Αρχική Πολιτική συμμετοχή ομογενών και αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα και μακροχρόνια στην ΕλλάδαΆρθρο 1Σχόλιο του χρήστη Eda Gemi | 1 Ιανουαρίου 2010, 20:05
Υπουργείο Εσωτερικών Σταδίου 27, Αθήνα 10183 Τηλ.:2131364000, Email: info@ypes.gr email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@ypes.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αποτελεί ιστορική στιγμή για όλους μας: έλληνες και αλλοδαποί, το γεγονός ότι για πρώτη φορά στα 20 χρόνια μεταναστευτικής εμπειρίας, θεμελιώνετε το δικαίωμα πολιτικής συμμετοχής και εκπροσώπησης στους δημοκρατικούς θεσμούς, καθώς και η δυνατότητα πρόσβασης στη διαδικασία πολιτογράφησης - με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους για τη 2η γενιά - για το 10% (περίπου) του πληθυσμού της Ελλάδας. Ωστόσο η βασική μεταρρυθμιστική τομή που επιφέρει, κατά την άποψή μου, το συγκεκριμένο ν/σ έγκειται στην μετατροπή της διαδικασίας απόδοσης της ελληνικής ιθαγένειας από πολιτική (και αναιτιολόγητη) σε διοικητική διαδικασία (άρθρο 8, παραγ. 2) υποχρεώνοντας έτσι το εκάστοτε Υπ. Εσωτερικό να αιτιολογήσει την απόφασή του σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας - όπως άλλωστε συμβαίνει στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε. Όμως, η ιστορία τώρα αρχίζει. Πολλές χώρες με δομημένους θεσμούς και μακροχρόνια εμπειρία στη συνύπαρξη με τον «άλλο», το διαφορετικό έχουν αποτύχει στο να εντάσσουν κοινωνικά τους μετανάστες. Κατ' επέκταση η απόδοση της ιθαγένειας και των πολιτικών δικαιωμάτων από μόνα τους δεν αποτελούν πανάκεια για την ουσιαστική κοινωνική ένταξη. Ακριβώς διότι ο όρος αυτός συνεπάγεται ισότιμη και ενεργή κοινωνική και πολιτική συμμετοχή (και όχι κατ' επίφαση) σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής, άρση των διακρίσεων και φαινομένων ρατσισμού και επιπλέον τη διαμόρφωση μίας «κουλτούρας» αποδοχής και συμβίωσης με τον «άλλο». Στο σημείο αυτό, ο διαπαιδαγωγικός ρόλος της πολιτικής και του πολιτικού λόγου - ιδιαίτερα στη περίπτωση της Ελλάδος - μπορεί να αποτελέσει βασικό μέσο για τη διαμόρφωση της συγκεκριμένης κουλτούρας και των αντίστοιχων τάσεων και στάσεων ως προς το μεταναστευτικό. Από την άλλη, παρά τη μεγάλη δομική σημασία αυτού εγχειρήματος, προσωπικά θα χαρακτήριζα το ν/σ συγκρατημένα προοδευτικό και με τάσεις αναδίπλωσης ιδιαίτερα όσον αφορά την έκταση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι σε τοπικό επίπεδο. Ουσιαστικά, ο αποκλεισμός του μετανάστης από τα αξιώματα: Δημάρχου, Αντιδημάρχου και Προέδρου του Δ.Σ, αποτελεί καθαρή πράξη διάκρισης. Υπό αυτήν την έννοια, η πολιτεία επιμένει να εξετάζει τον μετανάστης ως αντικείμενο του νομού αντί για ενεργό υποκείμενο με ανεξάρτητη και αυτόβουλη παρουσία στο δημόσιο βίο. Επιπλέον, η διαδικασία πολιτογράφησης (για τη πρώτη γενιά) παραμένει χρονοβόρα και αναπαράγει τις δαιδαλώδεις γραφειοκρατική διαδικασίες (2 χρόνια). Εάν συνυπολογίσουμε και το υπέρογκο παράβολο (1000 ευρώ) θεωρώ ότι η πολιτεία επιμένει σε εισπρακτικές και αποτρεπτικές ως προς την πρόσβαση στην ιθαγένεια πρακτικές. Σκεφτείτε, απλά, μια 4μελή οικογένεια θα χρειαστεί 4.000 ευρώ (συν τις υπόλοιπες δαπάνες που επιβάλει η γραφειοκρατία) μόνο για παράβολα. Κατ' αυτόν τον τρόποι, η πολιτογράφηση μετατρέπεται σε αντικείμενο «εξαγοράς» και «συναλλαγής» μεταξύ του εν δυνάμει πολίτη (μετανάστη) και της πολιτείας. Επίσης, ο νομοθέτης δεν λαμβάνει υπόψη τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και τις επιμέρους διαφορές μεταξύ των μεταναστευτικών ομάδων που δικαιούνται πρόσβασης στη διαδικασία πολιτογράφησης. Έτσι, κάποιες μεταναστευτικές ομάδες έχουν έντονα χαρακτηριστικά κοινοτισμού, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται έντονη διάδραση με την ελληνική κοινωνία. Αυτό αφορά ιδιαίτερα τη χρήση και το επίπεδο της ελληνικής γλώσσας και τις κοινωνικές συναναστροφές με την υπόλοιπη κοινωνία. Κατ’επέκταση, σύμφωνα με την λογική του νόμου κάποιες ομάδες μεταναστών ουδέποτε θα μπορέσουν να πολιτογραφηθούν.