1.α. Όπου στα άρθρα 1 έως 50 και 90 του ν.4310/2014 ορίζεται ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, νοείται εφεξής ο αρμόδιος για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων.
β. Όπου στο ν.4310/2014 ορίζεται η Γ.Γ.Ε.Κ. αντικαθίσταται από την Γ.Γ.Ε.Τ.
γ. Όπου στο ν.4310/2014 ορίζεται το ΕΣΙ αντικαθίσταται από το ΕΓΣΙ.
2. Η προθεσμία των έξι (6) μηνών της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 παρατείνεται έως τις 31.12.2015.
3.α Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 καταργείται.
β. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ και των ΑΕΙ που έχουν ιδρυθεί, παραμένουν σε ισχύ και διατηρούν το δημόσιο χαρακτήρα τους. Οι πόροι που διαχειρίζονται αυτοί, καθώς και οι ερευνητικοί φορείς που λειτουργούν ως ΝΠΙΔ και οι οποίοι προέρχονται από έργα ερευνητικά, εκπαιδευτικά, αναπτυξιακά, επιμορφωτικά, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, κατάρτισης και διά βίου μάθησης καθώς και έργα κάθε είδους παροχής κάθε είδους υπηρεσιών, χρηματοδοτούμενα ή συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από διεθνείς οργανισμούς, από δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιώτες, από δωρεές, από εμπορική εκμετάλλευση ευρεσιτεχνιών, τεχνογνωσίας, υπηρεσιών και προϊόντων καθώς και πρόσοδοι από περιουσιακά στοιχεία τους και ίδιους πόρους δεν υπάγονται, ως προς τη διαχείρισή τους, στις διατάξεις του ν.4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) – δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις».
γ. Επανέρχεται σε ισχύ η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του ν.1514/1985.
4. Τα στοιχεία β’ και γ’ της περίπτωσης Γ της παραγράφου 4 του άρθρου 7 της Κ.Υ.Α. 679/1996 (Β΄ 826), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 36 του ν.3794/2010 (Α΄ 156) αντικαθίσταται ως εξής :
β. Προμήθειες ή εκτελέσεις έργων δαπάνης μέχρι 20.000 Ευρώ (χωρίς φ.π.α.) γίνονται απευθείας χωρίς διαγωνισμό ή λήψη προσφορών, ύστερα από εκτίμηση των τιμών που προσφέρει η αγορά.
γ. Προμήθειες ή εκτελέσεις εργασιών δαπάνης ποσού από 20.000 Ευρώ (χωρίς φ.π.α) και άνω διενεργούνται με πρόχειρο, τακτικό ή διεθνή διαγωνισμό και πλήρη αιτιολόγηση της επιλογής.
5. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. μπορεί να προσλαμβάνεται το αναγκαίο για τα ερευνητικά πλοία του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου για πλήρη ή μερική απασχόληση ή κατά πλουν. Επιτρέπεται επίσης με την ίδια διαδικασία για τη στελέχωση της ναυτικής υπηρεσίας του κέντρου η πρόσληψη και του αναγκαίου για την εν γένει διαχείριση των πλωτών μέσων του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. λοιπού ναυτιλιακού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για πλήρη ή μερική απασχόληση. Οι όροι εργασίας και το ύψος των πάσης φύσεως αμοιβών του παραπάνω προσωπικού καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, του αρμόδιου για θέματα Έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας. Έως την δημοσίευση της απόφασης αυτής συνεχίζει να ισχύει η ΚΥΑ με αριθμ. 2/29117/0022/2009 (Β΄ 1385).
6. Το προσωπικό των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, μπορεί να μετακινείται εκτός έδρας, για τις ανάγκες των προγραμμάτων ή έργων τους που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται ή επιδοτούνται από διεθνείς οργανισμούς ή ίδιους πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων για τους απασχολούμενους στο δημόσιο, εφόσον η σχετική δαπάνη τους καλύπτεται από τα προγράμματα ή τα έργα αυτά, για την ανάγκες των οποίων μετακινούνται. Η ισχύς της διάταξης αυτής ισχύει αναδρομικά, από την έναρξη ισχύος του ν. 2685/1999.
7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Α. Οι ΕΛΕ οποιασδήποτε βαθμίδας (Α’, Β’, Γ’, Δ’), που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα, που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014, όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, μπορούν να κριθούν για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ερευνητή (Α’, Β’, Γ’) εντός του φορέα του οποίου αποτελούν προσωπικό.
Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ πρέπει να υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση στον φορέα, στην οποία θα αναφέρεται η βαθμίδα στην οποία θέλουν να κριθούν. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985..
Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα.
Οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985.
Η απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του φορέα ή τον διευθυντή του ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ που κρίνονται επιτυχώς, συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου αναλόγως της βαθμίδας στην οποία κατατάσσονται όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015.
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως αυτός ίσχυε και έως την δημοσίευση του παρόντος, μπορεί να κριθεί για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης Ερευνητή/ΕΛΕ (Α, Β, Γ) εντός του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου του οποίου αποτελούν προσωπικό Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει συμπληρωματική αίτηση στον φορέα, στην οποία θα αναφέρεται η βαθμίδα στην οποία θέλει να κριθεί. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα, σύμφωνα τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους.
Οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Η απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του κέντρου ή τον διευθυντή του ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς, συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου αναλόγως της βαθμίδας στην οποία κατατάσσεται όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015.
Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν.4310/14 θα πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Για την ενιαία αντιμετώπιση όλων αιτήσεων, αιτήσεις που έχουν κριθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος».
8. Η τελευταία περίοδος της παραγράφου 7 του άρθρου 28 του ν.4310/2014 αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Οι υποτροφίες αυτές, αφορούν τη λήψη μεταπτυχιακού, διδακτορικού διπλώματος το οποίο είναι σχετικό με ένα από τα επιστημονικά πεδία του ερευνητικού κέντρου. Οι εν λόγω υποτροφίες δεν επιβαρύνουν το τακτικό προϋπολογισμό».
9. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του ν.4314/2014 «Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014−2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2012/17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16.6.2012) στο ελληνικό δίκαιο, τροποποίηση του ν.3419/2005 (Α’ 297) και άλλες διατάξεις » (Α’ 265), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Οι δαπάνες των υποτροφιών που έχουν χορηγηθεί και χορηγούνται από τα ερευνητικά κέντρα ή ινστιτούτα σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 7 του άρθρου 28 του ν.4310/2014 (Α’ 258) και της παραγράφου 12 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου και από τα ΑΕΙ σύμφωνα με το ν.4009/2011 (Α’ 195), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, είναι επιλέξιμες για συγχρηματοδότηση από τα ανωτέρω επιχειρησιακά προγράμματα. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται και για τους μεταδιδάκτορες και ισχύει αναδρομικά από τις 23.12.2014».
10. Περιφερειακά Συμβούλια Έρευνας και Καινοτομίας που, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.4310/2014 καταργούνται και συγκροτούνται εκ νέου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του παρόντος νόμου.
11. Το άρθρο 67 του ν.4235/2014 (Α’ 32) τροποποιείται ως εξής:
« Για τους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του Κεφαλαίου Δεύτερου του ν.4024/2011 (Α’ 226) και εποπτεύονται από το Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, η κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του Υπουργού Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 του ίδιου νόμου, εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης.»
12. Το άρθρο 83 του ν.4310/2014 καταργείται.
13. Ο αριθμός των υποψήφιων για το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Καινοτομίας (Ε.Σ.Ε.Κ.), τα Τομεακά Ερευνητικά Συμβούλια (Τ.Ε.Σ.), τα Περιφερειακά Συμβούλια Έρευνας και Καινοτομίας (Π.Σ.Ε.Κ.), καθώς και των μελών των Επιστημονικών Συμβουλίων (Ε.Σ.) των Ερευνητικών Κέντρων και των Επιστημονικών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων (Ε.Γ.Σ.) των Ερευνητικών Ινστιτούτων καθορίζεται με βάση την επιστημονική αριστεία και σύμφωνα με την εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο, βάσει του άρθρου 116 του Συντάγματος, εφόσον οι υποψήφιοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για την κάλυψη της σχετικής, κατά περίπτωση, θέσης.
14. Για τις αποσπάσεις που θα πραγματοποιηθούν προς την Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13β του ν.706/1997 (Α΄ 279), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, απαιτείται μόνο απόφαση του αρμόδιου για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων.
15. Το άρθρο 18 παρ. 9 του ν.4314/2014 (Α’ 265) αντικαθίσταται ως εξής: «Συνεχίζουν να υφίστανται, από την έναρξη του ν.4314/2014, η Ειδική Υπηρεσία Εφαρμογής Εκπαιδευτικών Δράσεων, η οποία συστάθηκε με την κ.υ.α. 10756/9.10.2002 (Β΄ 1343) όπως ισχύει, καθώς και η Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης και Εφαρμογής Δράσεων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων στους Τομείς της Έρευνας, της Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΕΥΔΕ ΕΤΑΚ), η οποία συστάθηκε με την κ.υ.α. 15137/30.7.2008 (Β΄ 1540) όπως ισχύει. Από την έναρξη του ν.4314/2014 (Α’ 265) καταργείται αναδρομικά η συγχώνευσή τους σε «Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων».
Η ανωτέρω Ειδική Υπηρεσία Εφαρμογής Εκπαιδευτικών Δράσεων μετονομάζεται σε «Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων στο Τομέα Παιδείας» και η αντίστοιχη Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης και Εφαρμογής Δράσεων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων στους Τομείς της Έρευνας, της Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΕΥΔΕ ΕΤΑΚ) μετονομάζεται σε «Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων στον Τομέα Έρευνας και Τεχνολογίας» και δύναται να ασκεί αρμοδιότητες ενδιάμεσου φορέα για το ΕΣΠΑ 2014-2020».
Σε αντικατάσταση της παραγράφου 5 άρθρου 37 του Ν.4310/14 που αφορά στη στελέχωση της ΓΓΕΤ προτείνουμε τη παρακάτω παράγραφο :
«Το μόνιμο προσωπικό και το προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου είναι αποσπασμένο στη Γενική Γραμματεία Έρευνας & Τεχνολογίας, δύναται με αίτησή του, που υποβάλλεται εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, να μεταταγεί στη ΓΓΕΤ σε προσωποπαγείς θέσεις συνιστώμενες αυτοδικαίως δια του παρόντος νόμου, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα Ν. 3528/2007. Τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα των μετατασσομένων διατηρούνται. Το προσωπικό που μετατάσσεται, με βάση την παρούσα διάταξη, διέπεται από τις διατάξεις περί βαθμολογικών προαγωγών και μισθολογικής εξέλιξης των δημοσίων υπαλλήλων, όπως κάθε φορά ισχύουν».
Θεωρώ ότι πρέπει να προστεθεί η κάτωθι διάταξη:
«Παράλειψη καταχώρησης στο ΚΗΜΔΗΣ των απαιτούμενων από το νόμο στοιχείων για την πραγματοποίηση δαπανών στο πλαίσιο υλοποίησης έργων από τους ΕΛΚΕ των ΑΕΙ έως την έναρξη ισχύος της διάταξης του άρθρου 139 του ν. 4281/2014, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα, την κανονικότητα και την επιλεξιμότητα των δαπανών αυτών. »
Επιχειρήματά μου:
α. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) των πανεπιστημίων διέπονται από την Κ.Υ.Α. 679/22.08.96 των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ 826 Β), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 36 του Ν. 3794/2009 (ΦΕΚ 156/4.9.2009), όπως ισχύει σήμερα μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 36 του Ν. 3848/10 (ΦΕΚ Α 71/19.5.2010). Η ως άνω ΚΥΑ εκδόθηκε κατόπιν της νομοθετικής εξουσιοδότησης της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 1514/1985 και του άρθρου 18 του ν. 706/1977, για την ερμηνεία των οποίων έχει εκδοθεί το άρθρο 12 του Ν.3577/07 (ΦΕΚ Α 130 8.6.2007). Βάσει του ως άνω θεσμικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία των ΕΛΚΕ, εξαιρούνται ρητά από την εφαρμογή των διατάξεων του Δημοσίου Λογιστικού. Συγκεκριμένα η παρ. 3 του άρθρου 7 ορίζει ότι: «3. Η κίνηση του Ειδικού Λογαριασμού, ο έλεγχος και η εντολή πληρωμής σε βάρος του Λογαριασμού και υπέρ δικαιούχων ενεργούνται σύμφωνα με την παρούσα απόφαση και τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, όπως αυτός ισχύει χωρίς καμία αναφορά ή περιορισμό από τις διατάξεις που διέπουν τη διάθεση, κατανομή και ανάλωση των πιστώσεων του ιδρύματος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων για το Δημόσιο Λογιστικό, τις κρατικές προμήθειες, τις δημόσιες επενδύσεις, την ανάθεση μελετών και κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης».
Βάσει δε της διάταξης της παρ. 6 του άρθρου 11 του Ν. 4013/2011 η καταχώριση αιτημάτων και δημοσίων συμβάσεων στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ) συνιστά, στοιχείο κανονικότητας της δαπάνης κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του Ν.2362/1995 (και σήμερα της παραγράφου 2 του άρθρου 91 του Ν. 4270/2014 (ΦΕΚ Α 143/28-6-2014) «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ)». Πρόκειται συνεπώς για υποχρέωση που κατά ρητή επιταγή του νομοθέτη εντάσσεται στις προϋποθέσεις κανονικότητας μίας δαπάνης διενεργούμενης κατά τις αρχές της δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας και τις διατάξεων του Δημοσίου Λογιστικού, από την τήρηση των οποίων όμως ρητά έχουν εξαιρεθεί οι ΕΛΚΕ όπως προαναφέρθηκε.
Επιπλέον των ανωτέρω, η ειδική νομική φύση των ΕΛΚΕ προσδιορίζεται μεταξύ άλλων από τα ακόλουθα:
– δεν επιχορηγούνται από τον τακτικό προϋπολογισμό,
– με δεδομένο ότι δεν εφαρμόζουν το Δημόσιο Λογιστικό, δεν υφίσταται «ανάληψη υποχρέωσης» και «κανονικότητα» της δαπάνης κατά την έννοια της διατάξεων του ν. 4270/2014,
– τόσο οι ΕΛΚΕ, όσο και τα συγχρηματοδοτούμενα έργα που διαχειρίζονται, εξαιρούνται από το Ενιαίο Πρόγραμμα Προμηθειών,
– τα έργα την διαχείριση των οποίων αναλαμβάνουν έχουν το καθένα το δικό του, εγκεκριμένο από το χρηματοδότη του προϋπολογισμό, ο οποίος δεν είναι ενταγμένος στον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ παράλληλα έχουν συμβατικά καθορισμένες υποχρεώσεις και διάρκεια, η οποία μπορεί να υπερβαίνει το έτος.
Ο συνδυασμός όλων των ανωτέρω ενδεικτικά αναφερομένων καθιστά αδήριτη την αναγκαιότητα διαφορετικής μεταχείρισης των ΕΛΚΕ ως φορέων γενικής κυβέρνησης, σε σχέση με τους λοιπούς φορείς γενικής κυβέρνησης.
β. Η ρύθμιση που προτείνεται θα απαλλάξει μεγάλο μέρος της γραφειοκρατίας από τους ειδικούς λογαριασμούς κονδυλίων έρευνας των ΑΕΙ και θα συμβάλλει και στην επιτάχυνση της απορρόφησης των κονδυλίων που προορίζονται για την έρευνα και κρίνονται ζωτικής σημασίας για την επιτυχή και απρόσκοπτη υλοποίηση των ερευνητικών και λοιπών έργων που υλοποιούνται στα ΑΕΙ.
γ. Εξ όσων γνωρίζω από τις συμμετοχές μου σε συνόδους γραμματέων των ελληνικών ΑΕΙ, τα ελληνικά Πανεπιστήμια στην μέγιστη πλειονότητά τους, εξαιτίας του μικρού προσωπικού που διαθέτουν στις γραμματείες των ειδικών λογαριασμών, της έλλειψης σχετικού ικανού μηχανογραφικού συστήματος και του μεγάλου όγκου του αντικειμένου τους που προκαλεί υπέρμετρο φόρτο εργασίας, δεν έχει καταστεί δυνατόν μέχρι σήμερα να συμμορφωθούν με την υποχρέωση καταχώρισης στο ΚΗΜΔΗΣ των δημοσίων συμβάσεων.
ε. Σημειώνεται ότι από 8.8.2015 όταν θα εφαρμόζεται πλέον το άρθρο 139 του Ν. 4281/2014 οι ειδικοί λογαριασμοί, δεδομένου ότι έχουν εν τω μεταξύ οργανώσει αναλόγως τις υποδομές τους, θα ενταχθούν στο ΚΗΜΔΗΣ όπως αυτό θα εφαρμόζεται βάσει του άρθρου 139 του Ν. 4281/2014, από το οποίο δεν χωρεί εξαίρεση.
Καλλιόπη Κατσιγιαννάκη
Νομικός Σύμβουλος Ειδικού Λογαριασμού Πανεπιστημίου Κρήτης
Προτείνω να καταργηθούν οι κατ’ ελάχιστον ποσοστώσεις για το κάθε φύλο σε ότι αφορά την κάλυψη των θέσεων που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.
Σε συνέχεια της πρότασης του Συλλόγου Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών (Σ.Ε.Π.Α.Α.) σχετικά με προσθήκη στο άρθρο 5 της παρ. 47 του ν. 4310/2014 για τους εν ενεργεία Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας (βλ. σχετική ανάρτηση: 27 Ιουνίου 2015, 16:05 | Σύλλογος Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών (ΣΕΠΑΑ)), επισημαίνονται τα εξής:
Από τη μελέτη του παρόντος Σ/Ν, που τροποποιεί τον ν. 4310/2014, προκύπτει ότι: α) η βαθμίδα ερευνητή Δ΄ δεν θα υφίσταται στο εξής και β) προτείνονται ακόμη ευνοϊκότερες διατάξεις για τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες όλων των βαθμίδων (συμπεριλαμβανομένης και της Δ΄ βαθμίδας), όπως και για το εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό (δημόσιοι υπάλληλοι) ή το προσωπικό του οποίου η σύμβαση μετατράπηκε σε ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ), εφόσον οι κρινόμενοι διαθέτουν διδακτορικό δίπλωμα. Μάλιστα, οι σχετικές ρυθμίσεις δίνουν τη δυνατότητα στους ΕΛΕ (και της Δ΄ βαθμίδας) να διατηρήσουν τη θέση τους σε περίπτωση αρνητικής κρίσης.
Αντιθέτως, ενώ στη συγκεκριμένη παράγραφο των Μεταβατικών Διατάξεων του ν. 4310/2014 ισχύουν οι ίδιες διατάξεις για τους Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας και τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας (ότι δηλαδή και για τους δύο «σε περίπτωση αρνητικής νέας αξιολόγησής τους, λύνεται η σχέση εργασίας τους με το ερευνητικό κέντρο»), από το παρόν Σ/Ν απουσιάζουν ανάλογες με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας ρυθμίσεις για τους ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, οι οποίοι είναι επίσης κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος (πόσο μάλλον όταν σύμφωνα με το α. 29, παρ. 5 του Σ/Ν, οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες δύνανται να είναι κάτοχοι ακόμη και μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών). Συνεπώς, οι ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας σε περίπτωση αρνητικής κρίσης όχι απλώς δεν εξελίσσονται, αλλά οδηγούνται στην οριστική απώλεια της εργασιακής θέσης τους.
Με την προτεινόμενη τροποποίηση επιζητείται να δοθεί ανάλογη δυνατότητα με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας και με το εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό ΙΔΑΧ και στους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, ώστε μέσα σε αντίστοιχη προθεσμία (τριών μηνών) να μπορούν να διατηρήσουν τη θέση τους υποβάλλοντας αίτηση για διορισμό σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα (όπως άλλωστε προβλέπει ο ν. 1514/1985 α. 17 παρ. 2 για τους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Γ΄ βαθμίδας σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησής τους).
ΠΡΟΤΑΣΗ
Κατόπιν τούτων προτείνεται η ακόλουθη προσθήκη στην παρ. 5 του άρθρου 47 («Μεταβατικές διατάξεις») του ν. 4310/2014:
«Οι ερευνητές Δ΄ βαθμίδας οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχουν ήδη αρνητική αξιολόγηση σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 1514/1985, δικαιούνται ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, να διορισθούν σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο μετά τη σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του κέντρου ή του διευθυντή του ανεξάρτητου ινστιτούτου ή σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα».
Σχετικά με ενδεχόμενους ενδοιασμούς για την αποδοχή αυτής της πρότασης λόγω των περιορισμών που τίθενται στις θέσεις απασχόλησης στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα ώστε να μην επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός, τονίζεται ότι η συγκεκριμένη πρόταση δεν οδηγεί σε δημιουργία νέας εργασιακής θέσης, διότι ο διορισμός του ερευνητή Δ΄ σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα του θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα μπορεί να πραγματοποιηθεί αναλογικά με τη δυνατότητα για «οιονεί μετάταξη» μέσω μεταφοράς πίστωσης που δίδεται στους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι έχουν εκλεγεί σε θέση ΔΕΠ ΑΕΙ ώστε να διοριστούν στη νέα θέση τους. Επομένως, και στην περίπτωση των ερευνητών Δ΄ βαθμίδας θα πρόκειται για «οιονεί μετάταξη», με την οποία δεν θα αυξάνεται ο συνολικός αριθμός υπηρετούντων στον δημόσιο τομέα, και για μεταφορά πίστωσης, ώστε να μην προκύπτει οικονομική επιβάρυνση για τον δημόσιο προϋπολογισμό. Χρήση αυτής της δυνατότητας έχει γίνει πολλές φορές (βάσει της Εγκυκλίου Φ.122.1/36/ 15530/Β2, 14-05-2012), μεταξύ άλλων, και από συναδέλφους ερευνητές Γ΄ και Δ΄ βαθμίδας οι οποίοι υπηρετούσαν σε ερευνητικά κέντρα της Ακαδημίας Αθηνών και διορίστηκαν με αυτόν τον τρόπο σε θέσεις ΔΕΠ ΑΕΙ όπου είχαν εκλεγεί.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Από τη μελέτη του ν. 4310/2014 και του υπό διαβούλευση Σ/Ν προκύπτει ότι: α) Σύμφωνα με την παρ. 2 του α. 33 του ν. 4310/2014, όπως αναδιατυπώνεται με την παρ. 1 του α. 29 του παρόντος Σ/Ν, και την παρ. 5 του α. 47 του ν. 4310/2014, η οποία δεν μεταβάλλεται προς το παρόν, η βαθμίδα του Ερευνητή Δ΄ δεν θα υφίσταται στο εξής
β) Σύμφωνα με το α. 42, παρ. 7 του Σ/Ν, προτείνονται ακόμη ευνοϊκότερες διατάξεις (λ.χ. κρίσεις από 5μελείς επιτροπές κρίσης και με τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα), συμπληρωματικά σε εκείνες της παρ. 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014, για τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες όλων των βαθμίδων (άρα και εκείνους της Δ΄ βαθμίδας), όπως και για το εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό (δημόσιοι υπάλληλοι) ή το προσωπικό του οποίου η σύμβαση μετατράπηκε σε ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2839/2000, εφόσον οι κρινόμενοι διαθέτουν διδακτορικό δίπλωμα. Μάλιστα, οι σχετικές ρυθμίσεις δίνουν τη δυνατότητα στους ΕΛΕ (και σε εκείνους της Δ΄ βαθμίδας) να διατηρήσουν τη θέση τους σε περίπτωση αρνητικής κρίσης. Και αυτό σε αντίθεση με την παρ. 5 του α. 47 του ν. 4310/2014, όπου σαφώς προβλέπεται ότι «Οι ερευνητές και ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας, οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, αξιολογούνται υποχρεωτικά με τη συμπλήρωση δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Αν αξιολογηθούν θετικά προάγονται στη βαθμίδα του ερευνητή ή ΕΛΕ Γ΄. Εάν αξιολογηθούν αρνητικά, μπορούν να ζητήσουν μία φορά την επαναξιολόγησή τους, εντός χρονικού διαστήματος δύο (2) ακόμη ετών, διαφορετικά ή σε περίπτωση αρνητικής νέας αξιολόγησής τους, λύνεται η σχέση εργασίας τους με το ερευνητικό κέντρο».
Όμως, ενώ στη συγκεκριμένη παραπάνω παράγραφο των Μεταβατικών Διατάξεων του ν. 4310/2014 ισχύουν οι ίδιες διατάξεις για τους Ερευνητές και οι ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας, στο παρόν Σ/Ν απουσιάζουν ανάλογες με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας ρυθμίσεις για τους ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, οι οποίοι είναι επίσης κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος (πόσο μάλλον όταν σύμφωνα με το α. 29, παρ. 5 του Σ/Ν οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες δύνανται να είναι κάτοχοι ακόμη και μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών). Σε αντίθεση με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας, για τους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ΄ βαθμίδας θα ισχύει ότι «σε περίπτωση αρνητικής νέας αξιολόγησής τους, λύνεται η σχέση εργασίας τους με το ερευνητικό κέντρο» χωρίς άλλη δυνατότητα. Συνεπώς, θα πρόκειται όχι απλώς για μη εξέλιξή τους, αλλά για οριστική απώλεια της εργασιακής θέσης τους, και μάλιστα μετά από χρόνια υπηρεσίας και στις γνωστές συνθήκες οικονομικής και εργασιακής κρίσης. Κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε αντίθεση και με τις διακηρύξεις της νέας πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΟΠΑΙΘ περί σχεδιασμού συγκεκριμένων μέτρων για τη στήριξη νέων επιστημόνων και την αναχαίτιση φυγής τους προς το εξωτερικό.
Με την προτεινόμενη τροποποίηση επιζητείται να δοθεί ανάλογη δυνατότητα με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας και με το εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό ΙΔΑΧ και στους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, ώστε μέσα σε αντίστοιχη προθεσμία (τριών μηνών) να μπορούν να διατηρήσουν τη θέση τους υποβάλλοντας αίτηση για διορισμό σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα (όπως άλλωστε προβλέπει ο ν. 1514/1985 α. 17 παρ. 2 για τους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Γ΄ βαθμίδας σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησής τους).
Με τιμή,
Κωνσταντίνος Μαυρουλίδης
Ερευνητής Δ΄ βαθμίδας στο ΚΕΕΛΓ
της Ακαδημίας Αθηνών
5. Το όφελος και η σκοπιμότητα να δοθεί δυνατότητα πρόσβασης σε θέσεις ΕΛΕ του επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού δεν είναι προφανής τη στιγμή που λόγω οικονομικής κρίσης δεν προκηρύσσονται νέες θέσεις ερευνητών και ΕΛΕ. Η ορθή διαδικασία θα προέβλεπε την προκήρυξη νέων θέσεων ερευνητών ή ΕΛΕ, όπου θα μπορούσε να συμμετέχει και το εν ενεργεία επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό, που πληροί τις ανάλογες προϋποθέσεις ακολουθώντας τις ίδιες αυστηρές διαδικασίες όπως αυτές που ισχύουν για την εκλογή νέων ΕΛΕ/Ερευνητών, αντιστοίχως. Εναλλακτικά προτείνουμε την πρόσβαση μόνο σε βαθμίδες ΕΛΕ βάσει των ελαχίστων/ ενδεικτικών προσόντων, όπως αναφέρονται στην επικείμενη τροπολογία. Είναι αμφίβολη η εξοικονόμηση πόρων με την διαδικασία αυτή μιας και θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για την ικανή χρηματοδότηση των εργαστηρίων των νέων αυτών ερευνητών/ ΕΛΕ για να οργανώσουν την δική τους αυτόνομη δραστηριότητα. Τροποποίηση στα: Ν. 4310/2014 – Άρθρο 47, Παρ. 4., Σχέδιο Νόμου – Άρθρο 42, Παρ. 7., Περ. Β
Το πλήρες κείμενο του Συλλόγου Ερευνητών ΙΤΕ: http://www.forth.gr/rc/
Άρθρο 42, παρ. 7Α: Στην εν λόγω μεταβατική διάταξη, η οποία αφορά την κρίση των ΕΛΕ κατόχων διδακτορικού, πρέπει να γίνουν μικρές προσθήκες, ώστε να καλυφθούν τα κενά για την περίπτωση τεχνολογικού φορέα. Οι προτεινόμενες προσθήκες είναι απαραίτητες προκειμένου να μπορέσει να γίνει εφαρμογή της διάταξης στους τεχνολογικούς φορείς.
Ειδικότερα, προτείνεται:
α) Στο τέλος του δευτέρου εδαφίου προστίθεται «…., ή το διοικητικό συμβούλιο του τεχνολογικού φορέα.».
β) Στο τέλος του τρίτου εδαφίου προστίθεται «…, και τις προβλέψεις του οργανισμού του τεχνολογικού φορέα.».
Απαιτείται η άμεση ολοκλήρωση της διαδικασίας σύνταξης νέων Εσωτερικών Κανονισμών των Ερευνητικών Κέντρων που θα εναρμονίζονται με τις διατάξεις του νέου Νόμου. Η μη ύπαρξή τους, δεδομένης της αντικειμενικής δυσκολίας της ΓΓΕΤ να παρέχει το σχετικό πρότυπο εγκαίρως, παρακωλύει την εφαρμογή πλήθους άρθρων του Ν4310/2014 και για τον λόγο αυτό προτείνεται η σύσταση επιτροπής για την προετοιμασία του προτύπου Εσ.Καν. υπό την εποπτεία του Υπουργείου και της ΓΓΕΤ στην οποία να συμμετέχουν εκπρόσωποι της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων-Ιδρυμάτων και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων σε Ερευνητικά Ιδρύματα Ιδιωτικού Δικαίου.
ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ
Άρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία
Α. Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
Η ΕΕΕ θα ήθελε να υπογραμμίσει ότι εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει προκηρυχθεί από την Πολιτεία καμία νέα θέση Ερευνητή. Αντίθετα πολλές οργανικές θέσεις που είχαν μείνει κενές καταργήθηκαν σε εφαρμογή διαφόρων μνημονιακών νόμων. Η τελευταία διεθνής αξιολόγηση των ερευνητικών κέντρων το 2014, κατέγραψε σαν ένα βασικό πρόβλημα, το οποίο θα πρέπει να ξεπεραστεί, τη γήρανση και τον μικρό αριθμό του Ερευνητικού στελεχιακού δυναμικού. Επιπλέον είναι καταγεγραμμένο και υπογραμμίζεται από όλους τους πολιτικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς το φαινόμενο της διαρροής επιστημόνων στο εξωτερικό (brain drain). Διακηρυγμένη θέση της κυβέρνησης αλλά και όλων των πολιτικών φορέων είναι η αναγκαιότητα λήψης μέτρων για να αντιστραφεί το φαινόμενο. Για τον λόγο αυτό και σε αναλογία με τι έχει συμβεί σε άλλους Ερευνητικούς Φορείς εκτός ΓΓΕΤ προτείνουμε την προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών για τα ΕΚ της ΓΓΕΤ, που θα αποτελούν οργανικές θέσεις. Οι προκηρύξεις θα αφορούν κατά κύριο λόγο Εντεταλμένους και Κύριους Ερευνητές:
Πρόταση της ΕΕΕ:
Θα πρέπει να προβλεφθεί και να κατοχυρωθεί η κατά τακτά χρονικά διαστήματα προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών ανά Ινστιτούτο.
Στην παράγραφο 2 η παράταση να επεκταθεί για εύλογο χρονικό διάστημα (π.χ. μέχρι 31/3/2016), ώστε να δοθεί ικανό χρονικό διάστημα στα ΕΚ να συντάξουν τους νέους Εσωτερικούς κανονισμούς τους.
Η παράγραφος 6 χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης ως εξής: «Το προσωπικό των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, μπορεί να μετακινείται εκτός έδρας, για τις ανάγκες των προγραμμάτων ή έργων τους που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται ή επιδοτούνται από Ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς ή ίδιους πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων για τους απασχολούμενους στο δημόσιο, εφόσον η σχετική δαπάνη τους καλύπτεται από τα προγράμματα ή τα έργα αυτά, για την ανάγκες των οποίων μετακινούνται. Η ισχύς της διάταξης αυτής ισχύει αναδρομικά, από την έναρξη ισχύος του ν. 2685/1999»
Στην παράγραφο 8 απαλοιφή της πρότασης: «Οι εν λόγω υποτροφίες δεν επιβαρύνουν το τακτικό προϋπολογισμό».
Να συμπεριληφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους εν ενεργεία Ερευνητές τέταρτης (Δ’) βαθμίδας, αντίστοιχες με αυτές για τους Λέκτορες στα ΑΕΙ.
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»,
15310 Αγία Παρασκευή Αττικής
Τηλ: 210 6503556, fax: 210 6511767
e-mail: mkonstan@bio.demokritos.gr
http://www.demokritos.gr/sed
Θέσεις του ΔΣ του ΣΕΔ επί του σχεδίου νόμου για
«Ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα, την πρωτοβάθμια και
δευτεροβάθμια εκπαίδευση και άλλες διατάξεις»
http://www.opengov.gr/ypepth/?p=2450
Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών Δημοκρίτου (ΣΕΔ) θα ήθελε να εκφράσει τις θέσεις της ερευνητικής κοινότητας του «Δ» σχετικά με το προτεινόμενο Σχέδιο νόμου: «Ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα, την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και άλλες διατάξεις» του ΥΠΟΠΑΙΘ που είναι σε διαβούλευση.
Η ερευνητική κοινότητα του «Δ» έχει εκφράσει πολλάκις την άποψη ότι ένας νόμος για την ΕΤΑΚ θα πρέπει να στηρίζεται στην αναμόρφωση του Ν1514 όσον αφορά σε αλλαγές:
• Στο πρότυπο διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων
• Στην αναβάθμιση της θέσης του Ερευνητή
• Στη διασύνδεση των Ερευνητικών Κέντρων (EK) με τα ΑΕΙ στο πλαίσιο του Ενιαίου Χώρου Έρευνας- Ανώτατης Εκπαίδευσης
• Στην ενίσχυση της διασύνδεσης της Έρευνας με τον Επιχειρηματικό τομέα.
Με τον τρόπο αυτό θα αξιοποιηθεί με το βέλτιστο τρόπο το ερευνητικό προσωπικό αλλά και οι Εθνικές ερευνητικές υποδομές, λειτουργώντας ως βασικός μοχλός ανάπτυξης της Χώρας.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης του Ν4310/2014 η ερευνητική κοινότητα του «Δ» εξέφρασε εγγράφως την αντίθεσή της στη φιλοσοφία καθώς και στους στόχους του νόμου, ζητώντας την απόσυρση του νομοσχεδίου (ή ακόμη και την καταψήφισή του), συντασσόμενη πλήρως με τις προτάσεις της ΕΕΕ (http://143.233.226.87/syllogos/sites/default/files/sed09-14.pdf, http://143.233.226.87/syllogos/sites/default/files/sed010-14.pdf).
Επιπροσθέτως ζητούσε την συνδιαμόρφωση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου για το ερευνητικό σύστημα της χώρας μας, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής.
Δυστυχώς παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις για την κατάργηση του Ν. 4310/2014 για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία (ΕΤΑΚ), η σημερινή κυβέρνηση επιλέγει την εφαρμογή του εν λόγω νόμου, μέσω σειράς τροπολογιών.
Στο παρόν σ/ν υπάρχουν ορισμένες θετικές ρυθμίσεις όπως π.χ.: ο ορισμός του «Ερευνητικού φορέα», η επαναφορά της μονιμότητας των Ερευνητών Α’ και Β’ βαθμίδας, η θεσμοθέτηση ότι με νόμο συνιστώνται, συγχωνεύονται, διασπώνται και καταργούνται τα Ερευνητικά Κέντρα και τα Ινστιτούτα τους και η κατάργηση του Άρθρου 26 του Ν4310/2014.
Συμφωνώντας και με τις θέσεις της ΕΕΕ όπως αυτές εκφράστηκαν σε πρόσφατη επιστολή (http://www.eee-researchers.gr/wp-content/uploads/2015/05/EEE_EX-482-28-05-15_Epistoli-pros-YPOPAITH_gia-tis-tropologies-N4310.pdf) θεωρούμε ότι παρόλα ταύτα ο Ν. 4310/2014 και οι τροποποιήσεις του εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από την έλλειψη εξαιρετικά σημαντικών ρυθμίσεων για την ανέλιξη του εθνικού ερευνητικού συστήματος, οι οποίες –μεταξύ άλλων– αφορούν α) στη χάραξη και χρηματοδότηση Εθνικής Ερευνητικής Πολιτικής, β) στη δημιουργία Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας, γ) στην αντιμετώπιση του κατακερματισμού του δημόσιου ερευνητικού ιστού και δ) στον εκδημοκρατισμό του προτύπου διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων.
Προτάσεις και σχόλια κατά άρθρο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Άρθρα 1-14
Για την καταρχήν θεσμοθέτηση του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας, ο ΣΕΔ προτείνει ως μέτρα προς άμεση θεσμοθέτηση:
• Δυνατότητα του Ερευνητή να ορίζεται κύριος επιβλέπων σε διδακτορική διατριβή, με απόφαση Γ.Σ.Ε.Σ (Γενική Συνέλευση Ειδικής Σύνθεσης του Τμήματος), δίχως την αναγκαιότητα ύπαρξης σχετικού Πρωτόκολλου Συνεργασίας μεταξύ του ΑΕΙ και του οικείου ΕΚ. Κατ’ ουσίαν το Άρθρο 8, παρ. 13 χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης ως εξής: «Στην περίπτωση συνεργασίας Α.Ε.Ι. και ερευνητικού κέντρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ν.4009/2011 (Α’ 195), είναι δυνατός ο ορισμός ερευνητή ως επιβλέποντα υποψήφιου διδάκτορα εφόσον αυτό προβλέπεται στο πρωτόκολλο συνεργασίας και ύστερα από απόφαση της Γ.Σ.Ε.Σ.». Η βελτίωση αυτή διευκολύνει την απρόσκοπτη επίβλεψη διδακτορικών και από Ερευνητές χωρίς να αντικρούει τα πρωτόκολλα συνεργασίας μεταξύ ΑΕΙ και ΕΚ που περιγράφονται στο Άρθρο 42 του Ν. 4009/2011.
• Άμεση εφαρμογή του Άρθρου 42 του Ν. 4009/2011, με τροπολογία που θα αποδεσμεύει την υπογραφή Πρωτοκόλλων Συνεργασίας μεταξύ ΑΕΙ και ΕΚ από τους εσωτερικούς κανονισμούς ΑΕΙ και ΕΚ (να αρκούν για την υπογραφή οι αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων σε επίπεδο ΑΕΙ και ΕΚ, ή Τμήματος και ΕΚ ή Ινστιτούτου αντίστοιχα).
• Θεσμοθέτηση της δυνατότητας των ΕΚ της ΓΓΕΤ να συνδιοργανώνουν μεταπτυχιακά προγράμματα 2ου και 3ου κύκλου σπουδών και με ΑΕΙ της αλλοδαπής, με ανάλογη προσθήκη στο Άρθρο 42 του Ν. 4009/2011.
• Ισότιμη, διακριτή, θεσμική μεταχείριση Καθηγητών ΑΕΙ και Ερευνητών. Οι όροι «Μέλη ΔΕΠ» και «Ερευνητές» είναι από μακράν θεσμοθετημένοι (Άρθρο 1, παρ. ιβ, Άρθρο 15, παρ. 16, και Άρθρο 29, παρ. 2 του παρόντος πολυνομοσχεδίου), αντίθετα από τον όρο «Ερευνητή σε Α.Ε.Ι.» που δεν υφίσταται. Επίσης, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ταυτίζεται ο όρος «Μεταδιδακτορικοί Ερευνητές» με επιστήμονες που έχουν θέση μέλους ΔΕΠ ή ερευνητή σε ερευνητικό κέντρο. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 12 του Άρθρου 8, χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης, ως εξής «Με απόφαση της Γ.Σ. του Τμήματος ύστερα από πρόταση μέλους της ή του αρμόδιου Τομέα και για ειδικές εκπαιδευτικές ή ερευνητικές ανάγκες, καλούνται για ένα χρόνο ως (α) Επισκέπτες Καθηγητές, ή Μεταδιδακτορικοί Ερευνητές επιστήμονες που έχουν θέση μέλους ΔΕΠ ή ερευνητή σε Α.Ε.Ι. ή ερευνητικό κέντρο, (β) Μεταδιδακτορικοί Ερευνητές, νέοι επιστήμονες κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Εσωτερικό Κανονισμό του οικείου Α.Ε.Ι.
• Άμεση, δημοκρατική αναβάθμιση του προτύπου διοίκησης των ΕΚ κατ’ αντιστοιχία με τα ΑΕΙ.
• Στο πλαίσιο της δέσμης των απαραίτητων ρυθμίσεων προκειμένου να αποκατασταθεί το πνεύμα ισοτιμίας των ΑΕΙ και των ΕΚ, είναι απαραίτητο να επεκταθεί και στα Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ η ρύθμιση του Άρθρου 8, παρ. 22.α), με νομοτεχνική βελτίωση, ως εξής: «Οι Ομότιμοι Καθηγητές Α.Ε.Ι. δεν καταλαμβάνουν θέσεις σε μονοπρόσωπα όργανα διοίκησης ερευνητικών φορέων, τα οποία ανήκουν στα Α.Ε.Ι. και η διοίκηση ορίζεται από τα Α.Ε.Ι., των κέντρων τεχνολογικής έρευνας (ΚΤΕ), και των ερευνητικών πανεπιστημιακών ινστιτούτων (ΕΠΙ) και των ερευνητικών κέντρων της ΓΓΕΤ. Με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καταργείται κάθε αντίθετη σχετική διάταξη». Αντίστοιχη ρύθμιση θα πρέπει να προβλεφθεί και για τους «Ομότιμους Ερευνητές».
• Τέλος, η υποχρέωση διαφάνειας πρέπει να ισχύει το ίδιο σε όλους τους ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς της χώρας. Ως εκ τούτου το Άρθρο 14, παρ. 18 χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης ως εξής: «Τα Α.Ε.Ι. και οι δημόσιοι ερευνητικοί φορείς της χώρας οφείλουν να ανταποκρίνονται στην υποχρέωση διαφάνειας παρέχοντας στο διαδικτυακό τους τόπο ή και με κάθε άλλον πρόσφορο τρόπο, κάθε δυνατή πληροφόρηση σχετικά με τα μέλη ΔΕΠ, τους Ερευνητές και κάθε άλλη κατηγορία προσωπικού, τα διοικητικά τους όργανα και τις αποφάσεις τους, τις πηγές και τη διαχείριση των πόρων, την οργάνωση σπουδών, την υλικοτεχνική υποδομή και το σύνολο των παρεχόμενων από αυτά υπηρεσιών».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ B’ – ΈΡΕΥΝΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ
Άρθρο 15 – Αντικείμενο – Ορισμοί ΕΤΑΚ
• Να επανέλθει η αναφορά του Άρθρου 16 του Συντάγματος στην παρ. 1.
• Να αντικατασταθεί στην παρ. 16 η αναφορά στο άρθρο «18 του παρόντος», με το «άρθρο 29 του παρόντος»
• Να επανέλθει –τουλάχιστον ως έχει– ο ορισμός των καινοτόμων επιχειρήσεων του Ν. 4310/2014 (Άρθρο 2, παρ. 32).
• Αξιολόγηση θα πρέπει να γίνεται σε όλους τους φορείς Έρευνας, με βάση διαφανείς, ουσιαστικούς και θεσμοθετημένους κανόνες. Η αξιολόγηση θα πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει –εκτός από τα ΑΕΙ και τα ΕΚ της ΓΓΕΤ– τους τεχνολογικούς φορείς, τους ερευνητικούς φορείς εκτός ΓΓΕΤ (δημόσιους και ιδιωτικούς) που λαμβάνουν ερευνητικές χρηματοδοτήσεις, καθώς και την ίδια τη ΓΓΕΤ.
Άρθρο 16 – Πεδίο Εφαρμογής για την ΕΤΑΚ
Στο πεδίο εφαρμογής θα πρέπει να αναφέρονται ονομαστικά και τα υπόλοιπα, κύρια, εκτός ΓΓΕΤ δημόσια Ερευνητικά Κέντρα ή Ινστιτούτα (που εποπτεύονται από άλλα Υπουργεία εκτός του ΥΠΟΠΑΙΘ), όπως αυτά προκύπτουν από σχετική μελέτη που διεξήχθη κατά παραγγελία της ΓΓΕΤ.
Άρθρα 17-18. – Εθνική Στρατηγική Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας / Διαδικασία έγκρισης ΕΣΕΤΑΚ
Δεν αναφέρεται πουθενά ο τρόπος της διασφάλισης της Εθνικής χρηματοδότησης του σχεδίου δράσης καθώς και η υποχρεωτική αποτίμηση της δράσης.
Όπως αναφερόταν και στην ανάλυση SWOT για το ελληνικό σύστημα Ε&Α που πραγματοποιήθηκε από τη Rand [A rapid review of the Greek research and development system, copyright 2011 RAND Corporation], στις σημαντικές αδυναμίες του ελληνικού ερευνητικού συστήματος ήταν (α) η «Έλλειψη συνεπούς και αξιόπιστης χρηματοδότησης, αταξία στον κύκλο προκηρύξεων διαγωνισμών (ITT), αναξιοπιστία στο χρόνο πληρωμής» και (β) η «Έλλειψη εθνικής στρατηγικής, που οδηγεί σε έλλειψη προτεραιοτήτων και μιας συνεκτικής ερευνητικής κοινότητας».
Επιπλέον: α) το Σχέδιο δράσης θα πρέπει να ψηφίζεται από τη Βουλή β) να συμπεριληφθεί η συντήρηση και ενίσχυση των Εθνικών ερευνητικών υποδομών καθώς και ο Ευρωπαϊκός χώρος έρευνας, και γ) να προστεθεί η ενσωμάτωση και η ενίσχυση του «Τριγώνου της Γνώσης» που συγκροτούν η Έρευνα, η Ανώτατη Εκπαίδευση και η Καινοτομία σύμφωνα με τους στόχους και προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (PE 67/13, PE 16939/13).
Άρθρο 20 – Γενική Γραμματεία Έρευνας, Τεχνολογίας
Να συμπεριληφθεί η υποχρεωτική περιοδική αξιολόγηση της ΓΓΕΤ με διεθνείς δείκτες αξιολόγησης.
Επιπλέον θεωρούμε ότι η ΓΓΕΤ δεν μπορεί να έχει διττό ρόλο και αξιολογητή και χρηματοδότη και για αυτό στηρίζουμε την πρόταση στο πλαίσιο του Ενιαίου Χώρου Παιδείας και Έρευνας να ανατεθεί στην ΑΔΙΠ η αξιολόγηση και των ΕΚ αφού βεβαίως τροποποιηθεί και η σύνθεσή της αναλόγως.
Προτείνουμε τη δημιουργία ενός Εθνικού Συμβούλιου Έρευνας, Ανώτατης Εκπαίδευσης και Καινοτομίας ως ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο του ΥΠΟΠΑΙΘ και άλλων Υπουργείων στο οποίο θα ενσωματωθεί το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΚ).
Άρθρο 22 – Περιφερειακό Συμβούλιο Έρευνας και Καινοτομίας (ΠΣΕΚ)
Να εξειδικευτεί και να διασφαλιστεί η οριζόντια δικτύωση των μεγάλων δημοσίων Ερευνητικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ και ΕΚ), στα οποία βρίσκεται και μεγάλο τμήμα των Εθνικών ερευνητικών υποδομών και τα οποία έχουν την έδρα τους σε ορισμένες μόνο Περιφέρειες της χώρας (όπως Αττικής, Κεντρικής Μακεδονίας και Κρήτης) με ερευνητικούς φορείς των λοιπών Περιφερειών.
Άρθρο 23 – Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΣΕΚ) και Άρθρο 24 – Επιλογή, Διορισμός Μελών, Λειτουργία ΕΣΕΚ
Προτείνουμε τη δημιουργία ενός Εθνικού Συμβούλιου Έρευνας, Ανώτατης Εκπαίδευσης και Καινοτομίας ως ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο του ΥΠΑΙΘ και άλλων Υπουργείων στο οποίο θα ενσωματωθεί το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΚ).
Άρθρο 25 – Ερευνητικά Κέντρα-Ινστιτούτα-Τεχνολογικοί φορείς
Δεν καταργούνται τα νέα ΕΚ και Ινστιτούτα του Ν. 4310/2014 που υπάγονται στη ΓΓΕΤ, απλώς αναστέλλεται προσωρινά η ίδρυσή τους. Η ίδρυση των οργανισμών αυτών δεν εντάσσεται σε κανένα εθνικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη του δημόσιου ερευνητικού συστήματος.
Προτείνεται η εισαγωγή ρητής νομοθετικής πρόβλεψης, με βάση την οποία όσοι νέοι δημόσιοι ερευνητικοί οργανισμοί δημιουργούνται θα εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου για την ΕΤΑΚ, ή/και στη ΓΓΕΤ. Το πεδίο εφαρμογής του νόμου θα πρέπει επίσης να επεκταθεί και σε όλους τους υπάρχοντες, εκτός ΓΓΕΤ, δημόσιους ερευνητικούς φορείς που είναι δικαιούχοι δημόσιας χρηματοδότησης.
Άρθρο 26 – Διοικητικό Συμβούλιο και Άρθρο 27 –Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου – Διευθυντές Ινστιτούτων
Προτείνουμε την θεσμοθέτηση μηχανισμού προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη διαδικασία εκλογής νέων Δ/ντών ΕΚ/Ινστιτούτου, σε συγκεκριμένα χρονικά όρια, όταν λήξει η θητεία τους ή συνταξιοδοτηθούν (κατ’ αντιστοιχία του Άρθρου 3.2.α του παρόντος).
Ζητούμε την απαλοιφή του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 5, η οποία επαναφέρει την τρίτη θητεία Διευθυντών που διανύουν ήδη τη δεύτερη θητεία τους ως εξής «Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 16 του ν.4310/2014 προστίθεται η φράση «για την ίδια ακριβώς θέση. Η παρούσα περίπτωση καταλαμβάνει και του διευθυντές που υπηρετούν την πρώτη ή τη δεύτερη θητεία τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος»..
Ο Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου και οι Διευθυντές των Ινστιτούτων είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και διορίζονται με Απόφαση του ΥΠΟΠΑΙΘ για ορισμένο χρόνο, διάρκειας τεσσάρων [4] ετών.
Ο Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου και οι Διευθυντές των Ινστιτούτων να μην έχουν συμπληρώσει κατά την ημέρα που προκηρύσσεται η πλήρωση της θέσης, το 63ο έτος της ηλικίας τους.
Ειδικότερα για την εκλογή του Διευθυντή Ινστιτούτου προτείνουμε:
Ο Δ/ντής Ερευνητικού Κέντρου και ο Δ/ντής Ινστιτούτου εκλέγονται από επταμελή επιτροπή που απαρτίζεται από τέσσερα εσωτερικά και τρία εξωτερικά μέλη. Τα εσωτερικά μέλη είναι Ερευνητές Α’ ή Β’ Βαθμίδας και εκλέγονται από το σύνολο των Ερευνητών του Κέντρου ή Ινστιτούτου αντίστοιχα. Τα εξωτερικά μέλη είναι διεθνώς καταξιωμένοι επιστήμονες, με έναν εξ αυτών τουλάχιστον να προέρχεται από την αλλοδαπή.
Ο Διευθυντής Ινστιτούτου είναι υπεύθυνος για την ομαλή λειτουργία του Ινστιτούτου σε όλα τα επίπεδα. Παρίσταται στις συνεδριάσεις του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου χωρίς δικαίωμα ψήφου. Σε κρίσεις ερευνητών συμμετέχει αυτοδικαίως ως μέλος στις επιτροπές κρίσεων χωρίς να είναι ο εισηγητής.
Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του Άρθρου 26 πρέπει να απαλειφθούν.
Άρθρο 28 – Επιστημονικό Συμβούλιο Ερευνητικού Κέντρου – Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Ινστιτούτων
Ο ρόλος των ΕΓΣ Ινστιτούτων θα πρέπει να γίνει αποφασιστικός σε θέματα που αφορούν στις βασικές επιλογές των Ινστιτούτων. Έτσι δημιουργείται ένα πλαίσιο για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων με συναίνεση Δ/ντή – Ερευνητών.
Για αυτό προτείνουμε: την σύσταση του Επιστημονικού Συμβούλιου Ινστιτούτου (ΕΣΙ):
Στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του ο Διευθυντής Ινστιτούτου επικουρείται από Επιστημονικό Συμβούλιο Ινστιτούτου (ΕΣΙ) το οποίο αποτελείται από πέντε (5) μέλη, Ερευνητές και Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες Α‘ ή Β΄ βαθμίδας του αντίστοιχου Ινστιτούτου, Τα μέλη του ΕΣΙ, εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία για δύο (2) έτη από το σύνολο των Ερευνητών και των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων του Ινστιτούτου. Η πρόσκληση για την εκλογή των μελών του ΕΣΙ γίνεται υπό την εποπτεία της Διεύθυνσης Διοικητικού του Κέντρου. Αν δεν υπάρχουν αρκετοί ερευνητές και Ε.Λ.Ε. Α’ ή Β’ βαθμίδας, μπορούν να εκλεγούν και ερευνητές και Ε.Λ.Ε. Γ’ βαθμίδας. Στις συνεδριάσεις του ΕΣΙ μπορεί να συμμετάσχουν, ως σύμβουλοι, ή επισκέπτες, μέλη ΔΕΠ και Ερευνητές του Ινστιτούτου κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου του ΕΣΙ.
Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του ΕΣΙ εκλέγονται από τα μέλη του ΕΣΙ. Στο ΕΣΙ καλείται και συμμετέχει ο Διευθυντής του Ινστιτούτου ή σε περίπτωση γνωστοποίησης κωλύματος ή απουσίας του, ο Αναπληρωτής του.
Στις αρμοδιότητες του ΕΣΙ περιλαμβάνονται η λήψη αποφάσεων για τα θέματα στρατηγικής ανάπτυξης των Ινστιτούτων, έγκριση επιχειρηματικού σχεδίου για την υλοποίηση της ανάπτυξης, ορισμός και τροποποίηση οργανογράμματος, δημιουργία νέων θέσεων Ερευνητών, οικονομικός απολογισμός και προϋπολογισμός του Ινστιτούτου, έγκριση της ενδιάμεσης και της τελικής απολογιστικής έκθεσης του Διευθυντή Ινστιτούτου.
Ο Δ/ντής Ινστιτούτου υποβάλλει ετήσια απολογιστική έκθεση πεπραγμένων, προς έγκριση από το ΕΣΙ.
Να προστεθεί:
Αναπληρωτής Δ/ντής
Εκλέγεται για διετή θητεία από την Συνέλευση των Ερευνητών και ΕΛΕ με ψηφοφορία ξεχωριστή από αυτήν του Επιστημονικού Συμβουλίου Ινστιτούτου και δεν έχει δικαίωμα εκλογής σε αυτό. Παρίσταται στις συνεδριάσεις του Επιστημονικού Συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου. Ο Αναπληρωτής Δ/ντής αναπληρώνει τον Δ/ντή του Ινστιτούτου σε όλες τις αρμοδιότητες του και έχει δικαίωμα ψήφου στο ΔΣ του Κέντρου.
Επιπλέον θεωρούμε πολύ σημαντικό για την εύρυθμη λειτουργία του Ινστιτούτου να συγκαλείται η Συνέλευση των Ερευνητών και ΕΛΕ του Ινστιτούτου σε τακτά διαστήματα και να έχει αρμοδιότητες. Προτείνουμε:
Η Συνέλευση των Ερευνητών και ΕΛΕ του Ινστιτούτου αποτελεί το ανώτατο όργανο ελέγχου του Ινστιτούτου. Συγκαλείται σε τακτική βάση από τον Δ/ντή του Ινστιτούτου και σε έκτακτες περιπτώσεις με απόφαση του Δ/ντή ή των 3/5 των μελών του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου ή μετά από συλλογή υπογραφών από την πλειοψηφία (50%+1) των Ερευνητών του. Εγκρίνει τις ερευνητικές κατευθύνσεις του Ινστιτούτου σε σχέση με το στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης και τις ετήσιες αυτο-αξιολογήσεις του Ινστιτούτου. Έχει γενικότερη ελεγκτική αρμοδιότητα για όλες τις πράξεις της Διοίκησης του Ινστιτούτου συμπεριλαμβανομένης και της οικονομικής διαχείρισης, η οποία παρουσιάζεται μέσω του ετήσιου οικονομικού απολογισμού και προϋπολογισμού. Η εισήγηση θα γίνεται είτε από Επιτροπή Οικονομικού Ελέγχου του Ινστιτούτου είτε από το ΕΣΙ. Η Γενική Συνέλευση θα εγκρίνει την εισήγηση της επιτροπής ή του ΕΣΙ για τα οικονομικά. Επιπλέον, με ειδική ενισχυμένη πλειοψηφία (δυο τρίτων των μελών του Ινστιτούτου συν ένας), μπορεί να εισηγείται στο ΔΣ του Κέντρου την άμεση παύση της θητείας του Δ/ντή για μη ικανοποιητική εκτέλεση των καθηκόντων του.
Ακόμη προτείνουμε τη συγκρότηση Συμβουλευτικής Επιτροπής Ινστιτούτου: Αποτελείται από 5 διακεκριμένους επιστήμονες του εξωτερικού που καλύπτουν όλο το φάσμα δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου. Τα μέλη της ορίζονται μετά από σχετικές εισηγήσεις της Συνέλευσης των ερευνητών του Ινστιτούτου. Κρίνει, βάσει του ετήσιου απολογισμού, παρουσιάσεων των ερευνητών και συνεντεύξεων με αυτούς, την ποιότητα και απόδοση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου και προτείνει στον Δ/ντή και στο Επιστημονικό Συμβούλιο του Ινστιτούτου μέτρα για τη βελτίωση της απόδοσης. Οι προτάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Ινστιτούτου κοινοποιούνται άμεσα στην Συνέλευση των Ερευνητών του Ινστιτούτου.
Άρθρο 29.- Προσωπικό Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων
Προτείνουμε κατά αντιστοιχία με τα ΑΕΙ τη δημιουργία ενδιάμεσης βαθμίδας όπως οι Μόνιμοι Επίκουροι.
Να προστεθεί στην παράγραφο 12β) του άρθρου ότι: «Ο χρόνος Υποτροφίας λογίζεται, ως χρόνος προϋπηρεσίας σε περίπτωση διορισμού τους στο δημόσιο τομέα.».
Να προστεθεί: «Οι ερευνητές Γ’ βαθμίδας οι οποίοι δεν θα προαχθούν στη Β’ βαθμίδα δικαιούνται μόνιμη θέση (στα ΝΠΔΔ) ή αορίστου χρόνου (στα ΝΠΙΔ)» (όπως αυτό προβλεπόταν από το Ν. 1514), είτε να προστεθεί αντίστοιχη ρύθμιση όπως για τα μέλη ΔΕΠ στο Αρθρο 8 παράγραφος 16, ώστε να δίνεται η δυνατότητα επιλογής για μονιμοποίησή τους στη συγκεκριμένη βαθμίδα.
Στην παράγραφο 1 να αντικατασταθεί η αναφορά στο Άρθρου 13 με το Άρθρο 25 του παρόντος.
Άρθρο 30 – Πόροι των Ερευνητικών Κέντρων και Τεχνολογικών Φορέων – Αξιοποίηση της περιουσίας των Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων
Αναμόρφωση της παραγράφου 1 ως ακολούθως:
Οι πόροι των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων προέρχονται από:
Δημόσια Εθνική Χρηματοδότηση, σύμφωνα με τις αρχές της ΕΣΕΤΑΚ και το Σχέδιο Δράσης. Η χρηματοδότηση δεν μπορεί να υπολείπεται του κόστους μισθοδοσίας των ερευνητών και των μονίμων υπαλλήλων ή υπαλλήλων αορίστου χρόνου, καθώς και του λειτουργικού κόστους συντήρησης των εθνικών ερευνητικών υποδομών.
Προτείνεται η απαλοιφή των παραγράφων 5 και 6 του Άρθρου 21 του Ν. 4310/2014.
Άρθρο 31 – Δημόσια Χρηματοδότηση
Να προστεθεί στην παράγραφο 2 β) Η χρηματοδότηση να καλύπτει και το λειτουργικό κόστος συντήρησης των εθνικών ερευνητικών υποδομών.
Άρθρο 32 – Διαδικασία Χρηματοδότησης έργων, μελετών και προγραμμάτων που υποβάλλονται για ΕΤΑΚ – Αξιολόγηση – Έλεγχος
Περικοπές της χρηματοδότησης άνω του 10%, θα πρέπει να συνοδεύονται από αντίστοιχη τεκμηριωμένη πρόταση περικοπής του φυσικού αντικειμένου της πρότασης. Η ΓΓΕΤ να προβλέπει σε κάθε προκήρυξη αξιολόγηση/αποτίμηση του έργου των κριτών, με δυνατότητα αποκλεισμού τους από μελλοντικές αξιολογήσεις, εφόσον δεν έχουν συμμορφωθεί προς τις οδηγίες για την αξιολόγηση ή έχουν περιπέσει σε άλλα παραπτώματα.
Άρθρο 33 – Μητρώο Πιστοποιημένων Αξιολογητών
Παράγραφος 3. Να περιγραφούν τα εξειδικευμένα προσόντα των μελών της επιτροπής. Απαραίτητο να είναι το διδακτορικό δίπλωμα, όπως επίσης και η αποδεδειγμένη ερευνητική εμπειρία και τεχνογνωσία στον τομέα της ΕΤΑΚ.
Άρθρο 28 του Νόμου 4310 (Βραβεία – υποτροφίες – Ερευνητική Άδεια) που δεν τροπολογείται στο παρόν σ/ν
Να συμπεριληφθεί και η «εκπαιδευτική άδεια» στο πλαίσιο της εδραίωσης πιο στενής συνεργασίας ΕΚ και ΑΕΙ.
Άρθρο 34 – Επιλογή προσωπικού ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων
Να προστεθεί ανάλογη ρύθμιση με τα ΑΕΙ για την θεσμοθέτηση τριμελούς εισηγητικής επιτροπής για τη σύνταξη της εισηγητικής έκθεσης στις κρίσεις ένταξης/εξέλιξης των Ερευνητών σε βαθμίδα.
Άρθρο 30 -Εθνικός Κατάλογος Κριτών
Δημιουργία Μητρώου αξιολογητών σε κάθε ΕΚ, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τα ΑΕΙ.
Το σύστημα ΑΠΕΛΛΑ του οποίου η λειτουργία αναστέλλεται (Άρθρο 8, παρ. 26) θα πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί, επεκτείνοντας την ισχύ του και στα ΕΚ και τις κρίσεις ένταξης/εξέλιξης των Ερευνητών σε βαθμίδα.
Άρθρο 35 του Νόμου 4310 (Σύνδεση Ερευνητικών οργανισμών) που δεν τροπολογείται στο παρόν σ/ν
Δυνατότητα του Ερευνητή να ορίζεται κύριος επιβλέπων σε διδακτορική διατριβή, με απόφαση Γ.Σ.Ε.Σ (Γενική Συνέλευση Ειδικής Σύνθεσης του Τμήματος), δίχως την αναγκαιότητα ύπαρξης σχετικού Πρωτόκολλου Συνεργασίας μεταξύ του ΑΕΙ και του οικείου ΕΚ. Κατ’ ουσίαν το Άρθρο 8, παρ. 13 χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης ως εξής: «Στην περίπτωση συνεργασίας Α.Ε.Ι. και ερευνητικού κέντρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ν.4009/2011 (Α’ 195), είναι δυνατός ο ορισμός ερευνητή ως επιβλέποντα υποψήφιου διδάκτορα εφόσον αυτό προβλέπεται στο πρωτόκολλο συνεργασίας και ύστερα από απόφαση της Γ.Σ.Ε.Σ.». Η βελτίωση αυτή διευκολύνει την απρόσκοπτη επίβλεψη διδακτορικών και από ερευνητές, και χωρίς να αντικρούει τα πρωτόκολλα συνεργασίας μεταξύ ΑΕΙ και ΕΚ που περιγράφονται στο Άρθρο 42 του Ν. 4009/2011.
Άμεση εφαρμογή του Άρθρου 42 του Ν. 4009/2011, με τροπολογία που θα αποδεσμεύει την υπογραφή Πρωτοκόλλων Συνεργασίας μεταξύ ΑΕΙ και ΕΚ από τους εσωτερικούς κανονισμούς ΑΕΙ και ΕΚ (να αρκούν για την υπογραφή οι αποφάσεις της Συγκλήτου του ΑΕΙ και του ΔΣ του ΕΚ, αντίστοιχα).
Θεσμοθέτηση της δυνατότητας των ΕΚ της ΓΓΕΤ να συνδιοργανώνουν μεταπτυχιακά προγράμματα 2ου και 3ου κύκλου σπουδών και με ΑΕΙ της αλλοδαπής, με ανάλογη προσθήκη στο Άρθρο 42 του Ν. 4009/2011.
Άρθρο 37 – Κινητικότητα Ερευνητών
Οι Ερευνητές να έχουν τη δυνατότητα απασχόλησης για ορισμένο χρόνο σε θέση Ερευνητή Ερευνητικού Κέντρου, ΑΕΙ ή τμήματος έρευνας και ανάπτυξης επιχείρησης και της ημεδαπής (όχι μόνο της αλλοδαπής, βλ. παρ. 2)
Άρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία
Θα πρέπει να προβλεφθεί και να κατοχυρωθεί η κατά τακτά χρονικά διαστήματα προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών ανά Ινστιτούτο.
Στην παράγραφο 2 η παράταση να επεκταθεί για εύλογο χρονικό διάστημα (π.χ. μέχρι 31/3/2016), ώστε να δοθεί ικανό χρονικό διάστημα στα ΕΚ να συντάξουν τους νέους Εσωτερικούς κανονισμούς τους.
Η παράγραφος 6 χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης ως εξής: «Το προσωπικό των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, μπορεί να μετακινείται εκτός έδρας, για τις ανάγκες των προγραμμάτων ή έργων τους που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται ή επιδοτούνται από Ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς ή ίδιους πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων για τους απασχολούμενους στο δημόσιο, εφόσον η σχετική δαπάνη τους καλύπτεται από τα προγράμματα ή τα έργα αυτά, για την ανάγκες των οποίων μετακινούνται. Η ισχύς της διάταξης αυτής ισχύει αναδρομικά, από την έναρξη ισχύος του ν. 2685/1999»
Στην παράγραφο 8 απαλοιφή της πρότασης: «Οι εν λόγω υποτροφίες δεν επιβαρύνουν το τακτικό προϋπολογισμό».
Επιπλέον προτείνουμε την προσθήκη της παραγράφου:
«Τα Ερευνητικά Κέντρα παρέχουν και υπηρεσίες εκπαίδευσης και κατάρτισης στο πλαίσιο της διάχυσης της Γνώσης που αναπτύσσουν μέσα από την εκπόνηση έρευνας και την υλοποίηση εθνικών και διεθνών ερευνητικών έργων. Η εκπαίδευση και κατάρτιση παρέχεται μέσω σεμιναρίων, μεταπτυχιακών προγραμμάτων κ.λ.π.
Η εκπαίδευση που παρέχεται από τα Ερευνητικά Κέντρα, υπό μορφή σεμιναρίων, μεταπτυχιακών προγραμμάτων κλπ, δεν υπόκειται σε ΦΠΑ, όπως προβλέπεται και από τον Ν576/1977 για την εκπαίδευση- κατάρτιση και το ΦΠΑ.»
Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών του Δημόκριτου
α.)Δυνατότητα εσωτερικής εξέλιξης του προσωπικού των ερευνητικών κέντρων, κατόπιν κρίσης σε ερευνητές ή ΕΛΕ σύμφωνα με τα προσόντα που ορίζονται στον νόμο και πρόβλεψη της εξέλιξης των ΕΛΕ στο νόμο και όχι στον εσωτερικό κανονισμό.
β.)Δημιουργία δεύτερου ερευνητικού Ινστιτούτου στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ)
γ.) Καταβολή του επιδόματος ραδιενέργειας σε όλο το προσωπικό του Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ διατηρώντας τις βαθμίδες αποζημιώσεις.
Άρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία
Σχόλια επί των παραγράφων 2 και 3α: Τα υφιστάμενα ερευνητικά κέντρα και τα ινστιτούτα τους και οι τεχνολογικοί φορείς, που εποπτεύονται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, σύμφωνα με τον Ν. 4310/14 (άρθ. 47.1) όφειλαν εντός εξαμήνου να συντάξουν ή να προσαρμόσουν στις διατάξεις του Ν.4310/14 τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας τους και να τον υποβάλλουν προς έγκριση. Ταυτόχρονα οριζόταν ότι «η μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχει ως συνέπεια την αναστολή της χορήγησης κάθε δημόσιας χρηματοδότησης».
Συμφωνούμε απόλυτα με το πνεύμα της παραγράφου 2, όσον αφορά την παράταση έκδοσης των Εσωτερικών Κανονισμών, για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Διαφωνούμε όμως με την πρόβλεψη της παραγράφου 3α, περί κατάργησης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014.
Με δεδομένο ότι υφιστάμενα Ερευνητικά Κέντρα, Ινστιτούτα και Τεχνολογικοί φορείς, λειτουργούν επί δεκαετίες χωρίς την ύπαρξη εσωτερικού κανονισμού (!) είναι προφανές ότι εφόσον δεν επιβληθεί ρήτρα ασφαλείας, η κατάσταση αυτή θα συνεχίσει να διαιωνίζεται.
Ουσιαστικό βήμα προς την ενιαία και χωρίς εξαιρέσεις, εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου θα είναι η σύνταξη προτύπου Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού για όλα τα ΕΚ, υπό την ευθύνη του Υ.ΠΟ.ΠΑΙ.Θ. και της ΓΓΕΤ, ο οποίος στη συνέχεια θα τροποποιηθεί και θα προσαρμοσθεί λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε Ερευνητικού Κέντρου, Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού φορέα.
Στην επιτροπή που θα συντάξει και θα επεξεργαστεί τον πρότυπο Ενιαίο Εσωτερικό Κανονισμό θα πρέπει να συμμετέχουν εκπρόσωποι της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων σε Ερευνητικά Ιδρύματα Ιδιωτικού Δικαίου (Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Ι.Ι.Δ.) της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων – Ιδρυμάτων (Π.Ο.Ε.Ε.Κ.–Ι.) και της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών (Ε.Ε.Ε.), ενώ κατά την επεξεργασία και προσαρμογή του με βάση τις ιδιαιτερότητες του κάθε Ε.Κ. – Ι. ή Τεχνολογικού φορέα, θα πρέπει να συμμετέχει/ουν στην αντίστοιχη επιτροπή εκπρόσωπος/οι των αντίστοιχων Συλλογικών φορέων.
Σχόλια επί της παραγράφου 7: Η παράγραφος αυτή αποσαφηνίζει κάποιες ασάφειες της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, ταυτόχρονα όμως μεταβάλλει προς το δυσμενέστερο κάποιες διατάξεις του, ενώ δημιουργεί και νομικά προβλήματα, καθώς τροποποιούνται αναδρομικά διαδικασίες που βάσει του (ισχύοντος) Ν. 4310/14 έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας, η οποία έχει ήδη παρέλθει.
Στα θετικά προσμετρούνται ο καθορισμός των προσόντων με βάση τα οποία κρίνονται οι υποψήφιοι: «οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του Ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα» και η διευκρίνιση ότι «οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του Ν.1514/1985».
Αποτελεί όμως αρνητική εξέλιξη η πρόβλεψη ότι «το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985», χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η άποψη και η επιθυμία του αιτούμενου.
Η συγκεκριμένη εσωτερική διαδικασία κρίσης και μετάταξης ενός ήδη εργαζομένου δεν αποτελεί νέα πρόσληψη της οποίας το γνωστικό αντικείμενο προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου και το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, αλλά ουσιαστικότερη αξιοποίηση υπάρχοντος επιστημονικού προσωπικού που δραστηριοποιείται ερευνητικά σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο. Γι’ αυτό προτείνουμε ότι πρέπει «το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης να προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου του άρθρου 10 παρ. 4 του Ν.1514/1985».
Παράλληλα ενώ ο Ν.4310/14, άρθρο 42, παράγραφος 6, έδινε τη δυνατότητα στους ΕΛΕ, οποιασδήποτε βαθμίδας, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και στο εν γένει επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, να κάνουν αίτηση «στο γνωστικό τους αντικείμενο σε ερευνητικό κέντρο», με το παρόν άρθρο, η δυνατότητα αίτησης περιορίζεται εντός του ερευνητικού κέντρου που υπηρετεί ο αιτούμενος. Πιστεύουμε ότι εφόσον έγιναν αιτήσεις, εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε, ο Ν.4310/14, από ενδιαφερόμενους σε διαφορετικό Ερευνητικό Κέντρο από αυτό που υπηρετούν, οι αιτήσεις αυτές θα πρέπει να γίνουν αποδεκτές και να προχωρήσουν οι διαδικασίες κρίσης. Σε διαφορετική περίπτωση υφίσταται θέμα νομιμότητας της όλης διαδικασίας για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Σχόλια επί της παραγράφου 11:
Με την παράγραφο αυτή επιχειρείται να αρθεί μια κατάφωρη αδικία που υφίσταται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων – ΝΠΙΔ, σε σχέση με αντίστοιχες ειδικότητες και κατηγορίες εργαζομένων που απασχολούνται στα Ερευνητικά Κέντρα – ΝΠΔΔ. Συγκεκριμένα δίδεται η δυνατότητα έκδοσης ΚΥΑ για τη χορήγηση σε συγκεκριμένες κατηγορίες και ειδικότητες προσωπικού των Ε.Κ. – ΝΠΙΔ του επιδόματος Επικίνδυνης & Ανθυγιεινής εργασίας, όπως αυτό συμβαίνει στα Ερευνητικά Κέντρα – ΝΠΔΔ από την 1 Μαΐου 2012, σύμφωνα με την Αριθμ. οικ.2/16519/0022, ΦΕΚ 465, 24/02/2012.
Η μη έκδοση της απαιτούμενης ΚΥΑ για τα Ε.Κ. – ΝΠΙΔ, επί τρία (3) και πλέον έτη οφείλεται στην αδικαιολόγητη άρνηση ή κωλυσιεργία ορισμένων Διοικήσεων Ε.Κ. σε συνδυασμό με την σιωπηρή ανοχή της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας.
Η πρόταση της παραγράφου αυτής μας ικανοποιεί μερικώς, καθώς το χρονικό περιθώριο έκδοσης της απαιτούμενης ΚΥΑ, ορίζεται σε δώδεκα (12) μήνες, χρονικό διάστημα υπερβολικά μεγάλο. Αν λάβουμε μάλιστα υπόψη μας ότι οι Διοικήσεις των περισσότερων Ε.Κ. είχαν αποστείλει τις απαιτούμενες προτάσεις τους για την έκδοση της ΚΥΑ προς τη ΓΓΕΤ, επαρκώς αιτιολογημένες, το χρονικό περιθώριο έκδοσης της εν λόγω ΚΥΑ, δεν απαιτεί χρόνο μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών.
Παράλληλα, προκειμένου να μην τίθεται θέμα καταστρατήγησης της ισονομίας, η διάταξη αυτή θα πρέπει να έχει αναδρομική ισχύ από την ημέρα εφαρμογής της στα Ε.Κ. – ΝΠΔΔ.
Προτείνουμε, λοιπόν, το χρονικό περιθώριο έκδοσης της απαιτούμενης ΚΥΑ, να ορισθεί στους τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, και για λόγους ισονομίας μεταξύ των Ε.Κ. – ΝΠΙΔ και των Ε.Κ. – ΝΠΔΔ η απόφαση να έχει αναδρομική ισχύ από την 1 Μαΐου 2012.
Η δυνατότητα εξέλιξης των συμβάσεων έργου υπηρετούντων σε Ερευνητικά Κέντρα για μεγάλο διάστημα σε Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου αποτέλεσε αποκατάσταση μιας αδικίας εναντίον εργαζομένων.
Η μετατροπή τους όμως για τους διδάκτορες εργαζόμενους σε θέσεις Ερευνητών/ΕΛΕ με κλειστές διαδικασίες έφερε την αξιολόγηση της Έρευνας δεκαετίες πίσω. Αδίκησε κάποιους από τους εσωτερικά κρινόμενους που ήταν πραγματικά αξιόλογοι ερευνητές, ενώ ταυτόχρονα άφησε έξω από την έρευνα στην Ελλάδα, αφού είτε έφυγαν στο Εξωτερικό είτε από τον χώρο της Έρευνας, αξιόλογους Ερευνητές. Υπήρχαν περιπτώσεις που έφυγαν έμπειροι Ερευνητές και με τις εσωτερικές διαδικασίες έγιναν ερευνητές αυτοί τους οποίους οι έμπειροι καθοδηγούσαν σαν υποψηφιους διδάκτορες.
Η για μια ακόμα φορά εφαρμογή αυτού του μέτρου με δεδομένη την οικονομική κατάσταση που θα φουσκώσει τον προϋπολογισμό των Ερευνητικών Κέντρων ώστε δεν θα επιτρέψει να γίνουν ανοικτές προκηρύξεις πάει την αξιοκρατία στην Έρευνα στη Ελλάδα ακόμα πιο πίσω στο επίπεδο τριτοκοσμικών κρατών.
Η τροπολογία αυτή της παραγράφου 8 του άρθρου 42 πρέπει να καταργηθεί.
Η Πολιτεία έχει ευθύνη απέναντι σ’ όλους τους αξιόλογους Ερευνητές που αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν η που κάνουν πολύ αξιόλογη δουλειά αλλά με την ανασφάλεια των συμβάσεων έργου και δεν έχουν δυνατότητα να διεκδικήσουν αξιοκρατικά θέση στην Έρευνα. Πρέπει να κάνει ανοιχτές προκηρύξεις ώστε και οι υπάρχοντες ΙΔΑΧ εκ του ασφαλούς (αφού ήδη έχουν δουλειά) αλλά και άλλοι αξιόλογοι Επιστήμονες να μπορούν να διεκδικήσουν θέση στην Έρευνα.
Η δυνατότητα εξέλιξης των συμβάσεων έργου υπηρετούντων σε Ερευνητικά Κέντρα σε Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου αποτέλεσε αποκατάσταση μιας αδικίας εναντίον εργαζομένων.
Η μετατροπή τους όμως για τους διδάκτορες εργαζόμενους σε θέσεις Ερευνητών/ΕΛΕ με κλειστές διαδικασίες έφερε την αξιολόγηση της Έρευνας δεκαετίες πίσω. Αδίκησε κάποιους από τους εσωτερικά κρινόμενους που ήταν πραγματικά αξιόλογοι ερευνητές, ενώ ταυτόχρονα άφησε έξω από την έρευνα στην Ελλάδα αφού είτε έφυγαν στο Εξωτερικό, είτε από τον χώρο της Έρευνας αξιόλογοι Ερευνητές. Υπήρχαν περιπτώσεις που έφυγαν Ερευνητές και με τις εσωτερικές διαδικασίες έγιναν ερευνητές αυτοί τους οποίους καθοδηγούσαν.
Η για μια ακόμα φορά εφαρμογή αυτού του μέτρου με δεδομένη την οικονομική κατάσταση που θα φουσκώσει τον προϋπολογισμό των κέντρων ώστε δεν θα επιτρέψει να γίνουν ανοικτές προκηρύξεις πάει την αξιοκρατία στην Έρευνα στη Ελλάδα ακόμα πιο πίσω στο επίπεδο τριτοκοσμικών κρατών.
Η τροπολογία αυτή της παραγράφου 8 του άρθρου 42 πρέπει να καταργηθεί.
Η Πολιτεία έχει ευθύνη απέναντι σ’ όλους τους αξιόλογους Ερευνητές που αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν η που κάνουν πολύ αξιόλογη δουλειά αλλά με την ανασφάλεια των συμβάσεων έργου και δεν έχουν δυνατότητα να διεκδικήσουν αξιοκρατικά θέση στην Έρευνα. Πρέπει να κάνει ανοιχτές προκηρύξεις ώστε και οι υπάρχοντες ΙΔΑΧ εκ του ασφαλούς (αφού ήδη έχουν δουλειά) αλλά και άλλοι αξιόλογοι Επιστήμονες να μπορούν να διεκδικήσουν θέση στην Έρευνα.
Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εκλογών ακούσαμε τον Πρωθυπουργό στο Σύνταγμα να μιλά για Επιστροφή των νέων Ερευνητών από το Εξωτερικό. Τροπολογίες σαν την προτεινόμενη με δεδομένη την οικονομική κατάσταση της χώρας σίγουρα δεν είναι σε αυτήν την κατεύθυνση.
Θα πρέπει να προβλεφθεί και να κατοχυρωθεί η κατά τακτά χρονικά διαστήματα προκήρυξη νέων θέσεων ερευνητών ανά Ινστιτούτο.
Στην παράγραφο 2 η παράταση να επεκταθεί για εύλογο χρονικό διάστημα (π.χ. μέχρι 31/3/2016) ώστε να δοθεί ικανό χρονικό διάστημα στα ΕΚ να συντάξουν τους νέους Εσωτερικούς κανονισμούς τους.
Η παράγραφος 6 χρήζει νομοτεχνικής βελτίωσης ως εξής: «Το προσωπικό των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, μπορεί να μετακινείται εκτός έδρας, για τις ανάγκες των προγραμμάτων ή έργων τους που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται ή επιδοτούνται από Ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς ή ίδιους πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια κατά παρέκκλιση των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων για τους απασχολούμενους στο δημόσιο, εφόσον η σχετική δαπάνη τους καλύπτεται από τα προγράμματα ή τα έργα αυτά, για την ανάγκες των οποίων μετακινούνται. Η ισχύς της διάταξης αυτής ισχύει αναδρομικά, από την έναρξη ισχύος του ν. 2685/1999»
Στην παράγραφο 8 απαλοιφή της πρότασης: « Οι εν λόγω υποτροφίες δεν επιβαρύνουν το τακτικό προϋπολογισμό.
Να συμπεριληφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους εν ενεργεία Ερευνητές τέταρτης (Δ’) βαθμίδας, αντίστοιχες με αυτές για τους Λέκτορες στα ΑΕΙ.
Άρθρο 42 §7
1.
Αναφορικά με τις ρυθμίσεις για τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες (ΕΛΕ), τα μέλη του ΣΕΠΑΑ ομοφώνως διαφωνούν με τα όσα προβλέπει το άρθρο 42 § 7 (που τροποποιεί το άρθρο 47 §6 του Ν. 4310/2014). Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις αυτές Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ), κάτοχοι διδακτορικού, που υπηρετούν σε οποιοδήποτε ερευνητικό κέντρο που εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας μπορούν να κριθούν για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ερευνητή στο γνωστικό τους αντικείμενο σε Ερευνητικό Κέντρο μετά από αίτησή τους. Ο ΣΕΠΑΑ θεωρεί ότι η προβλεπόμενη από τα παραπάνω άρθρα διαδικασία δεν συνάδει με την καθιερωμένη διαδικασία κρίσης ερευνητών, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 34 §3 του παρόντος νομοσχεδίου, σύμφωνα με το οποίο επανέρχονται σε ισχύ και εφαρμόζονται αναλόγως οι παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 16 και οι παράγραφοι 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17 του ν.1514/1985. Επιπλέον η τροπολογία που εισάγεται στο παρόν νομοσχέδιο προσθέτει στην παλαιά διάταξη του άρθρου 47 §6 του Ν. 4310/2014 την απαράδεκτη, κατά τη γνώμη μας, ρύθμιση ότι τόσο οι ΕΛΕ όσο και το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων που υποβάλλει αίτηση για ένταξη σε θέση ερευνητικού προσωπικού θα πρέπει να αναφέρει τη βαθμίδα στην οποία θέλει να ενταχθεί. Κατά τη άποψη του ΣΕΠΑΑ, η ρύθμιση αυτή εισάγει πρόδηλη ανισότητα μεταξύ αφενός του επιστημονικού προσωπικού που ήδη υπηρετεί και έχει προσληφθεί σε βαθμίδα την οποία όριζε η οικεία προκήρυξη, και αφετέρου στο υπό ένταξη προσωπικό ΕΛΕ / Ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό, όπου ο κρινόμενος επιλέγει ο ίδιος τη βαθμίδα του! Η ένταξη σε βαθμίδα της επιλογής του κρινόμενου θα προκαλέσει διατάραξη της εργασιακής ειρήνης στα Ερευνητικά Κέντρα, δεδομένου ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να ενταχθεί το προσωπικό αυτό σε βαθμίδες υψηλότερες από τους ήδη υπηρετούντες ερευνητές, οι οποίοι για την ανέλιξή τους έχουν διέλθει από όλες της βαθμίδες εξέλιξης που προέβλεπε ο ν. 1514 ύστερα από θητεία και αξιολόγηση κάθε φορά. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι η αρχική πρόσληψη, σύμφωνα με πάγια πρακτική που τηρήθηκε στα Ερευνητικά Κέντρα της Ακαδημίας Αθηνών, γινόταν σε βαθμίδα ερευνητών Δ´ ή Γ´ ερευνητικής βαθμίδας.
2.
Προτείνεται η ακόλουθη προσθήκη στο άρθρο 47 §5 του νόμου 4310/2014: «Οι ερευνητές Δ΄ βαθμίδας οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχουν ήδη αρνητική αξιολόγηση, δικαιούνται ύστερα από αίτησή τους να διορισθούν σε προσωποπαγή θέση επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του κέντρου ή του διευθυντή του ανεξάρτητου ινστιτούτου ή σε ανάλογη προς τα προσόντα τους προσωποπαγή θέση του δημόσιου τομέα».
Αιτιολόγηση:
Η παραπάνω τροπολογία προτείνεται κατ’ αναλογία με την τροπολογία του άρθρου 42 §7 Α (τελευταίο εδάφιο) και 42 §7 Β (τελευταίο εδάφιο) του παρόντος νομοσχεδίου (βλ. σχολιασμό περίπτωσης 1 παραπάνω) για την περίπτωση των ΕΛΕ και του εν γένει ειδικού επιστημονικού – τεχνικού προσωπικού των Ερευνητικών Κέντρων, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, για τους οποίους προβλέπεται ότι: «Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν», δεδομένου ότι και οι ερευνητές Δ´ βαθμίδας είναι και αυτοί κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Άλλωστε, σύμφωνα με την πρότασή μας, οι ερευνητές Δ´ βαθμίδας που έχουν αρνητική αξιολόγηση δεν παραμένουν σε θέση ερευνητή, αλλά διορίζονται σε θέση εν γένει ειδικού επιστημονικού – τεχνικού προσωπικού, και μάλιστα κατ’ επιλογή του Διοικητικού Συμβουλίου του κέντρου ή του διευθυντή του ανεξάρτητου ινστιτούτου σε ανάλογη προς τα προσόντα τους προσωποπαγή θέση του δημόσιου τομέα.
Άρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία
Ενστάσεις επί της παραγράφου 7
Σχόλιο παραγράφου 7: Η συγκεκριμένη διάταξη αποτελεί στιγμιαία εφαρμογή – και μάλιστα ατελή και χωρίς συνέχεια – της Ευρωπαϊκής Σύστασης της 11ης Μαρτίου 2005 «Χάρτα του Ερευνητή», που αποτελεί κριτήριο χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού πλαισίου Horizon 2020. Με την προτεινόμενη διάταξη προκύπτουν σημαντικά νομικά προβλήματα στην εφαρμογή της, καθώς τροποποιούνται αναδρομικά διατάξεις σε μία διαδικασία που βάσει του Ν. 4310/14 θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας (6 μηνών). Συγκεκριμένα νομικά και λειτουργικά προβλήματα αποτελούν:
Α) η περιοριστική χρήση του όρου «Ερευνητή/ΕΛΕ» αντί του όρου «Ερευνητή ή/και ΕΛΕ», η δήλωση βαθμίδας και η αναδρομική μεταβολή ως προς το δυσμενέστερο του νομικού καθεστώτος του αιτουμένου σχέση με τον Ν. 4310/2014: Από την προτεινόμενη διατύπωση της παρ. 7 οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως ο ενδιαφερόμενος – αιτούμενος, παρότι έχει ήδη αιτηθεί την κρίση του σε θέση Ερευνητή ή/και ΕΛΕ, θα πρέπει να υποβάλλει συμπληρωματική σε αυτήν αίτηση στην οποία να αυτοπεριορίζει το αίτημά του μόνο για μια κατηγορία Ερευνητή/ΕΛΕ σε συγκεκριμένη βαθμίδα, κατά τη δική του κρίση και εκτιμήσεις για τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του, χωρίς όμως τις εκτιμήσεις αυτές να μπορεί να τις εδράζει με ασφάλεια στα κριτήρια που θέτει ο νόμος, τα οποία είναι αρκετά ασαφή και αόριστα (και όχι ποσοτικά ή ποιοτικά μετρήσιμα), και συνεπώς δεν μπορούν να οδηγήσουν μετά βεβαιότητας σε συγκεκριμένο (θετικό) αποτέλεσμα.
Έτσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος ο ενδιαφερόμενος να αιτηθεί κατά τις εκτιμήσεις του την κατάληψη συγκεκριμένης βαθμίδας (π.χ. Α), και το όργανο κρίσης, έχοντας διαφορετική «αντίληψη» για τα ουσιαστικά προσόντα του και κατά την υποκειμενική κρίση του, να απορρίψει την αίτηση αυτή, «καταδικάζοντας» ουσιαστικά τον ενδιαφερόμενο στην παραμονή του στη θέση που κατέχει, παρά το γεγονός ότι κάλλιστα θα μπορούσε να καταλάβει την αμέσως επόμενη βαθμίδα (π.χ., Β). Έτσι όμως, αποστερώντας από το όργανο κρίσης τη δυνατότητα να κρίνει ελεύθερα και να κατατάξει με αναλυτική τεκμηρίωση, η οποία να μπορεί να αντικρουστεί από τον ίδιο τον εργαζόμενο, ακόμα και στην αμέσως επόμενη χαμηλότερη (ή ενδεχομένως και μεγαλύτερη) βαθμίδα από αυτήν που ο τελευταίος αιτείται, οδηγούμαστε τελικώς σε ανεπιεική αποτελέσματα και σε οριακά αντισυνταγματική παραβίαση του σκοπού της μεταβατικής αυτής διάταξης, ο οποίος όταν εισήχθη δεν ήταν άλλος παρά η δίκαιη επίλυση της εργασιακής εκκρεμότητας ενός μεγάλου αριθμού επιστημόνων στα Ερευνητικά Κέντρα (ΕΚ) κατά τη μετάβαση στο νέο καθεστώς, με την αξιολογική κατάταξη τους σε προσωποπαγείς θέσεις, που να ανταποκρίνονται επακριβώς στα προσόντα αλλά και στο ήδη ερευνητικό έργο τους.
Ούτε φυσικά αποτελεί λύση να πρέπει ο ενδιαφερόμενος να υποαξιολογήσει τον εαυτό του και να αιτηθεί την κατάταξη του σε χαμηλότερη βαθμίδα από αυτήν που αξιοκρατικά δικαιούται, φοβούμενος εσωτερικές πιέσεις και προκειμένου να αποσοβήσει τον κίνδυνο απόρριψης της αίτησης του και εγκλωβισμού του στην υφιστάμενη κατάστασή του.
Συνεπώς οι υποψήφιοι πρέπει να κριθούν με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα από το όργανο κρίσης και να τους αποδοθεί η μεγαλύτερη βαθμίδα σύμφωνα με τα προσόντα τους. Με σκεπτικό αυτό διασφαλίζεται και η δυνατότητα ένταξης του προσωπικού σε ανώτερη από την αιτηθείσα βαθμίδα, εάν αυτό κριθεί ορθό κατά την υποκειμενική κρίση του οργάνου κρίσης.
Β) το νομικό παράλογο του καθορισμού του γνωστικού αντικειμένου της θέσης από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου και όχι από τον ίδιο τον αιτούμενο. Η προτεινόμενη διατύπωση εισάγει το νομικό παράλογο σύμφωνα με το οποίο δεν είναι ο αιτούμενος αυτός που προσδιορίζει το τι αιτείται (εν προκειμένω το γνωστικό του αντικείμενο), παρά ένας τρίτος – ο Διευθυντής του Ινστιτούτου ή το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο – που παρά την επιστημονική του κατάρτιση προφανώς είναι αδύνατον να έχουν καλύτερη γνώση του βιογραφικού και των ερευνητικών επιτευγμάτων ενός αιτούμενου από τον ίδιο. Η συγκεκριμένη εσωτερική μετάταξη μετά από κρίση, ενός ήδη μονίμου εργαζομένου (τακτικό προσωπικό) που δρα ερευνητικά εντός του ΕΚ δεν αποτελεί νέα πρόσληψη, ως εκ τούτου αυτή δεν αποτελεί θεσμοθέτηση των αναγκαίων θέσεων του ΕΚ, ούτε κατάρτιση του οργανωτικού σχήματός του, αλλά ουσιαστική απορρόφηση/αξιοποίηση υπάρχοντος επιστημονικού τακτικού προσωπικού που ήδη προσφέρει σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο που το τελευταίο κατέχει. Επιπρόσθετα, με τον προσδιορισμό του γνωστικού του αντικειμένου από τον Διευθυντή Ινστιτούτου ελλοχεύει ο κίνδυνος η κρίση να οδηγηθεί σε αρνητικό αποτέλεσμα.
Γ) η διαφανής επιλογή εξωτερικών κριτών με κλήρωση και ο καθορισμός διαδικασίας ενστάσεων με διασφάλιση της εγκυρότητας του αποτελέσματος. Προκειμένου να διασφαλισθεί η διαφάνεια και η εγκυρότητα της διαδικασίας, μιας και οι ενδιαφερόμενοι είναι ήδη τακτικό προσωπικό στους ερευνητικούς φορείς, και για την αποτροπή επιλεκτικής σύστασης επιτροπής με προειλημμένο αρνητικό αποτέλεσμα, η επιτροπή αξιολόγησης θα πρέπει να συγκροτείται από εξωτερικούς κριτές που επιλέγονται με τυχαίο τρόπο (με κλήρωση από π.χ. τον Εθνικό κατάλογο κριτών) και βάσει του γνωστικού αντικειμένου του αιτούμενου. Παράλληλα για τους ίδιους λόγους, θα πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία υποβολής ενστάσεων, η οποία θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι θα είναι αυστηρά αντικειμενική και αποστειρωμένη από τυχόν συντεχνιακές κατευθύνσεις και πιέσεις. Για τους λόγους αυτούς η διαδικασία ενστάσεων θα πρέπει να ανατεθεί στην ευθύνη εποπτείας του ΕΣΕΤ.
Δ) η εκ νέου εισαγωγή αποκλειστικής ημερομηνίας για την ολοκλήρωση των κρίσεων: με δεδομένο ότι η διαδικασία των κρίσεων θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας (8/6/15), για την αποφυγή τεχνητών καθυστερήσεων εφαρμογής της διάταξης θα πρέπει να εμπεριέχεται εκ νέου αποκλειστική προθεσμία (η 31/12/2015) με τη λήξη της οποίας οι κρίσεις θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί.
Προτεινόμενη Τροποποίηση:
7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Α. Οι ΕΛΕ, οποιασδήποτε βαθμίδας, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα, που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή εντός του φορέα τους.
Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ πρέπει να υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης, μετά από κρίση, ερευνητή βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985.
Οι υποψήφιοι κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ όλων των βαθμίδων που κρίνονται επιτυχώς συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου χρόνου (ΝΠΙΔ) ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων επί της διαδικασίας ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015.
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή ή ΕΛΕ εντός του φορέα τους.
Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης, μετά από κρίση, ερευνητή βαθμίδας ή/και ΕΛΕ βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους.
Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς για οιαδήποτε θέση και βαθμίδα συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου χρόνου σε ΝΠΙΔ ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015.
Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/14 θα πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Για την ενιαία αντιμετώπιση όλων αιτήσεων, αιτήσεις που έχουν κριθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος».
Άρθρο 77: Καταργούμενες Διατάξεις
Ενστάσεις επί της παραγράφου 22.24
Σχόλιο παραγράφου 22.24: Διαδικαστικά και νομικά προβλήματα προκαλεί η εισαγόμενη ρύθμιση της παρ. 22 εδάφ. 24 του άρθρου 77, με την οποία «καταργείται η διάταξη του άρθρου 47 παρ. 6 του Ν. 4310/14», δεδομένου ότι βάσει της συγκεκριμένης διάταξης σημαντικός αριθμός ΕΛΕ και τακτικού προσωπικού αιτήθηκε την μετεξέλιξή του μετά από κρίση σε θέση Ερευνητή ή/και ΕΛΕ. Η αναδρομική κατάργηση της διάταξης αυτής γίνεται σε μεταγενέστερη προθεσμία από την αποκλειστική προθεσμία ολοκλήρωσης της σχετικής διαδικασίας (8/6/2014). Ένα επιπλέον «νομικό παράδοξο» που προκύπτει είναι το ότι δεν μπορεί να καταργηθεί η συγκεκριμένη ρύθμιση και επακόλουθα όλες οι αιτήσεις του προσωπικού, και ταυτόχρονα να ζητείται από τους αιτηθέντες (σύμφωνα με την εισαγόμενη διατύπωση του άρθρου 42.7) να υποβάλλουν συμπληρωματική αίτηση.
Προτεινόμενη Τροποποίηση:
Απαλοιφή της διάταξης 22.24
Συνυπογράφεται από τους παρακάτω:
Ακαδημία Αθηνών
Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών
Γιασεμή Κουτμάνη, Ιωάννα Κωσταβασίλη, Ελένη Ρηγανά, Αθανάσιος Σταυρόπουλος
Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών
Παναγιώτης Ηλίας, Δημήτρης Κατσάνος, Όλγα Μαλανδράκη, Κατερίνα Παπαγιαννάκη, προσυπογράφει ο Σύλλογος Προσωπικού Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (Σ.Π.Ε.Α.Α)
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Cecile Arbezgindre, Γεωργία Αντωνοπούλου, Μαρία Ζουμπανιώτη, Ευαγγελία Χρυσίνα,
ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Αθανασέκου Χρυσούλα, Αρκάς Μιχαήλ, Βασιλοπούλου Μαρία, Βεργάδου Νίκη, Βιδάλη Βερενίκη, Γιαννακόπουλος Κωνσταντίνος, Γκιόκας Μαργαρίτης, Γκότζιας Αναστάσιος, Δημητράκης Παναγιώτης, Δούβας Αντώνιος, Ιωαννίδης Νικόλαος, Καρατάσιος Ιωάννης, Κούβελος Ευάγγελος, Κωνσταντινίδου Αργυρή-Μυρτώ, Κωνσταντούδης Βασίλειος, Κωνσταντοπούλου Ειρήνη, Μάγγος Θωμάς, Μπάμπαλης Σταμάτιος, Νεοφύτου Παναγιώτης, Ξανθοπούλου Γκαλίνα, Παναγιωτοπούλου Αγγελική, Παπαγεωργίου Σέργιος, Παπαδόπουλου Όμηρος, Περιστεράς Λουκάς, Πιλάτος Γεώργιος, Σαπαλίδης Ανδρέας, Σπηλιώτης Αθανάσιος, Σφέτσος Αθανάσιος, Τζίκα Φαίδρα, Τριάντης Θεόδωρος, Φάββας Ευάγγελος, Φιλιππάκη Ελένη, Χατζηχρήστος Χρήστος.
Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας
Ινστιτούτο Πληροφορικής
Ιωάννης Ασκοξυλάκης, Ιωάννης Μπασδέκης
Άρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία
Σχόλιο παραγράφου 2: Τα ερευνητικά κέντρα, σύμφωνα με τον Ν. 4310/14 (άρθ. 47.1), όφειλαν εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας (εξαμήνου) να συντάξουν ή να προσαρμόσουν στις διατάξεις του Νόμου τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας τους και τον υποβάλλουν προς έγκριση, επί ποινή αναστολής της χρηματοδότησης. Για την αποφυγή δυσλειτουργιών, παρερμηνειών και καθυστέρησης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εν ισχύ διατάξεων του Νόμου 4310/14, και κυρίως προκειμένου να υπάρξει ενιαία αντιμετώπιση όλων των ΕΚ κάτω από το ίδιο θεσμικό πλαίσιο, προτείνουμε την κατασκευή προτύπου Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού για όλα τα ΕΚ και τυχόν διαφοροποιήσεις ανά ΕΚ να γίνουν επ’ αυτού.
Προς την κατεύθυνση της διασφάλισης της ποιότητας του τελικού αποτελέσματος και της επιτάχυνσης κατασκευής του πρότυπου Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού, προτείνεται να συσταθεί επιτροπή για την κατασκευή του προτύπου, υπό την εποπτεία του Υπουργείου και της ΓΓΕΤ, στην οποία να συμμετέχουν εκπρόσωποι της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων-Ιδρυμάτων και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων σε Ερευνητικά Ιδρύματα Ιδιωτικού Δικαίου.
Τροποποίηση: «Οι εσωτερικοί κανονισμοί ή οργανισμοί λειτουργίας των ερευνητικών κέντρων του άρθρου 19 του Ν. 4310/14 λαμβάνουν υπόψη το πρότυπο Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού που προτείνεται από την ΓΓΕΤ. Τα υφιστάμενα ερευνητικά κέντρα και τα ινστιτούτα τους, οι τεχνολογικοί φορείς, που εποπτεύονται από το ΥΠΟΠΑΙΘ οφείλουν να συντάξουν ή προσαρμόσουν στις διατάξεις του παρόντος νόμου τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας τους σύμφωνα με το πρότυπο και τον υποβάλλουν προς έγκριση έως τις 31.12.2015. Η μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχει ως συνέπεια την αναστολή της χορήγησης κάθε δημόσιας χρηματοδότησης».
Σχόλιο παραγράφου 7: Η συγκεκριμένη διάταξη αποτελεί στιγμιαία εφαρμογή – και μάλιστα ατελή και χωρίς συνέχεια – της Ευρωπαϊκής Σύστασης της 11ης Μαρτίου 2005 «Χάρτα του Ερευνητή», που αποτελεί κριτήριο χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού πλαισίου Horizon 2020. Με την προτεινόμενη διάταξη προκύπτουν σημαντικά νομικά προβλήματα στην εφαρμογή της, καθώς τροποποιούνται αναδρομικά διατάξεις σε μία διαδικασία που βάσει του Ν. 4310/14 θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας (6 μηνών). Συγκεκριμένα νομικά και λειτουργικά προβλήματα αποτελούν:
Α) η περιοριστική χρήση του όρου «Ερευνητή/ΕΛΕ» αντί του όρου «Ερευνητή ή/και ΕΛΕ», η δήλωση βαθμίδας και η αναδρομική μεταβολή ως προς το δυσμενέστερο του νομικού καθεστώτος του αιτουμένου σχέση με τον Ν. 4310/2014: Από την προτεινόμενη διατύπωση της παρ. 7 οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως ο ενδιαφερόμενος – αιτούμενος, παρότι έχει ήδη αιτηθεί την κρίση του σε θέση Ερευνητή ή/και ΕΛΕ, θα πρέπει να υποβάλλει συμπληρωματική σε αυτήν αίτηση στην οποία να αυτοπεριορίζει το αίτημά του μόνο για μια κατηγορία Ερευνητή/ΕΛΕ σε συγκεκριμένη βαθμίδα, κατά τη δική του κρίση και εκτιμήσεις για τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του, χωρίς όμως τις εκτιμήσεις αυτές να μπορεί να τις εδράζει με ασφάλεια στα κριτήρια που θέτει ο νόμος, τα οποία είναι αρκετά ασαφή και αόριστα (και όχι ποσοτικά ή ποιοτικά μετρήσιμα), και συνεπώς δεν μπορούν να οδηγήσουν μετά βεβαιότητας σε συγκεκριμένο (θετικό) αποτέλεσμα.
Έτσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος ο ενδιαφερόμενος να αιτηθεί κατά τις εκτιμήσεις του την κατάληψη συγκεκριμένης βαθμίδας (π.χ. Α), και το όργανο κρίσης, έχοντας διαφορετική «αντίληψη» για τα ουσιαστικά προσόντα του και κατά την υποκειμενική κρίση του, να απορρίψει την αίτηση αυτή, «καταδικάζοντας» ουσιαστικά τον ενδιαφερόμενο στην παραμονή του στη θέση που κατέχει, παρά το γεγονός ότι κάλλιστα θα μπορούσε να καταλάβει την αμέσως επόμενη βαθμίδα (π.χ., Β). Έτσι όμως, αποστερώντας από το όργανο κρίσης τη δυνατότητα να κρίνει ελεύθερα και να κατατάξει με αναλυτική τεκμηρίωση, η οποία να μπορεί να αντικρουστεί από τον ίδιο τον εργαζόμενο, ακόμα και στην αμέσως επόμενη χαμηλότερη (ή ενδεχομένως και μεγαλύτερη) βαθμίδα από αυτήν που ο τελευταίος αιτείται, οδηγούμαστε τελικώς σε ανεπιεική αποτελέσματα και σε οριακά αντισυνταγματική παραβίαση του σκοπού της μεταβατικής αυτής διάταξης, ο οποίος όταν εισήχθη δεν ήταν άλλος παρά η δίκαιη επίλυση της εργασιακής εκκρεμότητας ενός μεγάλου αριθμού επιστημόνων στα Ερευνητικά Κέντρα (ΕΚ) κατά τη μετάβαση στο νέο καθεστώς, με την αξιολογική κατάταξη τους σε προσωποπαγείς θέσεις, που να ανταποκρίνονται επακριβώς στα προσόντα αλλά και στο ήδη ερευνητικό έργο τους.
Ούτε φυσικά αποτελεί λύση να πρέπει ο ενδιαφερόμενος να υποαξιολογήσει τον εαυτό του και να αιτηθεί την κατάταξη του σε χαμηλότερη βαθμίδα από αυτήν που αξιοκρατικά δικαιούται, φοβούμενος εσωτερικές πιέσεις και προκειμένου να αποσοβήσει τον κίνδυνο απόρριψης της αίτησης του και εγκλωβισμού του στην υφιστάμενη κατάστασή του.
Συνεπώς οι υποψήφιοι πρέπει να κριθούν με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα από το όργανο κρίσης και να τους αποδοθεί η μεγαλύτερη βαθμίδα σύμφωνα με τα προσόντα τους. Με σκεπτικό αυτό διασφαλίζεται και η δυνατότητα ένταξης του προσωπικού σε ανώτερη από την αιτηθείσα βαθμίδα, εάν αυτό κριθεί ορθό κατά την υποκειμενική κρίση του οργάνου κρίσης.
Β) το νομικό παράλογο του καθορισμού του γνωστικού αντικειμένου της θέσης από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου και όχι από τον ίδιο τον αιτούμενο. Η προτεινόμενη διατύπωση εισάγει το νομικό παράλογο σύμφωνα με το οποίο δεν είναι ο αιτούμενος αυτός που προσδιορίζει το τι αιτείται (εν προκειμένω το γνωστικό του αντικείμενο), παρά ένας τρίτος – ο Διευθυντής του Ινστιτούτου ή το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο – που παρά την επιστημονική του κατάρτιση προφανώς είναι αδύνατον να έχουν καλύτερη γνώση του βιογραφικού και των ερευνητικών επιτευγμάτων ενός αιτούμενου από τον ίδιο. Η συγκεκριμένη εσωτερική μετάταξη μετά από κρίση, ενός ήδη μονίμου εργαζομένου (τακτικό προσωπικό) που δρα ερευνητικά εντός του ΕΚ δεν αποτελεί νέα πρόσληψη, ως εκ τούτου αυτή δεν αποτελεί θεσμοθέτηση των αναγκαίων θέσεων του ΕΚ, ούτε κατάρτιση του οργανωτικού σχήματός του, αλλά ουσιαστική απορρόφηση/αξιοποίηση υπάρχοντος επιστημονικού τακτικού προσωπικού που ήδη προσφέρει σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο που το τελευταίο κατέχει. Επιπρόσθετα, με τον προσδιορισμό του γνωστικού του αντικειμένου από τον Διευθυντή Ινστιτούτου ελλοχεύει ο κίνδυνος η κρίση να οδηγηθεί σε αρνητικό αποτέλεσμα.
Γ) η διαφανής επιλογή εξωτερικών κριτών με κλήρο και ο καθορισμός διαδικασίας ενστάσεων με διασφάλιση της εγκυρότητας του αποτελέσματος. Προκειμένου να διασφαλισθεί η διαφάνεια και η εγκυρότητα της διαδικασίας, μιας και οι ενδιαφερόμενοι είναι ήδη τακτικό προσωπικό στους ερευνητικούς φορείς, και για την αποτροπή επιλεκτικής σύστασης επιτροπής με προειλημμένο αρνητικό αποτέλεσμα, η επιτροπή αξιολόγησης θα πρέπει να συγκροτείται από εξωτερικούς κριτές που επιλέγονται με τυχαίο τρόπο (με κλήρωση από π.χ. τον Εθνικό κατάλογο κριτών) και βάσει του γνωστικού αντικειμένου του αιτούμενου. Παράλληλα για τους ίδιους λόγους, θα πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία υποβολής ενστάσεων, η οποία θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι θα είναι αυστηρά αντικειμενική και αποστειρωμένη από τυχόν συντεχνιακές κατευθύνσεις και πιέσεις. Για τους λόγους αυτούς η διαδικασία ενστάσεων θα πρέπει να ανατεθεί στην ευθύνη εποπτείας του ΕΣΕΤ.
Δ) η εκ νέου εισαγωγή αποκλειστικής ημερομηνίας για την ολοκλήρωση των κρίσεων: με δεδομένο ότι η διαδικασία των κρίσεων θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας (8/6/15), για την αποφυγή τεχνητών καθυστερήσεων εφαρμογής της διάταξης θα πρέπει να εμπεριέχεται εκ νέου αποκλειστική προθεσμία (η 31/12/2015) με τη λήξη της οποίας οι κρίσεις θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί.
Προτεινόμενη Τροποποίηση:
7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Α. Οι ΕΛΕ, οποιασδήποτε βαθμίδας, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα, που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή εντός του φορέα τους.
Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ πρέπει να υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης, μετά από κρίση, ερευνητή βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985.
Οι υποψήφιοι κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ όλων των βαθμίδων που κρίνονται επιτυχώς συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου χρόνου (ΝΠΙΔ) ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων επί της διαδικασίας ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015.
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή ή ΕΛΕ εντός του φορέα τους.
Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης, μετά από κρίση, ερευνητή βαθμίδας ή/και ΕΛΕ βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους.
Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς για οιαδήποτε θέση και βαθμίδα συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου χρόνου σε ΝΠΙΔ ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015.
Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/14 θα πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Για την ενιαία αντιμετώπιση όλων αιτήσεων, αιτήσεις που έχουν κριθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος».
Το πλήρες κείμενο του ΣΕΙΤΕ: http://www.forth.gr/se/pdfs/ΣΕΙΤΕ_2015-06-26_259.pdf
Τα τελευταία 7 χρόνια δεν έχει προκηρυχθεί καμία νέα θέση Ερευνητή. Αντίθετα πολλές οργανικές θέσεις που είχαν μείνει κενές καταργήθηκαν. Η τελευταία διεθνής αξιολόγηση των ερευνητικών κέντρων το 2014, κατέγραψε σαν ένα βασικό στοιχείο το οποίο θα πρέπει να ξεπεραστεί την γήρανση και τον μικρό αριθμό του Ερευνητικού στελεχιακού δυναμικού. Επιπλέον από όλους τους πολιτικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς υπογραμμίζεται το φαινόμενο της διαρροής επιστημόνων στο εξωτερικό (brain drain), και η αναγκαιότητα λήψης μέτρων για να αντιστραφεί το φαινόμενο. Σε αναλογία με τι συμβαίνει σε άλλους, εργασιακούς χώρους αλλά και σε Ερευνητικούς Φορείς εκτός ΓΓΕΤ, αλλά και λόγω της σπουδαιότητας του προβλήματος θα πρέπει να προκηρυχτούν τουλάχιστον 100 θέσεις ερευνητών για τα Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ, που θα αποτελούν οργανικές θέσεις. Οι προκηρύξεις θα πρέπει να αφορούν αφορούν κατά κύριο λόγο Εντεταλμένους και Κύριους Ερευνητές.
Θανάσης Μαχιάς
Διευθυντής Ερευνών ΕΛΚΕΘΕ
Η πρόβλεψη της παράγραφου 7Β αποκλείει τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου από τη διαδικασία υποβολής αίτησης για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση με την Παράγραφο 5 του άρθρου 29 η οποία ορίζει ότι οι Ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες, μπορεί να είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της ημεδαπής ή αλλοδαπής.
Η δυνατότητα κρίσης για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ερευνητή/ΕΛΕ δίνεται μόνο εφόσον έχει προηγηθεί αίτηση από ενδιαφερόμενο εντός της προθεσμίας (έως 8/6/2015) που προβλεπόταν από τον προηγούμενο νόμο. Έχουν παρέλθει ήδη σχεδόν έξι μήνες από την ψήφιση του προηγούμενου νόμου. Τα ερευνητικά κέντρα είναι ζωντανοί οργανισμοί, έχουν ανθρώπους που κάνουν έρευνα και παίρνουν διδακτορικά. Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί αυτοί πρέπει να εξαιρεθούν από τη δυνατότητα που δίνει ο νόμος να εξελιχθούν.
Σύμφωνα με το άρθρο 42, το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωσης θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν. 1514/1984. Στην περίπτωση αυτή ο υποψήφιος καλείται να υποβάλει αίτηση για την κατάληψη θέσης της οποίας το αντικείμενο δεν είναι καθορισμένο εκ των προτέρων. Τονίζεται επίσης ότι δεν ζητείται η υποβολή και άλλων στοιχείων όπως ο τίτλος της διδακτορικής διατριβής η παρουσίαση του ερευνητικού έργου του υποψηφίου. Με τον τρόπο αυτό ενδέχεται να υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ του γνωστικού αντικειμένου της θέσης και του γνωστικού αντικειμένου του υποψηφίου.
Ο ενδιαφερόμενος όντας κάτοχος διδακτορικού τίτλου σπουδών το ερευνητικό του αντικείμενο καθορίζεται επακριβώς από το τίτλο της διδακτορικής του διατριβής. Η μετέπειτα ερευνητική του πορεία κατά πάσα πιθανότητα είναι σχετική με αυτό. Εν πάση περιπτώσει η ειδίκευση που έχει πάρει ο ενδιαφερόμενος αρχικά μέσω της διδακτορικής διατριβής αλλά και μέσω της μετέπειτα ερευνητικής του πορείας, των δημοσιεύσεων που έχει κάνει, των συνεργασιών που έχει εγκαθιδρύσει, των προγραμμάτων που έχει συμμετάσχει και διευθύνει, των συνεδρίων και των σεμιναρίων που έχει παρακολουθήσει, οργανώσει, διευθύνει και στα οποία έχει δώσει διαλέξεις, της διάχυσης που έχει επιτελέσει, των μαθημάτων σε πανεπιστήμια που έχει δώσει, τις μετρητικές εργασίες υπαίθρου που έχει συμμετάσχει και οργανώσει είναι πολύ συγκεκριμένο θεματικά και αποτελεί καρπό πολυετούς εντατικής εργασίας, μελέτης αλλά και ενασχόλησης πέραν του ωραρίου του και των αργιών. Η ενασχόλησή του σε θέση ερευνητή με διαφορετικό αντικείμενο από αυτό που πραγματικά και τεκμηριωμένα θεραπεύει αποτελεί τροχοπέδη και για τον ίδιο αλλά και για το ινστιτούτο που αυτός ανήκει. Επίσης δεν αποκλείεται και μια συνιστώσα «ακύρωσης» του ερευνητή μια και δεν θα δύναται εκ των πραγμάτων να είναι το ίδιο παραγωγικός στο νέο του αντικείμενο. Σε αυτή την περίπτωση και με την πάροδο των ετών που απαιτούνται για την ανέλιξή του στην επόμενη βαθμίδα : α) θα έχει παραμεριστεί ένα μεγάλος μέρος της κοπιαστικά αποκτηθείσας γνώσης και εμπειρίας και β) οι πιθανότητες προαγωγής του θα είναι μειωμένες λόγω του γεγονότος αυτού. Οπότε έτσι υπάρχει εν γένει μια εκ των προτέρων «ακύρωση» και του σχετικού εδαφίου όσο το αντικείμενο της θέσης δεν καθορίζεται από τον ενδιαφερόμενο.
Η νέα διατύπωση για τη διαδικασία των κρίσεων δεν θεραπεύει τις αδυναμίες του νόμου. Ιδίως για τους ΕΛΕ αλλά και τους ερευνητές, δεν υπάρχουν σαφή, ποσοτικοποιημένα άρα και αντικειμενικά κριτήρια κατάταξης . Δεν αναφέρονται οι τίτλοι σπουδών αναλυτικά (Ανώτατης εκπαίδευσης, μεταπτυχιακοί τίτλοι) και ο όρος να είναι αναγνωρισμένοι ως ισότιμοι και αντίστοιχοι με τους ελληνικούς. Επίσης, άλλα αντικειμενικά και αδιάβλητα κριτήρια για να περιοριστούν φαινόμενα ευνοιοκρατίας και δυσμενούς μεταχείρισης αγνοούνται όπως πτυχία ξένων γλωσσών, υποτροφίες, μέλη Διεθνών Οργανισμών, ποσοτικά κριτήρια που σχετίζονται με δημοσιεύσεις σε επιστημονικά διεθνή περιοδικά και αναφορές (citations) κλπ.
Προτείνονται τα εξής: α)Το ερευνητικό αντικείμενο της θέσης να καθορίζεται από τον ενδιαφερόμενο μετά από σύμφωνη γνώμη τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός έχει υποβάλει αίτηση και του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985, β) Η επιτροπή κρίσης θα ορίζεται από το Ινστιτούτο στο οποίο έχει αιτηθεί να ενταχθεί.
Στο άρθρο 42 του εν λόγω σχεδίου, περιγράφεται πλέον και η διαδικασία που θα εφαρμοστεί για την κρίση των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων για θέση ερευνητή, η οποία βασίζεται στο άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν. 1514/1985. Το γεγονός ωστόσο ότι αναφέρονται «Διευθυντής Ινστιτούτου» ή «Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποκλείει την εφαρμογή της σε άλλες οργανωτικές δομές, όπως σε αυτή της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ), όπου δεν προβλέπονται Ινστιτούτα αλλά Διευθύνσεις. Ο αποκλεισμός αυτός οφείλεται σε καθαρά τυπικούς – διαδικαστικούς και όχι σε ουσιαστικούς λόγους.
Οι ανάγκες της ΕΕΑΕ σε υψηλόβαθμο επιστημονικό προσωπικό καλύπτονται από 12 οργανικές θέσεις ΕΛΕ (Οργανισμός ΕΕΑΕ, π.δ. 404, A’ 173/05.10.1993). Οι ΕΛΕ της ΕΕΑΕ είναι υψηλού επιστημονικού επιπέδου και είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Συντονίζουν και υλοποιούν το εξειδικευμένο, ελεγκτικό και ρυθμιστικό έργο της ΕΕΑΕ και παράλληλα, δεδομένης και της εκπαιδευτικής και ερευνητικής συνιστώσας της ΕΕΑΕ, συμμετέχουν σε διεθνή και εθνικά ερευνητικά ή αναπτυξιακά προγράμματα, εκπροσωπούν τη χώρα σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, δημοσιεύουν ερευνητικές εργασίες σε διεθνή περιοδικά και οργανώνουν επιστημονικά συνέδρια, συναντήσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα με βάση και την αναγνώριση της ΕΕΑΕ σαν περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ).
Οι απαιτήσεις των θέσεων που κατέχουν, τα προσόντα διορισμού και εξέλιξής τους σε 4 βαθμίδες προσδιορίζονται στον οργανισμό της ΕΕΑΕ και είναι αντίστοιχα με αυτά των ερευνητών (όπως αυτές προβλέπονται από το ν.1514/1985 και τον ν. 4310/2014), δεδομένης δε και της μετεξέλιξης του θεσμού των ΕΛΕ, πλέον αποκλίνουν σημαντικά από αυτά των ΕΛΕ άλλων φορέων.
Ως εκ τούτου, για να δοθεί η δυνατότητα στους ΕΛΕ της ΕΕΑΕ να διεκδικήσουν προσωποπαγείς θέσεις ερευνητών, όπως και οι άλλοι ΕΛΕ των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, προτείνουμε την παρακάτω προσθήκη στο τέλος του 2ου εδαφίου της παραγράφου 7Α του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου:
Για το σκοπό αυτό ….. ν. 1514/1985, ή προκειμένου για τεχνολογικούς φορείς, τον Πρόεδρο και το Διοικητικό Συμβούλιο αντίστοιχα.
Για όλα τα παραπάνω, αλλά και στο πλαίσιο της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων ανεξάρτητα από το φορέα που υπηρετούν, ζητούμε να ληφθεί η παραπάνω πρόνοια, ώστε να δοθεί η δυνατότητα και στους ΕΛΕ της ΕΕΑΕ να διεκδικήσουν σύμφωνα με τα προσόντα τους και ισότιμα με τους ΕΛΕ άλλων φορέων, τις θέσεις οι οποίες ταιριάζουν στις απαιτήσεις και προσόντα του στελεχιακού δυναμικού που αυτή οφείλει να έχει για να επιτελέσει το έργο της.
Α) Το 1985 με την ΥΑ 5439/1985 / Β-298 ιδρύθηκαν στο ΥΠΕΤ Ειδικοί Λογαριασμοί αξιοποίησης των κονδυλίων έρευνας:
<>
Κανείς δεν φαντάζονταν, ότι μετά από τριάντα χρόνια, θα θεωρούνταν απαραίτητη η συνέχιση της λειτουργίας των Ειδικών Λογαριασμών, καθώς η βασική ανάγκη που υπηρετούσαν, ήταν η αποφυγή του προληπτικού έλεγχου (έγκριση των δαπανών από τον πάρεδρο).
<>
Είναι φανερό, ότι το παραπάνω πρόβλημα λύνεται με την ρητή, λεπτομερή αναφορά που γίνεται στο άρθρο 42, στους πόρους των Ειδικών Λογαριασμών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) – δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις».
Το «τρικ» των Ειδικών Λογαριασμών ήταν τότε απαραίτητο, μιας και στο χώρο της έρευνας ουσιαστικά υπήρχαν μόνο ΝΠΔΔ, χωρίς οργανωμένα λογιστήρια που να τηρούν βιβλία Γ’ κατηγορίας και η διαχείριση των κονδυλίων της έρευνας, που άρχισαν να εισρέουν από την ευρωπαϊκή ένωση, απαιτούσαν διπλογραφική παρακολούθηση και ταχύτητα εκτελέσεις των δαπανών.
<>
Είναι «τρικ» γιατί δεν έχει ξεχωριστή νομική μορφή δεν έχει καν διαφορετικό ΑΦΜ. Στελεχώνεται με προσωπικό των κέντρων και χρησιμοποιεί τις υποδομές, υπηρεσίες του κλπ.
Η συνέχιση της λειτουργίας τους στις νέες συνθήκες, με μια ΥΑ του 1985 που ελάχιστα έχει τροποποιηθεί και δεν λαμβάνει υπόψη τον νέο τρόπο οργάνωσης και διοίκησης του δημοσίου και τις νέες συνθήκες και διαδικασίες υλοποίησης των ερευνητικών προγραμμάτων, σε συνδυασμό με τις ολοένα αυξανόμενες εξαιρέσεις (Εξαίρεση από το ΑΣΕΠ, προμήθειες, αποζημιώσεις μετακινήσεων, αμοιβών κλπ) με τους αναχρονιστικούς η ανύπαρκτους εσωτερικούς κανονισμούς των ερευνητικών κέντρων, χωρίς υπηρεσίες εσωτερικού έλεγχου, σε συνδυασμό με τον σκανδαλώδη τρόπο που συγκροτούνται, αφήνει μεγάλα περιθώρια κακόπιστης κριτικής, και ενέχει κίνδυνο η καλώς εννοούμενη «ευελιξία» των ερευνητικών κέντρων να εξελιχτεί σε ευελιξία για τον ΓΓΕΤ η ακόμα και σε ασυδοσία εκατέρωθεν.
<>
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι ο ΓΓΕΤ χωρίς καμία υποχρέωση που να προκύπτει από νόμο (εγώ δεν γνωρίζω) μπορεί να διορίζει όποιον θέλει ακόμα και χωρίς προκήρυξη για όσο διάστημα θέλει. Αυτό αν είναι έτσι (αν δεν υπάρχει νομική υποχρέωση) νομίζω ότι πρέπει να αλλάξει άμεσα, και να ενταχτεί η επιλογή του προϊσταμένου του Ειδικού Λογαριασμού στις διαδικασίες στελέχωσης του δημόσιου.
Β) Οι αρμοδιότητες του Ειδ. Λογ. είναι :
<>
Πρόκειται δηλαδή για μια παράλληλη υπηρεσία, προς την διοικητική οικονομική υπηρεσία του οργανισμού λειτουργίας των ερευνητικών κέντρων. Αυτό σε συνδυασμό με την υποχρηματοδότησή τους από τον τακτικό προϋπολογισμό (μόνο μισθοδοσία έχει πλέον), καλείται να εκτελέσει πάνω από το 70% των κονδυλίων τις έρευνας. Έχουμε δηλαδή δυο υπηρεσίες, που έχουν ίδιες ή παρόμοιες αρμοδιότητες. Εκτός του ότι είναι πολυτέλεια, είναι και χοντρό μπλέξιμο για το οποίο δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς, απλά να ρωτήσει τους ερευνητές, ποσό εύκολα και ξεκάθαρα εκτελούν τα ερευνητικά τους προγράμματα και πόσο χρόνο σπαταλούν σε διοικητικές οικονομικές διαδικασίες. Τις περισσότερες φορές νομίζουν ότι έχουν να κάνουν, με διχασμένη προσωπικότητα. Πολλά καθημερινά θέματα θα μπορούσαν να λυθούν από τη διοίκηση, Διευθυντές και τμηματάρχες, ωστόσο φτάνουν στο ΔΣ του κέντρου, πνίγοντάς το, με αποτέλεσμα ένα επιτελικό όργανο χάραξης ερευνητικής πολιτικής και ανάπτυξης, να μετατρέπεται σε όργανο καθημερινής αναζήτησης αρμόδιων αρμοδιοτήτων και διοίκησης.
Παλιότερα για να διορθωθεί κάπως το πρόβλημα ορίζονταν ο Διοικητικός οικονομικός διευθυντής των κέντρων και προϊστάμενος του Ειδικού Λογαριασμού.
Γ) Η πρότασή μου:
Να ενσωματωθούν οι Ειδικοί Λογαριασμοί στη δομή της Διεύθυνσης Διοικητικού-Οικονομικού των ερευνητικών κέντρων ΝΠΔΔ (στα ΝΠΙΔ δεν υπάρχουν).
Τα ερευνητικά κέντρα έχουν ως κύρια δραστηριότητα την εκτέλεση των ερευνητικών προγραμμάτων και όχι ως ειδική.
Ένας τρόπος είναι ίσως ο παρακάτω:
Τροποποιώντας ως εξής το:
Άρθρο 15 παραγ 21. «Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας»: η αυτοτελής οργανική μονάδα που λειτουργεί εντός δημόσιων ερευνητικών φορέων για τις ανάγκες ερευνητικών ή λοιπών προγραμμάτων. Για τις ανάγκες του κεφαλαίου Β’ του παρόντος νόμου και του ν.4310/2014 ως δημόσιος ερευνητικός φορέας νοείται και ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας των Α.Ε.Ι. και των ΝΠΔΔ.
(Ο προϊστάμενος του ειδικού λογ. δεν μπορούσε να πάρει επίδομα θέσεις ευθύνης παρόλο που διαχειρίζονταν τα περισσότερα κονδύλια στα ερευνητικά κέντρα. Με την πρόταση μου θα παίρνει το επίδομα του τμηματάρχη και δεν θα αναγκάζονται τα ΔΣ των κέντρων να μπαίνουν στο πειρασμό προκείμενου να καλύψουν την «αδικία» να αποφασίζουν <>….)
Και ταυτόχρονα το άρθρο :
Άρθρο 42
Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία
1.α. Όπου στα άρθρα 1 έως 50 και 90 του ν.4310/2014 ορίζεται ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, νοείται εφεξής ο αρμόδιος για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων.
β. Όπου στο ν.4310/2014 ορίζεται η Γ.Γ.Ε.Κ. αντικαθίσταται από την Γ.Γ.Ε.Τ.
γ. Όπου στο ν.4310/2014 ορίζεται το ΕΣΙ αντικαθίσταται από το ΕΓΣΙ.
2. Η προθεσμία των έξι (6) μηνών της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 παρατείνεται έως τις 31.12.2015.
3.α Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 καταργείται.
β. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων των ΝΠΔΔ που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ λειτουργούν στα πλαίσια της Δ/νσης Διοικητικού οικονομικού ως Τμήμα Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας. Προϊστάμενος του ανώτερο τμήματος παραμένει ο υπεύθυνος του ειδικού λογαριασμού.
Τα ανωτέρω τμήματα Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας καθώς και οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας των ΑΕΙ που έχουν ιδρυθεί, παραμένουν σε ισχύ και διατηρούν το δημόσιο χαρακτήρα τους. Οι πόροι που διαχειρίζονται εισρέουν σε αυτούς αυτοί, καθώς και στους οι ερευνητικούς φορείς που λειτουργούν ως ΝΠΙΔ και οι οποίοι προέρχονται από έργα ερευνητικά, εκπαιδευτικά, αναπτυξιακά, επιμορφωτικά, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, κατάρτισης και διά βίου μάθησης καθώς και έργα κάθε είδους παροχής κάθε είδους υπηρεσιών, χρηματοδοτούμενα ή συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από διεθνείς οργανισμούς, από δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιώτες, από δωρεές, από εμπορική εκμετάλλευση ευρεσιτεχνιών, τεχνογνωσίας, υπηρεσιών και προϊόντων καθώς και πρόσοδοι από περιουσιακά στοιχεία τους και ίδιους πόρους δεν υπάγονται, ως προς τη διαχείρισή τους, στις διατάξεις του ν.4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) – δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις».
Δ) Είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι αρμοδιότητες του ανωτέρω τμήματος. Μια καλή καταγραφή αρμοδιοτήτων, που αφορά την ουσιαστική συμβολή και πολύτιμη βοήθεια στους ερευνητές και στο ΔΣ των ερευνητικών κέντρων ΝΠΔΔ είναι η παρακάτω και είναι κυρίως αντιγραφή, από τον εσωτερικό κανονισμό του ΙΤΕ :
Τμήμα Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας.
• Μελέτη και αποσαφήνιση των χρηματοοικονομικών, διοικητικών, πλαισίων που διέπουν τα έργα (ΚΠΣ, FP,NATO κ.τ.λ).
• Κατάρτιση προϋπολογισμών κατά την προετοιμασία υποβολής προτάσεων χρηματοδοτούμενων συμβολαίων τόσο Εθνικών (ΓΓΕΤ, Ιδιωτικοί φορείς εντός Ελλάδος) όσο και σε φορείς εκτός Ελλάδος (European Commission, International Organizations, Private Sector,
Governments εντός η και εκτός Ευρώπης).
• Διοικητική και οικονομική υποστήριξη κατά την διάρκεια της υποβολής των χρηματοδοτικών προτάσεων.
• Συνεχής επαφή και παροχή πληροφοριών στους χρηματοδοτικούς φορείς μέχρι και την στιγμή της σύνταξης των χρηματοδοτικών συμβολαίων.
• Διοικητική διεκπεραίωση διαδικασιών κατά την περίοδο υπογραφής των συμβολαίων των εγκεκριμένων έργων.
• Σε περίπτωση συμβολαίων στα οποία το ερευνητικό κέντρο συμμετέχει ως Ανάδοχος (Coordinator), το διοικητικό μέρος περιλαμβάνει και την επικοινωνία με τους Εταίρους (Partners), συντονισμό και επικοινωνία, από συλλογή υπογραφών μέχρι συμβουλευτικό ρόλο σε ότι αφορά στις δέουσες διοικητικές διαδικασίες, και σαν ενδιάμεσος επικοινωνίας των Εταίρων (Partners) με τους χρηματοδοτικούς φορείς, πράγμα που συνεχίζεται καθ’ όλη την πορεία της υλοποίησης των έργων αυτών.
• Κατά την υλοποίηση των Συμβολαίων, παρακολούθηση τόσο των δαπανών όσο και των εσόδων των έργων με σκοπό την ορθολογική και αποδοτική χρηματοοικονομική διαχείριση των λαμβανομένων χρηματοδοτήσεων των έργων, την τήρηση των όρων εκλεξιμότητας, και στόχο την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων των έργων.
• Προετοιμασία υπογραφή και αποστολή Οικονομικών Αναφορών στους χρηματοδοτικούς φορείς μέσω της συλλογής και επιβεβαίωσης των δαπανών των συγκεκριμένων έργων. Οι σχετικές αναφορές υπογράφονται τόσο από τον επιστημονικό όσο και από τον οικονομικό
υπεύθυνο του έργου όπου είναι απαραίτητο.
• Μέρος αυτής της παρακολούθησης περιλαμβάνει συνεχή επικοινωνία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς όπως τους χρηματοδοτικούς φορείς, τους Εταίρους (σε νους, τα τμήματα της ίδιας της Κεντρικής Δ/σης και με τα επιμέρους Ινστιτούτα του ερευνητικού κέντρου στα οποία εντάσσονται τα χρηματοδοτούμενα έργα, για λόγους είτε συμβουλευτικούς ή ενημερωτικούς.
• Σε περίπτωση Αναδοχής (Coordination), ο ρόλος περιλαμβάνει ακόμη και τα ακόλουθα:
• Παρακολούθηση και έλεγχο της συνολικής οικονομικής κατάστασης του δικτύου.
• Παρακολούθηση και ενημέρωση των υπολοίπων του δικτύου με σκοπό την αποδοτικότερη απορρόφηση του συνολικού προϋπολογισμού.
• Την ορθολογική διανομή των πληρωμών μεταξύ των Εταίρων/Partners με βάση την εκκαθάριση των δαπανών, τις ληφθείσες χρηματοδοτήσεις και πληροφορίες και έγγραφα σχετιζόμενα με την υλοποίηση του έργου.
• Σε περίπτωση ελέγχων των έργων από αρμόδιους φορείς, χειρίζεται την παρουσίαση και τεκμηρίωση των χρηματοοικονομικών και διοικητικών, διαδικασιών, εγγράφων και στοιχείων που σχετίζονται με τα έργα.
• Επιμερισμός των Λειτουργικών Δαπανών. Υπολογισμός και συνεχής παρακολούθηση των χρηματοοικονομικών δεικτών με σκοπό τον ορθολογικό και τεκμηριωμένο επιμερισμό των λειτουργικών δαπανών.
• Σύνταξη αιτήματος συγχρηματοδότησης των ανταγωνιστικών συμβολαίων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που υποβάλλεται στην Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας.
• Κοστολόγηση προσωπικού με βάση τα μηνιαία φύλλα καταγραφής και πιστοποίησης του χρόνου απασχόλησης των εργαζομένων στα χρηματοδοτούμενα συμβόλαια/έργα.
• Κοστολόγηση αμοιβών προσωπικού ανά εργαζόμενο σε λογαριασμούς της Γενικής Λογιστικής όπου χρειάζεται.
Τυχόν υποδομές προσωπικό αρμοδιότητες κλπ που υπάρχουν στον ειδικό λογ. μεταφέρονται αυτόματος στα αρμόδια τμήματα των διευθύνσεων διοικητικού με απόφαση του ΔΣ των ερευνητικών κέντρων.
Η ενσωμάτωση των <> στη δομή της Διεύθυνσης Διοικητικού-Οικονομικού συνομολογείται και με την ευελιξία που παρέχουν οι τροποποιήσεις που προβλέπονται στα Άρθρα 39-40-41-42 για το προσωπικό τις αμοιβές τις αποζημιώσεις μετακινήσεων τις απόσβεσης τις προμήθειες κλπ. Γιατί να χρειάζεται ειδικός λογαριασμός για να εκτελεί τις δαπάνες που πρέπει να εκτελεί το ερευνητικό κέντρο από τη φύση του.
Διευκρινίζω ότι δεν έχουν καμία σχέση οι Ειδικοί λογαριασμοί των ΑΕΙ με αυτούς των ερευνητικών κέντρων καθώς η έρευνα στα ΑΕΙ δεν είναι η κύρια ενασχόληση (είναι βεβαίως αναγκαία) και υποστηρίζεται από τους ειδ. Λογ. που συστήνονται με δικό τους νομοθετικό πλαίσιο λειτουργιάς με διαφορετικό ΑΦΜ, κλπ .
Το ιδανικό θα ήταν να δημιουργηθεί, ο ενιαίος χώρος έρευνας και εκπαίδευσης, ξεκινώντας με ανοικτές ερευνητικές υποδομές, με κοινό νομικό πλαίσιο συμβάσεων για το προσωπικό, με κοινό μισθολόγιο, με δυνατότητα άμεσης μετακίνησης προσωπικού, από τα πανεπιστήμια στα ερευνητικά κέντρα και αντίστροφα.
Τέλος, Προϋπόθεση για να αναπνεύσουν διοικητικά, τα ερευνητικά κέντρα ΝΠΔΔ, είναι η προκήρυξη, εντός δυο τριών μηνών, των θέσεων τουλάχιστον των διοικητικών οικονομικών υπευθύνων και των τμηματαρχών των ειδικών λογαριασμών.
Νομίζω ότι είναι η πρώτη, ή από τις λίγες φορές, που γράφετε κάτι για τους Ειδικούς Λογαριασμούς. Ελπίζω να σας προβλημάτισα, μακάρι να σας έπεισα.
Με εκτίμηση
Γλένης Επαμεινώνδας
Υπάλληλος ΕΚΛΕΘΕ
Κλάδος Διοικητικός λογιστικός ΤΕ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΕΛΚΕΘΕ
Τα εντός <> είναι αποσπάσματα από την ΥΑ 5439/1985 / Β-298 :Ειδ.Λογ/σμοί στο ΥΠΕΤ αξιοποίησης κονδυλίων έρευνας
1. Οι εργαζόμενοι (μόνιμοι και με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) σε ερευνητικά κέντρα που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με αντικείμενο συναφές ως προς το αντικείμενο που υπηρετούν, και με προϋπηρεσία σε ερευνητικά προγράμματα, μπορούν να κριθούν για κατάληψη θέσεων ΕΛΕ στα κέντρα όπου εργάζονται κατά την δημοσίευση του παρόντος. Η διάταξη ισχύει και για εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου με καθορισμένο αριθμό ετών προϋπηρεσίας στην έρευνα. Σε περίπτωση που συντρέχει ο συνολικός χρόνος προϋπηρεσίας, και κριθούν επιτυχώς, κατατάσσονται στο ερευνητικό κέντρο που υπηρετούν επί του παρόντος.
2. Οι εργαζόμενοι (μόνιμοι και με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) σε ερευνητικά κέντρα που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με αντικείμενο συναφές ως προς το αντικείμενο που υπηρετούν, με προϋπηρεσία σε ερευνητικά προγράμματα, και οι οποίοι εκπονούν διδακτορικό δίπλωμα, μπορούν να κριθούν για κατάληψη θέσεων ερευνητών στα ερευνητικά κέντρα όπου εργάζονται κατά την δημοσίευση του παρόντος, αφού ολοκληρώσουν την διδακτορική διατριβή τους και υπό την προϋπόθεση ότι η τελευταία θα έχει ολοκληρωθεί εντός δύο ετών από την δημοσίευση του παρόντος. Η κρίση θα διεξαχθεί με τους ίδιους όρους και συνθήκες όπως και αυτές που ισχύουν για τις υπόλοιπες κατηγορίες προσωπικού που εμπίπτουν στις μεταβατικές διατάξεις του παρόντος. Η διάταξη ισχύει και για εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου με καθορισμένο αριθμό ετών προϋπηρεσίας στην έρευνα. Σε περίπτωση που συντρέχει ο συνολικός χρόνος προϋπηρεσίας, και κριθούν επιτυχώς, κατατάσσονται στο ερευνητικό κέντρο που υπηρετούν επί του παρόντος.
3. Οι εργαζόμενοι με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου σε ερευνητικά κέντρα με καθορισμένο αριθμό ετών συνολικής προϋπηρεσίας στην έρευνα (ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια), κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος μπορούν να κριθούν για κατάληψη θέσεως ερευνητή στο ερευνητικό κέντρο που εργάζονται κατά την δημοσίευση του παρόντος.
4. Οι διατάξεις που αφορούν στις κρίσεις των εργαζομένων ερευνητικών κέντρων, μετά από αίτησή τους, για κατάταξή τους σε θέσεις ερευνητών ή ΕΛΕ, ισχύουν και για τους εργαζομένους οι οποίοι έχουν διεκδικήσει δικαστικά την μετατροπή της σχέσης εργασίας τους από ορισμένου σε αορίστου χρόνου και οποίοι έχουν δικαιωθεί πρωτοδίκως. Οι κρίσεις για την εν λόγω κατηγορία εργαζομένων γίνονται ταυτόχρονα με τις κρίσεις των υπολοίπων εργαζομένων όπως ο παρόν νόμος ορίζει, υπό την αίρεση ότι το αίτημά τους θα δικαιωθεί τελεσιδίκως, και η διοικητική πράξη κατάταξης των εν λόγω εργαζομένων διενεργείται μετά την τελεσιδικία.
Αιτιολόγηση 1: Σύμφωνα με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου οι ΕΛΕ δεν είναι απαραίτητα κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο αν χρειάζεται ή όχι η κατοχή διδακτορικού διπλώματος, ως προϋπόθεση κρίσης και ένταξής τους σε θέσεις ΕΛΕ. Με την παρούσα διάταξη διευκρινίζεται πως χρειάζεται τουλάχιστον ένα δίπλωμα μάστερ.
Αιτιολόγηση 2: Η διάταξη καλύπτει περιπτώσεις υπαλλήλων που έχουν εμπλακεί ως υπεύθυνοι και κύριοι παράγοντες ερευνητικών προγραμμάτων σε βαθμό που να μην προλάβουν να ολοκληρώσουν το διδακτορικό τους. Η συνεισφορά τους στα ερευνητικά κέντρα λόγω της ιδιαίτερα σημαντικής εμπλοκής τους σε ερευνητικά προγράμματα (υπεύθυνοι προγραμμάτων στα οποία απασχολούνται αρκετοί εργαζόμενοι, ή εμπλεκόμενοι σε πολλά ερευνητικά προγράμματα), είναι σημαντική και κατ’ουσίαν ασκούν ερευνητικό έργο. Γιαυτό τον λόγο θα πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία να ολοκληρώσουν το διδακτορικό τους σε εύλογο χρονικό διάστημα και μετά να κριθούν και αυτοί για κατάληψη θέσης ερευνητή.
Αιτιολόγηση 3: Για λόγους ίσης μεταχείρισης όλων των εργαζομένων, οι διατάξεις ερευνητοποίησης πρέπει να επεκταθούν και στους συμβασιούχους ορισμένου χρόνου. Το μέτρο αυτό υποβοηθά στον περιορισμό της διαφυγής αξιόλογων επιστημόνων στο εξωτερικό…
Αιτιολόγηση 4. Πρόκειται για την δίκαια και ηθική πρόβλεψη που αφορά σε εργαζόμενους που έχουν δικαιωθεί πρωτοδίκως όσον αφορά στην μετατροπή των συμβάσεών τους από εργασίας ορισμένου χρόνου σε εργασίας αορίστου χρόνου. Οι εν λόγω εργαζόμενοι να κριθούν για κατάληψη ερευνητικής θέσης εάν έχουν τα προσόντα (διδακτορικό, μεταπτυχιακό, εμπειρία στην έρευνα), υπό την αίρεση ότι θα δικαιωθούν τελεσίδικα.
• Στο προσωπικό των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, το οποίο μετακινείται εκτός έδρας με πλωτά μέσα σε 24ωρη βάση, για τις ανάγκες εκτέλεσης των προγραμμάτων ή έργων τους που χρηματοδοτούνται ή επιδοτούνται από διεθνείς οργανισμούς ή ίδιους πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια ή για την εκπλήρωση υποχρεώσεών τους από συμβάσεις με διεθνείς οργανισμούς, χορηγείται αποζημίωση ειδικών συνθηκών σε πλωτά μέσα και πεδίου, εφόσον η σχετική δαπάνη τους καλύπτεται αποκλειστικά από τα προγράμματα ή τα έργα αυτά, για την ανάγκες των οποίων μετακινούνται. Το ύψος της αμοιβής θα καθορίζεται με απόφαση του ΔΣ των αντίστοιχων ερευνητικών φορέων (ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡ. 6 )
Oι προϊσταμένοι των ΕΛΚΕ των Ερευνητικών Κέντρων ΝΠΔΔ συμφώνησαν και εισηγούνται τα εξής:
«β. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ και των ΑΕΙ που έχουν ιδρυθεί, παραμένουν σε ισχύ και διατηρούν το δημόσιο χαρακτήρα τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15 παρ. 21 του παρόντος νόμου. Συντάσσεται εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας των ΕΛΚΕ ο οποίος προσαρμόζεται στην κείμενη νομοθεσία, εγκρίνεται και τροποποιείται κατόπιν απόφασης του Γενικού Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας. Ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας των ΕΛΚΕ, θα εφαρμόζεται με ευθύνη των Δ.Σ. των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων…»
Παναγιώτης Γ. Πουλόπουλος
Αναπληρωτής Προϊστάμενος του ΕΛΚΕ του ΕΑΑ
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΆΡΘΡΟΥ 42, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ 7Β
ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ:
Εφόσον με βάση το Άρθρο 29 (Προσωπικό ερευνητικών κέντρων και
ινστιτούτων), Παράγραφος 5, οι Ε.Λ.Ε είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, στις μεταβατικές διατάξεις της Παραγράφου 7Β πρέπει να προβλεφθεί να κριθούν για ΕΛΕ όχι μόνο οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος αλλά και οι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος.
Επομένως το Άρθρο 42, Παράγραφος 7 Β να τροποποιηθείως εξής:
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ
ΑΠΟ:
“Το εν γένει ειδικό επιστημονικό –τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση
εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και
αποτελεί προσωπικό ….“
ΣΕ :
“Το εν γένει ειδικό επιστημονικό –τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση
εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή
μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και αποτελεί προσωπικό ….“
Οι προϊσταμένοι των ΕΛΚΕ των Ερευνητικών Κέντρων ΝΠΔΔ συμφώνησαν και εισηγούνται τα εξής:
«β. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ και των ΑΕΙ που έχουν ιδρυθεί, παραμένουν σε ισχύ και διατηρούν το δημόσιο χαρακτήρα τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15 παρ. 21 του παρόντος νόμου. Συντάσσεται εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας των ΕΛΚΕ ο οποίος προσαρμόζεται στην κείμενη νομοθεσία, εγκρίνεται και τροποποιείται κατόπιν απόφασης του Γενικού Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας. Ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας των ΕΛΚΕ, θα εφαρμόζεται με ευθύνη των Δ.Σ. των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων…»
Το σχόλιο αφορά την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου 42…
Θα πρέπει να απαλειφθεί η φράση «…και της παραγράφου 12 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου …» , γιατί η παράγραφος 12 του Ν 4314/2014 αναφέρεται στην ΥΠΑΣΥΔ της περιόδου 2014-2020, ενώ η ρύθμιση , που επιδιώκουμε αφορά στην επιλεξιμότητα των δαπανών των υποτροφιών από τα επιχειρησιακά προγράμματα της περιόδου 2007-2013…
παραγραφός 7Β
προτεινόμενη τροποποίηση.
Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου που διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα (και όχι που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος μόνο) και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου …
Αιτιολογία
Στην συγκεκριμένη παράγραφο του άρθρου 42 «Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα, σύμφωνα τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους».
Τα ελάχιστα προσόντα για ΕΛΕ σύμφωνα με το άρθρο 29 του παρόντος νόμου είναι να κατέχουν μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών της ημεδαπής ή αλλοδαπής και έχουν εμπειρία στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων.
ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ – ΠΡΟΣΩΠΟΠΑΓΕΙΣ ΘΕΣΕΙΣ: Μέλη ΔΕΠ/ΕΠ που μονιμοποιήθηκαν σε προσωποπαγή θέση με τις διαδικασίες και τα προσόντα που προβλέπονται για την αντίστοιχη τακτική βαθμίδα, αυτόματα μετατρέπουν την θέση τους σε μόνιμη τακτική από τη στιγμή που η βαθμίδα λογίζεται ως τακτική μόνιμη βαθμίδα.
Ένας π.χ. φυσικός ή βιολόγος, ή χημικός κ.λ.π. με διδακτορικό, ιδιαίτερα μάλιστα διακεκριμμένος ως επιστήμονας διεθνώς με πολλές και σημαντικές δημοσιεύσεις κ.λ.π., που έγινε ΙΔΑΧ και αργότερα ΕΔΙΠ σε ΑΕΙ και υπηρετεί καθ’ όλη τη διάρκεια των ζυμώσεων αυτών σε Ερευνητικό Κέντρο ως Αποσπασμένος, ανήκει στο «εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό» του Κέντρου για όσο διάστημα υπηρετεί εκεί? Αν όχι γιατί?
Αν θεωρηθεί πως δεν ανήκει, δεν θα είναι άδικο να γίνουν όλοι π.χ. οι ΙΔΑΧ με διδακτορικό του Κέντρου ερευνητές και αυτός (αν μάλιστα έχει πολύ περισσότερα προσόντα από τους περισσότερους) να μείνει εκτός? Αφού και αυτός προσφέρει την εργασία του στο Ερευνητικό Κέντρο και έχει τα ίδια (ή και περισσότερα) προσόντα?