Αρχική Αναμόρφωση συστήματος προσλήψεων και καθολική υπαγωγή τους στον πλήρη έλεγχο του ΑΣΕΠΆρθρο 1 Έκταση εφαρμογήςΣχόλιο του χρήστη Βασίλης Σωτηρόπουλος | 12 Νοεμβρίου 2009, 22:58
Υπουργείο Εσωτερικών Σταδίου 27, Αθήνα 10183 Τηλ.:2131364000, Email: info@ypes.gr email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@ypes.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το σχέδιο νόμου για τις προσλήψεις στο Δημόσιο περιλαμβάνει μια διάταξη (άρθρο 1 παρ. 2 γ) , σύμφωνα με την οποία ο διορισμός του προσωπικού των ανεξάρτητων αρχών θα διενεργείται αποκλειστικώς με διαδικασίες ΑΣΕΠ. Είναι από τις περιπτώσεις που ο στόχος της διαφάνειας μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές στρεβλώσεις, οι οποίες αγγίζουν τα όρια της αντισυνταγματικότητας. Η περίφημη “ανεξαρτησία” των ανεξάρτητων αρχών σημαίνει πολύ απλά ότι η εκτελεστική εξουσία δεν επιτρέπεται να ασκεί σε αυτές κανενός είδους “διοικητικό έλεγχο”. Ενώ όλα τα υπόλοιπα δημόσια όργανα υπάγονται σε μια πυραμιδωτή διαδοχή διοικητικά ελεγχόμενων που φτάνει μέχρι την κυβερνητική ηγεσία, οι νομοθέτες (συνταγματικοί και κοινοί) αποφάσισαν ότι ορισμένες διοικητικές αρχές πρέπει να εξαιρεθούν από αυτό τον έλεγχο, λόγω της ιδιάζουσας φύσης των αρμοδιοτήτων τους που δεν θα επέτρεπαν πολιτικές παρεμβάσεις της κυβερνώσας πλειοψηφίας (σε τομείς λ.χ. όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο εξορθολογισμός της δημόσιας διοίκησης, η εποπτεία απελευθερωμένων τομέων της αγοράς). Γι' αυτό, όπως θεσμοθετήθηκε η ανεξαρτησία των δικαστών, δημιουργήθηκαν -πλάι στη Δικαιοσύνη- οι ανεξάρτητες αρχές, οι οποίες πολιτικά ελέγχονται μόνο από το Κοινοβούλιο ( το οποίο επιλέγει και τα μέλη τους με βάση την αρχή της ομοφωνίας) και -φυσικά- οι αποφάσεις τους μπορούν να προσβληθούν δικαστικά ex post facto. Η συνταγματική αναγνώριση ορισμένων από τις ανεξάρτητες αρχές (ΑΠΔΠΧ, ΕΣΡ, ΑΔΑΕ, ΑΣΕΠ, ΣτΠ) επιβάλλει στον κοινό νομοθέτη να απέχει από την επιβολή κάθε μορφής διοικητικού ελέγχου στη λειτουργία αυτών των αρχών. Εάν ο κοινός νομοθέτης θεσπίσει λοιπόν μια τέτοια μορφή ελέγχου – πέρα δηλαδή από τον κοινοβουλευτικό κι από τον δικαστικό- σε αυτές τις πέντε ανεξάρτητες αρχές, η σχετική νομοθεσία θα παρεκκλίνει της συνταγματικής επιταγής για ανεξαρτησία. Επομένως, ένας τέτοιος νόμος θα είναι αντισυνταγματικός. Υπάρχουν όμως μερικές “περιοχές” της δράσης των ανεξάρτητων αρχών που ενδεχομένως εμπίπτουν στο πεδίο κάποιας μορφής διοικητικού ελέγχου. Για παράδειγμα, ο Ν.3094/2004 ορίζει ότι από την αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη εξαιρούνται οι ανεξάρτητες αρχές “ως προς την κύρια λειτουργία τους” (άρθρο 3 παρ. 2) . Αυτό σημαίνει ότι ο Συνήγορος μπορεί να εξετάσει μια αναφορά σχετική με μια ανεξάρτητη αρχή, εφόσον το επίμαχο ζήτημα δεν ανάγεται στην “κύρια λειτουργία” της ανεξάρτητης αρχής. Οπότε σε αυτό το σημείο ξεκινά η αναζήτηση περί του τι σημαίνει “κύρια λειτουργία”, αλλά και του εάν η διαμεσολαβητική αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη και η “έρευνα” που διεξάγει προκειμένου να επιλύσει εξωδικαστικά τις διαφορές κράτους – πολιτη, εμπίπτουν στην έννοια του “ελέγχου” που απαγορεύεται να ασκείται στις ανεξάρτητες αρχές. Μια τέτοια “περιοχή” διοικητικού ελέγχου της δράσης των ανεξάρτητων αρχών είναι και ο διορισμός του προσωπικού τους. Υπαγόμενες στο νομικό πρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, οι ανεξάρτητες αρχές θα πρέπει να στελεχώνονται από προσωπικό που επιλέγεται μέσα από τις διαδικασίες του ΑΣΕΠ, σύμφωνα με τη σχετική συνταγματική επιταγή του άρθρου 103 παρ. 7 του Συντάγματος. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι μία διοικητική αρχή, το ΑΣΕΠ, παρεμβαίνει σε ένα καθοριστικό ζήτημα για την αποτελεσματική λειτουργία όλων των άλλων ανεξάρτητων αρχων: την επιλογή του προσωπικού τους! Μέχρι σήμερα, ο νομοθέτης είχε επιτύχει την εξής ισόρροπη λύση, ώστε ούτε να εκτοπίζεται η συνταγματική αρμοδιότητα του ΑΣΕΠ, αλλά ούτε και να εξοβελίζεται η ευχέρεια της εκάστοτε ανεξάρτητης αρχής να συναποφασίζει για την επιλογή του προσωπικού της: η επιλογή γινόταν από κοινή επιτροπή αποτελούμενη από μέλη του ΑΣΕΠ και μέλη της εκάστοτε ανεξάρτητης αρχής (άρθρο 4 παρ. 1 Ν.3051/2002) Είναι μια διαδικασία που σέβεται την ανεξαρτησία της κάθε αρχής, τηρώντας και την διαφάνεια που εγγυάται η συμμετοχή του ΑΣΕΠ. Η προτεινόμενη ρύθμιση καταργεί αυτή την “συναρμοδιότητα”, μεταβιβάζοντας την επιλογή στην αποκλειστική σφαίρα ευθύνης του ΑΣΕΠ. Έτσι όμως επηρεάζεται σοβαρά η συνταγματική ισορροπία που είχε επιτευχθεί με την προηγούμενη λύση. Το ΑΣΕΠ καθορίζει αποκλειστικά την επιλογή του προσωπικού των ανεξάρτητων αρχών, θίγοντας όμως έτσι μια ουσιαστική πτυχή της ίδια της ανεξαρτησίας τους. Πέρα όμως από τις συνταγματικού δικαίου παρατηρήσεις, υπάρχουν και ενστάσεις που βασίζονται στην επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των ανεξάρτητων αρχών, στοιχείο που αποτελεί εν μέρει και τον λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκαν. Οι ανεξάρτητες αρχές δεν είναι (και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται από το νομοθέτη) ως “άλλη μια δημόσια υπηρεσία” όπου θα προσληφθούν όσοι θα επιτύχουν σε έναν δημόσιο διαγωνισμό που διοργανώνει ένας τρίτος. Οι ανεξάρτητες αρχές ιδρύθηκαν για να αποτελέσουν ευέλικτες μονάδες του κράτους δικαίου, οι οποίες παρεμβαίνουν σε κρίσιμους τομείς (εκτός κομματικών παιχνιδιών) και χωρίς την δυσκινησία των κλασικών δημόσιων υπηρεσιών. Ιστορικά, οι πρώτες ανεξάρτητες αρχές ήταν αποτέλεσμα γονιμοποίησης του θαυμασμού που έτρεφαν οι founding fathers των ΗΠΑ για την διάρθρωση των μεγάλων επιχειρήσεων, αλλά και την μονοκρατορική διοίκηση ορισμένων ευρωπαϊκών κρατιδίων: αποτελεσματικότητα χωρίς γραφειοκρατικες αγκυλώσεις. Η προκήρυξη των θέσεων με αποκλειστικές διαδικασίες ΑΣΕΠ όμως βρισκεται στην αντίθετη κατεύθυνση: "φέρτε τα σούπερ ειδικά μεταπτυχιακά και διδακτορικά σας για να γίνετε ειδικοί επιστήμονες των ανεξάρτητων αρχών". Δεν γίνεται όμως δουλειά έτσι. Οι αρχές αυτές δεν είναι ακαδημαϊκά think tanks και το προσωπικό τους δεν χρειάζεται ούτε “γκουρού”, αλλά ούτε και ανθρώπους που προσπαθούν να βολευτούν στο Δημόσιο εξαργυρώνοντας τις εκκεντρικές σπουδές και την εξεζητημένη θεωρητική τους κατάρτιση. Το προσωπικό των ανεξάρτητων αρχών πρέπει να είναι “ράμπο”, όχι “δημόσιοι υπάλληλοι”. Πρέπει να έχει προϋπηρεσία στην πραγματική ζωή, όχι μόνο σε πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες. Οι ελληνικές ανεξάρτητες αρχές έχουν ήδη πάρα πολλούς“γκουρού”, οι οποίοι μόνο λειτουργούν ως βαρίδια ως προς την αποτελεσματικότητα και την εξυπηρέτηση του πολίτη. Χρειάζεται να αποκτήσουν και “ράμπο”. Το ΑΣΕΠ δεν είναι ακριβώς το κατάλληλο μέρος για να βρει κανείς αυτούς τους “ράμπο”. Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών, κινούμενα τα fora του τομέα τους, ξέρουν καλύτερα από οποιοδήποτε ΑΣΕΠ τα πρόσωπα που θα υπηρετήσουν καλύτερα τους επιχειρησιακούς στόχους τους. Κι αυτό δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη λιγότερη διαφάνεια. Γι' αυτό η ρύθμιση της αποκλειστικής αρμοδιότητας του ΑΣΕΠ στην πρόσληψη του προσωπικού των ανεξάρτητων αρχών θα πρέπει να περιοριστεί στο μη επιχειρησιακό και το μη επιστημονικό προσωπικό τους, δηλαδή να αφορά μόνο τους κλασικά διοικητικούς υπαλλήλους (γραμματείς – κλητήρες – καθαρίστριες). Οι υπόλοιποι πρέπει να επιλέγοναι από κοινή επιτροπή μελών ΑΣΕΠ και ανεξάρτητης αρχής. Σημειωτέον ότι η διάκριση ανάμεσα σε επιστημονικό και λοιπό προσωπικό δεν είναι αυθαίρετη, αλλά προβλέπεται και από το άρθρο 101Α του Συντάγματος.