Στην παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 2074/1992 (Α΄ 128) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 42 του ν. 4403/2016 προστίθενται περιπτώσεις δ) και ε), ως εξής :
«δ) Η ετήσια διάθεση των εγγεγραμμένων πιστώσεων στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Διά Βίου Μάθησης που αναφέρονται στους σκοπούς και στα προγράμματα που αφορούν τον Τομέα Νεολαίας και, ειδικότερα, οι πιστώσεις που διατίθενται σε νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου και φορείς που αναφέρονται στο σχετικό εγκεκριμένο Τεχνικό Δελτίο Έργου Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων με κωδικό 2014ΣΕ53600001 και τίτλο «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑ» (π.κ. 9436003) π.κ. 1994ΣΕ03600000, γίνεται με τη διαδικασία δημόσιας ανοικτής πρόσκλησης προς ενδιαφερόμενους φορείς για υποβολή προτάσεων επιχορήγησης. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται ετησίως οι προτεραιότητες της Γενικής Γραμματείας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Διά Βίου Μάθησης στον τομέα της Νεολαίας, η ακριβής διαδικασία, ο κύκλος προθεσμιών για την υποβολή των αιτήσεων, καθώς και ο τρόπος αξιολόγησης αυτών. Με όμοια απόφαση συστήνεται ειδική επιτροπή αξιολόγησης αιτήσεων, στην οποία καθορίζονται λεπτομερώς τα μέλη και οι αναπληρωτές αυτών, καθώς και οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις των μελών για την αξιολόγηση των αιτήσεων ανά περίοδο αξιολόγησης, όπως ορίζεται στη σχετική δημόσια ανοικτή πρόσκληση».
«ε) Δυνατότητα υποβολής αιτήσεων για επιχορήγηση από τις εγκεκριμένες πιστώσεις Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων του Έργου που αναφέρεται στην περ. δ) δίνεται και στους φορείς που αναφέρεται στο ν. 4430/2016 (Α΄ 205) με την προϋπόθεση υλοποίησης προγραμμάτων που αφορούν στον τομέα της Νεολαίας και είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται στο ν. 4430/2016».
Δε θα μπορούσα να μη συμφωνήσω με το σχόλιο αυτό. Τα παιδιά που στη χώρα μας δεν θέλουν ή δεν μπορούν να ακολουθήσουν ανώτατη παιδεία, έχουν, όσο περνάει ο καιρός, όλο και λιγότερες επιλογές από τη δημόσια παιδεία. Ο λόγος είναι ξεκάθαρα οικονομικός. Το κόστος ανά έτος ανά μαθητή στην τεχνική εκπαίδευση είναι μεγαλύερο από της γενικής παιδείας και το πολιτκό κόστος της εκάστοτε περικοπής μικρότερο, επειδή στη χώρα μας η τεχνική παιδεία θεωρείται ακόμα «δεύτερη», για όσους «δεν τα παίρνουν».
Θέλω να αναφερθώ, όπως και μία σειρά ακόμα σχολιαστές, στα άρθρα 51 και 52 των προτεινόμενων αλλαγών του παρόντος νομοσχεδίου. Το άρθρο 51 ορίζει ανώτατο όριο ηλικίας εγγραφής στα πρωινά ΕΠΑ.Λ τα 17 έτη με γνώμονα την αποφυγή φαινομένων εκφοβισμού. Από την 25ετή εμπειρία μου, τόσο σε πρωινά ΕΠΑ.Λ όσο και σε απογευματινά και εσπερινά ΕΠΑ.Λ, είναι ξεκάθαρο ότι όσο μεγαλύτεροι είναι οι μαθητές τόσο περισσότερο λειτουργούν σαν εξισορροπιστικοί παράγοντες στην σχολική κοινότητα και μάλλον εξομαλύνουν παρά δημιουργούν καταστάσεις εκφοβισμού ή βίας. Είναι εξάλλου καθημερινότητα για μας οι πιο ήσυχες τάξεις να είναι αυτές της Γ΄ λυκείου με τα προβλήματα να εντοπίζονται κυρίως στην Α΄τάξη.
Τα τελευταία χρόνια είχαμε πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες φοιτούσαν στην ίδια σχολική μονάδα γονείς και παιδιά. Η παρουσία των γονέων, όπως και μεγαλύτερων σε ηλικία μαθητών ήταν συχνά εξαιρετικά υποβοηθητική για τους εκπαιδευτικούς, αλλά και για την ενημέρωση του υπολοίπου συλλόγου γονέων και κηδεμόνων αναφορικά με τυχόν προβλήματα συμπεριφοράς ή άλλων θεμάτων της σχολικής ζωής. Είναι συνεπώς εντελώς αβάσιμος αυτός ο ισχυρισμός για την υιοθέτηση ενός τέτοιου περιορισμού.
Η πιθανή απάντηση στον ηλικιακό περιορισμό είναι η εγγραφή των μαθητών σε Εσπερινά ΕΠΑ.Λ. Αν όμως ο μαθητής δεν εργάζεται αποδεδειγμένα (ΕΡΓΑΝΗ) δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να εγγραφεί σε εσπερινό σχολείο. Ήδη έχουμε προβλήματα εγγραφής μαθητών που εργάζονται με κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο και δεν δηλώνονται για να μην αναφερθούμε στην πληθώρα εργαζομένων ανασφάλιστων νέων. Μήπως έχει παταχθεί η ανασφάλιστη εργασία και δεν πήραμε χαμπάρι; Μήπως ζούμε σε μια κοινωνία ευμάρειας στην οποία κανένα παιδί (και ενήλικος βέβαια) δεν υποχρεώνεται να δουλεύει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες προκειμένου να επιβιώσει;Για να μην αναφερθούμε στην έλλειψη εσπερινών ΕΠΑ.Λ σε πολλές περιοχές, ούτε στην δυσκολία μετακίνησης των μαθητών μετά τις 10.30 μ.μ στην καλύτερη περίπτωση.
Αναφορικά τώρα με το άρθρο 52 ο περιορισμός της ηλικίας συνεχίζει να ισχύει (17 έτη) για την εγγραφή των μαθητών στην Β΄τάξη ΕΠΑ.Λ με τον προφανή στόχο να αποκλειστούν οι απόφοιτοι γενικού λυκείου που θέλουν να πάρουν ειδικότητα μετά το πέρας των σπουδών τους στο γενικό λύκειο. Γιατί αυτός ο αποκλεισμός; Εφόσον οι μαθητές δεν πέρασαν σε κάποια ανώτατη σχολή ποιος είναι ο δρόμος που ανοίγεται μπροστά τους από πλευράς κατάρτισης ή εξειδίκευσης; Τα ΔΙΕΚ; Μα τα ΔΙΕΚ έχουν τόσους περιορισμούς στην λειτουργία τους που πρακτικά διώχνουν τους μαθητές αφού, και για να αναφέρω έναν μόνο από τους περιορισμούς, δεν γνωρίζουν από την αρχή ούτε ποιο τμήμα θα λειτουργήσει. Άρα οι μαθητές ανακατευθύνονται αυτόματα στα Ιδιωτικά ΙΕΚ, τα οποία είναι πάντα εκεί πρόθυμα να δεχτούν μαθητές. Καλώς υπάρχουν και εξυπηρετούν κι αυτά το σκοπό τους αρκεί να έχεις να τα πληρώσεις.
Αποκλείονται όμως και οι απόφοιτοι ΕΠΑ.Λ, οι οποίοι μέχρι σήμερα μπορούσαν να ξαναφοιτήσουν είτε στην Γ΄ τάξη για απόκτηση δεύτερου τίτλου σπουδών της ίδιας ειδικότητας, είτε στην Β΄τάξη για απόκτηση άλλης ειδικότητας (συνήθως συμπληρωματικής της πρώτης). Γιατί; Δεν είναι κοινό μυστικό ότι μας λείπουν τεχνίτες;
Είναι φανερό ότι οι λόγοι είναι οικονομικοί και μόνο. Το μεγαλύτερο κόστος ανά μαθητή στα ΕΠΑ.Λ τα καθιστά συνεχώς στόχο όλων των εκάστοτε εκπαιδευτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων χωρίς κανείς να ενδιαφέρεται τελικά για το «καλό» των μαθητών και των μετέπειτα επαγγελματιών.
Εμείς όμως που εργαζόμαστε τόσα χρόνια στην επαγγελματική εκπαίδευση ζητάμε αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και ει δυνατόν αύξηση των μαθητών μας. Όχι για την εξασφάλιση των θέσεων εργασίας μας, αλλά γιατί απλούστατα μια κοινωνία δεν λειτουργεί μόνο με κατόχους πανεπιστημιακών τίτλων από τη μια και ανειδίκευτους από την άλλη. Οι κοινωνικές συνθήκες τα τελευταία χρόνια έχουν δείξει περίτρανα ότι ο μέσος εργαζόμενος θα χρειαστεί να αλλάξει δουλειά και καριέρα τουλάχιστον δυο φορές κατά την διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής. Αν λοιπόν το κράτος μέσω της δημόσιας παιδείας δεν βοηθήσει τους πολίτες του προς αυτήν την κατεύθυνση θα βρεθεί να πληρώνει περισσότερα στα ταμεία ανεργίας και σε κάθε μορφής αρωγή, από τους φόρους που δυνάμει θα έπρεπε να εισπράττει από το εργαζόμενο κομμάτι της κοινωνίας. Ή μήπως ήδη συμβαίνει αυτό;