1. Η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α) για την άσκηση προσφυγής κατά πράξεων του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 8 του ν. 3200/1955 (ΦΕΚ 97 Α), δεν εφαρμόζεται για τις αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του Κώδικα αυτού.
2. Αίτηση θεραπείας κατά απόφασης που εκδίδεται κατ` εφαρμογή του παρόντος Κώδικα, όπως ισχύει, δεν εξετάζεται μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης.
3. Κατά της απόφασης απόρριψης της αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής, ανάκλησης ή μη ανανέωσής της, που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος, ασκείται αίτηση ακύρωσης ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15 του Ν. 3068/2002 (Α΄ 274), όπως ισχύει.
4. Σε πολίτη τρίτης χώρας για τον οποίο έχει εκδοθεί απόφαση αναστολής ή προσωρινή διαταγή αναστολής από το Διοικητικό Πρωτοδικείο επί διοικητικής πράξεως κατά της οποίας έχει ασκήσει αίτηση ακύρωσης και αφορά α) την απόρριψη αιτήματος ανανέωσης άδειας διαμονής και β) την ανάκληση εκδοθείσης άδειας διαμονής, χορηγείται ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής. Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής συνιστά προσωρινό τίτλο διαμονής, έχει ετήσια διάρκεια, μπορεί να ανανεώνεται για ισόχρονο κάθε φορά χρονικό διάστημα μέχρι την έκδοση απόφασης επί της εκκρεμούς αιτήσεως ακυρώσεως από το Διοικητικό Δικαστήριο και παρέχει στον κάτοχό της δικαιώματα αντίστοιχα της κατηγορίας που αφορούσε η άδεια διαμονής η οποία έχει ανακληθεί ή δεν έχει ανανεωθεί..
Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής της παρούσας παραγράφου δεν χορηγείται κατά τη διάρκεια ισχύος παράτασης οικειοθελούς αναχώρησης και παρέχει δικαίωμα εργασίας στη μισθωτή εργασία .
5. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και σε πολίτες τρίτων χωρών που α) αποφυλακίζονται με περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, β) τους επιβάλλεται κατά τη διάρκεια της προδικασίας περιοριστικός όρος, η τήρηση του οποίου απαιτεί τη διαμονή τους μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, γ) που βρίσκονται παράνομα στη Χώρα και καταγγέλλουν αξιόποινες πράξεις που τελέσθηκαν από εγκληματική οργάνωση του άρθρου 187 του Π.Κ. εφόσον με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών και έγκριση του εισαγγελέα εφετών έχει ανασταλεί η απέλαση μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν και δ) των ανήλικων κατά την έννοια του άρθρου 121 του Π.Κ., οι οποίοι έχουν υποβληθεί στα αναμορφωτικά μέτρα των περιπτώσεων (β), (γ) και (δ) του άρθρου 122 ή στα θεραπευτικά μέτρα του άρθρου 123 του ίδιου Κώδικα.
6. Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής χορηγείται για ένα έτος και ανανεώνεται για ισόχρονο διάστημα, εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι οριζόμενες προϋποθέσεις
7. Η αίτηση για τη χορήγηση της ειδικής βεβαίωσης νόμιμης διαμονής κατατίθεται στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Εσωτερικών ή στην αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αναλόγως της υπηρεσίας που εξέδωσε τη σχετική απόφαση.
8. Η άδεια διαμονής που εκδίδεται σε συμμόρφωση προς τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, κατόπιν αιτήσεως ακυρώσεως πολίτη τρίτης χώρας κατά απόρριψης αιτήματός του για ανανέωση άδειας εργασίας ή διαμονής, καθώς και κατά της ανακλήσεως τούτων, μπορούν να ανανεωθούν, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου για έναν από τους λόγους του παρόντος Κώδικα. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται εντός μηνός από την επίδοση της σχετικής άδειας διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα, θεωρουμένου του χρόνου που έχει διανυθεί από τη λήξη ισχύος αυτών μέχρι την υποβολή της ανωτέρω αίτησης ανανέωσής τους, ως χρόνου νόμιμης διαμονής στη χώρα.
9. Κατά την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των ακυρωτικών διαφορών, οι οποίες γεννώνται κατ` εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών εν γένει, η Διοίκηση εκπροσωπείται από ειδικά εξουσιοδοτημένο για το σκοπό αυτόν υπάλληλο της. Σε όσες υποθέσεις προβάλλονται λόγοι που αφορούν ζητήματα αντίθεσης κειμένων διατάξεων προς το Σύνταγμα ή όταν πρόκειται για υποθέσεις με ιδιάζουσα σοβαρότητα ή με ευρύτερο ενδιαφέρον, η Διοίκηση, ύστερα από προηγούμενο έγγραφο αίτημα της, μπορεί να εκπροσωπείται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Κατά των εκδιδομένων αποφάσεων ένδικο μέσο ασκείται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μόνο μετά από έγγραφο αίτημα της Διοίκησης.