1.Οι αποφάσεις απόρριψης αιτημάτων χορήγησης θεώρησης εισόδου, που λαμβάνονται από τις διπλωματικές και προξενικές αρχές, χρήζουν αιτιολογίας. Ειδικής αιτιολογίας χρήζουν και οι περιπτώσεις που αναφέρονται στις ακόλουθες κατηγορίες πολιτών τρίτων χωρών και υπό την επιφύλαξη της συνδρομής λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας:
α. Πολίτες τρίτων χωρών, μέλη οικογένειας Έλληνα, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση λε) της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος Κώδικα
β. Πολίτες τρίτων χωρών, μέλη οικογένειας πολίτη άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
γ. Πολίτες τρίτων χωρών, των οποίων η είσοδος, διαμονή, εγκατάσταση και απασχόληση στην Ελλάδα ζητείται κατ’ εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ.
δ. Δικαιούχους διεθνούς προστασίας και τα μέλη της οικογένειας τους.
ε. Πολίτες τρίτων χωρών, που απασχολούνται σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μετακινούνται στην Ελλάδα για την εκτέλεση εργασίας ή έργου, στο πλαίσιο σχετικής συμβατικής υποχρέωσης.
2.Οι ελληνικές αρχές ελέγχου μπορούν να απαγορεύσουν, αιτιολογημένα, την είσοδο στην Ελλάδα πολίτη τρίτης χώρας, εφόσον διαπιστώσουν ότι στο πρόσωπο αυτού συντρέχει μία, τουλάχιστον, από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α) δεν διαθέτει έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο ή έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων, αναγνωρισμένο από την Ελλάδα .
β) δεν διαθέτει έγκυρη θεώρηση, εφόσον απαιτείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή , εκτός εάν διαθέτουν έγκυρο τίτλο διαμονής.
γ) δεν αιτιολογεί το σκοπό και τις συνθήκες της προβλεπόμενης παραμονής, δεν διαθέτει επαρκή μέσα διαβίωσης, τόσο για την προβλεπόμενη περίοδο παραμονής όσο και για την επιστροφή στη χώρα προέλευσης ή τη διέλευση προς τρίτη χώρα στην οποία η είσοδός του είναι εξασφαλισμένη, ή δεν μπορεί να εξασφαλίσει νομίμως τα μέσα αυτά
δ) είναι καταχωρισμένος/η στο Σύστημα Πληροφοριών SCHENGEN (SIS) ως ανεπιθύμητος/η
ε) θεωρείται απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις ενός εκ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως δε αν είναι καταχωρισμένος/η ως ανεπιθύμητος/η στις εθνικές βάσεις δεδομένων για τους οποίους υπάρχει απαγόρευση εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 82 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει.
στ. Το διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο που κατέχει δεν εξασφαλίζει την επάνοδο του στη χώρα προέλευσης ή ιθαγένειας του ή σε τρίτη χώρα.
ζ. Έρχεται με σκοπό να παραμείνει στην Ελλάδα για λόγο, ως προς τον οποίο απαιτείται η έκδοση άδειας διαμονής και δεν έχει την απαιτούμενη εθνική θεώρηση εισόδου.
η. Εμπλέκεται με οποιονδήποτε τρόπο σε παράνομη διακίνηση μεταναστών από οργανωμένη εγκληματική ομάδα, οπότε ανακαλείται η θεώρηση εισόδου που έχει χορηγηθεί, ενώ ενημερώνεται και ο κατάλογος ανεπιθύ¬μητων αλλοδαπών του άρθρου 82 του ν.3386/2005, όπως ισχύει.
θ.Υπέβαλε πλαστό/ παραποιημένο ταξιδιωτικό έγγραφο. ι. Υπέβαλε πλαστά ή παραποιημένα δικαιολογητικά, ή υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες ως προς την ακρίβεια του περιεχομένου των δικαιολογητικών εγγράφων που υποβλήθηκαν ή την αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτούντα.
Σε περίπτωση συνδρομής μίας εκ των ανωτέρω περιπτώσεων επιδίδεται στον πολίτη τρίτης χώρας αιτιολογημένη απόφαση η οποία αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους άρνησης και έχει τη μορφή τυποποιημένου εντύπου, (Ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου στα σύνορα) όπως προβλέπεται στον Κώδικα Συνόρων SCHENGEN (Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006 για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα) Άρθρο 13 (2) και στο παράρτημα V όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 610/2013).
3. Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη μπορεί, με απόφαση του, να επιτρέπει στις ελεγχόμενες μεθοριακές διαβάσεις και στα προσωρινά σημεία διέλευσης προσώπων την είσοδο πολίτη τρίτης χώρας, παρά την ύπαρξη απαγορευτικού λόγου της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον τούτο επιβάλλεται για σπουδαίους λόγους δημόσιου συμφέροντος ή ανωτέρας βίας ή διευκόλυνσης κίνησης ελληνικού πλοίου, η οποία δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί με άλλο τρόπο.
4. Πολίτης τρίτης χώρας, που έχει εισέλθει στην Ελλάδα από τη ζώνη διερχομένων και δεν του επιτρέπεται η είσοδος στη Χώρα προορισμού, δεν γίνεται δεκτός για επανείσοδο, εάν δεν πληροί εκ νέου τις προϋποθέσεις του παρόντος, εφόσον κατά την επιστροφή του μεσολάβησε είσοδος του σε τρίτη, ενδιάμεση, χώρα.
5. Δεν απαγορεύεται η είσοδος στην Ελλάδα προσώπου που αποδεικνύεται ότι έχει την ελληνική ιθαγένεια ή την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αν ακόμη στερείται διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου.
6. Οι ελληνικές αρχές ελέγχου εφόσον, κατά την είσοδο στην Ελλάδα πολίτη τρίτης χώρας που είναι κάτοχος άδειας διαμονής, διαπιστώσουν τη συνδρομή λόγων που δικαιολογούν την ανάκλησή της ή την απόρριψη εκκρεμούς αιτήματος, οφείλουν να το γνωστοποιήσουν αμέσως στην αρμόδια Υπηρεσία αλλοδαπών και μετανάστευσης, προκειμένου να κινηθεί η σχετική διαδικασία. Στις περιπτώσεις αυτές απαγορεύεται η είσοδος του πολίτη τρίτης χώρας στην Ελλάδα μέχρι την έκδοση απόφασης για την ανάκληση ή μη της άδειας διαμονής ή την απόρριψη εκκρεμούς αιτήματος χωρίς οι ελληνικές αρχές εισόδου να παρακρατούν την άδεια διαμονής ή τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος με πλήρη δικαιολογητικά.
Η ρύθμιση της παρ. 6 φαίνεται κατ’ αρχήν θετική, με την απαγόρευση της ‘δυνατότητας’ των αστυνομικών αρχών να παρακρατούν νομιμοποιητικά έγγραφα. Όμως, η τυχόν απαγόρευση εισόδου στη χώρα με ‘διαπιστώσεις’ των οργάνων, παρά την κατοχή τιτλων διαμονής, εμφανίζεται προβληματική.
Με την παράγραφο 6 επιλύεται το ζήτημα, ότι παρά τις αμφιβολίες των ελληνικών αρχών, παρουσιάζεται συχνά το φαινόμενο, να εισέρχεται τελικά ο πολίτης τρίτης χώρας στην ελληνική επικράτεια, αλλά χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα καθώς αυτά παρακρατούνται και επιστρέφονται στις υπηρεσίες που τα εξέδωσαν. Η επαναχορήγηση ή η επανέκδοσή τους απαιτεί αλληλογραφία και διαβιβάσεις εγγράφων.
6. «Οι ελληνικές αρχές ελέγχου εφόσον, κατά την είσοδο στην Ελλάδα πολίτη τρίτης χώρας που είναι κάτοχος άδειας διαμονής, διαπιστώσουν τη συνδρομή λόγων που δικαιολογούν την ανάκλησή της ή την απόρριψη εκκρεμούς αιτήματος, οφείλουν να το γνωστοποιήσουν αμέσως στην αρμόδια Υπηρεσία αλλοδαπών και μετανάστευσης, προκειμένου να κινηθεί η σχετική διαδικασία. Στις περιπτώσεις αυτές απαγορεύεται η είσοδος του πολίτη τρίτης χώρας στην Ελλάδα μέχρι την έκδοση απόφασης για την ανάκληση ή μη της άδειας διαμονής ή την απόρριψη εκκρεμούς αιτήματος χωρίς οι ελληνικές αρχές εισόδου να παρακρατούν την άδεια διαμονής ή τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος με πλήρη δικαιολογητικά.»
Η ρύθμιση αυτή έρχεται να επιλύσει χρόνια προβλήματα που δημιουργούνται με την αφαίρεση αδειών διαμονής η βεβαιώσεων των υπηκόων τρίτων χωρών από τις αρχές ελέγχου χωρίς οι αρμόδιες υπηρεσίες να προτίθενται να απορρίψουν τα αιτήματά τους ή να ανακαλέσουν τις χορηγηθείσες άδειες διαμονής.
παρ. 2 «Οι ελληνικές αρχές ελέγχου μπορούν να απαγορεύσουν….»
Δηλαδή είναι δυνητικό; η λέξη «μπορούν» σημαίνει ότι επαφίεται στην κρίση του κάθε οργάνου να αποφασίσει αν θα επιτρέψει την είσοδο ή όχι. Έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις όπου αλλοδαποί που κλήθηκαν από εργοδότες με τη διαδικασία της μετάκλησης και εισήθαν στη χώρα με θεώρηση τύπου D και κατόπιν απεδείχθει ότι αυτοί ήταν καταχωρημένοι στον κατάλογο ανεπιθυμήτων για λόγους δημόσιας τάξης πριν την χορήγηση σε αυτούς θεώρησης εισόδου και πριν εισέλθουν στη Χώρα.
Θεωρώ πως η λέξη «μπορούν» θα πρέπει να αντικατασταθεί από τη λέξη «υποχρεούνται» και με την επιφύλαξη της παρ. 3 του ιδίου άρθρου.