Άρθρο 09

Τα άρθρα 6 – 15 του ν. 3907/2011, καταργούνται, και προστίθενται άρθρα ως εξής:

 

«Άρθρο 6

Ίδρυση – Αποστολή – Διάρθρωση

 

1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης συνιστάται αυτοτελής Υπηρεσία με τίτλο «Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης» (Υ.Π.Υ.Τ), η οποία υπάγεται απευθείας στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιο για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης αποτελείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές της Υπηρεσίες.

2. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και έχει ως κύρια αποστολή την αποτελεσματική διενέργεια των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις. Για το σκοπό αυτό η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι αρμόδια: α) για την πραγματοποίηση των διαδικασιών καταγραφής, ταυτοποίησης και εξακρίβωσης των στοιχείων, τον ιατρικό έλεγχο, τον εντοπισμό ευάλωτων, την παροχή ενημέρωσης, ιδίως για τις διαδικασίες διεθνούς ή άλλης μορφής προστασίας και για τις διαδικασίες επιστροφής, καθώς και για την προσωρινή διαμονή των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις και την περαιτέρω παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές υποδοχής ή προσωρινής φιλοξενίας,

β) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία Κέντρων και Δομών για την πραγματοποίηση των ως άνω διαδικασιών,

γ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία ανοικτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία,

δ) για την ίδρυση, λειτουργία και εποπτεία ανοικτών Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι: αα) βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής, απέλασης ή επανεισδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρόντος ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό με το άρθρο 30, ή ββ) τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης, σύμφωνα με το άρθρο 24 ή γγ) υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005.

3. Η σύσταση και η εσωτερική διάρθρωση των Τμημάτων της Κεντρικής Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης καθορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 1 του άρθρου 15.

4. Οι Περιφερειακές  Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι:

α) τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ),

β) οι Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Μ.Υ.Τ),

γ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία,

δ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών:

αα) που βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 22 ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό με το άρθρο 30, ή ββ) η απομάκρυνσή έχει αναβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 24 ή γγ) υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005.

5. Η Κεντρική Υπηρεσία προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση των Περιφερειακών Υπηρεσιών και εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτό, η Κεντρική Υπηρεσία μπορεί να αναπτύσσει διεθνή συνεργασία, ιδίως με αρμόδιες αλλοδαπές αρχές, διεθνείς οργανισμούς, φορείς και υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κρατών-μελών της, και να συμμετέχει αυτοτελώς ή από κοινού με άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή φορέων της κοινωνίας των πολιτών σε προγράμματα και δράσεις χρηματοδοτούμενες από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους φορείς.

 

Άρθρο 7

Διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης

 

1. Σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης υποβάλλονται όλοι οι πολίτες τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα. Οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης περιλαμβάνουν: α) την πλήρη καταγραφή των προσωπικών στοιχείων τους και τη λήψη και καταχώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους, β) την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ιθαγένειάς τους, γ) τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της τυχόν αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, δ) την ενημέρωσή τους για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, ιδίως για τη διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας ή για τη διαδικασία υπαγωγής σε πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής, ε) τη μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, ώστε να υπαχθούν στην κατά περίπτωση προβλεπόμενη διαδικασία και να τους παρασχεθεί εξειδικευμένη φροντίδα, στ) την παραπομπή για την εκκίνηση της διαδικασίας εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας για όσους επιθυμούν να υποβάλλουν, ζ) την παραπομπή για την εκκίνηση της διαδικασίας επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης για όσους δεν υποβάλλουν ή για όσους απορρίπτεται η αίτηση διεθνούς προστασίας ή για όσους δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί προστασίας από την απέλαση ή την επιστροφή.

2. Στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης υπάγονται και οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς οι οποίοι διαμένουν χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στην Ελλάδα και δεν αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής.

 

Άρθρο 8

Δομές

 

1. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής ιδρύονται Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε συνοριακές περιοχές της Ελλάδας στις οποίες αυτό κρίνεται αναγκαίο, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των εισερχομένων χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις. Στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης μπορεί να λειτουργεί Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου ή Αυτοτελές Κλιμάκιο ή Κινητό Κλιμάκιο της Υπηρεσίας Ασύλου.

2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, ιδρύονται Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και σε περιοχές της ενδοχώρας, για τις ανάγκες των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης.

3. Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας μπορεί να συνιστώνται Κινητές Μονάδες  Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε σημεία της επικράτειας, όπου κρίνεται αναγκαία η παροχή υπηρεσιών υποδοχής και ταυτοποίησης, ιδίως σε περίπτωση εισόδου μεγάλου αριθμού προσώπων χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, των οποίων η παραπομπή σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν είναι άμεσα εφικτή ή σκόπιμη.

4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία.

5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι: α) βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 22 ή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού σε συνδυασμό με το άρθρο 30, ή β) τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης, σύμφωνα με το άρθρο 24 ή γ) υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005.

6. Στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στις ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και στις ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας ιδρύονται ξεχωριστές πτέρυγες με τις κατάλληλες προδιαγραφές για την παραμονή πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες της παραγράφου 8 του άρθρου 12.

 

Άρθρο 9

Στελέχωση

 

1. Στην Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται θέση Διευθυντή. Ο Διευθυντής διορίζεται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, με θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Ο Διευθυντής είναι προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, με ικανότητα και εμπειρία στη διοίκηση ή/και στα δικαιώματα του ανθρώπου. Ο Διευθυντής προΐσταται της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, ήτοι της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών, και ελέγχεται από τον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιο για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, ο οποίος δύναται να τον παύει πριν τη λήξη της θητείας του, λόγω αδυναμίας ή ανικανότητας εκτέλεσης των καθηκόντων του, ή ανεπάρκειας κατά την άσκηση αυτών. Ο Διευθυντής είναι Έλληνας πολίτης. Κατά τη διάρκεια της θητείας του αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου δημοσίου λειτουργήματος και δεν επιτρέπεται η άσκηση καμίας επαγγελματικής δραστηριότητας ή η ανάληψη άλλων αμειβόμενων καθηκόντων, στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα ή η ανάληψη άλλων μη αμειβόμενων καθηκόντων, σε αντικείμενο συναφές με τα καθήκοντά του. Οι αποδοχές του Διευθυντή καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

2. Σε κάθε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται θέση Διοικητή. Ο Διοικητής είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με ικανότητα και εμπειρία στη διοίκηση ή και στα δικαιώματα του ανθρώπου. Διορίζεται με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή της Υπηρεσίας, για θητεία ενός (1) έτους που μπορεί να παραταθεί για δύο (2) ακόμη έτη και να παραταθεί εκ νέου ή να ανανεωθεί ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής. Ο Διοικητής προΐσταται του Κέντρου Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και ελέγχεται από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας. Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιος για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής δύναται να τον παύει πριν τη λήξη της θητείας του, κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή, λόγω αδυναμίας ή ανικανότητας εκτέλεσης των καθηκόντων του, ή ανεπάρκειας κατά την άσκηση αυτών. Οι αποδοχές του Διοικητή καθορίζονται με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής και του Υπουργού Οικονομικών. Σε περίπτωση που ο Διοικητής είναι δημόσιος υπάλληλος, καταβάλλεται επίδομα ευθύνης Προϊσταμένου Διεύθυνσης, ο δε χρόνος της θητείας του θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης.

3. Προϊστάμενος των κλιμακίων ταυτοποίησης και εξακρίβωσης ιθαγένειας και εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας που προβλέπονται στα εδάφια β και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 11, ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), τουλάχιστον με βαθμό Αστυνόμου Α, ο οποίος συνεργάζεται με τον Διοικητή για την εκπλήρωση των καθηκόντων αρμοδιότητας των ως άνω κλιμακίων και έχει την ευθύνη της συνεργασίας με τους υπαλλήλους του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν διατεθεί για την υποστήριξη των λειτουργιών του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης.

4. Σε κάθε Κινητή Μονάδα Υποδοχής και Ταυτοποίησης ορίζεται επικεφαλής. Στον επικεφαλής καταβάλλεται επίδομα προϊσταμένου τμήματος, για όσο χρόνο ασκεί τα καθήκοντα αυτά και ο χρόνος της θητείας του θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου τμήματος. Σε κάθε κινητή μονάδα υποδοχής και ταυτοποίησης συμμετέχει αστυνομικό προσωπικό που διατίθεται από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας με επικεφαλής αξιωματικό με βαθμό τουλάχιστον Υπαστυνόμου Α.

5. Οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία και οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας, λειτουργούν σε επίπεδο τμήματος. Στις δομές αυτές προΐσταται υπάλληλος ή ιδιώτης, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με ικανότητα και εμπειρία στη διοίκηση ή και στα δικαιώματα του ανθρώπου, ο οποίος διορίζεται με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας ή συμβάλλεται με το Δημόσιο με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου διάρκειας ενός έτους κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος του Διευθυντή. Στην περίπτωση των Δομών Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία η απόφαση διορισμού του προϊσταμένου λαμβάνεται κατόπιν εισήγησης του προϊσταμένου του Τμήματος Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής.

6. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης στελεχώνεται από προσωπικό που μετατάσσεται, μεταφέρεται ή αποσπάται από υπηρεσίες του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010, ΦΕΚ 112 Α’) ή Ν.Π.Δ.Δ. ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος ή προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Οι αποσπάσεις του προσωπικού για τη στελέχωση της Υπηρεσίας διενεργούνται και ανανεώνονται με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, μετά από πρόταση του Διευθυντή της, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη. Μετατάξεις προσωπικού που υπηρετεί σε καταργούμενους ή συγχωνευόμενους φορείς του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα προς την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης διενεργούνται κατά προτεραιότητα.

7. Για τις ανάγκες Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, μπορεί να συνάπτονται συμβάσεις παροχής υπηρεσιών με διερμηνείς, οι οποίοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και επιλέγονται από σχετικό κατάλογο που καταρτίζει η Υπηρεσία, σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της. Η αμοιβή, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά πληρωμής για την εκτέλεση των ανωτέρω συμβάσεων ορίζονται με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αρμόδιου για τα θέματα μεταναστευτικής πολιτικής και του Υπουργού Οικονομικών.

8. Σε περίπτωση που η αποτελεσματική λειτουργία των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης κωλύεται λόγω έλλειψης επαρκούς ή κατάλληλου προσωπικού, η διεκπεραίωση επί μέρους διαδικασιών, εξαιρουμένων αυτών που συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας, όπως η έκδοση διοικητικών πράξεων, μπορεί να ανατίθεται για ορισμένο χρόνο με βάση τις κείμενες διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού, σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών, που ανταποκρίνονται σε κατάλληλες προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας. Η ανάθεση των διαδικασιών αυτών γίνεται από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας, ύστερα από ειδική και αιτιολογημένη πρόταση του Διοικητή ή του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Υπηρεσίας Υποδοχής. Με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής και του Υπουργού Οικονομικών προσδιορίζονται οι προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας που πρέπει να πληρούν οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και οι διαδικασίες που μπορεί να τους ανατίθενται. Στη Διεύθυνση Υποδοχής και Ένταξης της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής καταρτίζεται και τηρείται Μητρώο διαπιστευμένων προς τούτο φορέων. Η δαπάνη της ανάθεσης μπορεί να καλύπτεται από κρατικούς ή συγχρηματοδοτούμενους ή άλλους πόρους, κατ’ εφαρμογή και της διάταξης του άρθρου 28 παράγραφος 8 ν. 4033/2011 όπως ισχύει.

9. Για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών που δημιουργούνται από μαζική εισροή προσώπων που υπόκεινται σε διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης, επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του ν. 2190/1994.

10. Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιμορφώνονται για το αντικείμενο της αποστολής τους, με μέριμνα της Κεντρικής Υπηρεσίας, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία. Οι ιατροί που παρέχουν υπηρεσίες στις Δομές της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, εκπαιδεύονται για την πιστοποίηση θυμάτων βασανιστηρίων, με μέριμνα της Υπηρεσίας, σε συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς και υπηρεσίες, όπως η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο.

11. Αρμόδια για τα θέματα του προσωπικού της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι τα υπηρεσιακά συμβούλια του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Ως αιρετά μέλη στα Συμβούλια αυτά, όταν εξετάζονται θέματα των υπαλλήλων των ανωτέρω υπηρεσιών, λαμβάνουν μέρος εκπρόσωποι των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Για θέματα που αφορούν στη διαδικασία και όλους γενικά τους όρους εκλογής των εκπροσώπων, ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 159 έως 162 του ν. 3528/2007 (Α’ 26), όπως αυτά τροποποιήθηκαν και ισχύουν. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας διάταξης, εκλέγονται ως μέλη υπάλληλοι των Υπηρεσιών Υποδοχής, οι οποίοι έχουν ολοκληρώσει τη δοκιμαστική τους υπηρεσία και καταλαμβάνουν οργανική θέση στην ανωτέρω υπηρεσία, ανεξαρτήτως του βαθμού που έχουν.

12. Για τους δικηγόρους που διορίζονται στη θέση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, ή στη θέση Διοικητών των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης, των προϊσταμένων των Δομών Προσωρινής Υποδοχής και των Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας, αναστέλλεται η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας τους στις ως άνω θέσεις.

13. Οι οργανικές θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης μπορεί να καλύπτονται με μετατάξεις, μεταφορές ή αποσπάσεις προσωπικού του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή ΟΤΑ. Σε περίπτωση αδυναμίας πλήρωσής τους με προσωπικό προσόντων ειδικού επιστημονικού προσωπικού, οι ως άνω οργανικές θέσεις μπορούν να καλύπτονται με μετατάξεις, μεταφορές ή αποσπάσεις προσωπικού προσόντων Π.Ε. με γνωστικό αντικείμενο, νομικών, πολιτικών, κοινωνικών, τεχνολογικών ή ανθρωπιστικών επιστημών από υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή ΟΤΑ. Η, κατά τα ανωτέρω, μετάταξη μόνιμου προσωπικού σε θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Υπηρεσίας  Υποδοχής και Ταυτοποίησης γίνεται σε συνιστώμενες με τις πράξεις μετάταξης προσωποπαγείς θέσεις μονίμων υπαλλήλων, με δέσμευση αντίστοιχου αριθμού κενών θέσεων ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίες δεν καλύπτονται όσο οι ως άνω υπάλληλοι παραμένουν στις ανωτέρω προσωποπαγείς θέσεις.

14. Οι περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης λειτουργούν όλο το εικοσιτετράωρο, όλες τις ημέρες της εβδομάδας συμπεριλαμβανομένων των Κυριακών και εξαιρέσιμων ημερών, και οι υπάλληλοι εργάζονται με σύστημα εναλλαγής βαρδιών, όπως ειδικότερα ορίζεται στο Γενικό Κανονισμό Λειτουργίας τους. Με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 καθορίζονται τα ειδικότερα καθήκοντα και υποχρεώσεις του προσωπικού της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, το εργασιακό καθεστώς, οι όροι και το ωράριο απασχόλησης, η ρύθμιση υπερωριακής απασχόλησης και ειδικότερα ζητήματα για την παροχή της υπηρεσίας αυτής.

15. Για τις μετακινήσεις και την παροχή εργασίας των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης εντός ή εκτός έδρας εφαρμόζονται οι διατάξεις της υποπαραγράφου Δ9 του ν. 4336/2015.

16. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας, μπορεί συγκεκριμένη Περιφερειακή Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης να ενισχύεται προσωρινά με υπαλλήλους που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία ή σε άλλη Περιφερειακή Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης.

 

Άρθρο 10

Προϋπολογισμός – Οικονομική Διαχείριση

 

1. Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης έχει ίδιο προϋπολογισμό ως ειδικός φορέας του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπου εγγράφονται οι πιστώσεις για την αντιμετώπιση των αναγκών λειτουργίας των υπηρεσιών και αμοιβής του προσωπικού της. Ειδικότερα, εγγράφονται πιστώσεις που αφορούν σε δαπάνες για: α)  αποδοχές του προσωπικού που δεν μισθοδοτείται από τις υπηρεσίες από τις οποίες έχει αποσπαστεί, αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης, αμοιβές υπηρεσιών διερμηνείας, οδοιπορικά έξοδα και άλλες συναφείς αποζημιώσεις, β) καταβολή μισθωμάτων για τα οικήματα ή τους χώρους που στεγάζονται οι υπηρεσίες της και δεν ανήκουν στο Δημόσιο, γ) αγορά, μίσθωση, επισκευή και συντήρηση κάθε είδους υλικοτεχνικού εξοπλισμού, δ) την ανάθεση σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών έργων των Περιφερειακών Υπηρεσιών, ε) λειτουργικά έξοδα, έξοδα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού καθώς και τη διενέργεια μελετών ή ερευνών επί θεμάτων αρμοδιότητας της Υπηρεσίας.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης εγγράφονται στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης πιστώσεις για κάθε άλλη έκτακτη δαπάνη, πέρα από όσες διαλαμβάνονται στην παράγραφο 1, που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των υπηρεσιών της.

3. Στον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων προβλέπονται οι πιστώσεις για την ανέγερση κτιρίων και τον εξοπλισμό υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στο πλαίσιο των εγκρινόμενων ετήσιων πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού.

4. Στην Κεντρική Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του ν. 4270/2014.

5. Η οικονομική διαχείριση της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης ασκείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της και οι δαπάνες πραγματοποιούνται, ελέγχονται, εκκαθαρίζονται και εντέλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού και μπορούν να χρηματοδοτούνται από χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων ευρωπαϊκών ή διεθνών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των φορέων της κοινωνίας των πολιτών ή από κάθε είδους άλλους πόρους.

6. Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων υπηρεσιών ή έργου, η δαπάνη των οποίων μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς ή κάθε είδους άλλους πόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημόσιου λογιστικού.

 

Άρθρο 11

Διοίκηση και διάρθρωση των Περιφερειακών Υπηρεσιών

 

1. Τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και οι Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης διαρθρώνονται σε λειτουργικά διακριτά κλιμάκια, ως εξής: α) κλιμάκιο διοικητικής μέριμνας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διοικητική υποστήριξη του Κέντρου ή της Μονάδας, τη στέγαση και σίτιση των παραμενόντων εντός των χώρων τους και τον καθαρισμό των χώρων αυτών, β) κλιμάκιο ταυτοποίησης και εξακρίβωσης ιθαγένειας, το οποίο είναι αρμόδιο για την εξακρίβωση της ταυτότητας και των λοιπών στοιχείων των πολιτών τρίτων χωρών, γ) κλιμάκιο ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, δ) κλιμάκιο ενημέρωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για την ενημέρωση των πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, ε) κλιμάκιο εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας.

2. Ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης προΐσταται των κλιμακίων διοικητικής μέριμνας, ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και ενημέρωσης, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο του προσωπικού που απασχολείται σε αυτά και μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία του Κέντρου σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες αρχές και φορείς. Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής κα Ταυτοποίησης συνεργάζεται με τον προϊστάμενο των κλιμακίων ταυτοποίησης και εξακρίβωσης ιθαγένειας και εξωτερικής φύλαξης, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τις λειτουργίες των αστυνομικών υπηρεσιών, καθώς και των υπαλλήλων που διατίθενται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (Ε.Ε.), οι οποίοι δραστηριοποιούνται εντός του Κέντρου.

3. Για τη λειτουργία των κλιμακίων ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης τα Κέντρα και οι Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης δύνανται να διαθέτουν ασθενοφόρα, για τα οποία χορηγείται άδεια κυκλοφορίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείο Υγείας.

4. Οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και οι Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας διαρθρώνονται σε λειτουργικά διακριτά κλιμάκια, ως εξής: α) κλιμάκιο διοικητικής μέριμνας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διοικητική υποστήριξη, τη στέγαση και σίτιση των παραμενόντων και τον καθαρισμό των χώρων, β) κλιμάκιο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης,  γ) κλιμάκιο ενημέρωσης το οποίο είναι αρμόδιο για την ενημέρωση των φιλοξενούμενων σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, δ) κλιμάκιο εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας.

5. Οι αρμοδιότητες των κλιμακίων των Περιφερειακών Υπηρεσιών ρυθμίζονται στις κανονιστικές που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος.

 

Άρθρο 12

Καθεστώς παραμονής και Διαδικασίες στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και στις Κινητές Μονάδες

 

1. Οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη χώρα οδηγούνται άμεσα με ευθύνη των αστυνομικών ή λιμενικών αρχών που επιλαμβάνονται αρμοδίως, σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Η μεταφορά μπορεί να πραγματοποιηθεί και με μέριμνα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, σε περίπτωση που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν διενεργηθεί από τις αρμόδιες αστυνομικές ή λιμενικές αρχές.

2. Οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που εισέρχονται στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, υπάγονται στις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 7, τελώντας σε καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας τους εντός του Κέντρου, με απόφαση του Διοικητή του, η οποία εκδίδεται εντός τριών ημερών από την είσοδό τους. Εφόσον με την παρέλευση του τριημέρου δεν έχουν ολοκληρωθεί οι ως άνω διαδικασίες, ο Διοικητής του Κέντρου μπορεί να αποφασίζει την παράταση του περιορισμού της ελευθερίας των ανωτέρω προσώπων έως την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών και για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις εικοσιπέντε μέρες από την είσοδο στο Κέντρο ή τη Μονάδα. Εναλλακτικά, ο Διοικητής του Κέντρου ή της Μονάδας Υποδοχής και Ταυτοποίησης στα σύνορα της χώρας, μπορεί με απόφασή του να παραπέμπει τον πολίτη τρίτης χώρας ή ανιθαγενή σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στην ενδοχώρα για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποδοχής και ταυτοποίησης. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται και οι λεπτομέρειες της μεταφοράς των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών μεταξύ των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Στο πλαίσιο των ως άνω διαδικασιών λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τα οριζόμενα στην παρ. 8 ευάλωτα πρόσωπα και ειδικότερα για τους ασυνόδευτους ανηλίκους.

3. Ο περιορισμός της ελευθερίας συνεπάγεται την απαγόρευση εξόδου από το Κέντρο ή την Μονάδα και την παραμονή στους χώρους του σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του Κέντρου, για το περιεχόμενο του οποίου οι παραμένοντες ενημερώνονται σε γλώσσα που κατανοούν. Κατ’ εξαίρεση και για σοβαρούς λόγους, όπως λόγους υγείας του παραμένοντος στο Κέντρο ή συγγενή του, ο Διοικητής δύναται να χορηγήσει άδεια προσωρινής εξόδου από τις παραπάνω εγκαταστάσεις.

4. Η απόφαση παράτασης του περιορισμού της ελευθερίας για τις ανάγκες της ολοκλήρωσης των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης περιέχει πραγματική και νομική αιτιολόγηση και είναι έγγραφη. Ο πολίτης τρίτης χώρας ή ανιθαγενής που τελεί υπό περιορισμό της ελευθερίας του, παράλληλα με τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, μπορεί να προβάλει και αντιρρήσεις κατά της απόφασης παράτασης του περιορισμού της ελευθερίας του ενώπιον του Προέδρου ή του υπ’ αυτού οριζόμενου Πρωτοδίκη του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στην Περιφέρεια του Κέντρου. Κατά τα λοιπά, για τη διαδικασία των αντιρρήσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 76 του ν. 3386/2005 (Α’ 212), όπως ισχύει. Η απόφαση επί των αντιρρήσεων μπορεί να ανακληθεί, ύστερα από αίτηση του προβάλλοντος τις αντιρρήσεις, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 205 παράγραφος 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Για τα δικαιώματά του, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή ο πολίτης τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ενημερώνεται σε γλώσσα που κατανοεί. Εάν διαπιστωθεί ότι ο περιορισμός της ελευθερίας δεν είναι νόμιμος, με την ίδια απόφαση διατάσσονται από το δικαστή τα κατάλληλα εναλλακτικά του περιορισμού της ελευθερίας μέτρα.

5. Σε κάθε περίπτωση, καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης ο Διοικητής, και το προσωπικό του Κέντρου ή της Μονάδας μεριμνούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ανά περίπτωση, ώστε οι  πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς: α) να τελούν υπό αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, β) να διατηρούν την οικογενειακή τους ενότητα, γ) να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή ή ψυχοκοινωνική στήριξη, δ) να τυγχάνουν, εφόσον ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, της κατάλληλης κατά περίπτωση μεταχείρισης, με ειδική μέριμνα για τις ευάλωτες ομάδες, ε) να ενημερώνονται επαρκώς για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, στ) να έχουν πρόσβαση σε καθοδήγηση και νομική συμβουλή και συνδρομή σχετικά με την κατάστασή τους, ζ) να διατηρούν επαφή με φορείς και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μετανάστευσης και των δικαιωμάτων του ανθρώπου και παρέχουν νομική ή κοινωνική συνδρομή, η) να έχουν δικαίωμα επικοινωνίας με τους συγγενείς και τα οικεία τους πρόσωπα.

6. Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) δύνανται να παρακολουθούν ή και να συμμετέχουν στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, σύμφωνα με το Γενικό Κανονισμό Λειτουργίας. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης δύνανται να παρακολουθούν τις ως άνω διαδικασίες και να παρέχουν πληροφορίες στους υπαγόμενους σε διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης. Λεπτομέρειες της συνεργασίας των προηγούμενων εδαφίων ρυθμίζονται με μνημόνια που συνάπτονται μεταξύ της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και των ως άνω φορέων.

7. Το κλιμάκιο ενημέρωσης του Κέντρου ή της Μονάδας Υποδοχής και Ταυτοποίησης ενημερώνει τους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, καθώς και για τις διαδικασίες υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και για τις διαδικασίες εθελούσιου επαναπατρισμού. Οι αιτούντες διεθνή προστασία παραπέμπονται στο κατά τόπο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, Κλιμάκιο του οποίου μπορεί να λειτουργεί στο Κέντρο. Σε κάθε στάδιο των διαδικασιών, η υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας υποχρεώνει στο διαχωρισμό του αιτούντος, εφόσον αυτό είναι εφικτό, και την ως άνω παραπομπή του. Η παραλαβή των αιτήσεων και οι συνεντεύξεις των αιτούντων μπορούν να πραγματοποιούνται εντός των εγκαταστάσεων του Κέντρου, σε χώρο που να διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα. Οι αιτούντες διεθνή προστασία δύναται να παραμένουν στις εγκαταστάσεις για όσο χρόνο διαρκεί η διαδικασία εξέτασης του αιτήματος τους και για διάστημα μέχρι και διάστημα εικοσιπέντε ημερών από την είσοδό τους στο Κέντρο ή τη Μονάδα, υπό την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 12  του π.δ 113/2013. Αν μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος δεν έχει περατωθεί η εξέταση του αιτήματος, το αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, υπό την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 12  του π.δ. 113/2013του παρόντος, χορηγεί στον ενδιαφερόμενο δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία και τον παραπέμπει σε κατάλληλες δομές. Εφόσον το αίτημα και η τυχόν υποβληθείσα προσφυγή απορριφθούν, ενόσω ο αιτών παραμένει στο Κέντρο ή τη Μονάδα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, παραπέμπεται στην αρμόδια αρχή για την υπαγωγή του σε διαδικασίες επιστροφής, επανεισδοχής ή απέλασης.

8. Ο Διοικητής του Κέντρου ή της Μονάδας, ύστερα από εισήγηση του προϊσταμένου του κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης παραπέμπει τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες στον αρμόδιο κατά περίπτωση φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας. Αντίγραφο του φακέλου ιατρικού ελέγχου και της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης αποστέλλεται στον προϊστάμενο της ανοιχτής Δομής Προσωρινής Υποδοχής ή Φιλοξενίας ή στον κατά περίπτωση φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας στον οποίο παραπέμπονται. Σε κάθε περίπτωση διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπευτικής αγωγής στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται. Ως ευάλωτες ομάδες νοούνται για τις ανάγκες του παρόντος: α) οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, β) τα άτομα που έχουν αναπηρία ή πάσχουν από ανίατη ή σοβαρή ασθένεια, γ) οι υπερήλικες, δ) οι γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, ε) οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα τέκνα, στ) τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, πρόσωπα με σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής, ιδίως επιζήσαντες και συγγενείς θυμάτων ναυαγίων και ζ) τα θύματα εμπορίας ανθρώπων. Τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες μπορεί να παραμένουν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε ιδιαίτερες πτέρυγες, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών του άρθρου 7, με την επιφύλαξη των προθεσμιών της παραγράφου 2 του παρόντος. Ειδικότερα, σε περίπτωση που σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ανακύπτει αμφιβολία σχετικά με την ανηλικότητα πολίτη τρίτης χώρας ή ανιθαγενούς, ο Διοικητής του Κέντρου, με σχετική απόφασή του, τον παραπέμπει σε διαδικασία διαπίστωσης ανηλικότητας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι την έκδοση πορίσματος περί της ηλικίας του, θεωρείται ανήλικος.

9. Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης, οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις διεθνούς προστασίας ή άλλης μορφής προστασίας, και οι οποίοι δεν έχουν τίτλο νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα, με απόφαση του Διοικητή του Κέντρου παραπέμπονται στην αρμόδια αστυνομική αρχή για την υπαγωγή τους σε διαδικασίες απέλασης, επιστροφής ή επανεισδοχής, κατά τις κείμενες διατάξεις.

 

Άρθρο 13

Καθεστώς παραμονής στις ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και Προσωρινής Φιλοξενίας

 

1. Ο Προϊστάμενος της ανοιχτής Δομής Προσωρινής Υποδοχής ή Προσωρινής Φιλοξενίας, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο των υπαλλήλων που απασχολούνται σε αυτή και μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία της σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες αρχές και φορείς, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας της.

2. Οι παραμένοντες στις Δομές αυτές μπορούν να εισέρχονται και να εξέρχονται ελεύθερα, υπό την προϋπόθεση τήρησης των υποχρεώσεών τους, όπως αυτές προκύπτουν από τον Κανονισμό Λειτουργίας τους. Ειδικότερα, η παραμονή στις Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας μπορεί να είναι υποχρεωτική για συγκεκριμένες ώρες, εφόσον έχει τεθεί τέτοιος περιοριστικός όρος σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3.

 

Άρθρο 14

Φύλαξη – Εγκαταστάσεις

1. Την ευθύνη της φύλαξης των εγκαταστάσεων των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης έχει η Ελληνική Αστυνομία.

2. Εάν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή των κατά περίπτωση προβλεπόμενων διαδικασιών ή οι υφιστάμενες δεν επαρκούν, επιτρέπεται η κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων χρήση άλλων δημόσιων εγκαταστάσεων, μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς και η μίσθωση ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση τουριστικών εγκαταστάσεων. Η χρήση των εγκαταστάσεων αυτών γίνεται με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.

3. Κατ’ εξαίρεση για τις ανάγκες εγκατάστασης των Κέντρων ή Μονάδων Υποδοχής, και Ταυτοποίησης, των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής και των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας, καθώς και των περιφερειακών υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ασύλου, επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης υφιστάμενων κτηρίων σε εκτός σχεδίου περιοχές, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων χρήσεων γης. Σε περιπτώσεις ιδιωτικών μισθούμενων ακινήτων, η παρέκκλιση θα ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα χρήση. Για τις ίδιες ως άνω ανάγκες εγκατάστασης επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης και εθνικού συμφέροντος, είτε σε εκτός σχεδίου γήπεδα του Δημοσίου είτε στα γήπεδα των προαναφερόμενων ιδιωτικών μισθούμενων ακινήτων εφόσον διαθέτουν επαρκή έκταση, η τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων εγκαταστάσεων, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων της εκτός σχεδίου πόλης και εκτός ορίων οικισμών δόμησης. Για την εγκατάσταση των παραπάνω εγκαταστάσεων το ελάχιστο εμβαδόν γηπέδου είναι 4.000 τετραγωνικά μέτρα. Το συνολικό ποσοστό κάλυψης του γηπέδου δεν μπορεί να ξεπερνά το τριάντα τοις εκατό (30%) ενώ ο συντελεστής δόμησης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 0,5. Σε κάθε περίπτωση η συνολική δομούμενη επιφάνεια δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15.000 τετραγωνικά μέτρα. Και στην περίπτωση αυτή η παρέκκλιση θα ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα χρήση, οι δε εγκαταστάσεις θα έχουν προσωρινό χαρακτήρα και θα απομακρύνονται, δεν μπορούν δε να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό. Για την αλλαγή χρήσης και τις κατασκευές αυτές δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας αλλά έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας. Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθορίζονται, για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ανέγερσης νέων εγκαταστάσεων, οι όροι και περιορισμοί δόμησης και τυχόν ειδικότεροι όροι για τις εγκαταστάσεις, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων της παραγράφου αυτής. Η απόφαση αυτή επέχει θέση έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας. Επίσης, επέχει θέση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων στις περιπτώσεις που οι εγκαταστάσεις εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών. Με την ίδια απόφαση εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι όταν οι εγκαταστάσεις δεν εξυπηρετούνται από υφιστάμενα δίκτυα υποδομών.

4. Για τις ανάγκες εγκατάστασης των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα που παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τους εποπτευόμενους φορείς του στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με αντάλλαγμα (μίσθωμα), στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, ή άνευ ανταλλάγματος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου. Για τυχόν επισκευές, βελτιώσεις και αναγκαίες πρόσθετες εγκαταστάσεις σε αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά από το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης οι διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση στρατιωτικών έργων και εγκαταστάσεων εντός στρατοπέδων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και λεπτομέρειες εφαρμογής των παραπάνω ρυθμίσεων. Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί επίσης να παραχωρούνται, κατά χρήση δωρεάν, από την Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για την αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Η επισκευή, συντήρηση, επέκταση ή διαρρύθμιση κτηριακών εγκαταστάσεων του Δημοσίου όπου στεγάζονται υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, γίνονται από τις τεχνικές υπηρεσίες των κατά τόπους Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, ύστερα από έγγραφο της Υπηρεσίας Υποδοχής.

5. Για την κατασκευή, εγκατάσταση και λειτουργία των δομών των προηγούμενων παραγράφων επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης κτιρίων εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως και η εκτέλεση των αναγκαίων εσωτερικών μετασκευών με την έκδοση έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας. Για τις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 28 του ν. 4033/2011 (Α’ 254), όπως ισχύουν.

6. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με απόφαση των Αναπληρωτών Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιων για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής και προστασίας του πολίτη, και των Υπουργών Υγείας και Οικονομικών, δύναται να παραχωρούνται στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, χώροι που ανήκουν στις εγκαταστάσεις των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης, για την ίδρυση και λειτουργία Ειδικών Χώρων Παραμονής Αλλοδαπών (ΕΧΠΑ), σύμφωνα με το άρθρο 81 ν. 3386/2005 ή ειδικών χώρων κράτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31.

 

Άρθρο 15

Επιτροπές Συντονισμού

 

1. Με απόφαση των Υπουργών Επικρατείας, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Υγείας, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Οικονομικών συνιστώνται Επιτροπές Συντονισμού για την διαχείριση των μεικτών μεταναστευτικών ροών, οι οποίες εδρεύουν στους δήμους στα όρια των οποίων λειτουργούν Περιφερειακές Υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Η Επιτροπή Συντονισμού αποτελείται από: α) τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στα διοικητικά όρια της οποίας εδρεύει το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, με τον αναπληρωτή του, β) τον κατά τόπο αρμόδιο Λιμενάρχη, με τον αναπληρωτή του, γ) τον κατά τόπο αρμόδιο Αστυνομικό Διευθυντή με τον αναπληρωτή του, δ) έναν εκπρόσωπο της οικείας Περιφέρειας με τον αναπληρωτή του,  οι οποίοι ορίζονται από το οικείο περιφερειακό συμβούλιο, ε) έναν εκπρόσωπο του Δήμου στα διοικητικά όρια του οποίου εδρεύει το Κέντρο, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, στ) έναν εκπρόσωπο της οικείας Υγειονομικής Περιφέρειας (Δ.Υ.ΠΕ.) με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται από τον Διοικητή τους, ζ) έναν εκπρόσωπο της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιείται στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας του Κέντρου ή της Μονάδας, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του που προτείνονται από την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στα διοικητικά όρια της οποίας εδρεύει το Κέντρο ή η Μονάδα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, η) το Διοικητή ή Προϊστάμενο της περιφερειακής Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και τον αναπληρωτή του που ορίζεται από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας, θ) τον προϊστάμενο του περιφερειακού γραφείου ή του αυτοτελούς κλιμακίου της Υπηρεσίας Ασύλου, με τον αναπληρωτή του, που ορίζεται από τον Διευθυντή της Υπηρεσίας.

2. Έργο της Επιτροπής είναι: α) ο συντονισμός των αρμόδιων εμπλεκόμενων υπηρεσιών και φορέων για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής διαχείρισης των αναγκών από την είσοδο πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών στα όρια της περιφερειακής ενότητας, β) η παρακολούθηση του έργου των αρμόδιων εμπλεκόμενων υπηρεσιών και φορέων γ. η εισήγηση μέτρων θεσμικού και τεχνικού χαρακτήρα στον καθ’ ύλη αρμόδιο Υπουργό προς την κατεύθυνση αποτελεσματικής αντιμετώπισης των σχετικών ζητημάτων συμπεριλαμβανομένης και της εκπόνησης σχεδίου δράσης για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των μεικτών μεταναστευτικών ροών στο πλαίσιο και από τις υπηρεσίες που λειτουργούν στην περιφερειακή ενότητα.

3. Η Επιτροπή συνεδριάζει, σε χώρους που παραχωρεί ο Δήμος ή η οικεία Περιφέρεια, σε τακτά χρονικά διαστήματα, και σε έκτακτες περιπτώσεις, όταν κρίνει τούτο αναγκαίο ή προσκληθεί από τον Ειδικό Συντονιστή ή από το ένα τρίτο των μελών της.

4. Η Επιτροπή μπορεί στο πλαίσιο της αποστολής της να ζητήσει τη συνδρομή στελεχών και άλλων φορέων, δημόσιων ή ιδιωτικών, καθώς και εκπροσώπων διεθνών οργανισμών ή οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο.

5. Της Επιτροπής Συντονισμού για την διαχείριση των μεικτών μεταναστευτικών ροών, προΐσταται  Ειδικός Συντονιστής, ο οποίος διορίζεται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, με απόφαση του Υπουργού Επικρατείας, για θητεία ενός έτους. Ο Συντονιστής είναι προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με αποδεδειγμένη διοικητική ικανότητα και εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων. Ο Συντονιστής ελέγχεται από τον Υπουργό Επικρατείας και μπορεί να παύεται πριν τη λήξη της θητείας του, λόγω αδυναμίας ή ανεπάρκειας κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Ο Συντονιστής είναι Έλληνας πολίτης. Κατά τη διάρκεια της θητείας του αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου δημοσίου λειτουργήματος και δεν επιτρέπεται η άσκηση καμίας επαγγελματικής δραστηριότητας ή η ανάληψη άλλων αμειβόμενων καθηκόντων, στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα ή μη αμειβόμενων, σε αντικείμενο συναφές με τα καθήκοντά του. Σε περίπτωση που ο διοριζόμενος ως Συντονιστής έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, τελεί υποχρεωτικά σε αναστολή άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του. Οι αποδοχές του καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Επικρατείας. Υπό τον Ειδικό Συντονιστή λειτουργεί γραμματεία που υποστηρίζει το έργο της Επιτροπής.

6. Ο Ειδικός Συντονιστής είναι αρμόδιος για: α) την σύγκληση των τακτικών και έκτακτων συνεδριάσεων της Επιτροπής Συντονισμού, β) την κατάρτιση της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων της Επιτροπής, γ) την παρακολούθηση εφαρμογής των αποφάσεων της Επιτροπής Συντονισμού, δ) τη σύνταξη ημερήσιων αναφορών ως προς την παρακολούθηση εφαρμογής του έργου των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και φορέων από την Επιτροπή Συντονισμού, και την υποβολή τους στους αρμόδιους Υπουργούς ε. την καθημερινή επικοινωνία με τα αρμόδια Υπουργεία και στη συνέχεια, την παροχή κατευθυντήριων οδηγιών προς την Επιτροπή Συντονισμού και στις συναρμόδιες υπηρεσίες για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των μεικτών μεταναστευτικών ροών στ. την άμεση επικοινωνία με τα αρμόδια Υπουργεία και στη συνέχεια, την παροχή κατευθυντήριων οδηγιών προς την Επιτροπή Συντονισμού και στις συναρμόδιες υπηρεσίες για την διαχείριση έκτακτων και επειγουσών αναγκών.

 

Άρθρο 15Α

Εξουσιοδοτικές Διατάξεις

 

1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και Υγείας, μπορεί, και κατά τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, να ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την οργάνωση, τη λειτουργία, τα καθήκοντα του προσωπικού, τις επί μέρους αρμοδιότητες και να συνιστώνται ή να καταργούνται οργανικές θέσεις προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.

2. Με κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, του Υπουργού Υγείας, και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα προστασίας του πολίτη, θεσπίζεται ο Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας των Κέντρων και των Μονάδων Υποδοχής και Ταυτοποίησης, όπου καθορίζονται επί μέρους θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας των Κέντρων και των Μονάδων αυτών και ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες των κατά περίπτωση ακολουθούμενων διαδικασιών και κάθε συναφές θέμα. Με όμοια απόφαση θεσπίζονται  οι Γενικοί Κανονισμοί Λειτουργίας των Δομών Προσωρινής Υποδοχής και των Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας.

3. Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης διέπονται από Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας. Ειδικότερα, ο Εσωτερικός Κανονισμός των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης και των Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας εκδίδεται από τον  Διευθυντή της Υπηρεσίας, κατόπιν γνώμης των Διοικητών των Κέντρων ή των Προϊσταμένων των Δομών. Ο Εσωτερικός Κανονισμός των Δομών Προσωρινής Υποδοχής εκδίδεται από τον  Διευθυντή της Υπηρεσίας, κατόπιν γνώμης της αρμόδιας Διεύθυνσης Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης μπορεί να κατανέμονται μεταξύ Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης οι θέσεις προσωπικού που συνιστώνται γι’ αυτές.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ρυθμίζονται ειδικά θέματα διαχείρισης υλικού, χρημάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης εγγράφονται στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, πιστώσεις για κάθε άλλη δαπάνη πέρα από όσες διαλαμβάνονται στο άρθρο 10, που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των υπηρεσιών της.

7. Το πρόγραμμα ιατρικού ελέγχου, ψυχοκοινωνικής διάγνωσης διαπίστωσης της ανηλικότητας και παραπομπής των δικαιούχων σε δομές υποστήριξης και φιλοξενίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας.

8. Για αποσπάσεις προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που διατάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του π.δ. 100/2003 (Α’ 94)  στα σύνορα της χώρας ή για τη φύλαξη κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης, Δομών Προσωρινής Υποδοχής και Δομών Προσωρινής Φιλοξενίας ή εγκαταστάσεων όπου κρατούνται πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς δικαιολογούνται οδοιπορικά έξοδα για όλες τις ημέρες της απόσπασής τους και για χρονικό διάστημα μέχρι έξι μηνών συνολικά ανά ημερολογιακό έτος.

9. Σε περίπτωση που οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν επαρκούν, με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής δύναται να χρησιμοποιείται προσωρινά, κατά παρέκκλιση των κείμενων πολεοδομικών διατάξεων, κάθε κατάλληλη προς το σκοπό αυτό εγκατάσταση, ή να δημιουργούνται προσωρινές εγκαταστάσεις. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται επίσης κάθε επιμέρους ζήτημα που αφορά ιδίως το διάστημα χρησιμοποίησης των άνω εγκαταστάσεων, το σκοπό λειτουργίας τους, τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας της άνω εγκατάστασης, καθώς και τη δυνατότητα ανάθεσης ή συμμετοχής άλλων φορέων, δημόσιων ή ιδιωτικών, οπότε συμπράττει ο κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός, στη δημιουργία, υποστήριξη, στελέχωση ή διαχείριση των ως άνω εγκαταστάσεων, καθώς και την εποπτεία και παρακολούθησή τους.

10. Με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής κα Ταυτοποίησης, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής Υπηρεσίας, όταν οι υφιστάμενες Περιφερειακές Υπηρεσίες δεν επαρκούν, αιτούντες διεθνή προστασία ή πρόσωπα που βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής και ιδίως πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες μπορούν να παραπέμπονται σε δομές οι οποίες λειτουργούν από λοιπούς δημόσιους φορείς ή φορείς της κοινωνίας των πολιτών.»

  • 12 Φεβρουαρίου 2016, 11:01 | Δημήτριος Μερμίρης

    Στην παράγραφο 8 του άρθρου 9 αναφέρεται ότι «Σε περίπτωση που η αποτελεσματική λειτουργία των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης κωλύεται λόγω έλλειψης επαρκούς ή κατάλληλου προσωπικού…..», γεγονός που συνεπάγεται ότι η λειτουργία των περιφερειακών μονάδων της Υπηρεσίας θα πρέπει να περιλαμβάνει την ύπαρξη συγκεκριμένων προσόντων και ικανοτήτων των ατόμων που δραστηριοποιούνται σε αυτές. Άρα ένας τέτοιος χαρακτήρας θα πρέπει να διέπει και την αναφορά της παραγράφου 16 του εν λόγω άρθρου καθώς η έκτακτη και επείγουσα ανάγκη δεν μπορεί να ξεπερνά μία τέτοια διαδικασία. Επιπρόσθετα, κατά εφαρμογή βασικών αρχών του διοικητικού δικαίου, θα πρέπει να προστεθεί στην συγκεκριμένη παράγραφο ότι η διοικητική απόφαση που εκδίδεται θα πρέπει να αιτιολογεί πλήρως το έργο και την αποστολή του υπαλλήλου ο οποίος χρησιμοποιείται για την κάλυψη της έκτακτης και επείγουσας ανάγκης ενώ θα πρέπει να αποδεικνύεται επίσης το πως ο υπάλληλος μπορεί να εκτελέσει ικανοποιητικά το εν λόγω έργο ειδικά σε αναπληρώσεις των επικεφαλής των περιφερειακών γραφείων.
    Τέλος, σε συνδυασμό των διατάξεων των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 10, θα πρέπει να διατυπωθεί σαφώς υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί η πάγια προκαταβολή να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη των οδοιπορικών εξόδων της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, καθώς είναι σαφής η λειτουργία της βάσει των συναφών διατάξεων του Δημόσιου Λογιστικού.

  • 10 Φεβρουαρίου 2016, 13:00 | Ελληνικο Συμβουλιο για τους Προσφυγες

    Τροποπ. άρθρου 6 παρ. 2 ν. 3907/2011: Κρίνουμε ως θετικό το ότι προστίθεται ως αρμοδιότητα της πρώτης υποδοχής «ο εντοπισμός ευάλωτων» (μέχρι τώρα η αρμοδιότητά της ήταν εν γένει για «τη μέριμνα όσων ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες»).

    Γενικότερο σχόλιο για το σύνολο των διατάξεων του άρθρου 9 του σ/ν που τροποποιεί τις διατάξεις των άρθρων 6-15 του ν. 3907/2011 περί πρώτης υποδοχής:
    Από το σύνολο των διατάξεων που τροποποιούνται με το άρθρο 6 του σ/ν και ιδίως το προτεινόμενο νέο άρθρο 12 προκύπτει ότι συνεχίζουν οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης να λαμβάνουν χώρα υπό καθεστώς κράτησης (περιορισμός της ελευθερίας με απαγόρευση εξόδου από το κέντρο).
    Το άρθρο 12 (όπως και η προϊσχύουσα μορφή του ν. 3907/2011) θεσπίζει υποχρεωτική τριήμερη κράτηση με δυνατότητα παράτασης μέχρι 25 μέρες για όλους, συμπεριλαμβανομένων των ευάλωτων ομάδων (ασυνόδευτων οικογενειών κτλ.) και μοναδική εξαίρεση την περίπτωση συνδρομής σοβαρών λόγων υγείας οπότε μπορεί να χορηγηθεί άδεια εξόδου. Οι συγκεκριμένες διατάξεις αντιστρέφουν τον κανόνα καθιστώντας υποχρεωτική την κράτηση και εξαίρεση την ελευθερία. Αντίθετα, οι διαδικασίες υποδοχής πρέπει να λαμβάνουν χώρα επί της αρχής εν ελευθερία στο πλαίσιο ανοιχτών δομών, ενώ ο περιορισμός της ελευθερίας θα έπρεπε να είναι αποκλειστικά ένα κατ’ εξαίρεση και υπό αυστηρές προϋποθέσεις επιβαλλόμενο μέτρο. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι δύσκολα καταδεικνύεται η αναγκαιότητα της επιβολής περιορισμού της ελευθερίας ιδίως για την περίπτωση των διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (βλ . ΕΔΔΑ, Louled Massoud v. Malta, No. 24340/08, 27 July 2010: «68. Moreover, the Court finds it hard to conceive that in a small island like Malta, where escape by sea without endangering one’s life is unlikely and fleeing by air is subject to strict control, the authorities could not have had at their disposal measures other than the applicant’s protracted detention to secure an eventual removal in the absence of any immediate prospect of his expulsion.»
    Η απόφαση περιορισμού της ελευθερίας (η οποία ισοδυναμεί με de facto μέτρο κράτησης) – τόσο για το αρχικώς επιβληθέν διάστημα (τριήμερο) όσο και για την παράταση αυτού – εκδίδεται από διοικητικό όργανο, χωρίς τη διαμεσολάβηση της δικαστικής εξουσίας (έκδοση απόφασης ή τουλάχιστον έγκρισης της έκδοσης/παράτασης) κατά παράβαση του άρθρου 2 παρ 1 του Συντάγματος (βλ. Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) 1/2010).
    Δεν προβλέπεται ένδικο μέσο κατά τον αρχικό τριήμερο περιορισμό (κράτηση). Δυνατότητα επιδίωξης δικαστικής προστασίας δια της κατάθεσης αντιρρήσεων προβλέπεται μόνο σε περίπτωση παράτασης του περιορισμού μετά το τριήμερο, κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ 4 της ΕΣΔΑ.
    Δεν προβλέπεται δωρεάν νομική συνδρομή για την αμφισβήτηση της κράτησης (παρά μόνο “πρόσβαση σε καθοδήγηση και νομική συμβουλή και συνδρομή σχετικά με την κατάστασή τους” άρθρο 12 παρ 5 στ).
    Σημειωτέον ότι ενώ προβλέπεται μέριμνα για επαφή με οργανώσεις (άρθρο 12 παρ. 5 ζ), γεγονός θετικό, δεν προβλέπεται ρητώς η δυνατότητα επίσκεψης / πρόσβασης στις εγκαταστάσεις Υποδοχής και Ταυτοποίησης από εθνικές και διεθνείς Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, όπως ήδη προβλέπεται σε ό,τι αφορά τα κέντρα κράτησης (βλ. άρθρο 31 παρ. 4 ν. 3907/2011, «Οι σχετικές και αρμόδιες εθνικές, διεθνείς και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και όργανα έχουν τη δυνατότητα να επισκέπτονται τις εγκαταστάσεις κράτησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στο βαθμό που χρησιμοποιούνται για την κράτηση υπηκόων τρίτων χωρών σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο»), ενώ στην ουσία προβλέπεται καθεστώς διαμονής ανάλογο της κράτησης. Κατά μείζονα λόγο η πρόσβαση αυτή θα πρέπει να εξασφαλισθεί και για τις εγκαταστάσεις Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
    Σύμφωνα με την σε ισχύ (άρθρο 11 παρ. 1 ν. 3907/2011) διάταξη: “Αν μετά την παρέλευση των προθεσμιών αυτών δεν έχει περατωθεί η εξέταση του αιτήματος διεθνούς προστασίας το αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου χορηγεί στον ενδιαφερόμενο δελτίο αιτήσαντος άσυλο και τον παραπέμπει σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας για τη λειτουργία των οποίων μεριμνά το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης”. Στο παρόν σχέδιο προβλέπεται ότι σε συνέχεια της κατάθεσης αιτήματος ασύλου σε ΚΥΤ, μετά την πάροδο του 25ημέρου, χορηγείται δελτίο αιτήσαντος άσυλου μόνο «υπό την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 12 του π.δ. 113/2013”. Μέχρι σήμερα ο κανόνας που έθετε το ελληνικό δίκαιο ήταν ότι αιτών άσυλο μπορεί να κρατηθεί υπό τον όρο ότι καταθέτει αίτημα ασύλου υπό κράτηση και εφόσον συνέτρεχαν και οι λοιπές προϋποθέσεις για τη νομιμότητα της κράτησης. Το σ/ν με την τροποποίηση στο σχετικό άρθρο 12 παρ 7 του ν. 3907/2011, εισάγει πλέον τη δυνατότητα (παράτασης της) de facto κράτησης αιτούντα άσυλο ο οποίος καταθέτει αίτημα ασύλου ενόσω βρίσκεται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης και θεσμοθετείται η δυνατότητα το σύνολο των διαδικασιών ασύλου νεοεισερχομένων πολιτών τρίτης χώρας να λάβουν χώρα υπό καθεστώς κράτησης.
    Έτσι, για παράδειγμα, νεοεισερχόμενος πολίτης τρίτης χώρας που με την άφιξη του στην Ελλάδα υπάγεται σε περιορισμό της ελευθερίας στο πλαίσιο των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης και εν συνεχεία καταθέτει αίτημα ασύλου στο ΚΥΤ (ήδη υπό περιορισμό), μετά το 25ήμερο ‘περιορισμού’ δύναται να παραπεμφθεί σε κέντρο κράτησης όπου και θα συνεχιστεί η κράτησή του με την επίκληση της συνδρομής των προϋποθέσεων του αρ. 12 ΠΔ 113/2013, μεταξύ άλλων “για την ταχεία ολοκλήρωση του αιτήματος ασύλου”. Η συγκεκριμένη τροποποίηση οδηγεί εμμέσως σε παραβίαση του κανόνα του άρθρου 8 της Οδηγίας 2013/33/ΕΚ “Τα κράτη μέλη δεν υποβάλλουν σε κράτηση ένα πρόσωπο απλώς και μόνο διότι είναι αιτών σύμφωνα με την οδηγία 2013/32/ΕΕ” και καθιστά εφικτή τη γενίκευση των πολιτικών κράτησης εις βάρος αιτούντων άσυλο.

    Συνεπώς με βάση τα παραπάνω προτείνουμε:
    1. Οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης δεν πρέπει να λαμβάνουν χώρα εξ ορισμού υπό περιορισμό της ελευθερίας (κράτηση). Ο κανόνας πρέπει να είναι η υλοποίηση τους στο πλαίσιο ανοιχτών δομών φιλοξενίας. Σε κάθε περίπτωση, για τις ευάλωτες περιπτώσεις (ασυνόδευτοι, οικογένειες, θύματα βασανιστηρίων κτλ) οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα αποκλειστικά στο πλαίσιο ανοιχτών δομών φιλοξενίας και να απαγορευτεί ρητώς η δυνατότητα κράτησης τους στο πλαίσιο των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης (περιορισμός σε ΚΥΤ).
    2. Η απόφαση επιβολής de facto μέτρου κράτησης (περιορισμός σε ΚΥΤ) θα πρέπει να εκδίδεται και ελέγχεται από Δικαστήριο, σύμφωνα και με το άρθρο 2 παρ 1 του Σ.
    3. Αποτελεσματικό ένδικο μέσο πρέπει να είναι διαθέσιμο καθ’ όλη τη διάρκεια που πολίτης τρίτης χώρα υπόκειται σε de facto μέτρο κράτησης (περιορισμός σε ΚΥΤ) σε συμφωνία με το άρθρο 5 παρ 4 της ΕΣΔΑ.
    4. Διασφάλιση δωρεάν νομικής συνδρομής για την αμφισβήτησή της κράτησης.
    5. Διασφάλιση της πρόσβασης στις εγκαταστάσεις Υποδοχής και Ταυτοποίησης, εθνικών και διεθνών ΜΚΟ, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 31 παρ. 4 ν. 3907/2011.
    6. Κατάργηση της τροποποίησης του άρθρου 12 παρ 7 του ν. 3907/2011 (άρθρο 9 σ/ν), με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα παραπομπής για κράτησης αιτούντα άσυλο που κατέθεσε αίτημα ασύλου εντός ΚΥΤ, καθώς αυτή βρίσκεται σε αντίθεση με το άρθρο 8 της Οδηγίας 2013/33/ΕΚ.

    Γενικότερο σχόλιο σε σχέση με την κατάργηση της δυνατότητας κράτησης για λόγους δημόσιας τάξης που προβλέπεται στον ν. 3907/2011, σύμφωνα με την Οδηγία Περί Επιστροφής:

    Επ’ ευκαιρία της τροποποίησης διατάξεων του ν. 3907/2011, η Διοίκηση οφείλει να προχωρήσει περαιτέρω στην τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 30, προκειμένου να ευθυγραμμίσει την εθνική νομοθεσία με της απαιτήσεις της Οδηγία περί Επιστροφής.
    Συγκεκριμένα το άρθρο 30 παρ. 1 στοιχείο γ προβλέπεται ως λόγος κράτησης μεταξύ άλλων οι λόγοι εθνικής ασφάλειας («γ) συντρέχουν λόγοι εθνικής ασφάλειας»). Η συγκεκριμένη διάταξη είναι αντίθετη με την οδηγία περί επιστροφών και πρέπει να καταργηθεί.
    Συγκεκριμένα όπως επισημαίνεται στο «Εγχειρίδιο περί Επιστροφής» (ΣΧΕΔΙΟ) (Council οf the European Union, Annexe to the Commission Recommendation Establishing a common «Return Handbook» to be used by Member States’ competent authorities when carrying out return related tasks (11847/15), 6.10.2015, http://www.statewatch.org/news/2015/oct/eu-com-annex-to%20returns-handbook.pdf, το οποίο συντάχθηκε σε συνέχεια Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Σύσταση της Επιτροπής για την καθιέρωση κοινού «εγχειριδίου περί επιστροφής» προς χρήση από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατά την εκτέλεση καθηκόντων που σχετίζονται με την επιστροφή, 1.10.2015, C (2015) 6250 final, http://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-11847-2015-INIT/el/pdf ):“Απαγόρευση της χρήσης της κράτησης για λόγους δημόσιας τάξης: Η δυνατότητα διατήρησης ή παράτασης της κράτησης για λόγους δημόσιας τάξης δεν καλύπτεται από την οδηγία και τα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν την κράτηση ενόψει απομάκρυνσης ως «ήπια» μορφή φυλάκισης. Πρωταρχικός σκοπός της κράτησης ενόψει απομάκρυνσης είναι να εξασφαλίζεται ότι οι επιστρέφοντες δεν θα υπονομεύσουν, διαφεύγοντας, την εκτέλεση της υποχρέωσης επιστροφής. Σκοπός του άρθρου 15 δεν είναι η προστασία της κοινωνίας από άτομα που συνιστούν απειλή για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια. Ο –εύλογος– στόχος της «προστασίας της κοινωνίας» πρέπει να καλύπτεται από άλλες νομοθετικές πράξεις, ιδίως από το ποινικό δίκαιο, το ποινικό διοικητικό δίκαιο και τη νομοθεσία σχετικά με τη λήξη της νόμιμης παραμονής για λόγους δημόσιας τάξης. Βλέπε επίσης απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση Kadzoev, C-357/09, σκέψη 70: «Η οδηγία 2008/115 δεν μπορεί να αποτελέσει έρεισμα για την κράτηση ενός ατόμου για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας. Κανένα συνεπώς από τα στοιχεία που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο (επιδεικνύει επιθετική συμπεριφορά, δεν διαθέτει βιοποριστικά μέσα ούτε κατάλυμα) δεν μπορεί, καθαυτό, να συνιστά λόγο κράτησης του ενδιαφερομένου δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας αυτής». Η συμπεριφορά του προσώπου στο παρελθόν, η οποία έθεσε σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια (π.χ. μη συμμόρφωση με το διοικητικό δίκαιο σε άλλους τομείς πέραν της μεταναστευτικής νομοθεσίας ή παραβιάσεις του ποινικού δικαίου), μπορεί, ωστόσο, να λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση του κινδύνου διαφυγής (βλέπε ενότητα 1.6 ανωτέρω): Εάν από την συμπεριφορά του ενδιαφερομένου στο παρελθόν προκύπτει το συμπέρασμα ότι είναι πιθανόν το πρόσωπο αυτό να μην ενεργήσει σύμφωνα με τον νόμο και να αποφύγει την επιστροφή, αυτό μπορεί να δικαιολογήσει την ύπαρξη κινδύνου διαφυγής” (http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/what-we-do/policies/european-agenda-migration/proposal-implementation-package/docs/return_handbook_el.pdf).

    Κατόπιν των ανωτέρω, το στοιχείο γ της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 3907/2011 πρέπει να καταργηθεί.

    Επίσης κρίνεται σκόπιμο με τον παρόντα νόμο να αναθεωρηθεί η ενσωμάτωση του μέγιστου χρόνου κράτησης που προβλέπεται από την ίδια Οδηγία. Η συγκριτική πρακτική των κρατών μελών έχει πλέον αποδείξει ότι η μακροχρόνια κράτηση οδηγεί σε παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου, χωρίς να διευκολύνει ταυτόχρονα τη διαδικασία επιστροφής. Αντίθετα, τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν μικρότερα διαστήματα κράτησης επιτυγχάνουν μεγαλύτερο αριθμό επιστροφών και σε συντομότερο χρόνο.

    Τροποπ. Άρθρων 11 – 12 παρ. 6 ν. 3907/2011:

    Επισημαίνουμε ότι:
    Τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και οι Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης διαρθρώνονται σε διακριτά κλιμάκια, μεταξύ των οποίων και το «κλιμάκιο ταυτοποίησης και εξακρίβωσης ιθαγένειας, το οποίο είναι αρμόδιο για την εξακρίβωση της ταυτότητας και των λοιπών στοιχείων των πολιτών τρίτων χωρών καθώς και κλιμάκιο εξωτερικής φύλαξης και ασφάλειας (παρ. 1 αρ. 1). Προϊστάμενος των κλιμακίων αυτών ορίζεται αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., ο οποίος «συνεργάζεται» με τον Διοικητή του Κέντρου για την εκπλήρωση των καθηκόντων των κλιμακίων και έχει την ευθύνη συνεργασίας με τη Frontex και το EASO.
    Κατά τις παραπάνω διατάξεις, δεν είναι σαφής ο τρόπος της προβλεπόμενης συνεργασίας του αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ. κατά την άσκηση των καθηκόντων του με τον Διοικητή του Κέντρου, δεδομένου ότι αυτονόητα ο αρμόδιος αξιωματικός υπάγεται σε άλλο πλαίσιο ελέγχου κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
    Επίσης διαφαίνεται εμπλοκή του EASO σε διαδικασίες ταυτοποίησης (στο πλαίσιο της Υποδοχής) ενώ ο μόνος σχετικός ρόλος του θα μπορούσε να είναι η παραπομπή σε διαδικασία ασύλου –ρόλος που δεν αναφέρεται ρητά.
    Γενικότερα, δεδομένου ότι το σ/ν δίνει τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΑSO) και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα (Frontex) των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι μόνο να παρακολουθούν, αλλά και να συμμετέχουν στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, θεωρούμε ότι ο ακριβής προσδιορισμός αυτής της συμμετοχής δε θα έπρεπε να παραμένει αμιγώς αντικείμενο διμερών μνημονίων, όπως προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, αλλά θα πρέπει να θεσμοθετείται δια νόμου. Ειδικότερα αν λάβουμε υπόψη τις εκτεταμένες επιχειρησιακές δυνατότητες, τόσο σε επίπεδο εξοπλισμού, όσο και σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο βαθμός και ο τρόπος ανάμειξης του εν λόγω Οργανισμού στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, θα πρέπει να είναι δημόσια γνωστός και ελέγξιμος.

    Τροποπ. Άρθρου 14 ν. 3907/2011:

    Στο (νέο) άρθρο 14 του υπό τροποποίηση νόμου με τίτλο Φύλαξη – Εγκαταστάσεις προβλέπεται (παράγραφος 6) ότι σε έκτακτες περιπτώσεις … δύναται να παραχωρούνται στις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. χώροι εντός των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης για την ίδρυση και λειτουργία Ειδικών Χώρων Παραμονής Αλλοδαπών (ΕΧΠΑ) σύμφωνα με το άρθρο 81 ν. 3386/05 ή ειδικών χώρων κράτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31. Στο σημείο αυτό εκφράζουμε τον προβληματισμό μας ως προς τη σύγχυση που μπορεί να δημιουργηθεί με την έκτακτη –με Υπουργική Απόφαση – ίδρυση διαφορετικού χώρου (κράτησης για επιστροφή) εντός του πλαισίου λειτουργίας των ως άνω Κέντρων και – εφόσον αυτό προβλέπεται με τη παραπάνω διάταξη – την ουσιαστική μεταβολή των συνθηκών παραμονής των κρατούμενων πλέον νεοεισερχόμενων εντός του ίδιου χώρου, χωρίς τη προσήκουσα ενημέρωσή τους. Θεωρούμε αυτονόητο ότι στη περίπτωση αυτή θα υπάρχει προσήκουσα ενημέρωση και η εφαρμογή εγγυήσεων και διατάξεων που προβλέπονται στο πλαίσιο διοικητικής κράτησης (π.χ. επίσκεψη οργανώσεων σε κέντρα κράτησης), η οποία δεν προβλέπεται ρητά για τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης.

  • 10 Φεβρουαρίου 2016, 13:00 | ευαγγελία

    Αναφέρεται ωράριο 24ωρο με εναλλαγή και βάρδιες για τις περιφερειακές υπηρεσίες της νυν υπηρεσίας πρώτης υποδοχής. Από μία ‘ενιαία’ υπηρεσία δηλαδή,ενώ σχεδόν όλοι οι υπάλληλοι είναι κατηγορίας ΠΕ διοικητικού/ οικονομικού, κάποιοι από αυτούς θα δουλεύουν με διαφορετικό ωράριο και τα σαββατοκύριακα? Και ποιός θα αποφασίζει το ‘διαχωρισμό’ των υπαλλήλων που θα δουλεύουν σε διαφορετικές συνθήκες και με άλλο ωράριο, ο Δ/ντης με τους προϊσταμένους? Από ποιά διάταξη νόμου προκύπτει τέτοια εξουσία σε προϊσταμένους τμημάτων ή σε Δ/ντη οποιασδήποτε υπηρεσίας ενός δημόσιου φορέα?
    θα αλλάξει και ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας?

  • 9 Φεβρουαρίου 2016, 16:58 | Σπύρος Απέργης

    Στην παράγραφο 6, προβλέπεται εμπλοκή υπηρεσιών της Ευρωπαικής Ένωσης στις διαδικασίες καταγραφής και ταυτοποίησης των αλλοδαπών χωρίς νόμιμες διατυπώσεις. Ωστόσο η κατανομή ρόλων και αρμοδιοτήτων παραπέμπεται σε μνημόνια που θα υπογραφούν από την ελληνική κυβέρνηση και τις συγκεκριμένες υπηρεσίες.
    Ειδικά, όμως, για Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή τη γνωστή FRONTEX,υπάρχουν εκθέσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων και άλλες καταγγελίες περί εμπλοκής της σε διαδικασίες απώθησης και άτυπων επαναπροωθήσεων στο παρελθόν ενώ δεν υπάρχει καμία θεσμική διαδικασία στην Ευρωπαική Ένωση για συγκεκριμένο έλεγχο και λογοδοσία του εν λόγω οργανιαμού.Για παράδειγμα, οι διαλογείς (screeners) που χρησιμοποιεί για τις συνεντεύξεις με τους αλλοδαπούς στα σύνορα δεν έχουν δημόσια γνωστά διαπιστευτήρια ή πιστοποιητικά για τις γνώσεις και τις ικανότητές τους.
    Επίσης ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής έχει ξεκινήσει έρευνα από τον Οκτώβριο 2014 που αφορά την FRONTEX σχετικά με τις πρακτικές που χρησιμοποιεί σχετικά με τις πτήσεις επιστροφές αλλοδαπών στις χώρες καταγωγής τους και την τήρηση των δικαιωμάτων των αλλοδαπών (βλ. Own initiative inquiry OI/9/2014/ΜΗΖ concerning the means through which Frontex ensures respect for fundamental rights in joint return operations, διαθέσιμη στη διεύθυνση http://www.ombudsman.europa.eu/en/cases/correspondence.faces/en/58135/html.bookmark#_ftn2).
    Ας σημειωθεί ότι FRΟΝΤΕΧ αρνήθηκε να δεχτεί την υπόδειξη του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για δημιουργία εσωτερικού μηχανισμού, στον οποίο θα προσφεύγουν πολίτες σε περίπτωση διαφωνίας με τον οργανισμό, με αποτέλεσμα να υποβάλει ο Διαμεσολαβητής έκθεση στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο προκειμένου να πειστεί η FRONTEX να δεχτεί την υπόδειξή του (βλ. σχετικά, το βιβλίο του Αποστόλη Φωτιάδη, Έμποροι των Εθνών, Η νέα αρχιτεκτονική επιτήρησης, Εκδόσεις Απέναντι Όχθη, σελ. 112).
    Συμπερασματικά η FRONTEX φαίνεται να λειτουργεί σε κενό εξουσίας, με αρμοδιότητες αυξημένες τα τελευταία χρόνια, χωρίς να λογοδοτεί σε οποιονδήποτε για το περιεχόμενο και τον τρόπο δράσης των πολιτικών και των πρακτικών της και χωρίς να υπάρχει νομική δυνατότητα αναζητήσης τυχόν αστικών ή ποινικών ευθυνών από την υπηρεσία αυτή, εάν διαπιστώνονται περιστατικά παράτυπης ή παράνομης συμπεριφοράς των υπαλλήλων της.
    Συνεπώς, επιβάλλεται ανυπερθέτως, κατά την άποψή μου, ο σαφής έλεγχος και η λογοδοσία των υπηρεσιών αυτών κατά την εμπλοκή τους στις διαδικασίες καταγραφής και ταυτοποίησης στο νόμο ώστε να υπάρχει έαν σαφές και συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο που θα διέπει τη δραστηριότητα των ευρωπαικών υπηρεσιών στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης. Για το λόγο αυτό προτείνω να αναδιατυπωθεί η παράγραφος 6 ως εξής:
    «Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) δύνανται να παρακολουθούν ή και να συμμετέχουν στις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, σύμφωνα με το Γενικό Κανονισμό Λειτουργίας, αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο συνδρομής των ελληνικών αρχών στη διαδικασία καταγραφής και ταυτοποίησης.Κατά τη διάρκεια της συμμετοχής τους σε αυτές διαδικασίες,οι υπάλληλοι των υπηρεσιών της Ευρωπαικής Ένωσης υπόκεινται στις εντολές του Διευθυντή του κέντρου στο οποίο εργάζονται. Οι διαλογείς (screeners) υποχρεούνται να παρουσιάζουν στο Διευθυντή του Κέντρου, στο οποίο εργάζονται, τα πιστοποιητικά ή τα διαπιστευτήρια των γνώσεων και των ικανοτήτων τους, πριν αναλάβουν οποιαδήποτε εργασία. Για κάθε πράξη ή παράλειψη οποιουδήποτε υπαλλήλου, ανεξαρτήτως ιεραρχικής θέσης, των υπηρεσιών της Ευρωπαικής Ένωσης στην ελληνική επικράτεια, εφαρμόζεται το ελληνικό δίκαιο.Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης δύνανται να παρακολουθούν τις ως άνω διαδικασίες και να παρέχουν πληροφορίες στους υπαγόμενους σε διαδικασία υποδοχής και ταυτοποίησης. Λεπτομέρειες της συνεργασίας, υπό τους όρους και τις προβλέψεις των προηγούμενων εδαφίων, ρυθμίζονται με μνημόνια που συνάπτονται μεταξύ της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης και των ως άνω φορέων.»

  • 8 Φεβρουαρίου 2016, 22:09 | Σπύρος Απέργης

    Θέτω προς προβληματισμό των αρμοδίων τα ακόλουθα σχόλια:

    1) Το γεγονός ότι η Κεντρική Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν έχει οργανόγραμμα, τμήματα, καθορισμό θέσεων προσωπικού, ρύθμιση αρμοδιοτήτων κλπ θα δημιουργήσει πρακτικά προβλήματα στη λειτουργία της υπηρεσίας καθώς όλα αυτά παραπέμπονται σε προεδρικό διάταγμα που συνήθως,χρειάζεται αρκετούς μήνες για να εκδοθεί.

    2)Πολλά, άμεσα πρακτικά ζητήματα λειτουργίας και αρμοδιοτήτων της νέας υπηρεσίας παραπέμπονται σε πληθώρα υπουργικών αποφάσεων με αποτέλεσμα τα προβλήματα λειτουργίας και αρμοδιοτήτων, πιθανόν, να επιτείνονται όσο εκκρεμεί η έκδοση των αποφάσεων αυτών.

    3)Έχει αποδειχθεί αλυσιτελής στο παρελθόν η κράτηση των αλλοδαπών που εισήλθαν στην Ελλάδα χωρίς νόμιμες διατυπώσεις επί 25 μέρες καθώς συνήθως, δεν είναι εφικτή η ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου και των δύο βαθμών μέσα σ’ αυτό χρονικό διάστημα, συνεπώς θα κρατούνται χωρίς ουσιαστικό λόγο στις περισσότερες περιπτώσεις. Προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου 2 ώστε η κράτηση των αλλοδαπών να μην υπερβαίνει τη μία εβδομάδα,μόνο για τις ανάγκες της καταγραφής και της ταυτοποίησης.Εάν ζητηθεί να υποβληθεί αίτηση ασύλου, να παραπέμπεται ο αλλοδαπός στο κοντινότερο γραφείο της Υπηρεσίας Ασύλου ή στο κλιμάκιο που βρίσκεται μέσα στο κέντρο, να υτοβάλλεται η αίτηση ασύλου, να εκδίδεται δελτίο αιτήσαντος διεθνή προστασίας και ο αλλοδαπός να έιναι ελέυθερος να μείνει στο κέντρο ή να αναχωρήσει.Εάν ο αλλοδαπός εμπίπτει σε διαδικασία μετεγκατάστασης, θα προχωρά σ’ αυτή τη διαδικασία και, αν δεν εμπίπτει σε κάποια από τις προηγούμενες περιπτώσεις, να εκδίδεται υπηρεσιακό σημείωμα συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος και να αφήνεται ελεύθερος.

    4) Παρότι προβλέπεται διαδικασία αμφισβήτησης της κράτησης των αλλοδαπών, δεν έιναι σαφές πώς θα έχουν πραγματική πρόσβαση σε τέτοια διαδικασία εφόσον θα κρατούνται στο κέντρο και δεν έιναι σαφές στο άρθρο αν και πότε θα έχουν πρόσβαση σε νομική βοήθεια για να προβούν στα ένδικα βοηθήματα αμφισβήτησης της διαδικασίας κράτησής τους.Συνεπώς, θα πρέπει να παρέχεται στον αλλοδαπό άμεση, πραγματική δυνατότητα αμφισβήτησής της κράτησής του.

    5) Δεν είναι σαφές πώς θα μπορούν να εισέρχονται στα κέντρα ταυτοποίησης και στις ανοιχτές δομές και θα συνδράμουν μη κυβερνητικές οργανώσεις.Λόγω έλλειψης σαφούς οργανωτικής δομής, αυτό μπορεί να δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα, ιδίως σε τομείς που ορισμένες μη κυβερνητικές οργανώσεις έχουν τεχνογνωσία και έμπειρο προσωπικό για τη διαχείριση καταστάσεων μαζικών αφίξεων αλλοδπάων χωρίς νόμιμες διατυπώσεις.Χρειάζεται αποσαφήνιση των σχέσων των μη κυβερνητικών οργανώσεων με τα κέντρα ταυτποίησης και τις ανοιχτές δομές.

  • 8 Φεβρουαρίου 2016, 17:29 | σταμκοπούλου

    Εν έτη 2016, της έξυπνης ειδίκευσης και της ατζέντας ‘Ευρώπη του 2020’ δεν μπορεί να γίνει ουδεμία αλλαγή και μετεξέλιξη μιας δημόσιας υπηρεσίας χωρίς να καταρτιστεί όχι μόνο οργανόγραμμα, αλλά τμήματα, ειδικότητες υπαλλήλων και αρμοδιότητες αυτών.
    Εάν δεν οριστεί ξεκάθαρα ποιός κάνει τι, που και γιατί και αν έχει την αρμοδιότητα και την εξειδίκευση/ γνώση για να το κάνει δεν θα υπάρξει ποιότητα παροχής υπηρεσίας, ούτε αποτελεσματικότητα.
    Στην υπηρεσία Ασύλου υπάρχει διάγραμμα με τμήματα/ ειδικότητες υπαλλήλων και εύκολα συνάγεται τι κάνουν οι υπάλληλοι. Σε αυτή την υπηρεσία δεν υπάρχει.
    Από τις τροποποιήσεις που προτείνονται δεν φαίνεται να έχει διερευνηθεί
    ο/οι λόγος/οι για τους οποίους η υπηρεσία αυτή έχει αποτύχει. Εάν π.χ. φταίει το προσωπικό, η εκπαίδευση που του δόθηκε(αν και πως), η διοίκηση, οι συνθήκες.
    Οι ανοιχτές δομές φιλοξενίας με ποιά λογική στελεχώνονται από υπαλλήλους του κουβά διοικητικού- οικονομικού και όχι από ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, τουλάχιστον.
    Διαφαίνεται μια αποστέρηση της υπηρεσίας από σοβαρή αρμοδιότητα, αρμοδιότητες τις οποίες είχε αλλά στις οποίες δεν μπόρεσε μάλλον να ανταποκριθεί και να φέρει εις πέρας για χ,ψ, λόγους. Η τροποποίηση του ιδρυτικού της νόμου θα λύσει το πρόβλημα?

  • 8 Φεβρουαρίου 2016, 10:44 | ΕΦΗ

    Στο άρθρο 9, παρ.1, παρ. 2 & παρ. 5, του παρόντος ορίζεται ότι: στην παρ. 1. [Στην Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται θέση Διευθυντή. Ο Διευθυντής διορίζεται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής, με θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεωθεί μία φορά…..], στην παρ. 2 [Σε κάθε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης συνιστάται θέση Διοικητή. Ο Διοικητής είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με ικανότητα και εμπειρία στη διοίκηση ή και στα δικαιώματα του ανθρώπου. Διορίζεται με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, αρμόδιου για θέματα μεταναστευτικής πολιτικής….]και στην παρ. 5 [Οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία και οι ανοιχτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας, λειτουργούν σε επίπεδο τμήματος. Στις δομές αυτές προΐσταται υπάλληλος ή ιδιώτης, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με ικανότητα και εμπειρία στη διοίκηση ή και στα δικαιώματα του ανθρώπου, ο οποίος διορίζεται με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας…]

    Λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 84 & 87 του Ν.3528/2007(όπως ισχύει) ορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, εκτιμάται ότι με την παρούσα προτεινόμενη τροποποίηση/αντικατάσταση του 3907/2011 δεν τηρούνται οι γενικές αρχές δικαίου καθώς δεν ορίζονται ουσιαστικά κριτήρια και διαδικασία αξιολόγησης και καθιερώνεται μια μορφή διακριτικής ευχέρειας υπέρ των διοικητικών οργάνων.

    Αυτοί οι οποίοι κατά Νόμο δύνανται να ασκούν αντίστοιχα καθήκοντα ορίζονται στα προαναφερόμενα άρθρα του Ν.3528/2007(όπως ισχύει).
    Ως εκ τούτου προτείνεται η διαδικασία διορισμού να ασκείται τηρουμένων των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, καθώς και των υπερκείμενων συνταγματικών διατάξεων.