1. Αποστολή των Κ.Ε.Σ.Υ. είναι η υποστήριξη των σχολικών μονάδων και Ε.Κ. της περιοχής ευθύνης τους για τη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης όλων ανεξαιρέτως των μαθητών στην εκπαίδευση και την προάσπιση της αρμονικής ψυχοκοινωνικής τους ανάπτυξης και προόδου. Για την εκπλήρωση της αποστολής τους, τα Κ.Ε.Σ.Υ. δραστηριοποιούνται στους τομείς της διερεύνησης εκπαιδευτικών και ψυχοκοινωνικών αναγκών, της διενέργειας εκπαιδευτικών αξιολογήσεων, του σχεδιασμού και της υλοποίησης εκπαιδευτικών και ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων, καθώς και δράσεων επαγγελματικού προσανατολισμού, της υποστήριξης του συνολικού έργου των σχολικών μονάδων ή των Ε.Κ., της διενέργειας ενημερώσεων και επιμορφώσεων και της ευαισθητοποίησης του κοινωνικού συνόλου.
2. Οι αρμοδιότητες που ασκούν τα Κ.Ε.Σ.Υ. για την επίτευξη της αποστολής τους έχουν εκπαιδευτικό προσανατολισμό και είναι, ιδίως, οι ακόλουθες:
α) Σε επίπεδο διερεύνησης εκπαιδευτικών και ψυχοκοινωνικών αναγκών και αξιολόγησης:
αα) Η διερεύνηση ατομικών ή/και ομαδικών εκπαιδευτικών και ψυχοκοινωνικών αναγκών, η αξιολόγηση του είδους των δυσκολιών και των πιθανών εκπαιδευτικών, ψυχοκοινωνικών και άλλων φραγμών στη μάθηση και την ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση που αντιμετωπίζει το σύνολο των μαθητών της σχολικής κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, καθώς και των μαθητών από ευάλωτες κοινωνικά ομάδες.
ββ) Η διερεύνηση και εισήγηση επί ζητημάτων που αφορούν:
i) την εγγραφή, κατάταξη και φοίτηση των μαθητών σε κατάλληλο σχολικό πλαίσιο,
ii) την αξιοποίηση συγκεκριμένων μεθόδων και μέσων περαιτέρω υποστήριξης της μαθησιακής διαδικασίας, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, και ενίσχυσης της ισότιμης πρόσβασης των μαθητών στην εκπαίδευση,
iii) την προώθηση των αρχών της διαφοροποιημένης παιδαγωγικής,
iv) την παροχή τεχνικών βοηθημάτων και υπηρεσιών προηγμένης τεχνολογίας σε μαθητές και
v) την αντικατάσταση γραπτών δοκιμασιών των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες με προφορικές ή άλλης μορφής δοκιμασίες στις ενδοσχολικές, προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στις μεταλυκειακές σπουδές, στις εισαγωγικές πανελλαδικές εξετάσεις, καθώς και στις εξετάσεις του κρατικού πιστοποιητικού γλωσσομάθειας.
γγ) Η εισήγηση σε ζητήματα που αφορούν στην ίδρυση, κατάργηση, προαγωγή, υποβιβασμό, μετατροπή, συγχώνευση και μεταφορά, καθώς και την προσθήκη τομέων και ειδικοτήτων, των Σ.Μ.Ε.Α.Ε. και των Τ.Ε..
δδ) Η διερεύνηση αιτημάτων ψυχοκοινωνικής στήριξης.
εε) Η διερεύνηση, σε ομαδικό επίπεδο, των αναγκών των σχολικών κοινοτήτων στο πεδίο του επαγγελματικού προσανατολισμού, καθώς και η διερεύνηση των αντίστοιχων αναγκών, σε ατομικό επίπεδο, για τους μαθητές των Β΄ και Γ΄ τάξεων του Λυκείου.
β) Σε επίπεδο στοχευμένων εκπαιδευτικών και ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων και δράσεων επαγγελματικού προσανατολισμού:
αα) Η διατύπωση των βασικών αξόνων των Εξατομικευμένων Προγραμμάτων Εκπαίδευσης (Ε.Π.Ε.), καθώς και ο σχεδιασμός και η υλοποίηση, σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς και τις Επιτροπές Διεπιστημονικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης (Ε.Δ.Ε.Α.Υ.) που προβλέπονται στο άρθρο 10, όπου λειτουργούν, προσαρμοσμένων εξατομικευμένων ή ομαδικών παρεμβάσεων παιδαγωγικής και συμβουλευτικής ψυχοκοινωνικής στήριξης σε μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς, προγραμμάτων πρώιμης εκπαιδευτικής παρέμβασης και πρόληψης, στοχευμένων δράσεων ενίσχυσης των γνωστικών και ψυχοκοινωνικών δεξιοτήτων όλων των μαθητών, δράσεων ενδυνάμωσης συγκεκριμένων μελών ή ευάλωτων ομάδων της μαθητικής κοινότητας, καθώς και δράσεων που αποσκοπούν στην καλλιέργεια ευκαιριών προσωπικής ανάπτυξης, στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, στην επίτευξη της αυτοεκπλήρωσης και συνολικά στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των μαθητών εντός και εκτός της σχολικής κοινότητας.
ββ) Η παροχή υπηρεσιών που σχετίζονται με τον επαγγελματικό προσανατολισμό:
i) Στους μαθητές, καθώς και στους γονείς ή κηδεμόνες τους:
i.α) Σε ομαδικό επίπεδο, με την παροχή υπηρεσιών που αφορούν στην υποστήριξη του σχεδιασμού και της υλοποίησης προγραμμάτων αγωγής σταδιοδρομίας στις σχολικές μονάδες και Ε.Κ. ευθύνης τους, την παροχή υπηρεσιών πληροφόρησης για ζητήματα σχετικά με την αγορά εργασίας, τα προγράμματα σπουδών της μεταδευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα συστήματα εισαγωγής σε αυτήν, καθώς και με την υλοποίηση δράσεων ευαισθητοποίησης και ομαλής μετάβασης στην ενήλικη ζωή και την αγορά εργασίας.
i.β) Σε ατομικό επίπεδο, με την παροχή υπηρεσιών συμβουλευτικής για ζητήματα επαγγελματικού προσανατολισμού που αφορούν στη συγκρότηση και τη βέλτιστη ανάπτυξη της προσωπικής και επαγγελματικής ταυτότητας των μαθητών των Β΄ και Γ΄ τάξεων του Λυκείου, στην υποστήριξη της αυτοαντίληψης και της αυτογνωσίας, στην ενδυνάμωση της δυνατότητας αντιμετώπισης δυσκολιών λήψης απόφασης και στην εν γένει μέριμνα σύνδεσης της λήψης απόφασης με τα στοιχεία της προσωπικότητας του συμβουλευόμενου μαθητή.
ii) Στους εκπαιδευτικούς, με την παροχή υπηρεσιών που αφορούν στην ευαισθητοποίηση και υποστήριξη για ζητήματα επαγγελματικού προσανατολισμού.
γγ) Η παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης στους εκπαιδευτικούς των σχολικών μονάδων σε ζητήματα βέλτιστης διδακτικής πρακτικής, ανταπόκρισης στις ανάγκες των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αποδοχής της διαφορετικότητας και αξιοποίησης της ετερογένειας του μαθητικού πληθυσμού, προώθησης ενταξιακών πρακτικών, ανάπτυξης συνεργατικών δράσεων, καλλιέργειας βασικών δεξιοτήτων αποτελεσματικής επικοινωνίας, ψυχοκοινωνικής στήριξης όλων των μαθητών, ενδυνάμωσης συγκεκριμένων μελών ή ευάλωτων ομάδων της σχολικής κοινότητας και αντιμετώπισης καταστάσεων κρίσης.
δδ) Η παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης στους γονείς και κηδεμόνες των μαθητών σε σχέση με ζητήματα υποστήριξης της σχολικής μάθησης, οργάνωσης της μελέτης και συνεργασίας με τη σχολική μονάδα.
γ) Σε επίπεδο υποστήριξης του συνολικού έργου των σχολικών μονάδων ή των Ε.Κ.:
αα) Η υποστήριξη ως προς την ενίσχυση των γνωστικών δεξιοτήτων των μαθητών, την πρόληψη της σχολικής διαρροής και τη δημιουργία μίας ασφαλούς και υποστηρικτικής σχολικής κουλτούρας που ευνοεί την ψυχοκοινωνική υγεία και τη συναισθηματική ευημερία των μαθητών.
ββ) Η υποστήριξη ως προς τη διατύπωση προτεραιοτήτων και στόχων ψυχοκοινωνικής στήριξης των μαθητών, καθώς και ως προς το σχεδιασμό ολιστικών πολιτικών και στρατηγικών σε σχέση με ψυχοκοινωνικά ζητήματα.
γγ) Ο εντοπισμός δομικών φραγμών και εμποδίων στην ισότιμη πρόσβαση των μαθητών στη μάθηση και η εφαρμογή λοιπών επιστημονικών, παιδαγωγικών, εκπαιδευτικών και άλλων υποστηρικτικών μέτρων για το σύνολο των μαθητών της σχολικής κοινότητας.
δδ) Η υποστήριξη της υλοποίησης προγραμμάτων πρωτογενούς ή δευτερογενούς πρόληψης και προαγωγής της ψυχικής υγείας.
εε) Η ενίσχυση της επικοινωνίας και της συνεργασίας της σχολικής μονάδας ή του Ε.Κ. με την οικογένεια και τις υπηρεσίες παροχής ψυχολογικής και κοινωνικής υποστήριξης.
δ) Σε επίπεδο ενημέρωσης και επιμόρφωσης:
αα) Η ενημέρωση της σχολικής κοινότητας σε σχέση με καινοτόμες εθνικές, ευρωπαϊκές ή διεθνείς δράσεις και προγράμματα σχετικά με ψυχοκοινωνικά ζητήματα.
ββ) Η ενημέρωση της σχολικής κοινότητας σχετικά με προγράμματα αγωγής σταδιοδρομίας, συμβουλευτικής και προσανατολισμού, καθώς και μεταβολών σε επίπεδο εκπαιδευτικού συστήματος.
γγ) Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση επιμορφωτικών δράσεων, σε συνεργασία με τα ΠΕ.Κ.Ε.Σ. και Κ.Ε.Α., προς όφελος όλων των μελών της σχολικής κοινότητας.
δδ) Η ανάπτυξη και διάδοση ενημερωτικού υλικού για τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές, τους γονείς και κηδεμόνες και την ευρύτερη κοινότητα για όλα τα παραπάνω ζητήματα.
εε) Η διατήρηση βιβλιοθήκης και αρχείου πληροφόρησης, σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, σχετικά με ζητήματα ψυχοκοινωνικής και μαθησιακής υποστήριξης, επαγγελματικού προσανατολισμού και συμβουλευτικής.
ε) Σε επίπεδο ευαισθητοποίησης του κοινωνικού συνόλου: η προώθηση συνεργασιών ανάμεσα στις σχολικές μονάδες, τις οικογένειες, επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς, υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης, ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, καθώς και η ευαισθητοποίηση της ευρύτερης κοινότητας σε θέματα διαφορετικότητας, ψυχοκοινωνικής υγείας, επαγγελματικού προσανατολισμού και σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.
3. Τα Κ.Ε.Σ.Υ. ασκούν τις αρμοδιότητές τους υπό το συντονισμό του οικείου ΠΕ.Κ.Ε.Σ. και σε συνεργασία με τις λοιπές περιφερειακές δομές διοίκησης και υποστήριξης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και τις Ε.Δ.Ε.Α.Υ., όπου αυτές λειτουργούν.
Θα ήθελα να επισημάνω τον θεσμικό και επιστημονικό ρόλο του Λογοθεραπευτή τόσο στην αξιολόγηση όσο και στην υποστήριξη των μαθητών με διαταραχές στον προφορικό και στον γραπτό λόγο. Ο ρόλος αυτός υποστηρίζεται από τα επαγγελματικά δικαιώματα του Λογοθεραπευτή, από το ευρωπαϊκό προφίλ του και από το πρόγραμμα σπουδών και κλινικής άσκησης του ο οποίος όμως (ρόλος), εν μέρη, ακυρώνεται με την προτεινόμενη νομοθεσία.
Επειδή η ίδρυση και λειτουργία μιας πολυσυλλεκτικής υπερδομής (ΚΕΣΥ) εγκυμονεί κινδύνους “αποδόμησης” των επιμέρους στοιχείων από τα οποία αυτή αποτελείται, προτείνω τη διατήρηση της αυτόνομης λειτουργίας των υπηρεσιών παροχής επαγγελματικού προσανατολισμού, καθώς με τον τρόπο αυτό (και σε συνδυασμό με την ενίσχυσή τους σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή) θεωρώ ότι εξασφαλίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό η αποτελεσματικότητα του παρεχόμενου έργου.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ειδικής Αγωγής – ΕΝ.Ε.Λ.Ε.Α., θεωρεί ότι το νομοσχέδιο περί αναδιοργάνωσης δομών υποστήριξης και άλλες διατάξεις που βρίσκεται σε διαβούλευση χρειάζεται σαφέστατα περισσότερο χρόνο για να υπάρξει τόσο διαβούλευση όσο και ουσιαστικός διάλογος και ανταλλαγή απόψεων με τους αρμόδιους επιστημονικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, πρωτίστως δε με τους σχετικούς φορείς στους οποίους αναφέρεται.
Ο μεγάλος ήδη αριθμός προτάσεων, γνωμοδοτήσεων και απόψεων αποδεικνύει του λόγου το αληθές σε συνδυασμό μάλιστα ότι ακόμα οι περισσότεροι συνδικαλιστικοί φορείς δεν έχουν καταφέρει να το επεξεργαστούν επαρκώς με αποτέλεσμα να μην έχουν ακόμα ανακοινώσει τις απόψεις τους.
Η ψήφιση ενός τέτοιου νόμου που αγγίζει εξαιρετικά κρίσιμες και ευαίσθητες περιοχές της εκπαιδευτικής διαδικασίας κινδυνεύει να γίνει αντικείμενο αμφισβήτησης και δικαστικών προσφυγών ενώ θα έπρεπε να λύνει τα κύρια αν όχι όλα προβλήματα του χώρου όπως αυτά έχουν αναδειχθεί διαχρονικά ως αποτέλεσμα ενός έντιμου διαλόγου. Τρανό παράδειγμα αποτελεί η βιωσιμότητα του ν.1566/1985 ο οποίος μέχρι σήμερα αντέχει στο χρόνο και αποτελεί τη βάση για την εκπαίδευση έχοντας τύχει κοινής αποδοχής.
Είμαστε βέβαιοι ότι θα ανταποκριθείτε καθώς ήδη έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος καθώς εδώ και μήνες έχει ανακοινωθεί και διακινείται ότι πρόκειται να υπάρξει νέο νομοθέτημα, χωρίς όμως να υπάρχει κάτι το απτό.
ΤΟ Δ.Σ.
ΑΣΓΜΕ
Ο Σχολικός Επαγγελματικός Προσανατολισμός και οι σχετικές δράσεις που πραγματοποιούνται από τα ΚΕΣΥΠ (Κέντρο Συμβουλευτικής & Επαγγελματικού Προσανατολισμού) βοηθούν τα παιδιά μας στη λήψη εκπαιδευτικών και επαγγελματικών αποφάσεων.
Οι Σύμβουλοι Σταδιοδρομίας στα ΚΕΣΥΠ της χώρας διευκολύνουν τους/τις μαθητές/τριες στις δύσκολες και σοβαρές αποφάσεις που καλούνται να πάρουν για την επαγγελματική τους σταδιοδρομία (στο Γενικό ή στο Επαγγελματικό Λύκειο θα φοιτήσω; ποια ομάδα προσανατολισμού μου ταιριάζει; πώς θα συμπληρώσω το μηχανογραφικό μου;). Τους βοηθούν με την Ατομική Συμβουλευτική, τις ενημερωτικές ημερίδες για το εκπαιδευτικό σύστημα, τις βιωματικές ομάδες που διοργανώνουν, τις Ημέρες Σταδιοδρομίας που συντονίζουν, τις Ημέρες Επαγγελματικού Προσανατολισμού που υλοποιούν και με μια σειρά άλλων δράσεων που εκπονούν. Όλες οι δράσεις παρέχονται δωρεάν, οι γονείς δεν χρειάζεται να πληρώσουν ούτε να σκεφτούν πόσες φορές τα παιδιά τους θα επισκεφτούν τα ΚΕΣΥΠ, αφού δεν υπάρχει χρηματικό αντίτιμο, όπως στα ιδιωτικά κέντρα.
Η πρόταση του Υπουργείου για συνένωση των ΚΕΣΥΠ με τα ΚΕΔΔΥ (Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης Διάγνωσης και Υποστήριξης), τους ΣΣΝ (Συμβουλευτικός Σταθμός Νέων) και τα ΚΕΠΛΗΝΕΤ (Κέντρο Πληροφορικής και Νέων Τεχνολογιών) που δέχονται καθημερινά πολλά αιτήματα, στα οποία ανταποκρίνονται – κυρίως όσον αφορά στα ΚΕΔΔΥ – μετά από μεγάλο διάστημα, θα μειώσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες εφόσον υλοποιηθεί με λογικές «εξοικονόμησης πόρων». Η επισκεψιμότητα των μαθητών/τριών των απομακρυσμένων περιοχών στην ενοποιημένη δομή θα συρρικνωθεί, λόγω απόστασης και εάν μειωθεί ο αριθμός των στελεχών των ΚΕΣΥΠ, θα ελαχιστοποιηθούν και οι δράσεις τους, αφού δεν θα στοχεύουν πλέον στους μαθητές μιας περιοχής, αλλά μιας ολόκληρης Διεύθυνσης.
Με την συνένωση των συγκεκριμένων δομών, οι δωρεάν παρεχόμενες υπηρεσίες Επαγγελματικού Προσανατολισμού θα μειωθούν και οι γονείς θα προσφύγουν – εάν έχουν την οικονομική δυνατότητα (;)– σε ιδιωτικά κέντρα.
Ως Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων μαθητών Ελλάδας (ΑΣΓΜΕ) πιστεύoντας στην αναγκαιότητα του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού και τις παρεχόμενες υπηρεσίες των υπολοίπων δομών καθώς και των σχετικών δράσεων που διενεργούνται στα Γυμνάσια και Λύκεια της χώρας, μετά την πρόταση του Υπουργείου Παιδείας για τις Δομές Εκπαιδευτικού Έργου, ζητούμε τη διατήρηση και διεύρυνση των Κέντρων Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού (ΚΕΣΥΠ) καθώς επίσης και των ΚΕΔΔΥ, των ΣΣΝ και των ΚΕΠΛΗΝΕΤ και όχι την ενοποίηση τους σε μια δομή. Οι μαθητές κι οι μαθήτριες των Γυμνασίων και Λυκείων χρειάζονται τις δομές αυτές. Με δημόσιο χαρακτήρα και περιεχόμενο αντίστοιχο με τις ανάγκες. Κι όχι «κρισάρες» σκληρής ταξικής επιλογής σε όφελος των κάθε λογής συμφερόντων των λίγων.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.alfavita.gr/arthron/anakoinoseis/asgme-psifisma-gia-tin-synenosi-ton-domon-kesyp-keddy-ssn-kai-keplinet#ixzz5AqxIXcp1
Follow us: @alfavita on Twitter | alfavita.gr on Facebook
Η αποτελεσματική λειτουργία των δομών ΣΕΠ στη δημόσια εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη δεξιοτήτων όπως η λήψη απόφασης, μπορεί να υποστηρίξει το έργο του σχολείου όσον αφορά την προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών (π.χ. ανάπτυξη αυτογνωσίας) και να ενισχύσει τους δεσμούς σχολείου και κοινωνίας. Σε μια εποχή που οι απαιτήσεις της αγοράς εργασίας στο ελληνικό αλλά στο διεθνές περιβάλλον μεταβάλλονται με ταχύτατους ρυθμούς, η εκπαίδευση αποτελεί έναν από τους ισχυρότερους μηχανισμούς για την ανταπόκριση των χωρών στις σύγχρονες οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και των ατόμων και των κοινωνιών στις ανάγκες για ικανοποίηση των βιοποριστικών αναγκών τους καθώς και των αναγκών τους για προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική ανάπτυξη.
Παρά τη γενικότερη αναγνώριση που έχει διεθνώς ο θεσμός της Συμβουλευτικής και του Επαγγελματικού Προσανατολισμού, στη χώρα μας λειτουργεί αποσπασματικά και στο περιθώριο του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Παράλληλα παρά τη διαπιστωμένη ανάγκη του κοινού για παροχή υπηρεσιών Συμβουλευτικής, οι δομές του στο πλαίσιο του δημόσιου σχολείου δεν έτυχαν της αναμενόμενης προσοχής από την Πολιτεία όσον αφορά στην οργάνωση και την υποστήριξή τους, τον καθορισμό της στοχοθεσίας και του πλαισίου λειτουργίας τους. Αποκορύφωμα της αντιμετώπισης αυτής ήταν η αναστολή της λειτουργίας των ΓΡΑ.ΣΥ. της χώρας το 2010, η κατάργηση των ΓΡΑ.ΣΕΠ, η υπολειτουργία των ΚΕ.ΣΥ.Π. και η κατάργηση του μαθήματος του Επαγγελματικού Προσανατολισμού στο Λύκειο. Για την αποτελεσματική λειτουργία του θεσμού της Συμβουλευτικής και του Επαγγελματικού Προσανατολισμού εντός του εκπαιδευτικού συστήματος, απαιτείται η ανάπτυξη μητρώου ειδικών επιμορφωμένων Συμβούλων–Εκπαιδευτικών, καθώς και η καθιέρωση του μαθήματος στο Λύκειο (πρότζεκτ) καθώς και η αναβάθμισή του στο Γυμνάσιο( βιωματικές δράσεις) με την ανάθεσή του σε εξειδικευμένους-ειδικά επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς. Τέλος απαιτείται η ενημέρωση του κοινού αλλά και των εκπαιδευτικών σχετικά με τις δυνατότητες συνεργασίας και το ρόλο των ΚΕΣΥΠ καθώς και η διερεύνηση της επαναλειτουργίας των δομών που καταργήθηκαν ή είναι σε αναστολή λειτουργίας(ΓΡΑΣΕΠ,ΓΡΑΣΥ) .
Η αποτελεσματική λειτουργία των δομών της Συμβουλευτικής και του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην ενημέρωση και υποστήριξη των μαθητών/τριών και των οικογενειών τους όσον αφορά τις επιλογές τους για σπουδές και επαγγελματική ανάπτυξη, να ενισχύσει την ενημέρωση και υποστήριξη των σχολικών μονάδων όσον αφορά σε θέματα διαχείρισης συμπεριφοράς καθώς και σε θέματα πολιτισμικών, κοινωνικών ή άλλων διαφορών, να συμβάλει στην προβολή της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και να αναβαθμίσει το ρόλου του Λυκείου όσον αφορά την προετοιμασία των νέων για την ενήλικη ζωή τους, να συνδέσει την εκπαίδευση με την αγορά εργασίας, υποστηρίζοντας όχι μόνο τις ανάγκες τους για επαγγελματική και για προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη αλλά και για επιχειρηματική κουλτούρα. Με την έννοια αυτή, η επιχειρηματικότητα θα αποτελεί εναλλακτική διαδικασία δυναμικής προσαρμογής αλλά και αξιοποίησης των ιδιαίτερων συνθηκών, που ορθώνονται μπροστά μας. Έτσι θα αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες και θα τις μετατρέπουμε σε δημιουργικές ευκαιρίες και εναλλακτικές προκλήσεις.
Έπειτα από μεγάλο χρονικό διάστημα, κάποιος (ή κάποιοι) που κατά την παρούσα στιγμή βρίσκεται σε θέση λήψης αποφάσεων, είτε κατάφερε να σκεφτεί διαφορετικά είτε έκανε τον κόπο να διαβάσει κάποιες από τις πολύ σοβαρές εκθέσεις πεπραγμένων ορισμένων ΚΕΔΔΥ της χώρας, τα οποία και παραθέτουν σε αυτές ένα τρόπο λειτουργίας εντελώς διαφορετικό από αυτόν που θεσμοθετούσε ο οικείος ιδρυτικός Νόμος. Όπως φαίνεται, έτσι ή άλλως, προχώρησε στη διατύπωση μιας πρότασης που, παρ’ όλα τα διοικητικής σημασίας προβλήματα που εμφανώς παρουσιάζει (όπως συνήθως συμβαίνει στην πραγματικότητα του ελληνικού δημοσίου τομέα), αποτελεί μια σοβαρή απόπειρα αν όχι να γίνει κάτι «καλό», θα λέγαμε, τουλάχιστον, να πάψει να γίνεται το «κακό» του σήμερα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 (και μάλλον για λόγους επί το πλείστον συντεχνιακούς, ας μας επιτραπεί) ιδρύονται τα ΚΔΑΥ (νυν ΚΕΔΔΥ). Το ιδρυτικό τους κείμενο, «υπακούοντας» σε μια οπτική, ήδη εντελώς παρωχημένη για τα ευρωπαϊκά δρώμενα του 2000, επιλέγει να ιεροποιήσει-καθιερώσει τη διαδικασία της «αξιολόγησης» των μαθητών, και για το λόγο αυτό επιστρατεύει το «άνθος» του επιστημονικού δυναμικού συναφών επαγγελματικών πεδίων, που μάλιστα είχε αρχίσει να παράγεται «μαζικά» πλέον, κατά την εποχή εκείνη, στην χώρα μας.
Αν και ο στόχος δημιουργίας τους υπήρξε η αποφυγή της «ιατρικοποίησης» της εκπαίδευσης, μετά πάροδο σχεδόν εικοσαετίας, η εικόνα των ΚΕΔΔΥ της χώρας κάνει σήμερα να ωχριούν ακόμα και τα εξωτερικά ιατρεία των μεγαλύτερων δημόσιων αθηναϊκών νοσοκομείων, και ας με συγχωρήσουν οι κατά πλειοψηφία εξαιρετικοί και άοκνοι ιατροί που προσφέρουν εκεί τις υπηρεσίες τους. Αρκεί κάποιος μάλιστα να είχε παρατηρήσει τους χώρους αναμονής των ΚΕΔΔΥ, ώστε να αντιληφθεί από το ύφος των ταλαίπωρων γονέων ότι, τελικά, αυτό που υποτίθεται ότι έπρεπε να αποφευχθεί, υπήρχε πλέον εγκατεστημένο, παρών και ισχυρό : «τι έχει το παιδί μου (γιατρέ μου…), ήρθα να μου πείτε τι έχει, βλέπω ότι κάτι δεν πάει καλά, εσείς θα βρείτε τι έχει, για να ξέρουμε!».
Και βέβαια, το παιδί «έπασχε». Το ΚΕΔΔΥ, παγιδευμένο στην ίδια του τη «σύλληψη», και καταλήγοντας σιγά-σιγά να λειτουργεί άοκνα ως ένα καλο-γρασαρισμένο εργοστάσιο παραγωγής «γνωματεύσεων», «έβρισκε», σίγουρα, τι «έχει» το παιδί. Το έβρισκε με ακρίβεια, με επιστημοσύνη, με αποδείξεις, με στοιχεία «αδιάσειστα», καθότι απόρροια των άτεγκτων αριθμητικών δεδομένων που προέκυπταν από τις διάφορες «τυπικές» και «άτυπες» («ιερές» για όλους, γονείς, εκπαιδευτικούς, και λοιπούς επαγγελματίες) αξιολογήσεις που λάβαιναν χώρα στα γραφεία των ειδικών.
Και έτσι όπως το παιδί «έπασχε», άρχισε να εγκαθίσταται αργά αλλά σταθερά μια βεβαιότητα που οδηγούσε όλους εκείνους που κινούνταν γύρω από το παιδί να υιοθετούν ως «μοιραία», φυσικά, την αντίληψη, θέση και στάση ότι «αυτά» τα παιδιά δεν μπορούν εκείνο, «αυτά» τα παιδιά δεν έχουν τη δυνατότητα για το άλλο, «αυτά» τα παιδιά πρέπει μόνον έτσι… «αυτά» τα παιδιά πάσχουν μέσα τους, τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για να αλλάξουν… όλοι συμπάσχοντες… και όλοι «προστατευμένοι» πίσω από αυτή τη «λυπηρή» διαπίστωση-γνωμάτευση… Αλλά και (βάσει της προσωπικής μας εμπειρίας) όλοι κατά ένα τρόπο ικανοποιημένοι, από τη στιγμή που ήταν πλέον δυνατό να έχουν στην κατοχή τους, φυλαγμένο με περισσή φροντίδα και επιμέλεια στους κόλπους των σχολικών αρχείων, το «ιερό» αυτό χαρτί της διάγνωσης. Τόσο δε «ιερό», που λάγχανε ακριβώς της ίδιας τύχης με αυτήν του ευαγγελίου στα εικονοστάσια: όλοι το «προσκυνούσαν», ελάχιστοι όμως το έπαιρναν στα χέρια τους για να το διαβάσουν!
Τα τεχνικά και διοικητικά προβλήματα της υπερ-Δομής που σχεδιάζεται φαίνεται να είναι πολλά, η λειτουργία τέτοιων υπερ-Δομών είναι πάντα δύσκολη και γι’ αυτό πλέον αποφεύγεται. Όμως, όταν υπάρχουν σοβαρότερα ζητήματα, τα οικονομικά δηλαδή εν προκειμένων, που κατευθύνουν και οριοθετούν σε σημαντικό βαθμό τους άξονες δράσεις μιας νομοθετικής εξουσίας, ορισμένα «προφανή» αποτελούν «πολυτέλειες»… ζούμε σε ένα φτωχό, ίσως και πτωχευμένο, κράτος, πρέπει να το έχουμε υπόψη μας ως όρο της οποιασδήποτε συλλογιστικής θα επιχειρήσουμε. ¨Όχι για να υποταχτούμε, αλλά για να περισώσουμε ρεαλιστικά ό,τι μπορεί να περισωθεί, προκειμένου να λειτουργήσουμε προς όφελος του επιστημονικού πεδίου και του επαγγελματικού αντικειμένου που είναι το δικό μας, ήτοι, προς όφελος του ανθρώπου.
Και βέβαια, αν ζητηθεί η γνώμη των ανθρώπων που θα εργάζονται στις υπερ-Δομές αυτές, σίγουρα θα ακουστούν σπουδαίες προτάσεις για τη λύση των περισσότερων από τα ζητήματα αυτά.
Όμως, η τραγικότητα της ενοχοποίησης του παιδιού για τα πάθη μιας ολόκληρης κοινωνικο-οικονομικο-πολιτιστικής οργάνωσης, αυτής των τελευταίων 40 χρόνων στη χώρα μας, ήταν ώρα να λήξει.
Το εξαιρετικό δυναμικό των ΚΕΔΔΥ, ακολουθώντας τις καλές πρακτικές που είναι ήδη καταγεγραμμένες στις εκθέσεις πεπραγμένων ορισμένων από αυτά, όπως ήδη αναφέραμε αρχικά, είναι ώρα να προαχθεί και να αξιοποιηθεί, ώστε να υποστηριχθούν το τραυματισμένο και στιγματισμένο παιδί, ο αμήχανος και σε σύγχυση γονέας, αλλά και ο αβοήθητος και εγκαταλελειμμένος συχνά δάσκαλος, στο μοναδικό φυσικό χώρο συνάντησης και συνδιαλλαγής τους, δηλαδή το ΣΧΟΛΕΙΟ.
Ίσως με τη νέα αυτή πρόταση, να δίνεται μια κάποια ευκαιρία στο ανθρώπινο δυναμικό, που με εντιμότητα επιχειρεί και θα συνεχίσει να επιχειρεί να «θεραπεύει» (υπό την αρχική έννοια της λέξης, ήτοι, αυτήν της φροντίδας με επιμέλεια) το επαγγελματικό του αντικείμενο, μια ευκαιρία να ανοικοδομήσει ένα πλαίσιο λειτουργικής διαπραγμάτευσης των τριών «μερών», μια ευκαιρία να εγκαταλείψει επιτέλους τη δυσλειτουργική, παρωχημένη και ιδιαίτερα καταπονητική για όλους εκείνους που την έχουν «εμπειρευτεί», διαδικασία αξιολόγησης in vitro και, άρα, ίσως μια ευκαιρία να οργανώσει μια δύσκολη αλλά ζωντανή, από τη φύση της, διαδικασία παρέμβασης in vivo.
Μεταξύ των αρμοδιοτήτων που θα ασκούν τα Κ.Ε.Σ.Υ. είναι και ο σχεδιασμός και η υλοποίηση επιμορφωτικών δράσεων, σε συνεργασία με τα ΠΕ.Κ.Ε.Σ. και τα Κ.Ε.Α. [παρ.2, περ.δ, γγ]. Όμως κανένας εκπαιδευτικός από αυτούς που θα πλαισιώνουν το Κ.Ε.Σ.Υ., δεν έχει εξειδίκευση-κατάρτιση στην Εκπαίδευση για την Αειφορία ή στην περιβαλλοντική εκπαίδευση ή στην υγεία ή στον πολιτισμό[άρθ.9, παρ.1].
Αυτονόητα γεννώνται και τα εξής ερωτήματα:
1. Τί είδους δράσεις και σε τί είδους γνωστικά ή παιδαγωγικά αντικείμενα, θα αφορούν αυτές οι από κοινού μεταξύ τριών διαφορετικών δομών, δράσεις-επιμορφώσεις;
2. Ποιός θα έχει την ευθύνη, το συντονισμό, την οργάνωση και την υλοποίηση αυτών των δράσεων(το ΠΕΚΕΣ, το ΚΕΣΥ, τα ΚΕΑ);
3. Ποιά μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας θα αφορούν αυτές οι δράσεις (μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικούς κτλ.);
4. Σε ποιούς χώρους θα υλοποιούνται οι δράσεις, όταν σε άλλο σημείο είναι τα ΚΕΑ, σε άλλο τα ΚΕΣΥ και αλλού τα ΠΕΚΕΣ;
Ως σήμερα τα ΚΠΕ ανταποκρίνονταν με επιτυχία στον επιμορφωτικό ρόλο τους στα θέματα της εκπαίδευσης για την αειφορία. Είχαν παιδαγωγική και επιστημονική επάρκεια και αυτονομία, διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές, είναι γρήγορα και αποτελεσματικά ως προς την υλοποίηση αυτών των δράσεων, αφού ο σχεδιασμός και η οργάνωση τους γίνεται από την Παιδαγωγική Ομάδα αφουγκραζόμενη πάντα και τις ανάγκες της εκπαιδευτικής κοινότητας. Μάλιστα στις νέες αρμοδιότητες των ΚΕΑ, θα περιλαμβάνονται και αυτές των Συμβούλων Σχολικών Δραστηριοτήτων. Συνεπώς τα ΚΕΑ θα γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες επιμόρφωσης της εκπαιδευτικής κοινότητας.
ΠΡΟΤΑΣΗ: Είναι αναγκαία η διατήρηση της αυτονομίας των ΚΕΑ στον σχεδιασμό επιμορφωτικών δράσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ο διαμοιρασμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των τριών δομών(ΠΕΚΕΣ, ΚΕΣΥ, ΚΕΑ), η επικάλυψη καθηκόντων, η πολυπλοκότητα, η γραφειοκρατία, η μείωση της ταχύτητας και της ευελιξίας στο σχεδιασμό και την οργάνωση, θα δυσχεραίνουν ως και θα καθιστούν αναποτελεσματικό το επιμορφωτικό έργο των ΚΕΑ.
παρ. 1: Αποστολή των Κ.Ε.Σ.Υ. είναι η υποστήριξη των σχολικών μονάδων και Ε.Κ. της περιοχής ευθύνης τους, καθώς και των μαθητών για τη διασφάλιση ισότιμης πρόσβασης (να τροποποιηθεί με αυτή τη διατύπωση.
Παρ. 2. Οι αρμοδιότητες που ασκούν τα Κ.Ε.Σ.Υ. για την επίτευξη της αποστολής τους έχουν εκπαιδευτικό προσανατολισμό και είναι ιδίως, οι ακόλουθες:
α) Σε επίπεδο διερεύνησης, αξιολόγησης, διάγνωσης και γνωμάτευσης των εκπαιδευτικών, συναισθηματικών, ψυχοκοινωνικών και άλλων αναγκών (να τροποποιηθεί με αυτή τη διατύπωση).
Λαμβάνοντας υπόψιν το Ν.2817/2000 (ΚΔΑΥ), το Ν.3699/2008 (ΚΕΔΔΥ) και την ίδρυση των ΕΔΕΑΥ (315/2014) θα ανέμενε κανείς ένα νομοθέτημα που εξελικτικά θα ανταποκρινόταν στις σύγχρονες εκπαιδευτικές, ψυχοκοινωνικές, επιστημονικές και οικονομικές ανάγκες των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των οικογενειών τους αξιοποιώντας στο μέγιστο τη δράση, την εμπειρία, τα νέα επιστημονικά δεδομένα και τη γνώση των προηγούμενων ετών. Αντί αυτού βρισκόμαστε ενώπιον ενός νομοθετήματος με πολλές ασάφειες, αοριστίες και επαναλήψεις που εγείρουν τα εξής ερωτήματα:
Ποιος θα κάνει διάγνωση; Ποιος θα κάνει διαφοροδιάγνωση; Σε ποια «έγκυρη», «αξιόπιστη» διάγνωση θα κληθεί το ΚΕΣΥ να δώσει εκπαιδευτική παρέμβαση και να αξιολογηθεί για τα αποτελέσματα της; Γιατί η αρμοδιότητα διερεύνησης Μαθησιακών Δυσκολιών στις ως τώρα ΕΔΕΑΥ (όπου υπάρχουν) ανατίθεται και στα ΚΕΣΥ εκδίδοντας αντί γνωματεύσεων αξιολογικές εκθέσεις;
Τελικά Θα έχει διάγνωση στα ΚΕΣΥ?
Και θα έχει και δεν θα έχει απ’ ό,τι φαίνεται.
Κάποιοι (από ιατροπαιδαγωγικά και με τη βοήθεια ίσως της ελεύθερης αγοράς) θα έχουν. Και κάποιοι φτωχότεροι, μετανάστες, μακριά από αστικά κέντρα ή με ηπιότερες (π.χ. δυσλεξία) ή όχι τόσο ορατές
δυσικανότητες (π.χ. κατάθλιψη, φοβία, μετατραυματικό στρες), οι οποίοι δεν θα ενοχλούν και στο μάθημα, δεν θα έχουν. Και φυσικά δεν θα έχουν δικαίωμα σε υποστήριξη.
Γιατί δεν προβλέπεται θέση στελέχους Συντονιστή ΕΕΠ; Γιατί αποδυναμώνονται – καταργούνται ειδικότητες από τα νέα ΚΕΣΥ που θα έπρεπε να εγγυώνται την διεπιστημονική υποστήριξη των αναγκών του μαθητή; Γιατί αποδυναμώνεται η διεπιστημονικότητα στην εκπαιδευτική παρέμβαση και ποια παρέμβαση (εκπαιδευτική ή άλλη ) είναι αποτελεσματική αν χάσει τον διεπιστημονικό της χαρακτήρα;
Πως θα καλυφτούν όλες οι νέες αρμοδιότητες των ΚΕΣΥ όταν είναι υποστελεχωμένα και δεν προβλέπονται έξοδα μετακίνησης; Η εμπειρία των ΚΕΔΔΥ δείχνει ότι χρειάζεται στελέχωση με περισσότερο μόνιμο προσωπικό ώστε να καλυφτούν ουσιαστικά οι αυξημένες πλέον αρμοδιότητες των ΚΕΣΥ και να μη μείνουν μόνο ευχολόγια.
Αποστολή των ΚΕΣΥ είναι η στήριξη των σχολικών μονάδων (άρθρο 7, παρ,1). Γιατί ο νομοθέτης φεύγει από την εξατομικευμένη προσέγγιση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών του μαθητή για να εστιάσει στο εκπαιδευτικό σύστημα; Γιατί δεν αναφέρεται πλέον η ειδική αγωγή πουθενά στον νέο νόμο; Αγνοείται πλέον το εύρος, το βάθος και η φύση των προβλημάτων των σημερινών μαθητών (αύξηση αυτισμού, ΔΕΠ-Υ, σοβαρών διαταραχών συμπεριφοράς και ψυχικής υγείας, της ενδοοικογενειακής, κοινωνικής και σχολικής βίας). Γιατί δεν αναφέρεται πουθενά η παράλληλη στήριξη μαθητών που για πολλά χρόνια βοήθησε στην ενταξιακή διαδικασία;
Από ποια επιστημονική ομάδα υπογράφεται το νέο νομοθέτημα; Γιατί δεν αξιοποιείται η επιστημονική γνώση και εμπειρία των ΚΕΔΔΥ καθώς και της πανεπιστημιακής και εκπαιδευτικής κοινότητας; Και ποια συμπερίληψη πετυχημένη είναι αυτή όταν το νέο νομοθέτημα προσανατολίζεται σε μια εκπαίδευση «για όλους και για κανέναν»;
Θεωρώ ότι χρειάζεται μια πρόβλεψη για την κάλυψη των οδοιπορικών εξόδων των μελών του ΚΕΣΥ, ώστε να μπορούν να εξυπηρετήσουν ανάγκες πληθυσμού που ζουν σε απομακρυσμένες από την κεντρική δομή περιοχές. Σε πολλούς νομούς οι αποστάσεις μεταξύ κέντρου και περιφέρειας είναι πολύ μεγάλες και η οικονομική επιβάρυνση των εργαζομένων του ΚΕΣΥ δεν είναι καθόλου αμελητέα, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη ότι ένα μεγάλο ποσοστό αιτημάτων προέρχεται από τέτοιου είδους περιοχές. Επίσης, είναι σημαντική η κάλυψη του ΚΕΣΥ σε υλικοτεχνική δομή (π.χ. ψυχομετρικά εργαλεία και αξιολογικές δοκιμασίες).
Είναι λάθος να μην συμπεριληφθεί η ειδικότητα ΠΕ 11 Ειδικής Αγωγής στη στελέχωση των νέων υποστηρικτικών και διαγνωστικών δομών της εκπαίδευσης. Η διαφοροδιάγνωση και ο σχεδιασμός της παρέμβασης για την άρση των δυσκολιών των μαθητών σύμφωνα με την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα και πρακτική συμπεριλαμβάνει και τον τομέα της κίνησης. Επίσης πολλές αδυναμίες των μαθητών μας οφείλονται ή έχουν τα αίτιά τους και σε κινητικές δυσλειτουργίες. Από τα παραπάνω λίγα συμπεραίνει την αναγκαιότητα. Σε αντίθετη περίπτωση η διάγνωση και η παρέμβαση θεωρούνται και είναι ελλιπείς.
Δεν μπορεί να γίνεται αναφορά στη διαφοροποιημένη παιδαγωγική όταν οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν επιμορφωθεί στις αρχές αυτές.