• Σχόλιο του χρήστη 'Generation 2.0 RED' | 9 Σεπτεμβρίου 2020, 16:15

    Ως προς την παράγραφο 1 (δ), η πρόβλεψη ύπαρξης σταθερής εργασίας στην χώρα για τη διακρίβωση της οικονομικής ένταξης του αιτούντος αυστηροποιεί υπέρμετρα τα κριτήρια για την πολιτογράφηση των αλλογενών. Αφενός, ο όρος “σταθερή εργασία” αποτελεί αόριστη έννοια. Όταν ένα νομοθέτημα περιέχει μια τόσο αόριστη έννοια, ανοίγει ο δρόμος για ευρέως διασταλτική ερμηνεία κατά την εφαρμογή του. Αυτό σημαίνει ότι κάθε Επιτροπή μπορεί να ερμηνεύει κατά τρόπο διαφορετικό αν πληρούνται ή όχι τα κριτήρια για να θεωρηθεί, εάν ο αιτών/ούσα εργάζεται σταθερά στη χώρα. Αφετέρου, η προσθήκη ενός τέτοιου όρου έρχεται σε προφανή αντίθεση με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Με δεδομένη τη δεκαετή οικονομική κρίση που βίωσε και βιώνει η Ελλάδα - η οποία μεταξύ άλλων είχε εκτοξεύσει την ανεργία τα προηγούμενα έτη μέχρι και σε ποσοστό που άγγιζε το 28% (ανατρέχοντας στα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ) - είναι τουλάχιστον παράλογο να ζητείται η προϋπόθεση σταθερής εργασίας για όσους/ες ενδιαφέρονται να πολιτογραφηθούν Έλληνες/ίδες. Όσον αφορά στη διακρίβωση της κοινωνικής ένταξης του αιτούντος, η εισαγωγή του όρου “ιδίως” αντί του “τυχόν” όπως αναφερόταν μέχρι πρότινος στον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, στη διαμόρφωση συγγενικού δεσμού με Έλληνα πολίτη, αυστηροποιεί το συγκεκριμένο κριτήριο, ανοίγοντας ενδεχομένως τον δρόμο για αυθαίρετη σύνδεση της οικογενειακής κατάστασης του ατόμου με το δικαίωμα στην ιθαγένεια. Επιπλέον, η αλλαγή στη διάταξη της συγκεκριμένης παραγράφου και η απαρίθμηση λιγότερων κριτηρίων (π.χ. δεν προσμετράται πλέον η φοίτηση σε ελληνικούς εκπαιδευτικούς φορείς) καθιστά τη διαδικασία διακριβωσης της κοινωνικής ένταξης των αλλογενών ακόμη πιο αυστηρή. Ως προς την παράγραφο 2, η εισαγωγή εισοδηματικών κριτηρίων για την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας θα πλήξει ευθέως το δικαίωμα στην πολιτογράφηση. Περιορίζει δυσανάλογα και αυθαίρετα την πρόσβαση στην ιθαγένεια, σε ανθρώπους που είναι πλήρως ενταγμένοι στη χώρα για πολλά χρόνια, και συνιστά διακριτική μεταχείριση υπέρ των “εχόντων” και κατά των “μη εχόντων”. Η συγκεκριμένη πρόταση παραγνωρίζει πάνω απ’ όλα την ίδια την ελληνική οικονομική πραγματικότητα των τελευταίων ετών, που όπως αναλύσαμε και παραπάνω χαρακτηρίστηκε από γενικευμένη κρίση και βαθιά ύφεση της οικονομίας. Ακόμη, η εισαγωγή της προϋπόθεσης ενός ελάχιστου ετησίου εισοδήματος, το ύψος του οποίου μάλιστα δεν θα ορίζεται με νόμο αλλά θα εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της εκάστοτε Υπουργικής Απόφασης φέρει τον κίνδυνο να μετατραπεί η πολιτογράφηση σε “προνόμιο” για λίγους. Τέλος, και σε κάθε περίπτωση δεν προκύπτει από την προτεινόμενη διάταξη εάν στο απαιτούμενο ελάχιστο δηλωθέν ετήσιο εισόδημα λογίζεται το ατομικό ή το οικογενειακό εισόδημα.