1. Η πειθαρχική δίωξη φοιτητή αρχίζει με την έγγραφη κλήση σε προηγούμενη ακρόαση (απολογία) του πειθαρχικώς διωκόμενου ενώπιον του αρμόδιου ανά περίπτωση πειθαρχικού οργάνου.
2. Η πειθαρχική δίωξη δεν αναστέλλεται λόγω εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας, εκτός αν το πειθαρχικό συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά. Για όσο χρονικό διάστημα αναστέλλεται η πειθαρχική δίωξη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, αναστέλλεται και η παραγραφή του παραπτώματος. Δεύτερη πειθαρχική δίωξη για το ίδιο παράπτωμα είναι απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου ή εκκρεμοδικίας. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται, εάν ο φοιτητής δεν κληθεί σε προηγούμενη ακρόαση (απολογία). Η κλήση σε απολογία γίνεται εγγράφως. Το σχετικό έγγραφο περιγράφει με σαφή και ορισμένο τρόπο τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν το πειθαρχικό παράπτωμα και παραθέτει τις διατάξεις που το τυποποιούν καθώς και τις προβλεπόμενες για αυτό ποινές. Στον φοιτητή παρέχεται εύλογος χρόνος για την προετοιμασία της υπεράσπισής του. Ο φοιτητής έχει δικαίωμα να παρίσταται με συνήγορο και να προτείνει μάρτυρες υπεράσπισης. Αν ο φοιτητής δεν κατανοεί την ελληνική γλώσσα, λαμβάνεται μέριμνα για τη μετάφραση των σημαντικότερων εγγράφων της διαδικασίας σε γλώσσα που κατανοεί και για την παροχή σε αυτόν διερμηνέα.
3. Με την εμφάνιση του διωκόμενου ενώπιον του αρμόδιου οργάνου, του ανακοινώνονται προφορικώς και γραπτώς η πειθαρχική κατηγορία που του αποδίδεται, καθώς και το σχετικό αποδεικτικό υλικό. Στον ελεγχόμενο επιτρέπονται η επισκόπηση του αποδεικτικού υλικού και η χορήγηση αντιγράφων. Του χορηγείται προθεσμία για απολογία, η οποία μπορεί να παραταθεί.
4. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος. Σε κάθε άλλη περίπτωση η απόφαση του ποινικού δικαστηρίου συνεκτιμάται στην πειθαρχική δίκη.
5. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φοιτητών λαμβάνει αποφάσεις κατά πλειοψηφία. Στην περίπτωση πειθαρχικής απόφασης περί ενοχής του διωκομένου που έχει ληφθεί κατά πλειοψηφία, όλα τα μέλη του ψηφίζουν για την ποινή που επιβάλλεται. Λευκή ψήφος ή αποχή από την ψηφοφορία δεν επιτρέπεται. Η ισοψηφία λειτουργεί υπέρ του διωκομένου.
Με ένα κείμενο μικρότερο από κανονισμό πολυκατοικίας, στο άρθρο 17 επιχειρείται η επέκταση του ποινικού κώδικα δια της πλαγίας και εφαρμογής του από την εκπαιδευτική κοινότητα από τα πιο κάτω άρθρα του παρόντος. Στο παρόν ο νομοθέτης πλέον δοκιμάζεται στα νερά της αυθαιρεσίας.
Αν και ορθώς μια πειθαρχική διαδικασία δεν πρέπει να αναστέλλεται από μια ποινική εκκρεμοδικία, ταυτόχρονα προκαλεί έκπληξη ένα πειθαρχικό όργανο να δύναται να κρίνει για την ενοχή ενός προσώπου διαφορετικά από ένα ποινικό δικαστήριο. Πέρα από την αντικειμενική υπόσταση του παραπτώματος, το πειθαρχικό όργανο πρέπει να δεσμεύεται και από απαλλακτικές και αθωωτικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων πλην τυχόν παραγραφών.
Στην παράγραφο 5 πρέπει να διαγραφεί η προτελευταία πρόταση που απαγορεύει την αποχή και την λευκή ψήφο, και να προστεθεί ο χαρακτηρισμός της απόλυτης για την απαιτούμενη πλειοψηφία της απόφασης.