1. Πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί κάθε υπαίτια παράβαση υπηρεσιακών καθηκόντων και υποχρεώσεων του προσωπικού του Ν.Π.Ι.Δ., καθώς και κάθε υπαίτια πράξη ή παράλειψη που αντίκειται στην υπηρεσιακή τάξη και πειθαρχία ή είναι επιζήμια στη δράση και στο κύρος του Ν.Π.Ι.Δ.. Ο υπαίτιος τιμωρείται με τις διατάξεις του παρόντος Οργανισμού.
2. Η δίωξη και τιμωρία του πειθαρχικού παραπτώματος αποτελεί υπηρεσιακό καθήκον.
3. Πειθαρχικά παραπτώματα αποτελούν τα εξής :
α) η απαίτηση ή η αποδοχή δώρων ή αμοιβών ή κάθε φύσης ωφελημάτων ή και ανάλογων υποσχέσεων από τους συναλλασσόμενους με το Ν.Π.Ι.Δ., από εν γένει επισκέπτες στο Ισλαμικό Τέμενος Αθηνών και από πρόσωπα των οποίων ο υπάλληλος διαχειρίζεται ή πρόκειται να διαχειριστεί υποθέσεις τους,
β) η χρησιμοποίηση της ιδιότητας του ως υπαλλήλου του Ν.Π.Ι.Δ. ή πληροφοριών που κατέχει λόγω της υπηρεσίας ή της θέσης του, για εξυπηρέτηση συμφέροντος κάθε μορφής και φύσης του ιδίου ή τρίτου,
γ) η αδικαιολόγητη απουσία, η κατ’ εξακολούθηση βραδεία προσέλευση ή η πρόωρη αποχώρηση και η παράλειψη ενημέρωσης του προϊσταμένου που ελέγχει την τήρηση του ωραρίου,
δ) η αμέλεια και η πλημμελής ή μη έγκαιρη εκπλήρωση οφειλόμενης υπηρεσίας,
ε) η απείθεια στις εντολές ή τις οδηγίες των Προϊσταμένων, περί τα υπηρεσιακά θέματα και της Διοίκησης γενικότερα, καθώς και η άρνηση ή παρέκκλιση εκτέλεσης εργασίας,
στ) η παράβαση των αρχών της εχεμύθειας και της αμεροληψίας,
ζ) η απρεπής συμπεριφορά του υπαλλήλου προς τους Προϊσταμένους του και τους συναδέλφους,
η) η αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη διαγωγή εντός και εκτός υπηρεσίας, καθώς θίγεται το κύρος του Ν.Π.Ι.Δ.,
θ) η αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη διαγωγή κατά την διάρκεια των ωρών λειτουργίας του Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών και της τέλεσης Θρησκευτικών Τελετών,
ι) η φθορά λόγω ασυνήθιστης χρήσης, η εγκατάλειψη ή η παράνομη χρήση πράγματος το οποίο ανήκει στο Ν.Π.Ι.Δ.,
ια) η παράβαση καθήκοντος κατά τον ποινικό κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους,
ιβ) η αδικαιολόγητη άρνηση προσέλευσης για εξέταση ή κατάθεση ενώπιον υπηρεσιακού οργάνου που διενεργεί προανάκριση ή ανάκριση ή ενώπιον πειθαρχικού συμβουλίου,
ιγ) η προσβολή της θρησκευτικής ελευθερίας,
ιδ) η διατάραξη της θρησκευτικής ειρήνης,
ιετ) η επαγγελματική απασχόληση κατά τη διάρκεια εκπαιδευτικής άδειας με ή χωρίς αποδοχές,
ιστ) η σοβαρή απείθεια,
ιζ) η άρνηση σύμπραξης, συνεργασίας, χορήγησης στοιχείων ή εγγράφων κατά τη διεξαγωγή έρευνας, επιθεώρησης ή ελέγχου από τις αρμόδιες κάθε φορά Αρχές ή υπηρεσίες,
ιη) η παράβαση προσωπικού απορρήτου, ιδιαιτέρως δε του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, και η παροχή σε τρίτους από πρόθεση ή από αμέλεια των στοιχείων και κωδικών πρόσβασης στα κτήρια, τα πληροφοριακά συστήματα και τους πόρους του Ν.Π.Ι.Δ.,
ιθ) η παράλειψη ανάρτησης ή η πλημμελής ανάρτηση πράξεων που προβλέπονται από την παρ. 4 του άρθρου 2 του Ν 3861/2010, όπου αυτό απαιτείται, και η μη εφαρμογή των περί απλούστευσης των διαδικασιών και καταπολέμησης της γραφειοκρατίας διατάξεων,
κ) η κατάχρηση εξουσίας σε βάρος υφισταμένου,
κα) η παρενόχληση, ηθική, απλή και σεξουαλική του προσωπικού ή τρίτων που επισκέπτονται το κτίριο του Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών.
κβ) πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται άρνηση αναγνώρισης του Συντάγματος ή έλλειψη αφοσίωσης στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία,
κγ) η αδικαιολόγητα μη έγκαιρη σύνταξη ή η σύνταξη μεροληπτικής έκθεσης αξιολόγησης ή η σύνταξη έκθεσης με κρίσεις ή χαρακτηρισμούς που δεν εξειδικεύονται με αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων,
κδ) η παραβίαση της αρχής της ισότητας, των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία,
κε) η σύναψη στενών κοινωνικών σχέσεων με πρόσωπα, με αφορμή το χειρισμό θεμάτων αρμοδιότητας του υπαλλήλου από την αντιμετώπιση των οποίων εξαρτώνται ουσιώδη συμφέροντα των προσώπων αυτών
κστ) η άμεση ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχή σε δημοπρασία την οποία διενεργεί επιτροπή, μέλος της οποίας είναι ο υπάλληλος, ή όταν η επιτροπή αυτή υπάγεται στην αρχή της οποίας ο υπάλληλος υπηρετεί.
4. Η ύπαρξη αμετάκλητης δικαστικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου ή αμετάκλητου βουλεύματος δεσμεύει το πειθαρχικό όργανο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος.