσκεται σε προφανή αναντιστοιχίαμε την μέχρι τώρα συνεισφορά τουςστο ερευνητικό έργο των Ινστιτούτων. Προτείνεται να διατηρηθεί η υπάρχουσα εκλογή και η κατάταξή τους σε βαθμίδες καθώς και η αξιολόγησή τους σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης των Ερευνητών. Επίσης προτείνεται η διατήρηση τους στο ερευνητικό προσωπικό των Ινστιτούτων.

    • Στα ελάχιστα θετικά του νόμου είναι ο διπλασιασμός του ωριαίου κόστους του ερευνητή, γεγονός που αναμένεται να διευκολύνει την απορροφητικότητα των ερευνητικών πόρων καθώς και διατήρηση των κενών οργανικών θέσεων του ερευνητικού προσωπικού.

    • Οι ερευνητές Α’ και Β’ βαθμίδας στα ΝΠΔΔ να κατέχουν θέσεις μόνιμου προσωπικού ενώ στα ΝΠΙΔ η εργασιακή τους σχέση να είναι διάρκειας αορίστου χρόνου.

    • Στα ελάχιστα προσόντα για την Α’ βαθμίδα να μην είναι απαραίτητα τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Στη σχετική παράγραφο 1.1.2.3 να απαλειφθεί η φράση «και σημαντικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας»

  • ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – http://www.eee-researchers.gr

    Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:

    Άρθρο 18.- Προσωπικό Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων

    Στο παρόν άρθρο έχουν γίνει εμβόλιμες προσθήκες και διαγραφές χωρίς να έχουν γίνει οι απαραίτητες αναπροσαρμογές στο υπόλοιπο ν/σ. Ιδιαίτερα θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η κατάργηση της Δ’ βαθμίδας έγινε χωρίς σχετική αναπροσαρμογή των προσόντων των τριών νέων βαθμίδων.

    Επίσης θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για άμεση ανανέωση του υπάρχοντος ερευνητικού δυναμικού, σε όλα τα ΕΚ. Η ΕΕΕ θεωρεί το σημείο αυτό ιδιαίτερα κρίσιμο για την αντιμετώπιση του brain drain που μαστίζει τη χώρα μας αυτήν την περίοδο.

    Στο παρόν Άρθρο, θετικές κρίνονται οι ρυθμίσεις που αφορούν:
    – Στην αντιστοίχιση των Ερευνητικών Βαθμίδων με αυτές των Καθηγητών ΑΕΙ.
    – Στο διπλασιασμό του ωριαίου κόστους του Ερευνητή που αποτελεί σημαντική συμβολή στη μεθοδολογία διαχείρισης των ερευνητικών προγραμμάτων στο βαθμό που «διορθώνει» το ωριαίο κόστος του Ερευνητή.
    – Στη μη κατάργηση των κενών οργανικών θέσεων των Ερευνητών στα ΝΠΔΔ ΕΚ, η οποία όμως θα πρέπει να επεκταθεί αναλόγως και για τα ΝΠΙΔ ΕΚ.
    – Στην εναρμόνιση της αξιολόγησης των ερευνητών και των καθηγητών πρώτης βαθμίδας.

    Πρόταση της ΕΕΕ:

     Η περιγραφή του προσωπικού των ΕΚ/Ι χρήζει αναμόρφωσης (βλ. Άρθρο 2 του παρόντος ν/σ).

     Επειδή οι Ερευνητές δεν μπορούν να είναι ταυτόχρονα και επιχειρηματίες, ο ορισμός του Ερευνητή να αλλάξει ως εξής: «Οι Ερευνητές είναι επιστήμονες, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, που εργάζονται για την δημιουργία ή βελτίωση γνώσεων, προϊόντων, διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων, ενώ μπορούν να παρέχουν και εκπαιδευτικό και διοικητικό έργο. Ανάλογα με το ερευνητικό έργο τους, τη διεθνή αναγνώρισή τους και τη συμβολή τους στην αξιοποίηση των επιστημονικών και τεχνολογικών γνώσεων, οι Ερευνητές κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες: Α’, Β’ και Γ’».

     Ενώ στην παρ. 1.1.3. αναφέρεται ότι «Η εργασιακή σχέση του Ερευνητικού Κέντρου Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με τους Ερευνητές της Α’ και Β’ βαθμίδας είναι διάρκειας αορίστου χρόνου», δεν γίνεται αντίστοιχη πρόβλεψη για τους Ερευνητές των βαθμίδων αυτών στα ΝΠΔΔ ΕΚ. Να προστεθεί: «Η εργασιακή σχέση του Ερευνητικού Κέντρου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με τους Ερευνητές της Α’ και Β’ βαθμίδας είναι μόνιμη).

     Τα προσόντα του Ερευνητή Γ’ βαθμίδας, χρήζουν αναμόρφωσης, καθώς δεν θα υπάρχει πια Δ’ βαθμίδα.

     Να προστεθεί: Οι ερευνητές Γ’ βαθμίδας οι οποίοι δεν θα προαχθούν στη Β’ βαθμίδα δικαιούνται μόνιμη θέση (ΝΠΔΔ) ή αορίστου χρόνου (από ΝΠΙΔ) στο ελληνικό δημόσιο (κατά τα προβλεπόμενα στο Ν. 1514).

     Η εξέλιξη σε ερευνητικές βαθμίδες να προβλεφθεί σε χρόνους αντίστοιχους με αυτούς των αντίστοιχων βαθμίδων των καθηγητών ΑΕΙ (Ν. 4009/2011, Άρθρο 18, παρ. 3), δηλ. «μετά από παραμονή έξι ετών για την τρίτη (Γ’) βαθμίδα Ερευνητή και τεσσάρων ετών για τη δεύτερη (Β’) βαθμίδα».

     Η τελευταία πρόταση της Παρ. 1.1.5.3 μας επιστρέφει στο παρελθόν και θα πρέπει να απαλειφθεί (Ως επιβλέπων του μεταπτυχιακού φοιτητή, σύμφωνα με την παράγραφο 4 περίπτωση α` του άρθρου 12 του ν. 2083/1992 (ΦΕΚ 159 Α`), μπορεί να ορίζεται Ερευνητής βαθμίδας Α`, Β`, Γ` του Ερευνητικού Κέντρου, ο οποίος συμμετέχει και ως μέλος της εξεταστικής επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 5 περιπτώσεις α` και β` του ίδιου άρθρου).

     Οι ΕΛΕ να είναι κάτοχοι διδακτορικού, ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, ή μεταπτυχιακής εξειδίκευσης. Η ένταξη/προαγωγή τους σε βαθμίδα ΕΛΕ να γίνεται με κρίση.

    Η εξίσωση των αποδοχών των Ερευνητών με τις συνολικές αποδοχές της αντίστοιχης βαθμίδας του Καθηγητή ΑΕΙ, γράφεται στο παρόν Άρθρο με καλή πρόθεση, καθώς αποσκοπεί στο να εξισώσει τις αμοιβές των Καθηγητών ΑΕΙ και των Ερευνητών που έχουν όμοια προσόντα και όμοιες διαδικασίες ένταξης και προαγωγής τους σε αντίστοιχες βαθμίδες.
    Ως προς το θέμα αυτό, η ΕΕΕ προτείνει να εφαρμοστεί τουλάχιστον η σχετική ρύθμιση του Ν. 1514/1985, για λόγους ισονομίας.

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 23:54 | Σύλλογος Ερευνητών /ΕΛΕ Ε.Κ. «Αθηνά»

    Άρθρο 18.- Προσωπικό Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων

    • Παρ. 1.1.1: Είναι σαφές ότι η διάκριση σε 3 βαθμίδες των Ερευνητών ακολουθεί την αντίστοιχη κλίμακα των μελών ΔΕΠ, η οποία και κρίνεται θετική. Είναι απαραίτητο, ωστόσο, να υπάρξουν, μεταβατικές διατάξεις για τους υπάρχοντες Ερευνητές Δ’ βαθμίδας.

    • Παρ. 1.1.2.4: Για τις ευρεσιτεχνίες, καλό θα ήταν να προστεθεί (πέραν του υπάρχοντος «είναι επιθυμητό») και «εφόσον το επιτρέπει ο γνωστικός/επιστημονικός τομέας».

    • Παρ. 1.1.2.5: Ίσως να προστεθεί ότι η εξειδίκευση των προσόντων που ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας τίθεται εν ισχύ μόνο αν ο κανονισμός είναι εγκεκριμένος.

    • Παρ. 1.2.1: Θεωρείται πολύ αρνητικό το ότι οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σύμφωνα με το σχέδιο νόμου στο Τεχνικό Προσωπικό ενώ μέχρι τώρα λειτουργούσαν σε κάποια Κέντρα ως Ερευνητές και σε άλλα και ως Τεχνικό προσωπικό. Άρα πρέπει να καθοριστούν επακριβώς οι διαδικασίες εκλογής / εξέλιξης και οι αρμοδιότητες των ΕΛΕ. Υπάρχουν όμως αρκετές ασάφειες στο σχέδιο νόμου ως προς τον ρόλο τους: ενώ θεωρούνται τεχνικό προσωπικό, κατατάσσονται σε βαθμίδες Α’, Β’ και Γ’ (παρ. 1.2.2), αξιολογούνται όπως οι ερευνητές (παρ. 1.3 με παραπομπή στο άρθρο 29), και απαιτείται να έχουν διδακτορικό. Επίσης, δεν υπάρχει σαφής αναφορά στη διαδικασία εξέλιξής τους. Η προτάσεις μας είναι:
    o για τους υπάρχοντες ΕΛΕ που πληρούν τα κριτήρια του νόμου, να δοθεί η μετά από αξιολόγηση δυνατότητα εκλογής τους σε θέση Ερευνητή Α’, Β’ ή Γ’ βαθμίδας ανάλογα με τα προσόντα τους.
    o Ανάλογη πρόβλεψη να υπάρξει και για ΕΛΕ που θα αποκτήσουν διδακτορικό δίπλωμα σε επόμενη φάση.
    o Τέλος, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις για τους υπάρχοντες ΕΛΕ που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για εκλογή σε βαθμίδα ερευνητή (π.χ. προσωποπαγείς θέσεις).

    • Παρ. 1.2.2: Η πρώτη πρόταση μιλά για Ειδικούς τεχνικούς επιστήμονες κατατασσόμενους σε βαθμίδες, ενώ η δεύτερη πρόταση αναφέρεται στους ΕΛΕ.

    • Παρ. 3: Δεν είναι ξεκάθαρο ποιός είναι ο μισθός του ερευνητή (αν απασχολείται αποκλειστικά στο ΕΚ και αν διδάσκει παράλληλα σε ΑΕΙ). Η δεύτερη πρόταση αναφέρεται σε «βασικό μισθό» ερευνητή και ΕΛΕ, ενώ η πρώτη αναφέρεται σε συνολικές αποδοχές (όπου υπάρχει και το διδακτικό επίδομα για τα ΔΕΠ). Οι διευκρινήσεις είναι απαραίτητες. Για όλους τους λόγους που αναφέρονται στα πρώτα άρθρα περί ανάπτυξης της έρευνας και έντασης της γνώσης, το σύνολο των αποδοχών των ερευνητών και ΕΛΕ θα πρέπει να είναι διαθέσιμο από την Εθνική Δημόσια Χρηματοδότηση, είτε αυτοί υπηρετούν σε ΝΠΔΔ είτε σε ΝΠΙΔ. Ειδικά με την αλλαγή του ωριαίου κόστους (20 ώρες), θα ενταθεί το φαινόμενο των αποδοχών και έργων δύο ταχυτήτων για λόγους που έχουν αναλυθεί πολλές φορές.

    • Παρ. 4: Δεν υπάρχει (σε όλο το σχέδιο νόμου) κάποια πρόνοια για τη διαδικασία πρόσληψης νέων ερευνητών (αυτόβουλα τα Ε.Κ.; Εισήγηση στη ΓΓΕΤ; Έγκριση πίστωσης; Πώς;) Συνδέεται και με τα θέματα χρηματοδότησης.

    Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών/ΕΛΕ του ΕΚ «Αθηνά»

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 22:14 | Σύλλογος Προσωπικού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

    Άρθρο 18 – Προσωπικό Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων

    Δεν διευκρινίζονται επακριβώς οι απαραίτητοι τίτλοι σπουδών του προσωπικού (διδακτορικό ημεδαπής, αλλοδαπής, διαδικασία ισοτιμίας κ.λπ.).

    Παράγραφος 1.1.2.1.
    Με την απαλοιφή της Δ΄ βαθμίδας των ερευνητών (με την οποία συμφωνούμε), θα πρέπει όμως παράλληλα να αναμορφωθούν και τα απαιτούμενα προσόντα για την πρόσληψη ερευνητών Γ΄ βαθμίδας, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Τα ελάχιστα προσόντα που απαιτούνται για τον αρχικό διορισμό του ερευνητή Γ΄ βαθμίδας και αναφέρονται στο ν/σ δεν είναι δυνατόν, ή είναι εξαιρετικά δύσκολο, να αποκτηθούν έξω από ένα Ερευνητικό Κέντρο. Θα πρέπει δηλαδή να γίνει ένας συγκερασμός των ελαχίστων προσόντων που προβλέπονταν από τον προηγούμενο νόμο για την πρώην Δ΄ βαθμίδα και των προσόντων για την Γ΄ βαθμίδα.

    Παράγραφος 1.2.1.
    Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες να είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ή μεταπτυχιακής εξειδίκευσης (για τη Β΄ βαθμίδα) και διδακτορικού διπλώματος (για την Α΄ βαθμίδα).

    Παράγραφος 1.2.2.
    Οι ΕΤΕ δεν υποστηρίζουν ερευνητές άρα η φράση «για την υποστήριξη αντίστοιχης βαθμίδας» πρέπει να απαλειφθεί. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1.2.2 θα πρέπει να μεταφερθεί στην παράγραφο 1.2.1, καθώς αυτό αφορά τους ΕΛΕ.
    Η γενική αναφορά στα κριτήρια του άρθρου 29, χωρίς να προβλέπεται συγκεκριμένη σχετική διαδικασία (αλλά αναφορά στον Εσωτερικό Κανονισμό), μάλλον δημιουργεί περιπλοκή. Είναι σαφέστερη η ισχύουσα διάταξη του 2ου εδαφίου του άρθρου 3 περ. α΄ του Ν. 1514/1985, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 4§2 του Ν. 2919/2001.
    Προτείνεται να προστεθεί στην παράγραφο 1.2.1 τελευταίο εδάφιο με το εξής περιεχόμενο:
    «Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες των ερευνητικών φορέων επιλέγονται, προσλαμβάνονται και εξελίσσονται, όπως και οι ερευνητές των φορέων αυτών με ανάλογη εφαρμογή των σχετικών για τους ερευνητές διατάξεων».
    Η κατάταξη των ΕΛΕ σε βαθμίδες πρέπει να γίνεται με κρίση από επιτροπή (όπως γίνεται έως τώρα) και όχι βάσει του Εσωτερικού Κανονισμού, και συνεπώς με μεγάλη πιθανότητα τα κριτήρια κατάταξης να ποικίλλουν μεταξύ των Ερευνητικών Κέντρων. Η κρίση των ΕΛΕ από επιτροπή ενισχύει και επικυρώνει την επιστημονική τους δραστηριότητα και δεν τους περιορίζει σε μία υπαλληλικού τύπου παρουσία τους στο Ερευνητικό Κέντρο. Αξιολόγηση άλλωστε των ΕΛΕ όπως των ερευνητών προβλέπεται και στην επόμενη παράγραφο 1.3.

    Παράγραφος 1.3.
    Η αξιολόγηση των ΕΛΕ, σωστά, προβλέπεται να γίνεται όπως η αξιολόγηση των ερευνητών, αλλά έτσι προκύπτει σοβαρή αντίφαση με την προηγούμενη παράγραφο 1.2.2., στην οποία προβλέπεται η κατάταξη των ΕΛΕ σε βαθμίδες με βάση τον Εσωτερικό Κανονισμό.

    Παράγραφος 3
    Είναι ασφαλώς πολύ θετική η εξίσωση των αποδοχών των ερευνητών με τις εκάστοτε συνολικές αποδοχές της αντίστοιχης βαθμίδας του Καθηγητή των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Ωστόσο, αν η Εθνική Δημόσια Χρηματοδότηση έχει τη μορφή επιχορήγησης που καλύπτει μέρος μόνο των λειτουργικών δαπανών των Ερευνητικών Κέντρων, πώς θα επιτευχθεί η μισθολογική αυτή εξίσωση; και μάλιστα από την Εθνική Δημόσια Χρηματοδότηση, όπως δηλώνεται στο Άρθρο αυτό;

    Παράγραφος 4
    Ενώ στο ν/σ προβλέπεται το τι θα γίνει σε περίπτωση αποχώρησης ερευνητή για οποιοδήποτε λόγο ή κένωσης της οργανικής θέσης του, ο οποίος υπηρετεί σε Ερευνητικό Κέντρο που έχει νομική φύση ΔΔ, δεν προβλέπεται καθόλου το τι γίνεται με τα ΝΠΙΔ. Θα πρέπει το ίδιο να ισχύει και για τα Ερευνητικά Κέντρα που είναι ΝΠΙΔ.

    Σύλλογος Προσωπικού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

  • Είναι αναγκαίο το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων να εξαιρεθεί από διαδικασίες κινητικότητας, ή και κατευθείαν απολύσεων με καταργήσεις θέσεων (όπως έχει ανακοινωθεί για τα Ν.Π.Ι.Δ), επειδή αποτελείται από εξειδικευμένο και έμπειρο προσωπικό που χειρίζεται εθνικές υποδομές υψηλής τεχνολογίας, και αξιολογείται διαρκώς μαζί με τα Ερευνητικά Κέντρα.

    Πρέπει να οριστούν διαδικασίες ώστε μόνιμο ή ΙΔΑΧ, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό, που λόγο της μορφής της εργασίας του και της ενασχόλησης του, έχει αποκτήσει ουσιαστικά προσόντα Ερευνητή, να δίνεται η δυνατότητα εξέλιξης τους σε ερευνητικές βαθμίδες και βαθμίδες ΕΛΕ, μετά από αντικειμενική κρίση και αξιολόγηση, και με δημιουργία ανάλογης θέσης.

    Επιστημονικό τεχνικό και διοικητικό προσωπικό που παράγει ερευνητικό έργο και απασχολείται σε ερευνητικά προγράμματα, θα πρέπει να διαθέτει την ίδια ευελιξία με το οράριο των Ερευνητών και ΕΛΕ, για τους ίδιους ακριβώς λόγους, και να διατυπωθούν μισθολογικά κίνητρα και κανόνες για την ενασχόληση του.

    Ομοίως με την παράγραφο 3, πρέπει να διαφοροποιηθεί και το τεχνικό και διοικητικό προσωπικό των Κέντρων από το ενιαίο μισθολόγιο, ώστε να συνυπολογιστούν ειδικές παράμετροι όπως η ενασχόληση σε ερευνητικά προγράμματα αλλά και ειδικά επιδόματα χώρου που είναι αναγκαίο να δίνονται όπως το επίδομα Ραδιενέργειας.

    Τέλος είναι απαραίτητο να αναγράφεται ότι και οι αποδοχές του μόνιμου και αορίστου χρόνου διοικητικού και τεχνικού προσωπικού εξασφαλίζονται πλήρως από την Εθνική Δημόσια Χρηματοδότηση ώστε να μην δημιουργηθούν ανεπιθύμητα, και νομικά, θέματα μισθοδοσίας του προσωπικού.

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 18:42 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ-ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

    Η ομαλή, φυσιολογική και σταδιακή εξέλιξη του Επιστημονικού Προσωπικού, πιστεύουμε πως διασφαλίζεται μέσα από τις τέσσερις βαθμίδες Ερευνητών και Ε.Λ.Ε. που προβλέπονται από τον 1514/85 και τον τροποποιητικό 2919/2001 αλλά και με την πρόβλεψη για εξέλιξη του υπόλοιπου επιστημονικού δυναμικού που προτείνουμε να καθιερωθεί στον νέο νόμο. Συνεπώς προτείνουμε:
    Οι Ερευνητές να συνεχίσουν να εξελίσσονται σε τέσσερις βαθμίδες με τη διατήρηση της Δ’ βαθμίδας (Δόκιμος Ερευνητής). Το τεχνικό επιστημονικό προσωπικό να εντάσσεται και να εξελίσσεται στις τέσσερις βαθμίδες Ε.Λ.Ε. κατόπιν κρίσης με αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης .

  • Θέσεις του ΔΣ του ΣΕΙΤΕ επί διατάξεων του Σχεδίου Νόμου για την «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία»

    Οι προβλέψεις του συγκεκριμένου άρθρου καταδεικνύουν το «ιδιαίτερο ενδιαφέρον» των συντακτών του σχεδίου νόμου για το κλάδο του Τ&ΔΠ, με την προχειρότητα και την απαξίωση που επέδειξαν προς τους εργαζομένους του κλάδου αυτού κατά τη σύνταξη του παρόντος άρθρου.
    Το παρόν άρθρο δεν συμμορφώνεται με τα οριζόμενα στη XκΚ. Βάσει αυτής απαιτείται ο νομικός επανακαθορισμός του ορισμού του «Ερευνητή», αλλαγή που αφορά σημαντικό αριθμό εργαζομένων που τώρα χαρακτηρίζονται ως «Τεχνικό Προσωπικό». Επακόλουθα στο οριζόμενο Ερευνητικό Προσωπικό του ΕΚ πρέπει να συμπεριληφθούν οι ΕΛΕ καθώς και οι ΕΤΕ που πληρούν τις προδιαγραφές του ορισμού του «Ερευνητή» σύμφωνα με «εγχειρίδιο Frascati». Προς τούτο έχουν προταθεί σχετικοί ορισμοί του «ερευνητικού προσωπικού», του «νέου ερευνητή» και του «πεπειραμένου ερευνητή» (βλ. άρθρο 2).

    Στην παρ. 1.2.1 θα πρέπει να μεταφερθεί το εδάφιο 2 της παραγράφου 1.2.2 «Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α, Β, Γ …».

    Στις παρ. 1.2.2 και 1.2.3 υπάρχει πλήρης σύγχυση μεταξύ ΕΤΕ και Τεχνολόγων αναφορικά με τα απαιτούμενα προσόντα και την κατηγορία εκπαίδευσης γι’ αυτές τις 2 κατηγορίες. Οι ΕΤΕ είναι κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Πανεπιστήμιο ή ΤΕΙ), ενώ οι Τεχνολόγοι δεν διευκρινίζεται σε ποια εκπαιδευτική κατηγορία ανήκουν. Επιπλέον υπάρχει πλήρης αοριστία σχετικά με τα προσόντα με την αναφορά «ειδικών γνώσεων και εμπειρίας για την υποστήριξη της αντίστοιχης βαθμίδας» (ποιας βαθμίδας;), σε αντιδιαστολή με τη διατύπωση για τους Τεχνολόγους «με εξειδίκευση και εμπειρία για την υποστήριξη της ΕΤΑΚ».

    Όσον αφορά την παρ. 1.2.5 είναι απαράδεκτο ο οιοσδήποτε εργαζόμενος να απαξιώνεται με τον τίτλο «Λοιπό». Το στοιχειώδες ενδιαφέρον για την αξίωση και εκείνων των εργαζομένων με τα ελάχιστα προσόντα απαιτεί ένα καλύτερο τίτλο. Προς τούτο προτείνουμε εκείνο του «Τεχνικοί βασικής εκπαίδευσης».

    Δεν υφίσταται καμία πρόνοια για την εξέλιξη και τα αντίστοιχα απαιτούμενα προσόντα για την κατηγορία Τεχνικού και του Διοικητικού προσωπικού. Η έλλειψη της οιασδήποτε δυνατότητας εξέλιξης δεν προσφέρει κανένα κίνητρο επαύξησης των γνώσεων και της αποδοτικότητάς τους προς όφελος του ΕΚ. Προς τούτο πρέπει να εισαχθεί σχετική πρόβλεψη, οι λεπτομέρειες της οποίας να εξειδικεύονται ανά περίπτωση από τους Εσωτερικούς Κανονισμούς των ΕΚ.

    Με την παρ. 2, τα ΕΚ ενεργώντας ως εταιρείες εκμίσθωσης προσωπικού, εκμισθώνουν το προσωπικό τους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Εφόσον ήδη προσφέρεται η δυνατότητα από την κείμενη Νομοθεσία με πολλούς τρόπους (π.χ., άδεια άνευ αποδοχών, μετάταξη, απόσπαση, κ.α.) όπου ο εργαζόμενος είναι ο αιτούμενος και όχι όπως στη συγκεκριμένη διατύπωση ο συναινών, δεν είναι σαφής ο σκοπός της συγκεκριμένης διάταξης.

    Όσον αφορά την εξέλιξη του «Τεχνικού Προσωπικού» στο παρόν σχέδιο νόμου δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη. Προς τούτο, προτείνεται να προστεθούν εκ των παρακάτω εναλλακτικών που αφορούν τις κατηγορίες Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες και Ειδικούς τεχνικούς επιστήμονες:

    • η δυνατότητα εξέλιξης κατόπιν κρίσης στις βαθμίδες Ερευνητών ή Ε.Λ.Ε. με αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης στο αντικείμενο που εργάζονται, με την κατοχύρωση προσωποπαγούς θέσης καθόσον ήδη αποτελούν μέρος του μονίμου προσωπικού του ΕΚ,

    • η εξέλιξη σε νέα κατηγορία ερευνητικού προσωπικού «Ερευνητικό Προσωπικό Υψηλής Εξειδίκευσης» (ΕΠΥΕ) που απονέμεται με αντικειμενικά κριτήρια χωρίς εκλογή αλλά κατόπιν αξιολόγησης του ερευνητικού του έργου, κατ’ αντιστοιχία του Ειδικού Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού των ΑΕΙ,

    • η εξέλιξη σε νέα οριζόντια κατηγορία του «Εθνικού Ερευνητή», που θα απονέμεται με αντικειμενικά κριτήρια, με δικαίωμα εκλογής όλων όσων κατέχουν Διδακτορικό τίτλο (PhD) και αποδεδειγμένα διαθέτουν ερευνητικό έργο, ανεξάρτητα αν ήδη υπηρετούν ή υπηρέτησαν σε κάποιο ερευνητικό οργανισμό στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή.

    Για την όποια οδό ακολουθηθεί θα πρέπει να απονέμεται ο τίτλος κατόπιν σχετικής διαδικασίας αξιολόγησης εφάμιλλης της διαδικασίας αξιολόγησης των Ερευνητών, με προαποτυπωμένα κριτήρια και κανόνες, που θα τεκμηριώνει την ερευνητική δραστηριότητα του εργαζομένου.

    Επιπλέον θα πρέπει να προστεθούν πρόνοιες για την εξέλιξη των Τεχνολόγων, των Τεχνικών μέσης εκπαίδευσης απόφοιτους τεχνικού λυκείου ή τεχνικής σχολής μέσης και των Τεχνικών βασικής εκπαίδευσης (το ονομαζόμενο «Λοιπό τεχνικό προσωπικό»).

    Είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό ότι τα ΕΚ στηρίζονται στο Τ&ΔΠ και δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς αυτό.

    Το ΔΣ του ΣΕΙΤΕ

    Πλήρες κείμενο θέσεων: http://www.forth.gr/se/docs/enimerotika/ΣΕΙΤΕ_2013-11-05_226.pdf

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 16:31 | Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Ι.Ι.Δ (ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ)

    Άρθρο 18 – Προσωπικό Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων
    http://www.opengov.gr/ypepth/?p=1783

    α) Στο παρόν Σχέδιο Νόμου δεν υπάρχει καμία πρόνοια για την εξέλιξη και τα αντίστοιχα απαιτούμενα προσόντα για την κατηγορία του Τεχνικού και του Διοικητικού προσωπικού. Η έλλειψη της οποιασδήποτε δυνατότητας εξέλιξης δεν προσφέρει κανένα κίνητρο επαύξησης των γνώσεων και της αποδοτικότητάς τους προς όφελος του ΕΚ.
    Θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα, τόσο οι Ειδικοί Τεχνικοί Επιστήμονες όσο και οι Τεχνολόγοι Εφαρμογών πτυχιούχοι ΑΕΙ (Παν/μιων & ΤΕΙ αντίστοιχα), με ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα υποστήριξης έρευνας, ύστερα από αίτησή τους και κατόπιν σχετικής κρίσης, να μπορούν να καταλάβουν θέσεις Ε.Λ.Ε. ή Ερευνητών, ανάλογα με τα προσόντα και την εξειδίκευσή τους.
    Στην παρ. 1.2.1 θα πρέπει να μεταφερθεί το εδάφιο 2 της παραγράφου 1.2.2 «Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α, Β, Γ …».
    Στις παρ. 1.2.2 και 1.2.3 υπάρχει πλήρης σύγχυση μεταξύ ΕΤΕ και Τεχνολόγων αναφορικά με τα απαιτούμενα προσόντα και την κατηγορία εκπαίδευσης γι’ αυτές τις 2 κατηγορίες. Οι ΕΤΕ είναι κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Πανεπιστημίου ή ΤΕΙ), ενώ οι Τεχνολόγοι δεν διευκρινίζεται σε ποια εκπαιδευτική κατηγορία ανήκουν. Επιπλέον υπάρχει πλήρης αοριστία σχετικά με τα προσόντα με την αναφορά «ειδικών γνώσεων και εμπειρίας για την υποστήριξη της αντίστοιχης βαθμίδας» (ποιας βαθμίδας;), σε αντιδιαστολή με τη διατύπωση για τους Τεχνολόγους «με εξειδίκευση και εμπειρία για την υποστήριξη της ΕΤΑΚ».

    β) Δεν αντιλαμβανόμαστε τη σκοπιμότητα του να διαθέτει ο Ειδικός Λειτουργικός Επιστήμονας απαραιτήτως Διδακτορικό Δίπλωμα. Λαμβάνοντας υπόψη την ορθή λογική και σκοπιμότητα της θεσμοθέτησης της κατηγορίας ΕΛΕ με το Νομο 1514/85, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η συγκεκριμένη απαίτηση παραβιάζει ευθέως τη λογική αυτή. Είναι γνωστό ότι στα Ε.Κ. υπάρχει προσωπικό που δεν διαθέτει Διδακτορικό Δίπλωμα, ωστόσο διαθέτει σημαντική εμπειρία στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και τη διαχείριση ερευνητικών έργων και ουσιαστικά επιτελεί έργο Ερευνητή. Με βάση τον προηγούμενο νόμο, οι Ειδικοί Τεχνικοί Επιστήμονες και οι Τεχνολόγοι Εφαρμογών μπορούσαν να διεκδικήσουν την εξέλιξή τους σε ΕΛΕ, κάτι που το παρόν Σχέδιο Νόμου αποκλείει ρητώς.
    Προτείνουμε, τα απαραίτητα προσόντα για την κατάληψη θέσης ΕΛΕ να είναι: Διδακτορικό Δίπλωμα ή Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών ή μεταπτυχιακή εξειδίκευση σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή πενταετής μεταπτυχιακή εμπειρία σε εξειδικευμένο αντικείμενο.
    Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες, κάτοχοι Διδακτορικού Διπλώματος θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα ένταξης και εξέλιξης με κρίση σε θέση Ερευνητή.

    γ) Στο συγκεκριμένο άρθρο θεωρούμε σοβαρή παράλειψη ότι στις κατηγορίες προσωπικού που περιγράφει το άρθρο δεν αναφέρεται η πολυπληθής κατηγορία «συνεργαζόμενοι ερευνητές» («Collaborating researchers» ή «Post-doc researchers»).
    Στα Ερευνητικά Κέντρα/Ινστιτούτα εργάζονται επί χρόνια αρκετοί επιστήμονες με συμβάσεις ανάθεσης έργου με ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε. ως «εργολάβοι», οι οποίοι αποτελούν μια κρίσιμη ομάδα για την διεξαγωγή των ερευνητικών και αναπτυξιακών δραστηριοτήτων των κέντρων/ινστιτούτων. Όλοι είναι απόφοιτοι Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, και η μεγάλη πλειοψηφία είναι κάτοχοι μεταπτυχιακών διπλωμάτων ή διδακτορικού και με μακρά εμπειρία στο σχεδιασμό και υλοποίηση ερευνητικών και αναπτυξιακών έργων.
    Θεωρούμε απολύτως θεμιτό και δίκαιο τη μετατροπή αυτών των μακροχρόνιων και συνεχώς ανανεούμενων αναθέσεων έργου σε πιο ασφαλείς και σταθερές εργασιακές σχέσεις.
    Δεδομένου ότι η κατηγορία αυτή των εργαζομένων δεν περιγράφεται σε καμιά από τις παραγράφους του άρθρου 18, και εργάζεται υπό το μακροχρόνιο και ψυχοφθόρο καθεστώς ανασφάλειας της «χρονίζουσας εργολαβίας», θεωρούμε ότι πρέπει κατ’ ελάχιστο να προστεθεί η κατηγορία «συνεργαζόμενοι ερευνητές» που θα καλύπτει αυτή την ομάδα εργαζομένων.

    δ) Όσον αφορά την παρ. 1.2.5 είναι απαράδεκτο ο οποιοσδήποτε εργαζόμενος να απαξιώνεται με τον τίτλο «Λοιπό». Ζητάμε η συγκεκριμένη υποκατηγορία εργαζομένων να ονομάζονται «Τεχνικοί βασικής εκπαίδευσης».

    ε) Δε μπορεί να διαιωνίζεται το στρεβλό καθεστώς των υποτροφιών (εξειδίκευσης) που σε αρκετές περιπτώσεις διαρκούν πολλά χρόνια και σε πολλές περιπτώσεις δεν αναγνωρίζονται επισήμως ως προϋπηρεσία στο προσωπικό που συστηματικά απασχολείται υπό το συγκεκριμένο καθεστώς. Πρέπει να μπουν συγκεκριμένοι περιορισμοί για το μέγιστο χρονικό διάστημα που μπορεί κάποιος να απασχολείται με καθεστώς υποτροφίας και να επιλεγούν προσεκτικά οι προϋποθέσεις της συγκεκριμένης μορφής απασχόλησης. Η μετατροπή μιας μακροχρόνιας υποτροφίας ενός θετικά αξιολογούμενου εργαζόμενου, μετά την παρέλευση λογικού χρονικού διαστήματος (π.χ. 18 ή 24 μήνες), σε σύμβαση έργου ή εργασίας θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητη.

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 14:30 | Μαρία Θανοπούλου

    Άρθρο 18
    α . Στο 1.1 αναφέρει ότι το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από ερευνητές, ενώ στην συνέχεια προσθέτει και άλλες κατηγορίες :επισκέπτες ερευνητές, μεταδιδακτορικούς υποτρόφους και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Την ίδια στιγμή αποκλείει από το ερευνητικό προσωπικό τους λειτουργικούς επιστήμονες πού είναι κάτοχοι διδακτορικού και αυτούς πού έχουν καταταγεί σε βαθμίδες. Εισάγει έτσι ανισότητες και διακρίσεις μεταξύ εχόντων τα αυτά τυπικά προσόντα υποβαθμίζοντας κατηγορίες προσωπικού πού απασχολούνται στην έρευνα καί παρέχουν ερευνητικό έργο.
    β. Στο 1.1.1 οι ερευνητές ορίζονται με διαφορετικό τρόπο από ό,τι στο άρθρο 2 παράγραφο 17. Στό άρθρο 18 ο ορισμός είναι στενός και αφορά το προσωπικό των ερευνητικών κέντρων μόνον. Ο ίδιος όρος χρησιμοποιείται επομένως εντός του σχεδίου νόμου με δύο διαφορετικές έννοιες και νοούμενα δημιουργώντας σύγχυση και παρανοήσεις στον αναγνώστη. Γεννώνται τα εξής ερωτήματα:
    ι) Για πόσα ερευνητικά κέντρα της χώρας ισχύει ο ορισμός του άρθρου18
    πέραν των εποπτευομένων από την ΓΓΕΤΚ
    ιι) Μήπως ο ορισμός του άρθρου 2 αφορά όσους ερευνητικούς φορείς δεν συγκαταλέγονται στο πεδίο εφαρμογής του σχεδίου νόμου
    ιιι) Ποια είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των δύο ορισμών.
    Η τυχόν διατήρηση δύο ορισμών του ερευνητή θα οδηγούσε στην εγκαθίδρυση μεσω νέου νόμου ενός ερευνητικού συστήματος πολλών ταχυτήτων: ενός αυστηρού συστήματος το οποίο θα διέπεται από όλες τις προβλέψεις του παρόντος σχεδίου και ενός άλλου χαλαρού συστήματος μη υπαγόμενου μέν στο πεδίο εφαρμογής του σχεδίου, διεκδικούντος όμως μια θέση στον χώρο της έρευνας και κυρίως στο τομέα των χρηματοδοτήσεων έργων και προγραμμάτων.
    γ. Στο 1.1.2 η διατύπωση που υιοθετείται συναρτά την ερευνητική εργασία και με την εφαρμογή των γνώσεων εγκλωβίζοντάς την σε μία εν στενή έννοια αντίληψη περί έρευνας και περί σχέσης βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας.
    Πρόταση
    Στην υπάρχουσα διατύπωση πρέπει να προστεθεί «ή και την εφαρμογή της»
    δ. Στα απαιτούμενα προσόντα των ερευνητών και στις τρείς βαθμίδες γίνεται αναφορά σε «έργα», «προγράμματα» ή «πεδία» της ΕΤΑΚ τα οποία είναι και τα μόνα πού τεκμηριώνουν την ικανότητα του ερευνητή. Αλλά ποια θεωρούνται ως τέτοια και με ποιες διαδικασίες;
    Η διατύπωση στο 1.1.2.1 και επόμενα μπορεί να αποκλείει ερευνητικές δραστηριότητες πού δεν εντάσσονται εν στενή εννοία στην ΕΤΑΚ
    Πρόταση
    Τα περί ΕΤΑΚ να αποτελούν ένα από τα κριτήρια κρίσης των ερευνητών και όχι το κυρίαρχο

    Μαρία Θανοπούλου
    Διευθύντρια Ερευνών ΕΚΚΕ

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 13:25 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ-ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

    Η κατηγορία Ερευνητικό Προσωπικό να περιλαμβάνει δύο υποκατηγορίες α) Ερευνητές και
    β) Ειδικό Ερευνητικό Προσωπικό ή Εδικούς Λειτουργικούς Ερευνητές (ανάλογα με το πώς τελικά θα ονομστούν οι ΕΛΕ)
    Οι ΕΛΕ να προβλεφθεί ρητά ότι μπορεί να είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και τριετούς τουλάχιστον ερευνητικής εμπειρίας.
    Πρέπει να οριστούν διαδικασίες ώστε μόνιμο ή ΙΔΑΧ, προσωπικό, που λόγο της μορφής της εργασίας του και της ενασχόλησης του, έχει αποκτήσει ουσιαστικά προσόντα Ερευνητή, να δίνεται η δυνατότητα εξέλιξης τους σε ερευνητικές βαθμίδες και βαθμίδες ΕΛΕ, μετά από αντικειμενική κρίση και αξιολόγηση, και με δημιουργία ανάλογης θέσης.

  • Προτείνονται οι παρακάτω αλλαγές στο άρθρο 18, παράγραφος 1, εδάφιο 1.1.4
    1.1.4 Ο Διευθυντής και το Ερευνητικό Προσωπικό, εφ’ όσον δεν συντρέχουν λόγοι παρουσίας του εκτός του Ερευνητικού Κέντρου στο πλαίσιο Ερευνητικής δραστηριότητας, οφείλει να παρευρίσκεται στους χώρους του Ερευνητικού Κέντρου κατ’ ελάχιστον σάραντα (40) ώρες εβδομαδιαίως κατανεμόμενες σε πέντε εργάσιμες ημέρες και να παρέχει τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του (ερευνητικές, επιστημονικές, τεχνικές, διοικητικές) για την υποστήριξη του ερευνητικού έργου του Ερευνητικού Κέντρου ή του Ινστιτούτου και να συνεργάζεται γι αυτό το σκοπό με το υπόλοιπο προσωπικό.

  • 29 Δεκεμβρίου 2013, 09:03 | Ιωνά Αθανασία

    Σήμερα, στα Ερευνητικά Kέντρα υπάρχει ένας μικρός αριθμός Ειδικών Τεχνικών Επιστημόνων, που έχουν εκπονήσει ή εκπονούν διδακτορική Διατριβή, μετά από έγκριση των Διοικητικών Συμβουλίων των Κέντρων, σε θέματα επιστημονικού ενδιαφέροντος των ερευνητικών Κέντρων, όπου υπηρετούν. Είναι επιστήμονες με ουσιαστκά προσόντα Ερευνητή ή Ειδικού Λειτουργικού Επιστήμονα, επιστημονικοί υπεύθυνοι προγραμμάτων ή συμμετέχουν σε Ευρωπαικά ανταγωνιστικά προγράμματα, έχουν πολλές και αξιόλογες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους, έχουν διαχρονικά προσπορίσει σημαντικούς πόρους στα Κέντρα τους, και μερικοί από αυτούς έχουν λάβει διακρίσεις ή έχουν καταλάβει συντονιστικές θέσεις σε Διεθνείς Οργανισμούς. Ο νέος νομός, με μεταβατικές διατάξεις, θα πρέπει να δώσει τη δυνατότητα σε αυτούς τους επιστήμονες να κριθούν για ένταξή τους σε Ερευνητικές βαθμίδες ή βαθμίδες Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων μετά και από σύμφωνη γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των Κέντρων όπου υπηρετούν. Σχέδιο μίας τέτοιας μεταβατικής διάταξης αποτελεί η παράγραφος που ακολουθεί:

    “Το κατά τη δημοσίευση του νόμου Ειδικό Τεχνικό Επιστημονικό Προσωπικό που υπηρετεί σε Ερευνητικά Κέντρα και κατέχει Διδακτορικό Δίπλωμα ή εκπονεί διδακτορική διατριβή, σε θέματα επιστημονικού ενδιαφέροντος των Ερευνητικών Κέντρων, όπου υπηρετεί, δύναται να ενταχθεί σε βαθμίδες Ερευνητών ή Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων, μετά από αξιολόγησή του, σύμφωνα με τις προυποθέσεις και διαδικασίες που ορίζονται στον παρόντα νόμο. Η έναρξη των διαδικασιών αξιολόγησής τους για ένταξη, γίνεται μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, που υποβάλλεται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους, από τη δημοσίευση του νόμου, και σύμφωνη γνώμη του Διοικητικών Συμβουλίων των Ερευνητικών Κέντρων όπου υπηρετούν”.

    Ιωνά Αθανασία, Φυσικός Ωκεανογράφος, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.

  • Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται όχι μόνον από τους Ερευνητές, αλλά και από τα Συνεργαζόμενα Μέλη ΔΕΠ:

    Το Άρθρο 18 αυτή τη στιγμή αρχίζει λέγοντας:
    «1. Το προσωπικό των Ε.Κ. […] διακρίνεται σε:
    1.1. Ερευνητικό. Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από τους Ερευνητές. […]
    1.2. Τεχνικό Προσωπικό. […]
    1.3. Διοικητικό, Βοηθητικό και Εποχικό Προσωπικό. […]»

    Στη διατύπωση αυτή λείπει η μνεία των Συνεργαζομένων Μελών ΔΕΠ σαν αναπόσπαστο κομάτι θεμελιώδους σημασίας του Ερευνητικού Προσωπικού, όπως ρητά ισχύει και στο τρέχον θεσμικό καθεστός. Είναι γνωστή η συμβολή του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην λειτουργία και τις δράσεις των Ερευνητικών Κέντρων και η αρμονική συνεργασία του με τους Ερευνητές. Δεδομένο είναι και το όφελος που προκύπτει στην ανάπτυξη της χώρας και η εξοικονόμηση πόρων των Ερευνητικών Κέντρων και των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Επομένως η συμπερίληψη του προσωπικού αυτού στο Ερευνητικό Προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων κρίνεται απαραίτητη.

    Τώρα που το Νομοσχέδιο αυτό έρχεται να εξισώσει ουσιαστικά τους Ερευνητές και τα Μέλη ΔΕΠ, και μπράβο γι’ αυτό, πρέπει ισότιμα να αναφέρονται τα δύο αυτά μέρη του Ερευνητικού Προσωπικού στο Νόμο, άρα πιστεύω ότι απαιτούνται τουλάχιστον οι εξής διορθώσεις :

    1. Το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων και των Ινστιτούτων τους συνδέεται με σχέση εργασίας *Ή ΕΡΓΟΥ,* δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας και διακρίνεται σε:

    1.1. Ερευνητικό. Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από τους Ερευνητές *ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΑ ΜΕΛΗ ΔΕΠ*.
    […]

    Μανόλης Γ.Η. Κατεβαίνης, Καθηγητής Επιστήμης Υπολογιστών, Επικεφαλής του Εραστηρίου Αρχιτεκτονικής Υπολογιστών και Συστημάτων VLSI, και Αναπληρωτής Διευθυντής του Ινστιτούτου Πληροφορικής του ΙΤΕ.

  • 28 Δεκεμβρίου 2013, 16:41 | Σύλλογος Εργαζομένων ΕΚΕΤΑ (ΣΕΕΚΕΤΑ)

    1. Δεν αντιλαμβανόμαστε τη σκοπιμότητα του να διαθέτει ο Ειδικός Λειτουργικός Επιστήμονας απαραιτήτως Διδακτορικό Δίπλωμα. Λαμβάνοντας υπόψη τη (σαφώς ορθή) λογική της θεσμοθέτησης της κατηγορίας ΕΛΕ, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η συγκεκριμένη απαίτηση παραβιάζει ευθέως τη λογική αυτή. Είναι γνωστό ότι στα Ε.Κ. υπάρχει προσωπικό που ναι μεν δε διαθέτει Διδακτορικό Δίπλωμα, ωστόσο διαθέτει σημαντική εμπειρία στο σχεδιασμό και διαχείριση ερευνητικών έργων και ουσιαστικά επιτελεί έργο Ερευνητή. Με βάση τον προηγούμενο νόμο, το συγκεκριμένο προσωπικό θα μπορούσε να διεκδικήσει (και ορθώς) την ‘αναβάθμιση’/προαγωγή του σε ΕΛΕ, κάτι που το παρόν άρθρο αποκλείει ρητώς (και αδίκως). Εναλλακτικά, θα μπορούσε ίσως να απαιτείται Διδακτορικό Δίπλωμα για την εξέλιξη σε βαθμίδα ΕΛΕ Α και μόνον.

    2.Δε μπορεί να διαιωνίζεται το στρεβλό καθεστώς των υποτροφιών που σε αρκετές δυστυχώς περιπτώσεις διαρκούν πολλά χρόνια κι επιπλέον δεν αναγνωρίζονται και επισήμως ως προϋπηρεσία στο προσωπικό που συστηματικά απασχολείται υπό το συγκεκριμένο καθεστώς. Ο παρών Νόμος οφείλει να αντιμετωπίσει το ζήτημα πιο προσεκτικά και να εξορθολογήσει την κατάσταση. Να μπουν συγκεκριμένοι περιορισμοί για το μέγιστο χρονικό διάστημα που μπορεί κάποιος να απασχολείται με υποτροφία και να επιλεγούν προσεκτικά οι προϋποθέσεις της συγκεκριμένης μορφής απασχόλησης. Η μετατροπή μιας μακροχρόνιας υποτροφίας ενός θετικά αξιολογημένου εργαζομένου, μετά την παρέλευση λογικού χρονικού διαστήματος (π.χ. 18 ή 24 μήνες), σε σύμβαση έργου ή εργασίας θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητη.

  • 28 Δεκεμβρίου 2013, 15:08 | ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΡΗΣ (Αντιπρόεδρος Π.Ο.Ε.Ε.Κ.-Ι.)

    Οι Ε.Λ.Ε θα πρέπει να είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και να έχουν εμπειρία σε ερευνητικά προγράμματα. Πρέπει να είναι ξεχωριστή κατηγορία από τους ερευνητές και να μην ανήκουν στο τεχνικό προσωπικό. Θα πρέπει να ενταχθούν στο ερευνητικό προσωπικό, το οποίο να περιλαμβάνει: α) τους ερευνητές και β) τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες. Άλλωστε στο τεχνικό προσωπικό προβλέπεται η κατηγορία Ειδικοί Τεχνικοί Επιστήμονες. Οι Ε.Λ.Ε είναι μέλη ερευνητικών ομάδων και στις θεωρητικές επιστήμες ασκούν ερευνητικά και όχι τεχνικά καθήκοντα.

  • 27 Δεκεμβρίου 2013, 19:04 | Πάνος Γεωργίου

    Μέχρι σήμερα έμπειρο εξειδικευμένο προσωπικό που αποκτούσε τα προσόντα Ερευνητή η ΕΛΕ όταν έβρισκε μια θέση στα ΑΕΙ ημεδαπής ή αλλοδαπής , εγκατέλειπε το Ερευνητικό Κέντρο αφήνοντας κενό στο αντικείμενο που είχε εξειδικευτεί.
    Πιστεύω ότι η εξέλιξη του Τεχνικού και Διοικητικού Προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων σε θέσεις Ερευνητών και ΕΛΕ, πρέπει να αποτελέσει πάγια διάταξη του νέου νόμου.
    Το Τεχνικό και Διοικητικό Προσωπικό που υπηρετεί στα Ερευνητικά Κέντρα με μόνιμη σχέση εργασίας ή αορίστου χρόνου κρίνεται κάθε χρόνο για θέσεις Ερευνητών και ΕΛΕ με εσωτερική διαδικασία κρίσεων χωρίς προκήρυξη.
    Τα ελάχιστα προσόντα για να κριθεί είναι τα προβλεπόμενα στον ν. 1514/85.
    Για τις θέσεις Ερευνητών : Διδακτορικό, ή Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών ή μεταπτυχιακή εξειδίκευση σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα της ημεδαπής ή αλλοδαπής.
    Για τις θέσεις ΕΛΕ: Διδακτορικό, ή Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών ή μεταπτυχιακή εξειδίκευση σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή πενταετής εμπειρία σε εξειδικευμένο αντικείμενο.

  • 27 Δεκεμβρίου 2013, 15:33 | ΕΛΕ ΙΤΕ

    Στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο συνεχίζεται η ένταξή τους στο Τεχνικό Προσωπικό όπως στον ισχύοντα Νόμο, παρόλο που κατ’ αναλογία με τους ερευνητές ορίζεται:
    α) Στο Αρθρο 18 παρ.1.2.1 του νέου νομοσχέδιου, ως ΕΛΕ ορίζονται πλέον ως «επιστήμονες κάτοχοι Διδακτορικού διπλώματος και με εμπειρία στο σχεδιασμό και την εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων»,.
    β) Οι ΕΛΕ «κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α, Β, Γ ανάλογα με την προσφορά τους, τα ειδικά τους προσόντα και λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια του άρθρου 29 του παρόντος νόμου. Η διαδικασία κατάταξής τους σε βαθμίδα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του οικείου Ιδρύματος» (Αρθρο 18, παρ. 1.2.2) και αξιολογούνται όπως οι Ερευνητές (Αρθρο 18 παρ. 1.3)

    • Προτείνουμε την ένταξη των ΕΛΕ σαν ειδική κατηγορία του Ερευνητικού προσωπικού με μια νέα υποπαράγραφο στο 1.1 του Άρθρου 18.

    • Προτείνουμε τις παρακάτω αλλαγές
    1.1. Ερευνητικό. Το ερευνητικό προσωπικό αποτελείται από τους Ερευνητές και τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες.

    Νέα παράγραφος μετά το 1.1.2.5
    Για την πρόσληψη σε θέσεις Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) απαιτείται διδακτορικό δίπλωμα από ερευνητικό ίδρυμα της ημεδαπής ή αλλοδαπής και εμπειρία στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων. Οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες, Α, Β, Γ ανάλογα με την προσφορά τους και τα ειδικά τους προσόντα και λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια του άρθρου 29 του παρόντος νόμου. Η διαδικασία κατάταξής τους σε βαθμίδα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ιδρύματος. Σε ότι αφορά την αξιολόγηση και εξέλιξή τους εφαρμόζονται οι ανάλογες ρυθμίσεις που ισχύουν για ερευνητές εκτός εάν υπάρχει ρητή διαφορετική νομική ρύθμιση.

    Παρ. 1.1.3. να ισχύει και για ΕΛΕ Α’ Β’ βαθμίδων.

    Να καταργηθεί παρ. 1.2.1 και οι δυο τελευταίες προτάσεις του 1.2.2

  • Οι Συνεργαζόμενοι Ερευνητές με προσόντα Δ/ Βαθμίδας έχουν διετή θητεία με δυνατότητα διαρκούς ανανέωσης και πληρώνονται από τον Τακτικό Προϋπολογισμό. Οι θέσεις αυτές καλύπτονται μετά από σχετική προκήρυξη, υποβολή υποψηφιοτήτων με ανοιχτές διαδικασίες και κρίση από Επιτροπές Ερευνητών. Ο σχετικός νόμος που διέπει το συγκεκριμένο καθεστώς είναι ο Ν. 1514/85, άρθρο 19, παράγραφος β’.

    Οι Συνεργαζόμενοι Ερευνητές με προσόντα Δ/ Βαθμίδας ήδη υπηρετούν για περισσότερο από 10 χρόνια έχοντας πολύ σημαντική συνεισφορά: (α) στην προσέλκυση προγραμμάτων, (β) στη διεξαγωγή της έρευνας αλλά και στην προβολή των Ερευνητικών Κέντρων μέσω δημοσίευσης άρθρων σε διεθνή περιοδικά και ομιλιών σε Διεθνή Συνέδρια και (γ) στη διασύνδεση με τα Πανεπιστήμια μέσω της επίβλεψης προπτυχιακών και μεταπτυχιακών Φοιτητών.

    Δεδομένου ότι με το νέο Νόμο καταργείται η Δ/ Βαθμίδα πρέπει να δοθεί σε αυτή την κατηγορία Ερευνητών η δυνατότητα κρίσης για την πιθανή ένταξή τους στις άλλες βαθμίδες, ώστε να μην απολυθούν, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα την περεταίρω αποδυνάμωση των Ερευνητικών Κέντρων.

    Δ. Σταμόπουλος
    Συνεργαζόμενος Ερευνητής με προσόντα Δ/ Βαθμίδας

  • Άρθρο 18: Να προστεθεί άρθρο για τη δυνατότητα απόσπασης εξειδικευμένου προσωπικού απο Ε.Κ. και Πανεπιστήμια για την κάλυψη αναγκών των Ε.Κ. των Πανεπιστημίων και των ΕΤΠ.

  • Άρθρο 18, παρ. 1.2.1: Κάτοχοι και μεταπτυχιακού διπλώματος να μπορούν να επιλέγονται ως Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες

  • 22 Δεκεμβρίου 2013, 14:57 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.

    Η ομαλή, φυσιολογική και σταδιακή εξέλιξη του Επιστημονικού Προσωπικού καθώς και «η χρησιμότητα της εισαγωγικής βαθμίδας του Δόκιμου Ερευνητή που επιτρέπει τη δοκιμαστική θητεία νέων ερευνητών πριν τη μονιμότερη συνεργασίας τους με τα Ε.Κ.» όπως τεκμηριώνει σχετικά και η Σύνοδος των Προέδρων Ε.Κ. στις 4 Ιανουαρίου 2012, πιστεύουμε πως διασφαλίζεται μέσα από τις τέσσερις βαθμίδες Ερευνητών και Ε.Λ.Ε. που προβλέπονται από τον 1514/85 και τον τροποποιητικό 2919/2001 αλλά και με την πρόβλεψη για εξέλιξη του υπόλοιπου επιστημονικού δυναμικού που προτείνουμε να καθιερωθεί στον νέο νόμο. Συνεπώς προτείνουμε:

    οι Ερευνητές να συνεχίσουν να εξελίσσονται σε τέσσερις βαθμίδες με τη διατήρηση της Δ’ βαθμίδας (Δόκιμος Ερευνητής)Το τεχνικό επιστημονικό προσωπικό να εντάσσεται και να εξελίσσεται στις τέσσερις βαθμίδες Ε.Λ.Ε. κατόπιν κρίσης με αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης (χρόνια εργασίας, ευθύνη π.χ. στην οργάνωση εργαστηρίου, κτλ).

    Το ωράριο εργασίας και το μισθολόγιο των τεχνικών επιστημόνων που απασχολούνται άμεσα στα ερευνητικά προγράμματα θα πρέπει να συναρτάται με εκείνο των Ερευνητών και Ε.Λ.Ε. καθώς είναι απαραίτητη η στενή συνεργασία στα πλαίσια ερευνητικών ομάδων για την επιτυχή υλοποίηση των ερευνητικών προγραμμάτων.

  • 21 Δεκεμβρίου 2013, 20:04 | ΣΚ Ερευνητής ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ

    Η Πανεπιστημιακή δομή που ορίζεται και στα ΕΚ νομίζω ότι είναι πολύ θετική. Υπάρχει ένα πρόβλημα με τη βαθμίδα Γ΄καθώς αν τυπικό προσόν είναι η προσέλκυση πόρων, αποκλείονται όλοι οι επιστήμονες που δεν είχαν θέση σε κάποιο πανεπιστήμιο, ΕΚ κ.λ.π.

  • 20 Δεκεμβρίου 2013, 14:10 | Ελευθέριος Σιδέρης (Δρ. Βιολογίας, PhD Γενετικής)

    Το Σχόλιο αφορά στο Άρθρο 18 Παραγράφος 1.1.2.3: «Για την Α` βαθμίδα («Διευθυντής Ερευνών») απαιτείται ο ερευνητής …… να έχει πλούσιο συγγραφικό έργο σε μονογραφίες ή πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους και σημαντικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας».
    Πρόταση 1η: Να προσδιορισθεί το εννοιολογικό περιεχόμενο της λέξεως «Μονογραφία». Ως έχει στο σχέδιο καλύπτει ένα ευρύ πλαίσιο από ένα επιστημονικό βιβλίο εκδιδόμενο από μεγάλη διεθνή εκδοτική εταιρεία ή διατριβή επι διδακτορία αναφερόμενη σε πληθώρα δημοσιεύσεων του συγγραφέως σε διεθνή περιοδικά με κριτές μέχρι και ένα 16σέλιδο αναφερόμενο σε περιορισμένου πολιτισμικού ενδιαφέροντος θέμα.
    Πρόταση 2η: Η τελευταία φράση της εν θέματι παραγράφου να μετατραπεί σε «….πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους ή/και σημαντικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας». Αξιόλογοι και διεθνώς ανεγνωρισμένοι Ερευνητές πολλών Γνωστικών Πεδίων ιδιαιτέρως των καλουμένων Θεωρητικών Επιστημών αλλά και πολλών κλάδων των καλουμένων Θετικών Επιστημών δεν δύνανται a priori να κατοχυρώσουν τα επιστημονικά ευρήματά τους με διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Ως έχει η παράγραφος 1.1.2.3 τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας αποτελούν μια sine qua non προϋπόθεση για την προαγωγή στην Βαθμίδα του Δ/ντού Ερευνών. Για παράδειγμα, στον τομέα της Γενετικής, μετά την τελευταία απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Supreme Court)των ΗΠΑ δεν επιτρέπεται η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας η ανανακάλυψη νέων γονιδίων στον άνθρωπο.

  • 19 Δεκεμβρίου 2013, 13:24 | Μ.Π.

    Η παράγραφος 1.2.2. αναφέρεται σε ΕΛΕ (Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες) ή σε ΕΤΕ (Ειδικοί Τεχνικοί Επιστήμονες);

  • 18 Δεκεμβρίου 2013, 13:02 | Λεωνίδας Καλλιβρετάκης

    Παράγρ. 1.1.2.1:
    Η κατάργηση της Δ΄ Βαθμίδας έγινε για τους προφανείς λόγους αντιστοίχησης των ερευνητικών με τις πανεπιστημιακές βαθμίδες, αλλά δεν έγινε η δέουσα αναπροσαρμογή των προσόντων που απαιτούνται στη Γ Βαθμίδα, δημιουργώντας έτσι ένα ιδιότυπο αδιέξοδο.
    Εξηγώ: Στο άρθρο 18, παράγρ. 1.1.2.1 προβλέπεται ότι «για τη Γ` βαθμίδα («Εντεταλμένος Ερευνητής») απαιτείται ο ερευνητής να έχει τεκμηριωμένη ικανότητα να σχεδιάζει και να εκτελεί έργα ΕΤΑΚ, να κατανέμει τμήματα ή φάσεις του έργου σε άλλους ερευνητές και να τους καθοδηγεί ή επιβλέπει, να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου ή του Ερευνητικού Κέντρου».
    Αυτά ίσχυαν και είχαν λογική, όταν ο κρινόμενος για την Γ` βαθμίδα ήταν ήδη ερευνητής (ως Δ΄) επί τρία έτη στον ερευνητικό φορέα και είχε την δυνατότητα να εμπλακεί σε έργα τέτοιου τύπου και να διαδραματίσει ενδεχομένως τέτοιους ρόλους ή να δώσει ενδείξεις ότ μπορεί να το κάνει.
    Πώς μπορεί ένας πρωτοεμφανιζόμενος μεταδιδάκτορας υποψήφιος ερευνητής, προερχόμενος (αναγκαστικά) εκτός του ερευνητικού ιστού, να έχει ήδη αυτά τα προσόντα;

    Παραγρ.1.1.4:
    Πρέπει να προβλεφθεί ότι συνυπολογίζονται εντός των ωρών αυτών, οι εργασίες που εντάσσονται στο πλαίσιο των ερευνητικών προγραμμάτων και έργων του Ερευνητή και οι οποίες διεξάγονται εντός μεν της πόλης-έδρας του ΕΚ, αλλά εκτός του χώρου του ΕΚ (όπως π.χ. επιτόπιες ή αρχειακές έρευνες, συνεργασία με πανεπιστημιακά εργαστήρια, συμμετοχή σε επιστημονικά συνέδρια, σε μεταπτυχιακά σεμινάρια, κ.τ.λ.).

    Παράγρ.1.2.1 και 1.2.2:
    Υπάρχει προφανής σύγχιση στο κείμενο των παραγράφων 1.2.1 και 1.2.2.
    Στην παρ. 1.2.2. αναφέρει ότι οι Ειδικοί τεχνικοί επιστήμονες, πρέπει να έχουν ειδικές γνώσεις και εμπειρίες για την υποστήριξη «της αντίστοιχης βαθμίδας». Ποιάς βαθμίδας; Έχουν οι ΕΤΕ βαθμίδες;
    Στη συνέχεια της ίδιας παραγράφου μιλά για τις βαθμίδες των ΕΛΕ, στους οποίους όμως είναι αφιερωμένη η προηγούμενη παρ. 1.2.1.

    Λεωνίδας Καλλιβρετάκης
    Διευθυντής Ερευνών/ Μέλος ΔΣ Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

  • Σήμερα στα Ερευνητικά κέντρα υπάρχει ένας μικρός αριθμός ΕΛΕ με προσόντα Ερευνητή. Είναι επιστημονικοί υπεύθυνοι η συμμετέχουν σε ανταγωνιστικά προγράμματα και έχουν αξιόλογες δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά. Ο νέος νομός, με μεταβατικές διατάξεις, θα πρέπει να δώσει τη δυνατότητα σε αυτή την ομάδα ΕΛΕ να κριθούν για μετάταξη σε θέσεις ερευνητών.
    Κατά την κρίση ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στο αυτοδύναμο ερευνητικό έργο του ΕΛΕ. Πρέπει να εντοπιστούν και να αποφευχθούν περιπτώσεις οπού ο ΕΛΕ εξυπηρετώντας στο παρελθόν αποκλειστικά ανώτερους του (Δ/τες κ.α.) προσκολλήθηκε στα ερευνητικά προγράμματα και τις δημοσιεύσεις άλλων εκμεταλλευόμενος καταστάσεις που κρύβουν τις ανικανότητες του.

  • 16 Δεκεμβρίου 2013, 17:23 | jpar

    Σχετικά με τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες (ΕΛΕ).
    Η 3Ε «Ένωση Ελλήνων Ερευνητών» γνωρίζει ότι ο αριθμός των υπηρετούντων στα Ερευνητικά κέντρα είναι περίπου 80.

    Πολλοί από αυτούς έχουν αποκτήσει προσόντα Ερευνητή, διεκδικώντας ανταγωνιστικά Ευρωπαϊκά προγράμματα, δίνοντας διδακτορικά (μέσω μελών ΔΕΠ) κ.ά.

    Η «ζωή» στα ερευνητικά κέντρα, λοιπόν, έχει καθορίσει την δραστηριότητα αυτών των επιστημόνων, που ουσιαστικά «έζησαν» και «ενηλικιώθηκαν» στη βάση του προηγούμενου νόμου.

    Ο νέος νόμος αγνοεί πλήρως την εξέλιξη αυτή (που η ίδια η «ζωή» καθόρισε), υποβαθμίζοντας τον ρόλο τους σε απλό τεχνικό προσωπικό. Φαίνεται να καταργεί ακόμα και την εξέλιξή τους σύμφωνα με τον τρέχοντα νόμο, που αποτελούσε, αν μη τι άλλο, ένα κίνητρο παραγωγικότητας.

    Προτείνω την ένταξη τους σε μεταβατική διάταξη, ώστε κάποιοι από αυτούς να εξελιχθούν σε βαθμίδες Ερευνητή και οι υπόλοιποι να επιτελέσουν τον ρόλο που τους αποδίδει ο παρών νομοθέτης. Ένας ρόλος σημαντικός, αν και πλήρως ασαφής στον παρόντα νόμο.