1. Η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το διοικητικό συμβούλιο ορίζεται, συγκροτείται ή ανασυγκροτείται με απόφαση του αρμόδιου για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελείται από:
α) Τον διορισθέντα διευθυντή του ερευνητικού κέντρου, ή της Κεντρικής Διεύθυνσης, κατά περίπτωση, ως πρόεδρο.
β) Τους διορισθέντες διευθυντές των ινστιτούτων του κέντρου.
γ) Έναν εκπρόσωπο, από κοινού, των ερευνητών και των Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ).
δ) Έναν κοινό εκπρόσωπο του ειδικού επιστημονικού − τεχνικού και διοικητικού τακτικού προσωπικού.
Ειδικά όσον αφορά το Δ.Σ. του Ε.Ι.Ε., αυτό απαρτίζεται, εκτός από τα μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 του ν.4310/2014, και από τον Διευθυντή του Ε.Κ.Τ.
Στις συνεδριάσεις του ΔΣ δύναται να παρίσταται, χωρίς δικαίωμα ψήφου, εκπρόσωπος του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος υποδεικνύεται από τον αρμόδιο για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων και ο οποίος δύναται να εισηγείται επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης. Ο εκπρόσωπος των ερευνητών και των ΕΛΕ και ο αναπληρωτής του, οι οποίοι έχουν την ιδιότητα του ερευνητή Α΄ ή Β΄ βαθμίδας, εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο των ερευνητών και των ειδικών λειτουργικών επιστημόνων του ερευνητικού κέντρου. Ο εκπρόσωπος του ειδικού επιστημονικού – τεχνικού και διοικητικού προσωπικού και ο αναπληρωτής του εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο του ειδικού επιστημονικού − τεχνικού και διοικητικού προσωπικού του ερευνητικού κέντρου. Το Διοικητικό Συμβούλιο συμπληρώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός ενός έτους, από τη δημοσίευση του παρόντος».
2. Στην παρ. 2 του άρθρου 15 του ν.4310/2014, στο τέλος του πρώτου εδαφίου προστίθεται η ακόλουθη φράση: «Ο Αντιπρόεδρος εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία μετά από πρόταση του Προέδρου».
3. Στην παρ. 2 του άρθρου 15 του ν.4310/2014, διαγράφεται η φράση: «Σε περίπτωση είτε … Κυβερνήσεως».
4. Η παρ. 7 του άρθρου 15 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα μέλη του Δ.Σ. και κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί από αυτό αρμοδιότητές του, απαγορεύεται να επιδιώκουν ίδια συμφέροντα που αντιβαίνουν στα συμφέροντα του ερευνητικού κέντρου».
5. Στο άρθρο 15 του ν.4310/2014 προστίθεται παράγραφος 15, η οποία έχει ως εξής:
«Εάν Διευθυντής Ερευνητικού Κέντρου ή Διευθυντής της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ και Πρόεδρος του ΔΣ παραιτηθεί ή ελλείπει για οποιονδήποτε λόγο, τα καθήκοντά του ασκούνται από τον Αντιπρόεδρο του ΔΣ για χρονικό διάστημα μέχρι τρείς (3) μήνες. Σε περίπτωση που παρέλθει το διάστημα αυτό ή σε περίπτωση έλλειψης ή κωλύματος του αντιπροέδρου, το υπόλοιπο ΔΣ προτείνει με ομόφωνη απόφασή του στον εποπτεύοντα Υπουργό έναν εκ των Διευθυντών Ινστιτούτων ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθύνοντα της Κεντρικής Διεύθυνσης του ΕΚ. Ο εποπτεύων Υπουργός ορίζει τον ως άνω προταθέντα ως Διευθύνοντα και Πρόεδρο του ΔΣ, έως τον ορισμό του νέου Διευθυντή και Προέδρου του ΔΣ. Εάν δεν υποβληθεί πρόταση στον εποπτεύοντα Υπουργό εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την ημερομηνία έλλειψης ή κωλύματος του Αντιπροέδρου ή σε περίπτωση που αυτή δεν είναι ομόφωνη, ο εποπτεύων Υπουργός επιλέγει και ορίζει, για το διάστημα αυτό, ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθυντή ΚΔ του ΕΚ, έναν από τους υφισταμένους Διευθυντές των Ινστιτούτων του ΕΚ.
Σε περίπτωση κωλύματος του Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου ή Διευθυντή της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ και Προέδρου του ΔΣ να ασκήσει τα καθήκοντά του, που βεβαιώνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. τα καθήκοντά του ασκούνται από τον Αντιπρόεδρο του ΔΣ για χρονικό διάστημα μέχρι τρεις (3) μήνες. Σε περίπτωση που παρέλθει το διάστημα αυτό ή σε περίπτωση έλλειψης ή κωλύματος του αντιπροέδρου , το υπόλοιπο ΔΣ προτείνει με ομόφωνη απόφασή του στον εποπτεύοντα Υπουργό έναν εκ των Διευθυντών Ινστιτούτων ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθύνοντα της Κεντρικής Διεύθυνσης του ΕΚ. Ο εποπτεύων Υπουργός ορίζει τον ως άνω προταθέντα ως Διευθυντή και Πρόεδρο του ΔΣ για το διάστημα αυτό. Εάν δεν υποβληθεί πρόταση στον εποπτεύοντα Υπουργό εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την ημερομηνία έλλειψης ή κωλύματος του Αντιπροέδρου ή σε περίπτωση που αυτή δεν είναι ομόφωνη, ο εποπτεύων Υπουργός επιλέγει και ορίζει, για το διάστημα αυτό, ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθυντή ΚΔ του ΕΚ, έναν από τους υφισταμένους Διευθυντές των Ινστιτούτων του ΕΚ. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις εκείνες όπου η έλλειψη, το κώλυμα ή η παραίτηση του Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου ή Διευθυντή της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ και Προέδρου του ΔΣ ή του αντιπροέδρου του ΔΣ συντρέχει κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
6. Στο άρθρο 15 προστίθεται παράγραφος 16, η οποία έχει ως εξής:
«Στην περίπτωση που ένα ερευνητικό κέντρο αποτελείται μόνο από ένα Ινστιτούτο, η σύνθεση του Διοικητικού Συμβούλιου αυτού διαμορφώνεται ως εξής: πλέον των μελών της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν.4310/2014, στο ΔΣ συμμετέχει ένα ακόμα μέλος, το οποίο ορίζεται με απόφαση του αρμόδιου για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου. Η απόφαση του αρμόδιου Υπουργού δημοσιεύεται Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το μέλος αυτό θα πρέπει να έχει προσόντα ανάλογα με αυτά του διευθυντή ερευνητικού κέντρου. Ο ορισμός του στη θέση αυτή θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14 του άρθρου 16 του ν.4310/2014».
7. Στο τέλος της παραγράφου 10 του άρθρου 15 του ν.4310/2014 προστίθεται η ακόλουθη φράση:
«Στην περίπτωση που ο αριθμό των μελών του ΔΣ δεν καθιστά δυνατό τον σχηματισμό απαρτίας, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ο αρμόδιος για θέματα έρευνας Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων ορίζει, με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τόσα ελλείποντα μέλη του ΔΣ όσα είναι απαραίτητο προκειμένου να σχηματιστεί η προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο απαρτία. Ο εν λόγω ορισμός έχει ισχύ το μέγιστο για έξι (6) μήνες και, πάντως, έως τον ορισμό των μελών του Δ.Σ. σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4310/2014».
8. Στην περίπτωση ε’ της παραγράφου 13 του άρθρου 15 του ν.4310/2014, πριν από την φράση «και των οικονομικών καταστάσεών του» προστίθεται η φράση «, του προϋπολογισμού».
8. Η τροπολογία στην προσπάθειά της να προβλέψει το ενδεχόμενο παραίτησης ή έλλειψης του Διευθυντή του ΕΚ ή της Κεντρικής Διοίκησης προτείνει την επιλογή ενός εκ των Διευθυντών Ινστιτούτων για την άσκηση των καθηκόντων με ομόφωνη απόφαση. Αν δεν υπάρχει ομοφωνία (κάτι πολύ πιθανό έστω και εάν ένας και μόνο υποψήφιος μειοψηφήσει και ψηφίσει τον εαυτό του) τότε η επιλογή γίνεται απευθείας από τον Αναπληρωτή Υπουργό. Είναι εμφανές ότι η διάταξη αυτή δεν προάγει τη δημοκρατική διαδικασία και θα πρέπει να επανεξεταστεί. Επίσης θα πρέπει να οριστεί και ένα μέγιστο χρονικό διάστημα που δύναται να αντικαθίσταται ο Πρόεδρος από τον Αντιπρόεδρο, καθώς επίσης θα πρέπει να θεσμοθετηθεί και η διαδικασία εκλογής του τελευταίου, από τη στιγμή που ενδέχεται να αναλάβει καθήκοντα Προέδρου για μεγάλο διάστημα.
Σχέδιο Νόμου – Άρθρο 26, Παρ. 5 – Προσθήκη: «Εάν Διευθυντής Ερευνητικού Κέντρου ή Διευθυντής της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ και Πρόεδρος του ΔΣ παραιτηθεί ή ελλείπει για οποιονδήποτε λόγο και για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο ετών, τα καθήκοντά του ασκούνται από τον Αντιπρόεδρο του ΔΣ για χρονικό διάστημα μέχρι τρείς (3) μήνες….»
Διόρθωση: «Σε περίπτωση που παρέλθει το διάστημα αυτό ή σε περίπτωση έλλειψης ή κωλύματος του αντιπροέδρου, το υπόλοιπο ΔΣ προτείνει με πλειοψηφική — απόφασή του στον εποπτεύοντα Υπουργό έναν εκ των Διευθυντών Ινστιτούτων ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθύνοντα της Κεντρικής Διεύθυνσης του ΕΚ»
9. Όπως ήδη έχει προβλεφθεί ο μέγιστος αριθμός θητειών των Διευθυντών θα πρέπει να περιορίζεται σε δύο και να ισχύει αναδρομικά, χωρίς να γίνονται εξαιρέσεις και διαφοροποιήσεις για τους εν ενεργεία διευθυντές και προέδρους.
Σχέδιο Νόμου – Άρθρο 26, Παρ. 5 – Διαγραφή της παραγράφου 5: «Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 16 του ν.4310/2014 να διαγραφεί η φράση «—για την ίδια ακριβώς θέση. Η παρούσα περίπτωση καταλαμβάνει και του διευθυντές που υπηρετούν την πρώτη ή τη δεύτερη θητεία τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος—».
11. Είναι θετική η θεσμοθέτηση της συμμετοχής του εκπροσώπου Ερευνητών στο ΔΣ, θα πρέπει όμως να τηρούνται οι προβλεπόμενες ημερομηνίες διορισμού του και να επισπευσθεί η διαδικασία αντί να δίνεται εκ νέου παράταση ενός έτους.
Σχέδιο Νόμου – Άρθρο 26, Παρ. 1 – Διόρθωση: «Το Διοικητικό Συμβούλιο συμπληρώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός — τριμήνου, από τη δημοσίευση του παρόντος»
15. Δεν νοείται να μην δημοσιοποιούνται οι αποφάσεις του ΔΣ ενός ΕΚ ενώ θα μπορούσε να είναι κατανοητή η διάταξη αυτή όσον αφορά στα πρακτικά. Θα πρέπει οι αποφάσεις του ΔΣ να αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Κέντρου, όπως ο ίδιος νόμος προβλέπει στο Άρθρο 14, Παρ. 18 για τα ΑΕΙ της χώρας.
Ν. 4310/2014 – Άρθρο 15, Παρ. 4. – Να διαγραφεί η φράση: «— Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει επί αιτήματος μελών του ή τρίτων δημοσιοποίησης ή μη αποφάσεων του.—» Να προστεθεί. «Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Ερευνητικού Κέντρου ή τουλάχιστον είναι διαθέσιμες σε όποιον τις ζητήσει.»
Το πλήρες κείμενο του Συλλόγου Ερευνητών ΙΤΕ: http://www.forth.gr/rc/
Η καταπολέμηση της αδιαφάνειας και της ευνοιοκρατίας στη διοίκηση των ΝΠΔΔ θα πρέπει να γίνει με καλύτερο και πιο αποτελεσματικό τρόπο. Η συμμετοχή απλά εκπροσώπων φορέων ή εργαζομένων δεν αρκεί. Θα πρέπει να υπάρχει ασυμβίβαστο ανάμεσα στα μέλη του ΔΣ και τα πρόσωπα που προσλαμβάνουν ή επιλέγουν και πρόβλεψη ποινών σε περίπτωση παραβίασης της νομιμότητας.
Επίσης τα πρακτικά των συνεδριάσεων θα πρέπει να αναρτώνται στη Διαύγεια όπως όλα τα δημόσια έγγραφα.
Επίσης, η ελλιπής σύνθεση του ΔΣ θα πρέπει να εμποδίζει και τη λειτουργία του μετά από ένα εύλογο διάστημα, για να μην γίνονται τα γνωστά παιχνίδια.
Άρθρ. 26, παρ. 7: Η εν λόγω παράγραφος προβλέπει ότι «Στην περίπτωση που ο αριθμός των μελών του ΔΣ δεν καθιστά δυνατό τον σχηματισμό απαρτίας, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ο αρμόδιος για θέματα έρευνας Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων ορίζει, με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τόσα ελλείποντα μέλη του ΔΣ όσα είναι απαραίτητο προκειμένου να σχηματιστεί η προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο απαρτία ….». Δεδομένου ότι δεν περιγράφεται από πού και βάσει ποιας διαδικασίας ο Αν. Υπουργός θα ορίσει τα εν λόγω μέλη, διαγράφεται ο κίνδυνος διοικητικών χασμάτων και αρρυθμιών έστω και για έξι μήνες. Προτείνεται όπως τα μέλη αυτά προέρχονται από το ερευνητικό ή/και διοικητικό προσωπικό των ΕΚ.
Άρθρο 26, παρ. 5 του νομοσχεδίου:
Στο πρώτο εδάφιο αναφέρεται πως στην περίπτωση που ελλείπει ο Πρόεδρος ΔΣ ενός Ερευνητικού Κέντρου τότε πρέπει το υπόλοιπο ΔΣ να προτείνει ομόφωνα τον αντικαταστάτη του (για Πρόεδρο του ΔΣ). Εάν δεν υπάρχει ομοφωνία του ΔΣ στην επιλογή Προέδρου, τότε ορίζει ο Υπουργός. Είναι αδιανόητο να καταπατάται πλήρως η αρχή της πλειοψηφίας στις αποφάσεις του ΔΣ. Προτείνω να αλλάξει το άρθρο που παρακάμπτει την θέληση του ΔΣ (εφ’ όσον δεν υπάρξει ομοφωνία σε ένα πρόσωπο αλλά μόνο πλειοψηφία) και δίνει την ευκαιρία στον όποιο Υπουργό να διορίσει άτομο της προτίμησής του.
Στο δεύτερο εδάφιο καταπατάται και πάλι η αρχή της πλειοψηφίας στην περίπτωση μη-ομοφωνίας όταν κωλύεται ο Πρόεδρος του ΔΣ και (για κάποιους λόγους) ελλείπει και ο Αντιπρόεδρος. Και πάλι, εάν δεν υπάρχει ομοφωνία, διορίζει ο Υπουργός άτομο της προτίμησής του. Προτείνω, και πάλι, να αλλάξει το άρθρο που παρακάμπτει την θέληση του ΔΣ (εφ’ όσον δεν υπάρξει ομοφωνία σε ένα πρόσωπο αλλά μόνο πλειοψηφία) και δίνει την ευκαιρία στον όποιο Υπουργό να διορίσει άτομο της προτίμησής του.
Έχει ενδιαφέρον πως η παρ. 2 του ιδίου άρθρου 26 αναφέρει πως «ο Αντιπρόεδρος εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία» από τα μέλη του ΔΣ. Από την μία η μυστική ψηφοφορία και από την άλλη η ομοφωνία και ο Υπουργός.
Άρθρ. 26, παρ. 6.: Εφόσον ο ορισμός του επιπλέον, τέταρτου μέλους, στις περιπτώσεις 3μελών ΔΣ (Κέντρα με ένα ινστιτούτο) «θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14 του άρθρου 16 του ν.4310/2014» (δηλαδή προκήρυξη θέσης, και κρίση υποψηφίων) δεν έχει νόημα η «σύμφωνη γνώμη του οικείου Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου». Η γνώμη αυτή θα είχε νόημα εάν το επιπλέον μέλος ορίζονταν απευθείας από τον Υπουργό. Να σημειωθεί, ότι αν και η προσθήκη του τέταρτου μέλους γίνεται για να αποκατασταθούν χρόνιες διοικητικές αρρυθμίες, εν τέλει ο ορισμός και τοποθέτησή του θα γίνει με μεγάλη καθυστέρηση.
Εν αναφορά προς άρθρα του νομοσχεδίου, προκειμένου για Διευθυντές ΕΚ και Ινστιτούτων: α) το «κώλυμα» έχει προσωρινό χαρακτήρα και συνεπώς όπου συντρέχει σχετικός λόγος ο Διευθυντής αναπληρώνεται, β) η «έλλειψη» (λόγω παραίτησης ή λήξης θητείας) έχει μόνιμο χαρακτήρα και συνεπάγεται αντικατάσταση (δηλαδή διορισμό νέου οργάνου).
Βάσει αυτού, δεν είναι νομοθετικά εύστοχη η επί τρίμηνο άσκηση καθηκόντων από τον Αντιπρόεδρο του ΔΣ σε περίπτωση παραίτησης ή έλλειψης του Διευθυντή (άρθ. 26, παρ. 5) καθώς δεν αναπληρώνεται ελλείπον όργανο, αλλά μόνον αντικαθίσταται. Συνεπώς, σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει να κινηθούν άμεσα οι διαδικασίες προκήρυξης νέου Διευθυντή και στο μεταξύ να ισχύσουν τα παρακάτω: «το υπόλοιπο ΔΣ προτείνει με απόφασή του στον εποπτεύοντα Υπουργό έναν εκ των Διευθυντών Ινστιτούτων ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθύνοντα της Κεντρικής Διεύθυνσης του ΕΚ. Ο εποπτεύων Υπουργός ορίζει τον ως άνω προταθέντα ως Διευθύνοντα και Πρόεδρο του ΔΣ, έως τον ορισμό του νέου Διευθυντή και Προέδρου του ΔΣ. Στην περίπτωση ΕΚ με ένα ινστιτούτο τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου προτείνουν με κοινή απόφασή τους προς τον εποπτεύοντα Υπουργό, κατά τα ανωτέρω, ως Πρόεδρο του ΔΣ και διευθύνοντα του ΕΚ ή της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ έναν εκ των τριών αρχαιοτέρων ερευνητών Α’ Βαθμίδας του ινστιτούτου και συμπληρωματικά, σε περίπτωση έλλειψης, της Β΄ Βαθμίδας».
Με αυτόν τον τρόπο καλύπτεται το ενδεχόμενο κενό στη σύνθεση του ΔΣ στις περιπτώσεις 3μελών ΔΣ. Ως έχει, η παρ. 5 δεν βρίσκει εφαρμογή σε 3μελή ΔΣ και συνεπώς υπάρχει νομοθετικό κενό.
Πέραν τούτου, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρ. 26 αντικαθίσταται ως εξής: «Σε περίπτωση σοβαρού κωλύματος του Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου ή Διευθυντή της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ και Προέδρου του ΔΣ να ασκήσει τα καθήκοντά του, που βεβαιώνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. τα καθήκοντά του ασκούνται από τον Αντιπρόεδρο του ΔΣ για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες. Σε περίπτωση που παρέλθει το διάστημα αυτό ή σε περίπτωση έλλειψης ή σοβαρού κωλύματος του αντιπροέδρου, το υπόλοιπο ΔΣ προτείνει με απόφασή του στον εποπτεύοντα Υπουργό έναν εκ των Διευθυντών Ινστιτούτων ως Πρόεδρο του ΔΣ και Διευθύνοντα του ΕΚ ή Διευθύνοντα της Κεντρικής Διεύθυνσης του ΕΚ και ταυτόχρονα κινούνται οι διαδικασίες προκήρυξης νέου Διευθυντή. Στην περίπτωση ΕΚ με ένα ινστιτούτο τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου προτείνουν με κοινή απόφασή τους προς τον εποπτεύοντα Υπουργό, κατά τα ανωτέρω, ως Πρόεδρο του ΔΣ και διευθύνοντα του ΕΚ ή της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ έναν εκ των τριών αρχαιοτέρων ερευνητών Α’ βαθμίδας του Ινστιτούτου και συμπληρωματικά, σε περίπτωση έλλειψης, της Β΄ βαθμίδας και ταυτόχρονα κινούνται οι διαδικασίες προκήρυξης νέου Διευθυντή. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις εκείνες όπου το κώλυμα του Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου ή Διευθυντή της Κεντρικής Διεύθυνσης ΕΚ και Προέδρου του ΔΣ ή του αντιπροέδρου του ΔΣ συντρέχει κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου».
Το μοντέλο παραμένει διευθυντοκεντρικό, παρότι υπάρχει η συμμετοχή δύο εκπροσώπων ερευνητών/ΕΛΕ και επιστημονικού-τεχνικού και διοικητικού προσωπικού. Σε πολλά ΕΚ η έλλειψη διευθυντών καθιστά το μοντέλο διοίκησης ακόμα πιο συγκεντρωτικό.
Προτείνεται ευρύτερη συμμετοχή των ερευνητών στο ΔΣ για παράδειγμα με τόσα μέλη όσα είναι και ο αριθμός των ινστιτούτων που απαρτίζουν το ΕΚ. Επιπλέον, σε περίπτωση κωλύματος, απουσίας ή έλλειψης διευθυντή ο εκτελών χρέη διευθυντή ή ο αναπληρωτής διευθυντής να συμμετέχει στο ΔΣ του ΕΚ.
Προτείνεται να θεσμοθετηθεί Αντιπρόεδρος Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης στο μοντέλο της Πρυτανείας των ΑΕΙ.
Αναφορικά με τον Εκπρόσωπο των Ερευνητών, θεωρούμε ότι οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ) Α΄ & Β’ Βαθμίδας θα πρέπει να έχουν εκτός από το δικαίωμα του εκλέγειν, οπωσδήποτε και εκείνο του εκλέγεσθαι, επομένως ζητούμε την κατάλληλη διόρθωση στην διατύπωση του 2ου εδαφίου της 1ης παρ. του άρθ. 15 του Ν. 4310/14 (εκλογή εκπροσώπου).
Αναφορικά με τον Εκπρόσωπο Εργαζομένων, θεωρούμε ότι δικαίωμα εκλέγειν & εκλέγεσθαι θα πρέπει να έχουν ΟΛΟΙ οι εργαζόμενοι, ανεξαρτήτως είδους σύμβασης, που έχουν συμπληρώσει 3 έτη συνεχούς παρουσίας πλήρους απασχόλησης στο Ε.Κ.. Θα πρέπει να αναγνωριστεί από το νομοθέτη η ιδιαιτερότητα ορισμένων Ε.Κ. (ειδικά ΝΠΙΔ) της απασχόληση μεγάλου αριθμού εργαζομένων με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου & συμβάσεις έργου (αρκετά συχνά πρόκειται για την πλειοψηφία των εργαζομένων), οι οποίες είναι διαρκώς ανανεούμενες και πλήρους απασχόλησης (το Ε.Κ. αποτελεί τον βασικό εργοδότη). Αν δε συμβεί αυτό, δημιουργείται τεράστια στρέβλωση με την εκπροσώπηση των εργαζομένων να αποτελεί ευθύνη ενός πολύ περιορισμένου αριθμού εργαζομένων (μόνιμες συμβάσεις & συμβάσεις αορίστου χρόνου, που στην περίπτωση των Ε.Κ. Ν.Π.Ι.Δ. δεν υφίστανται μόνιμες συμβάσεις).
Παράλληλα, απαιτείται η λήψη μέριμνας για την ταχύτατη εφαρμογή των διαδικασιών εκλογών των 2 εκπροσώπων καθώς το χρονικό περιθώριο του ενός έτους που ορίζει ο νέος νόμος, θεωρείται υπερβολικά μεγάλο. Ενδεικτικά θα μπορούσε να δοθεί περιθώριο 3 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος ώστε όλα τα Ε.Κ. να προχωρήσουν στην αναδιάθρωση των Διοικητικών Συμβουλίων τους. Παρά την πρόβλεψη του Ν4310/2014 για χρονικό περιθώριο 3 μηνών από την δημοσίευσή του και το γεγονός ότι είναι σε ισχύ για περισσότερους από 6 μήνες, κάποιες Διοικήσεις Ε.Κ. δεν προχωρούν στις διαδικασίες προβάλλοντας δήθεν ασάφειες και αμφιβολίες περί νομιμότητας διαδικασιών. Ο νομοθέτης οφείλει να λάβει υπόψη και να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση.
1)Πρέπει να θεσμοθετηθεί, αλλά και να τηρείται με κάθε αυστηρότητα η έγκαιρη προκήρυξη για τις θέσεις Διευθυντών αρκετά πριν τη λήξη της θητείας των υπηρετούντων.
2) Δεν είναι κατανοητό -ή μάλλον είναι- γιατί στο άρθρο 5 υπάρχει διαφορετική πρόβλεψη για την περίπτωση που ένας Διευθυντής παραιτηθεί ή ελλείπει και άλλη όταν αυτός κωλύεται, ενώ θα έπρεπε να είναι η ίδια πρόβλεψη. Επίσης πόσο χρονικό διάστημα επιτρέπεται να διατηρείται αυτή η κατάσταση και γιατί δεν προβλέπεται η άμεση προκηρυξη της θέσης.
Oι εργαζόμενοι του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ (ΕΙΠ) έχουν ως πάγιο και διαχρονικό αίτημα τους την εναρμόνιση της Ελληνογαλλικής σύμβασης που διέπει τη λειτουργία του ΕΙΠ με την ελληνική νομοθεσία και κατ’ ελάχιστο ζητούν τη συμμετοχή τους στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ μέσω δύο αιρετών εκπροσώπων τους με δικαίωμα ψήφου (ενός από το σώμα Ερευνητών/ΕΛΕ και ενός από το Ειδικό Επιστημονικό-Τεχνικό και Διοικητικό τακτικό προσωπικό), όπως αυτό ορίζεται από τον παλαιότερο νόμο 1514/1985 και τον πιο πρόσφατο υπό διαβούλευση νόμο 4310/2014.
ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ
Άρθρο 14 του Νόμου 4310 (Όργανα Διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων) που δεν τροποποιείται στο παρόν σ/ν.
Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
Πάγια θέση της ΕΕΕ είναι η εξωτερική αξιολόγηση και η δημοκρατικά εκλεγμένη διοίκηση του ΕΚ/Ινστιτούτου και πιο συγκεκριμένα:
(α) οι Ερευνητές να φέρουν τη βασική ευθύνη επιλογής του Διευθυντή ΕΚ/Ινστιτούτου και
(β) το ερευνητικό έργο των ΕΚ/Ινστιτούτων να συνεχίσει να αξιολογείται από διεθνείς, ανεξάρτητες, υψηλού κύρους επιστημονικές επιτροπές.
Την ίδια στιγμή που η σημερινή πολιτική ηγεσία του ΥΠΟΠΑΙΘ νομοθετεί για την αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας των ΑΕΙ, στα ΕΚ δεν θεσμοθετούνται αντίστοιχες ρυθμίσεις για ενισχυμένη συμμετοχή των Ερευνητών στη διοίκησή τους, καθώς και για την εκλογή των Διευθυντών από την ερευνητική κοινότητα.
Πρόταση της ΕΕΕ:
Στα όργανα διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων (Άρθρο 14 του Ν. 4310/2014), να προστεθεί:
Ερευνητικά Ινστιτούτα
Όργανα των Ινστιτούτων είναι:
i) ο Διευθυντής
ii) το Επιστημονικό Συμβούλιο Ινστιτούτου
iii) η Συνέλευση του Ινστιτούτου
Άρθρο 26 – Διοικητικό Συμβούλιο
Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
Ο Ν. 1514/1985 προέβλεπε τη συμμετοχή στα ΔΣ των ΕΚ, εκτός των Δ/ντών και δύο εκλεγμένων εκπροσώπων των Ερευνητών και ΕΛΕ και του λοιπού τεχνικού και διοικητικού προσωπικού αντίστοιχα. Σε αρκετά ΕΚ που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ, μορφής ΝΠΙΔ, δεν εξελέγησαν ποτέ εκπρόσωποι στο ΔΣ του Κέντρου. Στα Κέντρα όμως που εκλέγονταν και συμμετείχαν στο ΔΣ εκπρόσωποι, τα ΔΣ λειτούργησαν απρόσκοπτα, με διευρυμένη διαφάνεια και συμμετοχικότητα στις αποφάσεις.
Το πρόβλημα της οργάνωσης της διοίκησης των ΕΚ και Ινστιτούτων, ως έχει έως σήμερα, είναι η θεσμική απολυταρχία των Διευθυντών Ινστιτούτων και στα δύο υπάρχοντα επίπεδα διοίκησης, δηλαδή σε αυτό του Ινστιτούτου και σε αυτό του ΔΣ του Κέντρου. Αυτό πολύ συχνά καταλήγει στο να διέπεται η λειτουργία του ΔΣ από ένα είδος ιδιότυπου ‘κορπορατισμού’, ο οποίος επιτείνεται από την έλλειψη μηχανισμών ελέγχου, λογοδοσίας αλλά και παύσης των Διευθυντών Κέντρου ή Ινστιτούτου, όταν αυτό καθίσταται αναγκαίο. Η συμμετοχή των Διευθυντών Ινστιτούτων στα ΔΣ των ΕΚ είναι προβληματική επίσης, διότι αναλαμβάνουν ταυτόχρονα το διττό ρόλο του ελέγχοντος και του ελεγχόμενου.
Λόγω των ανωτέρω, στο νέο νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει να ληφθούν μέριμνες ώστε να υπάρχει εκδημοκρατισμός στη διοίκηση των Ερευνητικών Κέντρων, μέσω καταρχήν της διευρυμένης συμμετοχής στη διοίκηση των ΕΚ Ερευνητών από το ίδιο το Κέντρο, οι οποίοι είναι γνώστες της καθημερινότητας και των ιδιαίτερων προβλημάτων του. Η παρουσία στο ΔΣ του Κέντρου και ενός εκπροσώπου των λοιπών εργαζομένων, για λόγους συμμετοχικότητας και πλήρους διαφάνειας, θεωρείται επίσης επιβεβλημένη.
Ενώ, όπως προαναφέρθηκε, η σημερινή πολιτική ηγεσία του ΥΠΟΠΑΙΘ νομοθετεί για τον εκδημοκρατισμό της διοίκησης στα ΑΕΙ, αντιθέτως, στο ίδιο σ/ν νομοθετούνται ρυθμίσεις αντιδημοκρατικές και άκρως παρεμβατικές για τα Ερευνητικά Κέντρα, καθώς εισάγεται η λογική του διορισμού μελών ΔΣ στα ΕΚ από τον εκάστοτε Αν. Υπουργό, σε περίπτωση που παραιτείται, ελλείπει ή κωλύεται ο Δ/ντής του ΕΚ ή του Ινστιτούτου.
Επιπλέον, ενώ νομοθετείται παράταση θητείας των Δ/ντών, δεν θεσμοθετείται μηχανισμός προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη διαδικασία εκλογής νέων Δ/ντών, σε συγκεκριμένα χρονικά όρια, όταν λήξει η θητεία τους ή συνταξιοδοτηθούν. Ανάλογη όμως ρύθμιση νομοθετείται στο ίδιο νομοσχέδιο για τους Πρυτάνεις και Αντιπρυτάνεις όπου η εκλογή διεξάγεται ακόμη και πριν τη λήξη της θητείας, ή το αργότερο σε 15 ημέρες μετά την για οποιαδήποτε τρόπο κένωση της θέσης τους!!! (Άρθρο 3.2.α)
Ως θετική αποτιμάται η νέα ρύθμιση που αφορά στην αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τον εκπρόσωπο του ΥΠΟΠΑΙΘ στα ΔΣ των Ερευνητικών Κέντρων, ο οποίος πλέον δύναται απλώς να παρίσταται στις συνεδριάσεις των ΔΣ, χωρίς το δικαίωμα ψήφου που προσέκρουε στο θέμα της σύγκρουσης αρμοδιοτήτων.
Πρόταση της ΕΕΕ:
«Το Δ.Σ. απαρτίζεται από τον πρόεδρο, τους διευθυντές ινστιτούτων, ισάριθμους με τους διευθυντές εκπροσώπους των ερευνητών και έναν εκπρόσωπο των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του Κέντρου».
Θεσμοθέτηση μηχανισμού προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη διαδικασία εκλογής νέων Δ/ντών ΕΚ/Ι, σε συγκεκριμένα χρονικά όρια, όταν λήξει η θητεία τους ή συνταξιοδοτηθούν (κατ’ αντιστοιχία του Άρθρου 3.2.α του παρόντος).
Να αναφέρεται στο νόμο (σε κάθε περίπτωση) ότι «οι Ερευνητές που συμμετέχουν στα Δ.Σ. των ΕΚ, είναι Ερευνητές Α’ και Β’ βαθμίδας και εκλέγονται ανά διετία από το σύνολο των ερευνητών και ΕΛΕ του ΕΚ». Αντίστοιχα, «ο εκπρόσωπος των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του Κέντρου εκλέγεται ανά διετία από το σύνολο των αντίστοιχων υπαλλήλων του ΕΚ».
Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του παρόντος Άρθρου πρέπει να απαλειφθούν.
Η εμπειρία έχει αποδείξει ότι η παρουσία του εκπροσώπου της ΓΓΕΤ στο Δ.Σ. ενός ερευνητικού κέντρου, είναι πολλαπλά χρήσιμη.
Αποτελεί ένα σταθερό και χωρίς παράσιτα αμφίδρομο δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κέντρου και της εποπτεύουσας αρχής, επιλύει άμεσα (ή σύντομα) απορίες και ασάφειες που πιθανόν να προκύψουν, προστατεύει κατά το δυνατόν το Δ.Σ. από πιθανά ολισθήματα οφειλόμενα σε τυχόν παρανόηση του πλαισίου κ.τ.λ.
Συνεπώς προτείνω η συμμετοχή του να μην είναι δυνητική («δύναται να παρίσταται», όπως αναφέρεται εδώ, στο άρθρ. 26/παράγρ.1) αλλά να ορίζεται υποχρεωτικά από τον αρμόδιο υπουργό και να αποτελεί μέλος του Δ.Σ.
Κατά τα λοιπά, ως προβλέπεται από το παρόν (να «δύναται να εισηγείται επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης», αλλά «χωρίς δικαίωμα ψήφου»).
Λεωνίδας Καλλιβρετάκης
Διευθυντής Ερευνών ΙΙΕ/ΕΙΕ
Άρθρο 26: Διοικητικό Συμβούλιο
Σχόλια επί του άρθρου: Το Ελληνικό Ινστιτούτο ΠΑΣΤΕΡ, το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ) και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων (ΙΤΥΕ) «Διόφαντος» (βλ. άρθρο 66) είναι τρεις (3) από τους Ερευνητικούς φορείς, οι οποίοι βρίσκονται διαχρονικά στη γκρίζα ζώνη εφαρμογής πλειάδας διατάξεων που αφορούν τα Ερευνητικά Κέντρα και σχετίζονται με θέματα προσωπικού, της συμμετοχής, της θέσης και του ρόλου του προσωπικού τους σε αυτά.
Προκειμένου να αρθούν πολλά προβλήματα που υφίστανται εξαιτίας αυτού του αποκλεισμού και συμβάλλοντας ουσιαστικά προς την κατεύθυνση εκδημοκρατι-σμού των Διοικήσεων των Ερευνητικών Κέντρων και Αυτοτελών Ινστιτούτων, προτείνουμε:
Στη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου Ελληνικού Ινστιτούτου ΠΑΣΤΕΡ και του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ) να περιλαμβάνονται δυο (2) αιρετοί εκπρόσωποι των Ερευνητών και Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) και του Ειδικού Επιστημονικού − Τεχνικού και Διοικητικού τακτικού προσωπικού, κατ’ αντιστοιχία με τα οριζόμενα στα εδάφια (γ) και (δ) της παραγράφου 1, του παρόντος άρθρου.
Στο Ν.4310/14, άρθρο 15, παράγραφος 1, υπήρχε η πρόβλεψη ότι «Το Διοικητικό Συμβούλιο συμπληρώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου», η οποία αντικαθίσταται από την παράγραφο 1, του παρόντος άρθρου, η οποία ορίζει ότι «Το Διοικητικό Συμβούλιο συμπληρώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός ενός έτους, από τη δημοσίευση του παρόντος».
Θεωρούμε υπερβολικά μεγάλο το χρονικό περιθώριο του ενός έτους που ορίζει ο νέος νόμος, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι το τρίμηνο χρονικό περιθώριο που δόθηκε με το Ν.4310/14, άρθρο 15, παράγραφος 1, ήταν αρκετό για την εκλογή των εκπροσώπων σε όσα Ερευνητικά Κέντρα υπήρχε η σχετική βούληση από τη Διοίκηση τους.
Ζητάμε το χρονικό περιθώριο εκλογής των εκπροσώπων, να οριστεί στους έξι (6) μήνες, από τη δημοσίευση του παρόντος.
Η πρόταση μας σχετικά με το Διοικητικό Συμβούλιο των ΕΚ είναι η εξής «Το Δ.Σ. απαρτίζεται από τον πρόεδρο, τους διευθυντές ινστιτούτων, ισάριθμους με τους διευθυντές εκπροσώπους των ερευνητών και έναν εκπρόσωπο των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του Κέντρου».
Θεσμοθέτηση μηχανισμού προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη διαδικασία εκλογής νέων Δ/ντών ΕΚ/Ι, σε συγκεκριμένα χρονικά όρια, όταν λήξει η θητεία τους ή συνταξιοδοτηθούν (κατ’ αντιστοιχία του Άρθρου 3.2.α του παρόντος).
Να αναφέρεται στο νόμο (σε κάθε περίπτωση) ότι «οι Ερευνητές που συμμετέχουν στα Δ.Σ. των ΕΚ, είναι Ερευνητές Α’ και Β’ βαθμίδας και εκλέγονται ανά διετία από το σύνολο των ερευνητών και ΕΛΕ του ΕΚ». Αντίστοιχα, «ο εκπρόσωπος των τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων του Κέντρου εκλέγεται ανά διετία από το σύνολο των αντίστοιχων υπαλλήλων του ΕΚ».
Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του παρόντος Άρθρου πρέπει να απαλειφθούν
Στο παρόν Άρθρο του Σχέδιο Νόμου προστίθεται στο άρθρο 15 (του νόμου 4310/2014) η παράγραφος 16 στην οποία περιγράφεται η σύνθεση ΔΣ Ερευνητικού Κέντρου που αποτελείται από ένα μόνο Ινστιτούτο. Προβλέπεται η συμμετοχή στο ΔΣ ενός ακόμη μέλους που ορίζεται «με απόφαση του αρμόδιου για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου». Η προτεινόμενη τροποποίηση φωτογραφίζει τα ελάχιστα Ερευνητικά Κέντρα που διαθέτουν ένα μόνο Ινστιτούτο και κυρίως το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών που είναι το μοναδικό Ερευνητικό Κέντρο Δημοσίου Δικαίου που υπέστη την ανώτερη δυνατή εσωτερική συγχώνευση (από τρία ενεργά Ινστιτούτα σε ένα, ν. 4051/2012).
Το σχέδιο νόμου συντηρεί τη διαφοροποίηση ενός μόνο Ερευνητικού Κέντρου ΝΠΔΔ έναντι των υπολοίπων και σχεδιάζει το μέλλον της λειτουργίας του στη βάση περιπτωσιολογίας. Έτσι, δεν προβλέπεται η ενσωμάτωση του ΕΚΚΕ στον κανόνα (δηλαδή η λειτουργία του με περισσότερα τους ενός Ινστιτούτα), αλλά η κατ’ εξαίρεση λειτουργία του και μάλιστα με την πρόβλεψη συμμετοχής στο ΔΣ του Κέντρου ενός μέλους διορισμένου από τον Αναπληρωτή ΥΠΟΠΑΙΘ.
Το ΔΣ του Συλλόγου Εργαζομένων ΕΚΚΕ έχει επανειλημμένως επισημάνει στα αρμόδια θεσμικά όργανα ότι η προηγηθείσα συγχώνευση των τριών ενεργών Ινστιτούτων σε ένα ήταν αναίτια ως προς την εξοικονόμηση πόρων και σοβαρά αντιεπιστημονική για το πεδίο των κοινωνικών επιστημών στη σύγχρονη διεθνή ερευνητική πραγματικότητα. Το ΕΚΚΕ είναι το μοναδικό κέντρο κοινωνικών ερευνών στην Ελλάδα. Συνεπώς, η συγχώνευση των Ινστιτούτων του δεν υπαγορεύθηκε από μια εξορθολογιστική στόχευση επιστημονικού ή οικονομικού περιεχομένου, ούτε υπαγορεύθηκε από την ανάγκη άρσης αλληλεπικαλύψεων μεταξύ Ινστιτούτων με παρόμοιο αντικείμενο. Η συγχώνευση απλώς οδήγησε στη συρρίκνωση των υφιστάμενων δομών κοινωνικής έρευνας στην Ελλάδα. Ας σημειωθεί ότι ουδέποτε ενεργοποιήθηκαν, με ευθύνη της Πολιτείας, τα τρία από τα έξι Ινστιτούτα που προέβλεπε αρχικά ο οργανισμός λειτουργίας του ΕΚΚΕ (Π.Δ. 342, ΦΕΚ 3/10/86 αρ. 150) και η συνακόλουθη τροποποίησή του (ΦΕΚ 29/10/96, αρ. 264). Παρόλα αυτά, τα τρία Ινστιτούτα του ΕΚΚΕ που τελικά λειτούργησαν, αποτέλεσαν μέχρι την κατάργησή τους τον θεσμικό μηχανισμό συσσώρευσης μακροχρόνιας ερευνητικής εμπειρίας, ερευνητικών υποδομών και συνεργασιών με ερευνητικούς και πανεπιστημιακούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σε αντικείμενα μείζονος σημασίας (πολιτική κοινωνιολογία, κοινωνική πολιτική, αστικός και αγροτικός χώρος) τα οποία θεραπεύει το Κέντρο εδώ και δεκαετίες. Η συγχώνευση/διάλυση, αυτών των Ινστιτούτων έπληξε καίρια την ερευνητική φυσιογνωμία του Κέντρου, ακυρώνοντας μέρος της θεσμικής του υπόστασης με βάση την οποία μπορεί να διεκδικεί Αριστεία σε συγκεκριμένα ερευνητικά αντικείμενα. Θα πρέπει επιτέλους να ληφθεί υπόψη ότι οι κοινωνικές επιστήμες δεν αποτελούν ένα ενιαίο γνωσιακό επιστημονικό πεδίο, αλλά χαρακτηρίζονται εδώ και αιώνες από ένα εύρος επιστημονικών εξειδικεύσεων που ανάγονται στην πολυσύνθετη οικονομική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα.
Βάσει των παραπάνω, το ΔΣ Συλλόγου Εργαζομένων ΕΚΚΕ εκφράζει για μια ακόμη φορά το πάγιο αίτημά του για ανασύσταση Ινστιτούτων και ένταξη του Ε.Κ. στον κοινό κανόνα λειτουργίας των υπόλοιπων Ε.Κ.
Η δε λειτουργία του ΔΣ του ΕΚΚΕ με ένα και μοναδικό Ινστιτούτο Κοινωνικών Επιστημών μέχρι σήμερα έχει προκαλέσει διοικητικές δυσλειτουργίες (π.χ. η ταύτιση του Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου και του Διευθυντή Ινστιτούτου σε ένα πρόσωπο). Άλλωστε, οι συγκεκριμένες δυσλειτουργίες εντοπίστηκαν από την τελευταία εξωτερική αξιολόγηση του ΕΚΚΕ από διεθνή επιτροπή με σχετικές συστάσεις για τη βελτίωσή τους (Evaluation Report, 3-7/2/2014). Οι δυσλειτουργίες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με την πρόταση του Σχεδίου Νόμου για συμμετοχή ενός ακόμη μέλους ορισμένου από τον Αναπληρωτή ΥΠΟΠΑΙΘ, πρόταση η οποία συντηρεί την κατ’ εξαίρεση λειτουργία του ΔΣ ενός Ε.Κ. έναντι των υπολοίπων.
Εξάλλου, το παρόν Σχέδιο Νόμου προτείνει για όλα τα Ε.Κ.: «Στις συνεδριάσεις του ΔΣ δύναται να παρίσταται, χωρίς δικαίωμα ψήφου, εκπρόσωπος του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος υποδεικνύεται από τον αρμόδιο για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων και ο οποίος δύναται να εισηγείται επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης.». Επομένως, μόνο στο ΔΣ του ΕΚΚΕ προτείνεται η συμμετοχή δύο εκπροσώπων του ΥΠΟΠΑΙΘ (έναντι ενός για τα υπόλοιπα Ε.Κ.).
Με το παρόν νομοσχέδιο προβλέπεται η προαιρετική συμμετοχή ενός εκπροσώπου του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων στις συνεδριάσεις του ΔΣ, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Με τον τρόπο αυτό καταργείται η υποχρεωτική συμμετοχή ενός εκπροσώπου της ΓΓΕΤ στα ΔΣ των ερευνητικών κέντρων που προβλεπόταν από τον Ν.4310/2014. Ωστόσο, η σκοπιμότητα και της νέας πρόβλεψης δεν είναι σαφής. Η συνεργασία των διοικήσεων των ερευνητικών κέντρων με τη ΓΓΕΤ, στο πλαίσιο της εποπτείας που η ΓΓΕΤ ασκεί, οφείλει να εξασφαλίζεται με θεσμικούς τρόπους που δεν παραβιάζουν την αυτοτέλεια και την αυτοδιοίκηση των Κέντρων. Εάν το ζητούμενο είναι η υποβοήθηση του έργου των ΔΣ των ερευνητικών κέντρων με την έκφραση γνώμης επί διοικητικών και άλλων ζητημάτων, τότε θα μπορούσε εναλλακτικά να προβλεφθεί η συμμετοχή στις συνεδριάσεις των ΔΣ (χωρίς δικαίων ψήφου) του Προέδρου του οικείου Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου.
Άρθρο 26: Διοικητικό Συμβούλιο
Σχόλιο παραγράφου 1: Επισημάνουμε ένα έλλειμα δημοκρατίας που αφορά τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες αναφορικά με το ότι έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν, όχι όμως εκείνο του εκλέγεσθαι, σύμφωνα με τη διατύπωση του 2ου εδαφίου της 1ης παρ. του άρθ. 15 του Ν. 4310/14 (εκλογή εκπροσώπου). Αυτό πρέπει να διορθωθεί άμεσα, ειδάλλως τίθεται ζήτημα νομιμοποίησης της διαδικασίας εκλογής.
Επιπρόσθετα, για να έχει αυτή η ρύθμιση πραγματική αξία, θεωρούμε ότι ο ρόλος του εκπροσώπου είναι να οργανώνει, να εισηγείται και να ψηφίζει τις απόψεις του σώματος που τον εκλέγει, καθώς και να ενημερώνει, μέσω ενός οργανωμένου συστήματος, το σώμα που τον εξέλεξε (τους εργαζομένους) για αποφάσεις του ΔΣ. Ειδάλλως κινείται ατομικά, από ad hoc διευθετήσεις.
Τροποποίηση: Το 2ο εδάφιο της 1ης παρ. του άρθ. 15 του Ν. 4310/14 ως εξής: «Ο εκπρόσωπος των ερευνητών και των ΕΛΕ και ο αναπληρωτής του, οι οποίοι έχουν την ιδιότητα του ερευνητή/ΕΛΕ Α΄ ή Β΄ βαθμίδας»
Προσθήκη: «Στον Εσωτερικό Κανονισμό προβλέπεται σύστημα επικοινωνίας, οργάνωσης και λήψης απόψεων όπου ο εκλεγμένος εκπρόσωπος (ή ο αναπληρωτής του) μεταφέρει στο ΔΣ του ΕΚ τις θέσεις και προτάσεις του εκλεκτορικού σώματος. Επίσης ενημερώνει τακτικά το σώμα για τις συζητήσεις και τις αποφάσεις που λαμβάνει το ΔΣ του ΕΚ, και ειδικά για θέματα που αφορούν το σώμα».
Το πλήρες κείμενο του ΣΕΙΤΕ: http://www.forth.gr/se/pdfs/ΣΕΙΤΕ_2015-06-26_259.pdf
Στην παρ. 7 του άρθρου 15 του ν.4310/2014 πρέπει να προβλέπεται ότι οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων και τα κριτήρια τα οποία εφαρμόζονται από τα διάφορα όργανα και θεσμούς των ΕΚ θα πρέπει να γίνονται με διαφάνεια, με σεβασμό στην αξιοκρατία και το δημόσιο συμφέρον. Η λήψη των αποφάσεων πρέπει να γίνεται με διαφάνεια και τεκμηριωμένη διαδικασία ώστε να μην δημιουργούνται προϋποθέσεις ή ενδείξεις άσκησης πιέσεων και ευνοιοκρατικής συμπεριφοράς λόγω προσωπικών, συγγενικών , κομματικών ή επαγγελματικών σκοπιμοτήτων.
Παρ.1. Από το: “δ) Έναν κοινό εκπρόσωπο του ειδικού επιστημονικού − τεχνικού και διοικητικού τακτικού προσωπικού.” Να αφαιρεθεί ο όρος “τακτικού”.
Ο εκπρόσωπος θα πρέπει να είναι ΟΛΩΝ των εργαζομένων. Το μισό και πλέον δυναμικό των ερευνητικών κέντρων είναι σήμερα συμβασιούχοι. Τουλάχιστον οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου θα πρέπει να μπορούν να ψηφίζουν και να εκλέγονται ως εκπρόσωποι στα Δ.Σ. των ερευνητικών κέντρων.
Εξάλλου στην ίδια παράγραφο παρακάτω αναφέρεται: “Ο εκπρόσωπος του ειδικού επιστημονικού – τεχνικού και διοικητικού προσωπικού και ο αναπληρωτής του εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από το ΣΥΝΟΛΟ του ειδικού επιστημονικού − τεχνικού και διοικητικού προσωπικού του ερευνητικού κέντρου.”