Άρθρο 21 Νομική στήριξη υπαλλήλων Ο.Τ.Α.

H περίπτωση (στ’) της παραγράφου 5, του άρθρου 244 του ν.3852/2010, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:
«στ’) Οι Δήμοι, οι Περιφέρειες και τα νομικά πρόσωπα αυτών καθώς και οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις υποχρεούνται να παρέχουν νομική υποστήριξη στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτούς, ενώπιον των Δικαστηρίων ή των Δικαστικών Αρχών, σε περίπτωση ποινικής δίωξης αυτών για αδικήματα που τους αποδίδεται ότι διέπραξαν κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους. Η ανωτέρω νομική υποστήριξη δεν παρέχεται σε περίπτωση ποινικής δίωξης αυτών από καταγγελία εκ μέρους της Υπηρεσίας. Η νομική εκπροσώπησή τους συντελείται από δικηγόρο του δήμου ή της περιφέρειας, μετά από αίτηση του υπαλλήλου προς τον οικείο δήμαρχο ή περιφερειάρχη, θετική εισήγηση της Υπηρεσίας και απόφαση της οικονομικής επιτροπής. Σε περίπτωση που δεν υπηρετεί δικηγόρος με πάγια έμμισθη εντολή, η εκπροσώπηση γίνεται από πληρεξούσιο δικηγόρο, σύμφωνα και με τις διατάξεις των άρθρων 72 και 176 του ν. 3852/2010, αντιστοίχως. Οι πιο πάνω διατάξεις εφαρμόζονται και για τους αιρετούς των δήμων και των περιφερειών».

  • 31 Αυγούστου 2016, 15:37 | Στάθης Κουτσοχήνας

    Η διάταξη αυτή είναι άκρως προβληματική. Έρχεται σε αντίθεση με θεμελιώδεις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων, του Ποινικού Κώδικα και Διεθνών Συμβάσεων και ουσιαστικά θεσμοθετεί το αδίκημα της απιστίας δικηγόρου! Παράλληλα, βέβαια, δυσχεραίνει την προσπάθεια διαφάνειας στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης.
    Ειδικότερα, το φυσικό πρόσωπο (υπάλληλος ή αιρετός) που παραπέμπεται να δικαστεί με την κατηγορία της παράβασης των καθηκόντων του, ουσιαστικά αντιμετωπίζει την κατηγορία ότι ενήργησε προς βλάβη των συμφερόντων του φορέα, δηλαδή του εντολέα του δικηγόρου. Το ίδιο συμβαίνει και σε κάθε περίπτωση που το αδίκημα για το οποίο ο υπάλληλος παραπέμπεται, ενέχει την κατηγορία της πλημμελούς ή μη προσήκουσας εκτέλεσης των καθηκόντων του.
    Σύμφωνα με το άρθρο 233 ΠΚ, απιστία δικηγόρου διαπράττεται, μεταξύ άλλων, όταν «Δικηγόρος ή άλλος νομικός παραστάτης …στην ίδια ένδικη υπόθεση βοηθεί με συμβουλές ή με παροχή υπηρεσίας και τους δύο διαδίκους, είτε ταυτόχρονα είτε διαδοχικά…». Επιβαρυντική περίπτωση συνιστά το αν «…ενήργησε αφού συνεννοήθηκε με αυτούς που έχουν αντίθετα συμφέροντα…». Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα άρθρα 140 επ. Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013) η απιστία δικηγόρου αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα, που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην ποινή της παύσης από το δικηγορικό λειτούργημα.
    Είναι, λοιπόν, προφανές ότι οι δικηγόροι που συνδέονται με σχέση πάγιας εντολής με τον φορέα, αδυνατούν να εκπροσωπήσουν στο ποινικό δικαστήριο τους υπαλλήλους ή αιρετούς που κατηγορούνται ότι ενήργησαν σε βάρος των συμφερόντων του εντολέα τους.
    Πέραν του παραπάνω ανυπέρβλητου κωλύματος, ανακύπτουν και άλλα σοβαρά ζητήματα, όπως, π.χ., το γεγονός ότι ο δικηγόρος δεν συνδέεται με σχέση εντολής με τον κατηγορούμενο – φυσικό πρόσωπο, αλλά με το νομικό πρόσωπο του ΟΤΑ. Ακριβώς επειδή ο έμμισθος δικηγόρος του ΟΤΑ δεν συνδέεται απευθείας με τον κατηγορούμενο-φυσικό πρόσωπο με σχέση εντολής, μετά από παρέμβαση των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας και του Υπουργείου Δικαιοσύνης, είχε προστεθεί στην αρχική ρύθμιση του άρθρου η φράση «ύστερα από θετική εισήγηση της νομικής υπηρεσίας», ώστε να υπάρξει αποδοχή της ανάθεσης της εντολής από τον δικηγόρο και να καλυφθεί το βασικό κενό της έλλειψης σύμβασης εντολής μεταξύ κατηγορουμένου-φυσικού προσώπου και δικηγόρου. Με την προτεινόμενη τροποποίηση καταργείται ακόμα και αυτή, η εντελώς απαραίτητη ρύθμιση, που εξυπηρετούσε τον προαναφερθέντα σκοπό.
    Τέλος, η επίμαχη ρύθμιση έρχεται σε αντίθεση ακόμα και με άλλες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις. Ειδικότερα, αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου, κατοχυρωμένο από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ) να αναθέτει την υπεράσπισή του σε συνήγορο της απόλυτης και ελεύθερης επιλογής του. Οι παραπάνω διεθνείς συμβάσεις, κυρωθείσες με νόμο, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και κατά το άρθρο 28 παρ. 1 εδ. α’ του Συντάγματος έχουν υπερνομοθετική ισχύ, δηλαδή υπερισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης νόμου.
    ΠΡΟΤΑΣΗ:
    Τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η νομική στήριξη υπαλλήλων ή αιρετών κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 244 Ν. 3852/2010, θα πρέπει να γίνεται κατόπιν απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής, που διορίζει ως συνήγορο υπεράσπισης τον δικηγόρο, που αποτελεί την απόλυτη και ελεύθερη επιλογή του διωκόμενου υπαλλήλου ή αιρετού, στο πρόσωπο μάλιστα του οποίου δεν θα συντρέχει το κώλυμα των με πάγια εντολή δικηγόρων του φορέα.
    Επικουρικά, μπορεί να επεκταθεί σε όλους τους αιρετούς και υπαλλήλους των Δήμων η ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 42 παρ. 1 του ν. 3316/2005, που προβλέπει ότι αν ασκηθεί ποινική δίωξη κατά υπαλλήλου τεχνικών υπηρεσιών, εξαιτίας πράξεων ή παραλείψεων του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, επιτρέπεται, με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, η ανάθεση παροχής υπηρεσιών σε δικηγόρο της επιλογής του, για την υπεράσπιση του σε όλα τα στάδια της σχετικής διαδικασίας, μέχρι την έκδοση αμετακλήτου αποφάσεως και με αμοιβή που υπολογίζεται σύμφωνα με τα ισχύοντα κατώτερα όρια αμοιβών του Κώδικα περί Δικηγόρων. Το σύνολο της αμοιβής καταβάλλεται, εφόσον ο υπάλληλος απαλλάσσεται της κατηγορίας ή αθωώνεται με αμετάκλητη απόφαση. Οι αμοιβές και λοιπές απαραίτητες για τη διεξαγωγή της διαδικασίας δαπάνες καλύπτονται από τις πιστώσεις της μελέτης ή του έργου, άλλως καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του φορέα.
    Στάθης Κουτσοχήνας
    ΔρΝ Δικηγόρος
    Μέλος Δ.Σ. Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

  • 29 Αυγούστου 2016, 12:30 | ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

    Αξιότιμοι,
    είμαι ένας από τους (μόλις) 11 δικηγόρους που υπηρετούν στη Διεύθυνση Νομικής Υποστήριξης του Δήμου Θεσσαλονίκης, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ αυτών του «Νομικού Συμβούλου».
    Προς αποφυγή μακρηγορίας, η ρύθμιση του άρθρου ήταν εσφαλμένη και έχει καταστεί χειρότερη.
    Οι δικηγόροι παρέχουν τις έμμισθες νομικές τους υπηρεσίες στους Δήμους, όχι στους (κάθε φορά εκλεγομένους!) αιρετούς, ή πολύ περισσότερο στους υπαλλήλους, οι οποίοι στο Δήμο Θεσσαλονίκης υπερβαίνουν τον αριθμό των 2.500 !!
    Η Διεύθυνση Νομικής Υποστήριξης ευλόγως (!!) επικουρεί το Δήμαρχο και όλα τα πειθαρχικά όργανα του Δήμου, σε κάθε πειθαρχική διαδικασία, προκαταρκτική εξέταση, ή συνηθέστερα Ένορκη Διοικητική Εξέταση. Μάλιστα, επειδή ο Νόμος στα εφαρμοζόμενα και στους Ο.Τ.Α. άρθρα 125 επόμενα του Νόμου 3528/2007 (Υπαλληλικός Κώδικας) ορίζει, ότι όλες τις πειθαρχικές διαδικασίες διεκπεραιώνουν μόνιμοι υπάλληλοι, ενταγμένοι δηλαδή στην Ιεραρχία των Δήμων (άλλο σφάλμα αυτό, αλλά δεν είναι το θέμα του παρόντος!!), τους οριζομένους να διενεργήσουν Ε.Δ.Ε. υπαλλήλους, επίσης, επικουρούν δικηγόροι της Νομικής Υπηρεσίας, στην επεξήγηση των δύσκολων διατάξεων και διαδικασιών, προς αποφυγή ακυροτήτων της διαδικασίας.
    Ως γνωστόν (ελπίζω…) θέμα διενέργειας Ε.Δ.Ε. είναι η ενημέρωση του Δημάρχου, ως πειθαρχικού προϊσταμένου όλων των δημοτικών υπαλλήλων, από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών γιά κάθε ποινική δίωξή σε βάρος υπαλλήλου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 104 παρ. 6 του Ν. 3528/2007. Το συγκεκριμένο άρθρο μάλιστα, τροποποιήθηκε ως ανωτέρω πολύ προσφάτως με το άρθρο δεύτερο του Ν. 4057/2012 (ΦΕΚ Α 54 14.3.2012).Βλ. και άρθρο έβδομο «Μεταβατικές διατάξεις» του αυτού νόμου, αντικαταστάθηκε εκ νέου ως άνω με το άρθρο 19 του Ν.4210/2013 (ΦΕΚ Α 254/21.11.2013).
    Επιπλέον, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 127 παρ. 1 του Κώδικα Υπαλλήλων (περ. α’ ως και ε’) προβλέπεται μιά σειρά περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται η διεξαγωγή πειθαρχικής ανάκρισης σε βάρος υπαλλήλων, όταν οι «φερόμενες ως τελεσθείσες» πράξεις, οι οποίες συγχρόνως αποτελούν και πειθαρχικά παραπτώματα, προκύπτουν με ένα βαθμό βεβαιότητας από το φάκελο, επ’ αυτοφώρω σύλληψη, προηγηθείσα διενέργεια προανάκρισης, ή όταν προκύπτει η τέλεση της πράξης από έκθεση δικαστικού οργάνου ή άλλου ελεγκτικού οργάνου της διοίκησης (άρθρο 127 παρ. 1 περ. ε’ εδαφ. β’).
    Συνεπώς, η υποχρέωση των Δήμων να θέσουν στη διάθεση των δημοτικών υπαλλήλων τις υπηρεσίες των δικηγόρων της Νομικής Υπηρεσίας έρχεται σε προφανή αντίθεση με την υποχρέωση των δικηγόρων να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον κύριο εντολέα τους το Δήμο, κατά την έκδοση της παραγγελίας διεξαγωγής πειθαρχικής διαδικασίας, τη λήψη της ποινικής δικογραφίας διά του Δήμου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 114 παρ. 6, την εποπτεία και επικουρία του Δημάρχου, ως πειθαρχικώς προϊσταμένου, καθώς και της Εκτελεστικής Επιτροπής με πειθαρχικά καθήκοντα σε υπόθεση που δικηγόρος του Δήμου έχει (εσφαλμένως κατά το νέο νομοσχέδιο) κληθεί να παράσχει τις δικηγορικές του υπηρεσίες ατομικώς προς το «φερόμενο ως υπαίτιο» δημοτικό υπάλληλο.
    ΛΥΣΗ: Το δικαίωμα του δημοτικού υπαλλήλου να επιλέξει το δικηγόρο της αρεσκείας του είναι αναφαίρετο. Επίσης, υπό το προαναφερόμενο σκεπτικό, δεν μπορεί να γίνεται λόγος γιά «άρνηση παροχής υπηρεσίας» σε δημοτικό υπάλληλο από δικηγόρο της Διεύθυνσης Νομικής Υποστήριξης.
    Θα πρέπει, όμως, ο Νόμος να προβλέπει ως νόμιμη τη δαπάνη κάλυψης της αμοιβής του δικηγόρου του δημοτικού υπαλλήλου από το Δήμο, εφόσον καθορίζεται στην κατώτερη με βάση το ισχύον Παράρτημα Αμοιβών του Κώδικα Δικηγόρων (πρόσφατος Νόμος 4194/2013). Ούτως ώστε, να αποφευχθούν οι (μόνιμες) προστριβές με το Κλιμάκιο Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά την έγκριση της σχετικής δαπάνης. Και αυτό θα πρέπει να αναφέρεται στο Νόμο, ώστε να μπορέσει ο Δήμος να καταβάλει τη δαπάνη και να κριθεί νόμιμη κατά τον κατασταλτικό έλεγχο.
    Συνεπώς, η «νέα» τροποποίηση του άρθρου επιβεβαιώνει τις ατέλειες του άρθρου 244 παρ. 5 περ. στ’ του Νόμου 3852/2010, καθώς η συμμετοχή των δικηγόρων των Δήμων σε περιπτώσεις παραπομπής υπαλλήλων γιά «φερόμενη» ποινική συμπεριφορά δεν περιορίζεται στις περιπτώσεις που ο Δήμος έχει υποβάλει τη μηνυτήρια αναφορά, αλλά και όλες τις υπόλοιπες που υπάλληλοι εμπλέκονται σε διαδικασίες γιά τις οποίες «κατά δεσμία αρμοδιότητα» κινείται πειθαρχική διαδικασία σε βάρος δημοτικών υπαλλήλων.
    Επιπρόσθετα, δε, πλέον προβλέπεται απλώς η εισήγηση της Υπηρεσίας, ούτε καν δηλαδή της Νομικής Υπηρεσίας.
    Μετά τιμής
    Παναγιώτης Μανόπουλος
    Δικηγόρος Δήμου Θεσσαλονίκης
    Τηλέφωνο 231-331-7743
    Κινητό: 6932-58-38-28

  • 27 Αυγούστου 2016, 11:49 | Αντώνης Λευκάδιος

    Το ισόποσο του κόστους δικαστικής υπεράσπισης των υπαλλήλων ή αιρετών ΟΤΑ χορηγείται και στους αντίδικους πολίτες (όχι εταιρίες), εφόσον δικαιωθούν.

    Μόνο έτσι θα υπάρχει λελογισμένη χρήση του δικαιώματος.