- Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού - http://www.opengov.gr/ypepth -

3. Ενίσχυση του διεθνούς χαρακτήρα και της διεθνούς παρουσίας των ιδρυμάτων, σε άμεση σύνδεση με το νέο πρότυπο ανάπτυξης της χώρας: ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τη διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης

Διαχρονικά, η Ελλάδα  αποτέλεσε χώρα εξαγωγής μεγάλου αριθμού φοιτητών. Η Πολιτεία αδυνατούσε να ανταποκριθεί στη μεγάλη ζήτηση για ανώτατη εκπαίδευση. Σήμερα, η ελληνική ανώτατη εκπαίδευση είναι ένα από τα πλέον εκτεταμένα και ανοικτά συστήματα ανώτατης εκπαίδευσης στον κόσμο. Επιτρέπει την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση σε περισσότερους από 2 στους 3 νέους κάθε γενιάς. Τον τελευταίο χρόνο, προσφερόμενες και χρηματοδοτούμενες θέσεις εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση παρέμειναν κενές, καθώς δεν ανταποκρίνονται στις προτιμήσεις και επιδιώξεις των αποφοίτων του λυκείου μας.

Η μεγάλη ανάπτυξη της ανώτατης εκπαίδευσης τις τελευταίες δεκαετίες είχε, επίσης, ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του αριθμού των Ελλήνων που σπουδάζουν στο εξωτερικό σε προπτυχιακό επίπεδο[1] [1]. Η ζήτηση πλέον για σπουδές στο εξωτερικό αφορά πρωτίστως τις μεταπτυχιακές σπουδές και την απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων με διεθνή χαρακτήρα[2] [2]. Τέτοιες γνώσεις και δεξιότητες, αναζητά με αυξανόμενο ρυθμό και η σύγχρονη αγορά εργασίας, η οικονομία και η διοίκηση. Τέτοιες θέσεις εργασίας αναμένεται και στο μέλλον να δημιουργηθούν σε διεθνώς ανταγωνιστικές επιχειρήσεις και τομείς της οικονομίας.

Την ίδια στιγμή, οι δυνατότητες για σπουδές με διεθνή χαρακτήρα και για την ανάπτυξη διαπολιτισμικών γνώσεων και δεξιοτήτων επικοινωνίας και συνεργασίας, που προσφέρουν τα ευρωπαϊκά προγράμματα ανταλλαγών φοιτητών, δεν αξιοποιούνται επαρκώς και εξίσου από όλα τα ελληνικά ιδρύματα, τα τμήματα, και τους  φοιτητές τους. Παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα τις τελευταίες δύο δεκαετίες (π.χ. ίδρυση και λειτουργία Γραφείων Διεθνών Σχέσεων, κ.ά.), ο βαθμός συμμετοχής των ελληνικών ιδρυμάτων και των φοιτητών τους σε αυτά τα προγράμματα συνεργασίας και ανταλλαγών εκπαιδευτικού προσωπικού και φοιτητών παραμένει συνολικά χαμηλός. Η μέχρι σήμερα αποσπασματική εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πιστωτικών Μονάδων, αλλά και τα αυστηρά δομημένα προγράμματα σπουδών των ιδρυμάτων περιορίζουν την την κινητικότητα των φοιτητών και την αναγνώριση περιόδων σπουδών σε ιδρύματα του εξωτερικού.

Αντίθετα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες η διεθνής κινητικότητα φοιτητών και επιστημόνων αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό άλλα και σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα ελληνικά ιδρύματα όμως προσελκύουν πολύ μικρό αριθμό φοιτητών και επιστημόνων από άλλες χώρες, ενώ την ίδια στιγμή, σημαντικός αριθμός Ελλήνων επιστημόνων επιλέγει πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα άλλων χωρών. Τα ελληνικά ιδρύματα, η ελληνική οικονομία και η διοίκηση στερούνται τις πολύτιμες γνώσεις και ικανότητες επιστημονικού δυναμικού με διεθνείς γνώσεις και δεξιότητες. Η τάση αυτή φαίνεται μάλιστα να εντείνεται στην τρέχουσα δυσχερή οικονομική συγκυρία.

Τα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα έχουν πολλές δυνατότητες να συμβάλουν στη μεταβολή της Ελλάδας από χώρα εξαγωγής σε χώρα εισαγωγής φοιτητών και υψηλής ποιότητας επιστημόνων από άλλες χώρες. Έχουν σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα – πολλά από τα οποία δεν αξιοποιούνται πλήρως – ώστε να μεταβληθούν σταδιακά σε διεθνή κέντρα εκπαίδευσης και πολιτισμού, ικανά να προσελκύουν ανθρώπινο δυναμικό υψηλών ικανοτήτων από ολόκληρο τον πλανήτη.

Τα εκπαιδευτικά και αναπτυξιακά οφέλη από το άνοιγμα των ελληνικών ιδρυμάτων στον κόσμο είναι σημαντικά για τα ιδρύματα, το επιστημονικό τους προσωπικό, τους φοιτητές, την ελληνική οικονομία, αλλά και γενικότερα την ελληνική κοινωνία, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Το διεθνές κύρος και ο σεβασμός στο επιστημονικό προσωπικό της χώρας θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο. Οι δυνατότητές τους για διεθνή δικτύωση και ανάπτυξη εκπαιδευτικών και ερευνητικών συνεργασιών θα διευρυνθούν. Οι φοιτητές θα ευνοηθούν από την ανάπτυξη σύγχρονων γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων στη διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία και από τη φοίτησή τους σε εκπαιδευτικά ιδρύματα με διεθνή παρουσία, ποιότητα και αναγνώριση. Οι διεθνείς εκπαιδευτικές και ερευνητικές συνεργασίες των ιδρυμάτων θα έχουν ευεργετικά αποτελέσματα όχι μόνο για την συνεχή βελτίωση της ποιότητας των ελληνικών ιδρυμάτων και την ενίσχυση του διεθνούς ακαδημαϊκού τους κύρους αλλά και για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας, ενώ παράλληλα θα αποτρέψει τάσεις διαρροής πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού με υψηλή εξειδίκευση, ικανότητες και δημιουργικότητα από τη χώρα.

Η διεθνής παρουσία των ελληνικών ιδρυμάτων δεν είναι σήμερα ικανοποιητική. Αντανακλάται στις θέσεις που καταλαμβάνουν στα διεθνή συστήματα κατάταξης των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Η διάδοση και η επιρροή αυτών των συστημάτων κατάταξης σε παγκόσμιο επίπεδο είναι αναμφισβήτητη. Αναμφισβήτητες είναι και οι ουσιαστικές αδυναμίες τους, ως αξιόπιστων δεικτών ακαδημαϊκής ποιότητας, καθώς και οι κίνδυνοι από την άκριτη χρήση τους. Ορισμένες από τις πραγματικές αυτές αδυναμίες αναμένεται να περιοριστούν από το υπό διαμόρφωση σύστημα κατάταξης του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης.[3] [3] Η θέση των ελληνικών ιδρυμάτων στο νέο ευρωπαϊκό σύστημα κατάταξης απαιτείται να είναι περίοπτη.

Στον διάλογο για τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση προτείνουμε τη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης και συνεκτικής στρατηγικής για διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης ως ένα από τους τρεις κεντρικούς άξονες της εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση. Με τη στρατηγική αυτή επιδιώκουμε να οικοδομήσουμε ιδρύματα:

Στην υλοποίηση της στρατηγικής αυτής συνεργούν οι περισσότερες από τις αλλαγές που προτείνουμε. Χρειάζονται όμως και περισσότερα. Ανακεφαλαιώνοντας, για τη στρατηγική διεθνοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης προτείνουμε τα ακόλουθα:


[1] [4] Βλέπε OECD Education at a glance, 2000, 2009.

[2] [5] Στοιχεία από το Higher Education Statistical Agency, Great Britain.

[3] [6] Βλ. “U-Multirank Project ‘Design and Testing the Feasibility of a Multi-dimensional Global University Ranking’”, Interim Progress Report, CHERPA Network, November 2010, και “U-Map: The European Classification of Higher Education Institutions”, CHEPS, January 2010.