1. Οι αιτούντες διεθνή προστασία έχουν δικαίωμα άσκησης αίτησης ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 3 του ν. 3068/2002 (Α’ 274), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3900/2010 και ισχύει, κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 26 του παρόντος. Για τη δυνατότητα αυτή, για την προθεσμία καθώς και για το αρμόδιο δικαστήριο γίνεται ρητή αναφορά επί του σώματος της απόφασης.
2. Αίτηση ακυρώσεως κατά των αποφάσεων των Επιτροπών Προσφυγών, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, μπορεί να ασκηθεί και από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Έχοντας πολυετή εμπειρία σε υποθέσεις προσφύγων στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής μου στις Επιτροπές του ΠΔ 61/1999 αλλά και παλαιότερα συμμετέχοντας ως παρατηρητής του Γραφείου της Αθήνας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην αρμόδια Επιτροπή που λειτουργούσε στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, έχω διαπιστώσει ότι από την υιοθέτηση του ΠΔ 114/2010 και εντεύθεν ατόνισε η υπεράσπιση των συμφερόντων του κράτους (δηλαδή, εν προκειμένω, η άσκηση ενδίκου μέσου από τον αρμόδιο Υπουργό κατά των αποφάσεων των Επιτροπών που αποφασίζουν σε δεύτερο βαθμό επί αιτημάτων ασύλου). Δεν χωρεί αμφιβολία ότι, σε σχέση με το νομικό πλαίσιο που ίσχυε από το 1979, οπότε για πρώτη φορά θεσμοθετήθηκε στην Ελλάδα διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων ασύλου έως την υιοθέτηση του ΠΔ 114/10, είναι εξόχως σημαντική η ποιοτική αναβάθμιση των αποφάσεων δεύτερου βαθμού που εκδίδονται επί προσφυγών κατά των αποφάσεων που απορρίπτουν το αίτημα ασύλου σε πρώτο βαθμό.Τούτο αποδεικνύεται από τη νομολογία των αρμόδιων ελληνικών δικαστηρίων. Έως το 2010 το Συμβούλιο Επικρατείας ακύρωσε κατ’ επανάληψη αποφάσεις του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και/ή Εσωτερικών που απέρριπτε προσφυγές που ασκούσαν οι ενδιαφερόμενοι κατά των αποφάσεων απόρριψης του αιτήματός τους σε πρώτο βαθμό. Από τη νομολογία αυτή προκύπτει ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ήσαν πλημμελώς ή καθόλου αιτιολογημένες. Από το 2010 τα αρμόδια δικαστήρια (Διοικητικά Εφετεία) απορρίπτουν τις αιτήσεις ακύρωσης που ασκούν οι αιτούντες άσυλο κατά των αποφάσεων με τις οποίες οι Επιτροπές απορρίπτουν τις προσφυγές τους κυρίως επειδή αυτές είναι αιτιολογημένες. Ωστόσο, τούτο δεν σημαίνει πως είναι νομικά ορθές όλες οι αποφάσεις που εκδίδουν οι Επιτροπές επί των προσφυγών που υποβάλλονται στην κρίση τους. Για την ορθή λειτουργία του συστήματος ασύλου επιβάλλεται η καθιέρωση συστήματος ελέγχου των αποφάσεων που εκδίδονται από τις Επιτροπές από τις αρμόδιες αρχές (που είναι το ΝΣΚ, το οποίο κατά το Ν. 3086/2002 είναι αρμόδιο για τη δικαστική υπεράσπιση των συμφερόντων του κράτους) που, ανάλογα με την περίπτωση, οφείλουν να εισηγούνται στον Υπουργό την άσκηση ενδίκου μέσου για τη «δικαστική υπεράσπιση των συμφερόντων του Δημοσίου». Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να είναι δίκαιο και αποτελεσματικό το σύστημα ασύλου εάν λειτουργεί μονομερώς (δηλαδή ή μόνον κατά των προσφύγων, όπως συνέβαινε έως το 2010 ή μόνον υπέρ αυτών, όπως συμβαίνει μετά το 2010).