Αρχική Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/33/ΕΕΆρθρο 07 – (Άρθρα 8 έως 11 Οδηγίας 2013/33/ΕE) – Κράτηση και εγγυήσεις κράτησης για αιτούντες διεθνή προστασίαΣχόλιο του χρήστη Ιωάννης Αβρανάς | 27 Οκτωβρίου 2016, 13:00
Άρθρο 7 (άρθρα 8 έως 11 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ) – Κράτηση και εγγυήσεις κράτησης για αιτούντες διεθνή προστασία Στα ως άνω αναφερόμενα τρία πρώτα άρθρα της Οδηγίας (άρθρα 8, 9 και 10) τίθενται οι βασικές προϋποθέσεις, οι αναγκαίες συνθήκες και οι απαιτούμενες εγγυήσεις, στην περίπτωση των οποίων η κράτηση των αιτούντων διεθνούς προστασίας δύναται να εφαρμοστεί σε συμφωνία με τις επιταγές της Οδηγίας για την υποδοχή των αιτούντων. Στο άρθρο 11 γίνεται ειδική αναφορά στις επιπρόσθετες εγγυήσεις προστασίας που απαιτούνται στην περίπτωση της κράτησης ευάλωτων ατόμων και αιτούντων με ειδικές ανάγκες υποδοχής, κατά την έννοια του άρθρου 2§ια και του άρθρου 21 της Οδηγίας. Δεδομένου ότι το προτεινόμενο σχέδιο δεν εισηγείται καμία τροποποίηση ή βελτίωση των όσων ισχύουν σύμφωνα με το τρέχον, εθνικό νομοθετικό πλαίσιο αναφορικά με το ζήτημα της κράτησης των αιτούντων διεθνή προστασία, αλλά περιορίζεται σε απλή αναφορά στην ισχύουσα εθνική νομοθεσία, με παραπομπή στο άρθρο 46 του ν4375/2016 – το οποίο επικαλείται ονομαστικά τα επίμαχα άρθρα της Οδηγίας και κατά συνέπεια οφείλει να τα λαμβάνει υπόψη – το αποτέλεσμα είναι η διατήρηση της ισχύος των συγκεκριμένων διατάξεων. Παρατηρήσεις: α. Κράτηση ανηλίκων Σύμφωνα με τις διατάξεις του επίμαχου άρθρου του ν4375/2016, οι αναφορές στην περίπτωση της κράτησης ανηλίκων είναι οι ακόλουθες: «(Οι αρμόδιες αρχές) Αποφεύγουν την κράτηση των ανήλικων. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κατά κανόνα δεν κρατούνται […] Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από την οικογένεια τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται χωριστά από ενήλικους κρατουμένους […]Σε περίπτωση κράτησης ανηλίκων, αυτοί έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών και των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων που αρμόζουν στην ηλικία τους και απρόσκοπτη πρόσβαση στην εκπαίδευση» . Κατ’ αντιστοιχία με τις ως άνω διατάξεις του ν4375/2016, στην παράγραφο 2 του άρθρου 11 της Οδηγίας, αναφέρεται: «Οι ανήλικοι τίθενται υπό κράτηση μόνο σε έσχατη ανάγκη και εφόσον αποδειχθεί ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά άλλα εναλλακτικά, λιγότερο περιοριστικά μέτρα. Η εν λόγω κράτηση είναι όσο το δυνατόν συντομότερη και καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για την απελευθέρωση των κρατούμενων ανηλίκων και για την τοποθέτησή τους σε κατάλληλα για ανηλίκους καταλύματα». Οι διατυπώσεις του προτεινόμενου σχεδίου δε συνιστούν κατά την κρίση μου ένα πλαίσιο που παρέχει τις απαιτούμενες εγγυήσεις προστασίας των ευάλωτων προσώπων και δη των ανηλίκων, ασυνόδευτων και μη, για το διάστημα που τελούν υπό κράτηση, όπως τίθενται μάλιστα υπό το πρίσμα των σχετικών διατάξεων της Οδηγίας. Στην περίπτωση των διατάξεων που αφορούν στην κράτηση ανηλίκων εν γένει, υφίσταται απόκλιση σημαντική μεταξύ της αποφυγής κράτησης (ν4375/2016) και εκείνης που εφαρμόζεται μόνο σε έσχατη ανάγκη (Οδηγία), όπως επίσης μεταξύ μιας καθιερωμένης πρακτικής που συνίσταται στην αποφυγή της κράτησης (ν4375/2016) και μιας απαιτούμενης προϋπόθεσης τεκμηρίωσης της αδυναμίας εφαρμογής άλλων ευνοϊκότερων μέτρων (Οδηγία) προκειμένου να είναι επιτρεπτή η λήψη της σχετικής απόφασης. β. Κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων Στις προβλέψεις του εδαφίου β της παραγράφου 10 του άρθρου 46 του ν4375/2016, όπου παραπέμπει η τρέχουσα διατύπωση του άρθρου 7 του προτεινόμενου σχεδίου, πλέον όσων επισημάνθηκαν στην περίπτωση των ανηλίκων (σημείο α), αναφέρονται τα κάτωθι: «Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ασυνόδευτοι ανήλικοι οι οποίοι υποβάλλουν αίτηση διεθνούς προστασίας ενόσω κρατούνται βάσει των σχετικών διατάξεων των ν3386/2005 και 3907/2011, παραμένουν υπό κράτηση ως έσχατη λύση και για μόνο λόγο την ασφαλή παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανηλίκων. Η κράτηση επιβάλλεται αποκλειστικά για τον αναγκαίο χρόνο μέχρι την ασφαλή παραπομπή τους και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 25 μέρες. Σε περίπτωση που, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, όπως η σημαντική αύξηση της εισόδου ασυνόδευτων ανηλίκων, και που, παρά τις εύλογες προσπάθειες των αρμόδιων αρχών δεν έχει καταστεί εφικτή η ασφαλής παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας, η κράτηση μπορεί να παραταθεί για διάστημα 20 ημερών». Κατ’ αντιστοιχία, στην αντίστοιχη πρόβλεψη της Οδηγίας (άρθρο 11§3), αναφέρεται: «Ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για την απελευθέρωση των κρατούμενων ασυνόδευτων ανηλίκων το συντομότερο δυνατόν. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι δεν κρατούνται ποτέ σε σωφρονιστικά καταστήματα. Στους ασυνόδευτους ανηλίκους παρέχεται κατά το δυνατόν κατάλυμα σε ιδρύματα τα οποία διαθέτουν προσωπικό και εγκαταστάσεις που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες προσώπων της ηλικίας τους», και το επίμαχο σημείο της ως άνω παραγράφου, σύμφωνα με το πρωτότυπο κείμενο της Οδηγίας: «Unaccompanied minors shall never be detained in prison accommodation» Σύμφωνα με την κατανόησή μου, η διατύπωση του προτεινόμενου σχεδίου συγκρούεται ευθέως, επί της ουσίας με τη σχετική πρόβλεψη της Οδηγίας. Η ένστασή μου αφορά επί της έλλειψης συγκεκριμένης περιγραφής των συνθηκών των χώρων κράτησης ή άλλων προδιαγραφών (ειδικές συνθήκες που καθιστούν έναν χώρο κατάλληλο για κράτηση ανηλίκων, σε αντιδιαστολή με εκείνες των σωφρονιστικών καταστημάτων), οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για την εφαρμογή αυτής της εξαιρετικής πρόβλεψης που καταστατικά στοχεύει στην προστασία των ασυνόδευτων παιδιών. Σε κάθε περίπτωση, τη στιγμή που η ομάδα των ανηλίκων αποτελεί μία ειδική ομάδα (από άποψη ευαλώτου και αναγκών προστασίας) στο πλαίσιο της συγκεκριμένης Οδηγίας, εκτιμάται πως απαιτείται ειδική μνεία ως προς το ενδεχόμενο κράτησης επί του επίμαχου άρθρου του προτεινόμενου σχεδίου (άρθρο 7) και κυρίως ως προς τις ειδικές προϋποθέσεις που ουσιαστικά θα προσδιορίσουν το είδος των κατάλληλων δομών προς εφαρμογή αυτής της εξαιρετικής πρόβλεψης. Υπό μια άλλη οπτική, το παρόν σχέδιο δίνει μια ευκαιρία συμπλήρωσης και, ενδεχομένως, διόρθωσης της προσπάθειας ενσωμάτωσης των συγκεκριμένων διατάξεων της Οδηγίας με το άρθρο 46 του ν4375/2016, ειδικά όσον αφορά στη δυνατότητα, στις προϋποθέσεις και στις συνθήκες κράτησης ευάλωτων ομάδων. Ο δυνητικός κίνδυνος που απορρέει από τη διατήρηση των συγκεκριμένων διατάξεων του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου, ο οποίος καθίσταται αντιληπτός εάν ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα της πρακτικής εφαρμογής αυτών κατά την τρέχουσα περίοδο, συνίσταται στο ενδεχόμενο γενικευμένης χρήσης της σχετικής πρόβλεψης στο σύνολο των χώρων κράτησης, άνευ των απαιτούμενων ειδικών προϋποθέσεων με άλλα λόγια, δεν αναγνωρίζεται το ζητούμενο διάκρισης μεταξύ κατάλληλων και ακατάλληλων χώρων για την εφαρμογή αυτής της εξαιρετικής διάταξης. γ. Κράτηση ευάλωτων ατόμων και αιτούντων με ειδικές ανάγκες υποδοχής Η μόνη αναφορά του άρθρου 46 του ν4375/16 ως προς τη γενική κατηγορία των ευάλωτων ατόμων ή αιτούντων με ειδικές ανάγκες υποδοχής είναι η ακόλουθη: «Η κράτηση του αιτούντος διεθνή προστασία συνιστά λόγο επιτάχυνσης της διαδικασίας ασύλου, λαμβανομένης υπόψη της, τυχόν, έλλειψης κατάλληλων χώρων και των δυσχερειών εξασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης των τελούντων σε κράτηση. Οι δυσχέρειες αυτές καθώς και η ευαλωτότητα των αιτούντων κατά το άρθρο 14 παράγραφος 8 του παρόντος συνεκτιμώνται για την επιβολή ή την παράταση της κράτησης». Περαιτέρω, ως ειδική αναφορά σε επιμέρους ευάλωτες ομάδες, πέραν όσων αναφέρθηκαν στα σημεία α & β, στο ίδιο άρθρο του ν4375/2016 γίνονται οι εξής αναφορές: «(Οι αρμόδιες αρχές) Μεριμνούν ώστε οι γυναίκες να κρατούνται σε χώρο χωριστά από τους άντρες και για τον επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των οικογενειών που κρατούνται», «(Οι αρμόδιες αρχές) Αποφεύγουν την κράτηση γυναικών κατά τη διάρκεια της κύησης και για τρεις μήνες μετά τον τοκετό». Ωστόσο, στις διατάξεις του ως άνω άρθρου του ν4375/2016 δε συμπεριλαμβάνονται οι ειδικές εγγυήσεις της Οδηγίας που αφορούν στην τακτική παρακολούθηση και υποστήριξη των ευάλωτων προσώπων, όπως αυτές διατυπώνονται στο επίμαχο άρθρο 11§1: «Σε περίπτωση κράτησης ευάλωτων ατόμων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τακτική παρακολούθηση και επαρκή υποστήριξη λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη κατάστασή τους, συμπεριλαμβανομένης της υγείας τους». Ως προς την κράτηση οικογενειών, ζήτημα το οποίο περιλαμβάνεται ως περίπτωση στα δύο νομικά κείμενα, αναφέρεται στον ν4375/2016: «(Οι αρμόδιες αρχές) Μεριμνούν […] για τον επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των οικογενειών που κρατούνται». Η αντίστοιχη διατύπωση στο άρθρο 11§4 της Οδηγίας είναι η εξής: «Στις οικογένειες υπό κράτηση παρέχεται χωριστό κατάλυμα το οποίο εξασφαλίζει επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής». Προτάσεις 1. Η αιτιολογική βάση της πρακτικής που αφορά στην κράτηση των παιδιών εξαντλείται στην παροχή της απαραίτητης προστασίας. Εξάλλου, η πρακτική αυτή επιβάλλεται, ελλείψει άλλων λιγότερο περιοριστικών εναλλακτικών και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, λόγω του ευάλωτου της ηλικίας, δεδομένης μάλιστα της γενικώς επιβαρυμένης κατάστασης των παιδιών, στη βάση των τραυματικών βιωμάτων τους και της μεταναστευτικής φυγής. Προκειμένου να διατηρηθεί η συνέπεια με τη νομιμοποιητική βάση αυτού του μέτρου, πρέπει να καθίστανται ξεκάθαρα σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής, τόσο ο εξαιρετικός χαρακτήρας του μέτρου όσο και η σκοπιμότητα αυτού. Στην κατεύθυνση αυτή, εκτιμώ ως ιδιαίτερα σημαντικό να ενσωματωθούν στις ακολουθούμενες διαδικασίες οι προτεινόμενες από την Οδηγία ασφαλιστικές δικλείδες ότι, δηλαδή, επί της έκδοσης μιας διοικητικής πράξης, στην οποία θα αποφασίζεται τεκμηριωμένα η κράτηση ενός ανηλίκου, εξατομικευμένα και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, θα πρέπει να αναφέρονται οι ενέργειες που έχουν γίνει από τις αρμόδιες υπηρεσίες για την αναζήτηση λύσεων προστασίας, εναλλακτικών της κράτησης, καθώς και αυτές που πρόκειται να ακολουθήσουν, κατά την περίοδο της κράτησης, με στόχο την απελευθέρωση των κρατούμενων ανηλίκων. Πέρα από τη διατήρηση της συνέπειας με τη νομιμοποιητική βάση, που αποτελεί ζητούμενο σε επίπεδο τεκμηρίωσης, πρακτική στόχευση αυτής της πρότασης είναι να αποφευχθεί η καθιέρωση μιας γενικευμένης πρακτικής κράτησης των ανηλίκων, ως νομότυπη λύση σε ένα αντικειμενικό και ρεαλιστικό, κατά τ’ άλλα, διαχειριστικό αδιέξοδο. Σε κάθε περίπτωση, ο εξαιρετικός χαρακτήρας της κράτησης των ανηλίκων αναγνωρίζεται έμπρακτα εκ μέρους του κράτους μόνο στην περίπτωση που αυτή η διαπίστωση επιβεβαιώνεται σε επίπεδο εφαρμοζόμενων πρακτικών δηλαδή, εάν πράγματι πριν την έκδοση της απόφασης που εντέλει την προστατευτική φύλαξη ενός ανηλίκου έχουν εξαντληθεί όλα τα μέσα που μπορεί να επιστρατεύσει μια ευνομούμενη Πολιτεία για να παρέχει προστασία στον συγκεκριμένο ανήλικο σε συνθήκες ελεύθερης διαβίωσης. Προτείνεται, λοιπόν, οι υφιστάμενες διατάξεις του άρθρου 46 του ν4375/2016 να συμπληρωθούν στο επίμαχο άρθρο του προτεινόμενου σχεδίου με τις ως άνω διαδικαστικές εγγυήσεις, όπως προβλέπονται στη σχετική διατύπωση της Οδηγίας (σημείο α). 2. Όμοια με πριν, οι υφιστάμενες διατάξεις του άρθρου 46 του ν4375/2016 να συμπληρωθούν με τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που καθιστούν έναν χώρο κατάλληλο για την κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων, ως προς τις ακολουθούμενες διαδικασίες, τις υπηρεσίες και τις απαραίτητες συνθήκες, ώστε να διατηρηθεί η συνέπεια στη ρητή απαγόρευση της Οδηγίας, ως προς την κράτηση των ανηλίκων σε σωφρονιστικά καταστήματα. Σε αυτή την κατεύθυνση, ελλείψει άλλων σχετικών εγγυήσεων, να οριστεί ρητά ο αρμόδιος φορέας (Τμήμα προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων) ως προς την πιστοποίηση της καταλληλότητας των χώρων για την κράτηση των ανηλίκων. 3. Όμοια, να συμπληρωθούν οι συγκεκριμένες αναφορές των διατάξεων της Οδηγίας ως προς τις επιπρόσθετες εγγυήσεις προστασίας των ευάλωτων προσώπων και των οικογενειών, όπως αναφέρονται ανωτέρω (σημείο γ) προς διασφάλιση των σχετικών δικαιωμάτων των εν λόγω ομάδων.