1.α. Όπου στα άρθρα 1 έως 50 και 90 του ν.4310/2014 αναφέρεται ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, νοείται εφεξής ο αρμόδιος για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτής Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
β. Όπου στο ν. 4310/2014 αναφέρεται η Γ.Γ.Ε.Κ. νοείται η Γ.Γ.Ε.Τ.
γ. Όπου στο ν. 4310/2014 αναφέρεται το ΕΣΙ νοείται το ΕΓΣΙ.
2.α Η προθεσμία των έξι (6) μηνών της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 παρατείνεται έως τις 31.7.2016.
β. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 καταργείται.
3. Αναστέλλεται έως την 31η Δεκεμβρίου 2016 η ίδρυση των ακόλουθων ερευνητικών φορέων:
Α. Ερευνητικό Κέντρο Δυτικής Ελλάδας (ΕΚΕΔΕ) με έδρα την Πάτρα.
Β. Ερευνητικό Κέντρο Ανατολικής Μακεδονίας−Θράκης (Ε.ΚΕ.Α.Μ−ΘΡΑ.) − «Καραθεοδωρή» με έδρα την Κομοτηνή.
Γ. Κέντρο Έρευνας και Επιχειρηματικής Καινοτομίας Κεντρικής Ελλάδας (Ε.ΕΠΙ.Κ.).
Δ. Ινστιτούτο Οπτικής και Όρασης ως Ν.Π.Ι.Δ., με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης.
Ε. Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών (ΙΝ.Τ.Ε) ως Ν.Π.Ι.Δ., με έδρα τη Ρόδο.
Για την ίδρυση των ανωτέρω ερευνητικών φορέων ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 13 του ν.4310/2014, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον παρόντα νόμο.
4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Α. Οι ΕΛΕ οποιασδήποτε βαθμίδας (Α’, Β’, Γ’, Δ’), που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή αυτοτελούς ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα, που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014, όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, μπορούν να κριθούν για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ερευνητή (Α’, Β’, Γ’) εντός του φορέα του οποίου αποτελούν προσωπικό.
Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ πρέπει να υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση στον φορέα, στην οποία θα αναφέρεται η βαθμίδα στην οποία θέλουν να κριθούν. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του επιστημονικού γνωμοδοτικού συμβουλίου του άρθρου 17 του ν.4310/2014, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 18 του ν.4310/2014 όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Οι επιτροπές κρίσης συγκροτούνται, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4310/2014 όπως αυτός ισχύει, ανάλογα με την βαθμίδα για την οποία ο υποψήφιος επιθυμεί να κριθεί.
Η απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του φορέα ή τον διευθυντή του ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ που κρίνονται επιτυχώς, συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου αναλόγως της βαθμίδας στην οποία κατατάσσονται όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του παρόντος. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.7.2016.
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, μπορεί να κριθεί για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης Ερευνητή ή ΕΛΕ (Α, Β, Γ) εντός του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου του οποίου αποτελούν προσωπικό Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει συμπληρωματική αίτηση στον φορέα, στην οποία θα αναφέρεται η βαθμίδα στην οποία θέλει να κριθεί. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του επιστημονικού γνωμοδοτικού συμβουλίου του άρθρου 17 του ν.4310/2014.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 18 του ν.4310/2014 όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα, σύμφωνα τις προβλέψεις του παρόντος και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους.
Οι επιτροπές κρίσης συγκροτούνται, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4310/2014 όπως αυτός ισχύει, ανάλογα με την βαθμίδα για την οποία ο υποψήφιος επιθυμεί να κριθεί.
Η απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του κέντρου ή το διευθυντή του ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς, συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, αναλόγως της βαθμίδας στην οποία κατατάσσεται, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του παρόντος. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.7.2016.
Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Επίσης, για την ενιαία αντιμετώπιση όλων των αιτήσεων, κρίσεις που τυχόν έχουν ολοκληρωθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος».
5.α. Διαδικασίες κρίσης ερευνητικού προσωπικού για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχει εκδοθεί απόφαση επιλογής ή εξέλιξης σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν.4310/2014 δεν θίγονται. Αιτήσεις για κρίση ερευνητικού προσωπικού, οι οποίες υπεβλήθησαν μετά την έναρξη ισχύος του ν.4310/2014 και για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί, έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, απόφαση επιλογής ή εξέλιξης από την ειδική επιτροπή κριτών του άρθρου 29 του ν.4310/2014, εξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 29, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
β. Τα μέλη των επιτροπών κρίσης του ερευνητικού προσωπικού σύμφωνα με τα άρθρα 29 και 47 του ν. 4310/2014, που θα συγκροτηθούν εντός του 2015 θα προέρχονται από τους εγκεκριμένους από τα Τ.Ε.Σ. καταλόγους κριτών του 2014.
6. Περιφερειακά Συμβούλια Έρευνας και Καινοτομίας που, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.4310/2014 παύουν να υφίστανται και συγκροτούνται εκ νέου σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
7. Προσκλήσεις υποβολής υποψηφιοτήτων που έχουν εκδοθεί και αποφάσεις συγκρότησης επιτροπών που κατά τη δημοσίευση του παρόντος έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ν. 4310/2014, όπως αυτό ίσχυε, ανακαλούνται αυτοδικαίως και εκδίδονται εκ νέου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
8. α. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, λήγει αυτοδικαίως η θητεία των μελών του ΕΣΕΤ, το οποίο είχε συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 46 του ν. 3848/2010 και του οποίου η θητεία είχε παραταθεί δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του ν. 4327/2015 (Α 50).
β. Έως την συγκρότηση του ΕΣΕΤ σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 12 του ν. 4310/2014, όπως ισχύει, με απόφαση του αρμόδιου για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων συγκροτείται προσωρινό ΕΣΕΤ. Το εν λόγω συλλογικό όργανο αποτελείται από δεκαεπτά (17) μέλη και η επιλογή τους ανήκει στην διακριτική ευχέρεια του Υπουργού. Το εν λόγω ΕΣΕΤ ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο νόμο 4310/2014, όπως ισχύει.
γ. Η θητεία των μελών του προσωρινού ΕΣΕΤ που θα επιλεγούν βάσει της περίπτωσης β’ της παρούσας παραγράφου λήγει με την συγκρότηση του ΕΣΕΤ, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12 του ν. 4310/2014, και πάντως το αργότερο μετά το πέρας τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
9. Έως τη συγκρότηση των ΤΕΣ, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του ν. 4310/2014, εξακολουθούν να λειτουργούν τα ΤΕΣ, τα οποία είχαν ήδη συσταθεί και λειτουργούσαν σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν.1514/1985 (Α 13), όπως ίσχυε και ασκούν τις αρμοδιότητες που το ως άνω άρθρο τους ανέθετε, καθώς και αυτές που ο ν.4310/2014 ρητά τους αναθέτει. Από τη συγκρότηση των ΤΕΣ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, λήγει αυτοδικαίως η θητεία των ΤΕΣ που συγκροτήθηκαν βάσει διατάξεων προγενέστερων του παρόντος νόμου.
10. Αν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει λήξει η θητεία διευθυντή ερευνητικού κέντρου ή κεντρικής διεύθυνσης ΕΚ ή ερευνητικού ινστιτούτου, ο υπηρετών διευθυντής συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι το διορισμό του νέου και το αργότερο για διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Αν δεν καταστεί δυνατός ο διορισμός νέου διευθυντή εντός διαστήματος έξι (6) μηνών, το Διοικητικό Συμβούλιο, αναθέτει προσωρινώς, στην μεν περίπτωση ερευνητικού κέντρου ή κεντρικής διεύθυνσης ΕΚ, στον αντιπρόεδρο του ΔΣ, εάν δεν είναι υποψήφιος, στη δε περίπτωση ερευνητικού ινστιτούτου στον αναπληρωτή διευθυντή εάν δεν είναι υποψήφιος- καθήκοντα διαχείρισης των τρεχουσών υποθέσεων, όπως ορίζεται σε σχετική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου. Εάν ο αντιπρόεδρος του ΔΣ είναι υποψήφιος, ελλείπει ή κωλύεται, τα καθήκοντα του διευθυντή ερευνητικού κέντρου ή κεντρικής διεύθυνσης ΕΚ ασκούνται από έναν από τους διευθυντές των ινστιτούτων, σύμφωνα με την παρ. 15 του άρθρου 15 του ν. 4310/2014, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, μέχρι το διορισμό του νέου διευθυντή. Εάν ο αναπληρωτής διευθυντής ινστιτούτου είναι υποψήφιος ή σε περίπτωση έλλειψης ή κωλύματος αυτού, τα καθήκοντα του διευθυντή ινστιτούτου ασκούνται από τον αρχαιότερο ερευνητή α΄ βαθμίδας του ινστιτούτου ή σε περίπτωση έλλειψης αυτού, από τον αρχαιότερο ερευνητή β΄ βαθμίδας του ινστιτούτου, μετά από σύμφωνη γνώμη του ΕΓΣΙ.
11. Οι προκηρύξεις για τις θέσεις Διευθυντών Ερευνητικών Κέντρων, Διευθυντών Κεντρικής Διεύθυνσης και Διευθυντών Ερευνητικών Ινστιτούτων, που εκδόθηκαν μετά την έναρξη ισχύος ν. 4310/2014 είναι νόμιμες και η σχετική διαδικασία πραγματοποιείται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 4310/2014, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει από τον παρόντα.
12. Το Διοικητικό Συμβούλιο των ερευνητικών κέντρων ανασυγκροτείται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15, εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Έως τότε συνεδριάζει νομίμως με την υφιστάμενη κατά τη δημοσίευση του παρόντος σύνθεσή του.
13. Ο αριθμός των υποψήφιων για το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Καινοτομίας (Ε.Σ.Ε.Κ.), τα Τομεακά Ερευνητικά Συμβούλια (Τ.Ε.Σ.), τα Περιφερειακά Συμβούλια Έρευνας και Καινοτομίας (Π.Σ.Ε.Κ.), καθώς και ο αριθμός των μελών των Επιστημονικών Συμβουλίων (Ε.Σ.) των Ερευνητικών Κέντρων και των Επιστημονικών Γνωμοδοτικών Συμβουλίων (Ε.Γ.Σ.) των Ερευνητικών Ινστιτούτων καθορίζεται με βάση την επιστημονική αριστεία και σύμφωνα με την εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο, βάσει του άρθρου 116 του Συντάγματος, εφόσον οι υποψήφιοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για την κάλυψη της σχετικής, κατά περίπτωση, θέσης.
14. Τα Επιστημονικά Συμβούλια των Ινστιτούτων που συγκροτήθηκαν βάσει των παραγράφων 2, 3, 6 και 7 του άρθρου 17 ν. 4310/2014 καταργούνται αυτοδικαίως από τη δημοσίευση του παρόντος.
15. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. μπορεί να προσλαμβάνεται το αναγκαίο για τα ερευνητικά πλοία του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για πλήρη ή μερική απασχόληση ή κατά πλουν. Επιτρέπεται επίσης με την ίδια διαδικασία για τη στελέχωση της ναυτικής υπηρεσίας του κέντρου η πρόσληψη και του αναγκαίου για την εν γένει διαχείριση των πλωτών μέσων του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. λοιπού ναυτιλιακού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για πλήρη ή μερική απασχόληση. Επίσης, στο προσωπικό του ΕΛΚΕΘΕ, καθώς και σε κάθε εξουσιοδοτημένο από αυτό πρόσωπο που επιβαίνει σε πλωτά μέσα (ιδιόκτητα ή ενοικιαζόμενα) του ΕΛΚΕΘΕ, μπορεί να χορηγηθεί κατά περίπτωση αποζημίωση επιβίβασης, παραμονής και εργασίας σε πλωτά μέσα, αποζημίωση υποβρύχιων εργασιών ή αποζημίωση επιστημονικών καταδύσεων. Οι εν λόγω αποζημιώσεις δεν βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά το αντίστοιχο πρόγραμμα. Οι όροι εργασίας και το ύψος των πάσης φύσεως αμοιβών του παραπάνω προσωπικού καθορίζονται με κοινή απόφαση του αρμόδιου για θέματα Έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Έως την δημοσίευση της απόφασης αυτής εξακολουθεί να ισχύει η ΚΥΑ με αριθμό 2/29117/0022/2009 (Β΄1385).
16. Για τις αποσπάσεις, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, που πραγματοποιούνται προς την Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας σύμφωνα με τη διάταξη της περίπτωσης β του άρθρου 13 του ν.706/1977 (Α΄279), όπως ισχύει, απαιτείται μόνο απόφαση του αρμόδιου για ζητήματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
17. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 του ν. 2919/2001 (Α΄ 128) αντικαθίσταται ως εξής: «Όλες ή μέρος των μετοχών της Ανώνυμης Εταιρίας Επιστημονικό Πάρκο Πάτρας (ΕΠΠ) δύνανται να περιέλθουν στην αποκλειστική κυριότητα του Ι.Τ.Ε., κατόπιν κοινής απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου για ζητήματα έρευνας αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Με την ως άνω απόφαση ρυθμίζονται όλα τα ειδικότερα ζητήματα που αφορούν την μεταφορά των μετοχών του ΕΠΠ στο ΙΤΕ, καθώς και κάθε άλλο σχετικό λεπτομερειακό ζήτημα».
18. Ποσά τα οποία έχουν καταλογισθεί, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, σε Διευθυντές Ερευνητικών Κέντρων – Ινστιτούτων οι οποίοι κατά την διάρκεια της θητείας τους ή μέρους αυτής, είχαν διατηρήσει το καθεστώς μελών ΔΕΠ πλήρους απασχόλησης στο οικείο Α.Ε.Ι, ενώ παράλληλα εκτελούσαν αμισθί τα καθήκοντά τους ως Διευθυντές Ερευνητικών Κέντρων – Ινστιτούτων δεν αναζητούνται και διαγράφονται. Επίσης, διαγράφονται οι τυχόν προσαυξήσεις και δεν εκτελούνται οι σχετικοί καταλογισμοί.
19. Το άρθρο 67 του ν.4235/2014 (Α’ 32) αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του Δεύτερου Κεφαλαίου του ν. 4024/2011 (Α 226) και εποπτεύονται από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, η κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 του ίδιου νόμου, εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος».
20. Δαπάνες του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «ΚΕΝΤΡΟ ΔΙΑΔΟΣΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ», οι οποίες πραγματοποιήθηκαν παρά την απουσία έγκρισης του προϋπολογισμού του από το εποπτεύον Υπουργείο, σύμφωνα με το άρθρο 63 του ν. 4270/2014, δεν πάσχουν ακυρότητας εξ αυτού του λόγου.
Άρθρο 26, παρ. 4Α, 4Β:Για την αποφυγή συμφόρησης με τις σχετικές διαδικασίες, η Σύνοδος προτείνει το τελευταίο εδάφιο των δύο σημείων να αντικατασταθεί ως εξής: «Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2016.»
Φωτογραφικές διατάξεις θα πρέπει να είναι σαφής για να αποφεύγονται η παρερμηνείες, αλλιώς δεν θα πρέπει να μπαίνουν καθόλου.
Οι Φωτογραφικές διατάξεις θα πρέπει να είναι σαφής για να αποφεύγονται η παρερμηνείες, αλλιώς δεν θα πρέπει να μπαίνουν καθόλου.
Α) Η πρόβλεψη της παραγράφου 4 αποκλείει τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου από τη διαδικασία υποβολής αίτησης για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση με την Παράγραφο 5 του άρθρου 16 η οποία ορίζει ότι οι Ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες, μπορεί να είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της ημεδαπής ή αλλοδαπής.
Β) Η δυνατότητα κρίσης για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ερευνητή/ΕΛΕ δίνεται μόνο εφόσον έχει προηγηθεί αίτηση από ενδιαφερόμενο εντός της προθεσμίας (έως 8/6/2015) που προβλεπόταν από τον ν. 4310/2014 και από τη δημοσίευση του οποίου έχει παρέλθει χρόνος πλέον του έτους. Τα ερευνητικά κέντρα είναι ζωντανοί οργανισμοί, έχουν επιστήμονες που κάνουν έρευνα και παίρνουν διδακτορικά. Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί αυτοί πρέπει να εξαιρεθούν από τη δυνατότητα που δίνει ο νόμος να εξελιχθούν.
Γ) Σύμφωνα με τις προβλέψεις της παρούσας τροπολογίας, το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωσης θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο ο υποψήφιος υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή ο υποψήφιος καλείται να υποβάλει αίτηση για την κατάληψη θέσης της οποίας το αντικείμενο δεν είναι καθορισμένο εκ των προτέρων. Τονίζεται επίσης ότι δεν ζητείται η υποβολή και άλλων στοιχείων όπως ο τίτλος της διδακτορικής διατριβής η παρουσίαση του ερευνητικού έργου του υποψηφίου. Με τον τρόπο αυτό ενδέχεται να υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ του γνωστικού αντικειμένου της θέσης και του γνωστικού αντικειμένου του υποψηφίου. Το ερευνητικό αντικείμενο του υποψηφίου καθορίζεται επακριβώς από το τίτλο της διδακτορικής του διατριβής. Η δε μετέπειτα ερευνητική του πορεία κατά πάσα πιθανότητα είναι σχετική με αυτό. Εν πάση περιπτώσει η ειδίκευση που έχει πάρει ο ενδιαφερόμενος αρχικά μέσω της διδακτορικής διατριβής αλλά και μέσω της μετέπειτα ερευνητικής του πορείας, των δημοσιεύσεων που έχει κάνει, των συνεργασιών που έχει εγκαθιδρύσει, των προγραμμάτων που έχει συμμετάσχει και διευθύνει, των συνεδρίων και των σεμιναρίων που έχει παρακολουθήσει, οργανώσει, διευθύνει και στα οποία έχει δώσει διαλέξεις, της διάχυσης που έχει επιτελέσει, των μαθημάτων σε πανεπιστήμια που έχει δώσει, τις μετρητικές εργασίες υπαίθρου που έχει συμμετάσχει και οργανώσει είναι πολύ συγκεκριμένο θεματικά και αποτελεί καρπό πολυετούς εντατικής εργασίας, μελέτης αλλά και ενασχόλησης πέραν του ωραρίου του και των αργιών. Η ενασχόλησή του σε θέση ερευνητή με διαφορετικό αντικείμενο από αυτό που πραγματικά και τεκμηριωμένα θεραπεύει αποτελεί τροχοπέδη και για τον ίδιο αλλά και για το ινστιτούτο που αυτός ανήκει. Επίσης δεν αποκλείεται και μια συνιστώσα «ακύρωσης» του ερευνητή μια και δεν θα δύναται εκ των πραγμάτων να είναι το ίδιο παραγωγικός στο νέο του αντικείμενο. Σε αυτή την περίπτωση και με την πάροδο των ετών που απαιτούνται για την ανέλιξή του στην επόμενη βαθμίδα : α) θα έχει παραμεριστεί ένα μεγάλος μέρος της κοπιαστικά αποκτηθείσας γνώσης και εμπειρίας και β) οι πιθανότητες προαγωγής του θα είναι μειωμένες λόγω του γεγονότος αυτού. Οπότε έτσι υπάρχει εν γένει μια εκ των προτέρων «ακύρωση» και του σχετικού εδαφίου όσο το αντικείμενο της θέσης δεν καθορίζεται από τον ενδιαφερόμενο. Προτείνεται το εξής: α)Το ερευνητικό αντικείμενο της θέσης να καθορίζεται από τον ενδιαφερόμενο μετά από σύμφωνη γνώμη τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός έχει υποβάλει αίτηση και του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου
Δ) Η νέα διατύπωση για τη διαδικασία των κρίσεων δεν θεραπεύει τις αδυναμίες του νόμου. Ιδίως για τους ΕΛΕ αλλά και τους ερευνητές, δεν υπάρχουν σαφή, ποσοτικοποιημένα άρα και αντικειμενικά κριτήρια κατάταξης . Δεν αναφέρονται οι τίτλοι σπουδών αναλυτικά (Ανώτατης εκπαίδευσης, μεταπτυχιακοί τίτλοι) και ο όρος να είναι αναγνωρισμένοι ως ισότιμοι και αντίστοιχοι με τους ελληνικούς. Επίσης, άλλα αντικειμενικά και αδιάβλητα κριτήρια για να περιοριστούν φαινόμενα ευνοιοκρατίας και δυσμενούς μεταχείρισης αγνοούνται όπως πτυχία ξένων γλωσσών, υποτροφίες, μέλη Διεθνών Οργανισμών, ποσοτικά κριτήρια που σχετίζονται με δημοσιεύσεις σε επιστημονικά διεθνή περιοδικά και αναφορές (citations) κλπ.
Ε) Εφόσον η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται από την παράγραφο 4 της παρούσας , θα πρέπει σε αυτήν να αναφέρεται ρητά ότι : ‘Όσοι δεν κριθούν για ένταξη σε θέση ερευνητή ή ΕΛΕ παραμένουν στις θέσεις, τις οποίες κατείχαν’
ΣΤ) Στην παράγραφο 4 δεν διευκρινίζεται επαρκώς ο τρόπος ορισμού των επιτροπών κρίσης. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι: ‘Οι επιτροπές κρίσης συγκροτούνται, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4310/2014 όπως αυτός ισχύει, ανάλογα με την βαθμίδα για την οποία ο υποψήφιος επιθυμεί να κριθεί.’ Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις προβλέψεις του άρθρου 22 της παρούσας τροπολογίας που καθορίζει τη διαδικασία εξέλιξης των ερευνητών αντικαθιστώντας το άρθρο 29 (παρ. 3) του ν. 4310/2014
Προκειμένου να μην υπάρχουν διακρίσεις στην αντιμετώπιση Ερευνητών και ΕΛΕ Δ βαθμίδας αλλά και έχοντας υπόψη τις μεταβατικές διατάξεις που ίσχυσαν στην περίπτωση των Διδασκόντων στα Α.Ε.Ι., σχετικά με το άρθρο 26 παρ. 4Α προτείνεται να δοθεί στους ερευνητές Δ βαθμίδας ανάλογη ευκαιρία με τους ΕΛΕ Δ βαθμίδας με την κατάλληλη προσθήκη στο α. 47 § 5 του ν. 4310/2014.
Προτείνεται τροποποίηση της παρ 4Β. ως εξής:
» Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που αποτελεί προσωπικό του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, εφόσον διαθέτει τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα, σύμφωνα τις προβλέψεις του παρόντος και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, μπορεί να κριθεί για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης Ερευνητή ή ΕΛΕ (Α, Β, Γ) εντός του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου του οποίου αποτελούν προσωπικό. …».
Προτείνεται δηλαδή να παραληφθεί από το υπάρχον κείμενο η φράση «κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος» εφόσον καλύπτεται από την περιγραφή των προσόντων ανά βαθμίδα, έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα και στους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου που διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα, να κριθούν για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ, οι οποίοι αποκλείονται σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος.
Ο αποκλεισμός των κατόχων μεταπτυχιακού τίτλου από τις θέσεις ΕΛΕ αποτελεί άνιση μεταχείριση του συγκεκριμένου προσωπικού έναντι των υπαρχόντων ΕΛΕ, οι οποίοι σύμφωνα και με τον ορισμό του άρθρου 1 του 4310/2014 δεν είναι απαραίτητα κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος.
Επίσης υπάρχει αντίφαση εφόσον στο υπάρχον κείμενο οι ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες (ΕΛΕ) » …είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της ημεδαπής ή αλλοδαπής και έχουν εμπειρία στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων…» (άρθρο 16: αντικατάσταση του άρθρου 18 ν.4310/1984, παρ. 5. του παρόντος ).
Σχετικά με την παράγραφο 15:
Oι ναυτικοί οι ναυτολογημένοι στα πλοία ΑΙΓΑΙΟ και ΦΙΛΙΑ του ΕΛΚΕΘΕ εργάζονται υπό το εξής καθεστώς:
α) είναι ναυτικοί και ναυτολογούνται με συμβάσεις εργασίας σύμφωνα με τα άρθρα 53-54 ΚΙΝΔ. Όπως προκύπτει από τα ναυτικά τους φυλλάδια , ναυτολογούνται με τους όρους της οικείας ΣΣΝΕ των πληρωμάτων ακτοπλοϊκών πλοίων αφού ΡΗΤΑ σ΄αυτά αναγράφεται ως όροι αμοιβής Σ (ΣΥΛΛΟΓΙΚΉ) Σ (Σύμβαση )
β) είναι ασφαλισμένοι στο ΝΑΤ , ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΤ για τη χορήγηση της κύριας σύνταξης και οι προϋποθέσεις της συνταξιοδότησης από αυτό εξαρτώνται όχι μόνο από την ειδικότητα, το βαθμό και τη θαλάσσια υπηρεσία ενός εκάστου, αλλά και από το ύψος των αποδοχών τους. Οι εισφορές τους είναι αυτές των ναυτικών που εργάζονται στα πλοία της ακτοπλοΐας.
γ) είναι ασφαλισμένοι στο Τ.Α.Ε.Ν. για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής
δ) είναι ασφαλισμένοι και στον κλάδο επικουρικής συντάξεως ναυτικών (ΚΕΑΝ) για χορήγηση επικουρικής συντάξεως
ε) πειθαρχικά διώκονται από τα πειθαρχικά συμβούλια του Εμπορικού Ναυτικού
στ) δεν είναι Δημόσιοι υπάλληλοι, ούτε υπάλληλοι με σχέση ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο. ΔΕΝ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΥΝ τα δικαιώματα των εργαζομένων στο Δημόσιο, (μονιμότητα, εφάπαξ αποζημίωση κατά τη συνταξιοδότηση κ.λ.π.), ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ σε αυτούς το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, ούτε των εργαζομένων με σχέση ιδιωτικού δικαίου στο δημόσιο, και διέπονται κατά την παροχή των υπηρεσιών τους στα ανωτέρω πλοία από τον ΚΙΝΔ, όπως ρητά προβλέφθηκε από το άρθρο 7 του νόμου 4354/16-12-2015
Τέλος οι μέχρι το έτος 2008 εκδιδόμενες Κ.Υ.Α. ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΑΝ ΤΙΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΝΤΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ναυτικών των ελληνικών ακτοπλοϊκών πλοίων του αντίστοιχου έτους χωρίς καμία διαφοροποίηση.
Συνεπώς αφού είναι ναυτικοί και δεν είναι ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ θα πρέπει να καθοριστεί ότι ως προς τους όρους εργασίας και το ύψος των αμοιβών τους εφαρμοστέα τυγχάνει η εκάστοτε ισχύουσα Σύμβαση Εργασίας Επιβατηγών πλοίων ακτοπλοΐας άνω των 500 κ.ο.χ. και το άρθρο 26 παρ. 15 να διαμορφωθεί ως εξής :
Με απόφαση του Δ.Σ. ΕΛΚΕΘΕ μπορεί να προσλαμβάνεται το αναγκαίο για τα ερευνητικά πλοία του ΕΛΚΕΘΕ ναυτικό προσωπικό με σύμβαση εργασίας όπως ορίζει ο Κ.Ι.Ν.Δ.
Οι όροι αμοιβής και εργασίας του παραπάνω προσωπικού καθορίζονται με τους αντίστοιχους όρους αμοιβής των συμβάσεων εργασίας ακτοπλοΐας άνω των 500 κόρων με κοινή απόφαση του αρμόδιου για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας Έρευνας καί Θρησκευμάτων και των Υπουργών Οικονομικών & Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας & Τουρισμού. Έως τήν δημοσίευση νέας ΚΥΑ για όρους εργασίας & το ύψος των πάσης φύσεως αμοιβών του ναυτικού προσωπικού εξακολουθεί να ισχύει η ΚΥΑ με αριθμό 2/29117/0022/2009 (Β΄1385).
Ακόμα με απόφαση του Δ.Σ. του ΕΛΚΕΘΕ μπορεί να προσλαμβάνεται το αναγκαίο προσωπικό για την στελέχωση της Ναυτικής Υπηρεσίας του ΕΛΚΕΘΕ η πρόσληψη και του αναγκαίου για την εν γένει διαχείριση των πλωτών μέσων του ΕΛΚΕΘΕ λοιπού ναυτιλιακού προσωπικού, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου Χρόνου για πλήρη ή μερική απασχόληση.
Οι όροι εργασίας και το ύψος των πάσης φύσεως αμοιβών του παραπάνω προσωπικού καθορίζονται με κοινή απόφαση του αρμοδίου για θέματα έρευνας αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και θρησκευμάτων και τ ων υπουργών Οικονομικών και Οικονομίες, Υποδομών Ναυτιλίας και Τουρισμού.
Έως την έκδοση και δημοσίευση νέας ΚΥΑ εξακολουθεί να ισχύει η ΚΥΑ με αριθ. 2/29117/0022/2009(Β’1385).
Σχετικά με το άρθρο 26 παρ. 4Α προτείνεται η ακόλουθη προσθήκη στο α. 47 § 5 του ν. 4310/2014 όπου αναφέρεται:
«Οι ερευνητές Δ΄ βαθμίδας οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχουν ήδη αρνητική αξιολόγηση, δικαιούνται ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, να διορισθούν σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο μετά τη σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του κέντρου ή του διευθυντή του ανεξάρτητου ινστιτούτου ή σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα».
Αιτολογία προσθήκης:
Να δοθεί ανάλογη ευκαιρία με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας στους ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας π, οι οποίοι είναι επίσης κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν περισσότερα προσόντα, εφόσον επιλέγονται με πιο αυστηρές διαδικασίες από τους ΕΛε της ίδιας βαθμίδας να διατηρήσουν τη θέση τους υποβάλλοντας αίτηση για διορισμό σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα.
Ως παραγραφος 21 σε αυτο το αρθρο προστιθεται:
το εδαφιο α της παρ 1 του αρθρου 16 του ΠΔ 164/2003(ΦΕΚ 131A/03.06.2003) αντικαθιστανται ως κατωθι:
α) Κρατικες επιχορηγησεις απο τον τακτικο προυπολογισμο του Υπουργειου Παιδειας και Θρησκευματων για την καλυψη των εξόδων λειοτυργιας του,μη συμπεριλαμβανομενης της μισθοδοσιας ,η οποια θα καλυπτεται απο τον Ειδικο Φορεα ΕΛΚΕΘΕ
Ο νόμος αδικεί ένα μέρος εργαζομένων στα Ερευνητικά Κέντρα καθώς τους στερεί τη δυνατότητα να αξιολογηθούν με βάση τα τυπικά τους προσόντα για ένταξη σε αντίστοιχες βαθμίδες Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ).
Συγκεκριμένα: ενώ ο νόμος 4310/2014 προβλέπει ότι οι ΕΛΕ είναι κάτοχοι διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, εντούτοις οι μεταβατικές του διατάξεις δεν δίνουν τη δυνατότητα στο Ειδικό Τεχνικό Επιστημονικό που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος να κριθούν για κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ. Πρόκειται για επιστήμονες που διαθέτουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που απαιτεί ο νόμος, συντονίζουν ως επιστημονικοί υπεύθυνοι μεγάλα ερευνητικά προγράμματα, έχουν διαχρονικά προσπορίσει σημαντικούς πόρους στα Κέντρα τους, δημιουργούν θέσεις εργασίες μέσω των έργων που εκτελούν και μερικοί από αυτούς έχουν λάβει διακρίσεις ή έχουν καταλάβει συντονιστικές θέσεις σε Διεθνείς Οργανισμούς. Η εξαίρεση τους από τις διαδικασίες αξιολόγησης είναι άδικη και επιπλέον αποτελεί άνιση μεταχείριση του συγκεκριμένου προσωπικού έναντι των υπαρχόντων ΕΛΕ με τα ίδια προσόντα.
Προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου 4Β του Άρθρου 26 από :
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα …
σε:
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού ή μεταπτυχιακού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα …
Ο νόμος αδικεί ένα μέρος εργαζομένων στα Ερευνητικά Κέντρα καθώς τους στερεί τη δυνατότητα να αξιολογηθούν με βάση τα τυπικά τους προσόντα για ένταξη σε αντίστοιχες βαθμίδες Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ).
Συγκεκριμένα: ενώ ο νόμος 4310/2014 προβλέπει ότι οι ΕΛΕ είναι κάτοχοι διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, εντούτοις οι μεταβατικές του διατάξεις δεν δίνουν τη δυνατότητα στο Ειδικό Τεχνικό Επιστημονικό που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος να κριθούν για κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ. Πρόκειται για επιστήμονες που διαθέτουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που απαιτεί ο νόμος για ΕΛΕ, συντονίζουν ως επιστημονικοί υπεύθυνοι μεγάλα ερευνητικά προγράμματα, έχουν διαχρονικά προσπορίσει σημαντικούς πόρους στα Κέντρα τους, δημιουργούν θέσεις εργασίες μέσω των έργων που εκτελούν και μερικοί από αυτούς έχουν λάβει διακρίσεις ή έχουν καταλάβει συντονιστικές θέσεις σε Διεθνείς Οργανισμούς. Η εξαίρεση τους από τις διαδικασίες αξιολόγησης είναι άδικη και επιπλέον αποτελεί άνιση μεταχείριση του συγκεκριμένου προσωπικού έναντι των υπαρχόντων ΕΛΕ με τα ίδια προσόντα.
Προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου 4Β του Άρθρου 26 από :
<>
σε:
<>
Προτείνεται να προστεθεί στην παρ. 4β: «Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων μπορεί να κριθεί για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ (Α, Β, Γ) εντός του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου του οποίου αποτελούν προσωπικό. Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει αίτηση στον φορέα, στην οποία θα αναφέρεται η βαθμίδα στην οποία θέλει να κριθεί». Ο αποκλεισμός των κατόχων μεταπτυχιακού τίτλου από τις θέσεις ΕΛΕ αποτελεί άνιση μεταχείριση του συγκεκριμένου προσωπικού έναντι των υπαρχόντων ΕΛΕ, οι οποίοι σύμφωνα και με τον ορισμό του άρθρου 1 του 4310/2014 δεν είναι απαραίτητα κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος.
Η παράγραφος 15 του παρόντος άρθρου να αναδιατυπωθεί ως εξής:
«15. μπορεί να προσλαμβάνεται το αναγκαίο για τα ερευνητικά πλοία του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου για πλήρη ή μερική απασχόληση ή κατά πλουν. Επιτρέπεται επίσης με την ίδια διαδικασία για τη στελέχωση της ναυτικής υπηρεσίας του κέντρου η πρόσληψη και του αναγκαίου για την εν γένει διαχείριση των πλωτών μέσων του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. λοιπού ναυτιλιακού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου, για πλήρη ή μερική απασχόληση.
Οι όροι εργασίας και το ύψος των πάσης φύσεως αμοιβών του παραπάνω προσωπικού καθορίζονται με κοινή απόφαση του αρμόδιου για θέματα Έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Έως την δημοσίευση της απόφασης αυτής εξακολουθεί να ισχύει η ΚΥΑ με αριθμό 2/29117/0022/2009 (Β΄1385).
Επίσης, με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. μπορεί να χορηγηθεί κατά περίπτωση αποζημίωση επιβίβασης, παραμονής και εργασίας σε πλωτά μέσα, αποζημίωση υποβρύχιων εργασιών ή αποζημίωση επιστημονικών καταδύσεων στο προσωπικό του ΕΛΚΕΘΕ, καθώς και σε κάθε εξουσιοδοτημένο από αυτό πρόσωπο που επιβαίνει σε πλωτά μέσα (ιδιόκτητα ή ενοικιαζόμενα) του ΕΛΚΕΘΕ. Οι εν λόγω αποζημιώσεις δεν βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά το αντίστοιχο πρόγραμμα.»
Ενόψει κρίσεων 10 διεθυντών διώχνεται το ΕΣΕΤ για να αντικατασταθεί με άλλο που θα διορίσει ο υπουργός. Ο ορισμός μελών ΕΣΕΤ οφείλει να είναι ανεξάρτητος του πολιτικού προϊσταμένου του υπουργείου.
1. Να συμπεριληφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους εν ενεργεία Ερευνητές τέταρτης (Δ´) βαθμίδας, αντίστοιχες με αυτές για τους Λέκτορες στα ΑΕΙ.
2. Αναφορικά με τις ρυθμίσεις για τους Ειδικούς Λειτουργικούς Επιστήμονες (ΕΛΕ), τα μέλη του ΣΕΠΑΑ ομοφώνως διαφωνούν με τα όσα προβλέπει το άρθρο 26 §4 (που τροποποιεί το άρθρο 47 §6 του Ν. 4310/2014). Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις αυτές Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ), κάτοχοι διδακτορικού, που υπηρετούν σε οποιοδήποτε ερευνητικό κέντρο που εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας μπορούν να κριθούν για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ερευνητή στο γνωστικό τους αντικείμενο σε Ερευνητικό Κέντρο μετά από αίτησή τους. Ο ΣΕΠΑΑ θεωρεί ότι η προβλεπόμενη από τα παραπάνω άρθρα διαδικασία δεν συνάδει με την καθιερωμένη διαδικασία κρίσης ερευνητών, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 22 του παρόντος νομοσχεδίου. Επιπλέον η τροπολογία που εισάγεται στο παρόν νομοσχέδιο προσθέτει στην παλαιά διάταξη του άρθρου 47 §6 του Ν. 4310/2014 την απαράδεκτη, κατά τη γνώμη μας, ρύθμιση ότι τόσο οι ΕΛΕ όσο και το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων που υποβάλλει αίτηση για ένταξη σε θέση ερευνητικού προσωπικού θα πρέπει να αναφέρει τη βαθμίδα στην οποία θέλει να ενταχθεί. Κατά τη άποψη του ΣΕΠΑΑ, η ρύθμιση αυτή εισάγει πρόδηλη ανισότητα μεταξύ αφενός του επιστημονικού προσωπικού που ήδη υπηρετεί και έχει προσληφθεί σε βαθμίδα την οποία όριζε η οικεία προκήρυξη, και αφετέρου στο υπό ένταξη προσωπικό ΕΛΕ / Ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό, όπου ο κρινόμενος επιλέγει ο ίδιος τη βαθμίδα του! Η ένταξη σε βαθμίδα της επιλογής του κρινόμενου θα προκαλέσει διατάραξη της εργασιακής ειρήνης στα Ερευνητικά Κέντρα, δεδομένου ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να ενταχθεί το προσωπικό αυτό σε βαθμίδες υψηλότερες από αυτές των ήδη υπηρετούντων ερευνητών, οι οποίοι για την ανέλιξή τους έχουν διέλθει από όλα τα στάδια εξέλιξης σε ανώτερη βαθμίδα που προέβλεπε ο ν. 1514 ύστερα από θητεία και βέβαια με αξιολόγηση κάθε φορά. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι η αρχική πρόσληψη, σύμφωνα με πάγια πρακτική που τηρήθηκε στα Ερευνητικά Κέντρα της Ακαδημίας Αθηνών, γινόταν σε βαθμίδα ερευνητών Δ´ ή Γ´ ερευνητικής βαθμίδας.
Το ΔΣ του ΣΕΠΑΑ
Άρθρο 26
Παράγραφος 4Β
Το όφελος και η σκοπιμότητα να δοθεί δυνατότητα πρόσβασης σε θέσεις ερευνητικού προσωπικού του επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού δεν είναι προφανής τη στιγμή που λόγω οικονομικής κρίσης δεν προκηρύσσονται νέες θέσεις ερευνητών και ΕΛΕ. Η ορθή διαδικασία θα προέβλεπε την προκήρυξη νέων θέσεων ερευνητών ή ΕΛΕ, όπου θα μπορούσε να συμμετέχει και το εν ενεργεία επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό, που πληροί τις ανάλογες προϋποθέσεις ακολουθώντας τις ίδιες αυστηρές διαδικασίες όπως αυτές που ισχύουν για την εκλογή νέων ΕΛΕ/Ερευνητών, αντιστοίχως.
Εναλλακτικά προτείνουμε την πρόσβαση μόνο σε βαθμίδες ΕΛΕ βάσει των ελαχίστων/ ενδεικτικών προσόντων, όπως αναφέρονται στην επικείμενη τροπολογία. Είναι αμφίβολη η εξοικονόμηση πόρων με την διαδικασία αυτή μιας και θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για την ικανή χρηματοδότηση των εργαστηρίων των νέων αυτών ερευνητών/ ΕΛΕ για να οργανώσουν την δική τους αυτόνομη δραστηριότητα.
Στο άρθρο 14 του ν. 4310/2014 που δεν τροποποιείται να γίνει αναφορά στα όργανα Διοίκησης των Ινστιτούτων. Τα όργανα αυτά πρέπει να είναι:
1)Ο Διευθυντής
2)Το Επιστημονικό Συμβούλιο του Ινστιτούτου
3)Η Συνέλευση του Ινστιτούτου
Οι απόψεις μας για τα 2 και 3 εξειδικεύονται στο άρθρο 15.
Στο άρθρο 35 του 4310/2014, που δεν τροπολογείται, κρίνουμε απαραίτητο να θεσμοθετεί στο παρόν νομοσχέδιο η δυνατότητα να ορίζεται ερευνητής ως κύριος επιβλέπων σε διδακτορική διατριβή και να αποδεσμευτεί η συνεργασία ΑΕΙ και ΕΚ από την ύπαρξη πρωτοκόλλων συνεργασίας, όπως αυτά περιγράφονται στο αρθ. 42 του ν. 4009/2011.
Εκφράζουμε την πλήρη αντίθεση μας στις διατάξεις της παρ. 8, εδ. β,γ, ενόψει μάλιστα της επιλογής διευθυντών ΕΚ και Ινστιτούτων, που οι θέσεις τους έχουν προκηρυχθεί και εκκρεμούν. Θεωρούμε ότι υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος για την επιλογή μελών του ΕΣΕΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος ν/σ. Σημειωτέον το ΕΣΕΚ αναφέρεται ως ΕΣΕΤ στο παρόν άρθρο.
Στην παρ. 10 εκφράζουμε την πλήρη αντίθεσή μας στο να συνεχίζει να υπηρετεί Διευθυντής του οποίου έχει λήξει η θητεία για διάστημα μέχρι 6 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Το τι γίνεται στην περίπτωση αυτή προβλέπεται σαφώς στο άρθρο 13 και αυτό πρέπει να ακολουθηθεί.
Θα πρέπει να εξηγηθεί, τι ακριβώς σημαίνει «η εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο» και πως αυτή εφαρμόζεται αν το ΕΓΣ έχει 5 μέλη.
Στην παρ. 18 η εξόφθαλμα χαριστική αυτή διάταξη δεν θα έπρεπε καν να έχει εμφανιστεί σε αυτό το ν/σ.
Σχετικά με την παραγράφο 4Β
Το ερευνητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και Ινστιτούτων, οπως στα Πανεπιστήμια, πρέπει να εκλέγεται με ανοικτή διαδικασία μετά από προκήρυξη.
Πρέπει να δίνεται ευκαιρία σε αξιόλογους ερευνητές να υποβάλλουν υποψηφιότητα ειδικά σε εποχές σαν την σημερινή, όπου η δυνατότητα αναναίωσης προσωπικού είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Ετσι αξιόλογοι νέοι ερευνητές φεύγουν/ή παραμένουν στο εξωτερικό.
Η παράγραφος αυτή οδηγεί σε υποβάθμιση της έρευνας στη χώρα και συνεχίζει την απαράδεκτη διαδικασία εσωτερικών εξελίξεων ΙΔΑΧ σε Ερευνητες που ξεκίνησε από το 2007.
η παράγραφος 15 αυτου του αρθρου χρήζει αναδιατύπωσης ως εξής
Με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. μπορεί να προσλαμβάνεται το αναγκαίο για τα ερευνητικά πλοία του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για πλήρη ή μερική απασχόληση ή κατά πλουν. Επιτρέπεται επίσης με την ίδια διαδικασία για τη στελέχωση της ναυτικής υπηρεσίας του κέντρου η πρόσληψη και του αναγκαίου για την εν γένει διαχείριση των πλωτών μέσων του Ε.Λ.Κ.Ε.Θ.Ε. λοιπού ναυτιλιακού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για πλήρη ή μερική απασχόληση. Οι όροι εργασίας και το ύψος των πάσης φύσεως αμοιβών του παραπάνω προσωπικού καθορίζονται με κοινή απόφαση του αρμόδιου για θέματα Έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Έως την δημοσίευση της απόφασης αυτής εξακολουθεί να ισχύει η ΚΥΑ με αριθμό 2/29117/0022/2009 (Β΄1385).
Επίσης , στο προσωπικό του ΕΛΚΕΘΕ, καθώς και σε κάθε εξουσιοδοτημένο από αυτό πρόσωπο που επιβαίνει σε πλωτά μέσα (ιδιόκτητα ή ενοικιαζόμενα) του ΕΛΚΕΘΕ, μπορεί να χορηγηθεί κατά περίπτωση αποζημίωση επιβίβασης, παραμονής και εργασίας σε πλωτά μέσα, αποζημίωση υποβρύχιων εργασιών ή αποζημίωση επιστημονικών καταδύσεων. Οι εν λόγω αποζημιώσεις δεν βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά το αντίστοιχο πρόγραμμα. Το ύψος και οι κατηγορίες προσωπικού που μπορούν να λάβουν τις ανωτέρω αμοιβές καθορίζεται με απόφαση του ΔΣ του ΕΛΚΕΘΕ η οποία εγκρίνεται από αρμόδιο για θέματα Έρευνας Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Σχόλια επί των παραγράφων 4 και 5:
Με την παρ. 6 του άρθ. 47 του Ν. 4310/14 δόθηκε η δυνατότητα σε ΕΛΕ οποιασδήποτε βαθμίδας και σε αορίστου χρόνου επιστημονικό προσωπικό, κατόχους διδακτορικού, των Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ) να λάβουν, μετά από κρίση με σαφώς καθορισμένα κριτήρια, προσωποπαγή θέση Ερευνητή ή Ειδικού Λειτουργικού Επιστήμονα (ΕΛΕ) βαθμίδας ανάλογης με τα προσόντα τους.
Η διάταξη αυτή αποτελεί μια πλημμελή και στιγμιαία συμμόρφωση με την Ευρωπαϊκή Σύσταση «Χάρτα του Ερευνητή – Κώδικας δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών» και αφορά την μετάταξη προσωπικού που ήδη δρα ερευνητικά σε βαθμίδα ερευνητή ή ΕΛΕ, και θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί από 31/06/2015.
Προτεινόμενη Τροποποίηση:
«Α. Οι ΕΛΕ, οποιασδήποτε βαθμίδας, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα, που εποπτεύεται από τον από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Έρευνας και Καινοτομίας και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή (Α’, Β’, Γ’) εντός του φορέα του οποίου αποτελούν προσωπικό.
Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ πρέπει να υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση στον φορέα στην οποία θα αναφέρεται το γνωστικό αντικείμενο της προς κατάληψη θέσης ερευνητή στην επιλεγόμενη βαθμίδα, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από κοινού από τον αιτούμενο, τον διευθυντή και το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του ΕΚ, βασιζόμενοι όπου αυτά υπάρχουν στα περιγράμματα εργασίας των οργανογραμμάτων των ερευνητικών κέντρων.
Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 18 του ν.4310/2014 όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Οι επιτροπές κρίσης συγκροτούνται, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4310/2014 όπως αυτός ισχύει, ανάλογα με την βαθμίδα για την οποία ο υποψήφιος επιθυμεί να κριθεί.
Η απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του φορέα ή τον διευθυντή του ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ που κρίνονται επιτυχώς, συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου αναλόγως της βαθμίδας στην οποία κατατάσσονται όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του παρόντος. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ.
Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν το αργότερο μέχρι 31/7/2016.
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Έρευνας και Καινοτομίας και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή ή ΕΛΕ (Α’, Β’, Γ’) εντός του φορέα τους. Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει συμπληρωματική αίτηση στον φορέα στην οποία θα αναφέρεται το γνωστικό αντικείμενο της θέσης ερευνητή βαθμίδας ή ΕΛΕ βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται κοινού από τον αιτούμενο, τον διευθυντή και το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του ΕΚ, βασιζόμενοι όπου αυτά υπάρχουν στα περιγράμματα εργασίας των οργανογραμμάτων των ερευνητικών κέντρων.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 18 του ν.4310/2014 όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα, σύμφωνα τις προβλέψεις του παρόντος και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους.
Οι επιτροπές κρίσης συγκροτούνται, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4310/2014 όπως αυτός ισχύει, ανάλογα με την βαθμίδα για την οποία ο υποψήφιος επιθυμεί να κριθεί.
Η απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του κέντρου ή το διευθυντή του ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς, συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, αναλόγως της βαθμίδας στην οποία κατατάσσεται, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του παρόντος. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ.
Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν το αργότερο μέχρι 31/7/2016..
Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/14 θα πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Για την ενιαία αντιμετώπιση όλων αιτήσεων, αιτήσεις που έχουν κριθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος».
Σχόλια επί της παραγράφου 19:
Με την παράγραφο αυτή επιχειρείται να αρθεί μια κατάφωρη αδικία που υφίσταται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων – ΝΠΙΔ, σε σχέση με αντίστοιχες ειδικότητες και κατηγορίες εργαζομένων που απασχολούνται στα Ερευνητικά Κέντρα – ΝΠΔΔ.
Συγκεκριμένα δίδεται εκ νέου η δυνατότητα έκδοσης ΚΥΑ για τη χορήγηση σε συγκεκριμένες κατηγορίες και ειδικότητες προσωπικού των Ε.Κ. – ΝΠΙΔ του επιδόματος Επικίνδυνης ή Ανθυγιεινής εργασίας, όπως αυτό καταβάλλεται στα Ερευνητικά Κέντρα – ΝΠΔΔ από την 1 Μαΐου 2012, σύμφωνα με την Αριθμ. οικ.2/16519/0022, ΦΕΚ 465, 24/02/2012.
Είναι πλέον δεδομένη η ολιγωρία ή και η πεισματική άρνηση των Διοικήσεων κάποιων Ερευνητικών Κέντρων του ΥΠ.Π.Ε.Θ. – με την ανοχή ή αδιαφορία της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας – να εφαρμόσουν, κατά το πρόσφατο παρελθόν, διατάξεις ευεργετικές για το προσωπικό τους, επικαλούμενες «νομική ασάφεια» και ελλιπές νομοθετικό πλαίσιο, ενώ παράλληλα χρησιμοποίησαν τα περιθώρια ευελιξίας που τους παρείχε ο νομοθέτης εις βάρος των συμφερόντων του προσωπικού τους.
Η μη έκδοση της απαιτούμενης ΚΥΑ για τα Ε.Κ. – ΝΠΙΔ, επί τέσσερα σχεδόν έτη συνιστά άνιση και διακριτική μεταχείριση, η δε υπερβολικά μεγάλη χρονική μετατόπιση για την έκδοση της απαιτούμενης ΚΥΑ (12 μήνες) έχει ως αποτέλεσμα να διαιωνίζεται στο διηνεκές η εφαρμογή της, χωρίς μέχρι σήμερα να υπάρξει καμία επίπτωση στις Διοικήσεις των Ε.Κ. ή της αρμόδιας Πολιτειακής ή Πολιτικής αρχής .
Με δεδομένη δε την αποστολή από τις Διοικήσεις των περισσοτέρων Ε.Κ. όλων των εκ του νόμου προαπαιτούμενων για την έκδοση της ΚΥΑ προς τη ΓΓΕΤ, αντικειμενικά το χρονικό περιθώριο έκδοσης της εν λόγω ΚΥΑ, δεν απαιτεί χρόνο μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών.
Εκτιμούμε ότι θα πρέπει να αποτραπεί να νομοθετηθεί διακριτική μεταχείριση μεταξύ εργαζομένων (σε διαφορετικά ΕΚ–Ι), με ίδια καθήκοντα και ίδιες υποχρεώσεις που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε παρόμοιο περιβάλλον εργασίας που σημειωτέον θα μπορούσαν να εργάζονται στο ίδιο ακριβώς περιβάλλον εργασίας σύμφωνα με τις προβλέψεις περί μετακίνησης προσωπικού.
Ως εκ τούτου προτείνουμε, προς επιτάχυνση στην ολοκλήρωση υλοποίησης της διαδικασίας, το χρονικό περιθώριο έκδοσης της απαιτούμενης ΚΥΑ, να ορισθεί στους τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, και προκειμένου να μην τίθεται θέμα καταστρατήγησης της ισονομίας (Συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της «ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας» και την «αρχή της ίσης μεταχείρισης» μεταξύ των Ε.Κ. – ΝΠΙΔ και των Ε.Κ. – ΝΠΔΔ), η διάταξη να έχει αναδρομική ισχύ από την 1 Μαΐου 2012, ημερομηνία εφαρμογής της στα Ε.Κ. – ΝΠΔΔ.
Επί της παραγράφου 18 του παρόντος Άρθρου και της αιτιολόγησής της (στην Αιτιολογική Έκθεση του σ/ν):
Διαχρονικά, σύμφωνα με όλους τους νόμους που αφορούσαν στην Έρευνα, ο Διευθυντής Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου (ΕΚ/Ι) είναι πλήρους απασχόλησης στο αντίστοιχο ΕΚ/Ι και εφόσον είναι μέλος ΔΕΠ μπορεί να διδάσκει μόνο ένα εξαμηνιαίο μάθημα στο οικείο παν/μιο.
Την ίδια ακριβώς πρόνοια περιλαμβάνει και ο ισχύων νόμος για την Έρευνα 4310/2014, με τον οποίο καταργήθηκε το προϋπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Επιπλέον, με βάση το Ν. 4009/2011, άρθρο 23, παρ 4. «Καθηγητές μερικής απασχόλησης είναι υποχρεωτικά όσοι κατέχουν θέση πλήρους απασχόλησης στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα».
Με βάση λοιπόν τη νομοθεσία, δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κάθε νεο-διορισθέντα Διευθυντή ΕΚ/Ι που είναι μέλος ΔΕΠ να παραμείνει στο πανεπιστήμιό του ως πλήρους απασχόλησης (είτε λαμβάνει μισθό από το ΕΚ, είτε όχι). Ο Δ/ντής ΕΚ/Ι είναι πλήρους απασχόλησης στο Κέντρο και, εφόσον είναι καθηγητής ΑΕΙ, μερικής απασχόλησης στο ΑΕΙ.
Η πρόνοια του νόμου αυτή είναι σωστή, καθώς οι αρμοδιότητες του Διευθυντή ΕΚ/Ι είναι πολλές, σύνθετες και εξαιρετικά χρονοβόρες. H ΕΕΕ ζητούσε και ζητά μάλιστα οι Δ/ντές ΕΚ/Ι να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, ώστε να μην τυχόν αντιμετωπίζουν το έργο τους στη διοίκηση των Κέντρων ως πάρεργο, ή/και αποκλειστικά ως μέσον προσπορισμού κονδυλίων έρευνας.
Δρ Μ.Θ. Στουμπούδη,
Ερευνήτρια ΕΛΚΕΘΕ
πρώην Πρόεδρος ΔΣ Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών
Αρθρο 26-Παράγραφος Β. Λόγω του ότι ο νόμος βρίσκεται στη διαδικασία διαβουλεύσεων, παρακαλώ να ληφθεί πρόνοια για να δοθεί παράταση σε όσους ΕΤΕ που πληρούν τις προϋποθέσεις δεν πρόλαβαν να υποβάλλουν αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας όπως ορίζει το άρθρο 47 παράγραφος 6 του νόμου ν. 4310/2014 για τη μετάβαση από θέση ΕΤΕ σε ΕΛΕ.
• Προτείνεται να προστεθεί στην παρ. 4β: «Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου ή τεχνολογικού φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων μπορεί να κριθεί για την κατάληψη προσωποπαγούς θέσης ΕΛΕ (Α, Β, Γ) εντός του ερευνητικού κέντρου ή ινστιτούτου του οποίου αποτελούν προσωπικό. Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει αίτηση στον φορέα, στην οποία θα αναφέρεται η βαθμίδα στην οποία θέλει να κριθεί». Ο αποκλεισμός των κατόχων μεταπτυχιακού τίτλου από τις θέσεις ΕΛΕ αποτελεί άνιση μεταχείριση του συγκεκριμένου προσωπικού έναντι των υπαρχόντων ΕΛΕ, οι οποίοι σύμφωνα και με τον ορισμό του άρθρου 1 του 4310/2014 δεν είναι απαραίτητα κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος.
• Θα πρέπει να προβλεφθεί και να κατοχυρωθεί η κατά τακτά χρονικά διαστήματα προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών ανά Ινστιτούτο.
• Απαλοιφή των παραγράφων 8, 10, 18.
• Θα πρέπει να προβλεφθεί εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να δοθεί ικανό χρονικό διάστημα στα ΕΚ να συντάξουν τους νέους Εσωτερικούς κανονισμούς τους.
• Να συμπεριληφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους εν ενεργεία Ερευνητές τέταρτης (Δ’) βαθμίδας, αντίστοιχες με αυτές για τους Λέκτορες στα ΑΕΙ.
• Να διευκρινιστεί με σαφήνεια η «εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο», στην παράγραφο 13 .
Η εξέλιξη, μετά από αξιολόγηση, του επιστημονικού προσωπικού των ερευνητικών κέντρων, το οποίο έμπρακτα υπηρετεί την έρευνα στην Ελλάδα, αποτελεί θεμιτό μέσο αξιοποίησης του διαθέσιμου ερευνητικού δυναμικού της χώρας, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη πρωτοβουλία. Προς αυτήν την κατεύθυνση, ο παρών νόμος μεριμνά για την τήρηση των διαδικασιών και δίδει κίνητρα παραμονής έμπειρων, μεταξύ αυτών ήδη μετακαλούμενων από το εξωτερικό, ερευνητών στη χώρα.
Σχετικά με το Άρθρο 26, παράγραφος 4Β.
προτείνεται να συμπεριληφθούν τα σχόλια που υποδεικνύονται ως εξής:
«…Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης, η επιτροπή θα εξετάζει την αμέσως χαμηλότερη βαθμίδα από αυτή για την οποία αιτήθηκε ο υποψήψιος και αν η κρίση είναι και πάλι αρνητική οι υποψήφιοι θα διατηρούν τη θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.7.2016».
Επιπρόσθετα:
«Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης έχει το δικαίωμα υποβολής προτάσεων ως επιστημονικοί υπεύθυνοι σε επικείμενες εθνικές προκηρύξεις έργων που αφορούν τους ερευνητικούς φορείς, έως ότου ολοκληρωθεί η προβλεπόμενη αξιολόγηση όπως ορίζεται στον παρόντα νόμο».
Δρ Ευαγγελία Δ. Χρυσίνα, Assoc. Prof. Örebro University, Sweden
Ινστιτούτο Βιολογίας, Φαρμακευτικής Χημείας και Βιοτεχνολογίας
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Η εξέλιξη, μετά από αξιολόγηση, του επιστημονικού προσωπικού των ερευνητικών κέντρων, το οποίο έμπρακτα υπηρετεί την έρευνα στην Ελλάδα, αποτελεί θεμιτό μέσο αξιοποίησης του διαθέσιμου ερευνητικού δυναμικού της χώρας, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη πρωτοβουλία. Προς αυτήν την κατεύθυνση, ο παρών νόμος μεριμνά για την τήρηση των διαδικασιών και δίδει κίνητρα παραμονής έμπειρων, μεταξύ αυτών ήδη μετακαλούμενων από το εξωτερικό, ερευνητών στη χώρα.
Σχετικά με το Άρθρο 26, παράγραφος 4Β.
προτείνεται να συμπεριληφθούν τα σχόλια που υποδεικνύονται ως εξής: <>
«…Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης, <> οι υποψήφιοι θα διατηρούν τη θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.7.2016.
Επιπρόσθετα:
<>.
Δρ Ευαγγελία Δ. Χρυσίνα, Assoc. Prof. Örebro University, Sweden
Ινστιτούτο Βιολογίας, Φαρμακευτικής Χημείας και Βιοτεχνολογίας
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
Θα πρέπει να προβλεφθεί και να κατοχυρωθεί η κατά τακτά χρονικά διαστήματα προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών ανά Ινστιτούτο.
Απαλοιφή των παραγράφων 8, 10 και 18.
Θα πρέπει να προβλεφθεί εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να δοθεί ικανό χρονικό διάστημα στα ΕΚ να συντάξουν τους νέους Εσωτερικούς κανονισμούς τους.
Να διευκρινιστεί με σαφήνεια η «εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο», στην παράγραφο 13 .
Επιπλέον προτείνουμε την προσθήκη της παραγράφου:
«Τα Ερευνητικά Κέντρα παρέχουν και υπηρεσίες εκπαίδευσης και κατάρτισης στο πλαίσιο της διάχυσης της Γνώσης που αναπτύσσουν μέσα από την εκπόνηση έρευνας και την υλοποίηση εθνικών και διεθνών ερευνητικών έργων. Η εκπαίδευση και κατάρτιση παρέχεται μέσω σεμιναρίων, μεταπτυχιακών προγραμμάτων κ.λ.π. Η εκπαίδευση που παρέχεται από τα Ερευνητικά Κέντρα, υπό μορφή σεμιναρίων, μεταπτυχιακών προγραμμάτων κλπ, δεν υπόκειται σε ΦΠΑ, όπως προβλέπεται και από τον Ν576/1977 για την εκπαίδευση- κατάρτιση και το ΦΠΑ.»
Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών Δημοκρίτου
ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ
Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
Η ΕΕΕ θα ήθελε να υπογραμμίσει ότι εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει προκηρυχθεί από την Πολιτεία καμία νέα θέση Ερευνητή. Αντίθετα πολλές οργανικές θέσεις που είχαν μείνει κενές καταργήθηκαν σε εφαρμογή διαφόρων μνημονιακών νόμων. Η τελευταία διεθνής αξιολόγηση των ερευνητικών κέντρων το 2014, κατέγραψε σαν ένα βασικό πρόβλημα, το οποίο θα πρέπει να ξεπεραστεί, τη γήρανση και τον μικρό αριθμό του Ερευνητικού στελεχιακού δυναμικού.
Επιπλέον είναι καταγεγραμμένο και υπογραμμίζεται από όλους τους πολιτικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς το φαινόμενο της διαρροής επιστημόνων στο εξωτερικό (brain drain). Διακηρυγμένη θέση της κυβέρνησης αλλά και όλων των πολιτικών φορέων είναι η αναγκαιότητα λήψης μέτρων για να αντιστραφεί το φαινόμενο. Για τον λόγο αυτό και σε αναλογία με τι έχει συμβεί σε άλλους Ερευνητικούς Φορείς εκτός ΓΓΕΤ προτείνουμε την προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών για ΌΛΑ τα ΕΚ της ΓΓΕΤ, που θα αποτελούν οργανικές θέσεις. Οι προκηρύξεις θα αφορούν κατά κύριο λόγο Εντεταλμένους και Κύριους Ερευνητές.
Η ΕΕΕ θέλει επίσης να επισημάνει την πλήρη αντίθεσή της στις παρακάτω ρυθμίσεις των παραγράφων 8 και 18 του παρόντος Άρθρου που αφορούν:
Στην κατάργηση του ισχύοντος ΕΣΕΤ και το διορισμό νέου «μεταβατικού» στο οποίο η επιλογή των μελών του «ανήκει στην διακριτική ευχέρεια του Υπουργού», χωρίς έστω την εφαρμογή της διαδικασίας που περιλαμβάνεται στο αντίστοιχο άρθρο του σ/ν. Ειδικότερα όταν το «μεταβατικό» ΕΣΕΤ, όπως φαίνεται, θα αναλάβει την επιλογή των νέων Δ/ντών ΕΚ/Ινστιτούτων που έχουν ήδη προκηρυχθεί! Ο θεσμός λειτουργεί εδώ και δύο δεκαετίες (ως Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας – ΕΣΕΤ) και αποτελούσε μια θετική πρόνοια της νομοθεσίας που χρήζει αναβάθμισης (βλ. Σχετική Πρόταση της ΕΕΕ στα Άρθρα 9-10). Η συγκρότησή του με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης καθιστά τη λειτουργία του ευεπίφορη σε πολιτικές πιέσεις χωρίς να υφίστανται εξισορροπητικοί μηχανισμοί ελέγχου. Αυτό οδήγησε, σε ορισμένες περιπτώσεις και κατά το παρελθόν, στην κατάχρηση από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του συμβουλευτικού ρόλου του ΕΣΕΤ και στην εκμετάλλευση του υψηλού επιστημονικού κύρους των μελών του Συμβουλίου, προκειμένου να δικαιολογηθούν αποφάσεις ισχυρής μεν πολιτικής χροιάς, αμφιλεγόμενης δε επιστημονικής βαρύτητας. Έχουμε προτείνει πολλές φορές ότι θα πρέπει να υπάρξει μηχανισμός εκλογής των επιστημόνων, μελών του ΕΣΕΚ με διεθνή προκήρυξη και ανοικτές διαδικασίες, από την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα.
Σε νομοθετική ρύθμιση με την οποία «εξαγνίζονται» διοικητικές και οικονομικές παρατυπίες (για μέλη ΔΕΠ πλήρους απασχόλησης σε ΑΕΙ που ταυτόχρονα ήταν και Δ/ντές ΕΚ/Ινστιτούτων, με καταλογισμούς που δεν θα εκτελεστούν). Διαχρονικά, σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο της Έρευνας (ισχύον και παλαιότερο), οι Δ/ντές ΕΚ/Ινστιτούτων, που είναι και μέλη ΔΕΠ, είναι πλήρους απασχόλησης στα ΕΚ και μερικής απασχόλησης στα οικεία Πανεπιστήμια, ενώ ως ΕΕΕ ζητάμε να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς το έργο τους σε κάθε ΕΚ είναι σημαντικό και εξαιρετικά χρονοβόρο και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ενίοτε ως «πάρεργο».
Πρόταση της ΕΕΕ:
Θα πρέπει να προβλεφθεί και να κατοχυρωθεί η κατά τακτά χρονικά διαστήματα προκήρυξη νέων θέσεων Ερευνητών ανά Ινστιτούτο.
Απαλοιφή της παραγράφου 8.
Απαλοιφή της παραγράφου 10.
Απαλοιφή της παραγράφου 18.
Θα πρέπει να προβλεφθεί εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να δοθεί ικανό χρονικό διάστημα στα ΕΚ να συντάξουν τους νέους Εσωτερικούς κανονισμούς τους.
Να συμπεριληφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους εν ενεργεία Ερευνητές τέταρτης (Δ’) βαθμίδας, αντίστοιχες με αυτές για τους Λέκτορες στα ΑΕΙ.
Να διευκρινιστεί με σαφήνεια η «εφαρμογή ποσόστωσης κατ’ ελάχιστο 1/3 για το κάθε φύλο», στην παράγραφο 13 .
Το ΔΣ της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών
Ολόκληρο το κείμενο θέσεων της ΕΕΕ επί του υπό διαβούλευση σ/ν για την ΕΤΑΚ είναι αναρτημένο στο: http://www.eee-researchers.gr/wp-content/uploads/2016/01/EEE_EX_487_Theseis-epi-tou-SN-EREYNAS_Jan2016.pdf
Σε συνέχεια τόσο της πρότασης που αναρτήθηκε στη Δημόσια Διαβούλευση του Ιουνίου 2015 από τον Σύλλογο Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών (Σ.Ε.Π.Α.Α.) σχετικά με προσθήκη στο άρθρο 5 της παρ. 47 του ν. 4310/2014 για τους εν ενεργεία Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας (βλ. σχετική ανάρτηση: 27 Ιουνίου 2015, 16:05 | Σύλλογος Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών (ΣΕΠΑΑ)), όσο και προσωπικής μου πρότασης που αναρτήθηκε στην παραπάνω Διαβούλευση (29 Ιουνίου 2015, 00:54), και μετά τη μελέτη του τελικού Σχεδίου Νόμου «Ρυθμίσεις για την Έρευνα και άλλες διατάξεις», όπως αυτό τέθηκε την 11η Ιανουαρίου 2016 σε δημόσια διαβούλευση στην ιστοσελίδα http://www.opengov.gr/ypepth/?p=2715, προκύπτουν οι εξής σοβαρές επισημάνσεις:
α) Σύμφωνα με την παρ. 2 του α. 18 του ν. 4310/2014, όπως αναδιατυπώνεται με την παρ. 1 του α. 29 του Σ/Ν «Ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα και άλλες διατάξεις», αλλά όπως προκύπτει και από την παρ. 5 του α. 47 του ν. 4310/2014, η οποία δεν μεταβάλλεται στο υπό διαβούλευση Σ/Ν, η βαθμίδα του Ερευνητή Δ΄ δεν θα υφίσταται στο εξής
β) Σύμφωνα με το α. 26, παρ. 4 του υπό διαβούλευση Σ/Ν, παρέχεται στους ΕΛΕ όλων των βαθμίδων (και εκείνων της Δ΄ βαθμίδας) αλλά και στο εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, η δυνατότητα διεκδίκησης προσωποπαγούς θέσης, εφόσον έχουν υποβάλει αίτηση εντός τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014, με ευνοϊκές διαδικασίες (λ.χ. χωρίς προκήρυξη και με τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα) και μάλιστα με τη δυνατότητα να διατηρήσουν την παρούσα θέση τους σε περίπτωση αρνητικής κρίσης.
Αντιθέτως, ενώ στη συγκεκριμένη παράγραφο των Μεταβατικών Διατάξεων του ν. 4310/2014 ισχύουν οι ίδιες διατάξεις για τους Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας και τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας (ότι δηλαδή και για τους δύο «σε περίπτωση αρνητικής νέας αξιολόγησής τους, λύνεται η σχέση εργασίας τους με το ερευνητικό κέντρο»), από το παρόν Σ/Ν απουσιάζουν ανάλογες με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας ρυθμίσεις για τους ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, οι οποίοι είναι επίσης κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Συνεπώς, οι ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας σε περίπτωση αρνητικής κρίσης όχι απλώς δεν εξελίσσονται, αλλά οδηγούνται στην οριστική απώλεια της εργασιακής θέσης τους.
Με την προτεινόμενη τροποποίηση επιζητείται να δοθεί ανάλογη δυνατότητα με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας και με το εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό και στους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, ώστε μέσα σε αντίστοιχη προθεσμία (τριών μηνών) να μπορούν να διατηρήσουν τη θέση τους υποβάλλοντας αίτηση για διορισμό σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα ― όπως άλλωστε προβλέπει το παρόν Σ/Ν (α. 22, παρ. 7) αλλά και ο ν. 1514/ 1985 (α. 17, παρ. 2) για τους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Γ΄ βαθμίδας σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησής τους).
ΠΡΟΤΑΣΗ
Συνεπώς, προτείνεται στο άρθρο 26 «Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία» του υπό διαβούλευση Σ/Ν να εισαχθεί διάταξη για την εξής προσθήκη στο α. 47 § 5 του ν. 4310/2014:
«Οι ερευνητές Δ΄ βαθμίδας οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχουν ήδη αρνητική αξιολόγηση, δικαιούνται ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, να διορισθούν σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο μετά τη σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του κέντρου ή του διευθυντή του ανεξάρτητου ινστιτούτου ή σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα».
Σημειώνεται σχετικά με ενδεχόμενους ενδοιασμούς για την αποδοχή αυτής της πρότασης λόγω των περιορισμών που τίθενται στις θέσεις απασχόλησης στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα ώστε να μην επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός, ότι η συγκεκριμένη πρόταση ΔΕΝ οδηγεί σε δημιουργία νέας εργασιακής θέσης, διότι ο διορισμός του Ερευνητή Δ΄ βαθμίδας σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα του θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα μπορεί να πραγματοποιηθεί αναλογικά με τη δυνατότητα για «οιονεί μετάταξη» μέσω μεταφοράς πίστωσης που δίδεται στους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι έχουν εκλεγεί σε θέση ΔΕΠ ΑΕΙ ώστε να διοριστούν στη νέα θέση τους. Αυτό έχει ήδη συμβεί πολλές φορές και σε περιπτώσεις Ερευνητών Γ΄ ή Δ΄ βαθμίδας οι οποίοι είχαν εκλεγεί σε θέση ΔΕΠ ΑΕΙ και έκαναν χρήση της δυνατότητας για «οιονεί μετάταξη» και μεταφορά πίστωσης ώστε να διοριστούν το συντομότερο δυνατό στη νέα θέση τους. Επομένως, και στην περίπτωση των Ερευνητών Δ΄ βαθμίδας θα πρόκειται για «οιονεί μετάταξη», με την οποία δεν θα αυξάνεται ο συνολικός αριθμός υπηρετούντων στον δημόσιο τομέα, και για μεταφορά πίστωσης, ώστε να μην προκύπτει οικονομική επιβάρυνση για τον δημόσιο προϋπολογισμό.
Είναι, συνεπώς, ιδιαίτερα σημαντικό να συμπεριληφθεί η παραπάνω πρόταση στο τελικό νομοσχέδιο προς ψήφιση, αποκαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την έλλειψη οποιασδήποτε ευνοϊκής μεταβατικής ρύθμισης για τους ήδη υπηρετούντες ερευνητές Δ΄ βαθμίδας.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
Επειδή η «Αιτιολογική Έκθεση» του παρόντος Σ/Ν αναφέρει (σ. 1) ότι «Οι παρούσες μεταβατικές διατάξεις αποτελούν επείγουσα νομοθετική παρέμβαση στους τομείς της Έρευνας και της Τεχνολογίας. Η παρέμβαση αυτή είναι απαραίτητη προκειμένου να αντιμετωπιστούν τόσο μείζονα θέματα κατεύθυνσης του ερευνητικού συστήματος, όσο και σοβαρά λειτουργικά προβλήματα, που δημιουργήθηκαν μετά την ψήφιση του ν.4310/2014»
Επειδή η «Παρουσίαση της Εκτίμησης Επιπτώσεων» που συνόδευε το «Σχέδιο Νόμου για την Ανάπτυξη της Έρευνας, της Τεχνολογίας και της Καινοτομίας» αναφέρει (Άρθρο 38, σσ. 163-164) σχετικά με τις Μεταβατικές Διατάξεις ότι «Ένα μέρος των σχολιαστών πρότεινε επίσης ότι όχι μόνο οι Ερευνητές Δ΄ Βαθμίδας αλλά και οι Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες Δ΄ Βαθμίδας, οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, να αξιολογούνται υποχρεωτικά με τη συμπλήρωση του χρόνου απασχόλησής τους. Εάν αξιολογηθούν αρνητικά, λύνεται η σχέση εργασίας τους. Πολλοί ωστόσο δεν θεωρούν δίκαιη τη λύση της σχέσης συνεργασίας και απαιτούν δικαιότερη ρύθμιση που θα παρέχει πρόσθετο εύλογο χρονικό διάστημα για ανέλιξη εφόσον δεν εξελιχθούν στην επόμενη βαθμίδα. … Η διαδικασία κρίσης να είναι η ίδια με εκείνη που θα ισχύει για τους Ερευνητές. Ορισμένοι ζήτησαν να προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις για τους υπάρχοντες ΕΛΕ οι οποίοι δεν είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος με πρόβλεψη της παραμονής τους σε προσωποπαγή θέση».
Επειδή σύμφωνα με την παρ. 1 του α. 33 και την παρ. 5 του α. 47 του ν. 4310/2014 η βαθμίδα του Ερευνητή Δ΄ δεν θα υφίσταται στο εξής
Επειδή ο Σύλλογος Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών (Σ.Ε.Π.Α.Α.) είχε ήδη προτείνει σχετικά με το Άρθρο 47 παράγραφος 3 («Μεταβατικές διατάξεις») στο έγγραφό του με θέμα «Θέσεις του Σ.Ε.Π.Α.Α. επί του Σχεδίου Νόμου «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και άλλες διατάξεις» με Α.Π. Εξ./2/2014 της 19.10.2014 παρόμοια διάταξη για τους υπηρετούντες ερευνητές Δ΄ βαθμίδας: «Οι ήδη υπηρετούντες ερευνητές που αξιολογούνται υποχρεωτικά στο πλαίσιο των μεταβατικών διατάξεων, εάν αξιολογηθούν αρνητικά, να παραμείνουν στο ερευνητικό κέντρο, κατ’ αναλογία με τα όσα προβλέπονται στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου για τους ΕΛΕ»
Επειδή στους ΕΛΕ όλων των βαθμίδων (άρα και της Δ΄ βαθμίδας) αλλά και στο εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, δόθηκε ήδη (ν. 4310/2014, Άρθρο 47, παρ. 6) και παρέχεται και με το παρόν Σ/Ν (άρθρο 26, παρ. 4) η δυνατότητα διεκδίκησης προσωποπαγούς θέσεως, εφόσον έχουν υποβάλει αίτηση εντός τρίμηνης προθεσμίας, με ιδιαίτερα ευνοϊκές διαδικασίες (λ.χ. χωρίς προκήρυξη και με τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα), και μάλιστα με τη δυνατότητα να διατηρήσουν τη θέση τους σε περίπτωση αρνητικής κρίσης. Αυτή η ρύθμιση έρχεται σε αντίθεση με την παρ. 5 του α. 47 του ν. 4310/2014, όπου σαφώς προβλέπεται ότι «Οι ερευνητές και ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας, οι οποίοι υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, αξιολογούνται υποχρεωτικά με τη συμπλήρωση δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Αν αξιολογηθούν θετικά προάγονται στη βαθμίδα του ερευνητή ή ΕΛΕ Γ΄. Εάν αξιολογηθούν αρνητικά, μπορούν να ζητήσουν μία φορά την επαναξιολόγησή τους, εντός χρονικού διαστήματος δύο (2) ακόμη ετών, διαφορετικά ή σε περίπτωση αρνητικής νέας αξιολόγησής τους, λύνεται η σχέση εργασίας τους με το ερευνητικό κέντρο»
Επειδή η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΘ έχει επανειλημμένα διακηρύξει τον σχεδιασμό συγκεκριμένων μέτρων για τη στήριξη νέων επιστημόνων και την αναχαίτιση φυγής τους προς το εξωτερικό, όπως ρητώς διατυπώνεται και στην εισαγωγική παράγραφο της Αιτιολογικής Έκθεσης (σελ. 1) του παρόντος Σ/Ν: «τα νέα μέτρα στοχεύουν στην άμεση αντιμετώπιση των συνεπειών των μνημονιακών πολιτικών, που έχουν δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στον ερευνητικό ιστό της χώρας και στο ανθρώπινο δυναμικό, και ειδικότερα, έχουν οδηγήσει μεγάλο αριθμό νέων επιστημόνων σε αναγκαστική μετανάστευση»
Με τη συγκεκριμένη προσθήκη επιζητείται
Να δοθεί ανάλογη με τους ΕΛΕ Δ΄ βαθμίδας και με το εν γένει επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό δυνατότητα, και μέσα σε αντίστοιχη προθεσμία (τριών μηνών), στους ήδη υπηρετούντες Ερευνητές Δ΄ βαθμίδας, οι οποίοι είναι επίσης κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, να διατηρήσουν τη θέση τους υποβάλλοντας αίτηση για διορισμό σε θέση προσωποπαγή επιστημονικού-τεχνικού προσωπικού στο ίδιο ή σε άλλο Κέντρο ή ινστιτούτο ή σε αντίστοιχη προς τα προσόντα τους θέση προσωποπαγή του δημόσιου τομέα.
Από τον Ιανουάριο του 2015, και σε εφαρμογή της διάταξης της παρ. 6 του άρθ. 47 του Ν. 4310/14, πλέον των 100 εργαζόμενων από τα μεγαλύτερα ΕΚ (αναφέρονται αλφαβητικά: Ακαδημία Αθηνών, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» και Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας) αιτήθηκαν εντός της προθεσμίας του Νόμου (8 Μαρτίου 2015). Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη πρόνοια έχει εφαρμοστεί στα ΕΚ δύο φορές με επιτυχία στο παρελθόν (Ν. 1514/85, άρθ. 25 Ν. 3377/05), ενώ η τωρινή εφαρμογή της έχει αναβληθεί έως τις 31/7/2016 (με το άρθ. 7 της ΠΝΠ 8/10/2015, με το άρθ. 4 της ΠΝΠ 30/12/2015), ημερομηνία που συμπίπτει με εκείνη της διατύπωσης του άρθρου.
Με την προτεινόμενη διατύπωση της παρ. 4 του άρθρου 26 για το εν λόγω θέμα προκύπτουν τα παρακάτω προβλήματα:
1. Η αναδρομική επί τα χείρω τροποποίηση της διαδικασίας με την περιοριστική χρήση του όρου «Ερευνητή ή ΕΛΕ» αντί του όρου «Ερευνητή/ΕΛΕ», που εξ αρχής άφηνε περιθώριο κρίσης διαδοχικά και για τις 2 κατηγορίες, σύμφωνα με την αίτηση του εργαζομένου και την κρίση της αρμόδιας επιτροπής κρίσης που είχε όλη την ευχέρεια να κρίνει τον αιτηθέντα για ερευνητή συγκεκριμένης βαθμίδας ή/και για ΕΛΕ συγκεκριμένης βαθμίδας.
2. Επιπρόσθετα, δυσμενέστερο περιβάλλον κρίσης αποτελεί και η ζητούμενη από τον αιτηθέντα δήλωση συγκεκριμένης βαθμίδας με αναδρομική ισχύ που περιορίζει το αίτημά του (του ζητείται δηλαδή να αυτοαξιολογηθεί με στόχο να χαμηλώσει «οικειοθελώς» τις προσδοκίες του), μη προσφέροντας ταυτόχρονα την ευχέρεια στην επιτροπή κρίσης να αξιολογήσει ελεύθερα τον υποψήφιο και τυχόν να τον κατατάξει ακόμα και σε βαθμίδα ανώτερη εκείνης που εκείνος προσδιορίζει.
3. Το γνωστικό αντικείμενο του ενδιαφερομένου που ενώ έχει ήδη προσδιοριστεί με αίτηση του (που έχει ήδη υποβληθεί εμπροθέσμως), να καθορίζεται όχι από τον ίδιο σε μία προσωποπαγή θέση, ούτε με βάση το αντικείμενο εργασίας του και το επίσημο περίγραμμα εργασίας του, αλλά από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου με τη σύμφωνη γνώμη του γνωμοδοτικού συμβουλίου του Ινστιτούτου, ερήμην δηλαδή του ενδιαφερομένου, και με κίνδυνο να μην ληφθούν υπόψη τα βιογραφικά στοιχεία του.
4. Η δυνατότητα μεταβολής ως προς το δυσμενέστερο του νομικού καθεστώτος εργασίας του αιτουμένου, καθώς στην περίπτωση όπου ένας εργαζόμενος (μόνιμος στα ΕΚ ΝΠΔΔ ή αορίστου χρόνου στα ΕΚ ΝΠΙΔ) καταταγεί σε βαθμίδα Γ τότε η σύμβασή του θα γίνει ορισμένου χρόνου. Δηλαδή τροποποίηση της ουσίας της νομοθετικής ρύθμισης που ενώ αποτελεί ξεκάθαρα εσωτερική εξέλιξη, «μετεξελίσσεται» σε νέα πρόσληψη. Στα ΕΚ ΝΠΔΔ ο κριθής αιτούμενος στην Α ή Β βαθμίδα Ερευνητή/ΕΛΕ θα πρέπει να λάβει μόνιμη θέση εργασίας και στη Γ βαθμίδα αορίστου χρόνου θέση εργασίας, ενώ στα ΝΠΙΔ ο διορισμός σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνει σε θέση αορίστου χρόνου.
Για τα ίδια σχεδόν ζητήματα που αναδείχθηκαν στην προηγούμενη εφαρμογή της παρεμφερούς διάταξης (άρθρο 25 Ν. 3377/2005) για κρίση σε θέσεις μόνο Ερευνητών, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με την υπ. αριθμ. 618/2005 Γνωμοδότησή του διασαφηνίζει μεταξύ άλλων τα εξής:
• Σκοπός της ρύθμισης για κρίση σε προσωποπαγή θέση «…δεν είναι η κρίση να αφορά και άλλους επιστήμονες δηλ. να είναι ανοικτή διαδικασία αλλά η ευθεία δημιουργία δικαιώματος των υπηρετούντων στα ερευνητικά κέντρα να κριθούν μόνο αυτοί…».
• «Η αρμόδια επιτροπή μπορεί να εντάξει τον υποψήφιο σε μία από τις εν λόγω βαθμίδες ανάλογα με τα προσόντα του και ανεξάρτητα με τη σχετική δήλωσή του». Αυτή η διευθέτηση δίνει και την ελευθερία αντικειμενικής κρίσης στην επιτροπή και την ελευθερία στον αιτηθέντα να αποδεχτεί ή όχι το αποτέλεσμα της κρίσης (κατηγορία / βαθμίδα). Η υποχρέωση αναγραφής βαθμίδας και κατηγορίας, πέρα από τα νομικά προβλήματα, υποχρεώνει τον αιτούμενο να υποαξιολογήσει τον εαυτό του προκειμένου να επιτύχει το θετικό (ναι/όχι) αποτέλεσμα της επιτροπής.
Οι αιτηθέντες, όλοι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου και με πολυετή επαγγελματική προϋπηρεσία στα ΕΚ, αποτελούν κατηγορία προσωπικού με υψηλά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, που επιτελεί εν τοις πράγμασι ερευνητική εργασία, αντίστοιχη με εκείνη των ερευνητών των οικείων κέντρων. Οι θέσεις αυτές δεν αφορούν πρόσληψη νέου προσωπικού παρά συνιστούν εσωτερική εξέλιξη του υπάρχοντος, όπου παράλληλα με την επιστημονική εξέλιξη προσφέρεται η δυνατότητα προσέλκυσης, σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, πόρων από χρηματοδοτούμενα έργα, προς όφελος πρωτίστως των ιδίων των ΕΚ.
Τέλος, σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη πρόνοια αποτελεί στιγμιαία εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Σύστασης της 11ης Μαρτίου 2005 «Ευρωπαϊκή Χάρτα του Ερευνητή – Κώδικας δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών» (ΧκΚ), που προκρίνει ένα ενοποιημένο ευρωπαϊκό χώρο έρευνας εντός της ΕΕ (π.χ., το Fraunhofer στη Γερμανία με άνω των 400 Ινστιτούτων , το National Research Council της Ιταλίας με 107 Ινστιτούτα, κ.α.). Παρότι εκ του ευρωπαϊκού πλαισίου δεν είναι υποχρεωτική η εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας με τη Σύσταση, αυτή είναι πρακτικά επιβεβλημένη από το χρηματοδοτικό πλαίσιο Horizon 2020 (η συμμόρφωση με τη ΧκΚ έχει ήδη υπογραφεί από 15 ελληνικούς οργανισμούς, ως επί τω πλείστον Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα).
Προτεινόμενη τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 26
«Α. Οι ΕΛΕ οποιασδήποτε βαθμίδας, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα, που εποπτεύεται από τον από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Έρευνας και Καινοτομίας, και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή (Α’, Β’, Γ’) εντός του φορέα τους. Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης ερευνητή, με επικαιροποιημένο συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό εντός μηνός από την ψήφιση του παρόντος. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον ίδιο τον αιτούμενο, λαμβάνοντας υπόψη το βιογραφικό του, τυχόν περιγράμματα εργασίας στα οργανογράμματα του ινστιτούτου / ερευνητικού κέντρου που ανήκει και τη γνώμη του Διευθυντή του Ινστιτούτου και του ΕΓΣΙ.
Οι υποψήφιοι κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα.
Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ όλων των βαθμίδων που κρίνονται επιτυχώς συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου χρόνου (ΝΠΙΔ) ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το Ε.Σ.Ε.Κ..
Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 μηνών από την ψήφιση του παρόντος.
Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Έρευνας και Καινοτομίας, και το οποίο έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνει μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή ή ΕΛΕ (Α’, Β’, Γ’) εντός του φορέα του. Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης υποβάλει συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης ερευνητή ή/και ΕΛΕ, με επικαιροποιημένο συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό εντός μηνός από την ψήφιση του παρόντος. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον ίδιο τον αιτούμενο, λαμβάνοντας υπόψη το βιογραφικό του, τυχόν περιγράμματα εργασίας στα οργανογράμματα του ινστιτούτου / ερευνητικού κέντρου που ανήκει και τη γνώμη του Διευθυντή του Ινστιτούτου και του ΕΓΣΙ.
Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους.
Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς για οιαδήποτε θέση και βαθμίδα συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου χρόνου σε ΝΠΙΔ ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν.
Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το Ε.Σ.Ε.Κ..
Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 μηνών από την ψήφιση του παρόντος.
Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/14 θα πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Για την ενιαία αντιμετώπιση όλων αιτήσεων, αιτήσεις που έχουν κριθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος».
Δρ. Ιωάννης Μπασδέκης
Ινστιτούτο Πληροφορικής – Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας
1) Παρά το γεγονός ότι σε όλα τα μνημόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις δεσμευόντουσαν ότι δεν θα κάνουν περικοπές στην έρευνα, όλο το προηγούμενο διάστημα τα ερευνητικά κέντρα έχουν χάσει μεγάλο τμήμα του δυναμικού τους. Είτε λόγω της μετακίνησης στο εξωτερικό, είτε σε άλλες θέσεις ΑΕΙ, είτε λόγω συνταξιοδότησης. Το φαινόμενο του brain drain εξ’ άλλου είναι κατά κοινή ομολογία από τις μεγαλύτερες χαίνουσες πληγές της χώρας μας.
Δεν είναι δυνατόν να αναπληρώνεται αυτό το κενό με κλειστές κρίσεις. Θα πρέπει άμεσα να προκηρυχτούν τουλάχιστον 100 ανοιχτές θέσεις ερευνητών για τα Κέντρα της ΓΓΕΤ. Η πράξη αυτή είναι σύμφωνη με τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας, δημιουργεί ένα ουσιαστικό κίνητρο και προσδοκία στους νέους επιστήμονες, αντιμετωπίζει το brain drain με ελάχιστο δημοσιονομικό κόστος, είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του ερευνητικού ιστού.
2) Τα ερευνητικά κέντρα που δημιουργήθηκαν από τον προηγούμενο νόμο πρόχειρα για πελατειακές ανάγκες σε μια νύχτα, θα πρέπει να καταργηθούν ή κατ’ ελάχιστον να προβλέπεται ρητά στον νόμο ότι
α) θα ενταχθούν στον ήδη υπάρχοντα ιστό και Ερευνητικά Κέντρα του Υπουργείου και της ΓΓΕΤ, ώστε να έχουν κανονικές διοικήσεις, ελέγχους και Διοικητικά Συμβούλια
β) σε όσα λειτουργήσουν θα προκηρυχθούν θέσεις τουλάχιστον 5 ερευνητών σε κάθε Ινστιτούτο ώστε να λειτουργούν στοιχειωδώς και να μην είναι άδεια κελύφη
3) Η κατάργηση του ΕΣΕΤ και ο διορισμός νέου από τον Υπουργό αποτελεί ένα ακόμη βήμα προς το Υπουργο-κεντρισμό του νόμου. Είναι άχρηστο γιατί απλά ο Υπουργός θα μπορούσε να δρομολογήσει τις κανονικές διαδικασίες για νέο ΕΣΕΤ. Θα μπορούσε επίσης να το έχει ήδη κάνει με βάση τον ισχύοντα νόμο.
Είναι όμως και επικίνδυνο γιατί αφ’ ενός μεν «νομιμοποιεί» παρόμοιες ενέργειες του παρελθόντος, αλλά επίσης δίνει ηθικό δικαίωμα σε κάθε μέλλοντα υπουργό να κάνει το ίδιο. Οι πρακτικές αυτές ακυρώνουν τον ουσιαστικό ρόλο που καλείται να παίξει το ΕΣΕΤ
Σχόλια επί της παραγράφου 4: Η παράγραφος αυτή αποσαφηνίζει κάποιες ασάφειες της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, ταυτόχρονα όμως μεταβάλλει προς το δυσμενέστερο κάποιες διατάξεις του, ενώ δημιουργεί και νομικά προβλήματα, καθώς τροποποιούνται αναδρομικά διαδικασίες που βάσει του Ν. 4310/14 έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας, η οποία έχει παρέλθει.
Στα θετικά προσμετρούνται ο καθορισμός των προσόντων με βάση τα οποία κρίνονται οι υποψήφιοι: «Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 18 του ν.4310/2014, όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του παρόντος» και η διευκρίνιση ότι «Οι επιτροπές κρίσης συγκροτούνται, σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4310/2014 όπως αυτός ισχύει, ανάλογα με την βαθμίδα για την οποία ο υποψήφιος επιθυμεί να κριθεί».
Αποτελεί όμως αρνητική εξέλιξη η πρόβλεψη ότι «το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του ινστιτούτου στο οποίο αυτός υπηρετεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του επιστημονικού γνωμοδοτικού συμβουλίου του άρθρου 17 του ν.4310/2014, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει», χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η άποψη και η επιθυμία του αιτούμενου.
Η συγκεκριμένη εσωτερική διαδικασία κρίσης και μετάταξης ενός ήδη εργαζομένου δεν αποτελεί νέα πρόσληψη της οποίας το γνωστικό αντικείμενο προσδιορίζεται από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου και το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, αλλά ουσιαστικότερη αξιοποίηση υπάρχοντος επιστημονικού προσωπικού που δραστηριοποιείται ερευνητικά σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο. Γι’ αυτό προτείνουμε ότι πρέπει «το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης να προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου του άρθρου 17 του ν.4310/2014, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει».
Σχόλια επί της παραγράφου 19:
Με την παράγραφο αυτή επιχειρείται να αρθεί μια κατάφωρη αδικία που υφίσταται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων – ΝΠΙΔ, σε σχέση με αντίστοιχες ειδικότητες και κατηγορίες εργαζομένων που απασχολούνται στα Ερευνητικά Κέντρα – ΝΠΔΔ. Συγκεκριμένα δίδεται εκ νέου η δυνατότητα έκδοσης ΚΥΑ για τη χορήγηση σε συγκεκριμένες κατηγορίες και ειδικότητες προσωπικού των Ε.Κ. – ΝΠΙΔ του επιδόματος Επικίνδυνης & Ανθυγιεινής εργασίας, όπως αυτό καταβάλλεται στα Ερευνητικά Κέντρα – ΝΠΔΔ από την 1 Μαΐου 2012, σύμφωνα με την Αριθμ. οικ.2/16519/0022, ΦΕΚ 465, 24/02/2012.
Η μη έκδοση της απαιτούμενης ΚΥΑ για τα Ε.Κ. – ΝΠΙΔ, επί τέσσερα σχεδόν έτη οφείλεται στην αδικαιολόγητη άρνηση ή κωλυσιεργία ορισμένων Διοικήσεων Ε.Κ. σε συνδυασμό με τη σιωπηρή ανοχή της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας.
Η πρόταση της παραγράφου αυτής μας ικανοποιεί μερικώς, καθώς το χρονικό περιθώριο έκδοσης της απαιτούμενης ΚΥΑ, ορίζεται σε δώδεκα (12) μήνες, χρονικό διάστημα υπερβολικά μεγάλο. Τόσο με τον αρχικό νόμο 4024/2011, όσο και με το ν.4235/2014, το χρονικό περιθώριο έκδοσης της ΚΥΑ οριζόταν σε έξι (6) μήνες. Αν λάβουμε μάλιστα υπόψη μας ότι οι Διοικήσεις των περισσότερων (πλην ενός) Ε.Κ. είχαν αποστείλει τις απαιτούμενες προτάσεις τους για την έκδοση της ΚΥΑ προς τη ΓΓΕΤ, επαρκώς αιτιολογημένες, το χρονικό περιθώριο έκδοσης της εν λόγω ΚΥΑ, δεν απαιτεί χρόνο μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών.
Παράλληλα, προκειμένου να μην τίθεται θέμα καταστρατήγησης της ισονομίας, η διάταξη αυτή θα πρέπει να έχει αναδρομική ισχύ για τα Ε.Κ. – ΝΠΙΔ, από την ημερομηνία που αυτή εφαρμόστηκε στα Ε.Κ. – ΝΠΔΔ.
Προτείνουμε, λοιπόν, το χρονικό περιθώριο έκδοσης της απαιτούμενης ΚΥΑ, να ορισθεί στους τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, και για λόγους ισονομίας μεταξύ των Ε.Κ. – ΝΠΙΔ και των Ε.Κ. – ΝΠΔΔ, η διάταξη να έχει αναδρομική ισχύ από την 1 Μαΐου 2012.
Άρθρο 26, παρ. 4 του νομοσχεδίου:
Η προθεσμία έως 31-07-2016 για τις κρίσεις όλων των ΕΛΕ και ΙΔΑΧ που έχουν κάνει αιτήσεις για κρίση σε βαθμίδα Ερευνητή και όλων των ΙΔΑΧ που έχουν κάνει αιτήσεις για κρίση σε βαθμίδα Ερευνητή ή ΕΛΕ είναι ασφυκτική μιας και ακόμη δεν έχει περάσει ο Νόμος. Προτείνεται να αλλάξει η ημερομηνία σε 31-12-2016.
Διαφωνώ με το σκεπτικό της παραγράφου 4 (αναγνωρίζοντας βέβαια ότι αποτελεί απόρροια της παρ. 6 άρθρο 47 του ν.4310/14) για τρεις κυρίως λόγους:
α) καταργεί την πρόβλεψη του άρθρου 16 του παρόντος σ/ν σύμφωνα με την οποία «Το ερευνητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων εκλέγεται με ανοικτή διαδικασία μετά από προκήρυξη, στην οποία ορίζονται τα προσόντα της θέσης και οι βαθμίδες στις οποίες αυτό εντάσσεται».
β) στην πράξη στερεί απο το Ερευνητικό Ινστιτούτο την δυνατότητα να καθορίσει το γνωστικό αντικείμενο και τις νέες θέσεις ερευνητών του σύμφωνα με τις ερευνητικές του ανάγκες και τα αναπτυξιακά του πλάνα.
γ) Αποτελεί άνιση μεταχείριση ως προς τους νέους ερευνητές/κατόχους διδακτορικού διπλώματος οι οποίοι έτυχε να μην έχουν μόνιμη σχέση με το εκάστοτε ερευνητικό κέντρο.
Παράγραφος 9: Ο ρόλος των Τ.Ε.Σ τόσο στο παρόν σχέδιο νόμου όσο και στο ν. 4310/14 είναι ιδιαίτερα ασαφής (δεν προβλέπονται αρμοδιότητες παρά μόνο ότι υποστηρίζουν το έργο του ΓΓΕΤ και του ΕΣΕΚ) και σε καμία περίπτωση δεν έχουν την αρμοδιότητα να εγκρίνουν καταλόγους κριτών (βλέπε και άρθρο 29 όπως τροποποιείται από το παρόν σ/ν).
Τροποποίηση Άρθρου 26 παρ. 18
18. Ποσά τα οποία έχουν καταλογισθεί, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, σε Διευθυντές Ερευνητικών Κέντρων – Ινστιτούτων και μέλη του ΔΣ αυτών και αφορούν σε κάθε είδους δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν προς όφελος και για την εν γένει επίτευξη των σκοπών των Φορέων και Ιδρυμάτων όπως ενδεικτικά περιλαμβάνονται δαπάνες μίσθωσης και εν γένει στέγασης, φύλαξης, καθαριότητας, δαπάνες ταξιδιών που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο υλοποίησης ερευνητικών έργων, συμμετοχής σε συνέδρια και συνεργασίες, και εν γένει δαπάνες που κρίθηκαν απαραίτητες για την εκτέλεση των ερευνητικών και επιστημονικών δραστηριοτήτων, κτλ., καθώς και κάθε είδους δαπάνες και παροχές σε πρόσωπα που απασχολούνται στους πιο πάνω φορείς και ιδρύματα με οποιαδήποτε νομική σχέση που έγιναν σε εκτέλεση αποφάσεων του Διοικητικού τους Συμβουλίουκαι προς όφελος των Φορέων και Ιδρυμάτων, δεν αναζητούνται και διαγράφονται. Επίσης, διαγράφονται οι τυχόν προσαυξήσεις και δεν εκτελούνται οι σχετικοί καταλογισμοί.
Ο Νόμος 4310/14 περιείχε στο Άρθρο 37, παρ.5, νομοθετική διάταξη η οποία είχε στόχο να λύσει το χρόνιο εργασιακό πρόβλημα των μισών περίπου εργαζομένων στη Γενική Γραμματεία Έρευνας & Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ)δηλαδή να τους εντάξει στη ΓΓΕΤ, την Υπηρεσία στην οποία προσφέρουν. Η λύση αυτή θα μπορούσε να συνεισφέρει και στη γενικότερη ενίσχυση της ΓΓΕΤ ως αρμόδιου δημόσιου φορέα για το σχεδιασμό και τη διαχείριση της Έρευνας στην Ελλάδα, ειδικά σε μια εποχή κρίσης χαρακτηριστικό της οποίας είναι η διαρκής υποστελέχωση Υπηρεσιών του Δημόσιου Τομέα.
Δυστυχώς η συγκεκριμένη παράγραφος χαρακτηρίζεται ως μη λειτουργική και ως μη εφαρμόσιμη, στοιχείο που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ούτε αυτήν τη φορά δε θα λυθεί το πρόβλημα. Παρότι το υπό διαβούλευση Νομοσχέδιο έχει στόχο να αντιμετωπίσει λειτουργικά προβλήματα του Ν.4310/14 δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά ή τροποποίηση του παραπάνω εδαφίου.
Προτείνουμε την προσθήκη τροποποίησης της συγκεκριμένης παραγράφου ώστε να καταστεί εφικτή του εργασιακού προβλήματος.
Βασίλης Καλερίδης
1. Οι εργαζόμενοι (μόνιμοι και με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) σε ερευνητικά κέντρα που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με αντικείμενο συναφές ως προς το αντικείμενο που υπηρετούν, και με προϋπηρεσία σε ερευνητικά προγράμματα, μπορούν να κριθούν για κατάληψη θέσεων ΕΛΕ στα κέντρα όπου εργάζονται κατά την δημοσίευση του παρόντος. Η διάταξη ισχύει και για εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου με καθορισμένο αριθμό ετών προϋπηρεσίας στην έρευνα. Σε περίπτωση που συντρέχει ο συνολικός χρόνος προϋπηρεσίας, και κριθούν επιτυχώς, κατατάσσονται στο ερευνητικό κέντρο που υπηρετούν επί του παρόντος.
2. Οι εργαζόμενοι (μόνιμοι και με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) σε ερευνητικά κέντρα που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με αντικείμενο συναφές ως προς το αντικείμενο που υπηρετούν, με προϋπηρεσία σε ερευνητικά προγράμματα, και οι οποίοι εκπονούν διδακτορικό δίπλωμα, μπορούν να κριθούν για κατάληψη θέσεων ερευνητών στα ερευνητικά κέντρα όπου εργάζονται κατά την δημοσίευση του παρόντος, αφού ολοκληρώσουν την διδακτορική διατριβή τους και υπό την προϋπόθεση ότι η τελευταία θα έχει ολοκληρωθεί εντός δύο ετών από την δημοσίευση του παρόντος. Η κρίση θα διεξαχθεί με τους ίδιους όρους και συνθήκες όπως και αυτές που ισχύουν για τις υπόλοιπες κατηγορίες προσωπικού που εμπίπτουν στις μεταβατικές διατάξεις του παρόντος. Η διάταξη ισχύει και για εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου με καθορισμένο αριθμό ετών προϋπηρεσίας στην έρευνα. Σε περίπτωση που συντρέχει ο συνολικός χρόνος προϋπηρεσίας, και κριθούν επιτυχώς, κατατάσσονται στο ερευνητικό κέντρο που υπηρετούν επί του παρόντος.
3. Οι εργαζόμενοι με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου σε ερευνητικά κέντρα με καθορισμένο αριθμό ετών συνολικής προϋπηρεσίας στην έρευνα (ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια), κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος μπορούν να κριθούν για κατάληψη θέσεως ερευνητή στο ερευνητικό κέντρο που εργάζονται κατά την δημοσίευση του παρόντος.
4. Οι διατάξεις που αφορούν στις κρίσεις των εργαζομένων ερευνητικών κέντρων, μετά από αίτησή τους, για κατάταξή τους σε θέσεις ερευνητών ή ΕΛΕ, ισχύουν και για τους εργαζομένους οι οποίοι έχουν διεκδικήσει δικαστικά την μετατροπή της σχέσης εργασίας τους από ορισμένου σε αορίστου χρόνου και οποίοι έχουν δικαιωθεί πρωτοδίκως. Οι κρίσεις για την εν λόγω κατηγορία εργαζομένων γίνονται ταυτόχρονα με τις κρίσεις των υπολοίπων εργαζομένων όπως ο παρόν νόμος ορίζει, υπό την αίρεση ότι το αίτημά τους θα δικαιωθεί τελεσιδίκως, και η διοικητική πράξη κατάταξης των εν λόγω εργαζομένων διενεργείται μετά την τελεσιδικία.
Αιτιολόγηση 1: Σύμφωνα με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου οι ΕΛΕ δεν είναι απαραίτητα κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος. Ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο αν χρειάζεται ή όχι η κατοχή διδακτορικού διπλώματος, ως προϋπόθεση κρίσης και ένταξής τους σε θέσεις ΕΛΕ. Με την παρούσα διάταξη διευκρινίζεται πως χρειάζεται τουλάχιστον ένα δίπλωμα μάστερ.
Αιτιολόγηση 2: Η διάταξη καλύπτει περιπτώσεις υπαλλήλων που έχουν εμπλακεί ως υπεύθυνοι και κύριοι παράγοντες ερευνητικών προγραμμάτων σε βαθμό που να μην προλάβουν να ολοκληρώσουν το διδακτορικό τους. Η συνεισφορά τους στα ερευνητικά κέντρα λόγω της ιδιαίτερα σημαντικής εμπλοκής τους σε ερευνητικά προγράμματα (υπεύθυνοι προγραμμάτων στα οποία απασχολούνται αρκετοί εργαζόμενοι, ή εμπλεκόμενοι σε πολλά ερευνητικά προγράμματα), είναι σημαντική και κατ’ουσίαν ασκούν ερευνητικό έργο. Γιαυτό τον λόγο θα πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία να ολοκληρώσουν το διδακτορικό τους σε εύλογο χρονικό διάστημα και μετά να κριθούν και αυτοί για κατάληψη θέσης ερευνητή.
Αιτιολόγηση 3: Για λόγους ίσης μεταχείρισης όλων των εργαζομένων, οι διατάξεις ερευνητοποίησης πρέπει να επεκταθούν και στους συμβασιούχους ορισμένου χρόνου. Το μέτρο αυτό υποβοηθά στον περιορισμό της διαφυγής αξιόλογων επιστημόνων στο εξωτερικό…
Αιτιολόγηση 4. Πρόκειται για την δίκαια και ηθική πρόβλεψη που αφορά σε εργαζόμενους που έχουν δικαιωθεί πρωτοδίκως όσον αφορά στην μετατροπή των συμβάσεών τους από εργασίας ορισμένου χρόνου σε εργασίας αορίστου χρόνου. Οι εν λόγω εργαζόμενοι να κριθούν για κατάληψη ερευνητικής θέσης εάν έχουν τα προσόντα (διδακτορικό, μεταπτυχιακό, εμπειρία στην έρευνα), υπό την αίρεση ότι θα δικαιωθούν τελεσίδικα.
• Στο προσωπικό των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων, το οποίο μετακινείται εκτός έδρας με πλωτά μέσα σε 24ωρη βάση, για τις ανάγκες εκτέλεσης των προγραμμάτων ή έργων τους που χρηματοδοτούνται ή επιδοτούνται από διεθνείς οργανισμούς ή ίδιους πόρους ή ιδιωτικά κονδύλια ή για την εκπλήρωση υποχρεώσεών τους από συμβάσεις με διεθνείς οργανισμούς, χορηγείται αποζημίωση ειδικών συνθηκών σε πλωτά μέσα και πεδίου, εφόσον η σχετική δαπάνη τους καλύπτεται αποκλειστικά από τα προγράμματα ή τα έργα αυτά, για την ανάγκες των οποίων μετακινούνται. Το ύψος της αμοιβής θα καθορίζεται με απόφαση του ΔΣ των αντίστοιχων ερευνητικών φορέων.
Η παράγραφος 18 του Άρθρου 26 με την οποία χαρίζονται αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά έρχεται σε αντίθεση με απόφαση του ΣτΕ το οποίο με την Απόφασή του 42/2008 απεφάνθη επί του θέματος. Η δήθεν αμισθί εκτέλεση των καθηκόντων των Διευθυντών δεν απέκλειε τη συμμετοχή σε «Ερευνητικά Έργα» των Καθηγητών πλήρους απασχόλησης στο ΑΕΙ και ταυτόχρονα Διευθυντών. Ας ανατρέξει ο Νομοθέτης στην απόφαση του ΣτΕ.
Να σημειωθεί ότι κατά το παρελθόν σε ανάλογη περίπτωση σε Καθηγητή του ΕΜΠ επεβλήθη η ποινή της προσωρινής απολύσεως έξη μηνών. Τα στοιχεία του ΦΕΚ είναι στη διάθεσή σας.
Η παράγραφος 18 υποκρύπτει μια νομική αντίφαση: η θέση του Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου ήταν βάσει του νόμου 1514/1985 (παρ. 11 άρθρο 9) και παραμένει βάσει του ν.4310/2014 (παρ. 6 άρθρο 16) ως πλήρους απασχόλησης. Υπό αυτή την έννοια μέλη ΔΕΠ κατά τον χρόνο που διετέλεσαν Διευθυντές ΕΚ δεν θα μπορούσαν παράλληλα να διατηρούν το ίδιο καθεστώς (πλήρους απασχόλησης) και στο οικείο ΑΕΙ από όπου προέρχονταν.
Υπέβαλα χθες σχεδόν ταυτόχορνα δύο σχόλια για τα άρθρα 25 και 26 του Σχεδίου Νόμου. Το ένα από αυτά (για το Άρθρο 25) ελέγχθηκε και δημοσιεύθηκε ενώ το άλλο δεν δημοσιεύθηκε. Προφανώς προστατεύεται ο φωτογραφιζόμενος καθηγητής. Το σχόλιό μου είναι το παρακάτω:
Η παράγραφος 18 του Άρθρου 26 είναι φωτογραφική και αφορά Καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης ο οποίος ως Πρόεδρος Τμήματος (ΗΜ&ΜΥ) χαρακτήριζε τον εαυτό του ως «πλήρους απασχόλησης» ενώ ήταν Διευθυντής του Ινστιτούτου (ΙΠΕΤ) στην Ξάνθη, με επιχειρήματα του τύπου ότι δεν ελάμβανε αμοιβή… Όλες οι δικαιολογίες του τύπου «εκτελούσαν αμισθί τα καθηκοντά τους ως Διευθυντές…» που υπάρχουν στο υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου έχουν κριθεί από το ΣτΕ το οποίο με την Απόφασή του 42/2008 απεφάνθη επί του θέματος. Η δήθεν αμισθί εκτέλεση των καθηκόντων συνεπάγεται άραγε και την αμισθί συμμετοχή σε Ερευνητικά Προγράμματα των Ινστιτούτων ή όχι; Ας ανατρέξει ο Νομοθέτης στην απόφαση του ΣτΕ. Πως χαρίζονται 162.000 ευρώ με τόση ευκολία σε περιόδους κρίσης;
Να σημειωθεί ότι κατά το παρελθόν σε ανάλογη περίπτωση σε Καθηγητή του ΕΜΠ επεβλήθη η ποινή της προσωρινής απολύσεως έξη μηνών(ΦΕΚ Τεύχος Παράρτημα, Αρ. Φύλλου 173, 10 Ιουνίου 2002, σελ 1359-1360.
Η παράγραφος 18 του Άρθρου 26 είναι φωτογραφική και αφορά Καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης ο οποίος ως Πρόεδρος Τμήματος (ΗΜ&ΜΥ) χαρακτήριζε τον εαυτό του ως «πλήρους απασχόλησης» ενώ ήταν Διευθυντής του Ινστιτούτου (ΙΠΕΤ) στην Ξάνθη, με επιχειρήματα του τύπου ότι δεν ελάμβανε αμοιβή… Όλες οι δικαιολογίες του τύπου «εκτελούσαν αμισθί τα καθηκοντά τους ως Διευθυντές…» που υπάρχουν στο υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου έχουν κριθεί από το ΣτΕ το οποίο με την Απόφασή του 42/2008 απεφάνθη επί του θέματος. Η δήθεν αμισθί εκτέλεση των καθηκόντων συνεπάγεται άραγε και την αμισθί συμμετοχή σε Ερευνητικά Προγράμματα των Ινστιτούτων ή όχι; Ας ανατρέξει ο Νομοθέτης στην απόφαση του ΣτΕ. Πως χαρίζονται 162.000 ευρώ με τόση ευκολία σε περιόδους κρίσης;
Να σημειωθεί ότι κατά το παρελθόν σε ανάλογη περίπτωση σε Καθηγητή του ΕΜΠ επεβλήθη η ποινή της προσωρινής απολύσεως έξη μηνών(ΦΕΚ Τεύχος Παράρτημα, Αρ. Φύλλου 173, 10 Ιουνίου 2002, σελ 1359-1360.