1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών διεξάγει υποχρεωτικά πειθαρχική ανάκριση. Κατ` εξαίρεση δεν είναι υποχρεωτική η ανάκριση στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτουν από τον φάκελο κατά τρόπο αναμφισβήτητο,
β) όταν ο φοιτητής ομολογεί με την απολογία του κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτησης ότι διέπραξε το πειθαρχικό παράπτωμα,
γ) όταν έχει προηγηθεί ανάκριση ή προανάκριση σύμφωνα με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για ποινικό αδίκημα που αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα.
2. Η πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται από μέλος Δ.Ε.Π. που επιλέγεται από τον κοσμήτορα της οικείας σχολής ή τον πρόεδρο του τμήματος. Περατώνεται εντός μηνός από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής απόφασης του πειθαρχικού συμβουλίου στο πρόσωπο που τη διενεργεί, ο οποίος μπορεί να ζητήσει, με πλήρως αιτιολογημένη αίτηση του, παράταση της προθεσμίας αυτής. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου φοιτητή εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ο οποίος ορίζεται από τον ενεργούντα την ανάκριση.
3. Ανακριτικές πράξεις είναι:
α) η αυτοψία,
β) η εξέταση μαρτύρων,
γ) η πραγματογνωμοσύνη,
δ) η εξέταση του διωκομένου.
4. Για την ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από όσους συνέπραξαν. Αν κάποιος από τους μάρτυρες είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υπογράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναμία να υπογράψει, γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση.