Αρχική Διαδικτυακά Μέσα Ενημέρωσης και ΕπικοινωνίαςΚείμενο ΣχολιασμούΣχόλιο του χρήστη Βασίλης Σωτηρόπουλος | 24 Οκτωβρίου 2010, 10:46
Υπουργείο Εσωτερικών Σταδίου 27, Αθήνα 10183 Τηλ.:2131364000, Email: info@ypes.gr email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@ypes.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Τα δύο Υπουργεία δημοσιεύουν το σύντομο κείμενο με την πρόθεσή τους για έναρξη δημόσιας διαβούλευσης, επειδή προφανώς η αμηχανία εκκινεί από την μεθοδολογία που θα πρέπει να ακολουθηθεί για την ίδια τη διοργάνωση του σχετικού διαλόγου κράτους – πολίτη. Αρχικά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το κείμενο σχολιασμού θέτει μια σειρά ζητημάτων, τα οποία δεν μπορούν να συζητηθούν όλα μαζί. Περισσότερη σύγχυση θα προκαλέσει η ταυτόχρονη συζήτηση της ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζόμενων σε διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης δημοσιογραφικών οργανισμών μαζί με ένα θέμα όπως λ.χ. το αγγελιόσημο και τους κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να επιβληθούν στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Δικτύωσης, παρά λύση στα συγκεκριμένα προβλήματα. Πρέπει να γίνει ένας κάθετος διαχωρισμός ανάμεσα στους επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης κι επικοινωνίας αφενός και στους απλούς χρήστες των Υπηρεσιών Κοινωνικής Δικτύωσης αφετέρου. Διότι είναι διαφορετικά τα συμφέροντα των δημοσιογράφων/συμβούλων επικοινωνίας/υπεύθυνων ύλης/κλπ από τα δικαιώματα του κάθε πολίτη που χρησιμοποιεί τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Δικτύωσης, όπως είναι το twitter, το facebook, αλλά και τα blogs. Συνεπώς, θα ειναι μεθοδολογικό σφάλμα να γίνουν αυτές οι συζητήσεις μαζί, διότι αναπόφευκτα θα δημιουργηθούν πολλαπλά ζητήματα ορθής επιλογής των θεσμικών συνομιλητών. Προέχει λοιπόν ο διαχωρισμός των ζητημάτων που ανακύπτουν από τη χρήση του Διαδικτύου ως μέσου ενημέρωσης και επικοινωνίας, με γνώμονα τα επιδιωκόμενα συμφέροντα του κάθε κλάδου. Ο διαχωρισμός των ζητημάτων σε θεματικές ενότητες, θα πρέπει να οδηγήσει αναγκαστικά στην έναρξη διαφορετικών φόρουμ διαβούλευσης. Είναι άλλο το ζήτημα του αγγελιόσημου, άλλο το ζήτημα της υπαγωγής ή μη στον νόμο περί Τύπου, άλλο το ζήτημα της ευθύνης του Φορέα παροχής υπηρεσίας κοινωνίας της πληροφορίας, άλλο η εισαγωγή της διαδικτυακής δεοντολογίας ως ένα minimum περιεχόμενο στους Όρους Χρήσης των Φορέων παροχής υπηρεσίας κοινωνίας της πληροφορίας και άλλο το ζήτημα της εξέτασης της νομοθεσίας περί άρσης του απορρήτου. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνυται η δημιουργία θεματικών Ομάδων Εργασίας, ολιγομελών, οι οποίες θα οργανώσουν τον διάλογο κάθε ενότητας. Οι Ομάδες δεν θα υποκαταστήσουν τη συμμετοχή των φορέων, αλλά θα λειτουργήσουν περισσότερο ως οργανωτικές γραμματείες για την συλλογή και τη ζύμωση των απόψεων. Εξυπακούεται ότι θα πρέπει να υπάρχει κι ένας Συντονιστής των Ομάδων Εργασίας, που θα παρεμβαίνει για να εναρμονίζει την εξέλιξη του κάθε θεματικού διαλόγου, παρακολουθώντας οριζόντια τα πορίσματα και το σημείο στο οποίο βρίσκεται ο διάλογος κάθε Ομάδας. Ακόμη όμως και πριν από την δημιουργία των Ομάδων Εργασίας, θα πρέπει να τεθούν τα ζητήματα σε κάθε κλάδο συμφερόντων της διαδικτυακής ενημέρωσης κι επικοινωνίας. Πρέπει δηλαδή να ξεκινήσουμε από τα δεδομένα που έχουμε ήδη μπροστά μας, σε επίπεδο τεχνικής, σε επίπεδο επιχειρηματικών εφαρμογών, σε επίπεδο νομοθεσίας - νομολογίας και ως προς τις διαφαινόμενες προοπτικές, ώστε να εντοπιστούν απολύτως συγκεκριμένες παράμετροι που αποτελούν τους θύλακες που θα κληθεί να καλύψει η δημόσια διαβούλευση. Θα πρέπει να γίνει λοιπόν ανάθεση θεματικών μελετών πριν ακόμα από την σύσταση των Ομάδων Εργασίας, ώστε οι Ομάδες να ξεκινήσουν από τα δεδομένα και να αρχίσουν την διερεύνηση των ζητουμένων. Σε κάθε περίπτωση, ήδη η αναζήτηση της μεθοδολογίας για ένα τόσο σύνθετο πλέγμα ζητημάτων αποκαλύπτει και ένα πολύ πιο δομικό κενό: την ανάγκη θέσπισης συγκεκριμένων κανόνων για τη διενέργεια των δημόσιων διαβουλεύσεων. Τέτοια κανονιστικά πλαίσια υπάρχουν ήδη σε μεμονωμένους κλάδους, όπως οι τηλεπικοινωνίες. Εφόσον θέλουμε η δημόσια διαβούλευση να γίνει μια θεσμική κατάκτηση, θα πρέπει οι κανόνες της να διατυπωθούν ρητά και να αποτελέσουν έναν Κώδικα Δημόσιων Διαβουλεύσεων.