1. Η Επιτροπή Δεοντολογίας απαρτίζεται από τους Κοσμήτορες του οικείου Α.Ε.Ι. και τον Αντιπρύτανη Ακαδημαϊκών Υποθέσεων, Φοιτητικής Μέριμνας και Δια Βίου Εκπαίδευσης. Ο Αντιπρύτανης προΐσταται της Επιτροπής και σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος τον αναπληρώνει ο αρχαιότερος Κοσμήτορας, με βάση την ημερομηνία δημοσίευσης της πράξης διορισμού του στη βαθμίδα του καθηγητή πρώτης βαθμίδας.
2. Η Επιτροπή Δεοντολογίας είναι άμισθη και έχει ιδίως τις εξής αρμοδιότητες:
α) τη σύνταξη «Κώδικα δεοντολογίας και καλής πρακτικής» για ακαδημαϊκά, διοικητικά και ερευνητικά θέματα (κανόνες βιοηθικής κλπ), ο οποίος εγκρίνεται από τη Σύγκλητο και ενσωματώνεται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ιδρύματος,
β) τη διασφάλιση της τήρησης και εφαρμογής των κανόνων δεοντολογίας εκ μέρους όλων των μελών του Ιδρύματος και τη διαπίστωση της παράβασης των κανόνων δεοντολογίας.
γ) τη σύνταξη γενικής ετήσιας έκθεσης ως προς την τήρηση και εφαρμογή ή την ανάγκη αναθεώρησης των κανόνων δεοντολογίας, η οποία υποβάλλεται στον Πρύτανη του οικείου Ιδρύματος στην αρχή κάθε ακαδημαϊκού έτους.
δ) την εξέταση καταγγελιών φοιτητών, καθηγητών, υπηρετούντων λεκτόρων, λοιπού διδακτικού και εργαστηριακού προσωπικού, ερευνητών, επισκεπτών διδασκόντων και διοικητικού προσωπικού σε θέματα της αρμοδιότητάς της, προκειμένου να διαπιστώσει την παραβίαση των κανόνων του κώδικα δεοντολογίας, ύστερα από έγγραφη αναφορά.
3. Κάθε σχετική λεπτομέρεια που αφορά στη συγκρότηση και λειτουργία της, ρυθμίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ιδρύματος.
Επί τής §2α΄: Όπως έγραψα και νωρίτερα, πολλοί κανόνες, κακή διοίκηση. Δεν πρέπει να επιβάλλεται από τό νόμο ο πολλαπλασιασμός τών κανόνων. Τά υπό β΄, γ΄ και δ΄ στή συνέχεια είναι εύλογα, δεν προϋποθέτουν όμως γραπτό κώδικα δεοντολογίας.