1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 4310/2014 (Α 258), προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Στους φορείς της παρούσας υπάγονται και οι ακόλουθοι φορείς του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, για την επιστημονική έρευνα που διεξάγουν:
α) Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο.
β) το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών.
Οι φορείς του προηγούμενου εδαφίου έχουν δικαίωμα συμμετοχής στα προγράμματα χρηματοδότησης της ΓΓΕΤ τα οποία προκηρύσσονται για τους φορείς του άρθρου 13Α».
2. Στο άρθρο 13Α του ν. 4310/2014 προστίθεται παράγραφος Γ. ως εξής:
«Γ. Τα ερευνητικά Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού – ΔΗΜΗΤΡΑ (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), που εποπτεύονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος ως προς:
– τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις πρόσληψης και εξέλιξης του ερευνητικού προσωπικού, καθώς και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις αυτού,
– τους Διευθυντές των Ινστιτούτων και τα Επιστημονικά Συμβούλια των Ινστιτούτων και
– την ανάληψη και τη διαχείριση των ερευνητικών προγραμμάτων/ έργων.
Ως προς τα λοιπά θέματα εφαρμόζονται οι διατάξεις του ειδικού θεσμικού τους πλαισίου.
Στα εν λόγω ερευνητικά Ινστιτούτα του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 13 παρ. 2, 43 παρ. 1 και 3, 44 παρ. 3 και 49 παρ. 2 και 7 του ν. 4485/2017 (Α΄ 114)».
3. Η περίπτωση β της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4369/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Καθηγητές όλων των βαθμίδων και λέκτορες Πανεπιστημίων και μέλη ΕΠ Τ.Ε.Ι., καθώς και μέλη Ε.ΔΙ.Π. και Ε.Ε.Π. των Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι. της ημεδαπής ή μέλη ΔΕΠ και ΕΠ ομοταγών Ιδρυμάτων της αλλοδαπής, εφόσον κατέχουν άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας, καθώς και οι ερευνητές και οι ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες του άρθρου 18 του ν. 4310/2014 των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων, καθώς και των Ερευνητικών Κέντρων της Ακαδημίας Αθηνών.
4. Η παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 4386/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η προθεσμία των έξι (6) μηνών της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 παρατείνεται έως τις 31.12.2018.».
5. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων εγκρίνεται ο Οδηγός Χρηματοδότησης και Διαχείρισης των κονδυλίων που διαχειρίζεται ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας (Ε.Λ.Κ.Ε.) της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (Γ.Γ.Ε.Τ.). Στον Οδηγό εξειδικεύεται η δομή και λειτουργία του Ε.Λ.Κ.Ε., οι ειδικότερες διαδικασίες οικονομικής διαχείρισης των έργων, οι αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των επιστημονικών υπευθύνων και του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εύρυθμη λειτουργία των Ε.Λ.Κ.Ε. και των προγραμμάτων/έργων που αυτός διαχειρίζεται.
6. Στη διυπουργική Επιτροπή Μετεγκατάστασης Οργανισμών Ελληνικού (ΕΜΟΕ) της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του ν. 4062/2012 (Α’ 70) συμμετέχει και ο Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
7. Δαπάνες υποτροφίας που πραγματοποιήθηκαν από τους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας των Α.Ε.Ι. στο πλαίσιο της Δράσης «1η Προκήρυξη υποτροφιών ΕΛΙΔΕΚ για υποψήφιους διδάκτορες» και αφορούν στο διάστημα από την ημερομηνία έκδοσης της Απόφασης Χορήγησης Υποτροφίας έως και την απόφαση έγκρισης του έργου από τις Επιτροπές Ερευνών των ΕΛΚΕ είναι νόμιμες και κανονικές, υπό τον όρο ότι κατά τα λοιπά έχουν τηρηθεί όλες οι νόμιμες διαδικασίες που ορίζονται στο ν. 4485/2017.
8. Η παράγραφος 10 της περ. Α του άρθρου 13α του ν. 4310/2014 «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και άλλες διατάξεις» (Α’ 258) αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (Ι.Τ.Ε.), το οποίο αποτελείται από τα εξής Ινστιτούτα:
α. Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας (Ι.Μ.Β.Β.).
β. Ινστιτούτο Επιστημών Χημικής Μηχανικής (Ι.Ε.Χ.ΜΗ.).
γ. Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ (Ι.Η.Δ.Λ.).
δ. Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών (Ι.Μ.Σ.).
ε. Ινστιτούτο Πληροφορικής (Ι.Π.).
στ. Ινστιτούτο Υπολογιστικών Μαθηματικών (Ι.Υ.Μ.).
ζ. Ινστιτούτο Αστροφυσικής (Ι.Α.)».
9. Η παράγραφος 6 της περ. Α του άρθρου 13α του ν. 4310/2014 «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και άλλες διατάξεις» (Α’ 258) αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.), το οποίο αποτελείται από τα εξής Ινστιτούτα:
α. Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών.
β. Ινστιτούτο Πολιτικών Ερευνών».
10. Η παράγραφος 7 του άρθρου 8 του ν. 4429/2016 (Α’ 199) αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ιδρύματος μπορεί κατά τη διάρκεια της θητείας του να παυθεί από τα καθήκοντά του με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων για πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του ή για δραστηριότητες ασυμβίβαστες ή για πράξεις απάδουσες προς την ιδιότητα του μέλους του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ιδρύματος».
11. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 50 του ν. 4485/2017 προστίθεται η ακόλουθη φράση:
«Στο Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ.) ο επιστημονικός υπεύθυνος μπορεί να είναι μέλος του διοικητικού προσωπικού (μονίμου ή με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου) εφόσον κατέχει πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης».
12. Μόνιμοι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μέλη του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού μπορούν να μεταταγούν σε θέσεις Ειδικού Επιστημονικού – Τεχνικού Προσωπικού (Ε.Ε.Τ.Π.) της παραγράφου 7 του άρθρου 18 του ν. 4310/2014 των Ερευνητικών και Τεχνολογικών Κέντρων του Άρθρου 13Α του ν. 4310/2014, με ταυτόχρονη μεταφορά της θέσης και της δαπάνης της μισθοδοσίας τους και σύστασης της θέσης στο οικείο Ερευνητικό Κέντρο, εφόσον σωρευτικά:
α) είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος με γνωστικό αντικείμενο ίδιο ή συναφές με γνωστικό αντικείμενο που θεραπεύει το ερευνητικό κέντρο,
β) έχουν δημοσιευμένο έργο σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια, σχετικό με τα αντικείμενα αυτά και
γ) έχουν μετά τη λήψη του διδακτορικού διπλώματος αποδεδειγμένα επιτελέσει για τουλάχιστον δύο (2) ακαδημαϊκά έτη σε ελληνικό Α.Ε.Ι ή ομοταγές Ίδρυμα της αλλοδαπής σχετικό με τα αντικείμενα της περίπτωσης Α’ επιστημονικό/εφαρμοσμένο/ερευνητικό έργο και συγκεκριμένα έχουν εκπαιδευτική εμπειρία ή εμπειρία σε εργαστηριακό – εφαρμοσμένο – διδακτικό έργο ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό/ερευνητικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο ή έχουν τουλάχιστον διετή σχετική εργασία σε ερευνητικά κέντρα της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή συνδυασμό των ανωτέρω.
Για την μετάταξη απαιτείται:
α) αίτηση του ενδιαφερόμενου εκπαιδευτικού που υποβάλλεται στην υπηρεσία στην οποία ανήκει και στο οικείο Ερευνητικό Κέντρο έως την 31 η Μαρτίου κάθε έτους, και αφορά το επόμενο της ημερομηνίας υποβολής διδακτικό έτος αντίστοιχα.
β) Έγκριση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο εκπαιδευτικός.
γ) Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερευνητικού Κέντρου, ύστερα από σχετική εισήγηση τριμελούς επιτροπής, τα μέλη της οποίας έχουν συναφές προς τη θέση γνωστικό αντικείμενο και η οποία αποτελείται από δύο Ερευνητές και ένα μέλος της κατηγορίας Ε.Ε.Τ.Π. ανά περίπτωση, που ορίζονται από το ΕΣΙ του αντίστοιχου Ινστιτούτου. Για την ανωτέρω απόφαση, το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη της τις ανάγκες του ερευνητικού κέντρου στα γνωστικά αντικείμενα που αυτό θεραπεύει. Αν υποβληθούν περισσότερες από μια αιτήσεις για το ίδιο γνωστικό αντικείμενο με την απόφασή της η Συνέλευση θα προβαίνει σε αξιο¬λογική κατάταξη των υποψηφίων. Προϋπόθεση για την έγκριση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο εκπαιδευτικός είναι η προηγούμενη της έγκρισης απόφαση του Διοικητού Συμβουλίου του Ερευνητικού Κέντρου.
Η μετάταξη του εκπαιδευτικού σε θέση των ανωτέρω κατηγοριών Ε.Ε.Τ.Π διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η ένταξη του εκπαιδευτικού σε θέση Ε.Ε.Τ.Π στο ερευνητικό κέντρο διενεργείται με διαπιστωτική πράξη του Προέδρου του Ερευνητικού Κέντρου, η οποία εκδίδεται το αργότερο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών. Το προσωπικό που μετατάσσεται διέπεται από τις διατάξεις περί βαθμολογικών προαγωγών και μισθολογικής εξέλιξης των Ε.Ε.Τ.Π του Ερευνητικού Κέντρου. Για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη των μετατασσομένων εκπαιδευτικών αναγνωρίζεται ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας στο Δημόσιο με οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Η μετάταξη μπορεί να πραγματοποιηθεί ανεξάρτητα από το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από προηγούμενη μετάταξη του αιτούντος εκπαιδευτικού σε άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης ή του χρόνου διορισμού του.
13. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του αρ. 12 ν. 4310/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με την ίδια απόφαση ο ως άνω Υπουργός ορίζει τον αριθμό των μελών των ΤΕΣ, τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο και τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη τους καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη συγκρότηση και τη λειτουργία τους. Δεν απαιτείται ο αριθμός των μελών να είναι ίδιος για όλα τα ΤΕΣ. Σε κάθε περίπτωση, τα τακτικά μέλη τους των ΤΕΣ δεν μπορεί να είναι λιγότερα από δέκα (10)».
Ο Σύλλογος Ερευνητών ΙΤΕ συντάσσεται με τις απόψεις και υποστηρίζει τις βελτιώσεις όπως προτείνονται από την ΕΕΕ σχετικά με τις παραγράφους 1, 2 και 13.
Υπόμνημα & Πρόταση για Δημόσια Διαβούλευση επί του σ/ν
«Ίδρυση Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και λοιπές διατάξεις»
Το Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας & Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ) [www.itsak.gr] ιδρύθηκε ως ΝΠΔΔ το 1979 στη Θεσσαλονίκη μετά τον καταστροφικό σεισμό της 20ης Ιουνίου 1978. Με τον ιδρυτικό του νόμο (Ν.1349/1983) συστάθηκε ως ερευνητικό και τεχνολογικό ίδρυμα, με εποπτεύον Υπουργείο το τ. ΥΠΕΧΩΔΕ, θεωρήθηκε ως ισότιμο με τα υπόλοιπα ερενητικά κέντρα της χώρας (Ν. 2919/2001) και απέκτησε Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας (Ν.3044/2002). Έχει διεπιστημονικό χαρακτήρα και διαθέτει δέκα (10) υψηλού επιστημονικού επιπέδου ερευνητές (σεισμολόγους και πολιτικούς μηχανικούς με ειδίκευση στη γεωτεχνική μηχανική και στην επιστήμη/ τεχνολογία των κατασκευών) όλοι κάτοχοι σχετικού διδακτορικού διπλώματος. Αποτελεί το μοναδικό ερευνητικό κέντρο στον ελληνικό χώρο που δραστηριοποιείται σ’αυτό το σύνθετο και αναπτυξιακό αντικείμενο, έχοντας αφενός παράξει αξιόλογο ερευνητικό έργο κυρίως εφαρμοσμένης έρευνας και αφετέρου εφαρμόσει τα παραγόμενα από την έρευνα αποτελέσματα προς όφελος του επιστημονικού και τεχνικού κόσμου στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς [http://www.itsak.gr/uploads/files/Leaflet2017.pdf ].
Συνοπτικά μέχρι σήμερα, το ερευνητικό και τεχνικό προσωπικό του ΙΤΣΑΚ:
➢ Έχει εκπονήσει δεκάδες ερευνητικά & τεχνολογικά έργα και έχει δημοσιεύσει εκατοντάδες πρωτότυπες επιστημονικές εργασίες σε διεθνή περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων, με σημαντική αναγνώριση από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
➢ Κατασκεύασε ιδιόκτητο κτίριο υψηλών προδιαγραφών στη Θεσσαλονίκη με ειδικό εργαστήριο αντισεισμικών πειραμάτων, πραγματοποιεί πειράματα σε μεγάλα έργα υποδομής (γέφυρες κλπ) και σε δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια.
➢ Συγκρότησε και διαμόρφωσε μία υψηλού επιπέδου πολυκλαδική ερευνητική ομάδα, εξειδικευμένη σε θέματα αντισεισμικής προστασίαςκαι μείωσης των συνεπειών των σεισμών στο δομημένο περιβάλλον και στον άνθρωπο.
➢ Ανέπτυξε και λειτουργεί υποδειγματικά στην Επικράτεια δίκτυo 230 επιταχυνσιογράφων/σεισμογράφων ‘ελευθέρου πεδίου’, 6 ειδικά δίκτυα εντός γεωτρήσεων και 3 επί κτιρίων και έργων υποδομής. Η πλειοψηφία αυτών ελέγχεται κεντρικά από υπερσύγχρονο τεχνολογικά Υπολογιστικό Κέντρο που λειτουργεί στις ιδιόκτητες εγκαταστάσεις του στη Θεσσαλονίκη.
➢ Συνέβαλε μέσα από προγράμματα άμεσα εφαρμόσιμης σεισμολογικής γνώσης, στην εκπόνηση του Αντισεισμικού Κανονισμού και των επικαιροποιήσεων αυτού.
➢ Παράγει πρακτικώς εφαρμόσιμη γνώση και καινοτόμες υπηρεσίες για τη μείωση των συνεπειών των σεισμών, όπως ενδεικτικά:
• η ολοκληρωμένη μελέτη αυτόματου και άμεσου εντοπισμού(near-real time) της πλειόσειστης περιοχής των ισχυρών σεισμών,
• η ενεργή συμμετοχή σε αποτίμηση βλαβών και αποκατάστασης σεισμοπλήκτων περιοχών, ως τεχνικός σύμβουλος της Πολιτείας,
• η εφαρμογή προγραμμάτων προσεισμικού ελέγχου και μείωσης της τρωτότητας σε μεγάλους οικισμούς,
• η διάθεση επιταχυνσιογραφημάτων τα οποία αξιοποιούνται από τους σχετικούς επιστήμονες της χώρας και διεθνώς,
• ο σχεδιασμός και κατασκευή επιταχυνσιογράφου πολύ χαμηλού κόστους [http://www.seismobug.com/].
➢ Συμμετέχει σε εθνικά και διεθνή ανταγωνιστικά προγράμματα εξοικονομώντας πόρους για παραπέρα ανάπτυξη της εφαρμοσμένης έρευνας για αποτελεσματική αντιμετώπιση του σεισμικού κινδύνου.
➢ Συμμετέχει σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών ΑΕΙ συμβάλλοντας στη σχετική εκπαίδευση και απασχόληση νέων γεωεπιστημόνων/μηχανικών και δημιουργεί κρίσιμη μάζα για εκπόνηση εφαρμοσμένης έρευνας.
➢ Αναπτύσει δίκτυα συνεργασίας με διεθνή Ερευνητικά Κέντρα και Πανεπιστήμια της Ευρώπης, ΗΠΑ και άλλων χωρών για την παραγωγή εφαρμοσμένης γνώσης και βελτίωσης των Αντισεισμικών Κανονισμών.
Είναι προφανές ότι η Πολιτεία αντιλαμβάνεται το ΙΤΣΑΚ ως μια «δυναμική» ερευνητική υποδομή με τον απαραίτητο εξοπλισμό, κτιριακές & εργαστηριακές εγκαταστάσεις υψηλών προδιαγραφών και επιστημονικό προσωπικό υψηλού επιπέδου που συμβάλλει διαχρονικά στη μείωση της σεισμικής διακινδύνευσης και μπορεί να διαδραματίσει στον τομέα αυτόν ουσιαστικό ρόλο στη χώρα και διεθνώς. Το 2011 ολοκλήρωσε την εσωτερική του αξιολόγηση ως ερευνητικό κέντρο για την περίοδο 2005-2010 η οποία υποβλήθηκε το 2012 στο αρμόδιο Υπουργείο για την προβλεπόμενη εξωτερική αξιολόγηση, η οποία όμως ακόμη δεν έχει πραγματοποιηθεί.
Παρόλα αυτά, στις 22/8/2011 το ΙΤΣΑΚ καταργήθηκε ως αυτοτελές Νομικό Πρόσωπο και συγχωνεύτηκε στον ΟΑΣΠ χάνοντας την αυτοτελή νομική του προσωπικότητα, πλην όμως διατηρώντας την ερευνητική του οντότητα και τις ερευνητικές του αρμοδιότητες, τις οποίες έκτοτε ασκεί στο πλαίσιο του ΟΑΣΠ από τις εγκαταστάσεις του στη Θεσσαλονίκη. Δυστυχώς, η συγχώνευση αυτή αποφασίστηκε εν θερμώ, παρά τις αγωνιώδεις για την αποτυχία του εγχειρήματος προειδοποιήσεις των εργαζομένων του ΙΤΣΑΚ και χωρίς να προηγηθεί μελέτη βιωσιμότητας, με αποτέλεσμα το Ινστιτούτο να ενσωματωθεί σε έναν ανομοιογενή στην πραγματικότητα φορέα, δεδομένου ότι ο ΟΑΣΠ, πριν την συγχώνευση του ΙΤΣΑΚ σε αυτόν, δεν διέθετε αρμοδιότητες ερευνητικού χαρακτήρα. Η συγχώνευση αυτή δημιούργησε και δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στη λειτουργία του ΙΤΣΑΚ ως ερευνητικού κέντρου όπως μεταξύ άλλων, έλλειψη αξιολόγησης, μη δυνατότητα πρόσληψης νέων και εξέλιξης των υπηρετούντων ερευνητών λόγω κενού θεσμικού πλαισίου, σταδιακός αποκλεισμός από ανταγωνιστικές ερευνητικές δράσεις κ.α.
Παρά τις άοκνες και δυναμικές προσπάθειες του ερευνητικού και λοιπού προσωπικού του ΙΤΣΑΚ για τη διατήρηση της αποστολής του σε ανταγωνιστικό επίπεδο, [http://www.itsak.gr/uploads/files/Activities_Report_2011-2016.pdf], τα προαναφερόμενα εμπόδια οδηγούν νομοτελειακά στη συρρίκνωση του. Είναι προφανές ότι η λήψη θεσμικών μέτρων αλλοίωσης του ερευνητικού χαρακτήρα του ΙΤΣΑΚ, με αποκλεισμό του από δημιουργικές ερευνητικές συνθήκες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του σεισμικού κινδύνου, έχει ως ορατό αποτέλεσμα το σταδιακό αποκλεισμό του από τον ερευνητικό ιστό τόσο σε εθνικό όσο και διεθνές επίπεδο, καθώς και από χρηματοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων και δράσεων που σχετίζονται άμεσα και με τη βιωσιμότητα των υποδομών του ΙΤΣΑΚ, για τις οποίες η Πολιτεία επένδυσε σημαντικούς πόρους τα τελευταία ~35 χρόνια.
Πιστεύουμε ότι με την ευκαιρία του σ/ν «Ίδρυση Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και λοιπές διατάξεις» με ανάλογη αναφορά στο ΙΤΣΑΚ εντός του άρθρου 13 «Ρυθμίσεις για την Έρευνα», όπως ρυθμίζεται και για τα υπόλοιπα εκτός ΓΓΕΤ ερευνητικά Ινστιτούτα, μπορεί να δοθεί μία άμεση λύση στην ατελέσφορη κατάσταση που δημιουργήθηκε με τη συγχώνευση του 2011 και μάλιστα χωρίς καμία επιπλέον οικονομική επιβάρυνση της Πολιτείας. Μόνο με τη θεσμική ένταξη του ΙΤΣΑΚ στον ερευνητικό ιστό της χώρας, με κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση και με κοινό βηματισμό ως προς το θεσμικό πλαίσιο με τα υπόλοιπα ερευνητικά κέντρα, μπορούν να διατηρηθούν και να αξιοποιηθούν στο ακέραιο, το ερευνητικό δυναμικό και η σημαντική υλικοτεχνική υποδομή του, προς όφελος του ερευνητικού ιστού και της αντισεισμικής πολιτικής της χώρας.
Θεσσαλονίκη, 3/1/2018
Το Μόνιμο Ερευνητικό Προσωπικό του ΙΤΣΑΚ, Μονάδα Έρευνας του ΟΑΣΠ
Άρθρο 13: Ρυθμίσεις για την Έρευνα
Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
Παράγραφοι 1 και 2: Η ΕΕΕ θεωρεί ως ένα από τα κυριότερα προβλήματα του δημόσιου ερευνητικού χώρου στην Ελλάδα την πολυδιάσπαση που επικρατεί σήμερα, τόσο όσον αφορά στη διοικητική τους ένταξη, όσο και στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τους διαφόρους φορείς. Η ΕΕΕ έχει επανειλημμένα διατυπώσει την άποψη ότι απαιτείται εθνικός συντονισμός, αξιολόγηση, κατάργηση των «αποκλειστικών αναθέσεων», με επιτελικό τον ρόλο της ΓΓΕΤ.
Για την υλοποίηση αυτής της πολιτικής ένα απαραίτητο πρώτο βήμα είναι η ένταξη όσο το δυνατόν περισσότερων δημόσιων ερευνητικών φορέων της χώρας στο πεδίο εφαρμογής του νόμου για την ΕΤΑΚ.
Ως εκ τούτου, μια βασική μεταβολή που θα πρέπει να υπάρξει στο χώρο της Έρευνας, με στόχο την ενίσχυσή της, είναι η συγκέντρωση όλων των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων και των ερευνητικών δραστηριοτήτων τους, τα οποία είναι διεσπαρμένα σε διάφορα Υπουργεία και υπηρεσίες και διέπονται από διαφορετικά θεσμικά πλαίσια, σε μια ενιαία αρχή και σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο. Το ίδιο ισχύει για τη διασπορά της χρηματοδότησης της Έρευνας σε διάφορα Υπουργεία, τα οποία δεν έχουν ενδεχομένως την απαραίτητη τεχνογνωσία για τη διαχείριση αυτών των κονδυλίων (π.χ., η ΓΓΕΤ διαθέτει Ειδικό Λογαριασμό για την αξιοποίηση των Ευρωπαϊκών κονδυλίων).
Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να υπάρξουν κίνητρα, αν όχι νομοθετικές ρυθμίσεις, από πλευράς της Πολιτείας. Η ΓΓΕΤ θα πρέπει να είναι ο κύριος φορέας που θα διαχειρίζεται τα χρήματα όλων των Υπουργείων, τα οποία προορίζονται για Έρευνα, ερευνητικές υποδομές και άλλες υποστηρικτικές για την Έρευνα δράσεις. Ως προς το κομβικό αυτό θέμα, η Ένωση έχει προτείνει συμπληρωματικές ρυθμίσεις, σύμφωνα με τις οποίες «η ΓΓΕΤ, σε συνεργασία με λοιπά Υπουργεία, θα αναλαμβάνει για λογαριασμό τους τη διενέργεια προκηρύξεων, και τη διάθεση των κονδυλίων που κατευθύνονται για έρευνα, εθνικές ερευνητικές υποδομές και άλλες υποστηρικτικές για την έρευνα δράσεις».
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αποτελούν ένα ακόμη «πισωγύρισμα» του ΥΠΠΕΘ στην ένταξη των καταξιωμένων δημόσιων ερευνητικών φορέων στο θεσμικό πλαίσιο για την έρευνα. Το ΥΠΠΕΘ απεμπολεί το όποιο κίνητρο είχε για τη θεσμική τουλάχιστον ενοποίηση των ερευνητικών φορέων με απώτερο στόχο την ενίσχυση της επιστημονικής αριστείας και της έρευνας.
Η πρακτική της αποσπασματικής και μόνο συμπαράθεσης ορισμένων δημόσιων καταξιωμένων ερευνητικών φορέων συλλήβδην με φορείς αμφιβόλου ερευνητικού αντικειμένου και επιδόσεων υπονομεύει την εκπεφρασμένη πρόθεση της Πολιτείας για τη θεσμική ενοποίηση του ερευνητικού ιστού και «ναρκοθετεί» τον ενιαίο χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας.
Προτείνουμε την ένταξη των δημόσιων ερευνητικών φορέων όλων των Υπουργείων στο θεσμικό πλαίσιο για την έρευνα χωρίς εξαιρέσεις.
Παράγραφος 4: Αποτιμάται ως θετική η ρύθμιση, ώστε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για την κατάρτιση των νέων Εσωτερικών Κανονισμών στα ΕΚ και την εναρμόνισή τους στις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Παράγραφος 6: Αποτιμάται ως θετική η ρύθμιση και έπρεπε ήδη να έχει νομοθετηθεί με απώτερο σκοπό την επίλυση σοβαρότατων θεμάτων που σχετίζονται με την μετεγκατάσταση Ινστιτούτων του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών που στεγάζονται στην περιοχή.
Παράγραφοι 8 και 9: Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις εντάσσονται από ένα νεοϊδρυθέν Ινστιτούτο στο ΙΤΕ και στο ΕΚΚΕ αντίστοιχα.
Προτείνεται να προηγηθεί νέα παράγραφος που να περιγράφει την ίδρυση των δύο νέων Ινστιτούτων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 του Ν. 4386/2017.
Παράγραφος 10: Η προτεινόμενη ρύθμιση τροπολογεί την προηγούμενη ρύθμιση που όριζε ότι: «7. Μέλος του ΕΣ του Ιδρύματος μπορεί κατά τη διάρκεια της θητείας του να παυθεί από τα καθήκοντά του με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης για δραστηριότητες ασυμβίβαστες ή για πράξεις απάδουσες προς την ιδιότητα του μέλους του ΕΣ του Ιδρύματος. Η Γ.Σ. επιλαμβάνεται ύστερα από αναφορά μέλους της. Εάν η Γ.Σ. παραλείπει, πέραν του εξαμήνου από την υποβολή της αναφοράς, να λάβει απόφαση, το μέλος του ΕΣ μπορεί να παυθεί με απόφαση του Υπουργού.»
Με την προτεινόμενη ρύθμιση αφαιρείται από την Γενική Συνέλευση (ΓΣ) του ΕΛΙΔΕΚ η αρμοδιότητα παύσης μέλους του Επιστημονικού Συμβουλίου (ΕΣ) και ανατίθεται αποκλειστικά και μόνο στον Υπουργό!
Ζητούμε την απόσυρση της ρύθμισης και διαφωνούμε με τις συνεχείς νομοθετικές προσπάθειες του Υπουργείου (μετά την ίδρυση του ΕΛΙΔΕΚ) που αποσκοπούν στη χειραγώγηση του Ιδρύματος από τον εκάστοτε Υπουργό και περιορίζουν την ανεξαρτησία του Ιδρύματος.
Παράγραφος 11: Η προτεινόμενη ρύθμιση χρήζει αρχικά αποσαφήνισης. Αναφέρει ότι στο ΙΚΥ ο Επιστημονικός Υπεύθυνος μπορεί να είναι μέλος του διοικητικού προσωπικού με πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης. Δεν είναι σαφές εάν αναφέρεται στο Ίδρυμα είτε στα προγράμματα που αυτό προκηρύσσει. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατόν ο Επιστημονικός Υπεύθυνος έργου να είναι διοικητικός και κάτοχος μόνο πτυχίου ανώτατης εκπαίδευσης. Ο Επιστημονικός υπεύθυνος έργου σύμφωνα με τη νομοθεσία πρέπει να είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος και σε ειδικές περιπτώσεις κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου (παράγραφος 12α του άρθρου 24 του Ν.4386/2016).
Παράγραφος 12: Με την προτεινόμενη ρύθμιση δίνεται η δυνατότητα σε μόνιμους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με διδακτορικό δίπλωμα να μεταταχθούν σε θέσεις Ειδικού Επιστημονικού-Τεχνικού Προσωπικού στα ΕΚ.
Αρχικά θεωρούμε ότι η ρύθμιση αυτή αποδυναμώνει την εκπαίδευση που τόσο ανάγκη έχει από καταρτισμένους και με υψηλά προσόντα μόνιμους εκπαιδευτικούς, σε μια περίοδο κατά την οποία δεν γίνονται προσλήψεις μονίμων και μειώνονται οι διορισμοί αναπληρωτών. Αντιθέτως, τα ΕΚ, όπως πολλάκις ως ΕΕΕ έχουμε υποστηρίξει, έχουν άμεση ανάγκη από εξειδικευμένο προσωπικό με εμπειρία στην υποστήριξη ερευνητικών και αναπτυξιακών έργων.
Ας σημειωθεί ότι στα ΕΚ υπάρχει προσωπικό που απασχολείται στα ερευνητικά προγράμματα αδιαλείπτως με ασταθείς εργασιακές συνθήκες και το οποίο έχει τη δυνατότητα με την εμπειρία του να ενισχύσει τις ερευνητικές δραστηριότητες των ΕΚ. Επιπροσθέτως, είναι καταγεγραμμένο και υπογραμμίζεται από όλους τους πολιτικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς το φαινόμενο της διαρροής επιστημόνων στο εξωτερικό (brain drain). Διακηρυγμένη θέση της κυβέρνησης αλλά και όλων των πολιτικών φορέων είναι η αναγκαιότητα λήψης μέτρων για να αντιστραφεί το φαινόμενο.
Για τους παραπάνω λόγους διαφωνούμε με την προτεινόμενη ρύθμιση, η οποία, εάν υιοθετηθεί, θα αποβεί δυσμενής και ατελέσφορη τόσο για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση όσο και για τα ΕΚ.
Προτείνουμε την προκήρυξη νέων θέσεων τεχνικού προσωπικού για την κάλυψη των υπαρχουσών και καταγεγραμμένων αναγκών σε όλα τα ΕΚ.
Παράγραφος 13: Όπως έχουμε υποστηρίξει, τα ΤΕΣ θα πρέπει να συγκροτούνται με ανεξάρτητες και αδιάβλητες διαδικασίες, και συγκεκριμένη θητεία, ώστε να είναι σε θέση να επιτελέσουν το έργο τους και όχι να δημιουργούνται και καταργούνται κατά τη βούληση του εκάστοτε Υπουργού, ενώ δεν υπάρχει κανένα κριτήριο για την επιλογή των μελών τους.
Προτείνουμε να προβλεφθεί μηχανισμός εκλογής των επιστημόνων μελών των ΤΕΣ από την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα.
Για την παράγραφο 12.
Συμφωνόντας με τις απόψεις της ΕΕΕ, η συγκεκριμένηνη νομοθέτηση θα πρέπει να απαλειφθεί.
Σε μια εποχή που η μέση εκπαίδευση υποφέρει από έλλειψη προσωπικού και υποστελέχωση, είναι τεράστιο λάθος να απομυζούνται και να δίνονται κίνητρα για διαρροή στελεχών της μέσης και στοιχειώδους εκπαίδευσης για αλλού. Επιπλέον, η ρύθμιση αυτή παρακάμπτει το γεγονός ότι στα Ερευνητικά Κέντρα και ΑΕΙ υπάρχει επιστημονικό προσωπικό που απασχολείται στα ερευνητικά προγράμματα με ασταθείς εργασιακές θέσεις, αδιαλείπτως για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Τα Ερευνητικά Κέντρα και ΑΕΙ σφύζουν από επιστήμονες οι οποίοι έχουν επιλέξει τον δύσκολο δρόμο της παραμονής τους στην έρευνα, μέσα από την αβεβαιότητα της διεκδίκησης απασχόλησης σε ανταγωνιστικά ερευνητικά προγράμματα. Δυναμικό το οποίο έχει επενδύσει με προσωπικό ρίσκο στην ενασχόλησή του με την έρευνα και το οποίο έχει τη δυνατότητα με την εμπειρία του να ενισχύσει ουσιαστικά τις ερευνητικές δραστηριότητες των Ερευνητικών Κέντρων και ΑΕΙ. Το παραπάνω προσωπικό με την ρύθμιση αυτή ωθείται στην επιστημονική μετανάστευση από την οποία πλήττεται η χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Όσοι εκπαιδευτικοί επιθυμούν, μπορούν να διεκδικήσουν την μεταβολή της εργασιακής τους θέσης μέσα από ανοιχτές προκηρύξεις μέσα από το άνοιγμα νέων θέσεων σε ερευνητικά κέντρα και ΑΕΙ.
Συμφωνώντας και με τις θέσεις που επεξεργάστηκε η ΕΕΕ, οι τροπολογίες έρχονται να επιβεβαιώσουν αλλά και να συντηρήσουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ένα χρόνιο πρόβλημα στο χώρο της έρευνας. Την πολυδιάσπασή της τόσο σε θεσμικό όσο και διοικητικό επίπεδο. Το παρόν Ν/Σ με τις παραλήψεις και τις προσθήκες του, επιβεβαιώνει με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο, την ανάγκη όλοι οι φορείς της έρευνας να διέπονται από έναν ενιαίο θεσμικό πλαίσιο, να ανήκουν μια ενιαία διοικητική δομή και να μην είναι διεσπαρμένες σε διάφορα υπουργεία και οργανισμούς με διαφορετικά θεσμικά καθεστώτα.
Αποστολή των ερευνητικών κέντρων είναι η παραγωγή έρευνας και καινοτομίας. Η παραμονή της διασποράς σε διάφορα υπουργεία προάγει την σταδιακή υποβάθμισή τους μετατρέποντάς τα σε «παροχείς» υπηρεσιών, ενώ συνήθως οι ιδιαιτερότητες της έρευνας ασφυκτιούν σε περιβάλλοντα που δεν τις κατανοούν και συχνά την απαξιώνουν.
Η διακομματική θέση για ενιαίο χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι οι φορείς της έρευνας πρέπει να ενταχθούν στην ΓΓΕΤ και αυτή στο Υπουργείο Παιδείας. Οι ερευνητές όλων των φορέων να αξιολογούνται με ενιαίο τρόπο (αυτό των Ε.Κ της ΓΓΕΤ και των ΑΕΙ) όπως προβλέπει ο νόμος για την έρευνα, τα κέντρα να διοικούνται με ενιαίο τρόπο, να αξιολογούνται από διεθνείς επιτροπές, όπως προβλέπει ο νόμος για την έρευνα.
Η απουσία αυτής της μεταρρύθμισης οδηγεί σε Ν/Σ σαν και αυτό. Απαιτούνται συνεχείς, καθυστερημένες και αλλεπάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις, για την εκ των υστέρων διορθώσεις των ξεχασμένων ερευνητικών κέντρων άλλων υπουργείων και υπηρεσιών, εμβαλωματικά, επιλεκτικά και καθυστερημένα.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν από το παρόν Ν/Σ είναι προφανή
Γιατί το «Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο» δεν εντάσσεται πλήρως στον νόμο για την έρευνα και στα Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ; Γιατί το «ΕΛΓΟ Δημητρα» να ακολουθεί τον νόμο μόνο κατά το τμήμα της κρίσης και αξιολόγησης των ερευνητών και και όχι για το σύνολο του νόμου π.χ. και της διοίκησης και της αξιολόγησης;
Το ίδιο ισχύει και για ηχηρές απουσίες από τις παρούσες τροπολογίες. Γιατί τα Κέντρα της Ακαδημίας να μην είναι πλήρως ενταγμένα και να ακολουθούν το θεσμικό πλαίσιο του ερευνητικού χώρου; Γιατί το ίδιο να μην ισχύει για όλα τα ερευνητικά κέντρα και Ινστιτούτα του Υπουργείου Παιδείας (π.χ τα ΕΠΙΣΕΥ); Το ΙΤΣΑΚ γιατί απουσιάζει; Γιατί να βρίσκεται στον ΟΑΣΠ και να μην είναι π.χ. Ινστιτούτο του Αστεροσκοπείου (ή αλλου) στην ΓΓΕΤ;
Ταυτόχρονα η θεσμική και οργανωτική πολυδιάσπαση υπονομεύει τη διακομματική θέση για Ενιαίο Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας … Το μεγαλύτερο κομμάτι της Γεωργικής έρευνας είναι εκτός υπουργείου Παιδείας, με διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο.
Η τελευταία φράση της Παραγράφου 2:
«Στα εν λόγω ερευνητικά Ινστιτούτα του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 13 παρ. 2, 43 παρ. 1 και 3, 44 παρ. 3 και 49 παρ. 2 και 7 του ν. 4485/2017 (Α΄ 114).»
θα πρέπει να μεταβληθεί ώστε η μη εφαρμογή των άρθρων 43 παρ. 1 και 3 και 44 παρ. 3 του ν. 4485/2017 (Α΄ 114) να μην συμπεριλαμβάνει τους «νέους ερευνητές» των εν λόγω ερευνητικών Ινστιτούτων που εκλέχθηκαν από το 2016 και έπειτα (με βάση την προκήρυξη με αριθμ. πρωτ. 23090/01.10.2014 για την πλήρωση εκατό (100) θέσεων ερευνητών με τριετή θητεία στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), καθώς και όσους από εδώ και στο εξής εξελιχθούν/προσληφθούν με τα κριτήρια και τις διαδικασίες που ορίζονται στον ν. 4310/2014 (σύμφωνα με τα όσα προβλέπει ο προς ψήφιση νόμος για τον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ). Εάν δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν τα συγκεκριμένα άρθρα για τους «νέους ερευνητές» των εν λόγω Ινστιτούτων, ας γίνει τουλάχιστον η πρόβλεψη ώστε να εφαρμοστούν για όσους από αυτούς εξελιχθούν μελλοντικά με βάση τον ν. 4310/2014.