Αρχική Ανάρτηση Αποφάσεων και Πράξεων στο ΔιαδίκτυοΆρθρο 4 Ισχύς των πράξεωνΣχόλιο του χρήστη ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΦΑΚΗ | 14 Δεκεμβρίου 2009, 09:09
Υπουργείο Εσωτερικών Σταδίου 27, Αθήνα 10183 Τηλ.:2131364000, Email: info@ypes.gr email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@ypes.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Κύριε Υπουργέ, από την ιστοσελίδα του Ελληνικού Κοινοβουλίου ανακάλυψα ότι στο σχέδιο νόμου με τίτλο «Αναμόρφωση συστήματος προσλήψεων και καθολική υπαγωγή τους στον έλεγχο του ΑΣΕΠ», για το οποίο έχει τελειώσει η δημόσια διαβούλευση και το έχετε καταθέσει στη Βουλή προς συζήτηση και ψήφιση, έχετε ήδη υποβάλει και δυο τροπολογίες. Μια από τις παραπάνω δυο τροπολογίες αφορά την αλλαγή της συγκρότησης της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, σε συμμόρφωση με την 3503/2009 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας (ΣτΕ Ολ.3503/2009. Σας γράφω λοιπόν εδώ τo σχόλιό μου για την προτεινόμενη από εσάς τροπολογία, διότι δεν βρήκα στην ιστοσελίδα της ανοικτής διακυβέρνησης ειδικά προορισμένο χώρο για σχόλια επί της συγκεκριμένης τροπολογίας, ενώ υπάρχουν αντίστοιχοι χώροι για σχόλια σε καθένα ξεχωριστά από τα αρχικά άρθρα του νομοσχεδίου, για το οποίο όμως έχει τελειώσει η δημόσια διαβούλευση. Με τα άρθρα 148 έως 154 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν.3463/2006) προβλέφθηκε ο διοικητικός έλεγχος νομιμότητας των αποφάσεων όλων των μονομελών και συλλογικών οργάνων των Δήμων και Κοινοτήτων, σε δυο βαθμούς. Ειδικότερα, σε πρώτο βαθμό ο παραπάνω έλεγχος νομιμότητας γίνεται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν προσφυγής καθενός που έχει έννομο συμφέρον. Σε δεύτερο βαθμό ο παραπάνω έλεγχος νομιμότητας γίνεται από την τριμελή Ειδική Επιτροπή του άρθρου 152, κατόπιν προσφυγής κατά της παραπάνω απόφασης του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας από καθέναν που έχει έννομο συμφέρον. Πρόεδρος της τριμελούς Ειδικής Επιτροπής ορίστηκε δικαστικός λειτουργός (Εφέτης ή Πρωτοδίκης), ώστε να εξασφαλίζεται η μεγαλύτερη δυνατή αμεροληψία και νομική πληρότητα στην εξέταση των υποθέσεων, ενώ τα άλλα δυο μέλη της Επιτροπής είναι ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και ένας αιρετός εκπρόσωπος της οικείας Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων. Ήδη με την ΣτΕ Ολ.3503/2009 κρίθηκαν τα εξής: Α)Η συμμετοχή δικαστικού λειτουργού στην παραπάνω Επιτροπή αντίκειται στο άρθρο 89 (παρ.2 και3) του Συντάγματος, διότι αποτελεί ανάθεση διοικητικού καθήκοντος σε δικαστικό λειτουργό. Β)Κατ’ εξαίρεση, βέβαια, επιτρέπεται στους δικαστές να μετέχουν σε Επιτροπές που ασκούν αρμοδιότητες πειθαρχικού, ελεγκτικού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα. Όμως,η παραπάνω Επιτροπή δεν έχει ελεγκτικό χαρακτήρα, διότι δεν ασκεί οικονομικό ή δημοσιονομικό έλεγχο, κατά το άρθρο 98 του Συντάγματος. Επιπλέον, η παραπάνω Επιτροπή δεν έχει δικαιοδοτικό χαρακτήρα, αφού η διαδικασία ενώπιόν της δεν προσιδιάζει σε όργανο που ασκεί δικαιοδοτικό έργο (όπως διατυπώσεις δημοσιότητας, κατ’αντιμωλία συζήτηση). Δηλαδή, σύμφωνα με το σκεπτικό του ΣτΕ, αν οι συνεδριάσεις της Επιτροπής ήταν δημόσιες και αν είχαμε κατ’αντιμωλίαν συζήτηση, η Ειδική Επιτροπή θα είχε δικαιοδοτικό χαρακτήρα και θα μπορούσε να είναι μέλος της δικαστικός λειτουργός. Με την προτεινόμενη τροπολογία σας αλλάζει η συγκρότηση της τριμελούς Ειδικής Επιτροπής ως εξής: Αντικαθίσταται ο δικαστικός λειτουργός με τον Πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου της έδρας της οικείας Περιφέρειας και ανατίθεται η Προεδρία της Επιτροπής στο ήδη υπάρχον στην Επιτροπή μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι ατυχής για τους εξής λόγους: Μπορείτε να διατηρήσετε τον δικαστικό λειτουργό ως Πρόεδρο της Επιτροπής, προσθέτοντας στο άρθρο 152 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων παράγραφο που θα ορίζει ότι: α) οι συνεδριάσεις της Ειδικής Επιτροπής θα είναι δημόσιες και β) ότι στη συζήτηση ενώπιον της Ειδικής Επιτροπής θα καλούνται υποχρεωτικά να παραστούν ο προσφεύγων, ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας και ο Δήμος ή Κοινότητα, τον οποίο αφορά η προσβαλλόμενη πράξη, και ότι όλοι αυτοί θα έχουν δικαίωμα τόσο προφορικής ανάπτυξης των απόψεών τους όσο και κατάθεσης γραπτών υπομνημάτων και ότι η Ειδική Επιτροπή θα οφείλει να απαντήσει σε όλους τους ουσιώδεις ισχυρισμούς τους. Έτσι, η Ειδική Επιτροπή θα αποκτήσει αμιγώς δικαιοδοτικό χαρακτήρα, σύμφωνα με το σκεπτικό της παραπάνω απόφασης του ΣτΕ, και δεν θα αντίκειται στο Σύνταγμα η συμμετοχή δικαστή ως μέλους της. Παρεμπιπτόντως, σας επισημαίνω ότι και σήμερα οι συνεδριάσεις της Ειδικής Επιτροπής είναι δημόσιες, βάσει του άρθρου 2 παρ.5 του Κανονισμού Λειτουργίας της Ειδικής Επιτροπής, που είναι η 31925/2007 (ΦΕΚ Β΄1020/22-6-2007) απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών, ενώ με το άρθρο 4 παρ.3 του ίδιου Κανονισμού η Ειδική Επιτροπή μπορεί (αλλά δεν υποχρεούται)κατά την εξέταση της προσφυγής να καλέσει τον προσφεύγοντα και εκπροσώπους του οικείου Ο.Τ.Α. Αντίθετα, η λύση που προτείνετε με την τροπολογία, δηλαδή η αντικατάσταση του δικαστικού λειτουργού με τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, μειώνει τα εχέγγυα αμεροληψίας της Ειδικής Επιτροπής. Όπως είναι κοινώς γνωστό, στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα οι Πρόεδροι των Δικηγορικών Συλλόγων δεν είναι πρωτίστως νομικοί επιστήμονες, όπως θα όφειλαν να είναι, αλλά συνδικαλιστές και εκκολαπτόμενοι ή εν ενεργεία πολιτικοί. Η ιδιότητα του συνδικαλιστή και του εκκολαπτόμενου ή εν ενεργεία πολιτικού μειώνει την καθαρότητα της νομικής σκέψης τους, ακόμη και όταν έχουν άριστη νομική κατάρτιση. Επιπλέον, με την τροπολογία σας αφήνετε εμμέσως πλην σαφώς να εννοηθεί ότι ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου, ως όργανο άσκησης δημόσιας εξουσίας και ως θεσμός, έχει μεγαλύτερη ακεραιότητα και αντικειμενικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του από τον δικαστή, κάτι που δεν ανταποκρίνεται στα όσα ορίζουν το Σύνταγμα και οι νόμοι της Ελλάδας, αλλά ούτε και στη λειτουργία των θεσμών, την οποία ζούμε καθημερινά.