• Σχόλιο του χρήστη 'Π.Ο.Ξ.' | 16 Σεπτεμβρίου 2024, 15:17

    Το τέλος διαμονής παρεπιδημούντων νομοθετήθηκε το έτος 1973 για να καλύψει δαπάνες καθαριότητος και φωτισμού ή ανάγκη εκτελέσεως έργων που τυχόν προκαλούνταν σε δήμους εξαιτίας της τουριστικής κίνησης. Μάλιστα ο κανόνας ήταν πως η επιβολή του ανωτέρω τέλους ήταν δυνητική και απαιτούσε σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου που να τεκμηριώνει την ανάγκη επιβολής του. Το ανωτέρω τέλος επί της ουσίας συνιστά έναν πρόσθετο φόρο που επιβάλλεται μάλιστα επί των εσόδων και όχι επί των κερδών. Επίσης, αυτό επιβάλλεται πλέον των υπολοίπων τελών που εισπράττουν οι Δήμοι (τέλη καθαριότητας και φωτισμού, τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης κ.λπ.) και επί της ουσίας καλύπτουν τις ίδιες δαπάνες. Με το άρθρο 23 του Ν. 3756/2009 το ανωτέρω τέλος μειώθηκε σε 0,5%. Σύμφωνα με σχετική δήλωση (18-12-2008) του τότε Πρωθυπουργού, για να αναπληρωθούν τα όποια χαμένα έσοδα της Αυτοδιοίκησης από την ανωτέρω μείωση, αυξήθηκαν τα τέλη των πόρων που προέρχονται από τα τέλη κυκλοφορίας των οχημάτων. Κατά το έτος 2009 ο αριθμός των ξενοδοχείων που λειτουργούσαν στη χώρα ανερχόταν σε 9.559. Το 2023 ο αντίστοιχος αριθμός ανήλθε σε 10.047, αυξήθηκε, δηλαδή, μόλις 5% σε 14 χρόνια, με τις κλίνες να φτάνουν τις 887.748. Από την άλλη πλευρά, η βραχυχρόνια μίσθωση που ξεκίνησε τη δραστηριότητα της το έτος 2014 έφθασε τον Ιούλιο του 2024 να αριθμεί 1.020.996 κλίνες, δηλαδή 133.248 κλίνες πάνω από τις ξενοδοχειακές. Σημειώνεται πως, όπως αποδεικνύεται από σχετικές μελέτες, η διαμονή σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης προκαλεί μεγαλύτερη περιβαλλοντική επίπτωση σε σχέση με τη διαμονή σε μακροχρόνια μίσθωση, λόγω της διαφορετικής συμπεριφοράς που επιδεικνύει ένας ένοικος μιας βραχυχρόνιας μίσθωσης σε σχέση με έναν ένοικο μιας μακροχρόνιας. Ειδικότερα προκαλεί μεγαλύτερη επιβάρυνση στη διαχείριση απορριμμάτων, επιβαρύνει τα δίκτυα μεταφοράς, ενώ χαρακτηρίζεται και από μη συνετή οικιακή ενεργειακή κατανάλωση. Παρά τα ανωτέρω δεδομένα, στη βραχυχρόνια μίσθωση επιβλήθηκε τέλος διαμονής παρεπιδημούντων μόλις την 1-1-2024, με το άρθρο 28 του ν.5073/2023. Επομένως δεν μπορούμε να έχουμε ακόμα εικόνα για τα χρήματα που εισπράχθηκαν από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα για τη συγκεκριμένη αιτία. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως σύμφωνα με δεδομένα που προήλθαν από πλατφόρμες βραχυχρόνιες μισθώσεων τα έσοδα της συγκεκριμένης δραστηριότητας ξεπέρασαν κατά το 2023 τα 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της φορολογικής διοίκησης τα έσοδα για το πρώτο 10μηνο του ανωτέρω έτους δεν ξεπέρασαν τα 677 εκατομμύρια ευρώ. Πριν από έναν περίπου μήνα πληροφορηθήκαμε, από δημοσιεύματα και χωρίς την οποιαδήποτε προηγούμενη ενημέρωση (και ασφαλώς χωρίς την οποιαδήποτε προηγούμενη διαβούλευση), πως εξετάζεται από το Υπουργείο Εσωτερικών να δίδεται «δυνατότητα ευελιξίας στην Αυτοδιοίκηση ώστε τα δημοτικά συμβούλια να ορίζουν από 0,5% έως 2% το τέλος ανάλογα τη γεωγραφική περιοχή, οικισμό ή την κατηγορία δραστηριότητας (π.χ. 2% στη διαμονή και 0,5% στην εστίαση)». Τελικά, με βάση τη διάταξη που τέθηκε σε διαβούλευση, η αύξηση στο τέλος διαμονής παρεπιδημούντων δεν έφθασε στο 300%, αλλά «περιορίστηκε» στο 50% - το εν λόγω τέλος μπορεί να αυξηθεί σε 0,75%. Επίσης, από την ανάγνωση της προωθούμενης διάταξης προκύπτει πως το τέλος διαμονής παρεπιδημούντων καμία σχέση δεν έχει με το τέλος που αρχικά νομοθετήθηκε, καθώς πλέον αυτό θα μπορεί να διατίθεται για την πληρωμή οποιασδήποτε δαπάνης των Ο.Τ.Α.. Παράλληλα σύμφωνα με τις εξαγγελίες του κου Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ πρόκειται να αυξηθεί και το τέλος ανθεκτικότητας στη κλιματική κρίση που νομοθετήθηκε το έτος 2023, τα δε έσοδα του «θα επιστρέφουν στις τοπικές κοινωνίες για να οργανώσουν καλύτερα τις υποδομές τους απέναντι στο βάρος που δέχονται κάθε καλοκαίρι.». Πιστεύουμε πως εύλογα τα μέλη μας έχουν απορία τί πληρώνουν, για ποιο λόγο το πληρώνουν και το κυριότερο πώς γίνεται η διαχείριση των χρημάτων που πληρώνουν. Η εντύπωσή που μας δημιουργείται είναι πως απουσιάζει ο οποιοσδήποτε ορθολογικός σχεδιασμός, όσο δε συνεχίζουμε να λειτουργούμε με αυτόν τον τρόπο θα εξακολουθούμε να βλέπουμε τα χρήματά μας να πετιούνται σε ένα βαρέλι δίχως πάτο. Εν προκειμένω, σε σχέση με τη σχολιαζόμενη διάταξη οι προτάσεις μας είναι οι εξής: Αν το τέλος διαμονής παρεπιδημούντων πρόκειται να αξιοποιηθεί και αυτό για τη βελτίωση των υποδομών και της εικόνας των προορισμών (και τούτο θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά στη σχετική διάταξη) είμαστε αντίθετοι στην οποιαδήποτε αύξηση αυτού. Κρίνουμε πως αν υπολογιστούν και τα έσοδα που θα προέλθουν από την εφαρμογή του τέλους διαμονής παρεπιδημούντων στη βραχυχρόνια μίσθωση (υπό την αυτονόητη προϋπόθεση πως θα διασφαλιστεί - και αυτό είναι υποχρέωση της πολιτείας, ότι αυτά θα ανταποκρίνονται στα πραγματικά έσοδα της συγκεκριμένης δραστηριότητας) το συνολικό ποσό υπερεπαρκεί για τη κάλυψη των συγκεκριμένων αναγκών, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που όπως ανακοινώθηκε, για τον ίδιο σκοπό θα αξιοποιηθεί και μέρος των εσόδων από το τέλος ανθεκτικότητας στη κλιματική κρίση. Αν ωστόσο, όπως προκύπτει από το κείμενο της διάταξης, τα έσοδα από το τέλος διαμονής παρεπιδημούντων προορίζονται για τη κάλυψη των πάσης φύσεως εξόδων των Δήμων, κατά την άποψή μας αυτό θα πρέπει να καταργηθεί, μιας και δεν αφορά μόνο τον κλάδο τον τουριστικών καταλυμάτων και επομένως δεν θα πρέπει να επιβαρύνει μόνο αυτόν και να αντικατασταθεί από ένα άλλο τέλος το οποίο θα αφορά το σύνολο των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο κάθε Δήμο. Σχετικά σημειώνουμε πως από το 2009, με επιμέλεια του τότε Υφυπουργού Εσωτερικών, είχε εκπονηθεί μελέτη που προβλέπει θεσμοθέτηση φόρου επιτηδεύματος με έναν μικρό φορολογικό συντελεστή, ύψους μισού τοις χιλίοις επί των καθαρών κερδών των επιτηδευματιών, ο οποίος θα εφαρμόζεται στο σύνολο των επιτηδευματιών, (βλ. ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ, ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΠΖ, Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009).