1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου οι ακόλουθοι όροι και τα αντίστοιχα ακρωνύμια έχουν την κατωτέρω έννοια:
α. Κοινωφελής Οργάνωση Πολιτών ή ΚΟΠ είναι η εθελοντική μη κερδοσκοπική οργάνωση που έχει συσταθεί και λειτουργεί στην Ελλάδα ως σωματείο ή αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, με κοινωφελή, μη εμπορικό σκοπό, είναι ανεξάρτητη από κράτη ή κυβερνήσεις, την τοπική αυτοδιοίκηση, τους δημόσιους οργανισμούς δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, τους κάθε τύπου εμπορικούς, συνδικαλιστικούς και επαγγελματικούς οργανισμούς και ενώσεις, τις πολιτικές οργανώσεις και τα πολιτικά κόμματα.
β. Κοινωφελής φορέας είναι η κοινωφελής οργάνωση πολιτών του παρόντος νόμου και το κοινωφελές ίδρυμα του νόμου 4182/2013.
γ. Αρχείο κοινωφελών φορέων είναι η βάση δεδομένων που τηρείται στο Υπουργείο Εσωτερικών στην οποία καταχωρούνται οι κοινωφελείς φορείς σύμφωνα με τους όρους εγγραφής, όπως αναφέρονται στον παρόντα νόμο.
δ. Ειδικό Μητρώο ΚΟΠ είναι η βάση δεδομένων που τηρείται στο Υπουργείο Εσωτερικών στην οποία εγγράφονται μόνον οι ΚΟΠ που πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις εγγραφής, όπως αυτές αναφέρονται στον παρόντα νόμο.
ε. Εγγεγραμμένη ΚΟΠ είναι η κοινωφελής οργάνωση πολιτών που είναι εγγεγραμμένη στο ειδικό μητρώο ΚΟΠ σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου.
στ. Βάσεις δεδομένων είναι οι βάσεις δεδομένων του αρχείου κοινωφελών φορέων και του ειδικού Μητρώου ΚΟΠ
ζ. Εποπτική Αρχή είναι το Υπουργείο Εσωτερικών
η. Διεύθυνση ΚΟΠ είναι η Διεύθυνση της Εποπτικής Αρχής, η οποία είναι υπεύθυνη για την οργάνωση και τήρηση του αρχείου κοινωφελών φορέων και του ειδικού Μητρώου ΚΟΠ, καθώς και τον έλεγχο της τήρησης των υποχρεώσεων των ΚΟΠ που είναι εγγεγραμμένες στο ειδικό μητρώο ΚΟΠ.
θ. Εθελοντική απασχόληση είναι η απασχόληση του φυσικού προσώπου προς τον Φορέα Παροχής Εθελοντικής Απασχόλησης εντός ή εκτός Ελλάδος που παρέχεται άνευ ανταλλάγματος.
ι. Φορέας Παροχής Εθελοντικής Απασχόλησης είναι Κοινωφελής Φορέας, κρατικός φορέας, δημόσιο νομικό πρόσωπο ή Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού στον οποίο παρέχεται η εθελοντική απασχόληση
ια. Εθελοντής είναι το φυσικό πρόσωπο που παρέχει εθελοντική απασχόληση
ιβ. Όργανα διοίκησης της ΚΟΠ είναι η διοίκηση του σωματείου και της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας ή οι διαχειριστές της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας.
ιγ. Νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο είναι ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο όπως περιγράφονται στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 1 του νόμου 3693/2008.
ιδ. Ετήσιο Πιστοποιητικό είναι το ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό που εκδίδουν οι νόμιμοι ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 8 του Ν.4110/13.
ιε. Κρατική χρηματοδότηση είναι η ολική η μερική χρηματοδότηση ΚΟΠ με σκοπό την υλοποίηση συγκεκριμένου προγράμματος ή η επιχορήγηση ΚΟΠ για την υλοποίηση των όσων αναφέρονται γενικώς στους σκοπούς της ΚΟΠ ή η οικονομική ή εις είδος ενίσχυση ΚΟΠ από φορείς της γενικής κυβερνήσεως, όπως προσδιορίζεται στο Ν. 4129/2013 καθώς και από κάθε φορέα που έλαβε καθ’ οιονδήποτε τρόπο χρηματοδότηση ή επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
ιστ. Χρηματοδοτούμενο Πρόγραμμα είναι πρόγραμμα που υλοποιείται με κρατική χρηματοδότηση από τη ΚΟΠ ή από κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει η ΚΟΠ
ΘΕΣΕΙΣ ΔΕΔΙΔΙΚΑ- Διασωματειακή Επιτροπή για τη Διεκδίκηση των Δικαιωμάτων των Ασθενών με Καρκίνο (μέλη 28 σύλλογοι ασθενών με καρκίνο από όλη τηνΕλλάδα)
Σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 του ν.4048/2012 η διαβούλευση,ως ρητά προβλεπόμενο μέσο για την καλή νομοθέτηση ,επιτυγχάνεται με τη δημοσιοποίηση, με πρόσφορα μέσα, της σχεδιαζόμενης ρύθμισης, με σκοπό την έγκαιρη ενημέρωση και συμμετοχή σε αυτήν των πολιτών, κοινωνικών φορέων και κάθε ενδιαφερομένου. Υπόχρεος για την κίνηση της διαδικασίας διαβούλευσης είναι ο έχων τη νομοθετική πρωτοβουλία Υπουργός.
Η διαβούλευση επί των νομοσχεδίων γίνεται και μέσω του δικτυακού τόπου http://www.opengov.gr, οπότε ολοκληρώνεται σε δύο φάσεις, οι οποίες μπορούν να λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα:
α) Η πρώτη φάση της διαβούλευσης διαρκεί τουλάχιστον δύο (2) εβδομάδες. Αντικείμενο της διαβούλευσης είναι η ενημέρωση και η παροχή δυνατότητας σχολιασμού σχετικά με το στόχο και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της σχεδιαζόμενης ρύθμισης, οι εναλλακτικές επιλογές, το κόστος, τα οφέλη και οι διακινδυνεύσεις που ενδέχεται να προκύψουν από αυτήν.
β) Η δεύτερη φάση διαρκεί τουλάχιστον τρεις (3) εβδομάδες.
Κατά τη δεύτερη φάση της διαβούλευσης αναρτάται στο δικτυακό τόπο προσχέδιο των διατάξεων του νομοσχεδίου και παρέχεται η δυνατότητα κατ` άρθρον σχολιασμού. Στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει έτοιμο σχέδιο διατάξεων, η πρώτη φάση παραλείπεται με πρωτοβουλία του οικείου Υπουργού και η δεύτερη φάση επιμηκύνεται κατά μία εβδομάδα. Η διαβούλευση μπορεί να διακοπεί, καθώς και να συντμηθεί ή να επιμηκυνθεί ο χρόνος της, με πρωτοβουλία του οικείου Υπουργού για επαρκώς τεκμηριωμένους λόγους, οι οποίοι αναφέρονται στην έκθεση επί της δημόσιας διαβούλευσης που συνοδεύει τη ρύθμιση.
Με το υπό εξέταση σχέδιο νόμου καλούμαστε αιφνιδιαστικά μέσα στο ελάχιστο χρονικό διάστημα των είκοσι ημερών να διαβουλευτούμε για ένα νομοσχέδιο που ,με λάβαρο την διαφάνεια ,επιχειρεί να ρυθμίσει συλλήβδην τη λειτουργία όλων των ενώσεων πολιτών παραβλέποντας επί μέρους χαρακτηριστικά των διαφόρων κατηγοριών, και μάλιστα σε μια περίοδο που η παρουσία και λειτουργία τέτοιων ομάδων λειτουργεί πολλές φορές συμπληρωματικά του απόντος κράτους προς ανακούφιση των πληττομένων πολιτών. Η σύντομη αυτή προθεσμία , τα ειδικότερα λογιστικά και νομικά θέματα που προβλέπουν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι σχεδόν το σύνολο των ενδιαφερόμενων οργανώσεων συγκροτείται από εθελοντές πολίτες που αφιερώνουν τον ελάχιστο χρόνο πέραν των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων στην προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο ,καθιστούν την φερόμενη διαβούλευση ως επίφαση διαβούλευσης και μόνο .
Βεβαίως και σαφώς η ανάγκη θεσμοθέτησης ενός πλαισίου ελέγχου των κρατικών χρηματοδοτήσεων προς διάφορες ομάδες πολιτών μας βρίσκει απολύτως σύμφωνους . Κάθε υγιής και ουσιαστικά μαχόμενος φορέας δεν αντιτίθεται στη διαφάνεια διότι αυτή -μεταξύ άλλων κοινών στοιχείων- τον χαρακτηρίζει. Από την ανάγνωση ωστόσο του νομοσχεδίου προκύπτουν αρκετά άλλα , όχι ήσσονος σημασίας, ζητήματα που επηρεάζουν άμεσα την λειτουργία αν όχι την επιβίωση δεκάδων πολύτιμων οργανώσεων πολιτών που παράγουν κοινωνικό έργο. Η πρόβλεψη τήρησης διπλογραφικών στοιχείων και η ετήσια έκδοση πιστοποιητικού ελεγκτικού γραφείου μεταξύ των αναγκαίων στοιχείων για την εγγραφή και ανανέωση εγγραφής στο Ειδικό Μητρών ΚΟΠ ,ως ένα απλό πρώτο παράδειγμα, αυξάνει σοβαρότατα το κόστος λειτουργίας εκάστου φορέα αποκλείοντας εξ αρχής δεκάδες ομάδες από την πιθανότητα κρατικής χρηματοδότησης ασχέτως του παραγόμενου έργου τους.
Την ευκαιρία εκδήλωσης ενδιαφέροντος εκ μέρους της πολιτείας για κατάρτιση πλαισίου διαφάνειας ,ελέγχου και χρηματοδότησης των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων ,ΑΣ ΜΗΝ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΕΙ Η ΙΔΙΑ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ, με βεβιασμένες και αναγκαστικά ,εξαιτίας της έλλειψης χρόνου, λιγότερο ουσιαστικές και συγκροτημένες παρεμβάσεις και βελτιώσεις από εμάς τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Τα όργανα θέσπισης ρυθμίσεων ,με σκοπό πάντα την καλή νομοθέτηση, σύμφωνα με τον ίδιο ως άνω ν.4048/2012 οφείλουν να μεριμνούν για την οργάνωση και παρακολούθηση της κοινωνικής ή κάθε άλλου είδους διαβούλευσης, που κρίνεται ως αναγκαία, καθώς και την οργάνωση και παρακολούθηση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων κατά το σχεδιασμό, εφαρμογή και αξιολόγηση της ρύθμισης. Όσο σημαντική είναι η διαφάνεια και ο έλεγχος των χρηματοδοτήσεων εξίσου σημαντική είναι και διατήρηση και ενίσχυση ,δια κρατικών χρηματοδοτήσεων, ενώσεων πολιτών που παράγουν ουσιαστικό κοινωνικό εθελοντικό έργο.
Λόγω της σοβαρότητας των ρυθμίσεων ΖΗΤΟΥΜΕ από τον κ. Υπουργό Αργύρη Ντινόπουλο την επιμήκυνση του χρόνου διαβούλευσης ώστε μέσα από την επιχειρούμενη διαμόρφωση πλαισίου λειτουργίας των ΚΟΠ να προκύψουν εκείνες οι ρυθμίσεις που θα επιτρέψουν στις υγιείς εθελοντικές μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που παράγουν κοινωνικό έργο όχι μόνο να εξακολουθήσουν να το πράττουν αλλά και να ενισχυθούν από την Πολιτεία.
Άρθρο 8 –υποχρεώσεις των εγγεγραμμένων στο ΚΟΠ
Το θέμα των κρατικών χρηματοδοτήσεων σαφέστατα ενδιαφέρει .Η προσπάθεια επίβολης και τήρησης κανόνων διαφάνειας είναι σωστή. Ωστόσο ειδικά για τις ΚΟΠ του χώρου της υγείας δύο είναι τα δεδομένα:
Κατ’ αρχήν στην παρούσα οικονομικο –κοινωνική κατάσταση , μεγάλος αριθμός αυτών προσφέρει σοβαρότατο έργο όχι μόνο υποστηρικτικό αλλά και σημαντικά συμπληρωματικό των κρατικών δομών υγείας οι οποίες εξαιτίας της κρίσης δυσλειτουργούν. Αυτό είναι ένα στοιχείο που πρέπει να προσμετρηθεί ώστε να διατηρηθούν στο μέγιστο βαθμό όσες παράγουν αυτό το έργο.
Κατά δεύτερον, ακριβώς διότι τα μέλη είναι πρόσωπα που χρήζουν υποστήριξης και βοήθειας ( οι σύλλογοι καλούνται διαρκώς να βοηθήσουν και όχι να βοηθηθούν οι ίδιοι) , τα οικονομικά δεδομένα των περισσοτέρων συλλόγων είναι ασθενή και για το λόγο αυτό σαφώς χρειάζονται την ενίσχυση της πολιτείας στην οποία επιστρέφουν πολλαπλάσιο όφελος όχι μόνο σε ανθρωπιστικό επίπεδο αλλά και σε στενά οικονομικό – για παράδειγμα το κόστος που δεν δαπανά η πολιτεία για τις εκατοντάδες ή και χιλιάδες χημειοθεραπείες που τελικά δεν θα γίνουν ποτέ εξαιτίας της συστηματικής ενημέρωσης του πληθυσμού αναφορικά με την πρόληψη του καρκίνου του μαστού που εδώ και χρόνια υλοποιείται από το Αλμα Ζωής είναι προσμετρήσιμο.
Το προτεινόμενο άρθρο θέτει δύο προϋποθέσεις για την εγγραφή στο ΚΟΠ –την τήρηση διπλογραφικών βιβλίων και την έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού νόμιμου ελεγκτή ή ελεγκτικού γραφείου, δηλαδή ορκωτού ελεγκτή .Οι δύο αυτές προϋποθέσεις συνεπάγονται σοβαρότατα δαπανήματα σε ετήσια βάση που υπερβαίνουν τις δυνατότητες του μέσου συλλόγου αν όχι της συντριπτικής πλειοψηφίας αυτών. Βέβαια το προτεινόμενο άρθρο σε μια μάλλον λογική ισοσταθμική αυξάνει το όριο των απαλλασσόμενων εκδηλώσεων από το ΦΠΑ και το φόρο από τις δύο σε τέσσερις αλλά ούτε και αυτό είναι λογικό –Και τούτο διότι ακόμα και αν υποθέσουμε ότι θα μπορούν να οργανωθούν και να παράξουν εισοδήματα τέσσερις εκδηλώσεις ετησίως σε τέτοιες συνθήκες οικονομικής κρίσης , είναι εκτός λογικής να υποβάλλονται οι σύλλογοι στον τεράστιο κόπο οργάνωσης εκδηλώσεως (και στο στο αντίστοιχο άγχος του οικονομικού αποτελέσματος τους) μόνο και μόνο για να πληρώνονται οι ανωτέρω προβλεπόμενες δαπάνες.
Αντ’ αυτών προτείνουμε :
Όσον αφορά το είδος των λογιστικών βιβλίων : Τήρηση απλογραφικών βιβλίων (δηλαδή βιβλίων β κατηγορίας με υποχρέωση τήρης λογαριασμού ταμείου και μερίδων όλων των τραπεζικών λογαριασμών είτε καταθετικών είτε δανειακών . Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ο έλεγχος ροής του χρήματος χωρίς να διαφοροποίεται το κόστος σε βάρος των συλλόγων.
΄Οσον αφορά το ετήσιο πιστοποιητικό , μπορεί να εφαρμοστεί η μεθοδολογία του ν. 2190/1920 , δηλαδή ως ένα ποσό επιχορήγησης, ο έλεγχος να γίνεται και το πιστοποιητικό να εκδίδεται από λογιστές μέλη του Οικονομικού ΕΠιμελητηρίου , κατόχους αδείας Α ή και Β τάξης ,ενώ πάνω από το ως άνω ποσό να παρέχεται η δυνατότητα στις ΚΟΠ αν επιθυμούν να προσκομίζουν το προβλεπόμενο πιστοποιητικό ή σε αντίθετη περίπτωση να υποβάλουν αίτημα στη φορολογική αρχή για τη διενέργεια ελέγχου.
Στην τελευταία περίπτωση ο έλεγχος να διενεργείται κατά προτεραιότητα ώστε να έχει ολοκληρωθεί πριν την λήψη της επιχορήγησης.
Με την πρόταση αυτή και ο έλεγχος θα γίνεται και το κόστος δεν θα μεταβληθεί.
Στο ίδιο άρθρο προβλέπεται η συμμετοχή στην προτεινόμενη Επιτροπή γιας τις απευθείας επιχορηγήσεις και ενός διαχειριστή εγγεγραμμένης στο μητρώο ΚΟΠ με ετήσια ανανεούμενη θητεία . Προτείνουμε η θητεία να μην είναι ανανεούμενη αλλά κάθε χρόνο να διαφοροποιείται το πρόσωπο και η έδρα του συλλόγου .Το τελευταίο κυρίως ώστε να εκπροσωπούνται ισότιμα με της πρωτεύουσας και οι περιφερειακές ΚΟΠ.
Άρθρο 10 Εθελοντική απασχόληση
Η καταγραφή των εθελοντών είναι στη σωστή κατεύθυνση –εφαρμόζεται σε χώρες με προηγμένη αντίληψη στο χώρο της εθελοντικής προσφοράς-στη Σουηδία όλες οι οργανώσεις οποιασδήποτε φύσεως είναι υποχρεωμένες να καταχωρούν τους εθελοντές τους στο ειδικό βιβλίο ,το οποίο έπειτα θεωρείται από την Εφορία. Μάλιστα, ακριβώς επειδή ο εθελοντικός αναγνωρίζεται παντού ως ένα ιδιαίτερα θετικό χαρακτηριστικό, θα πρέπει να γίνει και κάποια πρόβλεψη «πιστοποιησης» εθελοντών με θετικές συνέπειες ,με βάση στοιχεία που κάθε είδος οργάνωσης θα οριοθετήσει ξεχωριστά (π.χ. στοιχείο εθελοντή σε ΚΟΠ στο χώρο της υγείας είναι η κοινωνική ενσυναίσθηση ) αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει ευκαιριακά εδώ και τώρα με το εν λόγω νομοσχέδιο .
Η προτεινόμενη ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη των δαπανών για ατύχημα ή ασθένεια που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την εθελοντική του απασχόληση είναι επιπλέον επιβάρυνση για τους συλλόγους όπου όλοι κατά κύριο λόγο απασχολούνται εθελοντικά –άλλωστε ο εθελοντής είτε είναι ασφαλισμένος οπότε δεν τίθεται θέμα είτε είναι ανασφάλιστος (όπως οι φοιτητές ) ή ασφαλισμένος μεν αλλά χωρίς δικαίωμα παροχής , ωστόσο και αυτές οι κατηγορίες των πολιτών έχουν δικαίωμα νοσοκομειακής και ιατρικής περίθαλψης σε όλα τα δημόσια νοσοκομείου (ΚΥΑ αρ Υ4α/ΓΠ/ΟΙΚ. 48985/36)
Συμπληρωματικά ,ακόμα, με την ορθά προτεινόμενη άνευ ανταλλάγματος παροχή υπηρεσίας των δικηγόρων να συμπληρωθεί « όπου απαιτείται γραμμάτιο είσπραξης δικηγορικών συλλόγων να εκδίδεται μηδενικό» .
ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ (ΚΕΠΑΔ) προσυπογράφει την ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ 49 ΜΚΟ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ.
Ως επιμέρους παρατηρήσεις, τα σημαντικότερα προβλήματα που εντοπίζει το ΚΕΠΑΔ είναι:
α) Το οικονομικό βάρος που επιβάλλεται στις ΜΚΟ για εγγραφή στα μητρώα και οι αυξημένες υποχρεώσεις ως προς τήρηση βιβλίων Κατηγορίας, φορολογικών πιστοποιητικών κλπ.
β) Περισσότερη γραφειοκρατία με τη δημιουργία δύο μητρώων και υποχρεώσεις για προσκόμιση πιστοποιητικών που μπορούν να αναζητηθούν αυτεπάγγελτα.
γ) Δεν ρυθμίζεται το ζήτημα της εκπρόθεσμης καταβολής από το δημόσιο των χρηματοδοτήσεων που πολλές φορές οδηγεί τις οργανώσεις στο να οφείλουν σε συνεργάτες/δημόσιο, να μην είναι φορολογικά ενήμερες και να μην μπορούν να ολοκληρώσουν επιτυχώς έργα, ενώ δεν ευθύνονται οι ίδιες.
δ) Κίνδυνος αποκλεισμού από κρατικές χρηματοδοτήσεις μικρότερων οργανώσεων που δεν έχουν εσωτερικό λογιστήριο, γραμματεία κλπ καθώς δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν πλήρως στις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος.
ε) Έλλειψη αναφοράς σε μηχανισμούς συνεργασίας με ΜΚΟ.
στ)Άρθρο 1(ιε): Δεν ορίζεται σαφώς ποιες χρηματοδοτήσεις εμπίπτουν στο νόμο αυτό.
στ) Σύμφωνα με το Άρθρο 4 (αα) θα χρειαστεί να τροποποιήσουν το καταστατικό τους σχεδόν όλες οι ΜΚΟ που θα θελήσουν να εγγραφούν στο μητρώο. Επίσης, δεν είναι σαφές το ποια είναι τα πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα- όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι; Θεωρούμε πρόβλημα το ότι σύμφωνα με το Άρθρο 4 (ββ) απαγορεύεται πλήρως η παροχή οποιασδήποτε υπηρεσία από μέλη της διοίκησης καθώς συχνά οι άνθρωποι αυτοί έχουν αποδεδειγμένα μεγάλη επαγγελματική εμπειρία στον χώρο. Προτείνουμε να μπει ένα όριο στο ύψος των αμοιβών αυτών των ατόμων.
Προτείνουμε την απόσυρση του ν/σ για τις ΚΟΠ και την εκκίνηση ενός ουσιαστικού διαλόγου αυτορρύθμισης της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών.
Συμφωνούμε με τον όρο ΚΟΠ για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (άρ. 1).
Συμφωνούμε με την εξαίρεση από τα όργανα των ΚΟΠ , των προσώπων όπως αναφέρονται στο αρ.4.
Διαφωνούμε σε όλα τα άλλα άρθρα του ν/σ σε ό,τι αφορά τον υπερρυθμιστικό ρόλο του κράτους και στον έμμεσο αποκλεισμό του 99% των ΚΟΠ που επιφέρουν οι απαγορευτικές οικονομικές προϋποθέσεις εγγραφής στο μητρώο. Απαγορευτικές προϋποθέσεις που δημιουργούνται με την τήρηση βιβλίων Γ κατηγορίας, ορκωτών λογιστών, που για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις αυτά ισχύουν για ετήσιο τζίρο άνω του 1,000,000 ευρώ!! Αντιμετωπίζονται έτσι εμμέσως πλην σαφώς οι ΚΟΠ ως ΑΕ με μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Αυτό σημαίνει ότι μόνο το 1% των εθελοντικών οργανώσεων μπορεί να ενταχθεί στο μητρώο. Παύουν δηλαδή να οι οργανώσεις να είναι εθελοντικές και μετατρέπονται σε επιχειρήσεις απορρόφησης κοινοτικών πόρων. Από πού όμως προκύπτει το δικαίωμα το ελληνικό κράτος να οδηγεί στον αποκλεισμό των πολλών ΚΟΠ από τους πόρους τους ΕΚΤ, οι οποίοι πόροι ακριβώς προορίζονται για τους πτωχούς, του αδύναμους και γενικώς τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και όχι για τους λίγους και τις ελίτ των οργανώσεων;
Kαι γιατί το προνόμιο της εθελοντικής προσφοράς και εργασίας να ανήκει μόνο στους οικονομικά ισχυρούς και όχι σε όλους τους ενεργούς πολίτες;
Δεν έχουμε αντιληφθεί ακόμη ότι πληρώνουμε ακριβά ως χώρα το «τίμημα της ανισότητας» με την κρίση;
Το ν/σ δεν ανταποκρίνεται σε μια δίκαιη κοινωνία, αλλά σε μια κοινωνία που ηγεμονεύεται από τις ολιγαρχικές ελίτ που συνεχίζουν την υφαρπαγή των κοινοτικών πόρων. Πρόκειται για νομικό ατόπημα που γίνεται ερήμην της κοινωνίας των πολιτών. Με ποιες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών διαβουλεύτηκε το Υπουργείο για την κατάρτιση του ν/σ; Προφανώς αν δεν υπήρχε η ΔΙΑΥΓΕΙΑ οι οργανώσεις δεν θα είχαν αντιληφθεί τίποτε.
Γιατί να δημιουργηθεί μια πρόσθετη γραφειοκρατία συναλλαγής των οργανώσεων με το κράτος;
Εάν πράγματι το υπουργείο θέλει να βάλει τάξη στο χώρο της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών και να περιορίσει τα φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς, θα πρέπει να κοιτάξει πρώτα ψηλά, δηλαδή στις ελίτ που έχουν δημιουργηθεί και αποδεδειγμένα έχουν υφαρπάξει κοινοτικούς πόρους κα όχι στους συλλόγους των χωριών και της γειτονιάς που υπάρχουν συλλογικότητες και άμεσος κοινωνικός έλεγχος.
Αυτό που πραγματικά θα ρυθμίσει τον χώρο της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών, όπως άλλωστε έχει γίνει με κάθε άλλη κοινωνική τάξη ή επάγγελμα είναι η νομοθέτηση ενός ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ της ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ, που θα αυτορυθμιστεί ενώ το κράτος θα περιοριστεί σ την εποπτεία όπως γίνεται και στα άλλα επιμελητήρια.
Προτείνουμε την απόσυρση του συγκεκριμένου ν/σ και την εκκίνηση ενός ουσιαστικού διαλόγου αυτορρύθμισης της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ
Β Τακτικός ,Ε Σπινθάκης
Στην παράγραφο 1.α προσδιορίζονται ως μοναδικές αποδεκτές νομικές μορφές μιας «ΚΟΠ» εκείνες (α) του μη κερδοσκοπικού σωματείου και (β) της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας. Δεν γίνεται καμία αναφορά σε συνεργατικά σχήματα όπως οι συνεταιρισμοί, παρά την αποδεδειγμένη συνάφεια που υπάρχει μεταξύ προώθησης κοινωφελών σκοπών και συνεργατικών σχημάτων, εδώ και αιώνες.
Ο αποκλεισμός των νομικών αυτών μορφών από το Σχέδιο Νόμου, όπως και η απουσία αναφοράς στις αρχές της δημοκρατικής λειτουργίας των «ΚΟΠ» υποδηλώνει ανεπίτρεπτο πολιτικό αποκλεισμό από τα Μητρώα των ΚΟΠ όσων οργανώσεων έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και απόψεις σε αυτά τα θέματα.
Σε συνδυασμό με τις προβλέψεις της παραγράφου 1 ββ του Άρθρου 4, όπου καθιερώνεται διάκριση και διαχωρισμός μεταξύ αυτών που αποφασίζουν και αυτών που εκτελούν τις αποφάσεις στις «ΚΟΠ» (παραβιάζοντας τη βασική αρχή συνεργατικών δομών, στις οποίες οι ίδιοι οι εργαζόμενοι λαμβάνουν τις σημαντικές αποφάσεις ή παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λήψη τους), θεωρώ ότι το παραπάνω συμπέρασμα δεν είναι αυθαίρετο ή άδικο!
Παρατηρήσεις επί του νομοσχεδίου για τις Κοινωφελείς Οργανώσεις Πολιτών (ΚΟΠ), Νίκος Γιαννής, 20.10.2014
Εισαγωγικά σχόλια
Για την ταχύτερη και πλέον συνεκτική ανάγνωση του ΣΝ, για τη διευκόλυνση αλλά και για την άμεση πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων, θα ήταν προτιμότερη η συμπερίληψη ως παραρτημάτων όλων των αναφορών σε νόμους, διατάγματα κ.λπ. που εμφανίζονται στο ΣΝ (με επισήμανση των κρισίμων σημείων ει δυνατόν) και σε κάθε περίπτωση υπό τη μορφή υποσημειώσεως ο τίτλος και το πεδίο ρύθμισης του κάθε νομοθετικού κειμένου.
Στάθηκε τεχνικώς αδύνατη η ανάγνωση των σχολίων επί της διαβούλευσης. Εφόσον αυτό δεν οφείλεται σε τεχνική αδυναμία, αλλά είναι επιλογή, πρόκειται περί λάθους επιλογής. Εκτός εάν ορθώς δεν προβλέπεται στο παρόν στάδιο της διαβούλευσης γιατί πρόκειται να αποκτήσουμε πρόσβαση σε αυτά τα σχόλια σε επόμενο στάδιο, ελπίζω εγκαίρως σε σχέση με την εισαγωγή στη νομοθετική διαδικασία, ώστε να είμαστε σε θέση να τοποθετηθούμε σε δεύτερο χρόνο.
Γενικές παρατηρήσεις
1. Η πρωτοβουλία είναι αναντίρρητα θετική, η εργασία που έγινε είναι αξιέπαινη και το περιεχόμενο αν και είναι επιδεκτικό σημαντικής βελτίωσης αποτελεί μια βάση εκκίνησης. Δεν γνωρίζω εάν υπήρξε διαβούλευση με (τις) οργανώσεις κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του σχεδίου, κάτι που θα ήταν πολλαπλώς ευκταίο.
2. Το ΣΝ, ως δομή, ως γλωσσικό ύφος, ως περιεχόμενο και ως έκταση, ενώ κρίνεται ως ικανοποιητικό, έχει περιθώρια να είναι πιο απλό, εύληπτο και σύντομο για όλον τον κόσμο του εθελοντισμού και των συλλόγων, με τρόπο ώστε να διευκολύνει περισσότερο παρά να δυσκολεύει ή και να αποτρέπει παλαιούς και νέους «χρήστες», χωρίς φυσικά να απαρνείται την αναπόφευκτη νομοθετική του υπόσταση.
3. Το ΣΝ πιθανότατα θα αποτελεί σύντομα τον πρώτο νόμο, που τουλάχιστον μετά το 1989 οπότε εμφανίστηκε το φαινόμενο των οργανώσεων αυτών με αυτήν την ορμή, έκταση και φυσιογνωμία, επιδιώκει να ρυθμίσει διατομεακά/διϋπουργικά το πεδίο αυτό. Κατά συνέπεια, η τελεολογία και το πνεύμα το οποίο διαπνέει το ΣΝ, θα πρέπει με μεγαλύτερη σαφήνεια να είναι η ανάδειξη και η επιβοήθηση του κόσμου του εθελοντισμού, της προσφοράς και των συλλόγων, ως απαραίτητο και πολύτιμο συντελεστή για τη δημοκρατία, την οικονομία, την κοινωνία, τον άνθρωπο και το περιβάλλον, παρά μια έκδηλη προσπάθεια ελέγχου δυνητικών/φανταστικών παραβατών του νόμου ή της ηθικής, «κυνήγι μαγισσών» και ένας ανασταλτικός μηχανισμός προς την εθελοντική κινητοποίηση των πολιτών για τα μη ανταποδοτικά κίνητρα των οποίων, ο νομοθέτης, το κράτος, τα κόμματα αλλά και ο ιδιωτικός τομέας διακρίνονται από ισχυρή καχυποψία ή και άρνηση. Τουναντίον, η προβολή του εθελοντικού προτύπου, ως προσωπική στάση και ως απαραίτητου λειτουργικού στοιχείου μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας – ανοιχτής κοινωνίας, μπορεί να συμβάλλει στην εξυγίανση του πολιτικού συστήματος και στην ενίσχυση της εταιρικής κοινωνικής και περιβαλλοντικής υπευθυνότητας. Θα πρέπει επομένως να σταθμισθεί πολύ προσεκτικά και συνολικώς η επίπτωση της πιθανής ανάσχεσης του εθελοντικού κινήματος και της κοινωνίας πολιτών, κάτι που εξάλλου δεν θα συμβάδιζε με το γράμμα και το πνεύμα του άρθρου 12 του Συντάγματος, αλλά και την προστασία του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι όπως είναι κατοχυρωμένο σε όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες, σε σχέση με την αντιμετώπιση των υπαρκτών προβλημάτων χρηστής και κατά προορισμό αποτελεσματικής διαχείρισης των (εξάλλου περιορισμένων) δημοσίων πόρων από πλευράς των οργανώσεων και την αυστηρή και αναντίλεκτη υποχρέωση λογοδοσίας όλων, κράτους και οργανώσεων. Υπενθυμίζω ότι η πρόταση αλλαγής του άρθρου 16, νέα παρ.11 του Συντάγματος, «Η ενίσχυση του εθελοντισμού και της κοινωνίας των πολιτών, που εκφράζονται ατομικά ή οργανωμένα, αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους» έλαβε 164 ψήφους από την α’ αναθεωρητική Βουλή στις 3.4. 2007 και 152 από τη β’ αναθεωρητική Βουλήστις 2.4.2008. Αποτελεί αρμοδιότητα και ευθύνη του κράτους να ελέγξει τη χρηστή και κατά προορισμό χρήση των οικονομικών πόρων που διαθέτει για την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών διαμέσου των εθελοντικών οργανώσεων, χωρίς ωστόσο να οδηγεί το σύνολο τους σε «πνιγμό», εξαιτίας των ελαχίστων περιπτώσεων όπου το κράτος αδυνατεί να ανταποκριθεί σε αυτήν του την ελεγκτική αποστολή, ή, χειρότερα, βρίσκεται σε αδιαφανή συνέργεια με αυτές.
4. Πιστεύω ότι ο όρος ΚΟΠ δεν είναι πρόσφορος. Γιατί δεν διακρίνω λόγο εθνικής καινοτομίας σε ένα γνωστό διεθνές φαινόμενο, ειδικώς δε στο ευρωπαϊκό πλαίσιο όπου και προκαλεί σύγχιση (ΚΟΠ αντί ΟΚΠ –Οργάνωση Κοινωνίας Πολιτών). Γιατί βρίσκω αποπροσανατολιστική την ανάδειξη της «κοινο/ωφέλειας» ως διαχωριστικής γραμμής και επιδεκτικής επιλεκτικής μεταχείρισης (για ιδεολογικούς/αξιακούς λόγους ή για λόγους ποικίλων συμφερόντων) που ίσως οδηγήσει σε χρονοβόρες αμφισβητήσεις (ο σύλλογος ψαροντουφεκάδων του Αγίου Όρους μπορεί να μην είναι κοινωφελής για μια οικολογική οργάνωση προστασίας του αλιευτικού αποθέματος, παρότι οργανώνει συνεστίαση οικον. ενίσχυσης μιας Μονής, ένας πολύ δραστήριος σύλλογος γονέων και κηδεμόνων που οργανώνει και αιμοδοσία υπέρ όλων των δημοτών του Δήμου αναφοράς ή συμμετέχει σε δράσεις πολιτικής προστασίας και αναδασώσεων είναι; –για πολλούς δεν είναι εξ’ ορισμού κοινωφελής ένας σύλλογος γονέων αφού περιέχει το ευγενές πλην οριοθετημένο στα συγκεκριμένα παιδιά -μας- ενδιαφέρον). Τα μη κοινωφελή εκ του νόμου ιδρύματα, που ωστόσο ενδέχεται να αναπτύξουν κοινωφελή ενδιαφέροντα, άλλα από αυτά της αρχικής βούλησης/διάθεσης ωστόσο επιτρεπτά; Εξάλλου ποιος θα αποφαίνεται περί του κοινωφελούς χαρακτήρα; Πιστεύω ότι το πεδίο επιλεξιμότητας προς κρατική χρηματοδότηση οργανώσεων κατά το κοινωφελές και όχι μόνον, είναι προτιμότερο να αφήνεται στους επιμέρους κρατικούς φορείς χρηματοδότησης, οι οποίοι το γνωρίζουν πολύ καλύτερα. Η προϋπόθεση ρητής υπάρξης του μη κερδοσκοπικού/εμπορικού σκοπού πρέπει να είναι απόλυτη και αρκετή, η διαπίστωση κοινωφέλειας περιττή.
5. Το ΣΝ ή πρέπει να περιορισθεί στη δημιουργία αρχείου – μητρώου, το οποίο μόνο του αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική θεσμική παρέμβαση, ή πρέπει να καταπιαστεί με το σύνολο των θεμάτων του εθελοντισμού που χρήζουν ρύθμισης. Κατά συνέπεια, η ούτως ή άλλως κατ’ εμέ αλυσιτελής απόπειρα ρύθμισης της εθελοντικής απασχόλησης (Άρθρο 10), καθώς και αρκετές από τις προβλεπόμενες αρμοδιότητες του Εθνικού Εισηγητή (Άρθρο 11), δημιουργούν μια εικόνα αποσπασματικότητας στο ΣΝ, δεδομένης δε της ανάγκης και υποχρεώσεων περί της καλής νομοθέτησης.
6. Αντιλαμβάνομαι τη σημασία του Υπουργείου Εσωτερικών ως Εποπτικής Αρχής, εφόσον όμως το παρόν ΣΝ διακρίνει και ρυθμίσει με σαφήνεια τη χωρική εμβέλεια των οργανώσεων, σε δημοτικό/τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Με την ευκαιρία, θα πρέπει να ρυθμισθεί και το ζήτημα των ευρωπαϊκών και των διεθνών οργανώσεων, για το οποίο ενώ άλλες χώρες έχουν μεριμνήσει, η Ελλάδα επισήμως το αγνοεί με αποτέλεσμα είτε υψηλό βαθμό περιπτωσιολογικού αυτοσχεδιασμού είτε αδυναμία προσέλκυσης διεθνικών δομών. Σε αντίθετη περίπτωση, η υπηρεσία αυτή θα μπορούσε να υπαχθεί στην Πρωθυπουργική εποπτεία ή και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, υπό όρους και στον Συνήγορο του Πολίτη, με έναν πρόσθετο Βοηθό.
7. Τίθεται ευλόγως το ερώτημα εάν έχει υπάρξει μελέτη σχετικώς με νόμους οι οποίοι ρυθμίζουν το ίδιο αντικείμενο ανα Υπουργείο και κατά πόσον θα ακολουθήσει μια ολοκληρωμένη συνάρθρωση και κωδικοποίηση. Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες αν το άρθρο 13, «Καταργούμενες Διατάξεις», καλύπτει όλες τις περιπτώσεις. Μήπως θα έπρεπε να εξαιρεθούν ρητά ορισμένες κατηγορίες για τις οποίες υπάρχει σχετική νομοθεσία (καταναλωτικές οργανώσεις, σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, αθλητικοί σύλλογοι, οργανώσεις πολιτ. προστασίας, απόδημος ελληνισμός κ.α.), οι εκκλησιαστικές ενοριακές επιτροπές, ή αντιθέτως να δημιουργηθεί με τη συνεργασία των αρμοδίων Υπουργείων ένας ενιαίος μηχανισμός καταγραφής και παρακολούθησης, με έναν μοναδικό αριθμό μητρώου ανά οργάνωση κ.λπ.;
Ειδικές παρατηρήσεις
Άρθρο 1, παρ. 1, α. Δεν επεξηγείται πως πραγματώνεται το ανεξάρτητον / εξαρτημένον της οργάνωσης. Τυπική αρμοδιότητα διορισμού της διοίκησης, των εταίρων ή των μελών; Τι γίνεται με τις μεικτές εταιρικές μη κερδοσκοπικές μορφές όπου ορισμένα μερίδια (1, λίγα ή κατά πλειοψηφία) ανήκουν σε ΟΤΑ, κράτος, ΝΠΔΔ κ.λπ.; Αποκλειστική τυπικώς ή καθολική εν τοις πράγμασι, χρηματοδότηση από κρατικό φορέα;
Άρθρο 1, παρ. 1, α. Η ανεξαρτησία από πολιτικές οργανώσεις, προϋποθέτει ορισμό της πολιτικής οργάνωσης (η Διεθνής Αμνηστία, οι Ευρωπαίοι Φεντεραλιστές, η Διεθνής Διαφάνεια, οι Έλληνες Φορολογούμενοι, το ΚΠΕΕ κ.α., είναι κατ’ εμέ πολιτικές οργανώσεις, ωστόσο μη κομματικές). Πιστεύω ότι η ανεξαρτησία από πολιτικά κόμματα αρκεί, αν και πάλι απαιτείται συγκεκριμένος ορισμός και εξειδίκευση της ανεξαρτησίας. Ίσως θα πρότεινα τον περιορισμό δε, σε πολιτικά κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή των Ελλήνων ή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε εκείνα που αν και δεν εκπροσωπούνται λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση ως κόμματα λόγω του ποσοστού που έλαβαν στις τελευταίες εκλογές (νομίζω ότι είναι 1,5%).
Άρθρο 1, παρ. 1, γ. Το αρχείο των κοινωφελών φορέων του ΣΝ, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό παρά μόνον σε συνδυασμό με την κωδικοποίηση της νομοθεσίας σε σχέση με τη χωρικότητα (υποχρέωση εγγραφής ανά Περιφέρεια –ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ και προϋπάρξασα υποχρέωση ανά Νομαρχία). Εφόσον τηρηθεί πλήρως η σχετική υποχρέωση εγγραφής στην οικεία Περιφέρεια, παρέλκει η επιπλέον υποχρέωση της οργάνωσης εγγραφής στο εν λόγω αρχείο, αφού την υποχρέωση ενημέρωσης του αρχείου του παρόντος άρθρου θα αναλάβουν οι Περιφέρειες. Ειδάλλως, να καταργηθεί η υποχρέωση εγγραφής στην Περιφέρεια, η οποία μπορεί να ενημερώνεται από το εν λόγω αρχείο. Πάντως οι μικροί σύλλογοι που δραστηριοποιούνται και ενδεχομένως χρηματοδοτηθούν από έναν Δήμο, είναι πιο πρακτικό, αλλά και με βάση την αρχή της επικουρικότητας (μέγιστη εγγύτητα δημόσιας απόφασης προς τον πολίτη), να εγγράφονται στην Περιφέρεια. Και να δημιουργηθεί (μέσω Περιφέρειας) ένας μηχανισμός καταχώρησης, παρακολούθησης, συνεργασίας, πιστοποίησης κ.λπ. ανά Δήμο αναφοράς.
Άρθρο 1, παρ. 1, θ. Προτείνω αναδιατύπωση του ως εξής: «Εθελοντική απασχόληση είναι η απασχόληση του φυσικού προσώπου προς τον Φορέα Παροχής Εθελοντικής Απασχόλησης εντός ή εκτός Ελλάδος που παρέχεται άνευ οικονομικού ή άλλου υλικού ανταλλάγματος», ώστε να αποτελεί δικαίωμα του εθελοντή η βεβαίωση εθελοντικής εργασίας, η σωστή πρακτική άσκηση, η ισότιμη, διαφανής και αξιοπρεπής συμμετοχή και η ένταξη του στη δομή της οργάνωσης και η βιογραφική εμπειρία και να προσφέρεται η δυνατότητα εκπαίδευσης του καθώς και η ηθική αναγνώριση της προσφοράς του.
Άρθρο 1, παρ. 1, ιε. Δεν γίνεται σαφές εάν περιλαμβάνεται η κρατική συμμετοχή/συγχρηματοδότηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Εάν αυτή είναι η ορθή ερμηνεία του σημείου αυτού (ιε), θα ήταν καλύτερο να διατυπωθεί ρητώς. Στην περίπτωση αυτή ωστόσο δημιουργείται μια επιπλέον γραφειοκρατική υποχρέωση που επιβαρύνει τη λειτουργία των οργανώσεων, δεδομένου ότι οι δημόσιες αρχές διαχείρισης (εθνικές και ευρωπαϊκές) προβλέπουν με βάση τους χρηματοδοτικούς κανονισμούς της ΕΕ αναλυτική διαδικασία προκήρυξης, ανάθεσης, παρακολούθησης, απολογισμού, ελέγχου και αξιολόγησης και υποβάλλουν αντιστοίχως και υποχρεωτικά τις οργανώσεις στην αυστηρή τήρηση συγκεκριμένων υποχρεώσεων.
Άρθρο 2, παρ.5. Από ποιον καθορίζεται το ύψος του παραβόλου και λαμβάνοντας υπόψη ποια κριτήρια-μεθοδολογία;
Άρθρο 3, παρ.1, ε. Το παράβολο ύψους €50 είναι αυτό του άρθρου 2, παρ.5;
Άρθρο 4, παρ. 1, 1. Το διάστημα των 3 ετών ενώ είναι ένα αρκετά παραδεδεγμένο διάστημα, για την επιλεξιμότητα προς χρηματοδότηση, θα ήταν προτιμότερο να αφήνεται στην απόφαση προκήρυξης του φορέα χρηματοδότησης και η θέσπιση ενός ελαχίστου ορίου 1 έτους λειτουργίας προ της αίτησης εγγραφής σε αυτό το ειδικό μητρώο δια του παρόντος άρθρου θα ήταν ίσως αρκετή, δεδομένου δε ότι θα διαρρέει ένα χρονικό διάστημα μεταξύ αίτησης και έγκρισης/εγγραφής.
Άρθρο 4, παρ. 1, σημείο β. Ενώ τα σημεία αα. και ββ. ορθώς τίθενται, δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό να υπάρχει σχετική καταστατική πρόβλεψη. Αρκεί να προβλέπονται από το παρόν άρθρο, να εκπληρώνονται ως προϋποθέσεις εν τοις πράγμασι και να διαπιστώνονται από τα σχετικά έγγγραφα που είναι υποχρεωμένη να υποβάλει η οργάνωση. Για το ββ. μπορεί να υποβάλλεται σχετική δήλωση μαζί με την αίτηση εγγραφής.
Άρθρο 4, παρ. 1, σημείο γ. Είναι περιττή αναφορά ως αυτονόητη και σε κάθε περίπτωση, καλύπτεται ως απαίτηση από το Άρθρο 1, α.
Άρθρο 5, παρ.1, η. Το παράβολο ύψους €200 είναι αυτό του άρθρου 2, παρ.5; Σε κάθε περίπτωση κρίνεται, ειδικώς υπό τις σημερινές περιστάσεις, υπερβολικό. Είναι προφανές, ότι ένας μεγάλος αριθμός οργανώσεων είτε δεν θα αιτηθούν, είτε δεν θα λάβουν κρατική χρηματοδότηση, είτε αυτή θα είναι σπάνια ή πολύ περιορισμένη κ.λπ., αλλά ωστόσο θα επιθυμούσαν να συμπεριλαμβάνονται στο μητρώο. Το ποσόν των €100 θα ήταν αρκετό.
Το ύψος των παραβόλων γενικότερα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διαφορά στο μέγεθος, αλλά και τα οικονομικά δεδομένα και τη φύση των οργανώσεων. Μια λύση θα ήταν να συσχετίζεται αντικειμενικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών.
Άρθρο 5, παρ.2. Εύστοχη η υποχρέωση υπεύθυνης δήλωσης. Πιστεύω ότι η ετήσια αίτηση ανανέωσης εγγραφής, πρέπει να συνοδεύεται από κατάθεση παραβόλου €50, μόνον για εκείνες τις οργανώσεις που έλαβαν κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς κρατική χρηματοδότηση.
Άρθρο 5, παρ.3. Κρίνεται ως περιττό και από συμβολική άποψη ανασταλτικής προς εθελοντική προσφορά αξίας. Ούτως ή άλλως η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να ζητά αυτεπαγγέλτως πιστοποιητικό ποινικού μητρώου για όποιον, όποτε και όπως κρίνει. Εξάλλου αντιβαίνει στους κανόνες της σύγχρονης σωφρονιστικής, αφού ακόμη και αποφυλακισθέντες παραινούνται να προσφέρουν κοινωνική υπηρεσία, η οποία συνήθως συμβάλει στην επανένταξη τους και των οποίων η συμμετοχή σε όργανα διοίκησης δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Άρθρο 5, παρ.5. Η ενημέρωση για κάθε αμετάκλητη καταδίκη της παρ. 5 του παρόντος άρθρου 5 μπορεί να παραμείνει, παρά την (προτεινόμενη) κατάργηση της παρ 3. Επίσης, αν και είναι σημαντική η έγκαιρη αναγγελία, το προβλεπόμενο προβάδισμα του δημοσίου ή τρίτων, μπορεί υπό ορισμένες πριστάσεις να αποβαίνει καταχρηστικό και να προσφέρει έδαφος εξωθεσμικής διαπραγμάτευσης, ως εκ τούτου δεν κρίνεται ως απαραίτητο.
Άρθρο 7. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τεθεί προς συνεκτίμηση το ζήτημα του φόρου επιτηδεύματος, στο οποίο υπόκεινται οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, το ύψος του οποίου δεν είναι σήμερα αμελητέο (€500), προσαυξανόμενο κατά €200 για κάθε υποκατάστημα! Είναι οξύμωρο, ο φόρος επιτηδεύματος να μην επιβαρύνει τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται εμπορικά σε περιοχές με πληθυσμό κάτω των 500 κατοίκων σύμφωνα με την τελευταία απογραφή και ορθώς για ευνοήτους λόγους ενίσχυσης των ορεινών όγκων, απομεμακρυσμένων και δύσκολα προσβάσιμων περιοχών και από την άλλη να επιβαρύνει τους φορείς, τους εθελοντές, τους εργαζόμενους και τους δωρητές που προσφέρουν εθελοντικά έργο / υπηρεσίες / χρήματα στο κοινωνικό σύνολο.
Άρθρο 8., παρ.1. Οι αρχές είναι αντικείμενο ενός κειμένου αυτοδέσμευσης, ή θα μπορούσαν να περιληφθούν στην αρχή του ΣΝ (π.χ. Άρθρο 1, ορισμοί, αρχές). Εξάλλου δεν μπορεί να δημιουργηθεί μηχανισμός ελέγχου τους, πέραν της (μη δεσμευτικής από τον παρόν ΣΝ και ορθώς) πιστοποίησης, η οποία πλημελλώς μόνον είναι σε θέση να το επιτυγχάνει. Επιπλέον αρμόδιοι φορείς για τον έλεγχο της τήρησης των αρχών είναι οι φορείς χρηματοδότησης, λόγω φυσικής γειτνίασης αντικειμένου.
Άρθρο 8., παρ.2. Ομοίως η παρ.2 είναι περιττή, καθότι αποτελεί αρμοδιότητα του φορέα χρηματοδότησης, ο οποίος ως κρατικός φορέας πρέπει να διαθέτει άμεση πρόσβαση στη δ/ση ΚΟΠ και στις βάσεις δεδομένων, ώστε να πληροφορείται έγκαιρα, να χαράσσει στρατηγική, να ελέγχει και ν’ αξιολογεί. Ομοίως η δ/νση ΚΟΠ μπορεί επίσης να απευθύνεται στον φορέα χρηματοδότησης όταν το κρίνει χρήσιμο σε σχέση με την παρακολούθηση μιας ΚΟΠ. Η τήρηση αυτών των στοιχείων από τη δ/νση ΚΟΠ, δημιουργεί υπέρμετρη γραφειοκρατική επιβάρρυνση, τόσο για την υπηρεσία όσο και για τις οργανώσεις. Εξάλλου, στην περίπτωση διαπίστωσης προβλημάτων ή αδυναμιών από πλευράς δ/νσης ΚΟΠ για τα προβλεπόμενα εδώ έγγραφα της ΚΟΠ, ποιο είναι το πεδίο παρέμβασης, με ποια διαδικασία και τι κυρώσεις;
Άρθρο 8., παρ.3. Διατηρώ αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα του. Οι απευθείας διαδικασίες χρηματοδότησης πρέπει να αποφεύγονται και στις ελάχιστες εκείνες περιπτώσεις που κρίνονται ως αναγκαίες ή αναπόφευκτες, πρέπει να μεγιστοποιείται η διαφάνεια, οι λόγοι και τα κριτήρια στο πλαίσιο του φορέα χρηματοδότησης και να μην δημιουργούνται επάλληλοι χώροι έγκρισης, που εξ’ορισμού δημιουργούν συνθήκες καθυστέρησης, συγκρούσεων και ενδεχομένως συναλλαγής.
Άρθρο 8. Οι παρ. 4,6 και 7 μπορούν να παραμείνουν. Ιδιαίτερα εύστοχη καινοτομία εισάγει η παρ.6 και αυτονόητα ορθή είναι η παρ. 7, καθὠς βελτιώνει αισθητά τη λογοδοσἰα και τη διαφάνεια. Η παρ. 5 είναι οριακής αξίας.
Άρθρο 8., παρ.8. Ως αυτοδέσμευση δεν έχει θέση σε κείμενο νόμου. Η αυτοδέσμευση, με βάση υφιστάμενους ή άλλους συναφείς χάρτες, είναι ένα ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο διάβημα μιας οργάνωσης στο πλαίσιο μιας διακυβέρνησης των μη κερδοσκοπικών οργανισμών, που περιλαμβάνει δεσμεύσεις επέκεινα των νομίμων υποχρεώσεων, η οποία όμως ακριβώς γι’ αυτό δεν μπορεί να προσλαμβάνει κανονιστικά χαρακτηριστικά καθόσον έτσι αυτοαναιρείται ως αυτοδέσμευση.
Άρθρο 9., παρ.1. Η ύπαρξη του άρθρου 8 καθίσταται ατελέσφορη, εφόσον δεν περιλαμβάνεται στις κυρώσεις του άρθρου 9., παρ.1.
Άρθρο 11. Διατηρώ αμφιβολίες για την αξία της θεσμοθέτησης Εθνικού Εισηγητού ΚΟΠ. Εφόσον το ΣΝ περιορισθεί στις βάσεις δεδομένων – μητρώα, ίσως ο αρμόδιος Διευθυντής να είναι επαρκής. Ίσως θα πρέπει να εξετασθεί η δημιουργία ενός αμίσθου συμβουλευτικού σώματος από τον χώρο των οργανώσεων επί του αντικειμένου αυτού του ΣΝ.
Άρθρο 12, παρ.2. Κατά τη γνώση μου, ο όρος ΜΚΟ περιλαμβάνεται αδόκιμα σε ελάχιστα κείμενα νόμων (ΥΔΑΣ και Διαχειριστική αρχή Υπ. Περιβάλλοντος) και αποτελεί αυτονόητη ερμηνεία, που μετά την ψήφιση του νόμου θα πρέπει να οδηγήσει σε προσαρμογή ορολογίας και πιθανόν σε κωδικοποίηση. Εξάλλου δεν προβλέπεται στην ελληνική έννομη τάξη ορισμός της ΜΚΟ, ούτε φυσικά αποτελεί δυνητική νομική μορφή.
Άρθρο 12, παρ.3. «Οι διατάξεις για τη λειτουργία του αρχείου κοινωφελών φορέων θα εφαρμοσθούν ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου», αποτελεί υπερβολικό χρονικό διάστημα για την αξιόπιστη εκκίνηση και τη συνοχή της εφαρμογής του καινοφανούς νόμου, ειδικώς δε αν λάβουμε υπόψη ότι η ισχύς του νόμου προβλέπεται να αρχίζει 4 μήνες μετά τη δημοσίευση-ΦΕΚ, ήτοι εν συνόλω 16 μήνες μετά.
Παραδρομές και ασάφειες του κειμένου
Άρθρο 2, παρ.5. «…..εισπράτεται παράβολο εισπράτεται (2 φορές) υπέρ του δημοσίου…..».
Άρθρο 10. Ενώ η αρίθμηση των παραγράφων-σημείων του άρθρου είναι 6, απουσιάζει το σημείο 2, ώστε τα σημεία εν τοις πράγμασι να είναι 5. Υποθέτω ότι δεν έχει παραληφθεί κάποιο, αλλά ότι πρόκειται για παραδρομή.
Άρθρο 4. Η αρίθμηση της παρ. 1 είναι περιττή, εν ελλείψει, άλλων παρ.
Άρθρο 12. Στο σημείο 1 αναφέρεται «ΚΟΠ των οποίων τα καταστατικά δεν προβλέπουν τις οριζόμενες στο άρθρο 3 προϋποθέσεις εγγραφής στο Μητρώο ΚΟΠ…….». Συμπεραίνω, ότι μάλλον πρόκειται για το άρθρο 4 και όχι το άρθρο 3, το οποίο αναγράφεται από παραδρομή. Ειδάλλως, εφόσον είναι ακριβής η αναφορά στο άρθρο 3, τότε είναι ασαφές το νόημα.
Στην παράγραφο 1.α προσδιορίζονται ως μοναδικές αποδεκτές νομικές μορφές μιας «ΚΟΠ» εκείνες (α) του σωματείου και (β) της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας. Δεν γίνεται καμία αναφορά σε συνεργατικά σχήματα (όπως οι συνεταιρισμοί), παρά την αποδεδειγμένη συνάφεια που υπάρχει μεταξύ προώθησης κοινωφελών σκοπών και συνεργατικών σχημάτων, εδώ και αιώνες.
Ο αποκλεισμός των νομικών αυτών μορφών από το Σχέδιο Νόμου, όπως και η απουσία αναφοράς στις αρχές της δημοκρατικής λειτουργίας των «ΚΟΠ» υποδηλώνει ανεπίτρεπτο πολιτικό αποκλεισμό από τα Μητρώα των «ΚΟΠ» όσων οργανώσεων έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και απόψεις σε αυτά τα θέματα.
Σε συνδυασμό με τις προβλέψεις της παραγράφου 1 ββ του Άρθρου 4, όπου καθιερώνεται διάκριση και διαχωρισμός μεταξύ αυτών που αποφασίζουν και αυτών που εκτελούν τις αποφάσεις στις «ΚΟΠ» (παραβιάζοντας τη βασική αρχή συνεργατικών δομών, στις οποίες οι ίδιοι οι εργαζόμενοι λαμβάνουν τις σημαντικές αποφάσεις ή παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λήψη τους), θεωρούμε ότι το παραπάνω συμπέρασμα δεν είναι αυθαίρετο ή άδικο!