1. Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που αιτείται διεθνή προστασία, δεν κρατείται για μόνο το λόγο ότι έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, καθώς και ότι εισήλθε παράτυπα ή/και παραμένει στη χώρα χωρίς νόμιμο τίτλο διαμονής.
2. Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας ενόσω κρατείται βάσει των σχετικών διατάξεων των ν. 3386/2005 και 3907/2011 όπως ισχύουν, παραμένει υπό κράτηση κατ’ εξαίρεση, εφόσον αυτή είναι αναγκαία κατόπιν ατομικής αξιολόγησης και υπό την προϋπόθεση ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά μέτρα όπως αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 του ν.3907/2011 , για έναν από τους παρακάτω λόγους:
α. για τη διαπίστωση των στοιχείων της ταυτότητας ή της καταγωγής του, ή
β. προκειμένου να προσδιοριστούν τα στοιχεία εκείνα στα οποία βασίζεται η αίτηση διεθνούς προστασίας, η απόκτηση των οποίων θα ήταν σε άλλη περίπτωση αδύνατη, ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής του αιτούντος, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 18 (ζ) του ν. 3907/2011, ή
γ. όταν τεκμηριώνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι το πρόσωπο είχε ήδη την ευκαιρία πρόσβασης στη διαδικασία χορήγησης ασύλου, ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι ο αιτών υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, προκειμένου να καθυστερήσει απλώς ή να εμποδίσει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής, ή
δ. εφόσον συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, κατά την αιτιολογημένη κρίση της αρμόδιας αρχής της παραγράφου 3, ή
ε. όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος διαφυγής, κατά τη έννοια του άρθ. 2 στοιχείο (ιδ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 18 στοιχείο (ζ) του ν. 3907/2011 τα οποία εφαρμόζονται αναλόγως, και προκειμένου να διασφαλιστεί η υλοποίηση της διαδικασίας μεταφοράς σύμφωνα με τον ως άνω Κανονισμό.
3. Η απόφαση κράτησης λαμβάνεται από τον οικείο Αστυνομικό Διευθυντή και, προκειμένου περί των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, τον αρμόδιο για θέματα αλλοδαπών Αστυνομικό Διευθυντή, και περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Στις περιπτώσεις (α), (β), (γ) και (ε) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου η απόφαση κράτησης λαμβάνεται κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής.
4. α. Η κράτηση των αιτούντων διεθνή προστασία επιβάλλεται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα. Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στον αιτούντα δεν δικαιολογούν συνέχιση της κράτησης.
β. Η κράτηση αιτούντος διεθνή προστασία για τους λόγους των περιπτώσεων (α), (β) και (γ) καταρχήν επιβάλλεται για διάστημα μέχρι 45 ημερών και παρατείνεται για άλλες 45 ημέρες εφόσον δεν ανακληθεί η εισήγηση της παραγράφου 3.
γ. Η κράτηση αιτούντος διεθνή προστασία για τους λόγους των περιπτώσεων (δ) και (ε) δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες.
δ. Σε κάθε περίπτωση, εάν ο αιτών είναι ήδη κρατούμενος ενόψει επιστροφής ή απέλασης, ο συνολικός χρόνος κράτησης δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Σε περίπτωση που κατά τη λήξη του χρόνου αυτού δεν έχει ολοκληρωθεί το προβλεπόμενο διάστημα κράτησης κατά το στοιχείο (β) ή κατά το στοιχείο (γ), όταν η κράτηση έχει επιβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 (ε), η κράτηση συνεχίζεται μέχρι την ολοκλήρωση των παραπάνω διαστημάτων, υπολογιζόμενων από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης διεθνούς προστασίας, με την επιφύλαξη των ανώτατων ορίων κράτησης, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 30 ν. 3907/2011.
5. H αρχική απόφαση κράτησης και η απόφαση παράτασης της κράτησης διαβιβάζεται στον πρόεδρο ή τον υπ’ αυτού οριζόμενο πρωτοδίκη του διοικητικού πρωτοδικείου στην Περιφέρεια του οποίου κρατείται ο αιτών, ο οποίος κρίνει για την νομιμότητα της επιβολής του μέτρου της κράτησης και εκδίδει παραχρήμα την απόφαση του, στην οποία διατυπώνει συνοπτικά σε τηρούμενο πρακτικό, αντίγραφο του οποίου διαβιβάζει αμέσως στην αρμόδια αστυνομική αρχή. Εφόσον ζητηθεί, ο αιτών άσυλο ή ο δικαστικός του πληρεξούσιος ακούγεται υποχρεωτικά από τον δικαστή, τούτο δε μπορεί να διατάξει σε κάθε περίπτωση και ο δικαστής. Σε αυτήν την περίπτωσή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 3 και επόμενες του άρθρου 76 ν. 3386/2005. Η ανωτέρω διαδικασία δεν περιορίζει τη δυνατότητα του αιτούντος να προβάλλει αντιρρήσεις κατά της απόφασης κράτησης ή παράτασης της κράτησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο.
6. Οι αιτούντες που κρατούνται, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, έχουν τα δικαιώματα προσφυγής και υποβολής αντιρρήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και επόμενες του άρθρου 76 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει
7. Οι κρατούμενοι αιτούντες διεθνούς προστασία έχουν πρόσβαση σε δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση για την αμφισβήτηση της απόφασης κράτησης, σύμφωνα με τα όσα ισχύουν για τους πολίτες τρίτης χώρας που παραμένουν υπό κράτηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3907/2011.
8. Η κράτηση του αιτούντος διεθνή προστασία συνιστά λόγο επιτάχυνσης της διαδικασίας ασύλου, λαμβανομένης υπόψη της, τυχόν, έλλειψης κατάλληλων χώρων και των δυσχερειών εξασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης των τελούντων σε κράτηση. Οι δυσχέρειες αυτές καθώς και η ευαλωτότητα των αιτούντων κατά το άρθρο 11 παράγραφος 2 του ν. 3907/2011 συνεκτιμώνται για την επιβολή ή την παράταση της κράτησης. Σε περίπτωση κράτησης αλλοδαπού ή ανιθαγενή ο οποίος υποβάλει αίτημα διεθνούς προστασίας υπό κράτηση, ενημερώνεται αμέσως ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Αρχής Παραλαβής ή/και ο Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών, ο οποίος μεριμνά για την κατά προτεραιότητα εξέταση της αίτησης ή της προσφυγής.
9. Οι αιτούντες κρατούνται στους χώρους κράτησης που προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν. 3907/2011.
10. Στις περιπτώσεις κράτησης αιτούντων, οι αρμόδιες αρχές, με την επιφύλαξη των διεθνών και εθνικών κανόνων δικαίου που διέπουν την κράτηση, εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα:
α. Μεριμνούν ώστε οι γυναίκες να κρατούνται σε χώρο χωριστά από τους άντρες και για τον επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των οικογενειών που κρατούνται
β. Αποφεύγουν την κράτηση των ανήλικων. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κατά κανόνα δεν κρατούνται. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ασυνόδευτοι ανήλικοι οι οποίοι υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας ενόσω κρατούνται βάσει των σχετικών διατάξεων των ν. 3386/2005 και 3907/2011, παραμένουν υπό κράτηση ως έσχατη λύση και για μόνο λόγο την ασφαλή παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανηλίκων. Η κράτηση επιβάλλεται αποκλειστικά για τον αναγκαίο χρόνο μέχρι την ασφαλή παραπομπή τους και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 25 μέρες. Σε περίπτωση που, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, όπως η σημαντική αύξηση της εισόδου ασυνόδευτων ανηλίκων, και παρά τις εύλογες προσπάθειες των αρμόδιων αρχών δεν έχει καταστεί εφικτή η ασφαλής παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας, η κράτηση μπορεί να παραταθεί για διάστημα 20 ημερών. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από την οικογένεια τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται χωριστά από ενήλικους κρατουμένους. Σε περίπτωση κράτησης ανηλίκων, έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών και των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων που αρμόζουν στην ηλικία τους.
γ. Αποφεύγουν την κράτηση γυναικών κατά τη διάρκεια της κύησης και για τρεις μήνες μετά τον τοκετό.
δ. Παρέχουν στους κρατούμενους την προσήκουσα ιατρική φροντίδα.
ε. Διασφαλίζουν το δικαίωμα για νομική εκπροσώπηση των κρατούμενων.
στ. Μεριμνούν ώστε οι κρατούμενοι να ενημερώνονται σε γλώσσα που κατανοούν για τους λόγους και τη διάρκεια της κράτησης.
11. Όταν εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν την κράτηση ενός αιτούντος σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι αρχές που διέταξαν την κράτηση, με αιτιολογημένη απόφασή τους, αφήνουν ελεύθερο τον αιτούντα και ενημερώνουν αμελλητί τις Αρχές Παραλαβής ή την Αρχή Προσφυγών, εφόσον η αίτηση εκκρεμεί σε β’ βαθμό.
Όσον αφορά στην κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων, όπως και των υπολοίπων ευάλωτων κατηγοριών προσώπων, θεωρούμε ότι δεν επαρκεί ως πρόβλεψη η αποφυγή της κράτησης. Όπως συνέβαινε στο παρελθόν και συνεχίζει να εφαρμόζεται ως πρακτική μέχρι σήμερα, ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται ή τελού υπό καθεστώς προστατευτικής φύλαξης το οποίο κατ΄ουσίαν ισοδυναμεί με κράτηση. Συνεπώς θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι απαργορεύεται η κράτηση ανηλίκων καθ΄οιονδήποτε τρόπο. Έτσι προτείνουμε την τροποποίηση της εδαφίου β΄της παραγράφου 10 της συγκεκριμένης διάταξης ως εξής: » Η κράτηση ανηλίκων που έχουν χωριστεί από τους γονείς τους καθώς και η κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση. Οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να μεριμνούν για την άμεση παραπομπή τους σε δομές φιλοξενίας.Σε περίπτωση που, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, όπως η σημαντική αύξηση της εισόδου ασυνόδευτων ανηλίκων, και παρά τις εύλογες προσπάθειες των αρμόδιων αρχών δεν έχει καταστεί εφικτή η ασφαλής παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας, η κράτηση μπορεί να παραταθεί για διάστημα 20 ημερών. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από την οικογένεια τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται χωριστά από ενήλικους κρατουμένους. Σε περίπτωση κράτησης ανηλίκων, έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών και των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων που αρμόζουν στην ηλικία τους».
Η παράγραφος 10 επαναλαμβάνει ουσιαστικά τα περί κράτησης ανηλίκων, εγκύων κλπ του ισχύοντος διατάγματος. Ο νομοθέτης γνωρίζει πολύ καλά ότι η διάταξη αυτή χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για τη συστηματική κράτηση ανηλίκων, εγκύων κλπ υπό συνθήκες απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης με καταδίκες της Ελλάδας από το Ευρωπαικό Δικαστήριο.
Δεν είναι δυνατό η εξακολουθητική έλλειψη υποδομών με ευθύνη της πολιτείας για τις ευάλωτες ομάδες να αποτελεί μόνιμο (και απαράδεκτο) άλλοθί της,λόγω του οποίου να προκρίνεται η νομοθετική λύση της κράτησης των ευάλωτων ομάδων από την αστυνομία.
Προτείνω, λοιπόν, την αντικατάσταση της παραγράφου 10 ως εξής: «Αποκλείεται, σε κάθε περίπτωση, η κράτηση ανηλίκων, εγκύων γυναικών, ατόμων με αναπηρία ή ατόμων πάνω από 65 ετών με εξαίρεση α) την κράτησή τους για 15 ημέρες και μόνο για λόγους διαπίστωσης της ταυτότητάς τους και β) το χρόνο παραμονής τους σε Κέντρο Πρώτης Υποδοχής, γ) την κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων ως έσχατη λύση και για μόνο λόγο την ασφαλή παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανηλίκων. Η κράτηση επιβάλλεται αποκλειστικά για τον αναγκαίο χρόνο μέχρι την ασφαλή παραπομπή τους και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 25 μέρες. Σε περίπτωση που, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, όπως η σημαντική αύξηση της εισόδου ασυνόδευτων ανηλίκων, και παρά τις εύλογες προσπάθειες των αρμόδιων αρχών δεν έχει καταστεί εφικτή η ασφαλής παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας, η κράτηση μπορεί να παραταθεί για διάστημα 20 ημερών. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από την οικογένεια τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται χωριστά από ενήλικους κρατουμένους. Σε περίπτωση κράτησης ανηλίκων, έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, συμπεριλαμβανομένων των παιχνιδιών και των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων που αρμόζουν στην ηλικία τους.»
Η κοινοτική οδηγία δεν προβλέπει στο αντίστοιχο άρθρο της (26) τέτοια υποχρέωση κράτησης και συνεπώς ο εθνικός νομοθέτης έχει την ευχέρεια να αποκλείσει τις ευάλωτες ομάδες αιτούντων διεθνή προστασία από την κράτηση.
Έχει διαπιστωθεί επανειλημμένως στο παρελθόν η κατάχρηση της κράτησης των αιτούντων διεθνή προστασία χωρίς εξέταση των εναλλακτικών μέτρων εκ μέρους των αστυνομικών αρχών που έχουν οδηγήσει σε επικρίσεις από διεθνείς οργανσιμούς κα καταδίκες από το Ευρωπαικό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις, παρ’ ότι περιλαμβάνουν περισσότερες εγγυήσεις για τη κράτηση των αιτούντων διεθνή προστασία, όπως επιτάσσει η κοινοτική νομοθεσία, δεν μπορούν,κατά την άποψή μου,να αποτρέψουν εκ νέου την κατάχρηση της κράτησης εκ μέρους των αστυνομικών αρχών. Συνεπώς θεωρώ ορθότερο η παράγραφος 2 να αναδιατυπωθεί ως εξής:
«Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας μπορούν να αποφασίζουν τη λήψη εναλλακτικών της κράτησης μέτρων για συγκεκριμένο αλλοδαπό ή ανιθαγενή που υποβάλλει άιτηση διεθνούς προστασίας, όταν κρίνουν ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη για λόγους που αιτιολογούνται ειδικώς στην απόφαση.Μόνη η παράνομη είσοδος ή η παραμονή στη χώρα δε συνιστούν κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη. Εάν ο ως άνω αλλοδαπός ή ανιθαγενής παραβιάσει την εφαρμογή των εναλλακτικών μέτρων τότε διατάσσεται, κατ’ εξαίρεση, η κράτησή του για τους παρακάτω λόγους: (και ακολουθεί η απαρίθμηση του προτεινομένου κειμένου υπό στοιχεία α) έως ε με αντικατάσταση του στοιχείου δ ως εξής: λόγω παραβίασης του εναλλακτικού μέτρου κράτησης που του επιβλήθηκε).