• Σχόλιο του χρήστη 'ΣΠΗΛΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ' | 18 Μαΐου 2021, 18:43

    Άρθρο 1, σημεία (ζ) και (η): «ζ) Επικίνδυνο ζώο συντροφιάς είναι το ζώο συντροφιάς που εκδηλώνει επανειλημμένα απρόκλητη και αδικαιολόγητη επιθετικότητα, χωρίς να απειληθεί, προς τον άνθρωπο ή τα άλλα ζώα, καθώς και το ζώο που πάσχει ή είναι φορέας σοβαρού νοσήματος, που μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο ή στα άλλα ζώα και δεν θεραπεύεται ούτε αντιμετωπίζεται με θεραπευτική αγωγή. η) Σοβαρό νόσημα είναι κάθε μεταδοτικό νόσημα άμεσου και υψηλού κινδύνου για την υγεία του ανθρώπου ή ζώου, του ίδιου ή άλλου είδους. Νόσημα για το οποίο προβλέπεται λήψη φαρμακευτικής αγωγής που το καθιστά με την ολοκλήρωση της αγωγής μη μεταδοτικό, ή χαμηλού κινδύνου για την υγεία ανθρώπου ή ζώου του ίδιου ή άλλου είδους, δεν θεωρείται σοβαρό. Η λεϊσμανίαση και η ερλιχίωση θεωρούνται ασθένειες που αντιμετωπίζονται με φαρμακευτική αγωγή και τα ζώα που πάσχουν από αυτές δεν θεωρούνται επικίνδυνα λόγω αυτών». Ο παραπάνω ορισμός του σοβαρού νοσήματος είναι λανθασμένος επιστημονικά καθώς: 1. Σοβαρά μπορούν να χαρακτηριστούν και πολλά μη μεταδοτικά νοσήματα που οδηγούν σε σοβαρή υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής του ζώου και σε πολύ δαπανηρές αγωγές. Αν και τα ζώα που πάσχουν από τέτοια νοσήματα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν επικίνδυνα για άλλα ζώα ή ανθρώπους, η σοβαρή υποβάθμιση της ευζωίας τους που προκαλείται από το νόσημα, η πρόγνωση του νοσήματος και το κόστος της θεραπευτικής αγωγής θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν στις σχετικές αποφάσεις για την ανάληψη θεραπευτικής αγωγής ή την ευθανασία. 2. Η ύπαρξη θεραπευτικής αγωγής σε καμία περίπτωση δεν καθιστά αυτομάτως ένα νόσημα μη σοβαρό αφού η ανταπόκριση ενός ζώου στη θεραπευτική αγωγή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι πάντα εξασφαλισμένη η καλή έκβαση, ενώ δεν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι μέχρι την πλήρη αποθεραπεία του το ζώο μπορεί να μεταδώσει το νόσημα σε άλλα ζώα ή ανθρώπους αν δεν λαμβάνονται επιπλέον προστατευτικά μέτρα, Ιδιαίτερα για τη λεϊσμανίωση και την ερλιχίωση, στα οποία γίνεται ειδική αναφορά στο σχέδιο νόμου, θα πρέπει να αναφέρθεί τα εξής: 1. η θεραπεία της οξείας μορφής της ερλιχίωσης βελτιώνει την υγεία του ζώου, χωρίς να εκριζώνει πάντα τη μόλυνση (οι κρότωνες συνεχίζουν να μπορούν να μολυνθούν και επομένως το ζώο εξακολουθεί να μπορεί να μεταδώσει το νόσημα σε άλλα ζώα). Επιπλέον το νόσημα θεωρείται οριακά ζωανθρωπονόσος, αφού έχουν αναφερθεί σποραδικά περιστατικά στον άνθρωπο στη Λατινική Αμερική, 2. η θεραπεία για τη λεϊσμανίωση είναι γνωστό πως βελτιώνει την υγεία των ζώων, αλλά σπάνια εκριζώνει τη μόλυνση, και οι σκύλοι εξακολουθούν να είναι μολυσματικοί για τους φλεβοτόμους, έστω και σε μικρότερο βαθμό και επομένως μπορούν να μεταδώσουν το νόσημα. Με τα παραπάνω επισημαίνουμε ότι η σοβαρότητα ενός νοσήματος και ειδικά ενός λοιμώδους νοσήματος, είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων (κατάσταση λειτουργίας διαφόρων οργάνων του ζώου τη στιγμή της διάγνωσης, συνυπάρχοντα νοσήματα, ηλικία του ζώου, φύση και συμπεριφορά του λοιμογόνου παράγοντα, επιδημιολογική κατάσταση στην περιοχή κ.λπ.) και δεν εξαρτάται μόνο από την ύπαρξη ή μη θεραπείας. Ο μόνος αρμόδιος να καθορίσει τη σοβαρότητα ενός νοσήματος είναι ο θεράπων κτηνίατρος του άρρωστου ζώου και δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο ορισμού στη νομοθεσία.