Αρχική Νέο πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς - Πρόγραμμα ‘‘ΆΡΓΟΣ’’Άρθρο 5 Υποχρεώσεις ιδιοκτήτη δεσποζόμενου ζώου συντροφιάςΣχόλιο του χρήστη ΩΡΙΩΝ - Το ΔΙΚΤΥΟ των ΚΥΝΗΓΩΝ | 20 Μαΐου 2021, 21:22
Υπουργείο Εσωτερικών Σταδίου 27, Αθήνα 10183 Τηλ.:2131364000, Email: info@ypes.gr email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@ypes.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 ορίζεται ότι ο ιδιοκτήτης δεσποζόμενου σκύλου πρέπει προχωρήσει σε στείρωση του: 1. Ο ιδιοκτήτης δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς υποχρεούται: (α) Με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 6, να στειρώσει το δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς του, εφόσον είναι σκύλος ή γάτα, εντός έξι (6) μηνών από την απόκτησή του εφόσον το ζώο είναι άνω του ενός (1) έτους. Σε περίπτωση απόκτησης ζώου κάτω του ενός (1) έτους, η στείρωση λαμβάνει χώρα μέσα στους έξι (6) πρώτους μήνες από τη συμπλήρωση του πρώτου (1ου) έτους. H προθεσμία των προηγούμενων εδαφίων μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με τη φυλή του ζώου και άλλα ειδικά χαρακτηριστικά του, μετά από εμπεριστατωμένη γνωμάτευση κτηνιάτρου. Κατ’ εξαίρεση, η στείρωση δεν είναι υποχρεωτική για υπερήλικα και ασθενή ζώα μετά από εμπεριστατωμένη γνωμάτευση κτηνιάτρου. Σε περίπτωση που ο ιδιοκτήτης ζώου δεν στειρώσει το ζώο συντροφιάς του, επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 22 και χορηγείται στον ιδιοκτήτη τρίμηνη προθεσμία για να προβεί στη στείρωση. Σε περίπτωση που και αυτή η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, επιβάλλεται εκ νέου το πρόστιμο. Η υποχρέωση του ιδιοκτήτη για στείρωση του δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς άρχεται από την 1η.9.2023. Τα πρόστιμα του άρθρου 22 για την παράβαση της ως άνω υποχρέωσης επιβάλλονται από την 1η.9.2024. Η προτεινόμενη διάταξη περί υποχρεωτικής στείρωσης των σκύλων παραβιάζει κάθε έννοια χρηστής διοίκησης και νομοθεσίας και τις βασικές αρχές του δικαίου περί ισότητας, περί καταλληλότητα και αναλογικότητας του περιορισμού των δικαιωμάτων, τις αρχές του δικαιώματος της ιδιοκτησίας των πολιτών (άρθρα 4 και 25 του Ελληνικού Συντάγματος, άρθρο 49 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Η υποχρεωτική στείρωση παραβιάζει τις αρχές του ίδιου του νόμου περί ελευθεριών και ευζωίας των ζώων (άρθρο 2) και επιβάλει ταλαιπωρία, πόνο, τραυματισμό, φόβο, αγωνία, αδυναμία έκφρασης της φυσιολογικής σεξουαλικής συμπεριφοράς στον σκύλο που θα υποστεί υποχρεωτική στείρωση χωρίς να υπάρχει ιατρική αναγκαιότητα. Η υποχρεωτική στείρωση στερεί καταχρηστικά το δικαίωμα στον ιδιοκτήτη σκύλου να έχει απογόνους και να διαιωνίσει τα γενετικά χαρακτηριστικά του σκύλου του. Ειδικά για τις Ελληνικές φυλές του Κρητικού Ιχνηλάτη που είναι ο αρχαιότερος κυνηγετικός σκύλος της Ευρώπης, αυτό ισοδυναμεί με εξαφάνιση του. Το μέτρο της υποχρεωτικής στείρωσης είναι δυσανάλογα επαχθές και μη αναγκαίο για τους σκοπούς που θεσπίζεται (έλεγχος των αδέσποτων σκύλων) καθόσον ο έλεγχος του αριθμού των αδέσποτων σκύλων μπορεί να ελεγχθεί με άλλα μέτρα, ηπιότερα για τον πολίτη, που δεν θα στερήσουν το δικαίωμα των πολιτών να έχουν στην ιδιοκτησία τους σκύλο ο οποίος θα μπορεί να αναπαραχθεί. Ο περιορισμός των αδέσποτων σκύλων μπορεί να γίνει με άλλα διοικητικά και νομοθετικά μέτρα, (καταφύγια, υιοθεσία, σήμανση και καταγραφή, έλεγχος δεσποζόμενων ζώων), καθώς και με επαρκή χρηματοδότηση των αρμοδίων φορέων για την περισυλλογή και έλεγχο τους. Θα είναι απαράδεκτο να εφαρμοστεί το τιμωρητικό μέτρο της στέρησης μιας ελευθερίας των πολιτών (δυνατότητα να αναπαραγάγουν τον σκύλο ιδιοκτησίας τους) επειδή η Διοίκηση δεν μπορεί ή δεν θέλει να εφαρμόσει μέτρα που απαιτούν καλύτερη οργάνωση και περισσότερους πόρους για την περισυλλογή των αδέσποτων σκύλων. Για όλα τα παραπάνω, το εδάφιο (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 5 πρέπει να αφαιρεθεί στο σύνολο του. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 5 αναφέρεται ότι: 6. Ο ιδιοκτήτης κυνηγετικού σκύλου, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού ή σε κάθε άλλη μετακίνησή του μαζί με τον σκύλο του για τον σκοπό αυτό, υποχρεούται να φέρει μαζί του το διαβατήριο του σκύλου του. Στο ίδιο άρθρο όμως, στην παράγραφο 1(στ) αναφέρεται ότι ο ιδιοκτήτης του σκύλου πρέπει να «Να εφοδιάζεται με το διαβατήριο του ζώου του εάν πρόκειται να ταξιδέψει με αυτό στο εξωτερικό». Η διάταξη αυτή είναι καταχρηστική εις βάρος των κυνηγών, δεν έχει καμιά λογική και νομική εξήγηση, αντιφάσκει με διατάξεις του ίδιου άρθρου που επιβάλουν την ύπαρξη του διαβατηρίου των ζώων μόνο για ταξίδια στο εξωτερικό και παραβιάζει κατάφωρα το άρθρο 4 του Ελληνικού Συντάγματος, «Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις». Αν είναι χρήσιμο και αναγκαίο να υπάρχει το διαβατήριο του σκύλου σε κάθε μετακίνηση του στο εσωτερικό της χώρας, για βόλτα, άσκηση στο πάρκο κλπ, τότε θα έπρεπε να προβλέπεται ρητά για όλα τα δεσποζόμενα ζώα και ειδικότερα τους σκύλους και να μη περιορίζεται μόνο στα κυνηγετικά σκυλιά. Επειδή όμως από τις διατάξεις του ίδιου άρθρου προβλέπεται η απόκτηση διαβατηρίου ενός σκύλου μόνο όταν πρόκειται να ταξιδέψει στο εξωτερικό (παράγραφος 1,στ, άρθρο 5), κάθε άλλη διάταξη που επιβάλλει διακρίσεις και ανισότητα στην αντιμετώπιση των πολιτών από τη διοίκηση, είναι παράνομη, καταχρηστική και αντισυνταγματική και πρέπει να καταργηθεί. Επομένως, η παράγραφος 6 του άρθρου 5 πρέπει να διορθωθεί και να αφαιρεθεί στην αρχή της παραγράφου η πρόταση «Ο ιδιοκτήτης κυνηγετικού σκύλου, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού ή σε κάθε άλλη μετακίνησή του μαζί με τον σκύλο του για τον σκοπό αυτό, υποχρεούται να φέρει μαζί του το διαβατήριο του σκύλου του». Στη παράγραφο 7 του άρθρου 5 αναφέρεται: 7. Αφαιρείται η άδεια κυνηγιού από κυνηγό, του οποίου ο σκύλος που χρησιμοποιείται στο κυνήγι δεν έχει σημανθεί και καταχωρηθεί στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς. Ομοίως, η άδεια κυνηγιού αφαιρείται αν ο κυνηγός έχει εγκαταλείψει ζώα που βρίσκονται στην κατοχή του ή στην ιδιοκτησία του ή άμεσους απογόνους αυτών. Τα μέσα μεταφοράς του κυνηγετικού σκύλου πρέπει να είναι κατάλληλα, με επαρκή χώρο, φωτισμό και αερισμό και να ικανοποιούν τις φυσιολογικές ανάγκες του ζώου. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 είναι καταχρηστικές και παραβιάζουν κατάφωρα την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή προσδιορίζεται στο άρθρο 25 του Ελληνικού Συντάγματος και στο άρθρο 49 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η άδεια Θήρας εκδίδεται με συγκεκριμένες διατάξεις του Δασικού κώδικα και προβλέπονται με λεπτομέρεια πότε επιβάλλεται το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης άδειας θήρας στον κυνηγό, για παραβίαση των κανόνων και νομοθεσίας περί θήρας. Η ύπαρξη κυνηγετικού σκύλου για την άσκηση της θήρας δεν είναι υποχρεωτική, η θήρα επιτρέπεται και χωρίς τη χρήση κυνηγετικού σκύλου και η όποια παραβίαση κανόνων και νομοθεσίας περί ευζωίας δεσποζόμενων σκύλων δεν μπορεί να επιφέρει ποινές που αφορούν την εξάσκηση θήρας. Το μέτρο της αφαίρεσης ενός διοικητικού εγγράφου που εκδίδει η διοίκηση (άδεια θήρας) χωρίς να προβλέπεται στη σχετική περί θήρας νομοθεσία και χωρίς να έχει γίνει παραβίαση διατάξεων περί θήρας, είναι επαχθής, καταχρηστική, δυσανάλογη του αδικήματος και εντελώς παράλογη. Με το ίδιο σκεπτικό του νομοθέτη, θα πρέπει να αφαιρείται η άδεια κυκλοφορίας οχήματος εάν με αυτό μετακινείται σκύλος που δεν έχει καταχωρηθεί στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς, η άδεια λειτουργίας επιχειρήσεων Αστικών, Υπεραστικών, Σιδηροδρομικών, Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών και Εμπορικών μεταφορών όταν μεταφέρουν μη καταγεγραμμένο στο Μητρώο σκύλο, κλπ. Το ίδιο παράλογο σκεπτικό και καταχρηστική συμπεριφορά της διοίκησης είναι και η επόμενη πρόταση για αφαίρεση της άδειας θήρας σε περίπτωση εγκατάλειψης σκύλου. Η αναφορά σε μέσα μεταφοράς μόνο των κυνηγετικών σκύλων και όχι όλων των δεσποζόμεων σκύλων είναι επίσης καταχρηστική και παραβιάζει τις αρχές της ισότητας μεταξύ των πολιτών. Οι νόμοι πρέπει να αφορούν όλους τους πολίτες και να μη επιβάλλουν διαχωρισμούς. Η αντιμετώπιση των κυνηγετικών σκύλων και των κυνηγών ιδιοκτητών τους, όσον αφορά τη μη εμπορική μεταφορά τους με αυτοκίνητο, πρέπει να είναι ίδια με αυτή των υπόλοιπων σκύλων και των ιδιοκτητών τους. Για όλους τους παραπάνω λόγους, η παράγραφος 7 του άρθρου 5 πρέπει να αφαιρεθεί στο σύνολό της.