1. Η παρ. 1 του άρθρου 14 του ως άνω νόμου όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α) Μεταβολές που επέρχονται στην κατάσταση του φυσικού προσώπου μετά τη σύνταξη των ληξιαρχικών πράξεων λόγω νομιμοποίησης, αναγνώρισης, αποκήρυξης, αμφισβήτησης, προσβολής της πατρότητας, υιοθεσίας τέκνου και λύσης αυτής, λύσης ή ακύρωσης γάμου, λύσης του συμφώνου συμβίωσης, προσθήκης ή μεταβολής ονόματος, επωνύμου, ιθαγένειας, θρησκεύματος ή αλλαγής φύλου καταχωρίζονται στο πεδίο του πληροφοριακού συστήματος του άρθρου 8A που φέρει την ένδειξη «Μεταβολές» εντός μηνός από τότε που έλαβαν χώρα με την προσκόμιση της σχετικής διοικητικής πράξης ή της σχετικής τελεσίδικης ή αμετάκλητης δικαστικής απόφασης κατά περίπτωση. Οι ανωτέρω μεταβολές, καταχωρίζονται και επί των ενυπόγραφων εκτυπώσεων των καταρτιζόμενων στο Πληροφοριακό Σύστημα πράξεων και υπογράφονται εκ μέρους των δηλούντων και του ληξιάρχου. Η απόδειξη της λύσης ή της ακύρωσης του γάμου ενώπιον οιασδήποτε δημόσιας ή δημοτικής αρχής για την άσκηση δικαιώματος που απορρέει από αυτή, γίνεται με την προσκόμιση αντιγράφου της ληξιαρχικής πράξης γάμου, στην οποία έχει καταχωριστεί η λύση ή η ακύρωση αυτού.
β) Σε περίπτωση διαζυγίου ή ακύρωσης γάμου, που αφορά γάμο ο οποίος έχει τελεστεί πριν την 8-5-2013, η ληξιαρχική πράξη γάμου καταχωρίζεται εκ νέου στο πληροφοριακό σύστημα του άρθρου 8Α με τα στοιχεία της. Συγχρόνως τροποποιούνται, αν συντρέχει περίπτωση, τα στοιχεία δημοτολογίου και προστίθενται ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) και ο Φορέας Ασφάλισης των διαζευγμένων. Στη συνέχεια καταχωρίζεται και σ’ αυτή η μεταβολή λόγω διαζυγίου ή ακύρωσης γάμου. Στην παλαιά ληξιαρχική πράξη αναγράφεται ο αριθμός, ο τόμος, και το έτος της νέας ληξιαρχικής πράξης, στην οποία καταχωρίσθηκε η παραπάνω μεταβολή. Εφεξής αντίγραφο ή απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης γάμου εκδίδεται μόνο από το πληροφοριακό σύστημα του άρθρου 8Α.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 14 του ως άνω νόμου όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Βραδύτερη δήλωση είναι δεκτή από το ληξίαρχο, συνεπάγεται όμως τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 49.»